Πέμπτη, Απριλίου 19, 2012

Η δίκη του Μπρέιβικ και η νορβηγική ψυχή





«Περισσότερη δημοκρατία, περισσότερα ανοίγματα, περισσότερη ανθρωπιά»: η δήλωση αυτή του νορβηγού Πρωθυπουργού Γενς Στόλτενμπεργκ μετά τη δολοφονία 77 ανθρώπων από τον Αντερς Μπρέιβικ, τον περασμένο Ιούλιο, είχε συγκλονίσει. Να ένας πολιτικός που απαντά στην τρομοκρατία όχι με κρατικό τρόμο και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων - όπως έκανε ο υιός Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου - αλλά με τα μέσα που προσφέρουν η δημοκρατία και ο δυτικός πολιτισμός. «Να πάμε μαζικά και να ψηφίσουμε στις δημοτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου» είχε διακηρύξει ο πρωθυπουργός. Και όλοι οι πολιτικοί απ' όλα τα κόμματα είχαν συνταχθεί μαζί του.

Αλλά οι εκκλήσεις τους δεν εισακούστηκαν. Η συμμετοχή δεν ήταν μεγαλύτερη από άλλες φορές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Νορβηγοί ταράχτηκαν πολύ από το μακελειό, πραγματοποίησαν συγκεντρώσεις, εξέφρασαν δημοσίως τη λύπη τους. Δεν θα αντιδρούσαν όμως άραγε με τον ίδιο τρόπο και ύστερα από μια τρομερή φυσική καταστροφή ή ένα πολύνεκρο δυστύχημα; Η δίκη του δολοφόνου που άρχισε αυτή την εβδομάδα κυριαρχεί ασφαλώς στις συζητήσεις και τα μέσα ενημέρωσης. Αλλά στην ατμόσφαιρα είναι ήδη αισθητά κάποια σημάδια κόπωσης. Η ιστοσελίδα της εφημερίδας Ντάγκμπλαντετ δίνει τη δυνατότητα στους χρήστες να περάσουν με ένα κλικ σε μια εκδοχή «χωρίς τρομοκρατία». Εκεί δεν θα δουν τον Μπρέιβικ να χαιρετά προκλητικά. Ούτε θα διαβάσουν τις ακροδεξιές του κορόνες. Ενας εξτρεμιστής είναι, ένας άνθρωπος ξένος προς τη νορβηγική κουλτούρα, όσο πιο γρήγορα λοιπόν τον ξεχάσουν τόσο το καλύτερο.

Μακάρι να ήταν έτσι. Κάποια στοιχεία που αναφέρει όμως στην Γκάρντιαν η Ασλακ Σίρα Μίρε, διευθύντρια του Οίκου της Λογοτεχνίας στο Οσλο, δείχνουν ότι η άρρωστη ιδεολογία του Μπρέιβικ μπορεί και να κατάφερε να διαποτίσει τη νορβηγική ψυχή. Τον χειμώνα, η κυβέρνηση υπέγραψε μια συμφωνία για την επιστροφή νεαρών παράνομων μεταναστών στην Αιθιοπία. Μια συμμαχία οργανώσεων προσπάθησε να σταματήσει αυτή τη διαδικασία αλλά οι απελάσεις σύντομα θα ξεκινήσουν. Επιπλέον, όσοι υποστηρίζουν ότι το Ισλάμ απειλεί τη Νορβηγία και την Ευρώπη, και παρουσιάζουν τα τελευταία 1.500 χρόνια ως μια διαρκή πάλη ανάμεσα στον χριστιανικό πολιτισμό και την ισλαμική βαρβαρότητα, κραυγάζουν το ίδιο δυνατά με πριν. Και το χειρότερο είναι ότι οι κραυγές τους θεωρούνται μέρος του τοπίου.

Οι Νορβηγοί γνωρίζουν πλέον τα πάντα για τις ιδέες του Αντερς Μπρέιβικ, τα όπλα του, τις στολές του, την οικογένειά του και τους φίλους του. Οπως επισημαίνει όμως η Σίρα Μίρε, αποφεύγουν να απαντήσουν στο βασικό, και πιο δύσκολο, ερώτημα που έθεσε αυτό το μακελειό: πώς πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα μέλλον όπου συνυπάρχουν στην Ευρώπη άνθρωποι διαφορετικών θρησκευμάτων και πολιτισμών; Και τι θέση επιφυλάσσουμε στην ιδεολογία που μας βεβαιώνει ότι μια τέτοια συνύπαρξη είναι αδύνατη;

Κι επειδή ο κόσμος είναι μικρότερος απ' ό,τι συχνά νομίζουμε, καλό είναι να θέσουμε εγκαίρως και στην Ελλάδα το αντίστοιχο ερώτημα: πώς θα αντιμετωπίσουμε ενδεχόμενη είσοδο της Χρυσής Αυγής στη Βουλή;

Τετάρτη, Απριλίου 18, 2012

Εφήβων νεολογισμοί





Ο πιο εντυπωσιακός νεολογισμός τους είναι αναμφισβήτητα η λέξη «Ιστορία». Οι ιταλοί έφηβοι επέμειναν η λέξη να τονιστεί στην παραλήγουσα, όπως στα ελληνικά, και όχι στην προπαραλήγουσα («Ιστόρια»), όπως προφέρεται στα ιταλικά, για να φανεί ότι αποτελεί σύνθεση δύο λέξεων: της ιστορίας και της υστερίας. Με άλλα λόγια, η λέξη αυτή περιγράφει το συναίσθημα που καταργεί την ιστορική συνείδηση, μια σχέση με τα πράγματα που αρνείται τον μακρό χρόνο της ιστορίας.

