Δευτέρα, Ιουλίου 31, 2006

Λουί και Eλίζαμπεθ



Στα τέλη του 1926 συνέβησαν διάφορα γεγονότα. Στο Ζιβερνύ της Γαλλίας πέθανε ο Μονέ. Στο Παρίσι απαγορεύτηκε το «Θωρηκτό Ποτέμκιν», του Αϊζενστάιν. Και στη Γενεύη συναντήθηκαν ένας άνδρας και μια γυναίκα.

Ο άνδρας ήταν Γάλλος, λεγόταν Λουί Ντετούς και ήταν γιατρός. Είχε πολεμήσει και τραυματιστεί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, παντρεύτηκε, έκανε ένα παιδί, χώρισε και ανέλαβε μια θέση στο τμήμα υγιεινής της Κοινωνίας των Εθνών, που έδρευε τότε στη Γενεύη. Ήταν ένας άνθρωπος ανυπόμονος, ανήσυχος, περίεργος, που εξερευνούσε αδιάκοπα την άκρη του κόσμου - και ιδιαίτερα της νύχτας.

H γυναίκα ήταν Αμερικανίδα, λεγόταν Ελίζαμπεθ Κραιγκ και ήταν χορεύτρια. Είχε παίξει στις «Δέκα Εντολές» του Σεσίλ ντε Μιλ, ενώ είχε κάνει κάποιες εμφανίσεις και με τα θρυλικά Ζίγκφελντ Φόλις του Μπρόντγουεϊ. Καθώς όμως είχε μεγαλύτερες φιλοδοξίες, πήγε στο Παρίσι για να ασχοληθεί με τον κλασικό χορό. Εκεί προσβλήθηκε από φυματίωση και οι γιατροί τής πρότειναν το κλίμα της Ελβετίας. Εκείνη την ημέρα κοιτούσε τη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου, όταν ο άνδρας την πλησίασε και τη ρώτησε: «Σας ενδιαφέρει κάποιο συγκεκριμένο βιβλίο;». Μπήκαν μέσα μαζί, εκείνος την ξενάγησε στη γαλλική λογοτεχνία και της αγόρασε ένα βιβλίο για το Παρίσι. Την άλλη μέρα συναντήθηκαν ξανά, όπως και τις επόμενες, έκαναν βόλτες μαζί, κουβέντιασαν, έφαγαν, ύστερα η Ελίζαμπεθ γύρισε στο Παρίσι, ο Λουί την ακολούθησε, το φλερτ εξελίχθηκε σε έρωτα, οι γονείς της Ελίζαμπεθ αντιδρούσαν, το ζευγάρι ξανάφυγε για τη Γενεύη, κι εκεί πέρασε τέσσερις μήνες ευτυχίας.

Όταν επέστρεψαν στο Παρίσι κι έπιασαν ένα σπίτι στη Μονμάρτρη, εμφανίστηκαν τα πρώτα σύννεφα. Συνέχισαν βέβαια την μποέμικη ζωή τους, πήγαιναν να χειροκροτήσουν την Ισιδώρα Ντάνκαν και τη Μιστενγκέτ και επισκέπτονταν μαζί τα μπουρδέλα της περιοχής. Αλλά εκείνος είχε αρχίσει να γράφει ένα βιβλίο και οι αλλαγές πάνω του ήταν αισθητές. «Σε κοίταζε με ένα βλέμμα τόσο απελπισμένο, που σου ερχόταν να κλάψεις», θα έλεγε αργότερα η Ελίζαμπεθ. «Ήταν σαν να μου έλεγε: "Εσύ δεν καταλαβαίνεις τίποτα, δεν ξέρεις πόσο τραγική είναι η ζωή!"» H σχέση τους έλαβε τέλος τον Ιούνιο του 1934 στο Λος Άντζελες, όπου η Ελίζαμπεθ είχε εγκατασταθεί λίγους μήνες νωρίτερα. Ο Λουί προσπάθησε να την πείσει να επιστρέψει στην Ευρώπη, την ικέτεψε, την περίμενε στο αεροδρόμιο, αλλά εκείνη είχε ήδη γνωρίσει τον μεσίτη που θα παντρευόταν.

