Σάββατο, Νοεμβρίου 29, 2008

Δύο συγγραφείς κατά της βαρβαρότητας




Μπορεί ένα βιβλίο να θέσει σε κίνηση τον εγκληματικό μηχανισμό μιας οργάνωσης σαν την Καμόρα και να αναγκάσει τον μόλις 29 ετών συγγραφέα του να κρύβεται για να γλιτώσει τη ζωή του; Μπορεί, απαντά ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, που το βιβλίο του Γόμορρα έχει πουλήσει ήδη πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. «Η λογοτεχνία προκαλεί φόβο. Συνδέει τη βαρβαρότητα με τα μυαλά και τις καρδιές των αναγνωστών. Κι αυτό είναι επικίνδυνο. Γιατί μπορούν τώρα να σκοτώσουν εμένα, αλλά όχι όλους τους αναγνώστες του βιβλίου. Σε αυτή την κοινωνία μπορούμε να μιλάμε, να εκφραζόμαστε, ακόμη και να κραυγάζουμε. Δεν μπορούμε όμως να παραβιάζουμε το φράγμα της σιωπής για ορισμένα πράγματα που δεν πρέπει να λέγονται».

Μπορεί ένα βιβλίο να αναγκάσει τις αρχές ενός κράτους να επικηρύξουν με έναν φετφά το κεφάλι του συγγραφέα αντί τεσσάρων εκατομμυρίων δολαρίων; Μπορεί, απαντά ο ηλικίας 61 ετών Σαλμάν Ρούσντι, του οποίου το βιβλίο Σατανικοί Στίχοι θεωρήθηκε από τους αγιατολάδες του Ιράν προσβλητικό για τον Μωάμεθ, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να εξαφανιστεί επί μία δεκαετία από προσώπου γης. «Οι κακοήθειες είναι μια από τις χειρότερες αναμνήσεις που έχω από μια ολέθρια εποχή. Έλεγαν μερικοί: “Αν το είχες βουλώσει, τίποτα από αυτά δεν θα είχε συμβεί”!».

Η συνάντηση των δύο συγγραφέων στη Στοκχόλμη συνέπεσε με άλλη μια επίδειξη βαρβαρότητας, που έπληξε αυτή τη φορά την πόλη από την οποία κατάγεται ο Ρούσντι: τη Βομβάη. Από μια άποψη, λοιπόν, οι συγγραφείς είναι προνομιούχοι: σε αντίθεση με τα θύματα των μουτζαχεντίν, εκείνοι ειδοποιήθηκαν εγκαίρως ότι απειλείται η ζωή τους κι είχαν τον χρόνο να λάβουν τα μέτρα τους. Στα μέτρα αυτά, όμως, δεν περιλαμβάνεται η υποταγή. «Υπάρχει κάτι στο οποίο πιστεύω ακράδαντα», τόνισε ο Σαβιάνο. «Το να διηγείσαι ιστορίες σημαίνει να αντιστέκεσαι. Πολλοί με ρωτούν γιατί γράφω μόνο για αίμα και βία. Μα, όποιος γνωρίζει την ομορφιά της ελευθερίας, στην οποία περιλαμβάνεται η ελευθερία να ζεις και να αγαπάς, δεν ανέχεται τη δυσοσμία του συμβιβασμού, της διαφθοράς, της καταστροφής της γης του. Κάποιος είπε: υπάρχει η ομορφιά, υπάρχει και η κόλαση. Θα ήθελα, αν τα καταφέρω, να μείνω πιστός και στα δύο».

Η ερώτηση του γραμματέα της Σουηδικής Ακαδημίας Οράτιου Ένγκνταλ ήλθε αυθόρμητα: υπάρχει λοιπόν σήμερα ελευθερία της έκφρασης; «Ο Βολταίρος πάντα έλεγε πως καλό είναι να ζει κανείς κοντά σε κάποια διεθνή σύνορα», απάντησε ο Ρούσντι. Κι ύστερα στράφηκε στον Σαβιάνο, έμπειρος αυτός απέναντι στον πρωτάρη, και του έδωσε μια συμβουλή: «Μην παραχωρείς στον φόβο μεγαλύτερη εξουσία από αυτήν που έχει»...

Παρασκευή, Νοεμβρίου 28, 2008

Η αλληλογραφία των δικαιωμένων




Ο Κέινς κι ο Μαρξ δεν συναντήθηκαν ποτέ. Όταν γεννήθηκε ο πρώτος (1883), ο δεύτερος είχε πεθάνει. Συναντιούνται, όμως, οι αναλύσεις τους. Ο Γάλλος οικονομολόγος Ζαν-Μαρί Αριμπέ, αντιπρόεδρος της Αttac, παρουσιάζει στη «Λιμπερασιόν» μια φανταστική αλληλογραφία μεταξύ των δύο δικαιωμένων.

Αγαπητέ Καρλ. Ομολογώ ότι δεν περίμενα μια νέα κρίση. Είχα αναλύσει τόσο μεθοδικά την ανικανότητα της αγοράς να φτάσει σε μια ισορροπία με πλήρη απασχόληση, ώστε πίστευα ότι οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο είχαν οπλιστεί με μεγαλύτερη σοφία. Όμως οι τραπεζίτες και οι χρηματιστές έτρωγαν κι έπιναν πλουσιοπάροχα για χρόνια. Κι όταν ήρθε ο χειμώνας, όπως θα ΄λεγε εκείνος ο Γάλλος παραμυθάς, συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούσαν να βρουν όλοι μαζί ρευστό. Με την κατάργηση των συνόρων και την οικονομική ενοποίηση, η κρίση αργά ή γρήγορα θα επεκτεινόταν σε όλο τον πλανήτη. Σε είχα λίγο υποτιμήσει, αγαπητέ, το παραδέχομαι. Αχ, αν σύχναζες κι εσύ στον κύκλο του Μπλούμσμπερι, όπου έλαμπε η Βιρτζίνια Γουλφ, είμαι σίγουρος ότι θα ξέχναγες τις φλύκταινες που τόσο σε ταλαιπωρούσαν. Αλήθεια, όμως, πώς φαντάζεσαι ότι θα μπορούσαμε να βγούμε οριστικά από τις περιπέτειες αυτού του συστήματος, ιδιαίτερα μετά την καταστροφική σοβιετική εμπειρία; Εμείς οι δυο είμαστε οι μόνοι που καταλάβαμε την ουσία του προβλήματος, άρα πρέπει να συνεργαστούμε και για τη συνέχεια. Επίτρεψέ μου, μαζί με αυτό το γράμμα, να σου στείλω το βιβλίο μου με τίτλο Οικονομικές Προοπτικές για τα Εγγόνια μας, είμαι σίγουρος ότι θα σου αρέσει.

Δικός σου, Τζον Μάιναρντ Κέινς.

Αγαπητέ Τζον. Ομολογώ ότι αισθάνομαι να παίρνω μια ρεβάνς από σένα, που οικειοποιήθηκες ένα σημαντικό μέρος του τεράστιου έργου μου ισχυριζόμενος ότι δεν με διάβασες ποτέ. Ας έλθω, όμως, στο ερώτημά σου. Είναι αλήθεια ότι είχα υποτιμήσει ένα κρίσιμο πρόβλημα, τη μετατροπή του καπιταλισμού σε μια κοινωνική οργάνωση με στόχο την ανθρώπινη απελευθέρωση. Και οι άγριοι του Κρεμλίνου διακρίθηκαν ιδιαίτερα στην καταστολή. Λέγονται πολλά τελευταία για ρύθμιση της αγοράς. Δέχομαι τη λέξη, αρκεί να δούμε τη ρίζα των πραγμάτων. Αλλιώς, οι σειρήνες θα τραγουδήσουν ότι πίσω από τα αρπακτικά υπάρχει ένας καλός καπιταλισμός. Να θυμάσαι όμως πάντα ότι αυτό το σύστημα βυθίζει την ανθρωπότητα στα παγωμένα νερά του εγωιστικού υπολογισμού. Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε; Πρώτον, να καταργήσουμε την ελευθερία του κεφαλαίου και να εγγυηθούμε όλες τις δημοκρατικές ελευθερίες. Δεύτερον, να θέσουμε όριο στα υψηλά εισοδήματα και να χρησιμοποιήσουμε το πλεόνασμα για να χρηματοδοτήσουμε δημόσιες επενδύσεις. Τρίτον, να επιβάλουμε την κοινωνική ιδιοκτησία των απαραίτητων για τη ζωή αγαθών, καθώς και τη συλλογική διαχείριση του χρήματος, προσανατολίζοντας την παραγωγή προς τα χρήσιμα, όχι τα βλαβερά. Να θυμάσαι ότι ρύθμιση χωρίς μετασχηματισμό δεν είναι λύση. Μπορείς να μιλήσεις γι΄ αυτό στους φίλους σου του Μπλούμσμπερι.

Δικός σου, Καρλ Μαρξ.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 27, 2008

Μπλόγκινγκ, όπως διαλογισμός




Να κάνουμε ένα διάλειμμα για να κοιτάξουμε λίγο γύρω μας, να σκεφτούμε, να αισθανθούμε. Κι ύστερα να τα πολλαπλασιάσουμε αυτά τα διαλείμματα, μέχρι κάτι μέσα μας να κάνει κλικ.

Όταν η Μπάρμπαρα Γκάνλεϊ θέλει να μαζέψει τις σκέψεις της, φεύγει από το σπίτι της με το λάπτοπ παραμάσχαλα, περιπλανιέται στην εξοχή κι ύστερα κάθεται δίπλα στο ποτάμι και γράφει στο μπλογκ της (bgblogging. wordpress. com). Τις προάλλες περιέγραφε τα αποτυπώματα που αφήνουν στο χιόνι τα κοιμισμένα ελάφια. Μια άλλη μέρα έγραφε ότι θέλει να αρχίσει να κυκλοφορεί με ποδήλατο και να ασχολείται περισσότερο με τα λιπάσματα. Όλα τα κείμενά της είναι χαλαρά, όπως χαλαρή αισθάνεται και η ίδια. Γιατί η Γκάνλεϊ, που είναι 51 ετών, ανήκει σε ένα κίνημα που λέγεται Slow blogging. Γι΄ αυτήν, το να γράφει στο μπλογκ της είναι σαν τον διαλογισμό. «Κάθεσαι σιωπηλός για λίγο προτού αρχίσεις να γράφεις», λέει στη δημοσιογράφο των Νιου Γιορκ Τάιμς. «Δεν πληκτρολογείς το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό».