Οι 15 νέοι είναι ηλικίας 14-19 ετών, ανήκουν δηλαδή σε μια γενιά από την οποία περιμένουμε να ξαναχτίσουν αυτά που γκρεμίσαμε. Η αποστολή που τους ανέθεσε ο μέντοράς τους, ο γνωστός δημοσιογράφος και συγγραφέας Αντρέα Μπαγιάνι, ήταν να περιγράψουν τον κόσμο με τον δικό τους τρόπο, με τις δικές τους λέξεις, χωρίς τα κλισέ και τα κούφια συνθήματα των μεγάλων. Να τον περιγράψουν για να τον σώσουν, όπως είναι ο τίτλος ενός διάσημου βιβλίου της Ελσα Μοράντε. Η συνεργασία κράτησε τέσσερις μήνες. Και τα αποτελέσματά της θα συζητηθούν τον άλλο μήνα στο Σαλόνι Βιβλίου του Τορίνο.

Εκτός από την Ιστορία, ένας άλλος ενδιαφέρων νεολογισμός των εφήβων είναι η λέξη Giovendu, δηλαδή Νεολαία (Gioventu) προς Πώληση (in Vendita). Στα ελληνικά θα μπορούσαμε να την αποδώσουμε, αρκετά αδέξια, ως «νεοπωλαία». Οι ιταλοί έφηβοι μιλούν ουσιαστικά για τον εαυτό τους, καταγγέλλουν τη μετατροπή της νιότης τους σε εμπόρευμα, δηλώνουν ότι κατάλαβαν το κόλπο και το απορρίπτουν. Απορρίπτουν επίσης την άποψη των παραιτημένων ενηλίκων ότι δεν θα τα καταφέρουν, δεν δικαιούνται να ονειρεύονται, δεν υπάρχει μέλλον γι' αυτούς, καλό είναι λοιπόν να φύγουν, να μεταναστεύσουν. (Κάτι ανάλογο πρότεινε στους έλληνες νέους με πρόσφατο άρθρο του στην «Καθημερινή» και ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Yale Στάθης Καλύβας, για άλλους λόγους όμως και ξεκινώντας από διαφορετική αφετηρία.) Η λέξη που κατασκεύασαν για την ιδεολογία της παραίτησης είναι rinuncianesimo, που θα μπορούσαμε να την αποδώσουμε ως «παραιτισμό».

Και ο βομβαρδισμός συνεχίζεται. «Νεομανείς» είναι όλοι εκείνοι που έχουν έμμονη ιδέα με το νέο και απορρίπτουν καθετί παλαιό, εκτός αν είναι αντίκα. «Υπερκινητικότητα» (ultramobilismo) είναι η νευρωτική κατάσταση που χαρακτηρίζει πολλούς σημερινούς νέους, οι οποίοι αναγκάζονται να κάνουν πολλά πράγματα συγχρόνως σε επισφαλείς θέσεις εργασίας. «Βιονοσταλγία» είναι η νοσταλγία για τον παλιό καλό καιρό, μια ζωή βιολογικά ορθή, που δυστυχώς μας τελείωσε. Δεν θα μπορούσε να λείπει από το λεξικό και ο κόσμος του Διαδικτύου: με τη λέξη «proiessenza» (ας πούμε «προβουσία») οι νέοι επισημαίνουν ότι στο web δεν προβάλλουμε την πραγματική μας εικόνα, αλλά την ουσία της εικόνας μας όπως μας την επιβάλλουν άλλοι. Δεν είναι αλήθεια, δεν είναι ψέμα, είναι κάτι ανάμεσα. Ενα πείραγμα της ταυτότητάς μας με το photoshop.

Ισως να μην μπορέσουν τελικά να αλλάξουν τον κόσμο οι πιτσιρικάδες. Αποτελούν όμως σίγουρα τη μόνη μας ελπίδα.

Τρίτη, Απριλίου 17, 2012

Αυτοκτονίες εργαζομένων, ακούσιοι φόνοι





Η δίκη έγινε στα τέλη Ιανουαρίου, στην Αμιένη. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρέθηκαν τέσσερις άνδρες και μια γυναίκα, ο γενικός διευθυντής και οι λοιποί υπεύθυνοι της Ανωτάτης Σχολής Εμπορίου. Η κατηγορία ήταν ότι η επαγγελματική υποβάθμιση μιας υπαλλήλου, της Μιρέιγ Ντεμπρ, την οδήγησε τον Ιούλιο του 2009 να αυτοκτονήσει, πέφτοντας από το παράθυρο του γραφείου της. Μηνυτές ήταν επτά εργαζόμενοι. Και ένα από τα βασικά τους όπλα ήταν μια έκθεση της Επιθεώρησης Εργασίας που αναφέρει ότι το ένα τρίτο του προσωπικού της σχολής αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα με τις συνθήκες εργασίας. Ακόμη και «γραφείο τιμωρημένων» επινόησε η διοίκηση, ένα γυάλινο κλουβί στην είσοδο της Σχολής όπου στέλνονται οι απείθαρχοι υπάλληλοι.

Η απόφαση του πλημμελειοδικείου αναμένεται τον Ιούνιο και οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν πρόστιμο 15.000 ευρώ και φυλάκιση ενός έτους. Μέχρι πρόσφατα, σημειώνει η «Λιμπερασιόν», τέτοιες υποθέσεις τις χειρίζονταν κατώτερα δικαστήρια και οι ποινές που επιβάλλονταν χαρακτηρίζονταν επιεικείς από τα θύματα ή τους συγγενείς τους. Αλλά οι εποχές έχουν αλλάξει. Τον Μάρτιο του 2008, δύο διευθυντικά στελέχη του Carrefour καταδικάστηκαν σε εξάμηνη φυλάκιση με αναστολή επειδή «οδήγησαν με διεστραμμένο τρόπο στα άκρα» τον επικεφαλής ενός τμήματος. Τον Ιούνιο του 2011, ο σοσιαλιστής δήμαρχος του Fontenay-aux-Roses Πασκάλ Μπισέ καταδικάστηκε σε πρόστιμο 8.000 ευρώ για ηθική παρενόχληση της υπεύθυνης επικοινωνίας του δήμου, η οποία είχε πέσει από το παράθυρο τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Ασκησε έφεση και η ποινή του έγινε ακόμη αυστηρότερη: έξι μήνες φυλακή με αναστολή.

