Σάββατο, Μαρτίου 31, 2007

Κομμάτια ομορφιάς παντού



Μπαίνει στο Cuckoo club του Λονδίνου, συνοδευόμενος από τη σύντροφό του και μούσα του, την Αντζάνι Τόμας. Είναι εμφανώς συγκινημένος. Ανεβαίνει στο πάλκο και απευθυνόμενος στους εκπροσώπους της δισκογραφικής βιομηχανίας, τους διαβεβαιώνει ότι θα είναι σύντομος. Ξέρει, άλλωστε, ότι η ικανότητά τους να συγκεντρωθούν είναι μικρή. Παρουσιάζει την Αντζάνι, που κάνει φωνητικά στα τραγούδια του εδώ και είκοσι χρόνια, και λέει πως δεν χρειάζεται να πει τίποτα άλλο: «Όταν την ακούσετε να τραγουδά, θα διαπιστώσετε ότι τα λόγια είναι περιττά». Κατεβαίνει από το πάλκο, κάθεται στην πρώτη σειρά και παραγγέλνει δύο μπίρες. Εκείνη διαλέγει τραγούδια από τον νέο της δίσκο, το «Blue Alert», κι εκείνος πίνει κυριολεκτικά τους ήχους. Όταν ακούσει το «Thanks for the dance», δύσκολα θα κρύψει τη συγκίνησή του. Κάποια στιγμή θα ανεβεί και θα τη συνοδεύσει σε ένα ερωτικό ντουέτο, κοιτάζοντάς την στα μάτια.

Ο Λέναρντ Κοέν είναι 73 ετών, είναι (ξανά) ερωτευμένος και έχει αφήσει οριστικά πίσω του την κατάθλιψη. «Ίσως να το οφείλω στη νευρολογική διαδικασία της γήρανσης», λέει στους δημοσιογράφους. Πώς αισθάνεται ύστερα από τόσα χρόνια δημιουργικότητας, στη διάρκεια των οποίων ενέπνευσε τόσους και τόσους μουσικούς και συγγραφείς; Πώς του φάνηκε εκείνη η σκηνή στο «Αγαπητό μου Ημερολόγιο», όπου ο Νάνι Μορέτι γυρίζει τη Ρώμη με βέσπα ακούγοντας το Ι' m your man; «Εγώ δεν αισθάνθηκα ποτέ ένας δημιουργικός καλλιτέχνης», απαντά. «Περισσότερο ένιωθα σαν δημοσιογράφος, ένας ρεπόρτερ της πρώτης γραμμής που προσπαθεί να περιγράψει με ακρίβεια αυτά που βλέπει κι αυτά που αισθάνεται. Μπορεί να ιδρώνω για κάθε στίχο, αλλά σε σχέση με άλλα επαγγέλματα, το δικό μου δεν είναι σκληρό. Όπως έλεγε ένας ηλικιωμένος δάσκαλός μου, τα δικά μου προβλήματα είναι πολυτελείας».

Το «Blue Alert» γεννήθηκε σχεδόν κατά τύχη, από δύο στίχους που ξέθαψε η Αντζάνι από τα γραπτά του Κοέν: «Ένα άρωμα καίγεται στον αέρα/ Κομμάτια ομορφιάς παντού». Τον ρώτησε αν μπορούσε να τους χρησιμοποιήσει για να γράψει ένα τραγούδι, κι εκείνος δέχθηκε. Η ιδέα δεν ήταν να κάνει έναν δικό της δίσκο, αλλά να γράψει τραγούδια για κείνον. Όταν όμως ο Λέναρντ την άκουσε να τα ερμηνεύει, είπε πως ήταν τέλεια, εκείνος ποτέ δεν θα μπορούσε να τραγουδήσει έτσι. Η μουσική και οι στίχοι βγήκαν μέσα από πολύωρες βραδινές βόλτες στο Λος Άντζελες. «Περπατούσαμε κάθε βράδυ ο ένας δίπλα στον άλλο, χωρίς να μιλάμε σχεδόν καθόλου», θυμάται η Αντζάνι. «Ο Λέναρντ δεν είναι σαν κι εμένα, με τον υπολογιστή του ακούει τα πάντα, αλλά εγώ για να δουλέψω έχω ανάγκη τη σιωπή. Είμαι μια μουσικός παλαιού τύπου».

Παρασκευή, Μαρτίου 30, 2007

Σαν να ήμασταν αθάνατοι



Τελευταία είχαμε κάποιες αμφιβολίες, αλλά ευτυχώς ήρθε ο Πάπας και μας τις διέλυσε. Η Κόλαση υπάρχει στ' αλήθεια - είπε - και είναι αιώνια. Εκεί θα καταλήξει όποιος δεν πιστεύει στον Θεό, είναι βέβαιο. Για καζάνια, πάντως, δεν μίλησε.

Ήδη με το «Φιλοσοφικό Λεξικό» του (1995) ο Φερνάντο Σαμπατέρ μας είχε προειδοποιήσει ότι πρέπει να αποδώσουμε ξανά στη φιλοσοφία την «ασεβή μαχητικότητα εναντίον των αναπόδεικτων δογμάτων που τη διέκρινε παλιά». Με το καινούργιο του βιβλίο, την «Αιώνια ζωή» (Εκδόσεις Ariel), ο Ισπανός φιλόσοφος επιμένει άθεα. Και αναζητεί τρόπους οικοδόμησης μιας αγιότητας χωρίς πίστη και Θεό, και κυρίως χωρίς υποταγή στους εκκλησιαστικούς αντιπροσώπους τους. Μιας αγιότητας κοσμικής.

Πώς είναι δυνατόν σε μια εποχή με τόσο μεγάλα επιστημονικά επιτεύγματα να εξακολουθούν τόσο πολλοί άνθρωποι να πιστεύουν ότι υπάρχει μετά θάνατον ζωή και μετά θάνατον τιμωρία; Με τι επιχειρήματα υποστηρίζει ο Πάπας πως υπάρχει «στ' αλήθεια» Κόλαση και είναι αιώνια; Με κανένα, φυσικά. Δεν χρειάζεται. Η θρησκευτική πίστη, σημειώνει ο συγγραφέας, δεν είναι προϊόν τόσο του φόβου του θανάτου, όσο της λαχτάρας για αθανασία. Η πίστη συνίσταται στο να πιστεύουμε κάτι που δεν βλέπουμε αλλά επιθυμούμε περισσότερο απ' όλα. Η ίδια η ένταση όμως αυτής της επιθυμίας για ατομική σωτηρία στερεί τη θρησκευτική πίστη από τη σοβαρότητά της. «Η πίστη σώζει, κι ύστερα εξαπατά», έλεγε ο Νίτσε.

Η ύπαρξη της δίψας δεν αποδεικνύει την ύπαρξη της πηγής, αυτό είναι προφανές ακόμη και για τον πιο ένθερμο πιστό. Μόνο που η απουσία της πηγής δεν μειώνει κατ' ανάγκη τη δίψα, αντίθετα, μπορεί και να την εντείνει. Να γιατί ο Σαμπατέρ συγκρίνει τη θρησκευτική πίστη με τον πλατωνικό έρωτα. Το μεγάλο δράμα του ανθρώπου είναι ότι δεν μπορεί να πάψει να επιθυμεί (την αθανασία) και ταυτόχρονα γνωρίζει ότι το αντικείμενο της επιθυμίας του δεν θα του δοθεί ποτέ. Δύο είναι οι βασικοί τρόποι να αντιμετωπίσει αυτή την πρόκληση. Ο ένας είναι η επιστήμη, που αποκλείει από το πεδίο των ερευνών της τα θρησκευτικά προβλήματα επειδή δεν μπορούν να επαληθευτούν. Ερευνώντας το πραγματικό, περιορίζει την προσοχή της στο νοητό - αλλά έτσι αφήνει έξω το ενδιαφέρον. Απέναντι σε αυτή την άρνηση «εξ ορισμού», η πίστη πρεσβεύει την άρνηση «καθ' υπέρβαση». Μας προσφέρει υποσχέσεις με τον όρο να πάψουμε να είμαστε έλλογα και ελεύθερα άτομα και να υποταχθούμε στον Κύριο. Μας ψιθυρίζει πως ο μόνος τρόπος να φτάσουμε στην αιώνια ζωή είναι να παραιτηθούμε από την κανονική, την ανθρώπινη ζωή, τη μόνη που γνωρίζουμε.

Αλλά αυτή είναι μια αυταπάτη για «τους πειθήνιους και τους τεμπέληδες». Για όσους από μας δεν αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας σ' αυτές τις κατηγορίες, ο Σαμπατέρ προτείνει να διαλέξουμε μια ζωή τόσο γεμάτη, που να μας βοηθά να αντέξουμε την τραγωδία του αναπόφευκτου τέλους της. Να ζούμε σαν να ήμασταν αθάνατοι, αν και γνωρίζουμε θαυμάσια ότι είμαστε θνητοί.

Πέμπτη, Μαρτίου 29, 2007

Ήθελε απλώς να διασκεδάσει



Τα μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου περνούν μεγάλο ζόρι. «Μήπως κάποιος ξέρει τι σημαίνει αυτή η φράση;» ρωτούσε τις προάλλες ο δικαστής Σούτερ, που έχει τη φήμη προοδευτικού. «Δεν είναι σαφές» απαντούσε η δικαστής Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ.

Η επίμαχη φράση είναι «Bong Hits 4 Jesus» και ήταν γραμμένη σε ένα πανό που ξεδίπλωσε τον Ιανουάριο του 2002 ένας 18χρονος μαθητής έξω από το σχολείο του στην Αλάσκα, την ώρα που περνούσε η Ολυμπιακή Φλόγα. Το νόημά της είναι κάτι σαν «Κάπνισε μια πίπα κάνναβης για τον Ιησού» και παραπέμπει στη συνήθεια των νέων να πίνουν σε διάφορες γιορτές «στην υγειά του Ιησού». Αλλά η διευθύντρια του σχολείου, ονόματι Ντέμπορα Μορς, μάλλον δεν κατάλαβε τίποτε απ' όλα αυτά. Αυτό που την ενόχλησε ήταν ότι ο μαθητής άνοιξε αυτό το πανό κάτω από τη μύτη της χωρίς να τη ρωτήσει. Τον φώναξε λοιπόν και του ανακοίνωσε ότι αποβάλλεται για πέντε μέρες. Εκείνος επικαλέστηκε την ελευθερία της έκφρασης και τον Τόμας Τζέφερσον, λέγοντας ότι «οι λογοκριμένες λέξεις είναι χαμένες λέξεις». Και η δασκάλα θύμωσε τόσο πολύ που διπλασίασε την ποινή.

Ο Τζόζεφ αποφάσισε τότε ότι είχε έρθει η ώρα να δοκιμάσει την αξία του δικαστικού συστήματος της χώρας του και της ίδιας της αμερικανικής δημοκρατίας. Προσέφυγε λοιπόν, κατά σειρά, σε όλα τα όργανα, ζητώντας την ακύρωση της ποινής του. Τα χρόνια πέρασαν, οι προσφυγές διαδέχονταν η μία την άλλη, ώσπου η υπόθεση «Μορς κατά Φρέντερικ» έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο. Κι εκεί, εκτός από την αμηχανία των δικαστών, παρουσιάζουν ενδιαφέρον οι συμμαχίες που έχουν συγκροτηθεί. Υπέρ του Τζόζεφ έχουν ταχθεί η Αμερικανική Ενωση Ατομικών Ελευθεριών (ACLU), διάφορα φρικιά, προοδευτικοί και χίπις, αλλά και στελέχη της θρησκευτικής Δεξιάς που φοβούνται ότι μια αρνητική απόφαση θα εμποδίσει στο μέλλον τους φοιτητές θρησκευτικών σχολών να χρησιμοποιούν βιβλικές εκφράσεις για να καταδικάζουν την ομοφυλοφιλία. Εναντίον του έχει ταχθεί, μεταξύ άλλων, ο Κένεθ Σταρ, εκείνος ο απερίγραπτος εισαγγελέας που έγινε γνωστός από την υπόθεση Λιουίνσκι, ο οποίος υποστηρίζει ότι το πανό του νεαρού αποτελούσε παρακίνηση προς τη μαριχουάνα.

«Δεν ήθελα να πω τίποτα ούτε για τη θρησκεία ούτε για τα ναρκωτικά» είπε την περασμένη εβδομάδα στους δημοσιογράφους ο Φρέντερικ, που σήμερα διδάσκει αγγλικά στην Κίνα. «Ήθελα απλώς να διασκεδάσω και να βγω στην τηλεόραση, χρησιμοποιώντας το δικαίωμά μου να εκφράζομαι ελεύθερα». Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν θα ανακοινώσει την απόφασή του πριν από τον Ιούνιο. Το μοναδικό νομικό προηγούμενο χρονολογείται από το 1969, όταν το ίδιο δικαστήριο είχε αποφασίσει ότι ένα σχολείο δεν μπορούσε να εμποδίσει τους μαθητές να φορούν μαύρα περιβραχιόνια σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Το ίδιο πνεύμα αναμένεται να χαρακτηρίζει και τη νέα απόφαση. Κάποιες αρχές στην Αμερική εξακολουθούν να παραμένουν απαραβίαστες.

Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2007

Αλλάζει χρώματα και με σκοτώνει



Προσπαθώντας να στερήσει από τον Νικολά Σαρκοζί το μονοπώλιο των εθνικών συμβόλων, η Σεγκολέν Ρουαγιάλ ζήτησε από τους συμπατριώτες της να αναρτήσουν όλοι στις 14 Ιουλίου τη γαλλική σημαία στα μπαλκόνια τους. Εθνικίστρια; Αντιδραστική; Πατριώτισσα;

«Τοποθέτησα τη γαλλική σημαία στην πρόσοψη της Καρτουσερί το 1995, όταν ξέσπασε το κίνημα υπέρ των λαθρομεταναστών. Τους φιλοξενήσαμε δύο φορές και είχαν μια τέτοια λαχτάρα για τη Γαλλία, για τα ιδανικά της Επανάστασης... Τότε γράψαμε στην πρόσοψη και το τρίπτυχο ''Ελευθερία - ισότητα - αδελφοσύνη''. Στο κάτω κάτω, η Καρτουσερί είναι δημόσιο κτίριο, το Θέατρο του Ήλιου είναι μια δημόσια υπηρεσία. Η σημαία είναι ένα αρχείο που δεν μπορείς να απαρνηθείς, είναι η ιστορία ενός λαού με τις λαμπρές του στιγμές και τις σκοτεινές του στιγμές. Η σημαία είναι μια μεταφορά, και μια μεταφορά εμπλουτίζει την καθημερινή ζωή με ποίηση, με συναίσθημα. Η σημαία είναι φυσικά και ένα σημάδι ενότητας, συσπείρωσης. Θα πρέπει γρήγορα να προσθέσουμε την ευρωπαϊκή σημαία στη γαλλική σημαία. Η Ευρώπη θα ομορφύνει ακόμη περισσότερο με όλες τις σημαίες μας, δίπλα δίπλα, αλληλέγγυες. Αν είναι σοβινιστικό να αναρτάς τη σημαία; Μα το να αγαπάς την πατρίδα σου δεν σημαίνει ότι μισείς την πατρίδα των άλλων! Όσο για μένα, όχι, δεν έχω τη γαλλική σημαία στο σπίτι μου και ομολογώ ότι δεν πολυκατάλαβα τη σχετική δήλωση της Σεγκολέν Ρουαγιάλ. Αντί για σημαία, μπορεί να έχει κανείς στο σπίτι του την ιστορία της Επανάστασης, τα πολιτικά κείμενα του Βικτόρ Ουγκό. Τα βιβλία αυτά είναι οι ύψιστες γαλλικές σημαίες». (Αριάν Μνουσκίν, σκηνοθέτις, στη Λιμπερασιόν).

«Ο πολλαπλασιασμός των αναφορών στο έθνος κατά τη γαλλική προεκλογική εκστρατεία αποτελεί ένα γενικευμένο κίνημα που απορρέει από την αμερικανική νεοσυντηρητική σκέψη. Όταν απέτυχε το αμερικανικό πραξικόπημα επί της Αυτοκρατορίας, της παγκοσμιοποίησης, οι νεοσυντηρητικοί ανακάλυψαν αυτόν τον τρόπο στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν τον έλεγχο: την αφύπνιση των εθνικιστικών αισθημάτων. Η υιοθέτηση αυτού του πολιτικού λόγου είναι μια φυσιολογική εκλογική μέθοδος για έναν τυχοδιώκτη όπως ο Σαρκοζί, αλλά είναι ντροπή για κάποιον που αποκαλείται σοσιαλιστής όπως η Σεγκολέν Ρουαγιάλ. Πρόκειται για τον ορισμό της αντιδραστικής στάσης. Στην ιστορία, κάθε φορά που μπερδεύτηκαν ο σοσιαλισμός και το εθνικό, τα αποτελέσματα ήταν τραγικά». (Τόνι Νέγκρι, φιλόσοφος, στη Λιμπερασιόν).

«Ποια θα είναι η επόμενη κίνηση; Να αρχίσουν να παρακολουθούν τους ''κακούς Γάλλους'' που θα αρνηθούν να αναρτούν ένα κομμάτι ύφασμα στο σπίτι τους;». (Ζαν, ένας από το 53% των Γάλλων που διαφωνούν με την πρόταση της Σεγκολέν, στη Φιγκαρό).

«Στις 14 Ιουλίου θα κρεμάσω στο μπαλκόνι μου τη γαλλική σημαία και όλες τις άλλες μέρες θα έχω την ευρωπαϊκή». (Ζερμαίν, ένας από το 47% των Γάλλων που συμφωνούν, στη Φιγκαρό).

Τρίτη, Μαρτίου 27, 2007

Πόσους Εβραίους σκότωσε η μαμά;



Στις 14 Ιανουαρίου 2004, η 22χρονη Παλαιστίνια Ριμ αλ Ριάσι ανατινάχθηκε στο πέρασμα Ερέτζ, στη Λωρίδα της Γάζας, παίρνοντας μαζί της στον θάνατο 4 Ισραηλινούς στρατιώτες. Άφησε πίσω της δύο παιδιά, την Ντόχα και τον Μοχάμεντ, που σήμερα είναι 5 και 3 ετών αντιστοίχως.

«Παρουσιαστής: Μιλάμε με την Ντόχα και τον Μοχάμεντ, τα δύο παιδιά της πολεμίστριας του τζιχάντ και μάρτυρα Ριμ αλ Ριάσι. Ντόχα, την αγαπάς τη μαμά, έτσι δεν είναι; Πού πήγε η μαμά;

Ντόχα: Στον Παράδεισο.

Παρουσιαστής: Τι έκανε η μαμά;

Ντόχα: Την πράξη του μαρτυρίου.

Παρουσιαστής: Δηλαδή σκότωσε Εβραίους, σωστά; Πόσους σκότωσε, Μοχάμεντ; Τι είπες; Πόσους Εβραίους σκότωσε η μαμά;

Μοχάμεντ: Τόσους (δείχνει τον αριθμό πέντε με το χέρι).

Παρουσιαστής: Και πόσοι είναι αυτοί;

Ντόχα: Πέντε.

Παρουσιαστής: Την αγαπάς τη μαμά; Σου λείπει η μαμά; Πού είναι τώρα η μαμά, Μοχάμεντ;

Μοχάμεντ: Στον Παράδεισο.

Παρουσιαστής: Ντόχα, τι θέλεις να απαγγείλεις για μας;

Ντόχα: Στο όνομα του ελεήμονος και φιλεύσπλαχνου Αλλάχ. Όταν ο Θεός Σου χαρίσει το θρίαμβο και τη νίκη και δεις τους ανθρώπους να προσχωρούν μαζικά στη θρησκεία του Θεού, ύμνησε τότε τον Κύριο και ζήτησέ Του συγχώρεση, γιατί Εκείνος όλους τους συγχωρεί. (σούρα 110, «της Νίκης»)

Παρουσιαστής: Τι άλλο θα ήθελες να απαγγείλεις τώρα για μας;

Ντόχα: Μάμα Ριμ.

Παρουσιαστής: Απάγγειλε για μας την ποίηση της Μάμα Ριμ. Απάγγειλε ό,τι θέλεις. Τι θέλεις να απαγγείλεις; Μοχάμεντ, ξέρεις να απαγγέλλεις;

Μοχάμεντ: Ναι.

Παρουσιαστής: Απάγγειλε λοιπόν κάτι για μας. Τι θέλεις να απαγγείλεις;

Ντόχα: Θυμήθηκα.

Μοχάμεντ: Εγώ πηγαίνω στον παιδικό σταθμό.

Παρουσιαστής: Και είσαι καλό παιδί στον παιδικό σταθμό;

Μοχάμεντ: Ναι.

Ντόχα. Κι εγώ πηγαίνω στον παιδικό σταθμό. Θέλω κάτι να πω.

Παρουσιαστής: Εμπρός, μίλα. Πας κι εσύ στον παιδικό σταθμό; Στον παιδικό σταθμό ή στο σχολείο;

Ντόχα: Στον παιδικό σταθμό.

Παρουσιαστής: Αν το θέλει ο Θεός, πρέπει να μιλήσουμε κάποτε για την αθωότητα των παιδιών.

Ντόχα: Θέλω να μιλήσω για τον παιδικό σταθμό.

Παρουσιαστής: Γνωρίζεις την ποίηση της Μάμα Ριμ; Απάγγειλέ την για μας.

Ντόχα: Ριμ, είσαι μια ωρολογιακή βόμβα.

Παρουσιαστής: Προχώρα, προχώρα.

Ντόχα: Τα παιδιά σου και το πολυβόλο σου είναι οι οδηγοί σου.

Παρουσιαστής: Εμπρός, Μοχάμεντ, πες κάτι κι εσύ.

Μοχάμεντ: Εγώ πηγαίνω στον παιδικό σταθμό.

Ντόχα: Αυτό είναι, τέλειωσε.

Παρουσιαστής: Θα ήθελες να πας να βρεις τη μαμά;

Ντόχα: Ναι».

(Η συνέντευξη αυτή μεταδόθηκε στις 8 Μαρτίου από το παλαιστινιακό κανάλι Αλ Άκσα, που πρόσκειται στη Χαμάς, και αναμεταδόθηκε την περασμένη εβδομάδα από την ιστοσελίδα της ισραηλινής οργάνωσης Memri. Η Ντόχα και ο Μοχάμεντ ήταν καλοντυμένοι και χαμογελούσαν)

Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007

Όχι, δεν βαριέται



«Κάποτε διάβαζα τις ομιλίες του. Σήμερα είναι αναγκασμένος να ακούει τις δικές μου. Η ιστορία θα κρίνει κατά πόσον αυτό αποτελεί πρόοδο».

Αυτό είπε αστειευόμενος ο Τόνυ Μπλαιρ προς τον Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ το 2005, ύστερα από μια ομιλία που εκφώνησε στο Ευρωκοινοβούλιο. Η ιστορία χρειάζεται βέβαια δεκαετίες για να γραφτεί (και πολλές φορές συνεχίζει να προκαλεί εντάσεις ακόμη κι αν έχουν περάσει δύο αιώνες από τα γεγονότα που περιγράφει, όπως δείχνει η διαμάχη για το βιβλίο Ιστορίας της Στ' Δημοτικού). Αλλά η έκβαση του πολέμου στο Ιράκ, τον οποίο ο Μπλαιρ υποστήριξε με πάθος και ο Κον-Μπάντιτ καταδίκασε από την αρχή με το ίδιο πάθος, δείχνει ότι μάλλον δεν αποτελεί πρόοδο να ακούει ο δεύτερος τις ομιλίες του πρώτου. Ο Βρετανός ηγέτης αποχωρεί από την εξουσία ντροπιασμένος. Ο Γαλλογερμανός αγκιτάτορας εξακολουθεί να αγωνίζεται γι' αυτά που πιστεύει: τη δημοκρατία, το περιβάλλον, την Ευρώπη. Κοιτάζοντας πίσω, για ένα πράγμα μετανιώνει. Επειδή πίστεψε ότι μαζί με τους συντρόφους του, μαζί με το κίνημα του Μάη, μπορούσαν να εφεύρουν ένα καλύτερο και πιο ριζοσπαστικό σύστημα από την κοινοβουλευτική δημοκρατία. «Σήμερα ξέρω ότι κάναμε λάθος» λέει σε συνέντευξή του στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς. «Όμως ανοίξαμε την πόρτα. Η σύγχρονη κοινωνία μας αναγνώρισε ότι η ατομική ελευθερία είναι κάτι που πρέπει να ενισχυθεί. Περάσαμε καλά και η ζωή συνεχίζεται».

Δεν μετανιώνει όμως ο «Ντάνυ» για τις βασικές επιλογές της ζωής του: ότι δεν έγινε τρομοκράτης και δεν έγινε υπουργός. Οι τρομοκράτες, λέει, έχουν να κάνουν με τη ζωή και τον θάνατο άλλων ανθρώπων, με το κατά πόσον έχει κάποιος δικαίωμα να σκοτώνει. «Και αυτό μου φαίνεται εντελώς παράλογο». Όσο για τους υπουργούς, εκεί υπάρχει ένας άλλος παραλογισμός. «Εντάξει, ο Γιόσκα Φίσερ είχε μεγάλη εξουσία. Αλλά είναι τρομερό πράγμα να είσαι υπουργός Εξωτερικών: δεν ξέρεις ποιος είσαι και πού βρίσκεσαι». Φαίνεται πάντως ότι ο Φίσερ ετοιμάζεται να πάρει την εκδίκησή του, αυτόν τον καιρό γράφει ένα βιβλίο για την εμπειρία του από τον πρασινοκόκκινο συνασπισμό, «θα έχει πολλή πλάκα, αν και για τον Σρέντερ θα είναι λίγο δύσκολα».

Τα τελευταία χρόνια ο Κον-Μπεντίτ δεν απομακρύνεται από το Ευρωκοινοβούλιο, με το ζόρι ο δημοσιογράφος των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς τον έπεισε να πάνε να φάνε σε ένα εστιατόριο εκεί κοντά. Κι εκεί, ανάμεσα στα σπρίνγκρολς, τον σολομό και τις γαρίδες, του έκανε την κρίσιμη ερώτηση: μα δεν βαριέται; Αυτός, που άλλοτε έστηνε οδοφράγματα, πώς είναι δυνατόν να τη βρίσκει τόσο πολύ στους άχρωμους διαδρόμους του Ευρωκοινοβουλίου; «Άχρωμα και βαρετά είναι τα εθνικά κοινοβούλια» απάντησε ο αντιπρόεδρος των Ευρωπαίων Πρασίνων. «Εδώ γράφουμε ιστορία. Σε 50 ή 100 χρόνια, οι ιστορικοί θα αναλύουν τις αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου, θα μελετούν πώς ξεκινήσαμε τη συζήτηση για την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική, για τις κλιματικές αλλαγές, για τον κοινωνικό έλεγχο της παγκοσμιοποίησης»...

Παρασκευή, Μαρτίου 23, 2007

Χάμπουργκερ εναντίον λέξεων



Ο όρος πρωτοεμφανίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του '80 για να περιγράψει δουλειές χαμηλής ειδίκευσης στη βιομηχανία γρήγορου φαγητού. Έγινε όμως ευρύτερα γνωστός από το βιβλίο του Καναδού συγγραφέα Ντάγκλας Κάπλαντ με τίτλο «Γενιά Χ», που κυκλοφόρησε το 1991. Δέκα χρόνια αργότερα εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην ηλεκτρονική εκδοχή του περίφημου Λεξικού Αγγλικής Γλώσσας της Οξφόρδης. «McJob»: «Μια ανιαρή και χαμηλά αμειβόμενη δουλειά με μικρές προοπτικές, ιδιαίτερα μια δουλειά που δημιουργείται από την επέκταση του τομέα των υπηρεσιών».