Το βιβλίο εκδόθηκε το φθινόπωρο του 1932. Ο τίτλος ήταν «Ταξίδι στην Άκρη της Νύχτας» και ο συγγραφέας έφερε το ψευδώνυμο Σελίν. Ήταν αφιερωμένο στην Ελίζαμπεθ, το μοναδικό αληθινό πάθος της ζωής του. Όπως γράφει όμως στη «Φιγκαρό» ο Γάλλος ακαδημαϊκός Φρεντερίκ Βιτού («H Ζωή του Σελίν», Εκδόσεις Folio), εκείνη δεν το άνοιξε ποτέ. H βαριά κουλτούρα δεν την ενδιέφερε, μια Αμερικανίδα επαρχιώτισσα ήταν, που αποζητούσε πάνω απ'όλα ασφάλεια και ευημερία.

Παρασκευή, Ιουλίου 07, 2006

Ραντεβού τον Αύγουστο!



Η στήλη θα λείψει τις τρεις επόμενες εβδομάδες, όπως φαντάζομαι ότι θα συμβεί και με ένα μέρος αυτής της τρομερής παρέας. Θα μου λείψετε, αλήθεια το λέω! Θα είμαι πίσω όμως πάλι τον Αύγουστο. Στο μεταξύ, αν κάποιος καλοθελητής θελήσει να "περάσει" το αυριανό μου κείμενο, θα του είμαι ευγνώμων (Μαριέλε, για σένα το λέω!) Μπαίνω στο πλοίο στις 8 το πρωί, και δεν είναι σωστό να κρεμάσω το κείμενο από σήμερα. Αντε, να'μαστε όλοι καλά!

Kι έτσι ο Mπένγιαμιν δεν είδε την Aβάνα



H 15η Ιουλίου του 1940 ήταν μια ιδιαίτερη ημέρα για τον Βάλτερ Μπένγιαμιν. Πρώτον, ήταν τα 48α γενέθλιά του. Δεύτερον, ο καλός του φίλος Τέοντορ Αντόρνο του έστειλε από τη Νέα Υόρκη μια ενδιαφέρουσα επιστολή που έμελλε να είναι και η τελευταία που θα λάμβανε.

Στην επιστολή εκείνη, ο Αντόρνο ανέλυε το σχέδιο που είχε επεξεργαστεί με τον Χορκχάιμερ για να σώσουν τον φίλο τους από τους ναζί: από τη Λούρδη, όπου ζούσε εξόριστος, θα πήγαινε στη Μασσαλία, κι εκεί θα επιβιβαζόταν σε ένα πλοίο για την Αβάνα, όπου τον περίμενε μια θέση επισκέπτη καθηγητή στο Πανεπιστήμιο. Από την Κούβα θα περνούσε εύκολα στη Νέα Υόρκη, όπου θα εργαζόταν στο Διεθνές Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών. Στην απάντησή του, ο συγγραφέας της «Πηγής του γερμανικού τραγικού δράματος» (1928) δεν έκρυψε τον ενθουσιασμό του για το σχέδιο, αλλά και την απαισιοδοξία του, αφού «ο χρόνος που διαθέτουμε είναι λιγότερος απ' ό,τι νομίζουμε».

Το προηγούμενο καλοκαίρι, εν μέσω ενός κύματος αντισημιτισμού, η κουβανική κυβέρνηση είχε αρνηθεί την είσοδο του πλοίου Saint-Louis, με το οποίο ταξίδευαν 936 εβραίοι πρόσφυγες από το Αμβούργο. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν τότε στην Ευρώπη, όπου χάθηκαν στα στρατόπεδα του Χίτλερ. Ύστερα από την τραγωδία εκείνη, που μετέφερε ο Στιούαρτ Ρόζενμπεργκ στον κινηματογράφο με το «Ταξίδι των Καταραμένων» (1976), η νέα κυβέρνηση του Φουλχένσιο Μπατίστα εγκατέλειψε την «ουδετερότητα» και εντάχθηκε στην αντιφασιστική στρατηγική του Ρούσβελτ. Πολλοί Εβραίοι βρήκαν το επόμενο διάστημα καταφύγιο στην Αβάνα - για να αναγκαστούν να πάρουν και πάλι τον δρόμο της εξορίας είκοσι χρόνια αργότερα, με την άνοδο του Κάστρο στην εξουσία.