Οπως είναι φανερό, η αυτοκτονία για επαγγελματικούς λόγους στη Γαλλία δεν αποδίδεται πλέον μόνο σε παθολογικά αίτια. Και οι οικογένειες όσων καταφεύγουν σε μια τέτοια ακραία πράξη δεν διστάζουν να καταφύγουν στη Δικαιοσύνη μιλώντας για «ακούσιο φόνο». Αυτό έκανε ο αστυνομικός Φρανκ Μαγκό όταν η σύντροφός του, υπάλληλος της Δημοτικής Αστυνομίας, έδωσε τέλος τον Ιούλιο του 2011 στη ζωή της με το υπηρεσιακό της όπλο. «Οσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα άλλο λόγο που να την οδήγησε στην αυτοκτονία από τη δουλειά της», αναφέρει στη μηνυτήρια αναφορά του.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο Ζαν-Πολ Τεσονιέρ, η συμβολική αξία της δικαστικής διερεύνησης τέτοιων υποθέσεων είναι να αποδειχθεί ότι διαπράχθηκε αδίκημα και να υπάρξει έτσι μια ελπίδα να αλλάξουν τα πράγματα και να μην μπορεί ο κάθε μάνατζερ να παίζει με το ηθικό των υπαλλήλων του. Σε μια συνεδρίαση στελεχών της France Telecom, για παράδειγμα, η διεύθυνση φέρεται να ανέφερε την «αποθάρρυνση του προσωπικού» ως όπλο για εθελοντικές αποχωρήσεις. Ανάλογες μεθόδους χρησιμοποιεί και η Ρενό, όπου επίσης έχουν σημειωθεί πολλές αυτοκτονίες.

Είναι αλήθεια βέβαια ότι η εξακρίβωση μιας άμεσης σχέσης ανάμεσα στην παρενόχληση και την αυτοκτονία παραμένει εξαιρετικά δύσκολη. Αλλά η συζήτηση έχει ξεκινήσει. Και σε πολλές επιχειρήσεις της Γαλλίας έχει σημάνει συναγερμός.

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012

Η επιστροφή της κρίσης



Είναι φανερό πια ότι εκείνοι που είχαν κηρύξει το τέλος της κρίσης της ευρωζώνης βιάστηκαν. Η κρίση δεν περιμένει την έκβαση των ελληνικών εκλογών για να αναθερμανθεί, επιστρέφει ήδη μέσα από την Ισπανία, το κόστος δανεισμού πολλών χωρών αυξάνεται και πάλι, το χάσμα ανάμεσα στους δανειστές και τους δανειολήπτες διευρύνεται, οι αγορές απομακρύνονται από τα ευρωπαϊκά ομόλογα, οι Κασσάνδρες έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους στον διεθνή Τύπο. Η φάση στην οποία έχει εισέλθει η κρίση, έγραφε χθες ο Τζορτζ Σόρος στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, μπορεί να είναι λιγότερο ρευστή, ίσως όμως να αποδειχθεί θανατηφόρα.

Ετσι κι αλλιώς, όλα τα μάτια είναι στραμμένα αυτόν τον καιρό στη Μαδρίτη και στη δύσκολη αποστολή που έχει αναλάβει η νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι. Οι συγκρίσεις της χώρας αυτής με την Ελλάδα, ακόμη και με την Πορτογαλία, είναι προς το παρόν άτοπες. Όπως επισημαίνει ο ισπανός οικονομολόγος Χοσέ Κάρλος Ντίεθ στη Λιμπερασιόν, η χρηματιστηριακή αξία μόνο της εταιρείας τηλεφωνίας Movistar είναι μεγαλύτερη απ’όλο το ελληνικό χρέος! Επιπλέον, τα κρατικά ταμεία δεν είναι άδεια και η χώρα δεν σταμάτησε να εκδίδει ομόλογα από το 2009.

Το πρόβλημα της χώρας είναι γνωστό. Τη δεκαετία του 2000 κατελήφθη από μια κρίση μεγαλείου, δανείστηκε πολύ πάνω από τις δυνατότητές της και ανοίχτηκε σε υπερβολικό βαθμό στην αγορά ακινήτων. Όταν ξέσπασε η κρίση του 2008, αυτή η φούσκα έσκασε, κάτι που μεταξύ άλλων είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν δραστικά τα φορολογικά έσοδα. Καθώς η Ισπανία έχει λίγες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, αναγκάστηκε να στραφεί στο εξωτερικό. Αλλά η ευρωπαϊκή αγορά δεν λειτουργούσε πια και οι επενδυτές είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στη χώρα που μόλις πριν από δέκα χρόνια υπερηφανευόταν για το οικονομικό της θαύμα. Ταυτόχρονα, η μείωση της ζήτησης για τα εξαγωγικά της προϊόντα (στη Γαλλία, για παράδειγμα, οι πωλήσεις αυτοκινήτων έχουν μειωθεί κατά 20%) δημιούργησε την ανάγκη να αυξηθεί η εγχώρια ζήτηση. Αλλά πώς να γίνει αυτό, με μια ύφεση που συνεχίζεται και μια ανεργία που φτάνει το 25%;