Το κίνημα αυτό αντλεί την έμπνευσή του από ένα παγκόσμιο φαινόμενο που λέγεται Slow Food. Αν οι οπαδοί του Αργού Φαγητού πιστεύουν ότι τα καλύτερα τρόφιμα είναι τοπικά, βιολογικά και εποχής, οι Αργοί Μπλόγκερ υποστηρίζουν ότι τα καλύτερα κείμενα είναι εκείνα που γράφονται χωρίς βιασύνη. Το 2006 απέκτησαν και το Μανιφέστο τους: το έγραψε ο Τοντ Σίλινγκ, ένας σύμβουλος τεχνολογίας από το Βανκούβερ, που πιστεύει ότι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής πρέπει να ξαναγίνει ένας φορέας της ανθρώπινης έκφρασης, και όχι ένα εργαλείο που τη μαστιγώνει. Είναι αλήθεια ότι ο Σίλινγκ έπαψε να γράφει στο μπλογκ του επειδή δεν το διάβαζε κανένας. Αλλά οι περισσότεροι Αργοί Μπλόγκερ δεν ανήκουν σ΄ αυτή την κατηγορία. Απλώς προσπαθούν να κερδίσουν τον χαμένο χρόνο. Δίνουν βάρος στην ποιότητα αντί για την ποσότητα. Κι αντί να γράφουν στο μπλογκ τους πέντε φορές τη μέρα, ή ακόμη και κάθε μέρα, το κάνουν πολύ αραιότερα.

Όπου να ΄ναι, φαίνεται ότι το κίνημα θα αποκτήσει και ένα νέο, εξέ χον, μέλος. Ο Άντριου Σάλιβαν, ο πιο δημοφιλής ίσως πολιτικός μπλόγκερ στον κόσμο, γράφει στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Αtlantic ότι δεν θα αντέξει για πολύ την πίεση που του ασκείται. Στη διάρκεια των εκλογών, οι αναγνώστες του είχαν εθιστεί τόσο πολύ στα κείμενά του, ώστε πολλές φορές αναγκαζόταν να βάλει το μπλογκ στον «αυτόματο πιλότο» για να μπορέσει να πάει για φαγητό. Όταν πήρε άδεια για δύο μέρες ώστε να σκεφτεί το φαινόμενο Σάρα Πέιλιν, πολλοί αναγνώστες πίστεψαν ότι είχε πεθάνει ή ότι ο προϊστάμενός του τον είχε φιμώσει. «Είναι αδύνατο να σταματήσεις», γράφει. «Οι αναγνώστες αρχίζουν να κτυπιούνται σαν τα χρυσόψαρα που βγήκαν από το νερό και περιμένουν να τα ξαναβάλεις μέσα».

Μια παρομοίωση όχι και τόσο κολακευτική για τους αναγνώστες, ομολογουμένως.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 26, 2008

Ο σταυρός δεν είναι ουδέτερος




Κι ενώ ο Έλληνας Συνήγορος ζητά το αυτονόητο- να μπορεί να απαλλάσσεται ένας μαθητής από τα θρησκευτικά χωρίς να δηλώνει τις πεποιθήσεις του- στην Ισπανία έλαβαν μια ιστορική απόφαση.

Το σκεπτικό του δικαστηρίου του Βαγιαδολίδ έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ο σταυρός- τονίζεται - έχει, μεταξύ άλλων, και θρησκευτική χροιά, που συνδέεται με μια συγκεκριμένη θρησκεία. Κατά συνέπεια, η παρουσία ενός τέτοιου συμβόλου σ΄ ένα δημόσιο εκπαιδευτικό κέντρο όπου διδάσκονται ανήλικοι, των οποίων το μυαλό και η βούληση βρίσκονται σε φάση πλήρους ανάπτυξης, μπορεί να προκαλέσει την εντύπωση ότι το Κράτος βρίσκεται πιο κοντά στο δόγμα που σχετίζεται με το συγκεκριμένο θρησκευτικό σύμβολο απ΄ ό,τι στα υπόλοιπα. Με άλλα λόγια, ο σταυρός δεν είναι θρησκευτικά «ουδέτερος». Κατά συνέπεια, όλοι οι σταυροί και τα άλλα θρησκευτικά σύμβολα πρέπει να αφαιρεθούν από τις αίθουσες του σχολείου Μαθίας Πικαβέα.

Σχετικό αίτημα έχει υποβάλει από το 2005 μια ομάδα γονέων που τα παιδιά τους φοιτούσαν στο σχολείο, αλλά η διευθύντρια το απέρριψε με το επιχείρημα ότι οι σταυροί βρίσκονται εκεί από το 1930. Η Πολιτιστική Ένωση του Βαγιαδολίδ για ένα Κοσμικό Σχολείο προσέφυγε τότε στη δικαιοσύνη. Και πριν από μερικές ημέρες δικαιώθηκε. Ο αρχιεπίσκοπος του Τολέδο μιλά για «Χριστοφοβία». Η επίσημη εφημερίδα του Βατικανού χαρακτηρίζει την απόφαση «ανησυχητικό σύμπτωμα αμνησίας ή πολιτιστικής νέκρωσης» και τους υποστηρικτές της «σκορπιούς που αυτοκτονούν με το ίδιο τους το δηλητήριο». Αλλά η σοσιαλιστική ομάδα του κοινοβουλίου της Καστίλλης και Λεόν απαιτεί να αφαιρεθούν τώρα τα θρησκευτικά σύμβολα από όλα τα δημόσια σχολεία της επαρχίας.

Αντίθετα με άλλες περιπτώσεις όπου είχε επιλέξει την ανοιχτή σύγκρουση με την εκκλησία- όπως ήταν η απλούστευση της διαδικασίας του διαζυγίου και ο γάμος των ομοφυλοφίλων- αυτή τη φορά η κυβέρνηση Θαπατέρο αποφάσισε να κρατήσει ουδέτερη στάση. Η υπουργός Παιδείας Μερθέδες Καμπρέρα δήλωσε ότι την απόφαση για αφαίρεση ή διατήρηση των θρησκευτικών συμβόλων θα πρέπει να τη λάβουν τα σχολεία, «αφού εκείνα γνωρίζουν καλύτερα τι μαθητές έχουν και τι πιστεύουν οι γονείς τους». Αλλά η στάση αυτή ισοδυναμεί με στρουθοκαμηλισμό. Αποφάσεις τέτοιας σημασίας δεν είναι δυνατό να λαμβάνονται με ψηφοφορία. Ούτε να εξαρτώνται από τις πεποιθήσεις (!) των γονέων των μαθητών. Δηλαδή οι σταυροί και τα άλλα σύμβολα θα επιτρέπονται όταν ο αριθμός των μη χριστιανών μαθητών είναι κάτω από ένα όριο και οι γονείς τους είναι βολικοί;

Υπάρχει ένα τελευταίο επιχείρημα, που το είχαμε ακούσει και στη συζήτηση για το ευρωσύνταγμα: ότι ο σταυρός ανήκει στην ιστορία και τον πολιτισμό της Ευρώπης. Μα στο όνομα της χριστιανικής ταυτότητας, και με σύμβολο τον σταυρό, διαπράχθηκαν τα χειρότερα εγκλήματα της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας. Είμαστε σίγουροι ότι αυτή την ταυτότητα θέλουμε να κληρονομήσουν τα παιδιά μας;

Τρίτη, Νοεμβρίου 25, 2008

Ευτυχώς ξεφορτώθηκε τις μετοχές




Ένας μύθος της τζαζ θα εμφανιστεί απόψε με το κουαρτέτο του σ΄ ένα κατάμεστο Μέγαρο. Τρεις φορές μεγαλύτερη να ήταν η αίθουσα, πάλι δεν θα χωρούσαν όσοι θέλουν να δουν ζωντανό τον Χέρμπι Χάνκοκ.

Το πιστεύω του: «Προσπαθώ πάντα να βρω τον δρόμο που με οδηγεί προς το θετικό, άρα προς τη δημιουργικότητα. Όταν κυκλοφόρησε για παράδειγμα το Rockit, που ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από την υπόλοιπη παραγωγή μου, οι κριτικοί ήταν επιφυλακτικοί, αλλά το κοινό ανταποκρίθηκε με θέρμη, γεγονός που φάνηκε και στις συναυλίες. Και καθώς θεωρώ τη σκηνή κάτι σαν το σαλόνι του σπιτιού μου, αισθάνομαι οικογενειακά όταν παίζω. Στις οικογενειακές γιορτές υπάρχει πάντα το απρόβλεπτο, ένα λάθος ξεκίνημα, κάτι αντισυμβατικό». Ο μέντοράς του: ο Μάιλς Ντέιβις, φυσικά. «Ήταν πολύ σκληρός με τους μουσικούς του, αλλά ταυτόχρονα ήταν ο καλύτερος καθηγητής στον κόσμο. Άλλωστε το πνεύμα της τζαζ είναι τέτοιο, ώστε δεν υπάρχει ποτέ ανταγωνισμός μεταξύ των μουσικών. Το σημαντικότερο πράγμα που μου έμαθε ήταν να διακινδυνεύω, να μην παραμένω στην εύκολη ζώνη. Ήταν η οικογένειά μου, με τρόμαζε πολύ, ήμουν τόσο νέος».