Όταν ο Μπένγιαμιν έφτασε στη Μασσαλία, του ζήτησαν μια βίζα που ένας άπατρις σαν κι εκείνον δεν μπορούσε να βγάλει. Ξεκίνησε λοιπόν για την Ισπανία, ελπίζοντας να περάσει στη συνέχεια στην ουδέτερη Πορτογαλία και από εκεί να δραπετεύσει για την Κούβα. Ύστερα από εννιάωρο περπάτημα έφτασε στα σύνορα. Κι εκεί, ο αρχηγός της αστυνομίας του Πορ-Μπου τον ενημέρωσε ότι είχε εντολή να τον παραδώσει στην πλησιέστερη γαλλική χωροφυλακή. Εκείνο το βράδυ της 25ης Σεπτεμβρίου, ο Μπένγιαμιν αυτοκτόνησε παίρνοντας μια δόση μορφίνης που, όπως έλεγε νωρίτερα στον Άρθουρ Κέσλερ στην ταβέρνα του λιμανιού, μπορούσε να σκοτώσει άλογο. «H ζωή μου», του είπε, «θα λάβει τέλος σε ένα μικρό χωριό των Πυρηναίων όπου δεν με γνωρίζει κανείς».

Ο Μπένγιαμιν δεν έφτασε έτσι ποτέ στην Αβάνα. Όπως γράφει στην Ελ Παΐς ο Κουβανός ιστορικός Ραφαέλ Ρόχος που ζει εξόριστος στο Μεξικό, ακόμη και σήμερα ο Γερμανός φιλόσοφος παραμένει άγνωστος στην Κούβα. Διόλου περίεργο για έναν διανοητή που, αναφερόμενος στους σταλινικούς πολιτικούς, έγραψε ότι χαρακτηρίζονται από μια «τυφλή εμπιστοσύνη στη βία» και μια «δουλική υποταγή σε ανεξέλεγκτους μηχανισμούς»...

Πέμπτη, Ιουλίου 06, 2006

H κατάρα του Mοντιλιάνι



«Οι όμορφες γυναίκες που αξίζει να ζωγραφίσει ή να σμιλέψει κανείς μοιάζουν συχνά να επιβαρύνονται από τα ρούχα τους». Αμεντέο Μοντιλιάνι.

Όταν ο Μοντιλιάνι αποφάσισε το 1906 να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, το Λιβόρνο, ο προφανής τόπος για να πάει ήταν το Παρίσι. Πρώτον, επειδή στο Μονπαρνάς είχαν συγκεντρωθεί κορυφαίοι συγγραφείς και καλλιτέχνες απ' όλον τον κόσμο, που θα δημιουργούσαν αυτό που είναι σήμερα γνωστό ως Μοντέρνα τέχνη. Δεύτερον, επειδή η ατμόσφαιρα στην πόλη ήταν χαλαρή. Ο «Μόντι», όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του παραπέμποντας στη γαλλική λέξη maudit (καταραμένος), μπορούσε να πίνει και να καπνίζει μέχρι τα χαράματα. Και, το κυριότερο, είχε όσες γυναίκες ήθελε.

