Δευτέρα, Φεβρουαρίου 28, 2011

Εργαστήρια πειραµατισµού




Τι σχέση µπορεί να έχουν οι εξεγερµένοι της Τυνησίας, της Αιγύπτου και της Λιβύης µε τους αντάρτες τηςΛατινικής Αµερικής, τους πολέµιους της παγκοσµιοποίησης στο Σιάτλ και τους διαδηλωτές κατά της τρόικας στην Αθήνα;Πέρα από τις φαντασιώσεις του Αλέκου Αλαβάνου για µια αναπαραγωγή της Πλατείας Ταχρίρ στο Σύνταγµα, έχουν αυτές οι εξεγέρσεις κάποια κοινά σηµεία και κάποιους κοινούς στόχους, υπακούουν µήπως σε µια κοινή λογική;

Σύµφωνα µε τον Αντόνιο Νέγκρι και τον Μάικλ Χαρντ, συγγραφείς της τριλογίας «Αυτοκρατορία, Πλήθος και Κοινοπολιτεία», ο αραβικός κόσµος µπορεί να γίνει την επόµενη δεκαετία αυτό που ήταν η Λατινική Αµερική την προηγούµενη: ένα εργαστήριο πολιτικού πειραµατισµού µεταξύ ισχυρών κοινωνικών κινηµάτων και προοδευτικών κυβερνήσεων. Η οργάνωση αυτών των εξεγέρσεων, σηµειώνουν οι δύο διανοούµενοι στην «Γκάρντιαν», θυµίζει αυτά που είδαµε για περισσότερα από δέκα χρόνια από το Σιάτλ ώς το Μπουένος Αϊρες κι από τη Γένοβα ώς την Κοτσαµπάµπα της Βολιβίας: ένα οριζόντιο δίκτυο χωρίς µια κεντρική ηγεσία. Η κυριαρχία των µέσων κοινωνικής δικτύωσης (facebook, YouTube, twitter) αποτελεί σύµπτωµα, όχι αίτιο αυτής της δοµής. Και η απάντηση σε αυτές τις εξεγέρσεις δεν µπορεί παρά να περιλαµβάνει ένα κοινό σχέδιο διαχείρισης των φυσικών πόρων και της κοινωνικής παραγωγής. Αυτό το κατώφλι δεν µπορεί όµως να το περάσει ο νεοφιλελευθερισµός.

Η ριζοσπαστική Αριστερά προσπαθεί κάθε τόσο να εντοπίσει ένα «εργαστήριο» όπου θα ανάψει η σπίθα για την τελική επίθεση κατά του καπιταλισµού. Μόλις τον περασµένο Ιούνιο, σε µια συνέντευξή του στην «Καθηµερινή», ο Μάικλ Χαρντ τόνιζε ότι σε ένα τέτοιο εργαστήριο ενός νέου κοινωνικού κινήµατος θα µπορούσε να εξελιχθεί η Ελλάδα. Ανάλογα οράµατα τρέφουν και πολλές «προοδευτικές κυβερνήσεις» –µόνο που ο όρος αυτός οδηγεί συχνά σε κωµικοτραγικές καταστάσεις. Ας πάρουµε τον Ούγκο Τσάβες, τον οποίο συµπαθούν τόσοι και τόσοι ανά τον κόσµο αριστεροί, από τον Νέγκρι µέχρι τον Αλέξη Τσίπρα (που χρησιµοποιούσε χθες στο ραδιόφωνο το παράδειγµα της Τυνησίας για να πει ότι και η Ελλάδα µπορεί να αποτελέσει την αρχή ενός ντόµινο…). Τον Σεπτέµβριο του 2009, υποδέχθηκε στο Καράκας τον συνταγµατάρχη Καντάφι, του απένειµε την υψηλότερη τιµή της Βενεζουέλας και του είπε: «Ο,τι είναι ο Σιµόν Μπολίβαρ για τον λαό της Βενεζουέλας είναι ο Καντάφι για τον λαό της Λιβύης. Μοιραζόµαστε την ίδια µοίρα, δίνουµε την ίδια µάχη στο ίδιο χαράκωµα εναντίον ενός κοινού εχθρού και θα νικήσουµε».

Την περασµένη Παρασκευή, ο Τσάβες εξέφρασε και πάλι (αν και µε χλιαρό τρόπο) την υποστήριξή του προς τον Καντάφι, λέγοντας ότι «έχει να αντιµετωπίσει έναν εµφύλιο πόλεµο» και κατηγορώντας τις Ηνωµένες Πολιτείες (δηλαδή τον «κοινό εχθρό») για κυνισµό και προσπάθεια χειραγώγησης της κατάστασης. Εδώ µπερδεύονται λίγο τα µέτωπα. Και οι συνταγές των εργαστηρίων απειλούν να οδηγήσουν σε εκρήξεις.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 26, 2011

Ενα µαγικό τρίγωνο




Οι πολιτικοί αναλυτές στην Ουάσιγκτον έχουν ήδη χαράξει στους υπολογιστές τους το µαγικό τρίγωνο. Η µία κορυφή είναι η Τουρκία, τόπος µιας επιτυχηµένης σύνθεσης ανάµεσα στο Ισλάµ και στη δηµοκρατία. Η άλλη κορυφή είναι το µετα-σανταµικό Ιράκ που, δεν µπορεί, κάποια στιγµή θα ηρεµήσει. Και η τρίτη κορυφή είναι η νέα Αίγυπτος, απαλλαγµένη από τον δυνάστη της, µε ένα ασαφές ακόµη πολιτικό τοπίο, όπου όµως παίζει και θα εξακολουθήσει να παίζει σηµαντικό ρόλο ο στρατός. Αυτό το τρίγωνο συµβολίζει και υπόσχεται τη φιλελευθεροποίηση της Μέσης Ανατολής. Και οι κορυφές του µπορεί να είναι εξ ορισµού ίσες, αλλά η τουρκική είναι πιο ίση από τις άλλες.

Οπως είναι φανερό, αναφερόµαστε στην περίφηµη θεωρία του «τουρκικού µοντέλου», που θα µπορούσε να προσελκύσει τους απογοητευµένους από τη δυτική υποκρισία εξεγερµένους του αραβικού κόσµου. Η προσέγγιση της Τουρκίας µε τον τελευταίο είναι διπλή: από τη µια πλευρά η Αγκυρα ασκεί µια πολύ ενεργή εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή συνδυάζοντας τη διπλωµατία µε την οικονοµία, κι από την άλλη αποµακρύνεται από το Ισραήλ. Είναι όµως ικανή αυτή η προσέγγιση να στηρίξει την εξαγωγή του τουρκικού µοντέλου; Ή το εγχείρηµα θα έχει την ίδια τύχη µε την «ατζέντα της ελευθερίας» του Τζορτζ Μπους;

Τέσσερα είναι τα βασικά στοιχεία του τουρκικού µοντέλου, επισηµαίνει στη Φιγκαρό η Ντοροτέ Σµιτ, υπεύθυνη του προγράµµατος «Σύγχρονη Τουρκία» στο γαλλικό Ινστιτούτο ∆ιεθνών Σχέσεων. Η ικανότητα ενός ισλαµικού κόµµατος να αναλάβει και να διατηρήσει την εξουσία µε νόµιµα µέσα χωρίς να ακολουθήσει µια πολιτική συστηµατικού εξισλαµισµού. Η εδραίωση της δηµοκρατίας. Ο οικονοµικός δυναµισµός. Και η οικοδόµηση µιας σύγχρονης εθνικής ταυτότητας που σέβεται το παρελθόν. Ολα αυτά τα στοιχεία είναι εύθραυστα, αν όχι συζητήσιµα, καθώς η Τουρκία βρίσκεται σε µεταβατική περίοδο και κανείς δεν µπορεί να αποκλείσει µιαν αυταρχική στροφή του κυβερνώντος κόµµατος. Οι σχέσεις των πολιτικών µε τον στρατό δεν έχουν σταθεροποιηθεί. Οσο για την οικονοµική ανάπτυξη, µπορεί να ξεπέρασε πέρυσι το 8%, χαρακτηρίζεται όµως από µεγάλες εσωτερικές ανισότητες. Και εξαρτάται σε µεγάλο βαθµό από τις ξένες επενδύσεις, από τη µαζική παροχή ενέργειας σε χαµηλές τιµές (και προµηθευτές όχι πάντα αξιόπιστους, όπως η Ρωσία, το Ιράν, το Αζερµπαϊτζάν, η Αλγερία) και από το άνοιγµα εναλλακτικών εξαγωγικών προορισµών στην Ευρώπη.

Η Τουρκία χρησιµοποιεί ως στρατηγικό όπλο την ικανότητά της να ελίσσεται ανάµεσα σε διάφορους κόσµους. Αλλά το όπλο αυτό µπορεί να αποδειχθεί επαχθές φορτίο, τονίζει η Ντοροτέ Σµιτ. Εχοντας αποτύχει σε διάφορες µεσολαβητικές αποστολές (Ισραήλ - Συρία, ιρανικό πυρηνικό πρόγραµµα, εξελίξεις στον Λίβανο), η Αγκυρα συνειδητοποιεί ότι δεν µπορεί να αναλάβει µόνη της το έργο της σταθεροποίησης της Μέσης Ανατολής. Η εφαρµογή του νεοοθωµανικού της ονείρου στην περιοχή θα την αποµάκρυνε οριστικά από την Ευρώπη. Και ενέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί σε αδιέξοδο.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 25, 2011

Δώστε πίσω τον Λάρι!




Η αγγλική λέξη churn είναι δύσκολο να µεταφραστεί. Οπως µας πληροφορεί το λεξικό του in.gr, ως ουσιαστικό σηµαίνει «δοχείο παρασκευής βουτύρου» και ως ρήµα σηµαίνει κυριολεκτικά «ανακατεύω το γάλα» και µεταφορικά «παράγω κάτι µε το τσουβάλι, ξεπετώ». Ισως µπορούµε τώρα να υποπτευθούµε τι σηµαίνει ο νεολογισµός «churnalism» (από το churn και το journalism, δηµοσιογραφία) που δηµιούργησε στη Βρετανία το Media Standards Trust, ένας οργανισµός που ιδρύθηκε το 2006 για να αντιµετωπίσει την πτώση του επιπέδου της δηµοσιογραφίας.

Ολα αυτά είναι θεωρητικά. Η πρακτική εφαρµογή τους είναι η ιστοσελίδα churnalism.com, που λειτουργεί ως εξής: ο περίεργος χρήστης αντιγράφει στον ενδεδειγµένο χώρο ένα δελτίο Τύπου, πατάει ΟΚ, και το «µίξερ» συγκρίνει αυτό το κείµενο µε διάφορα άρθρα που έχουν δηµοσιευθεί στον Τύπο. Τα αποτελέσµατα είναι εντυπωσιακά. Η Ντέιλι Μέιλ αντέγραψε κατά 98% ένα δελτίο Τύπου που έλεγε ότι «οι Βρετανίδες ξοδεύουν περισσότερα χρήµατα για την εµφάνισή τους παρά για την υγεία τους». Οι Τάιµς δηµοσίευσαν ένα άρθρο που κατά 53% αποτελούσε πιστή αντιγραφή της ανακοίνωσης µιας οργάνωσης, η οποία επέκρινε τη µεταναστευτική πολιτική των Εργατικών. Ιδιαίτερη προτίµηση δείχνουν οι εφηµερίδες για τις διαφηµιστικές ανακοινώσεις των σούπερ µάρκετ: η Γκάρντιαν, ας πούµε, αντιγράφει συνήθως τα δελτία της αλυσίδας Waitrose…

«Ο κόσµος δεν µπορεί να φανταστεί µε πόσο churn τον ταΐζουν κάθε µέρα», λέει ο Μάρτιν Μουρ, διευθυντής του MST. Ο ανεξάρτητος σκηνοθέτης Κρις Ατκινς που µίλησε µαζί του, θέλησε να επιβεβαιώσει αυτόν τον ισχυρισµό. ∆ηµιούργησε λοιπόν µια σελίδα στο facebook µε ψευδώνυµο και άρχισε να εφευρίσκει ιστορίες. Μία από αυτές, µε θέµα ένα µικροτσίπ που ειδοποιεί τον σύντροφο µιας γυναίκας κάθε φορά που εκείνη τον απατά (!), δηµοσιεύθηκε αυτούσια στην Ντέιλι Μέιλ, αποτέλεσε για µέρες το πιο διαβασµένο θέµα στην ιστοσελίδα της και αναπαρήχθη από µέσα ενηµέρωσης σε όλο τον κόσµο, ακόµη και από πρωινές εκποµπές της αµερικανικής τηλεόρασης. Η πιο επιτυχηµένη ιστορία του, όµως, ήταν µια υποθετική εκστρατεία µε στόχο να του επιστραφεί ο νέος γάτος της Ντάουνινγκ Στριτ, ο Λάρι, αφού υποτίθεται ότι ανήκε στη θεία του! Οι βρετανικές εφηµερίδες υιοθέτησαν αµέσως την έκκληση του Ατκινς, µε τη Metro να τιτλοφορεί το «ρεπορτάζ» της: «Αγαπητέ Ντέιβιντ Κάµερον, κλέψατε τον γάτο της θείας µου, σας παρακαλώ να της τον δώσετε πίσω!.»