Δεν χρειάζεται να έχει κανείς διδακτορικό για να κάνει τον συσχετισμό του όρου αυτού με τη γνωστότερη αλυσίδα φαστ φουντ στον κόσμο. Όπως είναι φυσικό, στη ΜακΝτόναλντ'ς ο συσχετισμός αυτός δεν αρέσει καθόλου. Το 2003, ο τότε πρόεδρος της εταιρείας Τζιμ Κανταλούπο είχε απειλήσει ότι θα προσφύγει στη δικαιοσύνη, χωρίς τελικά να το κάνει. Φέτος, προκρίθηκαν πιο πολιτισμένα μέτρα. Όταν οι υπεύθυνοι της εταιρείας διαπίστωσαν ότι ο όρος θα περιλαμβανόταν και στη νέα έκδοση του λεξικού, έστειλαν επιστολή διαμαρτυρίας με την οποία ζητούν την αλλαγή του λήμματος. Αλλά το παράκαναν. Κατά την άποψή τους, η ερμηνεία της λέξης McJob πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «Μια ενδιαφέρουσα και ικανοποιητική δουλειά που προσφέρει αληθινές προοπτικές για επαγγελματική πρόοδο και εμπειρίες που διαρκούν μια ολόκληρη ζωή». Αυτό δεν θα ήταν λεξικό, αλλά διαφημιστικό φυλλάδιο.

Είναι αλήθεια ότι η ΜακΝτόναλντ'ς έχει ένα σοβαρό επιχείρημα: τα μισά από τα στελέχη της στη Βρετανία προέρχονται από τα εστιατόρια, ξεκίνησαν δηλαδή ως μάγειρες ή λαντζιέρηδες, ενώ το 25% είναι γυναίκες. Επιπλέον, το περιοδικό Caterer and Hotelkeeper χαρακτήρισε πρόσφατα τα καταστήματά της στη Βρετανία ως «τους πιο φιλόξενους χώρους εργασίας». Αλλά οι στατιστικές και τα βραβεία δεν έχουν μεγάλη σχέση με τη γλώσσα. «Αν οι λεξικογράφοι επέτρεπαν σε ιδιώτες ή ομάδες πίεσης να υπαγορεύουν τους ορισμούς, τότε η γλώσσα μας θα εκφυλιζόταν σε απλές McWords», λέει χαρακτηριστικά ο Ντένις Μπάρον, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι.

Η ΜακΝτόναλντ'ς έχει κι άλλο ένα επιχείρημα: τον περασμένο Ιανουάριο ανακοίνωσε τα καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα των τελευταίων 30 ετών. Άρα, κάτι ξέρει. Αλλά ούτε τα κέρδη έχουν μεγάλη σχέση με τη γλώσσα. Στο βιβλίο του «Η μυστική ζωή μου στη McJob», που μόλις κυκλοφόρησε, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο Τζέρυ Νιούμαν περιγράφει τους 14 μήνες που πέρασε (ινκόγκνιτο) ως εργαζόμενος σε ένα φαστφουντάδικο. Το συμπέρασμά του; «Η McJob δεν είναι McEasy». Σ' αυτή τη δουλειά υπάρχουν καλοί μάνατζερ, αλλά υπάρχουν και πολλοί μάνατζερ τοξικοί και καταστρεπτικοί.

Αυτή η εμπειρία, ναι, έχει άμεση σχέση με τη γλώσσα. Και με το επίμαχο λήμμα.

Πέμπτη, Μαρτίου 22, 2007

Η εκδίκηση των «αιώνιων δεύτερων»



Ραιμόν Πουλιντόρ: μεγάλος ποδηλάτης των δεκαετιών του '60 και του '70, ο οποίος στον Γύρο της Γαλλίας βγήκε τρεις φορές δεύτερος και πέντε φορές τρίτος. Οι συμπατριώτες του τον φώναζαν Πουπού.

Στη Μασσαλία υπάρχει ένα μπαρ όπου συχνάζουν άνθρωποι που δουλεύουν στο παλιό λιμάνι, υπάλληλοι και εργάτες. Το λένε «Μιστράλ». Εκεί πηγαίνει για ένα ποτό και ο ανταποκριτής της Ρεπούμπλικα Μπερνάρντο Βάλι, όταν περνάει από την πόλη. Τις προάλλες έπιασε κουβέντα με τους πελάτες για τον «τρίτο άνθρωπο» αυτής της εκλογικής αναμέτρησης, τον Φρανσουά Μπαϊρού. Τους ρώτησε τη γνώμη τους γι' αυτόν τον πολιτικό που οι δημοσκοπήσεις τον βγάζουν στον πρώτο γύρο τρίτο και στον δεύτερο γύρο άνετο θριαμβευτή - όποιο αντίπαλο κι αν έχει. «Τον θυμάσαι τον Πουπού;» του είπαν. Τον θυμόταν, ήταν εκείνος ο ποδηλάτης που τερμάτιζε πάντα πίσω από τον Ζακ Ανκετίλ, τον πρωταθλητή των πρωταθλητών. Ο αιώνιος δεύτερος. Ε, ήρθε η ώρα να πάρει την εκδίκησή του.

Οι εκλογές δεν είναι βέβαια ο Γύρος της Γαλλίας. Αλλά ο Μπαϊρού θυμίζει λίγο τον Πουπού όταν επιτίθεται εναντίον της Δεξιάς και της Αριστεράς που μονοπωλούν την εξουσία και δεν αφήνουν κανέναν άλλο να τη διεκδικήσει. Ή τουλάχιστον θέλει να τον θυμίζει στην προσπάθειά του να πάρει με το μέρος του τα εκατομμύρια των δυσαρεστημένων και των απογοητευμένων από τους «συμβατικούς» πολιτικούς. Γιατί κι εκείνος συμβατικός είναι. Και πρώην υπουργός ήταν, και παραδοσιακές κεντροδεξιές θέσεις έχει, και ο λαϊκισμός δεν του λείπει καθόλου: όταν υποδύεται για παράδειγμα τον άνθρωπο της φύσης, που οδηγεί ο ίδιος το τρακτέρ του και μιλάει στ' αυτί των αλόγων ή όταν παίζει τον μικρό Ιησού μιλώντας για «άνδρες και γυναίκες με καλή θέληση». Είναι αλήθεια ότι δεν έχει προκαλέσει με προτάσεις όπως δημιουργία «υπουργείου εθνικής ταυτότητας» (Σαρκοζί) ή στρατιωτική εκπαίδευση για νεαρούς παραβάτες του νόμου (Σεγκολέν). Εκτός από τους «αιώνιους δεύτερους» της επαρχίας, τον βλέπουν με συμπάθεια και οι «Μπομπό» (μπουρζουάδες μποέμηδες), οι κάτοικοι του Παρισιού, που διαβάζουν Μοντ και Λιμπερασιόν. Είναι αρκετή αυτή η συμπάθεια για να εκλεγεί ο 56χρονος Χριστιανοδημοκράτης έκτος πρόεδρος της Πέμπτης Δημοκρατίας;

Ο Μπαϊρού είναι βαθιά συντηρητικός και καθολικός, λέει στο περιοδικό Λε Πουάν ο Ρισάρ Ρομπέρ, του οποίου το βιβλίο «Η πιθανότητα ενός κέντρου. Προεκλογικές στρατηγικές του Φρανσουά Μπαϊρού» (εκδ. Michalon) θα βρίσκεται από σήμερα στις προθήκες των γαλλικών βιβλιοπωλείων. Ο φανταστικός του χώρος είναι η μικρή πόλη με τους προύχοντές της, τον δάσκαλο, τον παπά, τον γιατρό, «αυτούς που ξέρουν». Ένας χώρος που θυμίζει την ιεραρχική δομή των μεγάλων επιχειρήσεων κατά τις δεκαετίες της μεγάλης ανάπτυξης που ακολούθησαν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάτι σαν τη Ρενώ πριν από τριάντα χρόνια: ένας κόσμος που δεν θα ξανάρθει ποτέ, αλλά που στους λόγους του Μπαϊρού παραμένει ζωντανός.

Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2007

Τα μυστικά της θάλασσας



Η Κίλι ήταν αγέννητη όταν οι Police τραγουδούσαν το «Message in a bottle». Αλλά αυτό δεν την εμπόδισε να αναπτύξει μια υψηλή τεχνική σε αυτόν τον τομέα. Είναι βέβαια και τυχερή.

Πριν από δύο χρόνια, σε ηλικία τεσσάρων ετών, η Κίλι Ριντ έκανε τις καλοκαιρινές διακοπές της στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς της, στο Άμπερντουρ της Σκωτίας. Μια μέρα ζήτησε από τον παππού της να γράψει για λογαριασμό της ένα μήνυμα, που το έβαλε σε ένα μπουκάλι και το έριξε στη Βόρεια Θάλασσα. Αργότερα το μπουκάλι βρέθηκε στην Ολλανδία. Τις προάλλες αποφάσισε να δοκιμάσει ξανά την τύχη της. Έριξε το μπουκάλι στη θάλασσα και ευχήθηκε να φθάσει στη Νορβηγία. Δεν ξέρουμε τι έγραφε το σημείωμα, ούτε αν η Κίλι έχει κάποια φίλη στη Νορβηγία με την οποία ήθελε να επικοινωνήσει με αυτόν τον τρόπο. Το μπουκάλι, πάντως, έκανε την επανάστασή του. Διέτρεξε 20.000 μίλια μέσα σε 47 μέρες κι έφθασε στην άλλη άκρη της Γης, στη Νέα Ζηλανδία. Εκεί το βρήκε ένας συνομήλικος της Κίλι, ο Τζέιμς Ουίλσον, που απάντησε αμέσως. Ευτυχώς διάλεξε το Ταχυδρομείο.

Πώς μπόρεσε το μπουκάλι να διανύσει μια τόσο μεγάλη απόσταση σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα; Ένας απλός υπολογισμός δείχνει ότι το μπουκάλι ταξίδεψε με ταχύτητα 18 μιλίων την ώρα. Τέτοια ταχύτητα μπορεί να αναπτύξει ένα σύγχρονο κρουαζιερόπλοιο που κάνει 40 μέρες για να ταξιδέψει από το Λονδίνο στη Νέα Ζηλανδία («κόβοντας δρόμο» από τη Διώρυγα του Παναμά ή από το Σουέζ). Τον 19ο αιώνα πάλι το πιο γρήγορο πλοίο ήταν το ιστιοφόρο «Θερμοπύλες», που το 1860 χρειάστηκε 63 μέρες για να πάει από το Λονδίνο στην Αυστραλία. Οι επιστήμονες είναι έκπληκτοι. «Δεν μπορώ να καταλάβω πώς έγινε κάτι τέτοιο», λέει στην «Ιντιπέντεντ» η Κλερ Μάθιους από το «Macduff Marine Aquarium». «Κάποιο αόρατο χέρι πρέπει να παρενέβη», υποστηρίζει ο Μπιλ Τάρελ, από το «Fisheries Research Station». Η μόνη που δεν εξεπλάγη είναι η Κίλι. Απεναντίας, βρήκε το ταξίδι του μπουκαλιού της απολύτως φυσιολογικό.

Άλλωστε η θάλασσα είχε πάντα τα δικά της μυστικά. Και πάντα μετέφερε με τους δικούς της ρυθμούς μηνύματα έρωτα και θανάτου. Το 1955, ένα κορίτσι από τη Σικελία δέχθηκε την πρόταση γάμου που είχε στείλει με ένα μπουκάλι ένας Σουηδός ναύτης. Κι ένας από τους Ρώσους ναύτες που έχασαν τη ζωή τους όταν βυθίστηκε το υποβρύχιο «Κουρσκ» έγραφε σε ένα σημείωμα προς τη γυναίκα του και τον γιο του που βρέθηκε μέσα σε ένα μπουκάλι εμφιαλωμένου νερού: «Σας αγαπώ πολύ. Αγόρι μου, σου εύχομαι να μεγαλώσεις και να γίνεις αληθινός άνδρας». Όπως είπε κλαίγοντας η μητέρα του, τα αγαπημένα βιβλία του υπαξιωματικού Αντρέι Μπορίσοφ ήταν ο «Ροβινσών Κρούσος» και το «Νησί των Θησαυρών».

Τρίτη, Μαρτίου 20, 2007

Τα ομορφότερα βιβλία του κόσμου



Την ερχόμενη Παρασκευή θα απονεμηθεί στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Λειψίας ένα πρωτότυπο βραβείο. Θα αφορά το Ομορφότερο Βιβλίο του Κόσμου. Και θα απονεμηθεί σε μια τολμηρή σχεδιάστρια από την Ολλανδία.

Η Ίρμα Μπόομ αγαπούσε πάντα τα βιβλία, αλλά τον σχεδιασμό τους τον ανακάλυψε κατά τύχη, στη διάρκεια μιας διάλεξης στο Πανεπιστήμιο. Ο καθηγητής έδειχνε μερικά βιβλία και διάβαζε από αυτά, κι εκείνη αποφάσισε να γραφτεί στο τμήμα γραφιστικής. Όταν αποφοίτησε, έπιασε δουλειά στο κρατικό τυπογραφείο, στη Χάγη. Έκανε πειραματισμούς από την αρχή. Τύπωσε, για παράδειγμα, έναν κατάλογο αποκλειστικά σε κόκκινο, μπλε και κίτρινο χρώμα, με το μέγεθος των τυπογραφικών στοιχείων να εξαρτάται από την έκταση του κειμένου σε κάθε δισέλιδο. Εκεί γνώρισε και τον Πολ Φέντενερ φαν Φλισίνγκεν, διευθυντή του ολλανδικού ομίλου SHV. Κι όταν παραιτήθηκε από το τυπογραφείο για να ανοίξει το δικό της στούντιο, ο Φέντενερ της ζήτησε να σχεδιάσει ένα βιβλίο για τα εκατοστά γενέθλια του ομίλου.

«Κάνε κάτι πρωτότυπο», της είπε. Ο προϋπολογισμός ήταν απεριόριστος, και το έργο έπρεπε να τελειώσει σε πέντε χρόνια. Η Μπόομ και ο ιστορικός τέχνης Γιόχαν Πινάπελ ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο για να βρουν το κατάλληλο χαρτί. Κι όταν ένας Ιάπωνας παραγωγός τούς είπε ότι το χαρτί που είχαν διαλέξει θα χρειαζόταν 14 χρόνια για να ετοιμαστεί, έφτιαξαν το δικό τους χαρτί. Το βιβλίο που κατασκεύασαν αποτελείται από 2.136 σελίδες. Δεν έχει αρίθμηση στις σελίδες ούτε ευρετήριο, γιατί η Μπόομ θέλει οι αναγνώστες να μπαινοβγαίνουν, όχι να το διαβάζουν από την αρχή μέχρι το τέλος. Τα τυπογραφικά στοιχεία είναι ανάμεικτα. Και οι άκρες των σελίδων απεικονίζουν έναν αγρό με τουλίπες αν τις δει κανείς από τα αριστερά προς τα δεξιά και ένα ολλανδικό ποίημα αν τις δει κανείς από δεξιά προς τα αριστερά.