Όταν συνάντησε την Άννα Αχμάτοβα, το 1911, εκείνος ήταν 26 ετών κι εκείνη 21. H Ρωσίδα ποιήτρια είχε ύψος 1,80, γκριζοπράσινα μάτια, πλούσια σκούρα μαλλιά και αετίσιο πρόσωπο. Ο Μοντιλιάνι τη θεωρούσε κάτι σαν Αιγύπτια βασίλισσα. Και παρ' όλο που δεν τη ζωγράφισε ποτέ, σχεδίασε τη φιγούρα της καμιά εικοσαριά φορές. Όταν ο γάμος της κατέρρευσε, έφτιαξαν έναν σύντομο δεσμό. Κι όταν χάλασε κι αυτός, η Αχμάτοβα επέστρεψε στη Ρωσία για να πέσει πάνω στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα ποιήματά της απαγορεύτηκαν από τον Στάλιν, οι δύο άνδρες της και ο γιος της στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα βιβλία της πολτοποιήθηκαν κι εκείνη καταδικάστηκε για δεκαετίες στη σιωπή. Οι ερωτικές επιστολές που αντήλλασσε με τον Μόντι καταστράφηκαν στην πολιορκία του Λένιγκραντ. Κουρασμένη από τις πολύχρονες διώξεις, η ποιήτρια πέθανε το 1966.

Ο επόμενος μεγάλος έρωτας του ζωγράφου ήταν μια Νοτιοαφρικανή δημοσιογράφος εξίσου απελευθερωμένη σεξουαλικά με εκείνον, η Μπέατρις Χάστινγκς. Λένε γι' αυτήν ότι ένα βράδυ εμφανίστηκε ολόγυμνη σε μια δεξίωση, αλλά δεν το πρόσεξε κανείς: ο Μοντιλιάνι είχε ζωγραφίσει στο σώμα της ένα φόρεμα. H σχέση τους ήταν βίαιη και θυελλώδης. Το 1915, η Χάστινγκς τον άφησε, ξεκίνησε μια σειρά αποτυχημένων σχέσεων, έμεινε μόνη, έπαθε καρκίνο και σε ηλικία 64 ετών αυτοκτόνησε σαν τη Σύλβια Πλαθ, βάζοντας το κεφάλι της στον φούρνο.

Ο ζωγράφος είχε ήδη αρχίσει να αρρωσταίνει και είχε ήδη αρχίσει να ζωγραφίζει γυμνές γυναίκες. Αλλά η έκθεση που οργάνωσε το 1917 δεν πήγε καλά: έξαλλα πλήθη συγκεντρώθηκαν απ' έξω, αναγκάζοντας την αστυνομία να την κλείσει. Τρία χρόνια αργότερα, ο Μοντιλιάνι προσβλήθηκε από φυματική μηνιγγίτιδα. Αλλά η τελευταία του μούσα, η Ζαν Εμπυτέρν, αντί να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο, τον κράτησε στο παγωμένο διαμέρισμά τους και τον τάιζε σαρδέλες. Στις 22 Ιανουαρίου του 1920, ο ζωγράφος υπέκυψε. Στην κηδεία του ήταν όλοι, από τον Πικάσο μέχρι τον Κονσταντίν Μπρανκούζι. Όχι όμως και η Εμπυτέρν: εννιά μήνες έγκυος με το δεύτερο παιδί τους, είχε αυτοκτονήσει μια μέρα νωρίτερα πέφτοντας από το παράθυρό της.

Καταραμένες ήταν οι γυναίκες του Μοντιλιάνι. Σ' αυτές είναι αφιερωμένη η έκθεση που εγκαινιάζεται μεθαύριο στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου.

Τετάρτη, Ιουλίου 05, 2006

Kαι τα γόνατα μαζεμένα!



Ένα εκατομμύριο ψυχές: τόσο αυξήθηκε ο πληθυσμός της Νέας Υόρκης τα 15 τελευταία χρόνια. Για να συνεχίσει λοιπόν η συμβίωσή τους να είναι ειρηνική και πολιτισμένη, χρειάζονται νέοι κανόνες συμπεριφοράς.

Όταν δύο άνθρωποι χωρίζουν - και χωρίζουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι στη σημερινή Αμερική - αυτός που φεύγει πρέπει να πάψει να πηγαίνει στα εστιατόρια όπου σύχναζε με τον/τη σύζυγό του. Αν θέλετε να αρχίσετε να βγαίνετε με την πρώην ενός καλού σας φίλου, πρέπει να περιμένετε τόσους μήνες όσοι προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό των χρόνων που πέρασε μαζί το ζευγάρι επί τρία. Εάν είχατε σχέση μιας νύχτας με κάποιον (το λεγόμενο one night stand) και θέλετε να φύγετε από το διαμέρισμα ενώ εκείνος ακόμη κοιμάται, φροντίστε να αφήσετε ένα σημείωμα όπου να λέτε τι ωραία που περάσατε.