Δηλαδή,πόσο νέος; Ο Χάνκοκ γεννήθηκε στο Σικάγο στις 12 Απριλίου 1940. Όταν εντάχθηκε στην ορχήστρα του Μάιλς Ντέιβις ήταν 23 ετών, εκείνος ήταν 38, και τον θεωρούσε πραγματικά γέρο. Τώρα που ο ίδιος κοντεύει τα 70, χρησιμοποιεί μια ελαφρώς διαφορετική κλίμακα. Χαρακτηρίζει, ας πούμε, τους μουσικούς του νέους, κι ας είναι γύρω στα τριάντα. Αγαπημένος ηθοποιός: ο Κρίστοφερ Γουόκεν. «Τον λατρεύω, είναι τρελός, εννοώ διανοητικά ασθενής. Ένας πραγματικός παράφρων, αλλά τι ηθοποιός... Ίσως το ένα να εξηγεί το άλλο». Προσωπικός εχθρός: η τέκνο. «Πρόκειται για ένα πράγμα σχεδόν στρατιωτικό, προϊόν ενός διεστραμμένου συστήματος που ισχυρίζεται ότι η τζαζ είναι νεκρή».

Το καύχημά του: η απέραντη υπερηφάνεια του πατέρα του.

Η στιγμή που έσπασε: όταν πέθανε πρόωρα η μικρότερη αδελφή του, «μια μικρή διάνοια που ήξερε να κάνει τα πάντα».

Πώς ξεκινά την ημέρα του; Με έναν βουδιστικό ύμνο, πάντα. Όπως διευκρίνισε κάποτε σε μια συνέντευξή του, είναι βουδιστής, αλλά δεν ακολουθεί τις αρχές του Ζεν.

Μόνο με τη μουσική ασχολείται; Όχι βέβαια! Είναι και ένας «οξυδερκής επιχειρηματίας», το ομολόγησε ο ίδιος μια μέρα- ελαφρώς πιωμένος- στη «Λιμπερασιόν». Ευτυχώς ξεφορτώθηκε έγκαιρα τις περισσότερες μετοχές του, κράτησε μόνο Αpple, Google και Βaidu, που είναι μια κινεζική εκδοχή της Google. «Το μόνο καλό μ΄ αυτή την κρίση είναι ότι συνειδητοποιήσαμε πόσο αλληλένδετοι είμαστε. Πιστεύω ότι αυτό το καταλαβαίνει ο Ομπάμα, γεγονός που με κάνει να ελπίζω».

Το επόμενο σχέδιό του; Ένα μεγάλο, παγκόσμιο άλμπουμ, με μουσικούς απ΄ όλο τον κόσμο. «Ψάχνουμε έναν τρόπο να το κάνουμε που δεν θα αφήσει ένα τεράστιο οικολογικό αποτύπωμα».

Δευτέρα, Νοεμβρίου 24, 2008

Ένα μίνι Γούντστοκ για τα πέντε κορίτσια




Συναυλίες συμπαράστασης σε κορίτσια που αρνούνται να υπηρετήσουν στα κατεχόμενα. Ετοιμασίες για την ίδρυση του «κόμματος των συγγραφέων». Αυτόν τον καιρό γίνονται ενδιαφέροντα πράγματα στο Ισραήλ.

«Είναι το τέλος του παραδοσιακού Εργατικού Κόμματος και η αρχή μιας νέας Αριστεράς»: έτσι περιγράφει ο Αμός Οζ το νέο κόμμα που θα ιδρυθεί στις 6 Δεκεμβρίου, για το οποίο δεν είναι γνωστό ακόμη ούτε πώς θα λέγεται ούτε ποιος θα είναι ο αρχηγός του. Είναι γνωστές όμως αρκετές από τις προσωπικότητες που το στηρίζουν. Εκτός από τον Οζ, πρόκειται για τους συγγραφείς Νταβίντ Γκροσμάν και Αβραάμ Γεοσούα, για τον πρώην πρόεδρο της Κνεσέτ Αβραάμ Μπουργκ, για τον ιδρυτή του κινήματος «Ειρήνη Τώρα» Τσαλί Ρεσέφ, για ανθρώπους δηλαδή που υποστηρίζουν από χρόνια την ανάγκη να επιστρέψει το Ισραήλ στα σύνορα του 1967 και να ιδρυθεί παλαιστινιακό κράτος. Μετά το Μπιγκ Μπανγκ της Δεξιάς, τη διάσπαση δηλαδή πριν από τρία χρόνια του Λικούντ και τη γέννηση του Καντίμα, ήρθε τώρα η σειρά της Αριστεράς να διασπαστεί. Το Εργατικό Κόμμα έχει απαξιωθεί. Και οι ημέρες είναι κρίσιμες. «Ή πόλεμο θα έχουμε ή ειρήνη», λέει ο Οζ. «Και δεν ήμασταν ποτέ τόσο κοντά σε μια συμφωνία με τους Παλαιστινίους».

Η 19χρονη Μία Ταμαρίν το ξέρει. Όπως και η συνομήλική της Ταμάρα Κατζ. Και η 20χρονη Ομέρ Γκολντμάν. Και οι Ραζ Μπαρ-Νταβίντ Βαρόν και Σαχάρ Βαρντί, οι ηλικίες των οποίων δεν είναι γνωστές. Τα πέντε κορίτσια υπέγραψαν τον περασμένο Αύγουστο τη λεγόμενη «επιστολή των αποφοίτων», με την οποία καταδίκαζαν την πολιτική των διακρίσεων, της καταστολής και των δολοφονιών που ακολουθεί η κυβέρνησή τους στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Δεν πρόκειται για ειρηνίστριες. Δεν αρνούνται να υπηρετήσουν στον ισραηλινό στρατό. Αρνούνται όμως να λάβουν μέρος στον καθημερινό εξευτελισμό των Παλαιστινίων στα φυλάκια. Αρνούνται να λάβουν μέρος στις λεγόμενες «επιχειρήσεις κατά της τρομοκρατίας». Κι έτσι κατέληξαν στις φυλακές «400», λίγο έξω από το Τελ Αβίβ, μαζί με άλλους νέους και λιγότερο νέους Ισραηλινούς που διαφωνούν έμπρακτα με την πολιτική της κατοχής. Κάθε τόσο καλούνται στον ανακριτή, που τους προτείνει να ανακαλέσουν την υπογραφή τους ώστε να αφεθούν ελεύθερες. Εκείνες αρνούνται και επιστρέφουν στα κελιά τους.

Είναι σίγουρες γι΄ αυτό που κάνουν. Αλλά έχουν και τις μικρές αδυναμίες τους. Να, η Ομέρ θα ήθελε να μπορεί να ακούει μουσική και στις στρατιωτικές φυλακές του Ισραήλ απαγορεύονται τα mp3 και τα i-Ρod. Για τον λόγο αυτό οι φίλοι της εμφανίζονται κάθε τόσο μπροστά στις φυλακές με τις κιθάρες και τα ντραμς τους και δίνουν αυτοσχέδιες συναυλίες. Το περασμένο Σάββατο επικρατούσε το αδιαχώρητο, ένας αρθρογράφος της «Γεντιόθ Ααρονόθ» έγραψε για ένα «μίνι Γούντστοκ» που περνούσε μέσα από τους τοίχους των φυλακών και γλύκαινε τις ψυχές των φυλακισμένων.

Σάββατο, Νοεμβρίου 22, 2008

Υστερόγραφο για έναν πόλεμο




Η Γεωργία, και όχι η Ρωσία, ξεκίνησε τον περασμένο Αύγουστο τον πόλεμο στη Νότια Οσετία και στη διάρκεια αυτού του πολέμου σκότωσε αρκετούς αμάχους. Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα των ερευνών που πραγματοποίησαν Ευρωπαίοι παρατηρητές, η Διεθνής Αμνηστία και μέσα ενημέρωσης όπως η Νιου Γιορκ Τάιμς και το ΒΒC. Για τη Ρωσία, και όσους γοητεύονται από τη νεοεθνικιστική της ηγεσία, το συμπέρασμα αυτό αποτελεί δικαίωση των θέσεών της. Στην πραγματικότητα, δεν είναι κάτι το καινούργιο. Και επιβεβαιώνει ότι στις όποιες αρετές του προέδρου Σαακασβίλι δεν περιλαμβάνεται ούτε η ψυχραιμία ούτε ο σεβασμός των δημοκρατικών διαδικασιών.

Οι Ρώσοι το ήξεραν. Και με μια μεθοδευμένη δράση που κράτησε αρκετούς μήνες- παρενόχληση των γεωργιανών δυνάμεων, κατάρριψη αεροσκαφών, ενέδρες σε αστυνομικούς, επιθέσεις εναντίον χωριών- επιδίωξαν να παρασύρουν τον αντίπαλό τους σε ανάληψη στρατιωτικής δράσης είτε στη Νότια Οσετία είτε στην Αμπχαζία. Όταν εκείνος έπεσε στην παγίδα τους, ήταν έτοιμοι. Η ταχύτητα και η αποφασιστικότητα με την οποία κινήθηκαν οι ρωσικές δυνάμεις στο εσωτερικό της Γεωργίας- αναπτύχθηκε η ναυτική δύναμη της Μαύρης Θάλασσας και στάλθηκαν στρατεύματα στην Αμπχαζίαδείχνει ότι η ρωσική αντίδραση ήταν μελετημένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Σύμφωνα με ανώτατο Ρώσο αξιωματούχο τον οποίο επικαλείται η Αν Άπλμπαουμ στη χθεσινή Ουάσιγκτον Ποστ, δεν έγινε παρά ένας κακός υπολογισμός: «Περιμέναμε από τους Γεωργιανούς να εισβάλουν στις 8 και όχι στις 7 Αυγούστου».

Αυτά που έγιναν στη συνέχεια, οι σφαγές, οι καταστροφές και η άφθονη παραπληροφόρηση, είναι γνωστά και δεν αμφισβητούνται από κανένα. Όπως σημειώνει όμως η Αμερικανίδα αρθρογράφος, διαψεύδουν δύο μύθους. Σύμφωνα με τον πρώτο, η Γεωργία είναι μια μικρή, γενναία και αθώα δημοκρατία που αντιστέκεται με όλες της τις δυνάμεις στην άγρια ρωσική αρκούδα. «Είμαστε όλοι Γεωργιανοί», έλεγε το καλοκαίρι ο Τζον ΜακΚέιν. Σύμφωνα με τον δεύτερο, η Γεωργία είναι ένα προτεκτοράτο της Αμερικής και ο πρόεδρός της ένας λακές του Μπους που πρέπει να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου. Α, ναι, και ο πόλεμος έγινε για να χάσει τις εκλογές ο Ομπάμα...