Καθηγητής οικονομίας στο πανεπιστήμιο της Αλκαλά, ο Ντίεθ πιστεύει ότι η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν μπορεί να αποφευχθεί, όσο κι αν δημιουργεί αυτό κοινωνική οργή. Το κόστος της απόλυσης είναι στη χώρα αυτή πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Και οι αποζημιώσεις πρέπει να μειωθούν προκειμένου να βρει η Ισπανία τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα. Οι μισθοί δεν χρειάζεται να μειωθούν, πρέπει όμως να παγώσουν. Πρέπει επίσης να αυξηθεί ο ΦΠΑ, που είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη. Το βασικό ερώτημα για την κυβέρνηση Ραχόι είναι πώς θα καταφέρει να μειώσει κατά 10 δισεκατομμύρια ευρώ τις δαπάνες για την παιδεία και την υγεία χωρίς να θέσει σε κίνδυνο αυτές τις δύο κοινωνικές κατακτήσεις. Και ο στρατηγικός στόχος είναι να αποφευχθεί η παρέμβαση της τρόικας: γιατί όπου έχει συμβεί αυτό, τα πράγματα έχουν γίνει χειρότερα.

Πέμπτη, Απριλίου 12, 2012

Παθιασμένος με τον Μαντελστάμ





Δεκέμβριος 1938. Σ’ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης κοντά στο Βλαδιβοστόκ, ο Οσιπ Μαντελστάμ ανταλλάσσει το παλιό του πανωφόρι με δύο κύβους ζάχαρης. Ο τύφος θερίζει. Στη διάρκεια μιας σωματικής έρευνας, αναγκάζεται να γδυθεί τελείως σε ένα παγωμένο δωμάτιο. Δεν θα επιβιώσει. Το γυμνό σώμα του 47χρονου ποιητή, που πέντε χρόνια νωρίτερα είχε τολμήσει να αποκαλέσει τον Στάλιν «δήμιο και δολοφόνο Μουζίκων», θα πεταχτεί σε ένα μαζικό τάφο.

Ζυρίχη, 1971. Δεκαεπτάχρονος μαθητής, έχοντας γράψει ήδη ο ίδιος αρκετά ποιήματα, ο Ραλφ Ντούτλι ανακαλύπτει στην τύχη μια συλλογή του Μαντελστάμ σε γερμανική μετάφραση από τον Πολ Σελάν. Μαγεύεται. Αισθάνεται κάτι που δεν διαφέρει πολύ από την ερωτική έλξη. Ψάχνει κι άλλα ποιήματα, διαβάζει, ξαναδιαβάζει, μέρες, ώρες, χιλιάδες ώρες, μήνες, χρόνια. «Συνολικά, έχω αφιερώσει στον Μαντελστάμ πάνω από 25 χρόνια της ζωής μου», λέει σήμερα στη Μοντ. Εβδομήντα τρεις χιλιάδες ώρες.

Παρίσι, 1977. Δεύτερο σοκ. Σ’ένα ρωσικό βιβλιοπωλείο της rue de l’Eperon που δεν υπάρχει πια, ο Ντούτλι ανακαλύπτει τον Μαντελστάμ στη μητρική του γλώσσα. Ο θαυμασμός που νιώθει είναι ακόμη μεγαλύτερος. Συνεχίζει να ξεκοκκαλίζει ό,τι βρίσκει. Αλλά μόνο αφού διαβάσει και μεταφράσει όλο το έργο του ποιητή για μια δεκάτομη συλλογή στις εκδόσεις Amman, αισθάνεται ότι γνωρίζει τα πάντα τόσο για εκείνον όσο και για την πολιτική και λογοτεχνική σκηνή της Ρωσίας από το 1905 ως το 1938. Κι ότι είναι έτοιμος να γράψει μια βιογραφία που θα αφήσει εποχή.

Ζυρίχη, 2003. Οι γερμανοί κριτικοί δέχονται με ενθουσιασμό την έκδοση της βιογραφίας. «Υπάρχουν στιγμές που ο πόνος είναι τόσο μεγάλος, ώστε θέλεις να αφήσεις το βιβλίο στην άκρη», θα γράψει η Ντι Τσάιτ. «Κι άλλες στιγμές, που διαβάζοντας τους στίχους σού έρχεται να τραγουδήσεις από ευτυχία». Τρία χρόνια αργότερα, το βιβλίο θα κυκλοφορήσει στη Ρωσία και θα τύχει κι εκεί θερμής υποδοχής. Ο Μαντελστάμ ήταν απαγορευμένος στη χώρα του ως το 1987 και η πρώτη μη λογοκριμένη έκδοση ποιημάτων του κυκλοφόρησε το 1990. Ηταν του Ολεγκ Λεκμάνοφ, και δεν αναφέρει πουθενά τη γυναίκα του ποιητή. «Όμως, ο πραγματικός μάρτυρας είναι εκείνη», λέει ο Ντούτλι. Γι’αυτό και θα αφιερώσει στην Ναντιέζντα Μαντελστάμ (1899-1980) σημαντικό μέρος του βιβλίου.

Ναντιέζντα (Ελπίδα). «Την ώρα που έφυγε το γράμμα, ο Μαντελστάμ ήταν ήδη νεκρός, αλλά εκείνη δεν μπορούσε να το ξέρει. Το έμαθε μόλις στις 5 Φεβρουαρίου 1939, όταν ένα πακέτο που έστειλε στο στρατόπεδο τής επιστράφηκε με τη ένδειξη: `Ο παραλήπτης έχει αποβιώσει`. Κατά σύμπτωση, την ίδια ημέρα η Literatournaia gazeta δημοσιεύει έναν κατάλογο 166 συγγραφέων που παρασημοφορήθηκαν από το καθεστώς. Ανάμεσά τους, ο Στάβσκι, που είχε καταδώσει τον ποιητή ζητώντας να `ρυθμιστεί το πρόβλημά του`, και ο Παβλένκο, που σε έκθεσή του τον είχε χαρακτηρίσει `μη χρησιμοποιήσιμο`. Το σύστημα δεν μοίραζε μετάλλια χωρίς λόγο».