«Ξεκίνησε σαν όνειρο, αλλά εξελίχθηκε σε εφιάλτη», λέει η Μπόομ, που όταν παρέδωσε το βιβλίο ήταν 20 κιλά βαρύτερη και υπέφερε από φρικτούς πονοκεφάλους. Σιγά-σιγά συνήλθε. Κι άρχισε να δοκιμάζει ακόμη πιο ριζοσπαστικές ιδέες, όπως να τυπώνει βιβλία σε φίλτρα του καφέ ή να κόβει τις άκρες τους με ένα κυκλικό πριόνι. Το αγαπημένο της βιβλίο, και αυτό που θα βραβευτεί την Παρασκευή, κυκλοφόρησε πέρυσι από τις εκδόσεις Yale University Press για να συνοδεύσει μια έκθεση υφαντών της Σίλα Χικς στη Νέα Υόρκη. Έχει ασυνήθιστο σχήμα και μέγεθος, λευκό εξώφυλλο, οι άκρες των σελίδων είναι ακανόνιστες και η εισαγωγή είναι γραμμένη με τυπογραφικά στοιχεία που στην αρχή είναι μεγάλα και με την πάροδο των σελίδων μικραίνουν. «Σε μια εποχή όπου το Internet είναι τόσο δυνατό, η κατασκευή βιβλίων αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία», λέει η Μπόομ. «Αυτός είναι ο λόγος που πειραματίζομαι συνεχώς».

Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007

Η ευσέβεια του Ερατοσθένη



Τα μαθηματικά γεννήθηκαν για να διευκολύνουν την επικοινωνία με τους θεούς. Στη συνέχεια έγιναν η γλώσσα για την περιγραφή του κόσμου. Και τώρα;

Ένα από τα τρία προβλήματα κατασκευής των αρχαίων ελληνικών μαθηματικών ήταν ο διπλασιασμός του κύβου. Λέγεται μάλιστα ότι ο Θεός είχε δώσει χρησμό στους Δηλίους ότι για να απαλλαγούν από τον λοιμό οφείλουν να διπλασιάσουν τον υπάρχοντα βωμό. Πολλοί προσπάθησαν να λύσουν αυτό το πρόβλημα. Κι όταν ο Ερατοσθένης, που θεωρούνταν ο ιδρυτής της μαθηματικής γεωγραφίας, πίστεψε ότι τα κατάφερε, έκανε μια θυσία στους θεούς.

Τα μαθηματικά έχουν κληρονομήσει από τη φιλοσοφία και τη θεολογία διάφορα προβλήματα, όπως η ύπαρξη του απείρου και η αρχή της συνέχειας στην αλυσίδα της ζωής. Για να απαντήσουν σε αυτά τα ερωτήματα, οι μαθηματικοί χρησιμοποιούν σήμερα εργαλεία πρωτοφανούς ισχύος. Και τα θεωρήματά τους επηρεάζουν τα πάντα, από τη φιλοσοφία μέχρι το Ipod. Από αυτά εξαρτώνται η επεξεργασία των εικόνων, η πτήση των αεροπλάνων, η χρήση των μηχανών αναζήτησης, τα μοντέλα της οικονομίας. Σύμφωνα όμως με τον Ιταλό μαθηματικό Πάολο Τσελίνι, που διδάσκει μαθηματική ανάλυση στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, από τους μαθηματικούς λείπει σήμερα κάτι σημαντικό: η ευσέβεια που χαρακτήριζε τον Ερατοσθένη και τους αρχαίους Έλληνες. Προσπαθούν να απαντήσουν σε όλα τα ερωτήματα, ακόμη και τα πιο θεμελιώδη. Μα με το Θεώρημα της Μη Πληρότητας, ο μεγάλος Αυστριακός μαθηματικός Κουρτ Γκέντελ έχει δείξει καθαρά ότι στην επιστήμη υπάρχουν όρια.

Ο μαθηματικός λογισμός των τελευταίων δεκαετιών, λέει ο Τσελίνι που έλαβε μέρος την περασμένη εβδομάδα σε ένα διεθνές Φεστιβάλ Μαθηματικών στην ιταλική πρωτεύουσα, στηρίζεται σε δύο θεμέλια: τις εξισώσεις της μαθηματικής φυσικής και την έννοια του αλγορίθμου. Μεταξύ άλλων, οι αλγόριθμοι χρησιμεύουν στη «μετάφραση» των εξισώσεων ώστε να μπορεί να τις εκτελέσει ένας υπολογιστής. Και η ομοιότητα των σύγχρονων λογαρίθμων με τους αρχαίους είναι εντυπωσιακή. Σε πολλές από τις μεθόδους που χρησιμεύουν για την επίλυση πολύπλοκων συστημάτων εξισώσεων επαναλαμβάνονται τα σχήματα των μαθηματικών που μελετούσαν οι Ινδοί, οι Κινέζοι, οι αρχαίοι Έλληνες και οι κάτοικοι της Μεσοποταμίας. Κεντρική θέση στα σχήματα αυτά έχει ο γνώμων, η επίπεδη επιφάνεια που προκύπτει όταν αφαιρούμε ένα παραλληλόγραμμο από μια γωνία ενός μεγαλύτερου παραλληλόγραμμου. Στην αλγεβρική προέκταση αυτής της επιφάνειας στηρίζονται οι μέθοδοι επίλυσης των εξισώσεων που χρησιμοποίησαν πρώτα οι Άραβες μαθηματικοί, και στη συνέχεια ο Φρανσουά Βιέτ και ο Νεύτων.

Αριθμοί και γνώση είναι το ίδιο πράγμα, έλεγε ο Άγιος Αυγουστίνος. Μπορούμε να πούμε λοιπόν ότι οι αριθμοί είναι ο κρυφός κινητήρας της προόδου; Όχι, απαντά ο Τσελίνι. Τα μαθηματικά είναι ισχυρά, αλλά δεν φέρνουν κατ'ανάγκη την πρόοδο. Πολλοί επιστήμονες, όταν αντιλαμβάνονταν κάποια στιγμή ότι συνέβαλλαν σε μια μεγάλη επανάσταση, προειδοποιούσαν ότι επίκειται καταστροφή.

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2007

«Ο θάνατος μας απειλεί και μας απελευθερώνει»



Έχει τα καλύτερα σχολεία του κόσμου. Έχει όμως και τις περισσότερες αυτοκτονίες. Η Φινλανδία, που ετοιμάζεται να ανανεώσει αύριο την εμπιστοσύνη της στην κεντροαριστερή κυβέρνησή της, έχει και αρκετούς γοητευτικούς διανοούμενους.

Εννέα λέξεις χαρακτηρίζουν τον προσωπικό και λογοτεχνικό κόσμο του Άρτο Πααζιλίννα: «Η κατάθλιψη μπορεί να σε αναζωογονήσει αν τη νικήσεις. Η χαρά δίνει περιεχόμενο στη ζωή. Η μελαγχολία είναι το πρώτο βήμα προς το βάθος των ιδεών. Η σιωπή σε γαληνεύει και μοιάζει με γιορτή. Ο θάνατος μας απειλεί, αλλά και μας απελευθερώνει. Η ζωή είναι ένα τεράστιο δώρο που δεν πρέπει να υποτιμάμε. Η ευημερία είναι κάτι σαν βραβείο. Και το μυθιστόρημα, ένα κομμάτι της ζωής».

Ο Πααζιλίννα μπορεί να είναι Φινλανδός, αλλά είναι ένας φανατικός της ζωής. Στο βιβλίο του «Μικρές αυτοκτονίες μεταξύ φίλων», που έχει κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Εμπειρία Εκδοτική, προσπαθεί μέσα από το χιούμορ και την παρωδία να δώσει στους συμπατριώτες του λόγους για να χαίρονται τη ζωή - ή τουλάχιστον να την αποχαιρετούν με χάρη! Τριάντα υποψήφιοι αυτόχειρες λαμβάνουν μέρος κατ' αρχήν σε μια σειρά σεμιναρίων για την αυτοκτονία. «Μπορεί το θέμα της συνάντησής μας να είναι μοιραία σοβαρό και κατά κάποιον τρόπο καταθλιπτικό», τους λέει μια μέρα ένας από τους οργανωτές των σεμιναρίων, «αλλά αυτός δεν είναι λόγος να χαλάσουμε τούτη την υπέροχη καλοκαιρινή μέρα». Μετά το τέλος της εκπαίδευσης, οι υποψήφιοι μπαίνουν σε ένα υπερσύγχρονο λεωφορείο και αρχίζουν να ταξιδεύουν σε όλη την Ευρώπη αναζητώντας τον ιδανικό τόπο για να δώσουν τέλος στη ζωή τους. Το βιβλίο μετατρέπεται έτσι σε ένα road movie, που δεν τα βάζει με την ίδια την αυτοκτονία, αλλά με τις πομπώδεις διακηρύξεις εκείνων που φλερτάρουν με τον θάνατο.

Οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να συμβιβαστούν με τη μοίρα τους, λέει ο συγγραφέας σε συνέντευξή του στην «Ελ Παΐς» με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του στα ισπανικά. Αλλά η αναμονή, και ακόμη περισσότερο η προσδοκία, του θανάτου δεν προσδίδει στη ζωή το περιεχόμενο που της αξίζει. Κάθε πρωί ξεκινάμε την πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μας, αλλά σπανίως σκεφτόμαστε με αυτόν τον τρόπο. Κι όμως, έχουμε τόσα σοβαρά πράγματα να κάνουμε σ' αυτή τη ζωή, όπως για παράδειγμα να διαφυλάξουμε τον κόσμο που θα αφήσουμε στα παιδιά μας. Η καταστροφή του περιβάλλοντος θα έπρεπε να θεωρείται έγκλημα, λέει αυτός ο πρώην δασοφύλακας, πρώην δημοσιογράφος και πρώην ποιητής. Και οι βιομηχανίες που μολύνουν θα έπρεπε να υποχρεώνονται να πληρώνουν για τις καταστροφές που προκαλούν. Απλά πράγματα, από έναν απλό άνθρωπο, που στα δέκα του χρόνια άρχισε να στέλνει κείμενά του σε έντυπα της Λαπωνίας και στα εξήντα πέντε του έχει γράψει ήδη 40 βιβλία.

Τον βοηθάει βέβαια κι αυτή η υπέροχα μελαγχολική χώρα.

Παρασκευή, Μαρτίου 16, 2007

Όσοι δεν κάνουν δήλωση θα απολυθούν



Ωραίοι τύποι είναι αυτοί οι δίδυμοι που κυβερνούν την Πολωνία. Αφού κατάφεραν με διάφορες πρωτοβουλίες τους να διχάσουν και να οδηγήσουν σε παράλυση την Ευρώπη, τώρα θέλουν να κάνουν το ίδιο και στη χώρα τους.

«Έχετε συνεργαστεί μυστικά και συνειδητά με τις πρώην κομμουνιστικές μυστικές υπηρεσίες;». Σε αυτό το ερώτημα καλούνται να απαντήσουν από χθες 700.000 δημοσιογράφοι, πανεπιστημιακοί, δικηγόροι, διπλωμάτες, εκδότες και διευθυντές σχολείων, στο πλαίσιο του νέου κυνηγιού μαγισσών που έχουν ξεκινήσει οι αδελφοί Κατσίνσκι. Μέσα στους προσεχείς δύο μήνες, θα πρέπει να στείλουν τις απαντήσεις τους στο Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης, το οποίο θα τις αντιπαραβάλει με τα αρχεία της πρώην μυστικής αστυνομίας (που θεωρούνται προφανώς αξιόπιστα). Όσοι πουν ψέματα ή δεν ανταποκριθούν στην «πρόσκληση» των αρχών, θα αποκλείονται για μια δεκαετία από όλες τις δημόσιες θέσεις, καθώς και από ορισμένα επαγγέλματα όπως η δημοσιογραφία. «Οι δημοσιογράφοι που δεν θα κάνουν δήλωση ή που θα ομολογήσουν τη συνεργασία τους θα απολυθούν», προειδοποίησε ο πρόεδρος του κρατικού ραδιοφώνου Κριστόφ Τσαμπάνσκι. Λεπτομέρεια: ο ίδιος ήταν μέλος του... κομμουνιστικού κόμματος!

Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης, αλλά και ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Δημοσιογράφων τάσσονται υπέρ του νόμου, στο όνομα της διαφάνειας. Άλλοι επισημαίνουν ότι θα δημιουργηθούν τεράστια προβλήματα και θα καταστραφούν χωρίς λόγο πολλές ζωές. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τον πρώην ακτιβιστή της Αλληλεγγύης Αντρέι Κράουτσικ, που συνελήφθη το 1982 στη Βαρσοβία έχοντας πάνω του αντικαθεστωτικές προκηρύξεις. Στη φυλακή τον υποχρέωσαν με εκβιασμούς και πιέσεις να υπογράψει δήλωση συνεργασίας με το καθεστώς. Αφέθηκε ελεύθερος, επέστρεψε στην έγκυο γυναίκα του και συνέχισε τις αντιστασιακές του δραστηριότητες, χωρίς ποτέ να συνεργαστεί με τη μυστική αστυνομία - απόδειξη ότι δεν συνελήφθη κανείς συνεργάτης του. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, και ενώ ο Κράουτσικ υπηρετούσε ως σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του προέδρου, ήταν αρκετή η αναφορά μιας εφημερίδας σ' εκείνη τη δήλωση για να εξαναγκαστεί να παραιτηθεί. Αυτή την εβδομάδα, ένα δικαστήριο της Βαρσοβίας τον αθώωσε από κάθε κατηγορία.

«Έχω μείνει πολλές φορές χωρίς δουλειά και δεν με φοβίζει να μείνω άλλη μία», λέει η Ελένα Λούτσιβο, διευθύντρια σύνταξης της Γκαζέτα Βιμπόρτσα, μιας εφημερίδας που πολεμά το μέτρο με όλες της τις δυνάμεις. «Μα είναι δυνατόν να δικάσουν τον κόσμο με βάση τα έγγραφα που συνέτασσαν οι πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών, για τους οποίους όλοι ξέρουμε ότι έγραφαν συχνά ψέματα για να ικανοποιούν τους ανωτέρους τους;». Η Λούτσιβο δεν πρόκειται να συμπληρώσει το χαρτί. Και ελπίζει ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο, που θα συνέλθει την Πρωτομαγιά, θα χαρακτηρίσει αντισυνταγματικό αυτό το μέτρο. Σε αντίθετη περίπτωση, θα καταθέσει προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αλλά αυτοί είναι εχθροί της Πολωνίας, οι δίδυμοι δεν πρόκειται να σεβαστούν την ετυμηγορία τους.