Η εικόνα είναι πολύ πιο σύνθετη, καταλήγει η Άπλμπαουμ. Και τα συμπεράσματα όχι τόσο απλά. Βραχυπρόθεσμα, οι Γεωργιανοί πρέπει να εξασφαλίσουν ότι ο πρόεδρός τους δεν θα δολοφονηθεί ούτε θα ανατραπεί σε ένα ρωσοκίνητο πραξικόπημα. Μακροπρόθεσμα, πρέπει να διαλέξουν έναν ηγέτη που θα προωθεί πραγματικά την πολιτική και οικονομική σταθερότητα. Όσο για τη Δύση, πρέπει να υποστηρίξει τη γεωργιανή δημοκρατία, όχι κάποιους συγκεκριμένους Γεωργιανούς δημοκράτες. Και να προετοιμάσει μια ενιαία απάντηση στην επόμενη πρόκληση, όποιος και όποτε την επιχειρήσει.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 21, 2008

Θέλω να κατέβω




«Σταματήστε την πρόοδο, θέλω να κατέβω», αναφωνούσε πριν από μερικά χρόνια ο Γάλλος ποιητής Ρενέ ντε Ομπαλντιά, παραφράζοντας έναν ήρωα του Γούντυ Άλλεν. Κάποιοι τον πήραν τοις μετρητοίς.

Στο καινούργιο τους βιβλίο με τίτλο «Η Νέα πολιτική Οικολογία» (εκδ. Seuil), οι Γάλλοι οικονομολόγοι Ζαν-Πωλ Φιτουσί και Ελουά Λωράν διαπιστώνουν ότι τα αριστερά κόμματα της Ευρώπης αντιλήφθηκαν επιτέλους πως δεν μπορεί να εκπονηθεί κάποιο προοδευτικό σχέδιο για την κοινωνία αν δεν ληφθούν υπόψη οι περιορισμοί που έχουν να κάνουν με το περιβάλλον. Η Δεξιά το κατάλαβε εγκαίρως: και επειδή ο καπιταλισμός έχει την ιδιότητα να ανανεώνεται συνεχώς, ενσωμάτωσε στο οπλοστάσιό του την ιδεολογία της βιώσιμης ανάπτυξης. Εδώ βρίσκεται το μέλλον, στον «πράσινο καπιταλισμό». Το ζήτημα είναι ποιος θα τον διαχειριστεί, με ποιους όρους και ποιος θα ωφεληθεί.

Οι συγγραφείς ξεκινούν καλά, αλλά τα συμπεράσματά τους είναι λανθασμένα, γράφει στο περιοδικό Μarianne ο Πολ Αριές, ένας από τους θερμότερους υποστηρικτές στη Γαλλία της ιδέας της «απο-ανάπτυξης», της ανάγκης δηλαδή να μειωθεί η ανάπτυξη ακόμη και σε μηδενικά επίπεδα ώστε να ξαναβρεί ο πλανήτης την ισορροπία του. Ο καπιταλισμός έχει πολλές αρετές, όπως η ενίσχυση της δημοκρατικής δυναμικής, αλλά οι αρετές του εξαντλούνται. Το επίπεδο διαβίωσης μιας κοινωνίας δεν πρέπει να κρίνεται μόνο από την παραγωγικότητά της, αλλά και από την πολιτιστική της υγεία. Η καταναλωτική κοινωνία χαρακτηρίζεται από αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν «ύβρις», δηλαδή από την έλλειψη μέτρου, από τη λατρεία του απεριόριστου. Αυτό που μας χρειάζεται όμως σήμερα είναι να βάλουμε και πάλι όρια. Απο-ανάπτυξη ή βαρβαρότητα, αυτό είναι το σύνθημα της εποχής μας.

Μπούρδες, απαντά ο διευθυντής σύνταξης του Μarianne Αλεξί Λακρουά. Η λύση του οικολογικού προβλήματος δεν βρίσκεται στη μείωση της ανάπτυξης, αλλά στη μείωση των ανισοτήτων. Το αποδεικνύει αυτό που συνέβη με τον τυφώνα Κατρίνα: οι περισσότεροι θάνατοι δεν σημειώθηκαν τις ημέρες που ο τυφώνας έπληξε τη Νέα Ορλεάνη, αλλά την περίοδο που ακολούθησε, όταν ο κρατικός μηχανισμός αποδείχθηκε ανίκανος να παρέμβει και να βοηθήσει. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο οι φυσικές καταστροφές όσο η διαχείρισή τους. Να γιατί το κοινωνικό ζήτημα και το οικολογικό ζήτημα είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Η ανάπτυξη μπορεί θαυμάσια να συνεχιστεί χωρίς να θυσιάζονται τα οικοσυστήματα της Γης. Απέναντι σ΄ εκείνους που υποστηρίζουν έναν νέο νόμο του Μάλθους, σύμφωνα με τον οποίο είμαστε τόσο πολλοί σ΄ αυτόν τον πλανήτη ώστε δεν μπορούμε και πλούσιοι να είμαστε και να περνάμε καλά, πρέπει να αντιταχθεί η κεντρική ιδέα της φιλοσοφίας του Χανς Γιόνας: η ευθύνη μας απέναντι στις μελλοντικές γενιές.

Κάτι πράγματα, όμως, που συζητούν στις άλλες χώρες... Δεν έχουν εκεί Σωτηροπούλου, ούτε Κουκουβίνο;

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2008

Χαμένοι στον Αμαζόνιο




Ο αρχικός του σκοπός ήταν να φέρει μια μικρή και απομονωμένη φυλή της Βραζιλίας κοντά στον Θεό. Και κατέληξε να αμφισβητήσει τη βασική θεωρία του Νόαμ Τσόμσκι για τη γλώσσα.

Το 1977 ο Ντάνιελ Έβερετ και η οικογένειά του έφτασαν στη γη των Πιράχα, βαθιά στη ζούγκλα του Αμαζονίου. Ο σκοπός του χριστιανού ιεραπόστολου και γλωσσολόγου ήταν να μάθει τη γλώσσα που μιλούν τα μέλη της φυλής, μια από τις πιο δύσκολες γλώσσες στον κόσμο, και στη συνέχεια να μεταφράσει τη Βίβλο. Δεδομένου ότι οι Πιράχα δεν μπορούσαν ούτε να διαβάσουν ούτε να γράψουν, αλλά ούτε καν να κατανοήσουν την έννοια της γραπτής γλώσσας, η αποστολή του Έβερετ έμοιαζε από την αρχή με άθλο. Και η γλώσσα δεν ήταν το μόνο του πρόβλημα. Λίγους μήνες μετά την άφιξή τους, η γυναίκα του και η κόρη του λίγο έλειψε να πεθάνουν από ελονοσία. Κι ένα βράδυ που η φυλή μέθυσε, κάποιος προσπάθησε να τον σκοτώσει, αλλά μεταπείστηκε χάρις στη δύναμη του λόγου.

Όπως γράφει όμως ο Έβερετ στο βιβλίο του «Μην κοιμάσαι, έχει φίδια: η ζωή και η γλώσσα στη ζούγκλα του Αμαζονίου», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ρrofile Βooks, οι μεγαλύτερες δυσκολίες που συνάντησε είχαν να κάνουν με τη γλώσσα. Οι Πιράχα δεν μιλούν καμιά άλλη γλώσσα, ενώ στη δική τους οι λέξεις αλλάζουν συνεχώς μορφή με αυθαίρετους τρόπους. Αλλά εκείνος, ως γνήσιος ιεραπόστολος, δεν το έβαλε κάτω. Ύστερα από μερικές δεκαετίες αποφάσισε ότι απέκτησε επιτέλους τον έλεγχο της γλώσσας. Στο μεταξύ είχε διαπιστώσει ότι οι Πιράχα δεν ενδιαφέρονται για τον Θεό, τη Βίβλο ή οποιαδήποτε φιλοσοφία δεν μπορούν να βιώσουν οι ίδιοι. Είχε επίσης διαπιστώσει ότι ούτε εκείνος πίστευε πια στον Θεό.

Ο Έβερετ διαπίστωσε όμως και κάτι άλλο, που αντικρούει την άποψη του Τσόμσκι περί οικουμενικής γραμματικής. Αντί να λένε «Ο άνδρας, που ήταν ψηλός, μπήκε στο σπίτι», οι Πιράχα λένε: «Ο άνδρας μπήκε στο σπίτι. Ήταν ψηλός». Η γλώσσα τους στερείται τη λεγόμενη επαναδρομή, τη διαδικασία δηλαδή μέσω της οποίας οι δευτερεύουσες φράσεις ενσωματώνονται στις βασικές προτάσεις οδηγώντας σε άπειρους συνδυασμούς. Είναι τυχαίο; Μήπως αυτό το στοιχείο υπάρχει στη γλώσσα, απλώς βρίσκεται σε λανθάνουσα μορφή; Όχι, απαντά ο Έβερετ, οι Πιράχα δεν έχουν ανάγκη από πράγματα που δεν μπορούν να επαληθεύσουν, κατά συνέπεια επικοινωνούν μεταξύ τους με απλές καταφατικές προτάσεις. Η δομή της γραμματικής τους έχει καθοριστεί από το ιδιαίτερο περιβάλλον τους, δεν υπακούει σε κάποιους οικουμενικούς κώδικες όπως υποστηρίζει ο Τσόμσκι.