Τετάρτη, Απριλίου 11, 2012

Κι αυτοί δουλεύουν για τη Μέρκελ





Η Κριστίν Λαγκάρντ καλεί τους έλληνες ψηφοφόρους να προτιμήσουν τα δύο μεγάλα κόμματα ή, εν πάση περιπτώσει, να αποφύγουν να ψηφίσουν τα κόμματα του πολιτικού περιθωρίου, τα λαϊκίστικα και τα ακραία. Οι εκλογές της 6ης Μαϊου θα δείξουν αν η έκκληση αυτή (για να χρησιμοποιήσουμε μια επιεική λέξη) θα εισακουστεί. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται ότι θα συμβεί πάντως ούτε στην πατρίδα της, τη Γαλλία, ούτε στη Γερμανία. Στις χώρες αυτές, η εισβολή μη παραδοσιακών κομμάτων στο πολιτικό σκηνικό μπερδεύει την κατάσταση και απειλεί να ανατρέψει τα προγνωστικά.

Στη Γαλλία, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν και η Μαρίν Λεπέν διαγκωνίζονται για την τρίτη θέση στον πρώτο γύρο, ασκώντας ήδη σημαντική πίεση στους δύο βασικούς αντιπάλους. Ο πρώτος αναγκάζει τον Ολάντ να ανακοινώσει φόρο 75% στα εισοδήματα των πλουσίων, η δεύτερη οδηγεί τον Σαρκοζί σε όλο και πιο δεξιές κορώνες. Τα ποσοστά που θα λάβουν, μαζί με το ποσοστό της αποχής, θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της Γαλλίας.

Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι αυτό που συμβαίνει στη Γερμανία με το Κόμμα των Πειρατών. Το κίνημα αυτό, που ζητά μεγαλύτερη κυβερνητική διαφάνεια, ένα βασικό μισθό για όποιον είναι άνεργος ή επιλέγει να μη δουλέψει, νομιμοποίηση της κυβερνοπειρατείας, δωρεάν Wi Fi και δωρεάν μαζικές μεταφορές, ξεκίνησε από το μηδέν και στις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου στο Βερολίνο εκτοξεύτηκε στο 9%. Το ίδιο ποσοστό έλαβε τον περασμένο μήνα στο Σάαρ. Και δημοσκόπηση που τα αποτελέσματά της δημοσιεύτηκαν χθες του δίνει σε παγγερμανική κλίμακα 13%, τοποθετώντας το πανηγυρικά στην τρίτη θέση, πάνω από τους Πράσινους.

«Πρέπει να παραδεχθώ ότι η πορεία μας έχει καταπλήξει κι εμένα τον ίδιο», λέει στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ο 33χρονος Αντρέας Μπάουμ, πρώην υπάλληλος μιας εταιρείας του Internet και ιδρυτικό στέλεχος των Πειρατών. «Φαίνεται πως πολλοί άνθρωποι διαπίστωσαν ότι είμαστε κανονικοί τύποι, ακριβώς σαν κι αυτούς. Τους προσφέρουμε κάτι που ήθελαν – να παρακολουθούν από κοντά αυτούς που τους κυβερνούν». Το κακό είναι ότι, αν επιβεβαιωθεί η δύναμη των Πειρατών, επικεφαλής «αυτών που τους κυβερνούν» θα εξακολουθήσει να είναι η Αγγελα Μέρκελ. Αυτό που θα αλλάξει θα είναι ο κυβερνητικός της εταίρος: αντί για τους Ελεύθερους Δημοκράτες, θα είναι ή οι Σοσιαλδημοκράτες ή οι Πράσινοι. Και η Κριστίν Λαγκάρντ αποκλείεται να ζητήσει με δηλώσεις της να αποτραπεί κάτι τέτοιο…

Το βασικό ατού των Πειρατών θα αιφνιδιάσει ασφαλώς όσους ισχυρίζονται ότι έχουν λύσεις για όλα τα προβλήματα. Εκείνοι λένε ακριβώς το αντίθετο: δεν έχουν απαντήσεις για όλα, για ορισμένα προβλήματα μάλιστα – όπως η κρίση της ευρωζώνης – δεν έχουν καμιά απάντηση. Θα προσπαθήσουν όμως να βρουν, με τη βοήθεια του Διαδικτύου και της κάλπης. Είναι ένα μήνυμα πρωτότυπο και προκλητικό. Η συνέχεια θα δείξει αν θα είναι και πειστικό.

Τρίτη, Απριλίου 10, 2012

Η πρόκληση του Γκρας





Ανεπιθύμητος χαρακτηρίστηκε λοιπόν ο Γκίντερ Γκρας στο Ισραήλ με την κατηγορία του αντισημιτισμού. Αλλά τα χρηματιστήρια δεν έπεσαν. Ούτε παρατηρήθηκαν στρατιωτικές κινήσεις στα σύνορα της χώρας. Ο γερμανός συγγραφέας δεν είναι άλλωστε ο πρώτος ξένος υπήκοος που χαρακτηρίζεται persona non grata στο Ισραήλ. Είχε προηγηθεί το 2004 ο βρετανός δημοσιογράφος Πίτερ Χάναμ, επειδή ήθελε να πάρει συνέντευξη από τον διαφωνούντα πυρηνικό τεχνικό Μορντεχάι Βανούνου. Τέσσερα χρόνια αργότερα ήταν η σειρά του αμερικανοεβραίου καθηγητή Νόρμαν Φίνκελσταϊν, που κατηγορήθηκε ότι ήταν υπερβολικά επικριτικός προς την ισραηλινή κατοχή. Τον Μάιο του 2010, τέλος, είχαν την τιμητική τους δύο άνθρωποι τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους. Ο Ιβάν Πράδο, ο διασημότερος κλόουν της Ισπανίας, επειδή φέρεται να είχε σχέση με τρομοκρατικές οργανώσεις της Δυτικής Οχθης. Και ο Νόαμ Τσόμσκι, ο διασημότερος γλωσσολόγος του κόσμου, επειδή είχε ενοχλητικές απόψεις γενικώς.