Πέμπτη, Μαρτίου 15, 2007

Μονογαμία ίσον μονοτονία



Τη μια μάς λένε ότι η καινούργια μόδα στην Αμερική είναι ξεχωριστά υπνοδωμάτια για τους συζύγους. Την άλλη διαβάζουμε ότι κάνει θραύση ένα σάιτ που προσφέρει περιπετειούλες στους παντρεμένους. Μήπως ο θεσμός του γάμου περνά μια βαθιά και πολύ επικίνδυνη κρίση;

Η ιδέα ξεκίνησε - φυσικά - από την Αμερική. Η εταιρεία Ashley Madison εγκαινίασε τον Ιανουάριο του 2002 μια ιστοσελίδα με τίτλο «Όταν η μονογαμία γίνεται μονοτονία» (ashleymadison. com), και έφτασε να έχει σήμερα 1,2 εκατομμύρια μέλη. Το περασμένο καλοκαίρι, το σάιτ μετακόμισε στη Βρετανία. Και παρόλο που μέχρι σήμερα δεν είχε γίνει καμιά προβολή στον Τύπο, 13.000 Βρετανοί έχουν ήδη καταφύγει στις υπηρεσίες του. Δεν πρόκειται για μόνους ανθρώπους που αναζητούν συντροφιά. Ούτε για παντρεμένους που έχουν πρόβλημα με τον γάμο τους και ψάχνουν τον άνθρωπο που θα τους βοηθήσει να χωρίσουν. Όχι, οι άνδρες (κυρίως) και οι γυναίκες (λιγότερο) που γίνονται μέλη αυτής της ιστοσελίδας δηλώνουν απόλυτα ικανοποιημένοι από τους συντρόφους τους, αλλά παρά ταύτα αναζητούν το «πιπεράτο» που θα τους αναζωογονήσει.

Ο 39χρονος Έκτορ, που ζει στην Οξφόρδη, αναζητεί «μια έξυπνη και ελκυστική γυναίκα που δεν ντρέπεται να απολαμβάνει το κορμί της». Ο 44χρονος Κλάιβ, που διευθύνει μια εταιρεία συμβούλων, θα ήθελε να γνωρίσει μια γυναίκα που να της αρέσει το καλό φαΐ και το καλό κρασί, «με πιθανά έξτρα». Η 36χρονη Σάλι θέλει κάποιον που να κάνει τον σφυγμό της να κτυπάει δυνατά. Όταν η δημοσιογράφος των Τάιμς μπήκε στο παιχνίδι υποδυόμενη μια 29χρονη Λονδρέζα νοικοκυρά που βαριέται, έλαβε μέσα σε λίγες ώρες 85 μηνύματα. Ο ένας συνόδευε το μήνυμά του με μια γυμνή φωτογραφία του σε στύση και ρωτούσε: «Κάνεις πρωκτικό σεξ;». Ο άλλος πρότεινε να πάνε σε κάποιο σόου στο Ουέστ Εντ και στη συνέχεια - αν βέβαια περάσουν καλά - να πάνε να βγάλουν τα μάτια τους. Ο Μπεν, ένας πλούσιος - και φυσικά παντρεμένος - τραπεζίτης από τη Νέα Υόρκη θα ήθελε πολύ να κοιμηθεί με μια γλυκιά κοπέλα που λατρεύει τον άνδρα της.

Ο ιδρυτής της ιστοσελίδας λέγεται Ντάρεν Μόργκενστερν, είναι 43 ετών, και ισχυρίζεται ότι συνέλαβε το σχέδιο αποκλειστικά για οικονομικούς λόγους, αφού δεν θα του περνούσε ποτέ από το μυαλό να απατήσει τη γυναίκα του (αν θέλουμε τον πιστεύουμε). Ξεκίνησε βάζοντας 5.000 λίρες από τις οικονομίες του και σήμερα η εταιρεία του έχει τζίρο 5 εκατομμύρια λίρες τον χρόνο! Η συμμετοχή είναι δωρεάν, αλλά η επαφή με κάποιον κοστίζει 1,35 λίρες (κάπου δύο ευρώ). Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μαθηματική διάνοια για να συμπεράνει ότι το κέρατο στην εποχή μας είναι πολύ μεγάλη μπίζνα. Και ότι ο μόνος τρόπος να σωθεί ένας γάμος είναι η διαρκής αμφισβήτησή του.

Τετάρτη, Μαρτίου 14, 2007

Θαυμασμός και φόβος



Κάποτε ο Μπους είχε πει ότι διάβασε την ψυχή του Πούτιν και είδε ότι είναι καλός άνθρωπος (στη συνέχεια μάλλον το μετάνιωσε). Αυτή την εβδομάδα, ο Πρόντι δήλωσε ότι με τον Ρώσο πρόεδρο έχει «το ίδιο όραμα, τα ίδια συναισθήματα». Κάτι να σκεφτεί ο Καραμανλής, επειγόντως.

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει πει δύο (τουλάχιστον) γερές ατάκες. Η μία έχει σχέση με τη θητεία του στις μυστικές υπηρεσίες. «Πρώην Καγκεμπίτης, πάντα Καγκεμπίτης», είπε κάποτε ο πρώην κατάσκοπος, που στις 20 Δεκεμβρίου τιμά πάντα τα γενέθλια της πρώτης υπηρεσίας αντικατασκοπίας που ιδρύθηκε μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση (Cheka). Η δεύτερη ατάκα έχει σχέση με τη Σοβιετική Ένωση. «Η πτώση της ΕΣΣΔ», δήλωσε ο Ρώσος πρόεδρος τον Απρίλιο του 2005, «ήταν η μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του εικοστού αιώνα». Ορισμένοι θα αντέτειναν ότι πρώτο στη λίστα θα έπρεπε να είναι το Άουσβιτς ή γενικότερα τα γκουλάγκ, αλλά ίσως αυτά να μην εμπίπτουν στην κατηγορία των «γεωπολιτικών καταστροφών»...

Τις ατάκες τις θυμήθηκε ο Γάλλος φιλόσοφος Αντρέ Γκλυκσμάν, ο οποίος έχει δύο βασικούς εχθρούς: τη γαλλική Αριστερά και τον «νέο τσάρο της Μόσχας». Για την πρώτη έγραψε πρόσφατα ένα μακροσκελές άρθρο απ' όπου προέκυπτε ότι ψηφίζει Σαρκοζί. Ο δεύτερος βρίσκεται εδώ και χρόνια στο στόχαστρό του. Για την ακρίβεια, ο Γκλυκσμάν είναι ένας από τους λίγους Ευρωπαίους που ασκεί συστηματική κριτική στον Πούτιν, τόσο για τις σφαγές στην Τσετσενία όσο και για τις ευρύτατες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ίδια τη Ρωσία. Οι υπόλοιποι - πολιτικοί, διανοούμενοι, ειρηνιστές - σιωπούν. Και οι βασικοί λόγοι είναι δύο, λέει ο φιλόσοφος στην Κοριέρε ντέλα Σέρα. Ο πρώτος είναι η ασυνείδητη σχεδόν συμπάθεια για ένα καθεστώς κοινοβουλευτικό μεν, αλλά αντιδημοκρατικό και ανελεύθερο. Είναι μια συμπάθεια που θυμίζει λίγο τη γοητεία που ασκούσε ο Στάλιν. Ο Πούτιν δεν είναι βέβαια Στάλιν, αλλά είναι ο διάδοχος μιας παράδοσης που ξεκινά εδώ και 300 ή 400 χρόνια, σύμφωνα με την οποία για όλα αποφασίζει το Κρεμλίνο.

Ο δεύτερος λόγος είναι ο φόβος που αισθάνονται οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης απέναντι σε έναν άνθρωπο που απειλεί συνεχώς να κλείσει τη στρόφιγγα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, όπως έκανε με τη Γεωργία και την Ουκρανία. Ένας φόβος βλακώδης - λέει ο Γκλυκσμάν - αφού η Ευρώπη δεν είναι καμιά μικρή χώρα και αν αποφάσιζε να αρνηθεί το ρωσικό πετρέλαιο, ο Πούτιν θα έμενε χωρίς λεφτά. Ένας φόβος επικίνδυνος, αφού επιτρέπει την οικοδόμηση δίπλα στα σύνορα της Ευρώπης μιας ανεξέλεγκτης δύναμης. Ένας φόβος που υποθηκεύει το μέλλον της Ευρώπης.

Λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία της Άννας Πολιτκόφσκαγια, ο πρόεδρος Σιράκ απένειμε στον Ρώσο ομόλογό του το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής. Λίγες ημέρες μετά την «αυτοκτονία» ενός λιγότερο γνωστού Ρώσου δημοσιογράφου, του Ιβάν Σαφρόνοφ, το χρυσό κλειδί των Αθηνών θα ήταν μάλλον αρκετό.

Τρίτη, Μαρτίου 13, 2007

Η πιο μεγάλη υπαίθρια γκαλερί



Του Άχμεντ πάντως, που είναι Παλαιστίνιος, η ιδέα δεν του άρεσε. «Έτσι κρύβουμε το πρόβλημα», είπε μπροστά στις κάμερες του Euronews. «Το ζητούμενο είναι αυτό το τείχος να κατεδαφιστεί».

Το σχέδιο λέγεται «Face 2 face» (Πρόσωπο με πρόσωπο) και το υπογράφουν δύο νεαροί καλλιτέχνες δρόμου, ο Jr και ο Marco. Ο πρώτος είναι Γάλλος, ο δεύτερος Ελβετός, και αυτό που έκαναν θα ήταν παράνομο στις χώρες τους - στην Ευρώπη σε κλείνουν στη φυλακή άμα σε πιάσουν να λερώνεις έναν τοίχο. Στο Ισραήλ, όμως, όλα επιτρέπονται και όλα απαγορεύονται. Οι Ισραηλινοί κατασκεύασαν ένα τείχος για να σταματήσουν τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο έδαφός τους και θα ήταν έτοιμοι να σκοτώσουν οποιονδήποτε Παλαιστίνιο κινιόταν ύποπτα στην περιοχή. Ωστόσο, δεν έκαναν τίποτα για να εμποδίσουν δύο νεαρούς Ευρωπαίους να στολίσουν αυτόν τον τοίχο με πρωτότυπα πορτρέτα σε μήκος 1,5 χιλιομέτρου. Κατά βάθος, μπορεί και να τους άρεσε. Όποιος έχει επισκεφθεί το Ισραήλ, έχει διαπιστώσει ότι αυτό το τείχος είναι φρικτό. Τώρα, ένα κομμάτι του έχει μετατραπεί στη μεγαλύτερη υπαίθρια γκαλερί της Μέσης Ανατολής.

Θυμίζουν λίγο τον Κρίστο και τη Ζαν-Κλωντ, που τύλιξαν το Ράιχσταγκ και εγκατέστησαν 7.500 πύλες στο Σέντραλ Παρκ. Εκεί όμως ήταν το Βερολίνο και η Νέα Υόρκη, ενώ εδώ είναι το Ισραήλ, όπου η τέχνη είναι κάτι σαν αντάρτικο. Ο στόχος βέβαια είναι ο ίδιος: να αφυπνιστούν οι άνθρωποι, να κοιτάξουν γύρω τους και να συνειδητοποιήσουν ότι ζουν στον ίδιο πλανήτη, στο ίδιο χωριό. «Οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι βλέπουν τα ίδια πράγματα, τρώνε το ίδιο φαγητό, υποφέρουν και αγαπούν με τον ίδιο τρόπο», λέει στην απεσταλμένη της Κοριέρε ο Jr, ένας από τους διασημότερους street artists της Ευρώπης. «Καθένας από αυτούς έχει ένα δίδυμο αδελφό από την άλλη πλευρά του τείχους, αλλά δεν το ξέρει». Η ιδέα ήταν λοιπόν να φωτογραφηθούν μερικοί από αυτούς τους «αδελφούς» και οι φωτογραφίες τους να αναρτηθούν, όσο το δυνατόν μεγαλύτερες, πάνω στο τείχος του μίσους και του διχασμού.

Τα πρόσωπα επιλέχθηκαν σε ένα ταξίδι τον περασμένο Ιανουάριο. «Βρήκα 38 φάτσες, τις πιο αστείες», λέει ο Jr. «Θα σας φανεί παράξενο, αλλά μόνο οι 5 αρνήθηκαν την πρότασή μου». Ποια ήταν αυτή η πρόταση; «Να γίνουν μάρτυρες της άλλης πλευράς, να χαρίσουν ένα χαμόγελο. Να στείλουν ένα μήνυμα φιλίας». Στην αρχή, ο ισραηλινός στρατός τους παρακολουθούσε, αλλά δεν επενέβη καμιά στιγμή ούτε συνέλαβε κανέναν. Όπως λέει άλλωστε ο καλλιτέχνης, η πράξη του δεν ήταν πολιτική. Ο ίδιος δεν είναι ούτε με τους Παλαιστίνιους ούτε με τους Ισραηλινούς. Με αυτές τις φωτογραφίες δεν ήθελε να στείλει ένα μήνυμα κατά του τείχους. Μόνο να χαρίσει μια στιγμή προβληματισμού.

Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2007

Κόντρα στο πνεύμα της εποχής



«Ρίξτε το στο σεξ και στο αίμα. Αυτό όχι μόνο επιταχύνει την αποσύνθεση της αστικής κοινωνίας, αλλά είναι κι ένας τρόπος ενοχοποίησής της με την ανάδειξη των χειρότερων ενστίκτων της».