Είναι φανερό ότι όλα αυτά δεν αποτελούν την καλύτερη διαφήµιση της σηµερινής βρετανικής (και όχι µόνο) δηµοσιογραφίας. Το µόνο αισιόδοξο είναι ότι το άρθρο από το οποίο αντλήσαµε τις παραπάνω πληροφορίες, και αναφέρεται µεταξύ των άλλων σε ατοπήµατα της Γκάρντιαν, δηµοσιεύθηκε στην… Γκάρντιαν. Κανείς δεν έκρινε σκόπιµο να το λογοκρίνει. Η εφηµερίδα αυτή έχει αποδείξει άλλωστε ότι δεν φοβάται την αυτοκριτική, δηµοσιεύοντας σε τακτική βάση τα λάθη που παρεισφρέουν στο καθηµερινό της φύλλο.

Ισως αυτός είναι και ο µόνος τρόπος να ανακτήσει – να ανακτήσουµε – την εµπιστοσύνη των αναγνωστών.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 23, 2011

Οι επαναστάσεις και τα σκουπίδια




Η παρακολούθηση µιας εξέγερσης από µακριά είναι χωρίς αµφιβολία λίγο άχαρο πράγµα. Βλέπεις τον κόσµο που βγαίνει στους δρόµους αψηφώντας τον φόβο, βλέπεις νέους ανθρώπους να ενώνονται κάτω από κοινές σηµαίες και ζηλεύεις που δεν είσαι µαζί τους. Βλέπεις τους µπράβους του καθεστώτος να επιτίθενται σε διαδηλωτές, ακούς µαρτυρίες για βοµβαρδισµό πολιτών από αεροπλάνα της ίδιας τους της χώρας και αισθάνεσαι συγκίνηση, αδυναµία και οργή. Οταν όµως κουραστείς, ή όταν είναι να αρχίσει ο αγαπηµένος σου ποδοσφαιρικός αγώνας, αλλάζεις κανάλι –και η ζωή συνεχίζεται.

Ο ισπανός συγγραφέας Αντόνιο Μουνιόθ Μολίνα θυµάται την πρώτη φορά που ένιωσε µια άγρια πολιτική χαρά. Στη γειτονική Πορτογαλία είχε ξεσπάσει η Επανάσταση των Γαρυφάλλων, αλλά εκείνος δεν µπορούσε να την χαρεί γιατί ακόµη ζούσε ο Φράνκο και η δικτατορία του. Εβλεπε τις φωτογραφίες των Πορτογάλων που τοποθετούσαν γαρύφαλλα στις κάννες των όπλων των στρατιωτών και αισθανόταν σαν κάποιον που βλέπει µια ταινία µε τη Φαίη Ντάναγουεϊ και φαντάζεται ότι τη φιλάει εκείνος, όχι ο Ουόρεν Μπίτι. Βυθιζόταν στην ανάγνωση της Informaciones ή της Triunfo και αισθανόταν ότι η ελευθερία είναι υπαρκτή, έστω κι αν έρχεται στην άλλη πλευρά των συνόρων.

Οι Ισπανοί δεν βγήκαν στους δρόµους ούτε πέντε χρόνια αργότερα, το 1979, όταν τον Ιανουάριο έγινε η ιρανική επανάσταση και το καλοκαίρι η επανάσταση των Σαντινίστας. «Μοιάζαµε στους πατεράδες µας και τους παππούδες µας, που είχαν δει σκηνές από την απελευθέρωση του Παρισιού στα Επίκαιρα του κινηµατογράφου», γράφει ο Μολίνα στην Ελ Παΐς. Κι ύστερα ήρθαν οι εξεγέρσεις του 1989 στην Ανατολική Ευρώπη. Και πάλι, όµως, οι Ισπανοί δεν έδειχναν να ενθουσιάζονται. Οι χώρες εκείνες τούς έπεφταν κάπως µακριά, ενώ ένα σηµαντικό µέρος της πνευµατικής και δηµοσιογραφικής ελίτ έβλεπε µε κακό µάτι την αντίσταση σε δικτατορίες πουδεν ήταν φασιστικές. Ο συγγραφέας δεν θα ξεχάσει ποτέ το βράδυ που είδε στην τηλεόραση τις σκηνές από την πτώση του Τείχους. Βρισκόταν σ’ ένα σπίτι µαζί µε άλλους συγγραφείς, εκδότες και κριτικούς τέχνης, που κατά γενική οµολογία ήταν προοδευτικοί. Εβλεπαν τον κόσµο να αγκαλιάζεται στο Βερολίνο και νόµιζες ότι παρακολουθούσαν τη µετάδοση κηδείας…

Πάντα µας ξαφνιάζει µια επανάσταση και πάντα µας αποκαλύπτει. Αλλοι βλέπουν τους εξεγερµένους Αραβες κλαίγοντας και άλλοι κινδυνολογώντας για τους Αδελφούς Μουσουλµάνους. Ενας αριστερός έλληνας βουλευτής, µιλώντας χθες στο ραδιόφωνο για τα γεγονότα στη Λιβύη, είπε ότι τους διαδηλωτές τούς βάζουν οι Αµερικάνοι, και ότι αυτά δεν είναι καλά για µας γιατί «όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα, η φωτιάθα έρθει και σε σένα»! Ο Αντόνιο Μουνιόθ Μολίνα, πάλι, εντυπωσιάστηκε µε τους αιγύπτιους διαδηλωτές που µάζευαν κάθε βράδυ τα σκουπίδια από την Πλατεία Ταχρίρ. Στην Ισπανία – γράφει – οι συλλογικοί πανηγυρισµοί γίνονται πάντα για το ποδόσφαιρο, και αφήνουν πίσω τους σκουπίδια που τα µαζεύει κάποιος άλλος.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 22, 2011

Φόβοι και ταµπού




Η είδηση που έφτασε στους υπολογιστές µας χθες το απόγευµα κυριολεκτικά µας συγκλόνισε – και είναι βέβαιο ότι άλλαξε ριζικά τους συσχετισµούς δυνάµεων στο εσωτερικό της Λιβύης: «Οι 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης καταδίκασαν µε κοινή τους δήλωση την καταστολή των διαδηλώσεων στη Λιβύη και ζήτησαν να δοθεί αµέσως τέλος στη βία πουµαστίζει τη χώρα».

Μη χαµογελάτε ειρωνικά. ∆εν είναι λίγο πράγµα να εκδίδει µια κοινή ανακοίνωση η Ευρωπαϊκή Ενωση για τα γεγονότα στη Βόρεια Αφρική. Για να πετύχει κάτι τέτοιο,πρέπει πρώτα απ’όλα να ξεπεράσει την αδράνεια και απάθεια που αποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικά της. Να φτάσει σε συµβιβασµό µεταξύ διαφόρων οικονοµικών συµφερόντων. Να αφήσει πίσω της φόβους και ταµπού δεκαετιών – που, για να είµαστε δίκαιοι, δεν φωλιάζουν µόνο στην Ευρώπη, αλλά σε ολόκληρη τη ∆ύση.

Ο πρώτος φόβος έχει να κάνει µε την τροµοκρατία. «Η απουσία ελευθερίας, η καταστολή και η διαφθορά υπέθαλψαν ασφαλώς τον ισλαµισµό, αλλά τα καθεστώτα του Μάγρεµπ καταπολέµησαν µέχρι τώρα το φαινόµενο µε αποτελεσµατικό τρόπο», λέει στην «Ελ Παΐς» ο πανεπιστηµιακός Ματιέ Γκιντέρ, συγγραφέας πολλών βιβλίων για την ισλαµιστική τροµοκρατία. Οσο για τη συνέχεια, δηλώνει απαισιόδοξος για τους λαούς και αισιόδοξος για τη µάχη κατά της τροµοκρατίας. Κατά την άποψή του, «οι στρατιωτικοί θα εκµεταλλευτούν τις εξεγέρσεις για να πάρουν στα χέρια τους όλη την εξουσία. Και αυτό θα εξασφαλίσει µια συνέχεια στον αντιτροµοκρατικό αγώνα».

Ο δεύτερος φόβος αφορά τη µετανάστευση. Η άφιξη χιλιάδων Τυνήσιων στις ακτές της Ιταλίας µετά την πτώση του καθεστώτος Μπεν Αλι σήµανε συναγερµό στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εναν συναγερµό που έγινε ακόµη πιο δυνατός µετά τις απειλές του Καντάφι ότι θα πάψει να συνεργάζεται µε την Ε.Ε. για την καταπολέµηση της παράνοµης µετανάστευσης. Με άλλα λόγια, στις Βρυξέλλες πιστεύουν ότι η πτώση των αυταρχικών καθεστώτων της Βόρειας Αφρικής θα αυξήσει τον αριθµό των κακοµοίρηδων που αναζητούν ένα καλύτερο µέλλον στην Ευρώπη. Ο Φιλίπ Φαργκ, διευθυντής του Κέντρου Μεταναστευτικής Πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστηµιακό Ινστιτούτο, διαφωνεί. Οπως λέει, «µόνο σε περιπτώσεις ακραίας αστάθειας δικαιολογείται κάτι τέτοιο. Αλλωστε, η παράνοµη έξοδος είναι µια προβεβληµένη µεν,αλλά πολύ περιθωριακή µορφή µετανάστευσης. Οι περισσότεροι βγαίνουν από τη χώρα µε αεροπλάνο και τουριστική βίζα!».

Υπάρχει, τέλος, το προφανές πρόβληµα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου: το 30% των ποσοτήτων που εισάγει η Ευρώπη προέρχεται από τις χώρες του αραβοπερσικού τόξου. Κι αν στα µέσα ∆εκεµβρίου, πριν αρχίσουν δηλαδή οι ταραχές, η τιµή του πετρελαίου µπρεντ έφτανε τα 91 δολάρια το βαρέλι, χθες εκτοξεύτηκε στα105. Αντιλαµβάνεται λοιπόν κανείς πόσο θάρρος χρειάστηκε να επιστρατεύσουν οι ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών για να καταδικάσουν την καταστολή. Κανονικά θα έπρεπε να ακούσουν τον σοφό Μπερλουσκόνι και να στηρίξουν µε όλες τις δυνάµεις τους τον σοφό Μουµπάρακ, και τον ακόµη σοφότερο Καντάφι…

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 21, 2011

Μονάχα στον δρόµο




Τον περασµένο Οκτώβριο, ύστερα από ένα διάλειµµα προβληµατισµού και ανασυγκρότησης, οι διαδηλώσεις εναντίον του συστήµατος που οδήγησε στην οικονοµική κατάρρευση της Ισλανδίας ξανάρχισαν. Η νέα κυβέρνηση της Αριστεράς, στην οποία συµµετέχουν για πρώτη φορά Σοσιαλδηµοκράτες και Οικολόγοι, αισθάνθηκε τότε ότι είχε έλθει η ώρα να εκπληρώσει µια προεκλογική της υπόσχεση: την ψήφιση µιας λαϊκής συνέλευσης που θα επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του προέδρου και του πρωθυπουργού, θα επανεξετάσει το δικαστικό σύστηµα, θα συζητήσει τη διάκριση Κράτους και Εκκλησίας και θα καθορίσει τη διαχείριση και τον έλεγχο των φυσικών πόρων.

Η προεκλογική εβδοµάδα κράτησε µόλις τρεις εβδοµάδες. Οι 520 υποψήφιοι είχαν δικαίωµα µόνο σε µια τρίλεπτη παρέµβαση από το ραδιόφωνο, τα πολιτικά κόµµατα δεν έλαβαν µέρος, δηµοσκοπήσεις δεν επιτρέπονταν, αλλά τα µπλογκ και το facebook οργίασαν. Η ακραία αυτή µορφή άµεσης δηµοκρατίας δεν φαίνεται να έπεισε τους Ισλανδούς: στις κάλπες προσήλθε µόλις το 36% των ψηφοφόρων, το χαµηλότερο ποσοστό στην ιστορία της χώρας. Παρά ταύτα, εξελέγησαν 25 πολίτες µε κέφι για δουλειά. Ανάµεσά τους, τρεις δηµοσιογράφοι, ένας οικονοµολόγος, µία φιλόσοφος, µια φοιτήτρια, ένας συνδικαλιστής, ένας συνταξιούχος αγρότης, ένας άνεργος µαθηµατικός, ένας πάστορας. Οι περισσότεροι κινούνται στην Κεντροαριστερά, αλλά υπάρχουν και µερικοί Συντηρητικοί. Κάποιοι δηλώνουν Οικολόγοι, κάποιες φεµινίστριες. Ολοι έχουν αναλάβει στο παρελθόν πολιτικές ή κοινωνικές ευθύνες. Ο µηνιαίος µισθός τους ορίστηκε στα 3.270 ευρώ, όσο ακριβώς και του βουλευτή. Και η πρώτη τους συνεδρίαση θα γινόταν αυτές τις ηµέρες. Αλλά το Ανώτατο ∆ικαστήριο είχε διαφορετική άποψη. Επικαλούµενο κάποιες ήσσονος σηµασίας παρατυπίες (όπως ότι τα τραπέζια πίσω από το παραβάν δεν εξασφάλιζαν την απόλυτη µυστικότητα της ψήφου), το εννιαµελές σώµα των δικαστών (που δεν είναι ακριβώς αµερόληπτο, αφού οι οκτώ από τους εννιά δικαστές έχουν διοριστεί από το υπουργείο ∆ικαιοσύνης) ακύρωσε την ψηφοφορία.