Ολοι οι παραπάνω είναι για το Ισραήλ (ακριβέστερα: για την εκάστοτε κυβέρνηση του Ισραήλ) προφανώς αντισημίτες. Οποιοσδήποτε επικρίνει την ισραηλινή πολιτική δεν μπορεί παρά να το κάνει από αντισημιτισμό. Αν επιπλέον είναι γερμανός πολίτης, έχει έναν ακόμη λόγο να το βουλώνει. Κι αν έχει φορέσει τη στολή των SS όταν ήταν νέος, όπως ο Γκίντερ Γκρας, τότε «να πάει στο Ιράν να σπείρει το αντιεβραϊκό του μίσος», όπως δήλωσε ο ισραηλινός υπουργός Εσωτερικών (και επικεφαλής ενός ακραίου ορθόδοξου κόμματος στον κυβερνητικό συνασπισμό) Ελί Γισάι. Χώρια που πρέπει να του αφαιρέσουν το Νόμπελ…

Η αντίδραση αυτή είναι υστερική και επικίνδυνη. Ο 84χρονος Γκρας μπορεί να έγραψε ένα κακό ποίημα. Μπορεί να υπερέβαλε όταν είπε ότι το Ισραήλ θέλει να σβήσει το Ιράν από τον χάρτη (αν και διευκρίνισε στη συνέχεια ότι η κριτική του αφορά την κυβέρνηση Νετανιάχου). Αλλά τίποτα απ’αυτά δεν του αφαιρεί το δικαίωμα να εκφράζεται. Ούτε τον καθιστά αντισημίτη. Όπως έγραψε χθες ο Σάλμαν Ρούσντι στο Twitter, «το να έχεις υπηρετήσει στα SS δεν σημαίνει ότι είσαι Ναζί. Το να έχεις γράψει το Τενεκεδένιο Ταμπούρλο, όμως, σημαίνει ότι πρέπει να σε τιμούν».

Ασφαλώς και υπάρχουν αντισημίτες στη Γερμανία, σημειώνει στη Χααρέτζ ο πιο γενναίος ισραηλινός δημοσιογράφος, ο Γκιντεόν Λεβί. Ασφαλώς και είναι δικαιολογημένη η απαίτηση να μην ξεχάσει ποτέ η Γερμανία το παρελθόν της. Το να χαρακτηρίζεται όμως αντισημίτης όποιος ασκεί κριτική στο Ισραήλ είναι αφόρητο. Είχε συμβεί παλιά με τον Ζοζέ Σαραμάγκου, που είχε συγκρίνει την κατάσταση στα κατεχόμενα με το Αουσβιτς. Συνέβη πρόσφατα με τον ηγέτη των γερμανών σοσιαλδημοκρατών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, που μίλησε για απαρτχάιντ στη Χεβρώνα. Συμβαίνει τώρα με τον Γκρας. «Αφού καταδικάσουμε τις υπερβολές τους», γράφει ο Λεβί, «πρέπει να ακούσουμε αυτούς τους σημαντικούς ανθρώπους. Αντί να τους κατηγορούμε, πρέπει να σκεφτούμε τι κάναμε εμείς και προκαλέσαμε το ξέσπασμά τους».

Δευτέρα, Απριλίου 09, 2012

Ολα γίνονται για τους βαθμούς





Κάποτε, τον τίτλο των πρωταθλητών στην επιχειρηματικότητα και την καινοτομία τον κατείχαν χωρίς αμφιβολία οι Αμερικανοί. Σήμερα, τον διεκδικούν με αξιώσεις οι Γερμανοί. Είναι, ας πούμε, πρωτοπόροι στο πώς να οδηγηθεί μια χώρα που διέρχεται κρίση σε ακόμη πιο βαθειά κρίση. Οι ηγέτες τους, ως σύγχρονοι Μωυσήδες, κατάφεραν να παραμερίσουν τα ύδατα ώστε ο περιούσιος λαός τους να διασχίσει τη θάλασσα της κρίσης όχι μόνο αλώβητος, αλλά και κερδισμένος. Τρεις γερμανοί φοιτητές, τώρα, ισχυρίζονται ότι έλυσαν ένα άλλο προαιώνιο πρόβλημα: πώς να πείσουν τις συμφοιτήτριές τους ότι το να κοιμηθούν μαζί τους θα βελτιώσει ταυτόχρονα την ψυχική υγεία τους και τους βαθμούς τους.

Τα πραγματικά ονόματά τους, για ευνόητους λόγους, δεν τα αποκαλύπτουν. Χρησιμοποιούν όμως τα ψευδώνυμα Οσκαρ, Κρίστοφερ και Τζούλιους. Και για τους δύο πρώτους μαθαίνουμε από το Σπίγκελ ότι μοιάζουν σαν να είναι αδέλφια, είναι νόστιμοι, έχουν κοντό καστανό μαλλί, πράσινα μάτια, αθλητικό παράστημα και ζαρώνουν τα μάτια όταν γελάνε. Μʼάλλα λόγια, δεν είναι οι τύποι που χρειάζονται το Διαδίκτυο για να βρουν γκόμενες. Είπαμε, όμως: είναι πρωταθλητές στην καινοτομία και θέλουν το καλό των γυναικών, και του ανθρωπίνου είδους γενικότερα. Δημιούργησαν έτσι το πρόγραμμα Bib:Love (bib από Bibliothek) και γέμισαν την πανεπιστημιούπολη του Μανχάιμ με αφίσες που γράφουν: «Καλοί βαθμοί μέσα από καλό σεξ». Οποια φοιτήτρια είναι στρεσαρισμένη με τις σπουδές της, έχει τώρα τη λύση: γράφει ένα e-mail στους νεαρούς, συναντά έναν απʼαυτούς και, αν όλα πάνε καλά, καταλήγουν στο κρεβάτι. Υστερα από μια θυελλώδη νύχτα με τον πρασινομάτη Καζανόβα, είναι βέβαιο ότι θα λυτρωθεί, θα αποβάλει το άγχος και οι βαθμοί της θα απογειωθούν.