Αυτοί είναι μερικοί από τους κανόνες σαβουάρ-βιβρ που δημοσιεύει στο τελευταίο του τεύχος το New York Magazine (www.newyorkmetro.com, στην αναζήτηση πληκτρολογήστε «etiquette»). Και μόνο η ιδέα αυτή μπορεί να κάνει τους προοδευτικούς Νεοϋορκέζους να χαμογελάσουν ειρωνικά, σημειώνει το περιοδικό. Όμως, σε μια πόλη όπου τόσο πολλοί άνθρωποι ψάχνουν για σπίτι, συνωστίζονται στο μετρό και μοιράζονται το ασύρματο Internet, δεν μπορεί παρά να υπάρχουν ορισμένοι κανόνες. Πάρτε την κυκλοφορία στον δρόμο. Για να μην τσακώνεστε ποιος θα πρωτοβρεί ταξί (κάτι που γίνεται, για παράδειγμα, σε μια ευρωπαϊκή πόλη που λέγεται Αθήνα), καλό είναι να συνδυάζετε τις διαδρομές σας. Τα μωρά στα καροτσάκια προηγούνται. Το ποδήλατο στο πεζοδρόμιο επιτρέπεται μόνο αν είστε κάτω των έξι ετών. Το σκέιτμπορντ απαγορεύεται διά ροπάλου. Να θυμάστε ότι δεν αγαπούν όλοι τα σκυλιά. Να έχετε υπόψη σας ότι μπορεί και οι πεζοί να πεθάνουν από παθητικό κάπνισμα. Και να μη γλυκοκοιτάζετε τα κορίτσια: η ματιά σας πρέπει να είναι γρήγορη και διακριτική.

Κάπως έτσι απέκτησε η Νέα Υόρκη τον τίτλο της πιο ευγενικής πόλης στον κόσμο. Οι κανόνες του New York Magazine, όμως, μπαίνουν και σε λεπτομέρειες. Μπορώ να αφήνω την αγγελία μου σε μια ιστοσελίδα ακόμη κι αφού η αγγελία αυτή με βοήθησε να γνωρίσω κάποιον; Ναι, υπό την προϋπόθεση ότι δεν συμφωνήσατε με το άτομο αυτό να είναι η σχέση σας μονογαμική. Μπορώ να καπνίσω μαριχουάνα σε ένα πάρτι; Ναι, αρκεί να πάρετε την άδεια του οικοδεσπότη. Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να διώξω κάποιον που έχει καταχραστεί τον διάδρομο στο γυμναστήριο; Να απευθυνθείτε σε έναν υπάλληλο. Τι βαθμός γύμνιας είναι αποδεκτός στα αποδυτήρια; Μπορείτε να είστε γυμνός όταν αλλάζετε ή όταν κάνετε ντους, αλλά τον υπόλοιπο χρόνο καλό είναι να καλύπτετε με κάτι τα γεννητικά σας όργανα. A, και η απόσταση ανάμεσα στα γόνατά σας στο μετρό πρέπει να είναι μικρότερη από 15 εκατοστά.

Τρίτη, Ιουλίου 04, 2006

Γεννημένη στις 14 Iουλίου



Ο Σαρκοζί υποχώρησε: δεν θα υπάρξει κυνήγι μαθητών αυτό το καλοκαίρι στη Γαλλία. Όλοι εκείνοι που υιοθέτησαν και έκρυψαν χιλιάδες παιδιά μεταναστών μπορούν να υπερηφανεύονται ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, νίκησαν.