Η κυβέρνηση της Γιοχάνα Σιγκουρνταρντότιρ έχει τώρα δύο επιλογές: είτε να επαναλάβει την ψηφοφορία, µε κίνδυνο η συµµετοχή να είναι ακόµη µικρότερη, είτε να αποφασίσει την εκλογή της συνέλευσης από τη Βουλή, οπότε η έννοια της άµεσης δηµοκρατίας θα αλλοιωθεί. Το πείραµα φαίνεται ότι δεν λειτουργεί. Οι πολίτες φωνάζουν, διαδηλώνουν, αλλά δεν είναι διατεθειµένοι να πάρουν τα πράγµατα στα χέρια τους. Κι αν αποπειραθούν να το κάνουν, δεν τους αφήνει το σύστηµα. Το Κόµµα της Ανεξαρτησίας για παράδειγµα, που κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της Ισλανδίας µετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, είδε από την αρχή µε κακό µάτι την ιδέα της λαϊκής συνέλευσης και την υπονόµευσε µε κάθε τρόπο. Κι ας µην εξελέγη σ’ αυτήν ούτε ένας υποψήφιος από τα λαϊκά στρώµατα… «Η άµεση δηµοκρατία ζει µονάχα στον δρόµο», λέει στον ιστότοπο Rue89 ο γαλλοϊσλανδός δηµοσιογράφος Ζεράρ Λεµαρκί, που έλαβε µέρος και στην εξέγερση του Μάη του 1968. «Μόλις θεσµοθετηθεί, εξαφανίζεται».

Σάββατο, Φεβρουαρίου 19, 2011

Πενήντα σηµαίνει πενήντα




Οταν στα πενήντα της η επιτυχηµένη αµερικανίδα σεναριογράφος Τρέισι Τζάκσον («Daredevil», «Ψωνίζω άρα υπάρχω») διαπίστωσε ότι το Χόλιγουντ δεν της έδινε πια δουλειά, αντέδρασε µε διάφορους τρόπους. Πρώτα προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της ότι αν επέµενε, θα διέψευδε την πεποίθηση της αµερικανικής κινηµατογραφικής βιοµηχανίας πως όποιος περάσει τα σαράντα είναι πια γέρος. Οταν τα δεκάδες ραντεβού που έκλεισε δεν απέδωσαν καρπούς, έπαθε µια γερή υπαρξιακή κρίση. Υστερα θυµήθηκε µια ρήση της Βιρτζίνια Γουλφ («Να τακτοποιείς τα κοµµάτια που βρίσκεις στον δρόµο σου»), πήρε την έφηβη κόρη της και ταξίδεψαν στις φτωχογειτονιές της Ινδίας. Η κόρη, που είχε µάθει να τρώει στα πολυτελή εστιατόρια του Μανχάταν χρεώνοντας την πιστωτική κάρτα της µητέρας της, είδε τι σηµαίνει να τρως κουρκούτι και να κάνεις τις ανάγκες σου σε έναν λάκκο. Η εµπειρία τη µεταµόρφωσε. Και η Τρέισι Τζάκσον ήξερε ότι µπορούσε πια να γράψει τη βιογραφία της.

Το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν από λίγες ηµέρες µε τίτλο «Γιατί τα πενήντα δεν είναι τα νέα τριάντα» (εκδ. Harper). Οπως σηµειώνει η Αν Λέβιν του Ασοσιέιτεντ Πρες, η συγγραφέας (που είναι σήµερα 52 ετών) αποπειράται να διαλύσει τον µύθο ότι οι σηµερινοί πενηντάρηδες είναι είκοσι χρόνια νεώτεροι από τη χρονολογική τους ηλικία πιάνοντας µια σειρά από ζητήµατα που βασανίζουν τις συνοµήλικές της. Την εµµηνόπαυση (εφιάλτης) και το σεξ ύστερα απ’ αυτήν (χρήσιµα τα sex toys). Τη δίαιτα και τη γυµναστική (απαραίτητα και τα δύο). Την εύρεση µιας καινούργιας δουλειάς (κάτι που έχει ζωτική σηµασία) αν σε έχουν διώξει από την πρώτη (κάτι αναπόφευκτο). Τη συνειδητοποίηση ότι τα παιδιά θα πάνε σχολείο (καταστροφή). Το λίφτινγκ (ναι!). Τις οικονοµικές δυσκολίες µετά τα 50 (δύσκολα, αλλά όχι προς θάνατο). Τις δυσκολίες να βρεις φίλους µετά τα 50 (χρήσιµο το Internet). Και το πιο σκληρό απ’ όλα: να χάνεις αγαπηµένα σου πρόσωπα (δεν γίνεται αλλιώς).

Το µεγαλύτερο προσόν του βιβλίου είναι το χιούµορ του. «Οταν ήµουν τριάντα», γράφει, «είχα τέσσερις γιατρούς στην ατζέντα µου: έναν γυναικολόγο, έναν οδοντίατρο,έναν παθολόγο και έναν κτηνίατρο. Σήµερα έχω τριάντα πέντε. Τις προάλλες, ο άντρας µου µού είπε πως ο ενδοκρινολόγος του είπε ότι χρειαζόµαστε κι έναν ουρολόγο. “Για ποιον λόγο;”, τον ρώτησα.“Ολοι όσοι περνούν τα πενήντα χρειάζονται έναν ουρολόγο”, µου είπε. Ετσι προσθέσαµε κι αυτόν στη λίστα. Εχουµε επίσης δύο ψυχαναλυτές, έναν διατροφολόγο κι ένα βελονιστή».

Εντάξει, η συγγραφέας είναι Αµερικανίδα, και το δείχνει. Η αντιµετώπιση της κρίσης της µέσης ηλικίας, όµως,είναι κάτι οικουµενικό. Κι όπως γράφει, «αν θέλεις να δείχνεις νεώτερος και να νιώθεις νεώτερος, να δείχνεις υγιέστερος και να νιώθεις υγιέστερος, δύο πράγµατα πρέπει να κάνεις: να χάσεις βάρος και να κάνεις γυµναστική. ∆ικαιολογίες όπως “δεν έχω χρόνο” ή “δεν έχω λεφτά” κοµµένες».

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 18, 2011

Κι αν το ντόµινο σταµατήσει;




Το αγαπηµένο παιχνίδι των πολιτικών αναλυτών αυτές τις ηµέρες είναι το ντόµινο. Οχι το γνωστό ντόµινο που παίζαµε µικροί (εντάξει, εµείς οι µεσήλικοι), αλλά το στρατηγικό ντόµινο της Μέσης Ανατολής, δηλαδή το στοίχηµα ποιος θα ακολουθήσει τον Μπεν Αλι και τον Μουµπάρακ. Θα είναι ο Καντάφι; Θα είναι ο Σάλεχ της Υεµένης ή µήπως ο βασιλιάς αλ-Χαλίφα του Μπαχρέιν; Ενας αρθρογράφος στο Huffington Post εκφράζει τη βεβαιότητα ότι το επόµενο καθεστώς που θα πέσει είναι της Αλγερίας. Και αυτό επειδή στη χώρα αυτή ανακοινώθηκε ότι σε λίγες ηµέρες αίρεται η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κάτι που σηµαίνει ότι ένα µέρος του καθεστώτος στρέφεται εναντίον του εαυτού του.

Κι αν όλα αυτά είναι άτοπα; Αν οι συνθήκες που προκάλεσαν την πτώση των δύο δικτατόρων δεν πληρούνται στις χώρες που µας απασχολούν τις τελευταίες ηµέρες; Η Τυνησία και η Αίγυπτος, γράφει ο Πιερ Ασκί στον ιστότοπο Rue89, έχουν αρκετά κοινά σηµεία: έναν αξιωµατικό που πέταξε τη στολή κι έβαλε κοστούµι και γραβάτα, ένα στρατό µε δηµοκρατικές καταβολές, ένα σχετικά οµοιογενή πληθυσµό, µια σηµαντική µεσαία τάξη και ένα κοινωνικό χάσµα ανάµεσα στους εύπορους και τους υπολοίπους. Οι συνθήκες αυτές επέτρεψαν τη συνάντηση ανάµεσα σε µια µοντέρνα νεολαία, µε πρόσβαση στα παγκόσµια κοινωνικά δίκτυα, και σε εκείνους που δεν έχουν επωφεληθεί από την ανάπτυξη. Μια συνάντηση που παρακολουθούσε µάλλον θετικά ο στρατός, ο οποίος αρνήθηκε να στραφεί εναντίον του λαού.

Οι υπόλοιπες χώρες έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες που δεν µπορεί να παραγνωριστούν στο όνοµα ενός µηχανικού µιµητισµού: το Μπαχρέιν έχει τους σιίτες, η Ιορδανία τους βεδουίνους, η Υεµένη τις φυλές, το Μαρόκο τη µοναρχία, η Αλγερία µια αιµατηρή ιστορία, το ίδιο και ο Λίβανος. Επιπλέον, απουσιάζει πια το στοιχείο της έκπληξης. Αντίθετα µε τους δεινοσαύρους που κυβερνούσαν την Τυνησία και την Αίγυπτο, οι άλλοι δυνάστες έχουν συνειδητοποιήσει πως οι νέοι δεν µπαί νουν στο facebook µόνο για να φλερτάρουν ή να ανταλλάξουν φωτογραφίες. Καµιά φορά, ετοιµάζουν και εξεγέρσεις. Ετσι, όταν δόθηκε στην Αλγερία το σύνθηµα να βγει ο κόσµος στους δρόµους, οι αστυνοµικοί ήταν περισσότεροι από τους διαδηλωτές. Κι όταν οι Αρχές του Μπαχρέιν αποφάσισαν να καθαρίσουν την Πλατεία του Μαργαριταριού, το έκαναν µέσα στη νύχτα, όταν οι διαδηλωτές κοιµόντουσαν.

Ολα αυτά δεν σηµαίνουν ότι οι δικτάτορες, οι βασιλιάδες και οι αγιατολάδες µπορούν να κοιµούνται ήσυχοι. Οι αναλυτές που θεωρούσαν ότι σε αυτή την περιοχή του κόσµου οι λαοί είναι καταδικασµένοι να διαλέξουν ανάµεσα στη λογοκρισία των στρατιωτικών και στους φετφάδες των ισλαµιστών διαψεύστηκαν από µια µαχητική νεολαία, που δεν θέλει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Πολλά θα εξαρτηθούν τώρα από την πορεία των εξεγέρσεων της Τύνιδας και του Καΐρου: αν δεν προδώσουν τους πρωταγωνιστές τους, θα αποτελέσουν ένα πολύτιµο προηγούµενο.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 17, 2011

Η Αίγυπτος του Μάλερ




Η Τρίτη Συµφωνία του Μάλερ είναι ένα γιγαντιαίο έργο µε πολλές ιδιαιτερότητες. Το πρώτο µέρος, για παράδειγµα, διαρκεί 30 µε 35 λεπτά, περισσότερο δηλαδή κι από την Πέµπτη Συµφωνία του Μπετόβεν. Η µουσική εδώ περιγράφει τον όχλο, τη µάζα, που πολεµά κάτι απολύτως αµετακίνητο. Στο κεντρικό τµήµα αυτού του µέρους λαµβάνει χώρα µια τεράστια πορεία. Για τον Μάλερ, πρόκειται για την πορεία των εποχών, είναι όµως και η πορεία του όχλου εναντίον αυτού του ογκώδους πράγµατος, το οποίο τελικά καταφέρνει να µετακινήσει.

Η Φιλαρµονική Ορχήστρα του Βερολίνου έπαιξε αυτήν τη συµφωνία στη γερµανική πρωτεύουσα τις ηµέρες που είχε φουντώσει η εξέγερση της Αιγύπτου. «Ηταν κάτι το εκπληκτικό», λέει στην «Γκάρντιαν» ο διευθυντής της ορχήστρας, ο περίφηµος βρετανός αρχιµουσικός Σάιµον Ρατλ. «Πρέπει να έχετε υπόψη σας ότιη ορχήστρα αυτή είναι ιδιαίτερα πολιτικοποιηµένη, οι µουσικοί παρακολουθούν τις εξελίξεις και τις συζητούν διαρκώς». Ο παραλληλισµός είναι προφανής: το αµετακίνητο αντικείµενο είναι ο Χόσνι Μουµπάρακ, τον οποίο ο όχλος κατάφερε τελικά να διώξει. Κατά σύµπτωση, επέστρεψε την περασµένη εβδοµάδα στο Βερολίνο ένας νεαρός Αιγύπτιος που παλιότερα ήταν ο επικεφαλής µπασίστας της Ορχήστρας. «∆εν είναι ούτε 30 ετών, πράγµα που σηµαίνει ότι δεν είχε γνωρίσει στη ζωή του άλλο ηγέτη από τον Μουµπάρακ. Οταν µε είδε, µου είπε: “Αυτήν τη φορά νικήσαµε!”»

Ο Ρατλ βλέπει όµως και µια βαθύτερη σύνδεση της ορχήστρας του µε τα γεγονότα της Αιγύπτου. «Ενα από τα πιο συγκινητικά πράγµατα που διάβασα τις τελευταίες ηµέρες ήταν για έναν µπλόγκερ που έγραψε ότι οι Αιγύπτιοι “άδραξαν τη δική τους αφήγηση”. Νοµίζω ότι για τους µουσικούς µιας ορχήστρας αυτό είναι ιδιαίτερα σηµαντικό: ότι αδράχνεις την ίδια αφήγηση µε όλους τους άλλους, σε όποια κατεύθυνση κι αν πηγαίνει. Εχει κανείς την αίσθηση ότι οι Αιγύπτιοι πορεύονται πραγµατικά σε µια κοινή κατεύθυνση, όσες δυσκολίες κι αν συναντούν στον δρόµο τους. Για τους µουσικούς,αυτό είναι κάτι που καλά θα κάνουν να το θυµούνται».