Η θεωρία του Έβερετ είναι ενδιαφέρουσα. Όπως γράφει όμως ο Άντριου Άντονι στην Ομπζέρβερ, δεν είναι εύκολο να δοθεί συνέχεια στο θέμα. Ελάχιστοι άνθρωποι μιλούν ακόμη τη γλώσσα των Πιράχα. Και πολύ δύσκολα κάποιος άλλος γλωσσολόγος θα βρει τον χρόνο και το κέφι να ασχοληθεί μαζί τους.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 19, 2008

Βιοτεχνολογία ή βιοποικιλότητα;




Εβδομήντα πέντε εκατομμύρια ψυχές: τόσο αυξήθηκαν οι πεινασμένοι στον κόσμο το 2007. Από 848 εκατομμύρια έφτασαν τα 923 εκατομμύρια, οι περισσότεροι στην Αφρική.
Μήπως τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα αποτελούν τη λύση;

Η ανάγκη να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων στην Αφρική, και παράλληλα να μειωθεί η χρήση εντομοκτόνων, ενθαρρύνει τους υποστηρικτές των γενετικών παρεμβάσεων στη φύση να δοκιμάσουν δυναμικά την τύχη τους στην ήπειρο. Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Βραζιλία (με 150 εκατομμύρια στρέμματα γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών), η Ινδία (60 εκατομμύρια) και η Κίνα (40 εκατομμύρια), πειραματίζονται ήδη σε αυτόν τον τομέα. Και τον περασμένο Σεπτέμβριο έγινε στο Ναϊρόμπι της Κένυας το πρώτο παναφρικανικό συνέδριο για τη βιοτεχνολογία. Η χώρα αυτή, μαζί με τη Νότια Αφρική και τη Ζιμπάμπουε, είναι πρωτοπόροι στις έρευνες για την τεχνολογική βελτίωση των καλλιεργειών (μεταλλαγμένων και μη), με τη Νιγηρία και την Γκάνα να ακολουθούν.

Στη φετινή της έκθεση, η Διεθνής Επιτροπή για τη Γνώση, την Επιστήμη και την Τεχνολογία της Γεωργικής Ανάπτυξης (ΙΑΑSΤD) αναγνωρίζει την ανάγκη να βελτιωθούν οι γεωργικές επιδόσεις της Αφρικής, αλλά εμφανίζεται πολύ επιφυλακτική απέναντι στις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν η Παγκόσμια Τράπεζα, τα Ηνωμένα Έθνη, κυβερνήσεις, ειδικοί και ιδιωτικά ιδρύματα, οι επιπτώσεις αυτής της τεχνολογίας στην υγεία και τη βιοποικιλότητα είναι άγνωστες. Και σε κάθε περίπτωση, οι αναπτυσσόμενες χώρες πρέπει να έχουν πρόσβαση σε όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες προτού πάρουν τις αποφάσεις τους.

Η βιοτεχνολογία είναι σύμμαχος κατά της πείνας, λέει στην Ελ Παΐς η Ισπανίδα υπουργός Περιβάλλοντος Ελένα Εσπινόσα. Πρόκειται για μύθο, απαντά η Γαλλίδα δημοσιογράφος Μαρί-Μονίκ Ρομπέν, το βιβλίο της οποίας «Ο κόσμος σύμφωνα με τη Μονσάντο» έχει πουλήσει φέτος 90.000 αντίτυπα στη Γαλλία. Οι μελέτες που έχουν γίνει αποδεικνύουν ότι τα γενετικά τροποποιημένα φυτά είναι πιο αδύνατα και αντιστέκονται λιγότερο στην ξηρασία και τις πλημμύρες. Όταν ένα φυτό μεταλλάσσεται προκειμένου να παράγει από μόνο του ένα εντομοκτόνο, χρησιμοποιεί μέρος της ενέργειάς του για τον σκοπό αυτό, και όχι για να αναπτυχθεί. Κατά συνέπεια, πρέπει να χρησιμοποιηθούν στη συνέχεια λιπάσματα για την ανάπτυξή του- που κατά σύμπτωση τα παράγει η ίδια εταιρεία που έκανε και τη μετάλλαξη, η Μonsanto. Σε δέκα χρόνια, το έντομο εναντίον του οποίου έγινε η γενετική παρέμβαση αναπτύσσει αντίσταση και επιστρέφει, καταστρέφοντας τις σοδειές. Κάπως έτσι άρχισαν να αυτοκτονούν οι Ινδοί αγρότες.

Για τη Γαλλίδα δημοσιογράφο, η λύση βρίσκεται στην προστασία της βιοποικιλότητας. Στο Μεξικό, όπου γεννήθηκε το καλαμπόκι πριν από 5.000 χρόνια, υπάρχουν όλων των ειδών οι σπόροι, άσπροι, μοβ, γαλάζιοι, με ποικίλους βαθμούς αντίστασης στην ξηρασία ή τις πλημμύρες. Για την ακρίβεια, υπήρχαν: γιατί σιγά σιγά οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες καταπίνουν τα πάντα.

Τρίτη, Νοεμβρίου 18, 2008

Στο τέλος θα αγαπηθούν λιγάκι




Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του εμφυλίου πολέμου που εκτυλίσσεται αυτές τις ημέρες στο γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν είναι το ποιος τελικά θα νικήσει. Αλλά ότι αποκλείστηκε ο πιο σοβαρός από τους υποψηφίους, ο δήμαρχος του Παρισιού Μπερτράν Ντελανοέ.

Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ. Το τι ξεστόμισε το στόμα της Σεγκολέν Ρουαγιάλ σ΄ αυτό το συνέδριο δεν λέγεται. «Ας ενώσουμε τις δυνάμεις και τις τρυφερότητές μας». «Πού θα πάει, στο τέλος θα αγαπηθούμε λιγάκι». «Θα ανάψουμε ξανά όλους τους ήλιους κι όλα τ΄ αστέρια του ουρανού». «Να γίνουν οι σοσιαλιστές πιο αδελφικοί απέναντι στον κόσμο, πιο μητρικοί». Ο λόγος που εκφώνησε το Σάββατο χαρακτηρίστηκε από τον Τύπο πολιτικοθρησκευτικο-μυστικιστικός. Το έκανε επίτηδες, ήθελε να εκνευρίσει τους αντιπάλους της, και είναι φανερό ότι τα κατάφερε. «Δεν μιλάμε στη διάρκεια της λειτουργίας», κάγχασε κάποια στιγμή ένα στέλεχος του αντίπαλου στρατοπέδου. Κι όταν η Σεγκολέν ολοκλήρωσε, οι μισοί σύνεδροι την αποθέωσαν κι οι άλλοι μισοί τη γιουχάισαν. Την επομένη, πάντως, άλλαξε βιολί: επιτέθηκε στους εξτρεμιστές της αγοράς και εκθείασε τη «νοικοκυρά που μαζεύει τα αποφάγια από τα πιάτα και τα ξαναμαγειρεύει».

Η ΠΑΛΑΙΟΚΟΜΜΑΤΙΚΗ. Δίσταζε μέχρι το τέλος. Ακόμη και την ημέρα που άρχιζε το συνέδριο, η Μαρτίν Ομπρί δεν είχε αποφασίσει αν θα θέσει υποψηφιότητα. «Είναι τα γονίδια», παρατηρούσε ένας υποστηρικτής της, αναφερόμενος στον πατέρα της, τον Ζακ Ντελόρ, που αφού κράτησε για μήνες όλη τη Γαλλία σε αγωνία αποφάσισε το 1995 να μην είναι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές. Η κόρη του, αντίθετα, υπέκυψε τελικά στις σειρήνες της εξουσίας- αφού όμως βεβαιώθηκε πρώτα ότι ο Ντελανοέ θα αποχωρούσε. Το όραμά της για το κόμμα είναι τελείως διαφορετικό από εκείνο της αντιπάλου της. Η Μαρτίν θέλει ένα «κόμμα των στελεχών», η Σεγκολέν προτιμά ένα «κόμμα των οπαδών», κάτι σαν το Δημοκρατικό Κόμμα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο ΑΡΙΣΤΕΡΙΣΤΗΣ. «Δεν χαλαρώνουμε ποτέ, ας θυμηθούμε τι έκανε ο Λιλιάν Τιράμ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998!», είπε στη δική του ομιλία ο τρίτος υποψήφιος Μπενουά Αμόν, που θέλει να το παίξει λίγο Ομπάμα. Το ότι έφτασε μέχρι εδώ αποτελεί ήδη επιτυχία. Αν, όπως αναμένεται, έρθει τρίτος στην ψηφοφορία της Πέμπτης, θα στηρίξει την Ομπρί. Το ίδιο ανακοίνωσε χθες ότι θα κάνει ο Ντελανοέ. Η μάχη αναμένεται έτσι να εξελιχθεί σε ντέρμπι. Και οι κίνδυνοι της διάσπασης μεγαλώνουν.

Ο ΑΝΑΛΥΤΗΣ. Υπάρχει πάντα μια παραδοσιακή σοσιαλιστική ιδεολογία σε ό,τι αφορά την κοινωνική δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, λέει στη Μοντ ο Ζεράρ Γκρινμπέργκ. Από την ιδεολογία αυτή, όμως, δεν έχουν προκύψει συγκεκριμένες απαντήσεις στα σημερινά προβλήματα. Ούτε ένα σοσιαλιστικό μοντέλο που δεν θα είναι μόνο εθνικό, αλλά και ευρωπαϊκό, αν όχι παγκόσμιο. Απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, οι απαντήσεις των σοσιαλιστών εξακολουθούν να έχουν τοπικό χαρακτήρα.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2008

Η επανάσταση είναι οπλισμένη




«Αν επιτρέψετε να επανέλθει η ολιγαρχία στην κυβέρνηση, ίσως αναγκαστώ να βγάλω τα τανκς της Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας για να υπερασπιστώ την επαναστατική κυβέρνηση και τον λαό».

Τη σαφή αυτή προειδοποίηση απηύθυνε την περασμένη Κυριακή ο Ούγκο Τσάβες στη διάρκεια συγκέντρωσης που έγινε στο κρατίδιο Καραμπόμπο, δυτικά του Καράκας. Δύο ημέρες μετά επανήλθε, υπενθυμίζοντας στα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι «αυτή η επανάσταση είναι οπλισμένη και ότι ο λαός είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί την επαναστατική διαδικασία». Τέσσερις φορές μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα έχει απειλήσει ο Τσάβες να προσφύγει στη στρατιωτική βία και να φυλακίσει τους αντιπάλους του αν, στις περιφερειακές εκλογές της προσεχούς Κυριακής, το κόμμα του ηττηθεί στα κρατίδια που θεωρεί κλειδιά για την εδραίωση του σοσιαλισμού. Πρόκειται για τη Σούλια, το κρατίδιο με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου, τη Νουέβα Εσπάρτα, που μαζί με την προηγούμενη ελέγχονται από την αντιπολίτευση, καθώς και το Σούκρε, το Γκουάρικο και το Καραμπόμπο που διοικούνται από πρώην συνεργάτες του Τσάβες οι οποίοι διαφώνησαν στη συνέχεια μαζί του.

Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας δεν μοιάζει διατεθειμένος να δεχθεί μια νέα ήττα με την ίδια γενναιοδωρία που δέχθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Στην περίπτωση που η αντιπολίτευση κερδίσει και πάλι την πλειοψηφία στη Σούλια, τόνισε στις 24 Οκτωβρίου, «θα πρέπει να συγκροτήσουμε ένα σχέδιο που θα έχει και στρατιωτικό χαρακτήρα». Οι αντίπαλοί του τον κατηγορούν για βρώμικο πόλεμο. Αυτή τη φορά, όμως, οι φοιτητές δεν έχουν βγει στους δρόμους. Το κίνημά τους μοιάζει να εξαντλήθηκε στις περυσινές κινητοποιήσεις. Ο Μεξικανός ιστορικός Ενρίκε Κράουζε θυμάται ότι είχε συναντήσει τότε τους ηγέτες τους στο Καράκας και τους είχε συμβουλέψει να φροντίσουν οι κινητοποιήσεις τους να έχουν διάρκεια. Δεν τον άκουσαν.

Ο Κράουζε παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα στη Μαδρίτη το βιβλίο του «Η εξουσία και το παραλήρημα», που πραγματεύεται τη Βενεζουέλα και τον Τσάβες. Ελπίζει να μπορέσει να το παρουσιάσει και μεθαύριο στο Καράκας, αλλά δεν ξέρει αν θα τον αφήσουν. Κατά την άποψή του, ο ηγέτης της Βενεζουέλας δεν είναι ούτε τρελός, ούτε γελωτοποιός, ούτε κυνικός. Πάσχει όμως πράγματι από ένα παραλήρημα εξουσίας. Εξακολουθεί να ονειρεύεται την επ΄ αόριστον επανεκλογή του στην προεδρία. Ο εικοστός αιώνας, όμως, έχει δείξει ότι η συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια χαρισματικών ηγετών δεν έχει φέρει παρά βία, πολέμους και θάνατο. Προς το παρόν, η περίοδος Τσάβες έχει φέρει μίσος. Ένα μίσος που δεν έχει καμιά σχέση με τις πολιτικές αντιπαραθέσεις που βλέπουμε στην Ευρώπη. «Μου θυμίζει λίγο την Ισπανία της δεκαετίας του ΄30», λέει ο Κράουζε στην «Ελ Παΐς». «Είναι θαύμα που οι Βενεζουελάνοι δεν σκοτώνονται για τις ιδέες τους».

Σάββατο, Νοεμβρίου 15, 2008

Και τώρα τι κάνουμε;




Λίγες ώρες μετά την απροσδόκητη εκλογή του στη Γερουσία της Καλιφόρνιας, ο Μπιλ ΜακΚέι ρωτά έντρομος τον υπεύθυνο της εκστρατείας του: «Και τώρα τι κάνουμε;». Η σκηνή αυτή είναι από την ταινία του 1972 «Ο Υποψήφιος», όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Η ταινία κέρδισε Όσκαρ καλύτερου σεναρίου, το οποίο έγραψε ο Τζέρεμυ Λάρνερ. Αλλά δεν απέχει και πολύ από πραγματικά γεγονότα. Δώδεκα χρόνια νωρίτερα, τον Αύγουστο του 1960, ο υποψήφιος για την προεδρία Τζων Κέννεντυ είχε πει στον σύμβουλό του Κλαρκ Κλίφορντ: «Αν κερδίσω, δεν θέλω να ξυπνήσω την 9η Νοεμβρίου και να αναρωτηθώ τι θα κάνω με τη νίκη μου».

Ακόμη πιο παλιά, στις 12 Απριλίου του 1945, ο αντιπρόεδρος Χάρυ Τρούμαν θέλησε να συλλυπηθεί την Ελέανορ Ρούσβελτ για τον θάνατο του συζύγου της και προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ. «Μπορώ να κάνω κάτι για σας, κυρία μου;» τη ρώτησε. Κι εκείνη του απάντησε: «Μπορούμε να κάνουμε εμείς κάτι για σας; Γιατί αυτός που έχει πρόβλημα τώρα είστε σεις».

Η μεταβατική περίοδος ανάμεσα στις αμερικανικές εκλογές και την ανάληψη της εξουσίας από τον νέο πρόεδρο διαρκεί επτά εβδομάδες. Και έχει αποτελέσει το θέμα πολλών μελετών, βιβλίων και ταινιών. Ο Στήβεν Χες, που εργάστηκε για πολλά χρόνια ως σύμβουλος στον Λευκό Οίκο, έγραψε έναν οδηγό για νέους προέδρους που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει ασκήσεις και ερωτηματολόγια. Ο τίτλος του είναι προφανής: « Και τώρα τι κάνουμε;». Ο Κουρτ Κάμπελ και ο Τζέιμς Στάνμπεργκ, από τους οποίους ο δεύτερος χρημάτισε και σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον, έγραψαν ένα άλλο βιβλίο ( Δύσκολες μεταβάσεις ) στο οποίο χαρακτηρίζουν τη μεταβατική περίοδο που διανύει τώρα η Αμερική μια από τις πιο σύνθετες και επικίνδυνες στην ιστορία: είναι η πρώτη μετά την 11η Σεπτεμβρίου και χαρακτηρίζεται από δύο ανοιχτούς πολέμους, μια οικονομική κρίση που ενδέχεται να οδηγήσει σε ύφεση και έναν ισχυρό ανταγωνισμό ανάμεσα στον απερχόμενο πρόεδρο και τον καινούργιο.

Ο Μπαράκ Ομπάμα, πάντως, δεν μοιάζει ούτε να φοβάται ούτε να βιάζεται. Όπως επισημαίνει ο Λουίς Μπασέτς στην Ελ Παΐς, ο νέος πρόεδρος και το επιτελείο του ίσως να αποτελούν την καλύτερα προετοιμασμένη ομάδα που έχει γνωρίσει ποτέ η Αμερική σε μια τέτοια περίοδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το επιτελείο αυτό επεξεργάζεται εδώ και επτά μήνες τα 200 πρώτα μέτρα που θα ληφθούν για να απαλλαγεί η χώρα από την τοξική κληρονομιά του Μπους. Ο πήχυς είναι ψηλά, οι προσδοκίες μεγάλες, το ίδιο και η κούραση. Ο Ομπάμα το γνωρίζει, η συνήθης περίοδος χάριτος των 100 ημερών θα είναι για εκείνον μικρότερη.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 14, 2008

Ο Λου Ριντ ζει ακόμα




«Τα τραγούδια έχουν χάσει τη δύναμή τους. Ακόμη και τα καλά. Τ΄ ακούς παντού, σε όλες τις καταστάσεις, αλλά πολύ χαμηλά. Εγώ θέλω τον ήχο δυνατά, να σου δίνει γροθιές στο στομάχι και να σου κόβει την ανάσα. Αυτός είναι ο ήχος που μεταμορφώνει». Λου Ριντ

O Ισπανός δημοσιογράφος Ντιέγκο Μανρίκε πήγε κάποτε στην Ατλάντα για να πάρει συνέντευξη από τον Λου Ριντ. Βάλθηκε λοιπόν να ρωτάει όποιον Αμερικανό συναντούσε- αεροσυνοδούς, ρεσεψιονίστ, καμαριέρες- αν γνώριζε αυτόν τον άνθρωπο. Σε κανέναν δεν έλεγε κάτι το όνομα. Όταν ανέφερε ότι είναι μουσικός, τον μπέρδευαν με τον Λου Ρόουλς, έναν μαύρο τραγουδιστή που εμφανιζόταν συχνά στην τηλεόραση. Μόνο ένας ταξιτζής έδειξε να τον ξέρει. «Βέβαια, ο τύπος του “Walk on the wild side”. Μα ζει ακόμα;».

Ανέκαθεν πιο δημοφιλής στην Ευρώπη απ΄ ό,τι στην Αμερική, ο Λου Ριντ ζει, είναι μια χαρά στα 65 του και εκτός από τη μουσική ασχολείται με την ποίηση. Τις προάλλες βρέθηκε στη Βαρκελώνη στο πλαίσιο ενός προγράμματος για τη διάδοση της καταλανικής ποίησης, κι εκεί τον συνάντησε ξανά ο Μανρίκε, για λογαριασμό της Ελ Παΐς, και τον ρώτησε τι διαβάζει αυτόν τον καιρό. «Δυστυχώς τίποτα», απάντησε εκείνος. «Έχασα πάλι την ηλεκτρονική συσκευή όπου είχα αποθηκεύσει εκατοντάδες βιβλία, μου έπεσε στο αεροπλάνο, είναι η δεύτερη φορά που μου συμβαίνει, και φυσικά κανείς δεν θα μου την επιστρέψει». Μήπως θα μπορούσαν να του βρουν ένα βιβλίο του Τζέιμς Λι Μπερκ για να διαβάσει το βράδυ, του αρέσει πολύ ο κεντρικός του ήρωας, αυτός ο αλκοολικός πρώην αστυνομικός που τα βάζει με τους κακούς.