H Σοφί γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου, την επέτειο της ημέρας που έπεσε η Βαστίλλη. Οι γονείς της, ο Αλμπέρτο και η Αντριάνα, είναι Κολομβιανοί. Καθώς ένας αδελφός του Αλμπέρτο υπηρετούσε στα στρατεύματα των Ηνωμένων Εθνών στο Σινάι, η οικογένεια αναζήτησε ένα καλύτερο μέλλον στο Ισραήλ. Αλλά δεν τα κατάφεραν: ο ισραηλινός στρατός δεν τους έδωσε πρόσβαση στην Κοινωνική Ασφάλιση ούτε στην περίθαλψη. Έτσι, κατέφυγαν στη Γαλλία. Δούλεψαν σκληρά, εκείνη ως οικιακή βοηθός κι εκείνος ως ζωγράφος. Χαρτιά, φυσικά, δεν είχαν κι έτσι αποτελούσαν εύκολα θύματα εκμετάλλευσης. Αλλά τα κατάφερναν. Μέχρι τη στιγμή που η μικρή Σοφί έπρεπε να πάει στο νηπιαγωγείο.

H Αντριάνα απευθύνθηκε στον δήμο. Εκεί τη ρώτησαν για την εθνικότητα της κόρης της και απάντησε ότι δεν έχει. Λίγες εβδομάδες αργότερα κλήθηκε στην αστυνομία, όπου της είπαν ότι δεν μπορεί να γράψει την κόρη της στο σχολείο αφού δεν έχει χαρτιά. Στην πραγματικότητα, την είχε καρφώσει ένας υπάλληλος του δήμου. H Αντριάνα σκέφτηκε ότι ενδεχομένως θα βοηθούσε να παντρευτεί τον Αλμπέρτο, με τον οποίο συζούσε τα έντεκα τελευταία χρόνια. Αλλά της είπαν πως ούτε αυτό μπορούσε να το κάνει και ότι το καλύτερο θα ήταν να ενταχθεί στο πρόγραμμα συγκατοίκησης ανύπαντρων ζευγαριών. Νέα παγίδα: αστυνομικοί έφτασαν στη γειτονιά όπου άρχισαν να ρωτούν τον θυρωρό και τους γείτονες αν το ζευγάρι πράγματι συζεί και αν δείχνει ευτυχισμένο. H Αντριάνα κλήθηκε και πάλι στο τμήμα, όπου της ανακοίνωσαν την απέλασή της. «Φοβήθηκα πολύ κι άρχισα να κλαίω», λέει στον δημοσιογράφο της Ελ Παΐς, «έκλαιγα με λυγμούς, ώσπου ο αξιωματικός, που ήταν πολύ ευγενικός άνθρωπος, μου υποσχέθηκε πως δεν θα με απελάσει».

H Αντριάνα ήταν τυχερή. Όπως λέει η Κατρίν Τυρέκ, μια καθηγήτρια από το Δίκτυο Εκπαιδευτικών Χωρίς Σύνορα, δεν πηγαίνεις ποτέ στο τμήμα ή στο δήμο χωρίς να συνοδεύεσαι από κάποιον ντόπιο που γνωρίζει τα δικαιώματά σου. Τις προάλλες κόντεψαν να απελάσουν μια άλλη Κολομβιανή, τη Νανσύ, χήρα με τρία παιδιά, που τον άνδρα της τον δολοφόνησαν στην Κολομβία. Την τελευταία στιγμή επενέβη το Δίκτυο και την έσωσε. «Αυτή η χώρα απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις παραδόσεις της», σημειώνει η Κατρίν. «H μητέρα μου, μια ηλικιωμένη γυναίκα με ισχυρή μνήμη, μου έλεγε τις προάλλες ότι οι νόμοι του Σαρκοζί τής θυμίζουν το 1935 και την κυβέρνηση του Πιερ Λαβάλ, ενός έμπιστου του στρατηγού Πεταίν». Τότε, είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση του Βισύ. Τώρα;

Δευτέρα, Ιουλίου 03, 2006

Mια χαρούμενη παρένθεση



Στο ποδόσφαιρο, η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να τα πάει καλύτερα: τέσσερα στα τέσσερα, στους ημιτελικούς του Μουντιάλ. Τυχαίο, ίσως, πλην συμβολικό. Όπως γράφαμε τις προάλλες, όλες οι ελπίδες των μεταναστών στη Γαλλία συγκεντρώνονται στον «Ζιζού».