Αυτό πρότεινε ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ το 1964 στον Ζαν Ντανιέλ, όταν ο τελευταίος αποφάσισε να ιδρύσει τον Νουβέλ Ομπζερβατέρ. Παρόλο που ο φιλόσοφος συνέβαλε στην ίδρυση του περιοδικού, στην πραγματικότητα σιχαινόταν τους δημοσιογράφους και ήθελε τον Τύπο να είναι σάπιος. Αλλά ο Ντανιέλ δεν άκουσε τη συμβουλή του. Προτίμησε να ακολουθήσει έναν άλλο διανοούμενο, φίλο του και προστάτη του, που έλεγε ότι η δημοσιογραφία είναι μια δουλειά για την οποία αξίζει τον κόπο να αγωνίζεσαι. Ήταν ο Αλμπέρ Καμύ. Σ' αυτόν αφιερώνει ο πολυγραφότατος Γάλλος δημοσιογράφος το εικοστό δεύτερο (!) βιβλίο του, που έχει τίτλο «Με τον Καμύ. Πώς να αντισταθούμε στο πνεύμα της εποχής;» (Εκδ. Gallimard).

Ο Καμύ ανήκε σε μια γενιά που δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στη δημοσιογραφία, στη λογοτεχνία και στην πολιτική στράτευση, λέει ο Ντανιέλ σε συνέντευξή του στο περιοδικό Le Point. Και η ιδέα αυτή έδινε στη δημοσιογραφία μια σφαιρική διάσταση. Την εποχή του πολέμου της Αλγερίας, πολλοί Γάλλοι δημοσιογράφοι όχι μόνο έπαιρναν ανοιχτά θέση εναντίον της χώρας τους, αλλά οι πιο τολμηροί πήγαιναν και πολεμούσαν στο πλευρό των Αλγερινών ή φιλοξενούσαν παράνομα μαχητές στα σπίτια τους. Ο ίδιος ο Ντανιέλ πολέμησε στο πλευρό των Τυνήσιων, όπου και τραυματίστηκε από γαλλική σφαίρα. Δυνατές φιλίες αναπτύχθηκαν ανάμεσα στους δημοσιογράφους και τα θύματα της αποικιοκρατίας. Κι όταν οι αποικίες βρήκαν την ελευθερία τους και οι χθεσινοί μαχητές έγιναν άνθρωποι της κυβέρνησης, αυτές οι φιλίες παρέσυραν μερικές φορές τους δημοσιογράφους σε λανθασμένες κρίσεις. Χρειάζεται λοιπόν προσοχή και επαγρύπνηση.

Στα 87 του χρόνια, ο Ντανιέλ ξέρει καλά ότι η εξουσία συνδέεται πάντα, ακόμη και στις καλύτερες περιπτώσεις, με τον εξευτελισμό αυτών που την ασκούν. Το ίδιο βέβαια θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς και για τη δημοσιογραφία. «Αντί να αντανακλά τη στάση της κοινής γνώμης», έλεγε ο Καμύ, «ο γαλλικός Τύπος αντανακλά στο μεγάλο του μέρος μόνο τη στάση αυτών που τον εκδίδουν, καθώς και των πριγκίπων στους οποίους θέλουν να αρέσουν». Ο Ντανιέλ γνωρίζει τον ένοχο, είναι η τηλεόραση, αυτή μας έχει οδηγήσει στο βασίλειο των συναισθημάτων. Δείτε το φαινόμενο Σεγκολέν Ρουαγιάλ: ποιος θα το φανταζόταν ότι μπορεί κάποιος να «παίζει» τόσο πολύ με τη σιωπή του, με την εμφάνισή του, με το φύλο του, με το γεγονός ότι ακούει τους άλλους; Δεν δημιούργησε η τηλεόραση τη Σεγκολέν, καταλήγει ο Γάλλος δημοσιογράφος. Της επέβαλε όμως τη στάση που πρέπει να κρατήσει. Στην ιστορία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, σπανίως βλέπει κανείς ανθρώπους που η γοητεία τους απορρέει σε τόσο μεγάλο βαθμό από το παράλογο.

Σάββατο, Μαρτίου 10, 2007

Τυχερές τσάντες, άτυχοι επιβάτες



Ο Άντονυ Τιράδο, μάνατζερ σε ένα εστιατόριο του Μανχάταν, περίμενε το Μετρό μαζί με τη φίλη του, όταν πρόσεξαν σε ένα παγκάκι ένα αδέσποτο σακίδιο. Ο Άντονυ ήξερε ότι δίπλα στο εκδοτήριο εισιτηρίων υπήρχε ένα κουτί για την τοποθέτηση χαμένων αντικειμένων. Πήρε λοιπόν το σακίδιο και κατευθύνθηκε προς τα εκεί. Πριν προλάβει όμως να κάνει δυο βήματα, εμφανίστηκαν από το πουθενά δέκα ένστολοι, που όρμησαν καταπάνω του και του πέρασαν χειροπέδες. Ο Άντονυ και η φίλη του οδηγήθηκαν στο τμήμα, όπου πέρασαν τη νύχτα. Για να αφεθούν το άλλο πρωί ελεύθεροι με εγγύηση, χρειάστηκε να πληρώσουν 750 δολάρια.

Το ζευγάρι ήταν άλλο ένα θύμα του μυστικού προγράμματος «Operation Lucky Bag» (Επιχείρηση Τυχερή Τσάντα) που εφαρμόζει εδώ και έναν χρόνο η Αστυνομία της Νέας Υόρκης σε αυτή τη μητρόπολη των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων. Εκατοντάδες πράκτορες, άλλοι με στολή κι άλλοι με πολιτικά, «σπέρνουν» καθημερινά στο Μετρό τσάντες, κινητά και πορτοφόλια, και συλλαμβάνουν όποιον τολμήσει να τα ακουμπήσει. Στόχος του προγράμματος, όπως λένε, είναι η πρόληψη της εγκληματικότητας. Αλλά ένας δικαστής χαρακτήρισε αυτή την εβδομάδα τις επιχειρήσεις αυτές «παράνομες και επιζήμιες», τονίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν να ξοδεύονται έτσι τα χρήματα των φορολογουμένων.

Σύμφωνα με τις στατιστικές, το Μανχάταν είναι μια από τις ζώνες της Αμερικής όπου συναντά κανείς τους περισσότερους «Σαμαρείτες του δρόμου». Ταξιτζήδες, καθαρίστριες, σκουπιδιάρηδες, όλων των ειδών οι εργαζόμενοι, κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να επιστρέφονται χαμένα αντικείμενα στους ιδιοκτήτες τους. «Αυτή η επονείδιστη πρωτοβουλία θα καταλήξει να αποθαρρύνει τους τίμιους ανθρώπους», έγραψαν σε κύριο άρθρο τους οι Νιου Γιορκ Τάιμς. «Σε μια εποχή όπου η Αστυνομία χρειάζεται τη βοήθεια των πολιτών για τον εντοπισμό ύποπτων ατόμων και αντικειμένων, το τελευταίο που χρειαζόμαστε είναι κυνικές επιχειρήσεις που ενθαρρύνουν τη δυσπιστία των επιβατών του Μετρό προς την Αστυνομία».

Εναντίον του προγράμματος έχουν ταχθεί οι οργανώσεις για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και το συνδικάτο των μαύρων αστυνομικών που φέρει τον τίτλο 100 Blacks in Law Enforcement. Αλλά η Αστυνομία υπερασπίζεται με θέρμη την πρωτοβουλία της, τονίζοντας ότι έχει οδηγήσει στη σύλληψη 220 ατόμων. «Οι μισοί έχουν βεβαρημένο ποινικό μητρώο - ένας από αυτούς έχει στην πλάτη του 61 συλλήψεις για διαρρήξεις», λέει ο υπαρχηγός της Αστυνομίας Πωλ Μπράουνι. Στο πρόγραμμα αυτό αποδίδει και τη μείωση της εγκληματικότητας στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1969 (7 εγκλήματα την ημέρα, έναντι 49 το 1990). Ακόμη κι αν αυτοί οι αριθμοί είναι σωστοί, δεν δικαιολογούν την άσκοπη ταλαιπωρία έντιμων και νομοταγών πολιτών. Η θυσία των μέσων στον σκοπό μπορεί να εξυπηρετεί τις φιλοδοξίες του αρχηγού της Αστυνομίας, ζημιώνει όμως τη δημοκρατία.

Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2007

Ένας νέος επαναστατικός ρομαντισμός



Ο όρος έχει περάσει στα ελληνικά ως «απο-ανάπτυξη» (γαλλικά decroissance). Δεν πρόκειται για μια οικονομική ιδέα. Αλλά για μια αντίληψη του κόσμου όπου η οικονομία δεν θα έχει πια την τελευταία λέξη.

Η αμφισβήτηση της ανάπτυξης δεν είναι κάτι καινούργιο. Στην πρώτη διεθνή σύνοδο για το ανθρώπινο περιβάλλον, που πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη το 1972, υπήρχε ήδη ένας προβληματισμός για την ανάγκη συμφιλίωσης των κοινωνικοοικονομικών δραστηριοτήτων του ανθρώπου με το περιβάλλον. Ακολούθησε η πετρελαϊκή κρίση, η αύξηση της ανεργίας, και η συζήτηση πήγε αλλού. Σήμερα, ορισμένοι διανοούμενοι επαναφέρουν το πρόβλημα της απεριόριστης ανάπτυξης, επιρρίπτοντάς της την ευθύνη για τις πέντε μεγάλες κρίσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα: την ενεργειακή, την κλιματική, την κοινωνική, την πολιτιστική και τη δημογραφική. Και προτείνουν τη μετάβαση της κοινωνίας της ανάπτυξης σε μια κοινωνία της «απο-ανάπτυξης».

Οι όροι «βιώσιμη» ή «αειφόρος» ανάπτυξη είναι παραπλανητικοί, λέει σε συνέντευξή του στη Λιμπερασιόν ο Ζαν-Κλωντ Μπεσόν-Ζιράρ, διευθυντής του περιοδικού Εντροπία. Αυτό που πρέπει να εγκαταλειφθεί δεν είναι ο τρόπος ανάπτυξης, αλλά η λογική της. Δεν μπορούμε βέβαια να μιλήσουμε για μείωση της ανάπτυξης στους ανθρώπους της Αιθιοπίας ή του Νταρφούρ που πεθαίνουν από την πείνα. Οφείλουμε όμως να τους εξηγήσουμε γιατί βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση, ποιες είναι οι αντιφάσεις και οι αδικίες που γεννά το κυρίαρχο μοντέλο. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε με τους Κινέζους και τους Ινδούς, οι οποίοι θα κληθούν σύντομα να πληρώσουν το κόστος της «υπερθέρμανσης» της οικονομίας τους. Όσο για τις ανεπτυγμένες χώρες, η περυσινή έκθεση Στερν που υπολογίζει σε 5 τρισεκατομμύρια δολάρια τις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών και η ταινία του Αλ Γκορ μπορούν να συμβάλουν στη συνειδητοποίηση του μεγέθους του προβλήματος. Ο καταστροφικός κυκλώνας Κατρίνα, στη Λουιζιάνα, και ο φονικός καύσωνας του καλοκαιριού του 2003 είναι βέβαια πιο εύγλωττοι από οποιοδήποτε βιβλίο και οποιαδήποτε ταινία. Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι μια συλλογική ανταρσία, που θα αναγκάσει τους κυβερνώντες να αλλάξουν ρότα.

Η «απο-ανάπτυξη» δεν αποτελεί ένα καινούργιο ιδεολογικό δόγμα, λέει ο 69χρονος αυτοδίδακτος ζωγράφος. Συνδέεται με τον «επαναστατικό ρομαντισμό» που πρέσβευαν άνθρωποι όπως ο Φουριέ, ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Ερνστ Μπλοχ, ο Ζωρζ Μπατάιγ ή ο Βάλτερ Μπένζαμιν και κινήματα όπως ο εξπρεσιονισμός, ο σουρεαλισμός και ο σιτουασιονισμός. Η βασική ιδέα είναι η ενσωμάτωση της ποιητικής φαντασίας στις δραστηριότητες και τους προσανατολισμούς των ανθρώπων. Ο ρομαντισμός εξεγείρεται κατά της μηχανοποίησης, του αφηρημένου εξορθολογισμού και του ποσοτικού υπολογισμού των κοινωνικών σχέσεων. Ο δρόμος γι' αυτόν τον νέο επαναστατικό ρομαντισμό θα είναι βέβαια δύσκολος. Αλλά αξίζει τον κόπο. Η «απο-ανάπτυξη» ζητά μια νέα χρήση του χώρου και του χρόνου, όπου θα κυριαρχεί μια «ηθική της κατανομής, της δικαιοσύνης και της αδελφοσύνης».

Πέμπτη, Μαρτίου 08, 2007

Ούγκο Τσάβες και Άνταμ Σμιθ



Ο Ούγκο Τσάβες είναι τόσο μεγάλος, που ολόκληρος πλανητάρχης οργανώνει περιοδεία για να αντισταθμίσει την επιρροή του. Και τόσο μικρός, που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα του στη χρεοκοπία.

Όταν κυκλοφόρησε η «Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών», το 1776, επικρατούσε μεγάλη αναταραχή στον κόσμο. Αυτοκρατορίες επεκτείνονταν (βρετανική) ή παρέπαιαν (ισπανική), η Αμερικανική Επανάσταση γνώριζε τη Διακήρυξή της, η Γαλλική Επανάσταση βρισκόταν προ των πυλών, και διανοούμενοι σε όλο τον κόσμο προβληματίζονταν για το τι κάνει τα έθνη ισχυρά. Για τον Άνταμ Σμιθ, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα ήταν απλή. Όσο το κράτος δεν παρεμβαίνει στην οικονομία, το σύστημα δουλεύει ρολόι. Οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους εφευρετικοί και παραγωγικοί, και επιπλέον θέλουν να αυξήσουν τον υλικό τους πλούτο. Όταν έχουν την ελευθερία να το κάνουν, ολόκληρη η χώρα ωφελείται. Όταν βλέπουν τις πρωτοβουλίες τους να καταπνίγονται, όταν δεν μπορούν να εκφράσουν ελεύθερα τις απόψεις τους και επιπλέον τους επιβάλλονται αυθαίρετοι φόροι η χώρα περιέρχεται σε σύγχυση και υπονομεύεται. Το κλίμα ανασφάλειας προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη επιδείνωση της κατάστασης: οι ελεύθερες αγορές θέλουν εγγυήσεις πως αυτό στο οποίο επενδύουν σήμερα δεν θα καταστραφεί αύριο.