Οι τύποι λένε ότι έχουν λάβει μέχρι τώρα 82 μηνύματα και έχουν γίνει πέντε one-night-stands (μαντεύουμε ότι ο Τζούλιους δεν τραβάει). Η πρώτη ήταν η 23χρονη Λίζα. Συνάντησε τον έναν από τους τρεις (δεν λέει ποιον) στο καφέ L3 της πανεπιστημιούπολης (πάντα εκεί είναι το ραντεβού γιατί έχει πολύ κόσμο), ήπιαν μπύρες, τα είπαν και κατέληξαν στο σπίτι του. Απελευθερώθηκε; Όχι, απλώς πέρασε καλά. Ε, αυτό λέγεται αχαριστία: όλη αυτή η διανοητική προσπάθεια από τους τρεις νεαρούς, όλο αυτό το μάρκετινγκ, για να περάσει «απλώς καλά»; Μήπως φταίει η ρητή δέσμευση των εμπνευστών αυτής της εκστρατείας ότι δεν παρέχουν «ασυνήθιστες σεξουαλικές πρακτικές»; Και, εν πάση περιπτώσει, τι σημαίνει «ασυνήθιστες»;

Με τα άλλα κορίτσια δεν μάθαμε τι έγινε. Μαθαίνουμε όμως ότι ενδιαφέρον για την ιδέα αυτή έχουν δείξει φοιτητές κι από άλλες γερμανικές πόλεις και ότι σύντομα θα ανοίξουν παραρτήματα του Bib:Love στο Τίμπινγκεν και το Ουλμ. «Εχει πλάκα», λέει η εκπρόσωπος της ένωσης των φοιτητών, χωρίς να διευκρινίζει αν το λέει από προσωπική εμπειρία. Αραγε πώς θα αντιδρούσαν σε κάτι ανάλογο οι δικοί μας φοιτητοπατέρες;

Σάββατο, Απριλίου 07, 2012

Οταν ο Καουρισμάκι κάνει πλάκα





Η Φινλανδία χαρακτηρίζεται από μια θεμελιώδη αντίφαση. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, οι κάτοικοί της είναι οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο μετά τους Δανούς. Την ίδια ώρα, τα ποσοστά αυτοκτονίας είναι πολύ υψηλά. «Φταίει η έλλειψη φωτός», λέει ο πιο διάσημος πολίτης αυτής της χώρας, ο Ακι Καουρισμάκι. «Εχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από βιταμίνη D. Αλλά εδώ είναι πάντα σκοτεινά, κι όταν είναι σκοτεινά, είναι σκοτεινά και στο μυαλό».

Ακόμη κι εκείνος πιστεύει ότι μια μέρα θα αυτοκτονήσει, αλλά όχι ακόμη. Ο λόγος; «Η δυστυχία». Ευτυχώς κάνει πλάκα. Σε όλη τη συνέντευξη που έδωσε στην Γκάρντιαν κάνει πλάκα. Τον ρωτούν, για παράδειγμα, αν υπάρχει λύση για τις αδικίες της ζωής. «Η μόνη λύση είναι η τρομοκρατία», απαντά. «Να σκοτώσουμε το 1% που κατέχει τα πάντα. Το 1% που μας έφερε σ’αυτή την κατάσταση όπου η ανθρώπινη ύπαρξη δεν έχει αξία. Τους πλούσιους. Και τους πολιτικούς που είναι υποχείρια των πλούσιων». Ισως και να μην κάνει πλάκα.

Σίγουρα δεν κάνει πλάκα σε δύο υπέροχες ταινίες του που αγαπήθηκαν ιδιαίτερα και από τους Ελληνες: τον «Ανθρωπο χωρίς Παρελθόν», που κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής των Καννών το 2002, και το «Λιμάνι της Χάβρης», έναν ύμνο στην αγάπη και την αλληλεγγύη – και την πρώτη του ταινία που δεν μισεί. Σε μια από τις κορυφαίες σκηνές, ο πρωταγωνιστής ρωτά την καρκινοπαθή γυναίκα του αν μπορεί να την επισκεφθεί στο νοσοκομείο. Εκείνη του ζητά να μείνει μακρυά μέχρι να περάσει το χειρότερο. «Ελα σε δυο εβδομάδες και φέρε μου το κίτρινο φόρεμα που φορούσα στη Λα Ροσέλ», του λέει. Πώς του ήρθε του σκηνοθέτη η Λα Ροσέλ; «Είχαμε περάσει ωραία με τη γυναίκα μου εκεί».