Αντίθετα με την Άγγελα Μέρκελ, που φαινόταν να το γλεντάει, ο Ζακ Σιράκ δεν μπορούσε να κρύψει την αμηχανία του προχθές στο γήπεδο. Ακόμη δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ένας τελικός μεταξύ Γαλλίας και Βραζιλίας, στον οποίο με τόση ποίηση είχε αναφερθεί λίγες ημέρες νωρίτερα στο διάγγελμά του, ήταν μαθηματικά αδύνατος. Κι αυτός ο αχάριστος ο Ζιντάν πάλι δεν τραγουδούσε τον εθνικό ύμνο. Πώς να τα βάλεις μαζί του, όμως, όταν παίζει τέτοια μπάλα και δημιουργεί τέτοια γκολ; Όσο έχει κέφια ο αρχηγός τόσο μπορεί να ελπίζει ο πρόεδρος ότι κουτσά-στραβά θα τη βγάλει τη θητεία.

Αλλά το πάθος του Ζιντάν, η τεχνική του Κλόουζε και η διαίσθηση του Ρικάρντο δεν μπορούν να λύσουν τα προβλήματα της Ευρώπης. Ο στρατηγικός στόχος που τέθηκε τον Μάρτιο του 2000 στη σύνοδο κορυφής της Λισαβώνας ήταν να αυξηθεί μέχρι το 2010 η απασχόληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 62% στο 70%. Στο τέλος της πρώτης πενταετίας, το ποσοστό αυτό είχε φτάσει μόλις το 63,8%. Έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα πριν από λίγες ημέρες το Ευρωβαρόμετρο δείχνει ότι πραγματική πρόοδος σημειώνεται μόνο στις σκανδιναβικές χώρες και στη Βρετανία. H τελευταία εξακολουθεί να δημιουργεί θέσεις εργασίας (272.000 στη διάρκεια της περυσινής χρονιάς, που φέρνουν το ποσοστό της απασχόλησης στο 71,7%), οι περισσότερες όμως αφορούν εργαζομένους χαμηλής ειδίκευσης με χαμηλούς μισθούς. H αύξηση της απασχόλησης στην Ένωση (0,9% το 2005) οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις λεγόμενες επισφαλείς συμβάσεις εργασίας. Και η κατάσταση σε χώρες όπως η Πολωνία ή η Ουγγαρία είναι απελπιστική.

Αν η καταπολέμηση της ανεργίας απαιτεί τόλμη και φαντασία που καταφανώς λείπoυν από τους ηγέτες της Ευρώπης, μια πρωτοβουλία για τη Μέση Ανατολή θα αποτελούσε ίσως έναν τρόπο να ανακτήσουν μέρος του χαμένου τους κύρους. Οι εξελίξεις στη Γάζα απειλούν να βυθίσουν την περιοχή σε ένα νέο φαύλο κύκλο βίας και τρομοκρατίας, ατομικής και κρατικής, διαψεύδοντας ακόμη και εκείνους τους «αιρετικούς» που ήλπιζαν ότι η εκλογική νίκη της Χαμάς θα μπορούσε να δημιουργήσει νέα δεδομένα. Ένας απ' αυτούς, ο Ισραηλινός συγγραφέας Αβραάμ Γιεοσούα, προτείνει με άρθρο του στην Κοριέρε ντέλα Σέρα κάτι πολύ συγκεκριμένο: να ασκήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση πίεση στο Ισραήλ και στις δύο αραβικές χώρες που έχουν υπογράψει ειρηνευτικές συμφωνίες μαζί του, την Ιορδανία και την Αίγυπτο, για να συγκροτήσουν οι δύο τελευταίες στρατιωτική δύναμη που θα εγκατασταθεί στα παλαιστινιακά εδάφη ως εγγυητής της ασφάλειας και της ειρήνης. Την Κυριακή το Μουντιάλ τελειώνει. Αλλά το θετικό κλίμα που το χαρακτηρίζει πρέπει να συνεχιστεί.