Η πολιτική που ακολουθεί ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, γράφει στην «Ελ Παΐς» ο Αμερικανός ιστορικός Πωλ Κένεντυ («Η Άνοδος και η Πτώση των Μεγάλων Δυνάμεων»), βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα της διδασκαλίας του Σκωτσέζου οικονομολόγου. Πρώτα απ' όλα, ο Τσάβες μοιάζει να σπαταλά τον πλούτο που του έπεσε από τον ουρανό με την αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αντί να επενδύει τα έσοδα στο μέλλον του λαού του - όπως κάνουν χώρες όπως η Νορβηγία και το Ντουμπάι - αγοράζει μαχητικά αεροσκάφη από τη Ρωσία, ενισχύει τα αντιαμερικανικά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής και ακολουθεί μια πολιτική αποζημιώσεων στο εσωτερικό της χώρας. Ύστερα παρεμβαίνει συνεχώς στον κόσμο των επιχειρήσεων και της ατομικής ιδιοκτησίας. Υπάρχει μια οικονομική θεωρία που λέει ότι οι χώρες χωρίς εθνικούς πόρους (όπως η Ελβετία και η Σιγκαπούρη) έχουν μεγάλες πιθανότητες να ευδοκιμήσουν επειδή υποχρεώνονται να στηριχθούν στον σημαντικότερο παραγωγό πλούτου που έχει υπάρξει ποτέ: το ανθρώπινο κεφάλαιο. Η Βενεζουέλα δεν ανήκει σε αυτές. Αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να περιφρονεί αυτό το κεφάλαιο.

Μέτρα για τη μείωση του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών ασφαλώς χρειάζονται: μόνο που στα χρόνια του Τσάβες αυτό το χάσμα έχει διευρυνθεί. Χρειάζεται επίσης μια ισορροπία μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού πλούτου μιας χώρας: ακόμη και ο Άνταμ Σμιθ αναγνώριζε ότι οι λειτουργίες του Κράτους πρέπει να είναι ευρείες και σημαντικές. Αλλά οι κατασχέσεις, οι εθνικοποιήσεις και τα γενικότερα κατασταλτικά μέτρα στα οποία καταφεύγει ο ηγέτης της Βενεζουέλας μόνο αρνητικές επιπτώσεις μπορεί να έχουν.

Τετάρτη, Μαρτίου 07, 2007

Τo πρώτο ιγκλού των Τροπικών



Είχε ψύχρα εκείνο το πρωί στη ζούγκλα. Ο Γερν Ρίελ στεκόταν στο μπαλκόνι του και παρατηρούσε τους πιθήκους να τρίβουν τα μάτια τους για να διαλύσουν την ομίχλη. Κάθε τόσο του έριχναν ένα δύσπιστο βλέμμα. Και τότε κτύπησε το τηλέφωνο.

Ήταν κάποιος κύριος ονόματι Λιανγκ Σανγκ, που άρχισε να του μιλάει για τα τεράστια κτίρια που είχε κτίσει στη Μαλαισία. «Κύριε Ρίελ», του είπε ξαφνικά, «θα μπορούσατε να κατασκευάσετε ένα ιγκλού;». «Συγγνώμη;». «Ένα ιγκλού, όπως εκείνα που κατασκεύαζαν οι Εσκιμώοι». Ο Ρίελ, που γεννήθηκε στη Δανία, έζησε δεκαέξι χρόνια στη Γροιλανδία, έγραψε καμιά εικοσαριά βιβλία και ύστερα μετακόμισε στη Μαλαισία για να "αποψυχθεί", έμεινε άναυδος. Ένα ιγκλού στους τροπικούς, όπου η μέση θερμοκρασία είναι 30 βαθμοί και το χιόνι είναι άγνωστο; «Έχω δει να φτιάχνουν, ίσως να μπορούσα» απάντησε. Βγήκε ξανά στο μπαλκόνι. Την ησυχία του πρωινού χάλαγε ο τσακωμός μιας ομάδας μακάκων ρέζους με μια ομάδα μακάκων με γουρουνοουρά, ενώ τη διένεξη παρακολουθούσε από απόσταση ένας γίββωνας. Ο Ρίελ χάθηκε στις σκέψεις του. Κι ύστερα έφθασε το αυτοκίνητο του Λιανγκ Σανγκ και τον πήρε.

Το θέμα του ιγκλού δεν συζητήθηκε καθόλου στη διαδρομή. Όταν έφτασαν στον προορισμό τους, ένα μεγάλο κτίριο που έμοιαζε με χάνγκαρ, ο Λιανγκ στάθηκε σε μια γωνιά και του είπε: «Εδώ θα φτιάξετε το ιγκλού. Από πίσω θα υπάρχει ένα παγοδρόμιο, κι εκεί κάτω μια μικρή πίστα για σκι». «Μα δεν έχει χιόνι, πώς θα φτιάξω ιγκλού;» διαμαρτυρήθηκε ο Ρίελ. «Το χιόνι έρχεται» απάντησε ο οικοδεσπότης. Κατευθύνθηκε στον τοίχο, πάτησε ένα πράσινο κουμπί κι άρχισε να χιονίζει. «Ωραίο χιόνι» είπε. Αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα: έλειωνε αμέσως. Ο Λιανγκ πάτησε τότε ένα άλλο κουμπί κι άρχισε να φυσάει κρύος αέρας. «Τι θερμοκρασία επιθυμείτε κύριε Ρίελ;». Αλλά δεν γινόταν· το χιόνι ήταν ακατάλληλο και ένα ιγκλού από τέτοιο χιόνι θα σωριαζόταν με το πρώτο άγγιγμα. Ο συγγραφέας εξέφρασε τη λύπη του, κι όλη την υπόλοιπη μέρα - όπως γράφει στη Λιμπερασιόν - δεν μπορούσε να διώξει από το μυαλό του την απογοήτευση στο πρόσωπο του συνομιλητή του.

Τις επόμενες ημέρες ο Ρίελ έκανε βόλτες στο δάσος παρέα με τους πιθήκους και τα αγριογούρουνα, πήγε μέχρι το Πορτ Ντίκσον για να δει τη θάλασσα και ταξίδεψε νοερά μέχρι τη Γροιλανδία. Κι ένα πρωί πήρε τηλέφωνο τον Λιανγκ. «Έχω μια ιδέα. Ξέρετε να φτιάχνετε πάγο;». «Πάγο;». «Ναι, σαν αυτόν που βάζουμε στο ουίσκι». «Μπορώ να κάνω ό,τι πάγο θέλετε». «Πολύ καλά. Έρχομαι στην Κουάλα Λουμπούρ». Όταν έφτασε, του εξήγησε ότι θα χρησιμοποιούσαν πάγο αντί για χιόνι. Την άλλη μέρα ρίχτηκαν στη δουλειά με τη βοήθεια πέντε νεαρών Ινδονήσιων. Το απόγευμα οι Ινδονήσιοι έτρεμαν από το κρύο, αλλά τα είχαν καταφέρει. Ο Λιανγκ πάτησε το πράσινο κουμπί και το χιόνι που άρχισε να πέφτει κάλυψε όλες τις ατέλειες της κατασκευής. Το πρώτο ιγκλού των Τροπικών ήταν γεγονός.

Τρίτη, Μαρτίου 06, 2007

Χρόνια πολλά Γκάμπο!



«Είμαι ένας άνθρωπος μοναχικός και δυστυχισμένος. Αντίθετα με αυτό που πολλοί πιστεύουν, πρόκειται για χαρακτηριστικά πολύ συνηθισμένα στην Καραϊβική». Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Ο «Γκάμπο» γίνεται σήμερα 80 ετών. Και ο τίτλος που θα μπορούσε να δοθεί στο βιβλίο της ζωής του είναι μια παράφραση του πιο γνωστού του μυθιστορήματος: «Ογδόντα χρόνια μοναξιάς». Τα πρώτα του κείμενα τα έγραψε στα διαλείμματα της δουλειάς του στις κολομβιανές εφημερίδες El Universal και El Espectador, και η φασαρία που επικρατούσε στα δημοσιογραφικά γραφεία δεν επηρέαζε ούτε στο ελάχιστο την αίσθηση μοναξιάς που τον διακατείχε. Η μοναξιά δεν τον άφησε ποτέ, τον συνόδευε ακόμη κι όταν έπαιρνε το ένα βραβείο μετά το άλλο, ακόμη κι όταν μιλούσε με τον έναν ηγέτη μετά τον άλλο, τον Φελίπε Γκονθάλεθ, τον Ρικάρντο Λάγος, τον Μπιλ Κλίντον, τον Ντανιέλ Ορτέγκα και, φυσικά, τον Φιντέλ Κάστρο. Μόνο τον Αθνάρ δεν δέχθηκε ποτέ να συναντήσει. «Αυτός ο τύπος δεν με ενδιαφέρει καθόλου», είπε στον δημοσιογράφο Χουάν Λουίς Θεμπριάν, όταν ο τελευταίος του πρότεινε μια μέρα να φάνε μαζί με τον τότε πρωθυπουργό.

Με τον Κάστρο τον συνέδεε πάντα μια βαθιά φιλία. Κι όσοι τον επέκριναν γι'αυτό, γράφει ο Θεμπριάν στην Ελ Παΐς, δεν καταλαβαίνουν τη σημασία της φιλίας σ' αυτούς τους φλογερούς λατινοαμερικάνικους τόπους και ξεχνούν το επαναστατικό πάθος που πλημμύριζε τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία στη δεκαετία του '60. Για τους νέους εκείνης της εποχής, η κουβανέζικη επανάσταση ήταν ένα από τα λίγα πράγματα στα οποία μπορούσαν να πιστεύουν. «Πίστευα πάντα ότι πρέπει να αναζητήσουμε ένα λατινοαμερικάνικο δρόμο, και ο Φιντέλ ήταν πρωτοπόρος σε αυτό», λέει ο Μάρκες. «Επιπλέον, ανέπτυξα μια προσωπική φιλία μαζί του που ξεφεύγει από την πολιτική». Γι' αυτούς τους φίλους, άλλωστε, έγραφε πάντα ο μεγάλος Κολομβιανός. Σ' αυτούς οφείλει το γεγονός ότι μπόρεσε να τρυπήσει το τείχος της μοναξιάς του. Στους καλούς φίλους, με τους οποίους διατηρεί μια σχεδόν μαφιόζικη σχέση: «Από εδώ οι φίλοι μου, από εκεί ο υπόλοιπος κόσμος, με τον οποίο έχω πολύ μικρή επαφή».

Κλείνοντας τα ογδόντα του χρόνια, ο Γκάμπο μπορεί να ισχυριστεί ότι πέρασε με επιτυχία τις δύο πιο σοβαρές δοκιμασίες της ζωής του. Η πρώτη ήταν μια αρρώστια ύπουλη και επίμονη, την οποία νίκησε, με τίμημα όμως σοβαρούς περιορισμούς στο μοναδικό πράγμα που τον ενδιαφέρει εξίσου, ή και περισσότερο, από την κουβέντα: το φαγητό. Η δεύτερη ήταν το βραβείο Νόμπελ, που του απονεμήθηκε σχετικά νωρίς, το 1982. «Όποιος παίρνει το Νόμπελ γρήγορα πεθαίνει», έλεγε η μητέρα του, που δεν της άρεσε καθόλου η ιδέα. Όμως εκείνος κατάφερε όχι μόνο να ζήσει, αλλά και να συνεχίσει να γράφει. Το χρωστάει στο πείσμα του, στον έρωτά του για τη ζωή, και στον έρωτά του για τη γυναίκα του, τη Μερσέντες Μπάρτσα ή «Γκάμπα», που τον συντροφεύει από τα χρόνια της εφηβείας του. Να είναι καλά και οι δύο.

Δευτέρα, Μαρτίου 05, 2007

Το θαυματουργό φάρμακο



Η ιατρική το γνωρίζει εδώ και 5.000 χρόνια. Η μία μελέτη μετά την άλλη το επιβεβαιώνουν. Τι περιμένουν, λοιπόν, οι κυβερνήσεις για να άρουν την απαγόρευση της χρήσης μαριχουάνας για ιατρικούς σκοπούς;

Η τελευταία μελέτη έγινε από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Σαν Φρανσίσκο, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κάπνισμα μαριχουάνας ανακουφίζει σημαντικά τον πόνο από μια ασθένεια που λέγεται περιφερική νευροπάθεια. Κανένα συμβατικό παυσίπονο, ούτε καν η μορφίνη, δεν έχει αυτό το αποτέλεσμα. Κι αν η μελέτη έγινε σε ασθενείς που πάσχουν από AIDS, ένας ανάλογος πόνος που προκαλείται από βλάβη στα νεύρα βασανίζει ανθρώπους με πολλές άλλες ασθένειες, όπως ο διαβήτης και η σκλήρυνση κατά πλάκας. Η μαριχουάνα που χρησιμοποιήθηκε μάλιστα στη μελέτη, όπως σε όλες τις μελέτες που γίνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν πολύ κακής ποιότητας. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς ότι η χρησιμοποίηση ενός καλύτερου προϊόντος θα είχε ακόμη πιο θεαματικά αποτελέσματα.

Όλα αυτά είναι καλά νέα. Μόνο που δεν είναι νέα, γράφει στη Χέραλντ Τρίμπιουν ο Λέστερ Γκρίνσπουν, ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και συγγραφέας του βιβλίου «Μαριχουάνα, το απαγορευμένο φάρμακο». Από το 1840 ώς το 1900, αμερικανικές και ευρωπαϊκές ιατρικές επιθεωρήσεις δημοσίευσαν πάνω από 100 μελέτες για τη θεραπευτική χρήση της μαριχουάνας. Στη συνέχεια, οι επιστήμονες ανακάλυψαν περισσότερα από 60 συστατικά που έχει αποκλειστικά η μαριχουάνα, τα λεγόμενα κανναβινοειδή, και έμαθαν τον τρόπο που λειτουργούν. Μάθαμε επίσης ότι και το ίδιο μας το σώμα παράγει αντίστοιχες χημικές ουσίες, που λέγονται ενδοκανναβινοειδή. Όπως μάθαμε ότι η μαριχουάνα χρησιμοποιείται για αιώνες, πάντα με επιτυχία, στην αντιμετώπιση πολλών ασθενειών και συμπτωμάτων: ναυτία και εμετός, σπαστική παράλυση, απώλεια της όρεξης. Και είναι εξαιρετικά ασφαλής, ασφαλέστερη από πολλά φάρμακα που χορηγούνται στην εποχή μας.