Ο 56χρονος µαέστρος αποκαλύπτει ότι είναι η πρώτη φορά ύστερα από εννιά χρόνια που ο ίδιος και οι µουσικοί του ανακαλύπτουν έναν τρόπο να πορευτούν µαζί. Με τη χαρακτηριστική του σεµνότητα, ισχυρίζεται ότι όλα αυτά τα χρόνια έµαθε περισσότερα από τους µουσικούς του απ’ όσα έµαθαν εκείνοι απ’ αυτόν. «Υπάρχει η αίσθηση ότι γνωριζόµαστε πια καλά, άρα πολλά πράγµατα δεν είναι ανάγκη να λέγονται, ιδιαίτερα στον Μάλερ». Με άλλα λόγια, σηµειώνει η «Γκάρντιαν», ο Ρατλ αισθάνεται ότι πλησιάζει το ιερό δισκοπότηρο που κυνηγούν όλοι οι αρχιµουσικοί: την απόλυτη ταύτιση ανάµεσα στην κίνηση των χεριών του και τονήχο που βγάζει η ορχήστρα, χωρίς να χρειάζεται καµιά φραστική επεξήγηση. Ισως αυτός ναείναι κι ένας από τους ορισµούς της ευτυχίας.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 16, 2011

Δηµοσιογραφικοί ακροβατισµοί




Η πρώτη φάση χαρακτηρίζεται από πολύ φόβο και αυστηρές προειδοποιήσεις. Κάποιος Ρόνεν Μπέργκµαν, που συστήνεται ως «βασικός στρατιωτικός αναλυτής της ισραηλινής εφηµερίδας “Yedioth Aharonot”», γράφει την 1η Φεβρουαρίου ότιτο µεγάλο λάθος του Οµπάµα είναι η εγκατάλειψη ενός πολύτιµου συµµάχου ύστερα από ούτε µία εβδοµάδα διαδηλώσεων. Τρεις ηµέρες µετά, το κύριο άρθρο της εφηµερίδας τονίζει ότι το µεγάλο λάθος του Μπους ήταν ότι επέτρεψε(!) να λάβει µέρος στις παλαιστινιακές εκλογές ένα ισλαµικό κόµµα. Και στις 8 Φεβρουαρίου ο αρθρογράφος Μπρετ Στίβενς υποστηρίζει ότι πρώτος στόχος της αµερικανικής πολιτικής δεν πρέπει να είναι η οικοδόµηση του δηµοκρατικού µέλλοντος της Αιγύπτου. «Η δηµοκρατία», τονίζει, «είναι µια µακροπρόθεσµη στρατηγική ανάγκη»…

Μιλάµε για τη «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», και συγκεκριµένα για τις σελίδες που φιλοξενούν άρθρα γνώµης. Οι σελίδες αυτές διευθύνονται από µια επιτροπή που λειτουργεί ανεξάρτητα από την υπόλοιπη σύνταξη – και τις τελευταίες ηµέρες απέδειξε ότι είναι εξαιρετικά ευπροσάρµοστη. ∆ιότι µετά τη «φάση του φόβου» ακολούθησε η «φάση της στροφής». Στις 10 Φεβρουαρίου, η αµερικανική οικονοµική εφηµερίδα αντιµετωπίζει πλέον τον Μουµπάρακ ως βάρος και θεωρεί ότι το άµεσο συµφέρον της Αµερικής είναι να αποτρέψει την ανάληψη της εξουσίας από τους ισλαµιστές. Την εποµένη µιλά πλέον για την ανάγκη «άµεσης» µετάβασης σε µια φιλελεύθερη δηµοκρατία. Αλλά το πραγµατικό παραλήρηµα σηµειώνεται το Σάββατο 12 Φεβρουαρίου, όταν πια ο αιγύπτιος πρόεδρος έχει παραιτηθεί. Οπως γράφει ο Σιλβέν Σιπέλ της «Μοντ», που έκανε τη σχετική σταχυολόγηση, έχουµε περάσει πια στη «φάση του απολογισµού».

∆ύο είναι οι νικητές αυτής της εξέγερσης, τονίζουν οι αρθρογράφοι της «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ». Και κατά σύµπτωση είναι και οι δύο Αµερικανοί! Ο ένας είναι οι νέες τεχνολογίες. «Ο αρχηγός της αιγυπτιακής εξέγερσης είναι στέλεχος της Google: θα µπορούσε άραγε το µέλλον να είναι πιο καθαρό;», αναρωτιέται η Πέγκι Νούναν.Ο δεύτερος νικητής είναι ο Μπους. Αυτός δεν είχε µιλήσει για τη «µεγάλη Μέση Ανατολή»; Αυτός δεν οραµατιζόταν την εξαγωγή της δηµοκρατίας; Εντάξει, έκανε έναν λάθος υπολογισµό ξεκινώντας από το Ιράκ, αλλά η στρατηγική του ανάλυση ήταν επί της ουσίας σωστή. Να λοιπόν γιατί πρέπει όλοι να φωνάξουµε µαζί µε τη «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ»:«Είµαστε όλοι νεοσυντηρητικοί!».

Η εφηµερίδα, που µόλις πριν από λίγες ηµέρες προειδοποιούσε πως πρέπει µε κάθε τρόπο να µείνουν οι ισλαµιστές έξω από την πολιτική, τώρα εξαίρει τον στρατό επειδή σε τρεις µουσουλµανικές χώρες – το Πακιστάν, την Ινδονησία και την Τουρκία – εγγυάται τόσο την πολιτική εκπροσώπηση του Ισλάµ όσο και τις καλές σχέσεις µε τις Ηνωµένες Πολιτείες. Από τις τρεις αυτές χώρες, η καλύτερη είναι φυσικά η Τουρκία, όπου το κυβερνών (ισλαµικό) κόµµα εξασφαλίζει µια δυναµική δηµοκρατία και µια µοντέρνα οικονοµία της αγοράς.

Καταλάβατε τίποτα;

Τρίτη, Φεβρουαρίου 15, 2011

«Vattene!»




«Dégage!», δηλαδή «Ξεκουµπίσου!»: το σύνθηµα αυτό, που το πρωτοχρησιµοποίησαν οι Τυνήσιοι για τον δικτάτορά τους και στη συνέχεια το υιοθέτησαν οι Αιγύπτιοι, έχει αρχίσει να δελεάζει και µερικούς Ευρωπαίους. Το γαλλικό περιοδικό Marianne το χρησιµοποίησε τις προάλλες στο εξώφυλλό του, δίπλα σε µια φωτογραφία του Νικολά Σαρκοζί. Αλλά ο ηγέτης στον οποίο ταιριάζει περισσότερο είναι µάλλον ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Με την ιταλική του εκδοχή, φυσικά: «Vattene!».

Τα «πάρτι µπούνγκα - µπούνγκα» του ιταλού πρωθυπουργού έχουν γίνει το τελευταίο ανέκδοτο στις παρέες. Χαζεύουµε τα όµορφα κορίτσια που πέρασαν από τις βίλες του Μπερλουσκόνι και σχολιάζουµε πως, αν µη τι άλλο, ο άνθρωπος έχει γούστο. Ο βρετανός δηµοσιογράφος Σάιµον Τζένκινς διηγείται ότι είπε γελώντας σε µια ιταλίδα φίλη του πως η αξιοπρέπεια του ιταλικού κράτους θα µπορούσε να βρει ένα ψίχουλο παρηγοριάς στη δροσιά αυτών των κοριτσιών. Αλλά εκείνη δεν είχε όρεξη για αστεία. «Θα ήθελα να µην το συζητήσω» του είπε. «Ολο αυτό είναι τροµερό. Ντρέποµαι πολύ».

Η ίδια ντροπή κινητοποίησε και τις εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες που διαδήλωσαν προχθές σε περισσότερες από 200 ιταλικές πόλεις. Κάποιες από τις γυναίκες αυτές αναρωτιούνται κατά πόσον θα µπορούσαν να χρησιµοποιήσουν τη στρατηγική των αιγύπτιων διαδηλωτών για να αναγκάσουν τον Μπερλουσκόνι να «ξεκουµπιστεί». Σύµφωνα µε µια πρόσφατη δηµοσκόπηση, το 25% των οπαδών της αντιπολίτευσης θα ήθελαν η κινητοποίησή τους να είναι διαρκής και όσο το δυνατόν ευρύτερη. Ο,τι έγινε δηλαδή στην Πλατεία Ταχρίρ. Η διαφορά είναι βέβαια πως ο Μπερλουσκόνι δεν είναι δικτάτορας. Και πως όσο µεγάλη κι αν είναι η δύναµη των µέσων ενηµέρωσης που ελέγχει, η κυβέρνηση της Ιταλίας είναι προϊόν ελεύθερων και πολυκοµµατικών εκλογών. Αρα; Τι µπορούν να κάνουν οι Ιταλοί που έχουν σιχαθεί πια τον «µπερλουσκονισµό» και όσα κουβαλά µαζί του – διαφθορά, χρηµατισµός δικαστών, εκχυδαϊσµός της δηµόσιας ζωής –, που δεν µπορούν να βλέπουν µια πόλη µε ιστορία 3.000 ετών όπως είναι η Νάπολι να καταρρέει, που διαπιστώνουν µε ντροπή ότι η ανοικοδόµηση της Αϊτής γίνεται µε ταχύτερους ρυθµούς απ’ ό,τι η ανοικοδόµηση της µεσαιωνικής Λ’ Ακουιλα; Και τι µπορούν να κάνουν οι Ευρωπαίοι για να τους βοηθήσουν να περάσουν ξανά στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας»;

Οπως σηµειώνει ο Τζένκινς στην Γκάρντιαν, µας αρέσει να λέµε στην Αίγυπτο πώς να φέρεται, στο Ισραήλ πώς να φέρεται, στους Παλαιστινίους πώς να φέρονται, αλλά κανείς ευρωπαίος πολιτικός δεν γυρίζει να πει στον Μπερλουσκόνι πώς να φέρεται. Προτιµάµε, αντίθετα, να το ρίχνουµε στο κουτσοµπολιό, να χαχανίζουµε µε τους ιταλούς φαλλοκράτες, να λέµε ανέκδοτα για τη Μαφία κι όταν η συζήτηση σοβαρεύει να λέµε πως «η Ιταλία είναι Ιταλία». Γι’ αυτήν την Ιταλία, όµως, πληρώνει (και) ο ευρωπαίος φορολογούµενος. ∆εν πρέπει λοιπόν να έχει λόγο;


Δευτέρα, Φεβρουαρίου 14, 2011

Τρεις µύθοι και δύο αλήθειες




Με τι να µοιάζει άραγε περισσότερο η «εξέγερση του Νείλου»; Με την ιρανική επανάσταση του 1979 (η επέτειος της οποίας συνέπεσε µε την παραίτηση του Μουµπάρακ) ή µε τις εξεγέρσεις του 1989 στην Ανατολική Ευρώπη; ∆ιάφοροι ιστορικοί και πολιτικοί αναλυτές προσπαθούσαν τις τελευταίες εβδοµάδες να βγάλουν ένα συµπέρασµα. Η απάντηση είναι απλή: µε τίποτα από τα δύο! Οι λαϊκές κινητοποιήσεις που οδήγησαν στην πτώση των δικτατόρων της Τυνησίας και της Αιγύπτου αποτελούν κάτι καινούργιο, που αιφνιδίασε τόσο τις τοπικές ηγεσίες όσο και τους πολιτικούς και τις µυστικές υπηρεσίες της ∆ύσης. Ας προσπαθήσουµε λοιπόν µε την ευκαιρία να συγκεντρώσουµε µερικούς µύθους και αλήθειες.

Η επανάσταση της Πλατείας Ταχρίρ «κλάπηκε» από τον στρατό: µύθος. Η προσωρινή ανάληψη της εξουσίας από τον στρατό ήταν η λύση που ήθελαν οι διαδηλωτές και ο µόνος τρόπος να αποτραπεί το χάος. Το επόµενο στάδιο θα είναι βέβαια κρίσιµο, καθώς δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το στρατιωτικό συµβούλιο βιάζεται να µεταβιβάσει την εξουσία στους πολιτικούς. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που οι διαδηλωτές µιλούν για «ανολοκλήρωτη» επανάσταση.

Τα πρόσωπα παίζουν σηµαντικό ρόλο στο γράψιµο της Ιστορίας: αλήθεια. Ο Χαλέντ Σαΐντ, που ξυλοκοπήθηκε µέχρι θανάτου από αιγύπτιους αστυνοµικούς, ο Μοχάµεντ Μπουαζίζι, που αυτοπυρπολήθηκε µετά τον εξευτελισµό του στο Σίντι Μπουζίντ της Τυνησίας, ο Ουαέλ Γόνιµ, που έβαλε τα κλάµατα µπροστά στον φακό για τους νεκρούς του Καΐρου, επηρέασαν αποφασιστικά τους συµπατριώτες τους και τους έκαναν να ξεπεράσουν τον φόβο απέναντι στη διαφθορά και την αδικία.