Ο Καουρισμάκι καπνίζει πολύ, κάπου τρία πακέτα την ημέρα, αν και μια εποχή είχε φτάσει και τα 12. Πίνει πολύ: στον δημοσιογράφο είχαν πει να του πάρει καλού-κακού συνέντευξη πρωινές ώρες. Και περνά πλέον τον μισό του χρόνο στην Πορτογαλία με τη γυναίκα του, με την οποία είναι εμφανώς ακόμη ερωτευμένος ύστερα από 26 χρόνια γάμου. Είναι κι εκείνη δυστυχισμένη; «Όχι, λατρεύει τη ζωή. Αλλιώς δεν θα βρισκόμουν εδώ». Εχει ακόμη εκείνο το κίτρινο φόρεμα; «Ναι. Στις τρεις τελευταίες μου ταινίες, όλοι οι γυναικείοι χαρακτήρες είναι η γυναίκα μου». Της αρέσει αυτό; «Δεν το κατάλαβε καν». Εχουν παιδιά; «Πολλά». Πόσα; «Κανένα».

Καταπληκτικός τύπος. Όταν ήταν νέος, άλλαζε τη μια δουλειά μετά την άλλη. Για ένα διάστημα ήταν άστεγος. Κάθε τόσο τον συλλάμβαναν για κακή συμπεριφορά και διανυκτέρευε στο τμήμα. Το πάθος του για τον κινηματογράφο είναι εξίσου μεγάλο με την απελπισία του για τις σύγχρονες ταινίες. Κι η αγαπημένη του ασχολία είναι να μαζεύει μανιτάρια στο δάσος. «Η Φινλανδία έχει τα καλύτερα μανιτάρια», βεβαιώνει. Αλλά τρώει μόνο αυτά που μαζεύει ο ίδιος.

Παρασκευή, Απριλίου 06, 2012

Η Νταλίλα δεν μπορεί να συγχωρήσει





Ο πόλεμος ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1992, κράτησε τριάμιση χρόνια και στοίχισε τη ζωή σε 100.000 ανθρώπους. Τις άγριες ημέρες, έπεφταν στο πολιορκημένο Σαράγεβο ως και 3.500 οβίδες. Τον πρώτο χειμώνα του πολέμου, στις 15 Ιανουαρίου 1993, μια οβίδα έπεσε στο ζυθοποιείο δίπλα στο ποτάμι, ένα από τα λίγα μέρη όπου οι κάτοικοι μπορούσαν να βρουν νερό. Η 19χρονη Ντελίλα Λάτσεβιτς, ο 11χρονος αδελφός της Μπερίν και οι γονείς τους περίμεναν εκείνη την ώρα στην ουρά για να γεμίσουν τα μπιτόνια τους. Τα παιδιά σώθηκαν γιατί έπεσαν στο έδαφος, αλλά οι γονείς τους ήταν ανάμεσα στους οκτώ νεκρούς. Οι σκηνές από τον βομβαρδισμό, και από τις κηδείες που ακολούθησαν, μεταδόθηκαν σε όλο τον κόσμο. Ένα ζευγάρι συνταξιούχων στο Κάνσας συγκινήθηκε και κάλεσε τα ορφανά να ζήσουν μαζί τους. Η Ντελίλα επέστρεψε στο Σαράγεβο μόνο μια φορά από τότε, για να δείξει στον αμερικανό σύζυγό της το μέρος όπου μεγάλωσε. Ηταν να μείνουν δύο εβδομάδες, αλλά την πέμπτη ημέρα έφυγαν. «Δεν μπορώ να ξεχάσω. Δεν μπορώ να συγχωρήσω. Δεν μπορώ να το ξεπεράσω», είπε η Νταλίλα στην αμερικανίδα δημοσιογράφο Μπάρμπαρα Ντέμικ, που έμεινε στην πόλη για δύο χρόνια, από το 1994 ως το 1996, έζησε μαζί με τους κατοίκους το μακελειό, και επέστρεψε ύστερα από 20 χρόνια για να δει τι απέγιναν.

Το πρώτο ζευγάρι που γνώρισε ήταν οι Τζίνο. Ο Ζίζο ήταν ένας Μουσουλμάνος (σήμερα τους λένε Βόσνιακ) από μια παλιά οικογένεια του Σαράγεβο και η Τζέλα μια Καθολική από τις κροατικές ακτές. Η δημοσιογράφος έμεινε για ένα διάστημα στο σπίτι τους και τους γνώρισε καλά. Η αγαπημένη τους φράση στη διάρκεια του πολέμου ήταν “Nema ništa” (Δεν συμβαίνει τίποτα). Το ίδιο λένε και σήμερα. Την τρύπα που άνοιξε μια οβίδα στην κουζίνα μπόρεσαν να την σκεπάσουν με τα χρήματα που τους έστειλε η κόρη τους, η Αλμα, που εργάζεται ως ψυχίατρος στη Νότια Αφρική. Οι περισσότεροι από τους γείτονές τους δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια. Ο μέσος μισθός εδώ είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, 300 με 400 ευρώ. Και η ανεργία φτάνει το 46%. Με βάση τη συμφωνία του Ντέιτον, δημιουργήθηκαν 14 διαφορετικές κυβερνήσεις. Για να ανοίξει οποιαδήποτε επιχείρηση, χρειάζονται 50 έγγραφα. Και νομίζαμε ότι είχε η Ελλάδα το ρεκόρ.

Η Αλμα και ο σέρβος σύζυγός της ανησυχούν για την άνοδο των φανατικών ισλαμιστών. «Αντί να επενδύουν στη βιομηχανία», λέει, «κτίζουν τζαμιά». Δεν ζει αυτό το κλίμα, όμως, επισκέπτεται τους γονείς της μόνο τα καλοκαίρια. Ο αδελφός της, πάλι, αποφάσισε να μείνει. Δεν δηλώνει μέλος κάποιας εθνότητας, ούτε καν για να επωφεληθεί των θετικών ποσοστώσεων που ισχύουν στις δουλειές για τους Σέρβους και τους Κροάτες. Προτιμά να δηλώνει «άλλος», όπως κι η γυναίκα του. Και στο μωρό τους έδωσαν το όνομα Ντάριαν, που δεν παραπέμπει πουθενά