Ζούμε βέβαια σε μια αντικαπνιστική εποχή, καθώς έχει αποδειχθεί πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το τσιγάρο κάνει κακό στην υγεία. Για τον λόγο αυτό, η φαρμακευτική βιομηχανία προσπαθεί να απομονώσει τα κανναβινοειδή και να συνθέσει από αυτά φάρμακα που δεν καπνίζονται. Προς το παρόν, όμως, τα φάρμακα αυτά είναι πιο ακριβά από το χόρτο. Μέχρι λοιπόν η επιστήμη να προχωρήσει και σε αυτό το πεδίο, θα πρέπει οι πολιτικοί να αναγνωρίσουν τις θεραπευτικές ιδιότητες της μαριχουάνας και να ενθαρρύνουν τη χρησιμοποίησή της από ανθρώπους που πάσχουν από καρκίνο, AIDS, σκλήρυνση κατά πλάκας, αρθρίτιδα και άλλες επώδυνες ασθένειες. Δεν χρειάζεται να παραδεχθούν ότι όλα αυτά τα χρόνια έκαναν λάθος. Μπορούν απλώς να δικαιολογήσουν την απόφασή τους επικαλούμενοι «σημαντικά καινούργια στοιχεία».

«Μαριχουάνα, το θαυματουργό φάρμακο»: δεν θα ήταν ενδιαφέρον μια παράγραφος με αυτόν τον τίτλο να είχε περιληφθεί στο καινούργιο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ;

Σάββατο, Μαρτίου 03, 2007

Μήπως σας βρίσκονται 100 δολάρια;



Δύσκολες μέρες για όσους παίζουν στο χρηματιστήριο, κι ακόμη πιο δύσκολες για όσους εξαρτώνται από τις τράπεζες, των οποίων η απληστία γίνεται ολοένα και πιο προκλητική. Αυτές ακριβώς τις δύσκολες μέρες τυχαίνει να γιορτάζει τα πρώτα της γενέθλια μια πρωτοβουλία ανατρεπτική, σχεδόν επαναστατική, που ούτε λίγο ούτε πολύ προσπερνά τις τράπεζες και φέρνει σε άμεση επαφή πιστωτές και δανειολήπτες. Η σχετική ιστοσελίδα λέγεται Prosper (www. prosper. com). Και όπως λέει ο ιδρυτής της, φιλοδοξία της είναι να γίνει «η eBay του χρήματος!»

Όπως εξηγεί ο ανταποκριτής του Νουβέλ Ομπζερβατέρ στη Νέα Υόρκη, η λειτουργία της ιστοσελίδας είναι απλή. Ας πούμε ότι θέλει κάποιος να δανειστεί ένα ποσό που κυμαίνεται από 50 ώς 25.000 δολάρια, και το δάνειό του να είναι τριετούς διάρκειας, με σταθερό επιτόκιο, και με τη δυνατότητα να το εξοφλήσει νωρίτερα χωρίς κυρώσεις. Βάζει στην Prosper μια αγγελία όπου περιγράφει το ιστορικό του, τους λόγους για τους οποίους θέλει να δανειστεί τα χρήματα, την οικογενειακή του κατάσταση, την καθημερινή του ζωή, τα χόμπι του, το όνομα του σκύλου του, και όποια άλλη πληροφορία τέλος πάντων πιστεύει ότι θα μπορούσε να είναι χρήσιμη. Ο δανειστής, με τη σειρά του, διατρέχει την ιστοσελίδα αναζητώντας τον καλύτερο συμβιβασμό μεταξύ ρίσκου και προσφερόμενου επιτοκίου. Όπως και στις δημοπρασίες, κερδίζει η προσφορά με το χαμηλότερο επιτόκιο. Η Prosper εισπράττει προμήθεια 1% με 2% από τους πιστωτές και 0,5% με 1% τον χρόνο από τους δανειολήπτες.

Η «krazytoo» είναι μια Αμερικανίδα που εργάζεται σκληρά αλλά είχε την ατυχία το εστιατόριό της να κλείσει μετά την 11η Σεπτεμβρίου και η ίδια να χρεοκοπήσει. Έχει ανάγκη από 12.000 δολάρια, και προσφέρει επιτόκιο 12%. Λίγες μέρες μετά την τοποθέτηση της αγγελίας της, είχε ήδη συγκεντρώσει το μισό ποσό, από 57 δανειστές: οι υπεύθυνοι της ιστοσελίδας συμβουλεύουν όσους θέλουν να δανείσουν χρήματα να αναζητούν όσο το δυνατόν περισσότερους δανειολήπτες. Με άλλα λόγια, είναι καλύτερα να δανείσεις 50 δολάρια σε 10 άτομα από το να δανείσεις 500 δολάρια σε έναν.

Το ζευγάρι «ericdeluxe» δημοσιεύει μια φωτογραφία του γιου τους, ο οποίος έχει πρόβλημα στα νεφρά, και ζητούν 24.000 δολάρια με επιτόκιο 13,5% για να ξοφλήσουν την πιστωτική τους κάρτα. Ένας διαζευγμένος που θέλει να διεκδικήσει τη φροντίδα των παιδιών του ζητά 10.000 δολάρια για να πληρώσει τον δικηγόρο. Κι ένας νεαρός ερωτευμένος θέλει να δανειστεί 7.000 δολάρια για να αγοράσει ένα δακτυλίδι στην αγαπημένη του. Αρχικά πρόσφερε επιτόκιο 14,75%, και ο ανταγωνισμός το έριξε στο 9,95%...

Ουτοπικό; Καθόλου. Η Prosper έχει ήδη 175.000 μέλη και έχει εξασφαλίσει μέχρι τώρα δάνεια ύψους 36 εκατομμυρίων δολαρίων. Άλλη μια απόδειξη της ικανότητας του καπιταλισμού να ανανεώνεται διαρκώς.

Παρασκευή, Μαρτίου 02, 2007

Την κέρδισε η ερωμένη



«Η Βαρκελώνη είναι η σύζυγός μου και η Βηρυτός η ερωμένη μου». Πάντα ευρηματική, πάντα μαχητική και κεφάτη, η Μαρούχα Τόρρες της Ελ Παΐς παρουσίασε αυτή την εβδομάδα το καινούργιο της βιβλίο.

Τι είναι αυτό που μπορεί να σε κάνει να αφήσεις τον τόπο σου, τους φίλους σου, το γραφείο όπου μελετάς, τα μπαράκια όπου πίνεις τα ντράι μαρτίνι σου, και να μετακομίσεις σε μια πόλη που οι βόμβες δεν την ξέχασαν στην πραγματικότητα ποτέ; Μπορεί να είναι η κούραση από τις βόλτες σε μέρη που δεν σε εμπνέουν πια, η μοναξιά, η αίσθηση ότι γερνάς και θέλεις να ανανεωθείς. Μπορεί να είναι η έλξη για τόπους που διατηρούν ακόμη μια μαγεία, για ανθρώπους οι οποίοι κρατούν μέσα τους μια ειλικρίνεια και μια ζέστη που στους Ευρωπαίους δεν τη βρίσκεις πια. Μπορεί να έχεις κι έναν εντελώς προσωπικό λόγο: η Μαρούχα Τόρρες έχασε δύο φίλους της, συγγραφείς γνωστοί και οι δύο, τον Μανόλο Βάθκεθ Μονταλμπάν και τον Τερένσι Μόις, το πολέμησε, αλλά μια μέρα αισθάνθηκε να πνίγεται, κι αποφάσισε να αφήσει τη σύζυγο και να πάει να βρει την ερωμένη.

Ο Λίβανος είναι ο τόπος από τον οποίο περνούν όλα όσα συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή, λέει η Ισπανίδα δημοσιογράφος στην Ελ Παΐς με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της «Η ερωμένη σε πόλεμο» (εκδ. Planeta). Ο Λίβανος εφηύρε όσα συμβαίνουν στο Ιράκ. Στον Λίβανο κυκλοφορούν 500 κατάσκοποι από την Αμερική και το Ισραήλ που προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρη την περιοχή. Κι αυτό το δράμα δεν θα τελειώσει ποτέ. Για να τελειώσει, πρέπει πρώτα να τελειώσει το ανθρώπινο είδος. Υπάρχουν μερικές χώρες που είναι καταραμένες για γεωγραφικούς λόγους, και ο Λίβανος είναι μία απ' αυτές. Και να φανταστεί κανείς ότι στις αρχές της δεκαετίας του '60 ήταν ένας ευλογημένος τόπος! Κάπου εκεί έχασε και την κουλτούρα του. Οι Λιβανέζοι διαβάζουν το «Vanity Fair» πριν απ' όλο τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά δεν έχουν πια κουλτούρα. Είναι βέβαια υπέροχοι άνθρωποι. Για να τους περιγράψει, η Τόρρες χρησιμοποιεί μια φράση του Τένεσι Ουίλιαμς: «Πάντα στηριζόμουν στην καλοσύνη των ξένων». Είναι πολύ φιλικοί με τους ξένους, σκίζονται να τους εξυπηρετήσουν, κρίμα που δεν δείχνουν την ίδια διάθεση και μεταξύ τους...

Υπέροχη είναι πάντα και η Βηρυτός, παρ' όλο που έχει μετατραπεί πια σε πόλη-φάντασμα. Παρά ταύτα, αντίθετα με τις πόλεις του Μάγρεμπ, δεν βλέπεις εκεί παιδιά να πεθαίνουν από την πείνα στον δρόμο ή να ψάχνουν στα σκουπίδια για να φάνε. Το χειρότερο απ' όλα είναι ότι οι Λιβανέζοι δεν έχουν μέλλον. Οι νέοι φεύγουν, κι αυτοί που μένουν είναι καταδικασμένοι να αλληλοσκοτώνονται κάθε 15 χρόνια. Μα η πόλη θα ζήσει, είναι σαν τον βράχο. Ή σαν τη γυναίκα που χάνει τα παιδιά της, αλλά καταφέρνει να γεννήσει ξανά.

Πέμπτη, Μαρτίου 01, 2007

Έρωτας τέλος, τώρα μετρούν τα δολάρια



Κόρη, ερωμένη και κληρονόμος: ακούγεται ήδη αρκετά σκανδαλιστικό. Άμα πασπαλιστεί και με μερικά εκατομμύρια δολάρια, συνθέτει μια ιστορία που είναι έτοιμο σενάριο για ταινία.

Η Όλιβ Ουότσον και η Πατρίτσια Σπέιντο ήταν πολύ αγαπημένες. Καθώς η Πατρίτσια εργαζόταν στο Λος Άντζελες, η Όλιβ μετακόμισε εκεί για να είναι κοντά της. Όταν η Όλιβ αποφάσισε να ζήσει στη Νέα Υόρκη, η Πατρίτσια την ακολούθησε. Εκεί αγόρασαν ένα σπίτι (κι άλλο ένα στο Μέιν) και μοιράζονταν τα πάντα, λογαριασμούς, προβλήματα και φίλους. Οικονομικό πρόβλημα δεν είχαν: ο πατέρας Ουότσον ήταν ο ιδρυτής και επί μια εικοσαετία πρόεδρος της αυτοκρατορίας ΙΒΜ, την οποία μια μέρα θα κληρονομούσε η οικογένειά του. Το πρόβλημα που είχαν ήταν νομικής φύσεως: την εποχή εκείνη, τέλη της δεκαετίας του '70, η αναγνώριση των ομοφυλόφιλων ζευγαριών ανήκε στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Έτσι, η Όλιβ αποφάσισε να υιοθετήσει την Πατρίτσια, παρ' ότι ήταν ένα χρόνο μικρότερή της. Ήταν ένα κόλπο στο οποίο κατέφευγαν τότε αρκετοί ομοφυλόφιλοι στην Αμερική, άνδρες και γυναίκες. Αργότερα το πράγμα θα δυσκόλευε, αφού πολλές Πολιτείες ψήφισαν νόμους που απαγορεύουν την υιοθεσία όταν ο θετός γονιός είναι μικρότερος ή όταν έχει σεξουαλικές σχέσεις με το προς υιοθεσίαν άτομο.

Το 1992, δεκατέσσερα χρόνια μετά τη γνωριμία τους και μόλις ένα χρόνο μετά την επισημοποίηση της υιοθεσίας, οι δύο γυναίκες αποφάσισαν να χωρίσουν. Πήγαν σε ένα δικηγόρο και αποφάσισαν να μοιράσουν τίμια τα υπάρχοντά τους. Η Όλιβ πλήρωσε 500.000 δολάρια στην Πατρίτσια για να παραιτηθεί των δικαιωμάτων της στα σπίτια που είχαν αγοράσει. Υπέγραψε επίσης ένα χαρτί με το οποίο δήλωνε ότι δεν θα ξεκινούσε ούτε τότε ούτε στο μέλλον οποιαδήποτε νομική διαδικασία για την αναίρεση ή την ακύρωση της υιοθεσίας. Τα χρόνια πέρασαν. Και μια μέρα ο Τόμας Ουότσον πέθανε. Ήξερε ότι η κόρη του ήταν λεσβία. Γνώριζε τη σχέση της με την Πατρίτσια και την είχε αποδεχθεί, αλλά δεν είχε ενημερωθεί για την υιοθεσία. Έτσι, όταν μέτρησε τα εγγόνια του για να μοιράσει την αυτοκρατορία, τα βρήκε 18. Στην πραγματικότητα, ήταν 19.

Τώρα, η Πατρίτσια θέλει το μερίδιό της. Καλός ο έρωτας και το πάθος, αλλά πάνε, έσβησαν και τώρα αυτό που μετράει είναι τα δολάρια. Η Όλιβ και η οικογένειά της προσπαθούν να την εμποδίσουν: η υιοθεσία πρέπει να ακυρωθεί, λένε οι δικηγόροι, διότι δεν υφίσταται πλέον σχέση μητέρας και κόρης. Ένα πρωτοβάθμιο δικαστήριο τους δικαίωσε, αλλά έπεται συνέχεια. Να πού οδηγούνται τα πράγματα όταν δύο ομοφυλόφιλοι δεν μπορούν να παντρευτούν και να ζήσουν κανονικά, λένε οι οργανώσεις που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των γκέι. Χρειάζεται βέβαια και αρκετή δόση κυνισμού και υποκρισίας - στοιχεία τα οποία παρατηρούνται σε όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως των σεξουαλικών τους προτιμήσεων.