Ολα είναι ελεγχόµενα και στηµένα, οι Αµερικανοί ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις: µύθος. Η CIA δεν είχε προβλέψει τις εξελίξεις, η αµερικανική κυβέρνηση άλλαζε κάθε µέρα θέση, αλλά ο πρόεδρος Οµπάµα συνειδητοποίησε εγκαίρως ότι «ρεαλπολιτίκ» δεν σηµαίνει σήµερα υποστήριξη του στάτους κβο. Οπως είπε ο γνωστός µας Νίκολας Μπερνς, που έχει υπηρετήσει και στο Κάιρο, «οι Ηνωµένες Πολιτείες πρέπει να δεχθούν το αποτέλεσµα των επόµενων εκλογών στην Αίγυπτο, όποιο κι αν είναι. Αλλη λύση δεν υπάρχει».

Ανοιξε ο δρόµος για µια ισλαµική Μέση Ανατολή: µύθος. Οι ισλαµιστές θα προσπαθήσουν ασφαλώς να εκµεταλλευτούν την κατάσταση, αλλά ο ρόλος της θρησκείας σε όλες τις διαδηλώσεις που παρακολουθούµε είναι περιθωριακός. Οπως επισηµαίνει στον «Νουβέλ Οµπζερβατέρ» ο γαλλο-ιρανός κοινωνιολόγος Φάρχαντ Χοσροχαβάρ, το iσλάµ, ακόµη κι όταν είναι παρόν, αναφέρεται περισσότερο στην κοινωνία των πολιτών και την αξιοπρέπεια του πολίτη παρά σε µια βίαιη ανατροπή ή στον ισλαµικό νόµο.

Αρχίζει να διαγράφεται ένας νέος παναραβισµός: αλήθεια. Ο παναραβισµός αυτός δεν έχει αντιδυτικά και αντισηµιτικά χαρακτηριστικά όπως παλιά, χρησιµοποιεί πολύ τις νέες τεχνολογίες, αναγνωρίζει τα δικαιώµατα των γυναικών και των µειονοτήτων, και απαιτεί πολιτική ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Αξίζει, κατά συνέπεια, την ολόθερµη υποστήριξή µας.


Σάββατο, Φεβρουαρίου 12, 2011

Το τζίνι βγήκε από το µπουκάλι




"Εδώ και είκοσι χρόνια, γράφω ανοησίες από το πρωί ώς το βράδυ µε εντολή των προϊσταµένω µου. Χρειάστηκε να έρθει η περασµένη Δευτέρα για να δεχθεί η εφηµερίδα να γράψει ο καθένας από µας ένα άρθρο για την επανάσταση». Η 40χρονη Σερέν εργάζεταιστην «αλΑχράµ», τη µεγαλύτερη εφηµερίδα της Αιγύπτου, που ιδρύθηκε το 1875,πουλάει πάνω από ένα εκατοµµύριο φύλλα την ηµέρα και ακολουθούσε ανέκαθεν µια σταθερή φιλοκυβερνητική γραµµή. Τα γραφεία αυτής της εφηµερίδας, που ελέγχεται από το υπουργείο Ενηµέρωσης, είναι έτσι ο τελευταίος τόπος όπου θα περίµενε να ακούσει κανείς συνθήµατα όπως «Ελευθερία! Ελευθερία!», «Μουµπάρακ, φύγε!» και «Φτάνει πια η δικτατορία!». Και οι σελίδες αυτής της εφηµερίδας είναι ο τελευταίος τόπος όπου θα περίµενε κανείς να διαβάσει ένα κύριο άρθρο που επαινεί τους διαδηλωτές της Πλατείας Ταχρίρ και καλεί την κυβέρνηση να προωθήσει µεταρρυθµίσεις.

Αυτό ακριβώς συµβαίνει όµως τις τελευταίες ηµέρες, και ιδιαίτερα µετά τη συναισθηµατικά φορτισµένη συνέντευξη που έδωσε ο ακτιβιστής Ουαέλ Γόνιµ στο ιδιωτικό κανάλι Dream. Οι δηµοσιογράφοι δεν αρκούνται να καταγγείλουν την κρατική προπαγάνδα. Πολλοί από αυτούς αρνούνται ανοιχτά να δουλέψουν για ανθρώπους που µέχρι σήµερα τους λογόκριναν. Αλλοι βγαίνουν για πρώτη φορά στον δρόµο για να απαιτήσουν τέλος στη διαφθορά και καλύτερες συνθήκες εργασίας. «Πολλοί δηµοσιογράφοι που εργάζονται στην τηλεόραση ακόµη και δέκα χρόνια δεν έχουν καµιά κατοχύρωση, κανένα δικαίωµα, δεν έχουν ιατροφαρµακευτική περίθαλψη ούτε θα πάρουν σύνταξη», λέει η Ράντα, που κερδίζει 650 αιγυπτιακές λίρες (80 ευρώ) τον µήνα. «Υποτίθεται ότι αν δουλεύουµε περισσότερο θα κερδίζουµε περισσότερα, µόνο που πολλές φορές δεν πληρωνόµαστε καθόλου!», προσθέτει η Ασµαέ, παρουσιάστρια σε κρατικό κανάλι εδώ και πέντε χρόνια, που πήγε για πρώτη φορά στην Πλατεία Ταχρίρ το περασµένο Σάββατο και διαπίστωσε µε τα µάτια της το χάσµα ανάµεσα στην πραγµατικότητα και την τηλεοπτική κάλυψή της.

Στο κανάλι όπου δουλεύει η Ασµαέ, η οδηγία είναι πλέον η εξής: «Μπορείτε να λέτε ό,τι θέλετε, αρκεί να µην προσβάλλετε το καθεστώς». Το τζίνι έχει βγει πια από το µπουκάλι. Το φράγµα του φόβου έπεσε. Εκατοντάδες δηµοσιογράφοι ζητούν πλέον την παραίτηση του προέδρου του συνδικάτου Μακράµ Μοχάµεντ Αχµεντ, ο οποίος δεν αντέδρασε ούτε όταν ένας ρεπόρτερ της«αλ-Αχράµ» έχασε τη ζωή του από τα πυρά αστυνοµικών. «Ολοι πλέον µπορούν να πουν ΟΧΙ», τονίζει ένας δηµοσιογράφος απότο επίσηµο αιγυπτιακό πρακτορείο ειδήσεων Μena. «Σηµειώνονται σφοδρές αντιπαραθέσεις µε τους αρχισυντάκτες, κι αυτό είναι καινούργιο στην Αίγυπτο. Μέχρι σήµερα, τους διόριζε όλους ο πρόεδρος. Ηταν προστατευµένοι. Και επωφελήθηκαν ιδιαίτερα απ’ αυτό».

Η Σερέν δεν ντρέπεται πια γι’ αυτά που γράφει. Ανακατεύεται µε το πλήθος στην Πλατεία Ταχρίρ και επιτρέπει στον εαυτό της να ελπίζει ότι οι µέρες που έρχονται θα είναι καλύτερες.


Παρασκευή, Φεβρουαρίου 11, 2011

Φλερτάροντας τους Αδελφούς Μουσουλµάνους




Το 1953, έναν χρόνο πριν απαγορευτεί η Μουσουλµανική Αδελφότητα από τον Νάσερ, η αµερικανική Υπηρεσία Πληροφοριών κάλεσε καµιά σαρανταριά ισλαµιστές λογίους και πολιτικούς ηγέτες από µουσουλµανικές χώρες για ένα συνέδριο στο Πανεπιστήµιο του Πρίνστον. Η πρόσκληση έγινε στο πλαίσιο ενός µυστικού αµερικανικού προγράµµατος και ο πραγµατικός λόγος ήταν να εντυπωσιαστούν οι επισκέπτες από την πνευµατική και ηθική δύναµη της χώρας, ώστε να επηρεάσουν συνέχεια τη µουσουλµανική κοινή γνώµη. Οπως γράφει όµως στο «New York Review of Books» ο Ιαν Τζόνσον, συγγραφέας του βιβλίου «Ενα τζαµί στο Μόναχο», ο απώτερος στόχος ήταν να αρχίσει µια αντικοµµουνιστική εκστρατεία σε αυτές τις χώρες που είχαν πρόσφατα αποκτήσει την ανεξαρτησία τους. Στην εκστρατεία αυτή, η θρησκεία θα έπαιζε σηµαντικό ρόλο.

Οπως φαίνεται από το βιβλίο των ραντεβού του προέδρου Αϊζενχάουερ, ένας από τους καλεσµένους ήταν ο Σαϊντ Ραµαντάν, γαµπρός του ιδρυτή της Μουσουλµανικής Αδελφότητας (και πατέρας του ελβετού θεωρητικού του ευρω-ισλάµ Ταρίκ Ραµαντάν). Ο Ραµαντάν, που θεωρούνταν τότε κάτι σαν «υπουργός Εξωτερικών» της Αδελφότητας, χαρακτηριζόταν σε αναλύσεις της CIA «φαλαγγίτης» και «φασίστας». Αλλά αυτό δεν εµπόδισε τον Λευκό Οίκο να τον καλέσει. Και στο τέλος της δεκαετίας, η CIA τον υποστήριζε πλέον ανοιχτά. Αλλά ο Ραµαντάν, που ενδιαφερόταν περισσότερο να διαδώσει τις ισλαµιστικές του ιδέες από το να πολεµήσει τον κοµµουνισµό, έπαιζε το δικό του παιχνίδι. Κατέλαβε (µε την υποστήριξη των Ηνωµένων Πολιτειών) ένα τζαµί στο Μόναχο, έδιωξε τους ντόπιους µουσουλµάνους και το µετέτρεψε σε ένα από τα σηµαντικότερα κέντρα της Αδελφότητας. Αργότερα θα υποστήριζε την ιρανική επανάσταση και θα βοηθούσε να διαφύγει ένας ακτιβιστής που δολοφόνησε έναν από τους διπλωµάτες του Σάχη στην Ουάσιγκτον.

Είναι προφανές ότι οι Αµερικανοί δεν είχαν ποντάρει στο σωστό άλογο. Παρά ταύτα, συνέχισαν να έχουν µυστικές συναντήσεις µε στελέχη της Αδελφότητας. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεµβρίου, ο πρόεδρος Μπους δήλωσε ότι ορισµένα µέλη της οργάνωσης υποστήριζαν την τροµοκρατία. Στο τέλος της δεύτερης θητείας του όµως, κι ενώ οι Ηνωµένες Πολιτείες έχαναν δύο πολέµους στον µουσουλµανικό κόσµο και αντιµετώπιζαν εχθρικές µουσουλµανικές µειονότητες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (όπου η Αδελφότητα είχε σηµαντική επιρροή), οι δύο πλευρές φλερτάριζαν και πάλι. Το 2006, µια έκθεση της CIA ανέφερε ότι η Αδελφότητα χαρακτηρίζεται από «εντυπωσιακό εσωτερικό δυναµισµό, οργάνωση και κοινή λογική». Την ίδια στιγµή, βέβαια, η Ουάσιγκτον υποστήριζε διάφορα αυταρχικά καθεστώτα που ήθελαν να συντρίψουν αυτή την οργάνωση…

Και τώρα; Αν πριν από µισό αιώνα, η ∆ύση χρησιµοποιούσε τη Μουσουλµανική Αδελφότητα για να αποκοµίσει βραχυπρόθεσµα τακτικά οφέλη, σήµερα διαπιστώνει ότι έχει απέναντί της έναν παίκτη που κατορθώνει να επιβιώνει συνθέτοντας τον φονταµενταλισµό µε τις σύγχρονες πολιτικές µεθόδους. Στη νέα εποχή που ανατέλλει στην Αίγυπτο, αυτός ο παίκτης θα διαδραµατίσει ασφαλώς σηµαίνοντα ρόλο.


Πέμπτη, Φεβρουαρίου 10, 2011

Η ιντελιγκέντσια της σιωπής




Πρώτα απ’ όλα εκφράζουν την απέραντη ευγνωµοσύνη τους προς τον τυνησιακό λαό, από τον οποίο ξεκίνησαν όλα. Υστερα δηλώνουν ότι στηρίζουν µε όλες τους τις δυνάµεις τον αιγυπτιακό λαό στην αποφασιστική του µάχη κατά της τυραννίας. Υποκλίνονται µπροστά σε όλους εκείνους που έδωσαν τη ζωή τους για να εκπληρωθεί ένα όραµα που έχει βαλτώσει εδώ και δεκαετίες: το όραµα µιας πιο δίκαιης και πιο ανθρώπινης κοινωνίας. Και απευθύνουν δύο εκκλήσεις. Προς τους διανοούµενους, όπου κι αν βρίσκονται, να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους προς τους αγώνες των αραβικών λαών, και ιδιαίτερα του αιγυπτιακού. Προς τα όργανα της διεθνούς κοινότητας να ταχθούν στο πλευρό των µαχητών της ελευθερίας και να τους βοηθήσουν να οικοδοµήσουν τη δηµοκρατία.