Σάββατο, Ιουλίου 01, 2006

H Σουζάν, η Mαριάν, ο Λέναρντ



To 1967, σε μια εκδήλωση κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, η Τζούντυ Κόλινς προσπαθούσε να πείσει τον Λέναρντ Κοέν να βγει στη σκηνή και να τραγουδήσει το Suzanne. Εκείνος είχε μόλις φτάσει στη Νέα Υόρκη από το Μόντρεαλ, κι ήταν ακόμη συνεσταλμένος. «Δεν μπορώ να το κάνω, Τζούντυ, θα πεθάνω από την ντροπή μου», της είπε. Αλλά εκείνη επέμεινε, και ο Κοέν υποχώρησε:

«H Σουζάν σε οδηγεί/ στο σπίτι της δίπλα στο ποτάμι/ Μπορείς να ακούσεις τα πλοία να περνούν/ Μπορείς να περάσεις τη νύχτα δίπλα της/ Ξέρεις βέβαια πως είναι μισότρελλη/ Μα γι'αυτό ακριβώς θέλεις να είσαι εκεί/ Και σου προσφέρει τσάι και πορτοκάλια/ που έχουν έρθει όλο το δρόμο από την Κίνα».

Στη μέση του τραγουδιού - γράφει η Κόλινς στην αυτοβιογραφία της - ο τροβαδούρος τα παράτησε, πήρε την κιθάρα του και ξεκίνησε να φύγει. «Δεν μπορώ να το κάνω, δεν μπορώ να επιστρέψω», της είπε. «Φυσικά και θα επιστρέψεις», του απάντησε εκείνη, και τον άγγιξε στον ώμο. Φυσικά και επέστρεψε. Και από τότε, δεν σταμάτησε να δίνει συναυλίες.

«Και ακριβώς την ώρα που ετοιμάζεσαι να της πεις/ ότι δεν έχεις έρωτα να της προσφέρεις/ σε βάζει στο δικό της μήκος κύματος/ Κι αφήνει το ποτάμι να απαντήσει/ Ότι ήσουν πάντα ο εραστής της/ Κι εσύ θέλεις να ταξιδέψεις μαζί της/ Τυφλός θέλεις να ταξιδέψεις/ Και ξέρεις πως θα σε εμπιστευτεί/ Γιατί έχεις αγγίξει το τέλειο σώμα της/ με το μυαλό σου».

H Σουζάν υπήρξε πράγματι, είχε πράγματι ένα σπίτι δίπλα στο ποτάμι, και πρόσφερε πράγματι στον επισκέπτη τσάι και πορτοκάλια που είχαν έρθει όλο το δρόμο από την Κίνα. Αν ο Κοέν άγγιξε το τέλειο σώμα της μόνο με το μυαλό του, ο λόγος είναι ότι ήταν γυναίκα ενός γλύπτη φίλου του. Τα στοιχεία αυτά τα μαθαίνουμε από την ταινία «I'm Your Man», που θα αρχίσει να προβάλλεται σε λίγες ημέρες στην Αμερική. Αυτόν τον καιρό βρέχει Λέναρντ Κοέν, γράφει ο Αλεξ Μπημ στην «Μπόστον Γκλόουμπ». H πρόσφατη ποιητική του συλλογή με τίτλο «Το βιβλίο του πόθου» είναι πρώτη σε πωλήσεις στον Καναδά. Και με αυτή την ευκαιρία, ο τροβαδούρος έκανε την πρώτη του δημόσια εμφάνιση σε βιβλιοπωλείο του Τορόντο εδώ και δέκα χρόνια. Μαζί με τη σύντροφό του, την Αντζάνι Τόμας, είπε ένα τραγούδι για μια άλλη γυναίκα, μια Νορβηγίδα καλλονή που γνώρισε στην Ύδρα. Μαριάν την έλεγαν. Κι ήταν κι αυτή, δυστυχώς, παντρεμένη:

«Έλα στο παράθυρο, αγαπούλα μου/ θα ήθελα να προσπαθήσω να διαβάσω την παλάμη σου/ Κάποτε πίστευα πως ήμουν ένα τσιγγανάκι/ κι ύστερα σε άφησα να με πας στο σπίτι».