Ο Λου Ριντ είναι νευρικός, νωρίτερα είχε τσακωθεί πάλι με κάποιον δημοσιογράφο, τώρα από κάπου του μυρίζει τσιγάρο, εκείνος το ΄κοψε πριν από πέντε χρόνια αλλά η μυρωδιά τού ξυπνάει μνήμες, όλα τα είχε δοκιμάσει, από τον υπνωτισμό μέχρι τον βελονισμό, και τελικά τα κατάφερε με κάτι κινέζικα βότανα, ας το σβήσει επιτέλους όποιος το άναψε, το ξέρετε ότι ένα πακέτο τσιγάρα ισοδυναμεί με την ακτινοβολία μιας ακτινογραφίας; Η συζήτηση έρχεται στην Κίνα, ο Λου Ριντ κάνει Τάι Τσι, «στη Νέα Υόρκη πρέπει να είσαι έτοιμος να έρθεις στα χέρια για οποιαδήποτε ανοησία», του αρέσει που στο Πεκίνο υπάρχουν κάποια γκρουπ που θυμίζουν τους Τhe Velvet Underground, «ελπίζω η μουσική μου να τους χρησιμεύσει ως έμβλημα διαφωνίας, ο Βάτσλαβ Χάβελ μου έχει πει ότι το ίδιο συνέβαινε και στην ανατολική Ευρώπη». Δεν θέλει να μιλήσει όμως για πολιτική, βέβαια ο πόλεμος στο Αφγανιστάν έχει ηθική διαφορά από την εισβολή στο Ιράκ, κι όσο για την 11η Σεπτεμβρίου, στην αρχή πίστεψε ότι την είχε στήσει ο Μπους, αλλά μετά κατάλαβε ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είναι αρκετά έξυπνος για να κάνει κάτι τέτοιο.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 13, 2008

Ευλογία ή δηλητήριο;




«Εκεί όπου δεν υπάρχει Θεός, τα πάντα επιτρέπονται», έλεγε ο Ντοστογιέφσκι. Η συντηρητική Αμερικανίδα δημοσιογράφος Λώρα Σλέσινγκερ προχωρεί ένα βήμα παραπάνω, υποστηρίζοντας ότι η ηθική συμπεριφορά προϋποθέτει την πίστη στον Θεό. Η άποψη αυτή ενισχύεται από διάφορες έρευνες που δείχνουν ότι οι θρήσκοι είναι καλύτεροι άνθρωποι. Γίνονται πιο εύκολα αιμοδότες, για παράδειγμα. Δίνουν πιο πρόθυμα ελεημοσύνη. Λένε πιο δύσκολα ψέματα. Ενδεχομένως τα κίνητρά τους να μην είναι απολύτως ειλικρινή: υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η συμπεριφορά αυτή οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό έχουν τη βεβαιότητα πως διαρκώς κάποιος τους παρακολουθεί. Όπως και να έχει το πράγμα, αυτό τους κάνει χαρούμενους. Σύμφωνα με έρευνα που έγινε το 2004, ένας θρήσκος έχει διπλάσιες πιθανότητες να δηλώσει ευτυχισμένος με τη ζωή του από έναν άθεο, κι ένας άθεος διπλάσιες πιθανότητες να αισθάνεται ότι είναι αποτυχημένος.

Αν ισχύουν τα παραπάνω, τότε δικαιώνεται εκείνος ο παρουσιαστής του καναλιού Fox που είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες- μια από τις πιο θρήσκες χώρες της Δύσης- είναι «η καλύτερη χώρα που έχει χαρίσει ο Θεός στον άνθρωπο». Να όμως που άλλες έρευνες αντικρούουν αυτή την άποψη. Στο καινούργιο του βιβλίο «Κοινωνία χωρίς Θεό», ο Φιλ Τσούκερμαν εξετάζει δύο κατ΄ εξοχήν άθεους λαούς: τους Δανούς και τους Σουηδούς. Οι άνθρωποι αυτοί ούτε πηγαίνουν στην εκκλησία ούτε προσεύχονται στον ιδιωτικό τους χώρο. Δεν πιστεύουν στον Θεό, στην Κόλαση και στον Παράδεισο. Παρά ταύτα, έχουν άριστες σχέσεις μεταξύ τους, πιστεύουν στην κοινωνική ισότητα και στις χώρες τους τα κρούσματα φόνων και βιασμών είναι πολύ λιγότερα απ΄ ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ανάλογο συμπέρασμα έβγαλε το 2005 και ο Γκρέγκορι Πολ από την εξέταση 18 δημοκρατιών: οι πιο άθεες κοινωνίες έχουν τις λιγότερες δολοφονίες, αυτοκτονίες, αμβλώσεις και εφηβικές εγκυμοσύνες.

Πώς εξηγείται αυτή η αντίφαση; Όπως γράφει στο ηλεκτρονικό περιοδικό Σλέιτ ο Πωλ Μπλουμ, καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, η θετική επίδραση της θρησκείας δεν εξηγείται τόσο από την αίσθηση της διαρκούς παρακολούθησης όσο από την πεποίθηση των πιστών ότι ανήκουν σε μία κοινότητα. Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι ο εθελοντικός συγχρωτισμός με άλλους ανθρώπους μάς κάνει εξυπνότερους, υγιέστερους, ασφαλέστερους και πλουσιότερους. Αυτό ακριβώς είναι και το μυστικό των Σκανδιναβών: έχουν ισχυρές κοινότητες. Μπορεί να είναι άθεοι, αλλά δηλώνουν χριστιανοί: παντρεύονται στην εκκλησία, βαφτίζουν τα παιδιά τους και δωρίζουν μέρος του εισοδήματός τους στην εκκλησία. Οι Αμερικανοί άθεοι, αντίθετα, είναι συνήθως αποκλεισμένοι από την κοινοτική ζωή. Μήπως, λοιπόν, αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που αισθάνονται δυσαρεστημένοι από τον εαυτό τους και τη ζωή τους;

«Η θρησκεία δηλητηριάζει τα πάντα», λέει ο Κρίστοφερ Χίτσενς. Ίσως το ρήμα που χρησιμοποιεί να είναι βαρύ- αλλά επί της ουσίας μάλλον έχει δίκιο.

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2008

Εξεγείρομαι, άρα υπάρχουμε




«Δεν είμαι φιλόσοφος. Δεν πιστεύω αρκετά στη λογική για να πιστέψω σε ένα σύστημα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ξέρω πώς να συμπεριφέρομαι». Αλμπέρ Καμύ.

O μαρξιστικός ολοκληρωτισμός έχει ουσιαστικά εξαφανιστεί. Από την κομμουνιστική αυτοκρατορία δεν έχουν μείνει παρά μερικές τραγικές γραφικότητες- ή γραφικές τραγικότητες- σαν τη Βόρεια Κορέα. Και στην επανάσταση δεν πιστεύουν πια παρά ελάχιστοι ρομαντικοί. Κι όμως, ο «Εξεγερμένος Άνθρωπος», το βιβλίο που έγραψε ο Αλμπέρ Καμύ το 1951, διατηρεί μια απίστευτη επικαιρότητα. Όχι τόσο για το τι πρέπει να κάνει ένας διανοούμενος απέναντι σ΄ έναν δικτάτορα. Αλλά για το πώς πρέπει να αντιδρά ένας καθημερινός άνθρωπος απέναντι στις καθημερινές δικτατορίες. Όπως γράφει στο περιοδικό Le Ρoint ο βιβλιοκριτικός Ροζέ-Πολ Ντρουά, που ξαναδιάβασε πρόσφατα το βιβλίο με αφορμή την έκδοση του 3ου και του 4ου τόμου των Απάντων του Καμύ, το βασικό ερώτημα που απασχολούσε τους ανθρώπους το 1951 είναι το ίδιο με αυτό που τους απασχολεί το 2008: τι νόημα έχει ο κόσμος; Ίδια και η σιωπή που τους απαντά. Η «ρήξη ανάμεσα στον κόσμο και το πνεύμα μου» όμως, που ο Καμύ αποκάλεσε παράλογο, αποκτά σήμερα καινούργιο περιεχόμενο. Η καταστροφή του πλανήτη δεν σταματά και κάποια στιγμή μπορεί να αποδειχθεί αναντίστρεπτη. Υπάρχει τίποτα πιο παράλογο από την αυτοκαταστροφή του έλλογου ανθρωπίνου είδους; Και υπάρχει τίποτα πιο επιτακτικό από την εξέγερση απέναντι σε αυτή την εξέλιξη;

«Εξεγείρομαι, άρα υπάρχουμε»: αυτό είναι το κεντρικό σύνθημα του βιβλίου. Φτάνει μια στιγμή που λέμε «φτάνει». Κι αυτό το «φτάνει» σηματοδοτεί ένα όριο, μια κόκκινη γραμμή. Η θρυαλλίδα θα μπορούσε να είναι η συνεχής αύξηση των ανισοτήτων. Ή ο πολλαπλασιασμός των ελέγχων. Ή η διαπίστωση ότι υπάρχουν χρήματα για να σωθούν οι τράπεζες, αλλά όχι και για να καταπολεμηθεί η πείνα. Η εξέγερση μπορεί βέβαια να πάρει λάθος δρόμο και να στραφεί εναντίον του εαυτού της: ζητούσαμε την ελευθερία και πήραμε τον τρόμο. Πρέπει έτσι να εξεγειρόμαστε και εναντίον των επαναστάσεων, να τους επιβάλλουμε τον σεβασμό της αξιοπρέπειας, να επαγρυπνούμε ώστε να μη χάνουν το ανθρώπινο πρόσωπό τους.

Η αξία του Καμύ- σημειώνει ο Γάλλος βιβλιοκριτικός- είναι ότι στήριξε την ανάλυσή του σε μια γενεαλογία του μηδενισμού. Από τον ντε Σαντ ώς τους ρομαντικούς δανδήδες, από τον Ντοστογιέφσκι ώς τον Μαξ Στίρνερ, από τον Νίτσε ώς τον Λωτρεαμόν κι από τον Σαιν-Ζυστ μέχρι τον Χέγκελ και τους Ρώσους μηδενιστές, οι αναφορές του συγγραφέα φανερώνουν έναν άνθρωπο βαθύτατης μόρφωσης και ευρύτατου πνεύματος. Όχι πως δεν το ξέραμε- κι ας το παραβλέπαμε παλιότερα επειδή δεν συγχωρούσαμε στον Καμύ ότι ήταν αριστερός αλλά αντικομμουνιστής, ότι ήταν συγγραφέας αλλά σκεφτόταν ως φιλόσοφος. Σε εποχές κρίσης σαν τη σημερινή, όμως, καλό είναι να το θυμόμαστε. Βελτιώνει την ποιότητα της ζωής μας.