Ο λόγος για περισσότερους από 60 συγγραφείς, φιλοσόφους, σκηνοθέτες, πανεπιστηµιακούς και ζωγράφους από το Μάγρεµπ και τη Μέση Ανατολή, που υπέγραψαν ένα µανιφέστο µε τα παραπάνω σηµεία και το έδωσαν στη δηµοσιότητα την εποµένη της επίθεσης των φιλοκυβερνητικών χούλιγκαν εναντίον του πλήθους που ήταν συγκεντρωµένο στην Πλατεία Ταχρίρ. Ανάµεσα σ’ αυτούς που υπογράφουν, ο βραβευµένος λιβανέζος συγγραφέας Αµίν Μααλούφ, ο επίσης λιβανέζος ποιητής Αδωνις, ο µαροκινός διανοούµενος Αµπντελατίφ Λααµπί, ο παλαιστίνιος ζωγράφος Καµάλ Μπουλάτα, ο ιρακινός συγγραφέας Τζαµπάρ Γιασίν. Μεγάλα ονόµατα, τα περισσότερα από τα οποία είναι γνωστά στη ∆ύση.

Περιέργως, όµως, η έκκλησή τους δεν φαίνεται να συγκινεί ιδιαίτερα την ιντελιγκέντσια της Ευρώπης. Οι γάλλοι διανοούµενοι, για παράδειγµα, µπορεί να χειροκροτούν τους εξεγερµένους της Τύνιδας και του Καΐρου, µπορεί να τους θαυµάζουν για το θάρρος τους, δεν αφήνονται όµως να παρασυρθούν από ενθουσιασµό. Μερικοί, µάλιστα, σχεδόν ενοχλούνται από τις σκηνές που δείχνει η τηλεόραση. «Τι περιµένετε από ανθρώπους που περνούν τις διακοπές τους στο πολυτελές ξενοδοχείο “Ριάντ” του Μαρακές ή σε παλάτια της Τυνησίας και της Αιγύπτου;», παρατηρεί στη «Μοντ» ο Ρεζίς Ντεµπρέ. «Οι τύποι αυτοί αφενός τρέµουν τον ισλαµισµό και αφετέρου δεν ξέρουν τι να σκεφτούν για λαϊκά κινήµατα που αργά ή γρήγορα µπορεί να στραφούν κατά του Ισραήλ».

Η τελευταία παρατήρηση αφορά προφανώς διανοούµενους σαν τον Αλέν Φίνκιελκροτ, ο οποίος κρίνει σκόπιµο να εξηγηθεί, κάνοντας διάκριση ανάµεσα στην Τυνησία και την Αίγυπτο. «Στην πρώτη, ο ρόλος των γυναικών και η αυτοσυγκράτηση των διαδηλωτών δείχνουν ότι πρόκειται για ένα αυθεντικό κίνηµα υπέρ της δηµοκρατίας. Με την Αίγυπτο τα πράγµατα είναι πιο πολύπλοκα: οι επιθέσεις εναντίον των Κοπτών, συνθήµατα όπως “Μουµπάρακ, σιωνιστή”, αλλά και η χαρά του Ιράν για όσα συµβαίνουν, µας αναγκάζουν να είµαστε επιφυλακτικοί».

Ανάλογες απόψεις εκφράζει και ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, σύµφωνα µε τον οποίο πρέπει να ζητηθεί από τους διαδηλωτές να δεσµευτούν µεταξύ άλλων ότι θα σεβαστούν την… ειρηνευτική συµφωνία του Ισραήλ µε την Αίγυπτο! Είναι πράγµατι πολύ µακριά το Παρίσι από το Κάιρο. Τα παθήµατα του 1989 δεν έγιναν µαθήµατα.


Τετάρτη, Φεβρουαρίου 09, 2011

Ερωτας, δηλαδή Αποκάλυψη




Να ένας πρωτότυπος ορισµός για τον έρωτα: αποκάλυψη, µε τη θρησκευτική έννοια, και από πολλές απόψεις. Η πρώτη αποκάλυψη του έρωτα είναι ότι η µοναξιά δεν είναι αξεπέραστη. Παρόλο που ζούµε σε µια φυσική µοναξιά, ξαφνικά διαπιστώνουµε ότι ο άλλος, όπως κι εµείς, περιµένει κάποιον γιανα σπάσει τη µοναξιά του. Η δεύτερη αποκάλυψη είναι ότι ο άλλος δεν αποτελεί κατ’ ανάγκη ένα αίνιγµα. ∆εν είναι εξ ορισµού ακατανόητος. Αντίθετα, µπορεί να αισθάνοµαι τόσο οικεία µαζί του, κι εκείνος τόσο οικεία µαζί µου, ώστε µου δηµιουργείται η εντύπωση ότι τον ήξερα από παλιά, κι ότι µε γνωρίζει καλύτερα απ’ ό,τι εγώ ο ίδιος γνωρίζω τον εαυτό µου. Η τρίτη «υπερφυσική» αποκάλυψη του έρωτα είναι ότι υπάρχει κάποιος απέναντι στον οποίο δεν χρειάζεται αυθόρµητα να είµαι δύσπιστος. Η κατάσταση της αθωότητας επέστρεψε! Ανάµεσά µας δεν υπάρχει καµιά σκιά ούτε δεύτερες σκέψεις, δεν κρύβεται ούτε φόβος ούτε ντροπή. Ο ένας αγαπάει τον άλλο όπως είναι…

Αυτά λέει σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Le Point» ο γάλλος φιλόσοφος Νικολά Γκριµάλντι, που το τελευταίο του βιβλίο τιτλοφορείται «Οι µεταµορφώσεις του έρωτα» (Εκδ. Grasset). Κατά την άποψή του, ο άνθρωπος που έχει περιγράψει τον έρωτα µε τη µεγαλύτερη διαύγεια και ακρίβεια, αλλά και µε το µεγαλύτερο πάθος, είναι ο Ζορζ Σιµενόν. Αντίθετα µε αυτό που συµβαίνει στο Συµπόσιο του Πλάτωνα, ο έρωτας στον Σιµενόν δεν γεννιέται από την αναζήτηση της τελειότητας, αλλά από τη δυστυχία, τον κατατρεγµό και τη στέρηση. Αντί να ερωτευόµαστε χάρις σ’ αυτό που µπορούµε να λάβουµε, ερωτευόµαστε, ίσως µάλιστα κι ακόµη συχνότερα, χάρις σ’ αυτό που µπορούµε να δώσουµε. Με άλλα λόγια, ο έρωτας ίσως να µην έχει τις ρίζες του σ’ έναν πρωταρχικό ναρκισσισµό, αλλά σε µια αυθόρµητη ζωτική γενναιοδωρία.

Απ’ όλα τα παιδιάστικα πράγµατα που έχουν πει οι φιλόσοφοι για τον έρωτα – τονίζει ο 78χρονος επίτιµος καθηγητής της Σορβόννης – το πιο αστείο είναι ότι έχει λογικά αίτια. Οτι δηλαδή η ακατανίκητη έλξη που αισθάνεται ένας άνδρας για µια γυναίκα οφείλεται στην οµορφιά της και τα τέλεια χαρακτηριστικά της. Στην πραγµατικότητα, αγαπάµε κάποιον προτού καν να τον γνωρίσουµε, και όχι επειδή τον γνωρίζουµε! Ο έρωτας δεν αποτελεί το συµπέρασµα που βγάζουµε από τις παρατηρήσεις µας. Αν ήταν έτσι, ο αγώνας δεν θα τελείωνε ποτέ, θα προσφέραµε τον έρωτά µας ως το µικρότερο κακό, περιµένοντας ένα καλύτερο σκορ. Κάτι τέτοιο, όµως,βρίσκεται στον αντίποδα του έρωτα.

Ο έρωτας είναι για τον Γκριµάλντι ένα βίωµα του απόλυτου. Κι αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για την ηδονή. Γιατί η σεξουαλική απόλαυση είναι η µόνη εµπειρία που δικαιολογεί τον εαυτό της, που είναι απολύτως αυτάρκης. Αναιρώντας την ταυτότητά µας, και προσέχοντας περισσότερο τον άλλο απ’ ό,τι τον εαυτό µας, φτάνουµε µαζί στα όρια του απόλυτου.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 08, 2011

«Μας στέρησαν τους δρόµους»




Ολες οι εκτιµήσεις για πιθανό «ντόµινο» από την εξέγερση στην Τυνησία περιορίζονταν ώς τώρα στον αραβικό κόσµο: Μαρόκο, Αλγερία, Λιβύη, Αίγυπτος, Συρία, Ιορδανία, Σαουδική Αραβία, Υεµένη. Κάποιος έγραψε µια µέρα κάτι για την Κίνα, ότι δεν µεταδίδεται τίποτα σ’ αυτήν τη χώρα γι’αυτά που συµβαίνουν στην Αίγυπτο, το καθεστώς φοβάται µήπως µπουν στον κόσµο ιδέες. Για κάποιον περίεργο λόγο, όµως, δεν είχαµε σκεφτεί µέχρι σήµερα την Κούβα, λες και οι πολίτες της δεν έχουν λόγο να εξεγερθούν για την απόλυτη έλλειψη δηµοκρατικών ελευθεριών, ίσως µάλιστα να πρέπει να είναι κι ευχαριστηµένοι που οι γηραιοί δυνάστες απελευθερώνουν µε το σταγονόµετρο µερικούς πολιτικούς κρατούµενους.

Την κατάσταση στο νησί ήρθε να µας τη θυµίσει η Γιοάνι Σάντσες, η γνωστή κουβανή δηµοσιογράφος και κάτοχος του µπλογκ «Γενιά Υ». Οι σκηνές που έδειξε τις προάλλες η κουβανική τηλεόραση από την πλατεία Ταχρίρ – γράφει σε άρθρο της που δηµοσιεύτηκε στην «Ελ Παΐς» – δεν κράτησαν πάνω από µερικά δευτερόλεπτα, κι αυτό ίσα ίσα για να επισηµάνει ο σχολιαστής πού µπορεί να οδηγήσει η κρίση του καπιταλισµού (!). «Ακόµα κι έτσι όµως, βλέποντας τα πλήθη να διαδηλώνουν στο µακρινό Κάιρο, δεν µπορέσαµε να µην αναρωτηθούµε αυτό ακριβώς που ο κύριος µε τη ριγέ γραβάτα ήθελε να αποµακρύνει από το µυαλό µας: γιατί δεν συµβαίνει κάτι ανάλογο και στην Κούβα; Αν η κυβέρνησή µας βρίσκεται στην εξουσία για περισσότερο διάστηµα απ’ ό,τι ο Μουµπάρακ, κι αν η οικονοµική κατάρρευση έχει εξελιχθεί σε αναπόσπαστο στοιχείο της καθηµερινότητάς µας, τι µας εµποδίζει να ακολουθήσουµε κι εµείς τον δρόµο της ειρηνικής διαµαρτυρίας;».

Μια εξήγηση που θα µπορούσε κανείς να δώσει είναι η πρόσβαση στο ∆ιαδίκτυο. Σε µια έκθεση που έδωσε στη δηµοσιότητα τον Μάρτιο του 2009 το ίδρυµα Freedom House για την ψηφιακή λογοκρισία σε όλο τον κόσµο, η Αίγυπτος βαθµολογήθηκε µε 45 στα 100, λίγο χειρότερα από την Τουρκία αλλά καλύτερα από τη Ρωσία. Η Κούβα, αντίθετα, βαθµολογήθηκε µε 90, κάτι που σηµαίνει ότι η λογοκρισία εκεί είναι µεγαλύτερη κι από το Ιράν, την Κίνα και την Τυνησία. Εκτοτε, πάντως, η κατάσταση έχει βελτιωθεί, όπως δείχνει η δηµοσιότητα που έλαβαν οι απεργίες πείνας ή οι κινητοποιήσεις των Γυναικών στα Λευκά. Η ίδια η κουβανή µπλόγκερ αναζητεί την απάντηση στην ιστορία της χώρας της. «Μας έχουν πείσει ότι οιδρόµοι και οι πλατείες ανήκουν στους επαναστάτες, στον Φιντέλ Κάστρο και το Κοµµουνιστικό Κόµµα. Μας έχουν κάνει να πιστέψουµε ότι η δηµόσια διαµαρτυρία για τις µαζικές απολύσεις, για το υψηλό κόστος διαβίωσης ή για την παραίτηση της κυβέρνησης είναι κάτι που το κάνουν οι άλλοι, κάτι που µπορεί να γίνει µόνο έξω από τα σύνορά µας».

«Με άλλα λόγια», λέει η Γιοάνι Σάντσες, «µας στέρησαν τους δρόµους, τουςδικούς µας δρόµους. Αλλά και πάλι, εµείς φταίµε, πρέπει να ντρεπόµαστε για την απάθειά µας».

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 07, 2011

O αραβικός «τρίτος δρόµος»




Και η περιβόητη «σύγκρουση των πολιτισµών»; Ο Σάµιουελ Χάντινγκτον σίγουρα θα αισθάνεται άβολα εκεί ψηλά που βρίσκεται βλέποντας τους µουσουλµάνους της Τυνησίας και της Αιγύπτου να ξεσηκώνονται ζητώντας ακριβώς τα ίδια πράγµατα µε τους συνοµηλίκους τους στη ∆ύση: ελεύθερες εκλογές, ίσες ευκαιρίες, τέλος στη διαφθορά. Το Ισλάµ δεν κατέχει κυρίαρχο ρόλο στις κινητοποιήσεις και τις διεκδικήσεις τους. Κι όταν η εκτός νόµου Μουσουλµανική Αδελφότητα ανακοινώνει ότι δέχεται την πρόσκληση να λάβει µέρος στις συνοµιλίες για τη διέξοδο από την κρίση, δεν δηµιουργείται αναταραχή στην Ουάσιγκτον και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Το αντίθετο: θεωρείται (επιτέλους!) φυσιολογικό να συµµετέχει στις πολιτικές διαδικασίες το καλύτερα οργανωµένο κόµµα της αντιπολίτευσης. Το λάθος που έγινε µε τη Χαµάς δεν θα επαναληφθεί.

Οπως επισηµαίνει ο Μπερνάρ Γκεττά στη «Λιµπερασιόν», οι αραβικοί λαοί είχαν µέχρι χθες να διαλέξουν ανάµεσα σε δύο τέρατα: τις δικτατορίες που τους κυβερνούσαν ή εκείνες που υπόσχονταν να τους επιβάλουν οι ισλαµιστές. Μπροστά σ’ αυτό το δίληµµα, τα µεγαλύτερα τµήµατα αυτών των κοινωνιών προτιµούσαν τη διαφθορά των δυναστών τους από τον φανατισµό των γενειοφόρων φανατικών του Ισλάµ. Και να που τώρα εµφανίζεται ένας τρίτος δρόµος. Τον ζητά – τον απαιτεί – µια νέα γενιά Αράβων, που ενηµερώνεται από το Internet και επικοινωνεί µέσω του facebook και του twitter. ∆εν είναι η δυτικού τύπου δηµοκρατία (που υποστήριζε και εξόπλιζε όλες αυτές τις δεκαετίες τους δικούς τους «καλούς» δικτάτορες). ∆εν είναι η ιρανική θεοκρατία. Είναι κάτι που µοιάζει περισσότερο µε το τουρκικό µοντέλο του Ερντογάν. Αν αυτό το πείραµα πετύχει, θα ξεκινήσει σίγουρα µια νέα εποχή για ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.

Οταν ο Μουµπάρακ ανέλαβε την εξουσία, τον Οκτώβριο του 1981, η Τουρκία µετρούσε ήδη έναν χρόνο από το στρατιωτικό πραξικόπηµα του Κενάν Εβρέν. Οι δύο δικτάτορες ακολούθησαν όµως διαφορετικές πορείες. Ο πρώτος έκτισε έναν αυταρχικό µηχανισµό, διατήρησε τον κρατικό έλεγχο της οικονοµίας και κατέστειλε κάθε αντίθετη φωνή, ενώ ο δεύτερος έδωσε µεν ισχυρές εξουσίες στον στρατό, αλλά επέτρεψε και τη λειτουργία των πολιτικών θεσµών, ενώ πραγµατοποίησε ανοίγµατα στην οικονοµία. Τριάντα χρόνια µετά, οι δύο χώρες έχουν τον ίδιο πληθυσµό, αλλά η οικονοµία της Τουρκίας είναι τέσσερις φορές πιο ανεπτυγµένη από εκείνη της Αιγύπτου.

«Η Τουρκία επισύρει τον φθόνο του αραβικού κόσµου», λέει στους «Νιου Γιορκ Τάιµς» ο Χιου Πόουπ, από το International Crisis Group. «Εχει µια σφριγηλή δηµοκρατία, έναν ελεύθερα εκλεγµένο ηγέτη, προϊόντα που είναι δηµοφιλή από το Αφγανιστάν µέχρι το Μαρόκο και µια οικονοµία που αξίζει όσο ο µισός αραβικός κόσµος». Εχει ασφαλώς και πολλά µειονεκτήµατα, κάτι ξέρουν οι τούρκοι δηµοσιογράφοι, αλλά το µοντέλο δεν χρειάζεται να αντιγραφεί πιστά, οι Αραβες είναι πολύ ευφυέστεροι απ’ ό,τι πολλοί νοµίζουν.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 05, 2011

Η αφύπνιση των Αράβων




Είµαι µια λιβανέζα απόγονος της γενιάς που έζησε την άνοδο και την πτώση του αραβικού εθνικισµού. Παρασυρµένοι από τον ιδεαλισµό της δεκαετίας του ’60, θεωρήσαµε τον Νάσερ προσωποποίηση των αξιών της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας που εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσµο, από την Κούβα µέχρι το Βιετνάµ.Μετά την πτώση του όµως και την ήττα από το Ισραήλ στον Πόλεµο των Εξι Ηµερών, τα όνειρα της ενότητας, της αυτοδιάθεσης και του εθνικισµού σιγά σιγά εξαφανίστηκαν. Επρεπε να έρθουν τα µέσα της δεκαετίας του ’90 για να παρουσιαστεί στους Αραβες µια ισχυρή φυσιογνωµία µε το όνοµα Χασάν Νασράλα. Ηταν ο ηγέτης της Χεζµπολάχ. Χάρη στον τερµατισµό της 25χρονης κατοχής του Νότιου Λιβάνου από το ΙΣραήλ, ο Νασράλα έγινε η πιο δηµοφιλής µορφή στηΜέση Ανατολή. Λόγω των σιιτικών του φρονηµάτων, όµως, των σχέσεών του µε το Ιράν και της πολυπλοκότητας της λιβανικής πολιτικής, οι νίκες της Χεζµπολάχ δεν µπόρεσαν να ανεβάσουν το ηθικό των Αράβων.

Αυτό, σε συνδυασµό µε τους αυταρχικούς ηγέτες, µονάρχες και δικτάτορες, µας έκανε να πιστέψουµε ότι δεν µπορούµε να ανήκουµε σε χώρες όπου κυριαρχούν η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η δηµιουργικότητα και η δηµοκρατία. Πιστέψαµε ότι αυτά δεν είναι αραβικά χαρακτηριστικά. Και δεχθήκαµε να γίνουµε γνωστοί για τους δικτάτορες, το πετρέλαιο, τον συντηρητισµό, τον θρησκευτικό φονταµενταλισµό, τον αναλφαβητισµό και τον υπερκαταναλωτισµό (αυτά τα Gucci κάτω από την µπούρκα). Αυτή είναι η "αραβική αµηχανία", για να χρησιµοποιήσω την έκφραση του λιβανέζου δηµοσιογράφου Σαµίρ Κασίρ από το αξιόλογο βιβλίο του «Τι σηµαίνει Αραβας». Είναι κάτι που διεισδύει στις καρδιές µας,στην ιστορία µας, κατατρώει την υπερηφάνειά µας, ακόµη και τη σχέση µας µε τα αραβικά. Στη χώρα µου, οι γονείς απευθύνονται στα παιδιά τους στα αγγλικά ή τα γαλλικά, αφήνοντας τα αραβικά για το σχολείο. Το αποτέλεσµα είναι ότι για πολλούς νέους Λιβανέζους τα αραβικά δεν είναι η γλώσσα της καρδιάς, αλλά µια επίσηµη, απρόσωπη γλώσσα που κάνει µόνο για την τηλεόραση και τα παλιά βιβλία.

Ετσι, οι επαναστάσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο – την αραβική χώρα µε τον µεγαλύτερο πληθυσµό και άλλοτε ηγέτιδα του παναραβισµού – αποτέλεσαν µια απίστευτη αφύπνιση για κάθε Αραβα, µια σεισµική µεταβολή του τρόπου µε τον οποίο αντιλαµβανόµαστε τον εαυτό µας. Πόσο λάθος µου ήταν να νοµίζω ότι ο Μοχάµεντ Μπουαζίζι, ο νεαρός Τυνήσιος που αυτοπυρπολήθηκε, ήταν απλώς άλλο ένα θύµα του ωµού καθεστώτος του Μπεν Αλι!∆εν είχα καταλάβει τότε ότι θα γινόταν ένας ήρωας της επανάστασης που ερχόταν. Παγιδευµένη στην αραβική αµηχανία µου, δεν µπορούσα να δω ότι γινόταν µια πραγµατική αλλαγή, µέχρι την ηµέρα που ο Μπεν Αλι εγκατέλειψε τη χώρα. Πόσο λάθος µου ήταν επίσης να αισθάνοµαι θλίψη και για τους Αιγύπτιους που αυτοπυρπολήθηκαν!

Ξαφνικά, αισθάνεσαι όµορφα που είσαι Αραβας αυτές τις ηµέρες.

(Απόσπασµα άρθρου της λιβανέζας φιλοσόφου Γκουφράν Μανσούρ στην εφηµερίδα «Guardian»)

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 04, 2011

Φιλάνθρωποι εργάτες




Πριν από έναν ακριβώς αιώνα, στις 3 Φεβρουαρίου 1911, πέθανε από φυµατίωση ένας ιρλανδός ζωγράφος και συγγραφέας που τον έλεγαν Ρόµπερτ Τρέσελ. Γεννήθηκε στο ∆ουβλίνο, µεγάλωσε στη Νότια Αφρική κι ύστερα εγκαταστάθηκε στην Αγγλία, όπου ασχολήθηκε εκτενώς µε τη σχέση ανάµεσα στην εργατική τάξη και τους εργοδότες της. Οι λόγοι που αφοσιώθηκε σε αυτό το θέµα ήταν η φτώχεια και η εκµετάλλευση που γνώρισε ο ίδιος, καθώς και ο φόβος του ότι αν αρρώσταινε θα έβαζαν αυτόν και την κόρη του – την οποία µεγάλωνε µόνος του – σε πτωχοκοµείο.

Τρία χρόνια µετά τον θάνατό του, και αφού είχε απορριφθεί από τρεις εκδοτικούς οίκους, κυκλοφόρησε το πιο γνωστό του βιβλίο, µε τίτλο «Οι φιλάνθρωποι µε τα κουρελιασµένα παντελόνια». Οι φιλάνθρωποι εν προκειµένω είναι οι εργάτες που, κατά την άποψη του συγγραφέα, συναινούν µε την εκµετάλλευσή τους από τους εργοδότες τους, µε αποτέλεσµα να κάνουν τους τελευταίους πλούσιους κι ευτυχισµένους. Οι συγκεκριµένοι εργάτες δουλεύουν για την ανακαίνιση ενός σπιτιού στο Μάγκσµπορο, που στην πραγµατικότητα είναι το Χάστινγκς, η πόλη όπου ζούσε ο Τρέσελ. Ενας από αυτούς, ο Φρανκ Οουεν, διαφωνεί µε τη µοιρολατρική στάση που κρατούν οι συνάδελφοί του και προσπαθεί να τους πείσει να ξεσηκωθούν. Αλλά εκείνοι πιστεύουν ότι ανήκουν σε ένα σύστηµα το οποίο δεν έχουν τη δύναµη – ούτε καν την επιθυµία – να αλλάξουν. Αυτός είναι ο σοσιαλιστής, κι εκείνοι είναι οι ακούσιοι σύµµαχοι του συστήµατος που τους εκµεταλλεύεται.

Η απαισιοδοξία και ο κυνισµός εκείνων των εργατών απηχούσαν το γενικότερο κλίµα που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Το Εργατικό Κόµµα είχε µόλις ιδρυθεί και γενική ήταν η πεποίθηση ότι δεν αποτελούσε σοβαρή εναλλακτική λύση στο υπάρχον σύστηµα. Αυτή η µοιρολατρία επιβράδυνε τις µεταρρυθµίσεις, επισηµαίνει στην «Γκάρντιαν» ο βετεράνος Εργατικός ηγέτης Τόνι Μπεν, που στα 86 του χρόνια εξακολουθεί να αρθρογραφεί και να µάχεται για τις ιδέες του. Σε µια αντίστοιχη µοιρολατρία προσκρούουν και σήµερα όσοι υποστηρίζουν ότι το καπιταλιστικό σύστηµα πρέπει να αντικατασταθεί από µια νέα και πιο ριζοσπαστική σοσιαλιστική κοινωνία. Οµως τα γεγονότα στην Τυνησία και την Αίγυπτο µάς δείχνουν ότι το βασικό συστατικό κάθε µεγάλης αλλαγής στη ιστορία είναι η πεποίθηση αυτών που τη ζητούν ότι µπορούν να πετύχουν τον στόχο τους. Και η αποφασιστικότητά τους να αγωνιστούν γι’ αυτό που θεωρούν δίκαιο.

Να γιατί «Οι φιλάνθρωποι µε τα κουρελιασµένα παντελόνια» είναι ένα πάντα επίκαιρο βιβλίο. Και ο Φρανκ Οουεν, µια πηγή έµπνευσης για όσους πιστεύουν ότι τίποτα δεν µπορεί να αλλάξει. Αν θέλουµε την πρόοδο – γράφει ο Τόνι Μπεν – πρέπει να πιστέψουµε σ’ αυτήν. Αλλά ακόµη κι αν δεν πιστεύουµε, ας αποτίσουµε φόρο τιµής σ’ έναν άνθρωπο που παρέµεινε σε όλη του τη ζωή αγνός, ροµαντικός και αδιάφθορος.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 03, 2011

Στερεότυπα και κλισέ




Και ξαφνικά, όλος ο κόσµος άρχισε να ασχολείται µε τη Μέση Ανατολή. Στους καφενέδες της επικράτειας ακούς αναλύσεις για τον νεαρό που αυτοπυρπολήθηκε στην Τυνησία, για τον Μουµπάρακ και τους Αδελφούς Μουσουλµάνους, για το αν η επόµενη εστία θα είναι η Υεµένη, η Ιορδανία ή η Συρία. Με άλλα λόγια, δεν είναι µόνο οι Αραβες που αλλάζουν, που λένε «αρκετά!» στους δικτάτορες οι οποίοι δεκαετίες τώρα τους εξευτελίζουν, που διεκδικούν και για τον εαυτό τους αυτό το αγαθό που λέγεται δηµοκρατία. Αλλάζουµε κι εµείς, παρατηρώντας τους. Ερχόµαστε πιο κοντά τους. Κι είναι µια ευκαιρία να απαλλαγούµε από τα κλισέ που µας έχουν δηµιουργήσει η άγνοια, η προκατάληψη και η υπεροψία.

Το πρώτο από αυτά τα κλισέ – γράφει η Μπάρµπαρα Σπινέλλι στη «Ρεπούµπλικα» – είναι η διάκριση µεταξύ «µετριοπαθών φίλων» και «εξτρεµιστών εχθρών». Τα κριτήρια για τη διάκριση αυτή ήταν η σχέση µε την Αµερική (και το Ισραήλ) και ο πόλεµος κατά της τροµοκρατίας. Οµως οι φίλοι σήµερα δεν είναι κατ’ ανάγκη οι φιλοδυτικοί. Ο Οµάρ Σουλεϊµάν, ο αρχηγός των µυστικών υπηρεσιών που ο «φίλος» Μουµπάρακ όρισε αντιπρόεδρο και διάδοχό του,είναι γνωστός στην Αίγυπτο ως συνένοχος της πολιτικής που έγινε γνωστή ως extraordinary rendition, δηλαδή απέλαση υπόπτων για τροµοκρατία σε χώρες όπου τα βασανιστήρια αποτελούν καθηµερινή πρακτική.

Το δεύτερο κλισέ αφορά το Ισλάµ, που θεωρείται ασυµβίβαστο µε τη δηµοκρατία. Οπως έλεγε τις προάλλες στο ραδιόφωνο ένα ηγετικό στέλεχος της ελληνικής κοινότητας του Καΐρου, «µετριοπαθής ισλαµιστής δεν υπάρχει. Μόλις ένας ισλαµιστής παίρνει την εξουσία, γίνεται εξτρεµιστής». Μα αυτός ακριβώς ο αντι-ισλαµισµός ήταν ο συνδετικός κρίκος της ∆ύσης µε καθεστώτα που απεχθάνονταν οι λαοί τους. Οµως οι Αιγύπτιοι που ξεχύνονται αυτές τις ηµέρες στους δρόµους του Καΐρου και των άλλων πόλεων δεν το κάνουν στο όνοµα του Αλλάχ. Ούτε οι διαδηλωτές που ανάγκασαν τον βασιλιά της Ιορδανίας να αποπέµψει την κυβέρνησή του ήταν φανατικοί ισλαµιστές. Πρώτο µέληµά τους είναι η ανάγκη για το καθηµερινό ψωµί. Και το ψωµί, που από την εποχή της γαλλικής επανάστασης περιέχει την ιδέα της ειρήνης, σήµερα περιλαµβάνει ένα ισχυρό αίτηµα για δηµοκρατία, για νοµιµότητα, για κοινωνική δικαιοσύνη.

Το πιο κρίσιµο στερεότυπο, όµως, αφορά το Ισραήλ. Τα αραβικά κινήµατα θα έπρεπε να αντιµετωπίζονται µε συµπάθεια από τη χώρα που αποκαλείται «η µοναδική δηµοκρατία της Μέσης Ανατολής». Οµως ο Νετανιάχου – όπως και οποιοσδήποτε άλλος πρωθυπουργός στη θέσητου – γνωρίζει καλά ότι σε έναν αραβικό κόσµο όπου θα πνέει άνεµος ελευθερίας θα φανούν καθαρά τα προβλήµατα µιας δηµοκρατίας η οποία µπορεί ασφαλώς να είναι πιο ανεπτυγµένη από τιςαραβικές, αλλά κατέχει εδώ και 44 χρόνια την Παλαιστίνη. Και ελέγχει µε µη δηµοκρατικό τρόπο (για να το πούµε κοµψά) τις κινήσεις εκατοµµυρίων ανθρώπων.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 02, 2011

Ε, όχι και πιόνι του Ιράν!




Συµβαίνει συχνά, αν και όχι πάντα: όταν κάποιος δέχεται επίθεση και από τα «αριστερά» και από τα «δεξιά», ή εντελώς ανίκανος είναι ή βρίσκεται σε σωστό δρόµο. Κι επειδή ο Μοχάµεντ Ελ Μπαραντέι σίγουρα δεν είναι ανίκανος, πρέπει να ισχύει το δεύτερο.

Οι «αριστεροί» τον κατηγορούν ότι είναι ανδρείκελο των Αµερικανών και των Βρετανών. «Το όνειρο των Μπους και Μπλερ για εξαγωγή της δηµοκρατίας στη Μέση Ανατολή γίνεται πραγµατικότητα µε την τοποθέτηση του Ελ Μπαραντέι στην κεφαλή του λαϊκού κινήµατος για αλλαγή», γράφει ένας αναγνώστης στην ιστοσελίδα της «Γκάρντιαν». Ο αναγνώστης προφανώς ξεχνά ότι ο πρώην γενικός διευθυντής της ∆ιεθνούς Υπηρεσίας Ατοµικής Ενεργείας συγκρούστηκε µε τον Μπους για τα υποτιθέµενα όπλα µαζικής καταστροφής του Ιράκ (κάτι που του κόστισε την παρακολούθηση του τηλεφώνου του). Οπως ξεχνά και ότι ο Ελ Μπαραντέι άρχισε από πέρυσι να αναµειγνύεται στην πολιτική σκηνή της Αιγύπτου – άρα δεν τον «τοποθέτησε» κανείς.

Πολύ πιο οργανωµένες είναι οι επιθέσεις που δέχεται ο Ελ Μπαραντέι από τους αµερικανούς νεοσυντηρητικούς (ναι, αυτοί οι τύποι δεν θα πεθάνουν ποτέ!) «Εχει δηµιουργηθεί ένας µύθος ότι ο Ελ Μπαραντέι είναι ένας ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωµάτων», είπε την περασµένη Κυριακή σε µια εβραϊκή ιστοσελίδα ο Μάλκολµ Χένλαϊν, αντιπρόεδρος του Συµβουλίου των Προέδρων Μεγάλων Εβραϊκών Οργανώσεων, που πρόσκειται στον ισραηλινό πρωθυπουργό Βενιαµίν Νετανιάχου. «Στην πραγµατικότητα, είναι ένα πιόνι του Ιράν. Οταν ήταν διευθυντής της ΙΑΕΑ, αλλοίωνε τις εκθέσεις». Πολιτικό ερασιτέχνη µε σαφώς φιλο-ιρανικές θέσεις χαρακτηρίζει τον ιρανό νοµπελίστα και ο περιώνυµος Τζον Μπόλτον, πρεσβευτής των Ηνωµένων Πολιτειών επί κυβέρνησης Μπους στα Ηνωµένα Εθνη.

∆ύσκολα θα µπορούσε ο Μπαράκ Οµπάµα να παρασυρθεί από τέτοιες ακρότητες. Οι επιφυλάξεις της κυβέρνησής του για τον εκκολαπτόµενο ηγέτη της αιγυπτιακής αντιπολίτευσης είναι διαφορετικής φύσης. Οπως σηµείωναν χθες οι «Νιου Γιορκ Τάιµς», οι Ηνωµένες Πολιτείες και το Ισραήλ στηρίζονται στους Αιγυπτίους για την επιβολή του αποκλεισµού της Γάζας. Σε συνέντευξη που έδωσε όµως τον περασµένο Ιούνιο, ο Ελ Μπαραντέι χαρακτήρισε αυτόν τον αποκλεισµό «ντροπή για κάθε Αραβα, κάθε Αιγύπτιο, κάθε ανθρώπινο πλάσµα» και ζήτησε από τις κυβερνήσεις της Αιγύπτου και του Ισραήλ να τον σταµατήσουν. Εναν χρόνο νωρίτερα, στη διάρκεια µιας συνεδρίασης της ΙΑΕΑ, είχε συγκρουστεί ανοιχτά µε τον ισραηλινό αντιπρόσωπο για τον βοµβαρδισµό ενός συριακού αντιδραστήρα το 2007 από ισραηλινά αεροσκάφη. «Παραβιάζετε όλους τους διεθνείς κανόνες»,είπε ο Ελ Μπαραντέι, ο οποίος έχει ζητήσει ρητά από τους Ισραηλινούς να υπογράψουν τη Συνθήκη Μη ∆ιάδοσης των Πυρηνικών Οπλων.

Οι θέσεις του αυτές, όπως και η κατηγορηµατική αντίθεσή του στην ανάληψη στρατιωτικής δράσης εναντίον του Ιράν, µπορεί να ενοχλούν κάποιους στο εξωτερικό, σίγουρα όµως γίνονται δεκτές µε ικανοποίηση στην Αίγυπτο. Αρκεί βέβαια µε κάποιον τρόπο να προβληθούν.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 01, 2011

Η σαρία οδήγησε στην υπανάπτυξη




Πριν από 300 χρόνια, τα παζάρια της Μέσης Ανατολής ήταν γεµάτα µε πολυτελή προϊόντα και ανθρώπους που προέβλεπαν το µέλλον. Μουσουλµάνοι έµποροι µετέφεραν την πίστη τους και την τέχνη τους σε όλα τα µέρη του πλανήτη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1770, ο άγγλος ιστορικός και βουλευτής Εντουαρντ Γκίµπον φανταζόταν την ισλαµική θεολογία να διδάσκεται στην Οξφόρδη. Ολόκληρη η περιοχή έσφυζε από δυναµισµό και τίποτα δεν έµοιαζε ικανό να σταµατήσει την οικονοµική της ανάπτυξη. Και ξαφνικά, η πορεία αυτή αντιστράφηκε και η Μέση Ανατολή βυθίστηκε στην υπανάπτυξη. Τι πήγε στραβά;

Στην πραγµατικότητα, οι ισορροπίες είχαν διαταραχθεί πολύ νωρίτερα. Οπως επισηµαίνει ο «Εκόνοµιστ», η αναλογία της Μέσης Ανατολής στο παγκόσµιο ΑΕΠ µειώθηκε από 10% το 1000 (έναντι 9% της Ευρώπης) σε 2%το 1700 (έναντι 22% της Ευρώπης).Πολλές εξηγήσεις έχουν δοθεί γι’ αυτό το φαινόµενο, µεταξύ των οποίων η αποικιοκρατία και ο συντηρητισµός των λαών. Για τον Τιµούρ Κουράν όµως, έναν τουρκοαµερικανό καθηγητή ισλαµικών σπουδών στο Duke University, η πραγµατική αιτία της υπανάπτυξης είναι η σαρία.

Οταν πρωτοεφαρµόστηκε, ο ισλαµικός νόµος οδήγησε στη δηµιουργία αποτελεσµατικών και σύγχρονων για την εποχή θεσµών. Στη συνέχεια όµως δεν προσαρµόστηκε στις ανάγκες και το µέγεθος των οικονοµικών δραστηριοτήτων. Στο βιβλίο του «Η µακρά απόκλιση», ο Κουράν παραθέτει µερικά βασικά στοιχεία αυτού του νόµου που αποθάρρυναν την οικονοµική ανάπτυξη. Ενα από αυτά ήταν η ενθάρρυνση των επιχειρηµατικών σχέσεων έξω από την οικογένεια και τους συγγενείς. ∆ύο ξένοι µπορούσαν να συγκροτήσουν µια συνεργασία βασισµένη στο αµοιβαίο συµφέρον, η οποία αναγνωριζόταν από τα δικαστήρια. Το κακό ήταν ότι η ισλαµική αυτή συνεργασία µπορούσε να λυθεί αυθαιρέτως από τον ένα εταίρο. Οπως και ότι η συνεργασία τερµατιζόταν αυτοµάτως µε τον θάνατο ενός εταίρου, και το κέρδος ή η ζηµιά µεταβιβαζόταν αποκλειστικά στον άλλο.Η γυναίκα ή τα παιδιά του µακαρίτη δεν µπορούσαν ούτε να τον κληρονοµήσουν ούτε να πάρουν τη θέση του.

Ολα αυτά σηµαίνουν ότι οι επιχειρηµατικές συνεργασίες που θα µπορούσε θεωρητικά να διαρκέσουν πολλές γενιές δεν κρατούσαν συνήθως πάνω από µερικούς µήνες. Το πρόβληµα περιπλεκόταν από τους νόµους για την κληρονοµιά, βασικός στόχος των οποίων ήταν να µη συγκεντρωθεί ο πλούτος σε λίγα χέρια. Αυτό είχε όµως ως αποτέλεσµα οι αυτοκρατορίες επιτυχηµένων εµπόρων να κατατεµαχίζονται µετά τον θάνατό τους, και όλα να πρέπει να ξεκινήσουν από την αρχή. Η απαγόρευση της τοκογλυφίας καθιστούσε πολύ δύσκολο τον δανεισµό. Και η θανατική ποινή που προβλεπόταν για την αποστασία σήµαινε ότι οι µουσουλµάνοι δεν τολµούσαν να συνεργαστούν µε µη µουσουλµάνους. Ηταν λάθος λοιπόν η επιµονή του Ισλάµ στην ισότιµη κατανοµή του πλούτου και η δυσπιστία απέναντι στο µονοπωλιακό κεφάλαιο; Η συζήτηση αυτή είναι µεγάλη, γράφει ο Ζιαουντίν Σαρντάρ στην «Ιντιπέντεντ». Πρέπει όµως οι µουσουλµάνοι κάποτε να την κάνουν.