Δευτέρα, Νοεμβρίου 10, 2008

Μια ψευδαίσθηση που διαρκεί




Κάθε κίνημα έχει και τον φιλόσοφό του. Οι νεοσυντηρητικοί, ας πούμε, είχαν υιοθετήσει - και κακοποιήσει- τον Λίο Στράους. Τα επόμενα χρόνια θα διαβάζουμε για έναν άλλο φιλόσοφο, που έχει μεγάλο ενδιαφέρον.

Τ΄ όνομά του είναι Ράινχολντ Νίμπουρ (1892-1971). Ήταν ένας προτεστάντης θεολόγος, που μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο προειδοποιούσε τους Αμερικανούς πολιτικούς να μη θεωρούν ότι αποτελούν ένα εκλεκτό έθνος. Ένας προφήτης, που χαρακτήριζε θανάσιμη απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες το όνειρο της παραποίησης της Ιστορίας, «ένα όνειρο που γεννιέται από έναν παράδοξο συνδυασμό αλαζονείας και ναρκισσισμού». Ένας χριστιανός που εξέφραζε την κατηγορηματική του αντίθεση στον πολιτικό μεσσιανισμό.

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολούθησαν την αντίθετη πορεία. Οδηγός των ηγετών τους δεν ήταν ο Νίμπουρ, αλλά ο πρώην κυβερνήτης της Μασαχουσέτης Τζον Γουίνθροπ, που το 1629 έδειξε στους Πουριτανούς εποίκους την «πόλη πάνω στον λόφο». Η Αμερική έπρεπε να επεκτείνεται διαρκώς, χωρίς να κάνει κάθε τόσο τον λογαριασμό, χωρίς να επιχειρεί έναν απολογισμό, χωρίς να μετρά τις δυνάμεις της. Στις 5 Ιουλίου του 1979, ο Τζίμυ Κάρτερ τόλμησε να πει στους συμπατριώτες του ότι πρέπει να αλλάξουν, να μειώσουν την εξάρτησή τους από το πετρέλαιο, να αποταμιεύουν περισσότερα απ΄ όσα καταναλώνουν. Η απάντηση ήλθε τέσσερις μήνες αργότερα από τον Ρόναλντ Ρίγκαν, που ανακοινώνοντας την υποψηφιότητά του υποσχέθηκε συνέχιση των ελλειμμάτων, των αλόγιστων στρατιωτικών δαπανών και της αυτοκρατορικής ισχύος. Ο Τιτανικός δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο, είπε στους Αμερικανούς, κι εκείνοι τον πίστεψαν.

«Deficits don΄t matter», απάντησε και ο Ντικ Τσέινι, όταν τον ρώτησαν κάποτε για τους πολέμους που είχε ξεκινήσει ο πρόεδρος Μπους χωρίς να ζητήσει θυσίες, αλλά μειώνοντας αντίθετα τους φόρους. Τα ελλείμματα δεν έχουν σημασία. Η Μain Street τον πίστεψε, και γι΄ αυτό δεν είναι εντελώς άμοιρη ευθυνών για την τελευταία κρίση. Η σιωπηρή πλειοψηφία πίστεψε ότι, ακριβώς επειδή είναι ένα εκλεκτό έθνος, ένα έθνος που το προστατεύει μια ανώτερη δύναμη, μπορεί να καταναλώνει επ΄ άπειρον περισσότερα απ΄ όσα παράγει. Ήταν ειλικρινής, έτσι, η έκπληξή της όταν είδε τον Τιτανικό να προσκρούει πάνω σε ξέρα. Κι ήταν λογικό να συμπεράνει ότι δεν αρκεί να αλλάξει στολή ο καπετάνιος για να σωθεί το πλοίο.

Αν και θαυμαστής του Ράινχολντ Νίμπουρ και βαθύς γνώστης του έργου του, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος δεν πήρε κατά την προεκλογική εκστρατεία σαφείς αποστάσεις από την έννοια του «εκλεκτού έθνους». Για λόγους τακτικής, ασφαλώς: οι αντίπαλοί του τον χαρακτήριζαν προδότη και χωρίς αυτό. Για λόγους, επίσης, προσωπικής ιστορίας: όπως επανέλαβε την Παρασκευή στην πρώτη του συνέντευξη Τύπου, «μόνο σ΄ αυτή τη χώρα θα μπορούσε να γίνει πρόεδρος ένας ημίαιμος σαν κι εμένα». Αλλά τώρα τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν, οι σοβαροί και υπεύθυνοι άνθρωποι δεν μπορούν να κυβερνούν με ψευδαισθήσεις.

Σάββατο, Νοεμβρίου 08, 2008

Όταν η Ζέιντι φόρεσε τα γυαλιά




Oι προηγούμενες δύο εκλογικές βραδιές είχαν κακό τέλος. Αλλά ο Πάτρικ Μακ Γκραθ ( "Απαγορευμένο Πάθος") δεν πτοήθηκε. Κάλεσε έτσι πάλι στο υπέροχο σπίτι του, κοντά στο Ground Ζero, διανοούμενους, συγγραφείς και ηθοποιούς, όλους βέβαια οπαδούς του Ομπάμα, για να παρακολουθήσουν μαζί την ιστορική εκλογική αναμέτρηση. Η βραδιά ξεκίνησε πάλι στραβά, με το Fox να μεταδίδει κάποια αμφιλεγόμενα exit polls. Ο ΜακΚέιν είχε πάρει κεφάλι τόσο στην Ιντιάνα όσο και στο Οχάιο, τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, η Ζέιντι Σμιθ ( "Στην ομορφιά που χάνεται" ) δεν θα φορούσε ποτέ τα γυαλιά που έγραφαν Ομπάμα, και που τα είχε φέρει μαζί της για γούρι.

Τότε ο οικοδεσπότης πρότεινε να αλλάξουν κανάλι. Αμέσως άλλαξε και η ατμόσφαιρα: το CΝΝ είχε άλλες πληροφορίες, και ΔΕΝ μετέδιδε exit polls. Εκείνη την ώρα μπήκε και ο Κολμ Τόιμπιν ("Λίγο πριν την αυγή"), που άρχισε να μοιράζει στους συγκεντρωμένους κονκάρδες με τον Ομπάμα. Ο τελευταίος είχε περάσει ήδη μπροστά στους εκλέκτορες, με κάθε καλή είδηση οι συγκεντρωμένοι έβγαζαν μια κραυγή ενθουσιασμού, αλλά δεν σταματούσαν να καπνίζουν, η ένταση τους έκανε να καπνίζουν ασταμάτητα, κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο πια σε ένα νεοϋορκέζικο σπίτι. Όταν μεταδόθηκε ότι ο Ομπάμα είχε πάρει την Πενσιλβάνια, ο ΜακΓκραθ φώναξε: «Είναι μια ιστορική στιγμή, ο κόσμος αλλάζει!». Στην παρέα είχε προστεθεί ήδη ο Ίαν ΜακΓιούαν ("Σάββατο"), σύμφωνα με τον οποίο οι Ρεπουμπλικανοί δεν έπρεπε να έχουν κατεβεί καν στις εκλογές μετά τις καταστροφές που προκάλεσαν την τελευταία οκταετία.

Το φαγητό είχε σερβιριστεί, αλλά κανείς δεν είχε όρεξη να φάει. Στη Φλόριντα ο ΜακΚέιν ήταν πίσω τρεις μονάδες, η Σμιθ έκανε να φορέσει τα γυαλιά, αλλά το μετάνιωσε, κι άρχισε να κουβεντιάζει με τον ΜακΓιούαν για το πώς θα γίνει καλύτερος ο κόσμος. «Μην ανησυχείτε, τα μεσάνυχτα θα πανηγυρίζουμε», διαβεβαίωνε ο ΜακΓκραθ. Έπεσε έξω είκοσι λεπτά: όταν η τηλεόραση μετέδωσε ότι ο Ομπάμα πήρε το Οχάιο, οι καλεσμένοι- μαζί κι ο ανταποκριτής της Ρεπούμπλικα που περιγράφει τη σκηνή- έπεσαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου κι άρχισαν να κλαίνε σαν μικρά παιδιά. Κάποιοι φώναξαν «Υes», κάποιοι άλλοι «Υes, we can», η Σμιθ φόρεσε επιτέλους τα γυαλιά, κι ο οικοδεσπότης άνοιξε σαμπάνια για να γιορτάσουν τη γέννηση της νέας Αμερικής. Τότε εμφανίστηκε κι ο Σαλμάν Ρούσντι με την παρέα του, ήταν όλοι ενθουσιασμένοι, τα γέλια εναλλάσσονταν με τα δάκρυα, όταν μίλησε ο Ομπάμα υπήρχαν μόνο δάκρυα, κι ύστερα οι διανοούμενοι βγήκαν στον δρόμο και γιόρτασαν μαζί με τον κόσμο, ο Ιταλός δημοσιογράφος συγκράτησε την εικόνα του μαύρου ταξιτζή που με το ένα χέρι πατούσε το κλάξον και με το άλλο έκανε από το παράθυρο το σήμα της νίκης.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 07, 2008

Νίκη της κοινής λογικής




«Η Αμερική στρέφεται προς τα αριστερά;»: αυτό αναρωτιόταν ο Εκόνομιστ στο εξώφυλλο του τεύχους που κυκλοφόρησε στις 11 Αυγούστου 2007.

Ήταν ένα προκλητικό ερώτημα, που συνοδευόταν από ένα όχι και τόσο προφητικό κύριο άρθρο: στο κείμενο, που καταλάμβανε γύρω στις 1.000 λέξεις, ο ΜακΚέιν δεν αναφερόταν ούτε μία φορά, ενώ για τον Ομπάμα υπήρχαν οκτώ (8) λέξεις. Αλλά ας μην είμαστε απαιτητικοί, το καλό περιοδικό δεν πήρε χαμπάρι την επερχόμενη χρηματοπιστωτική κρίση, πώς να προβλέψει μια επερχόμενη επανάσταση...

Η επανάσταση που έφερε τον Ομπάμα στην εξουσία έχει πράγματι αρκετά αριστερά στοιχεία: φροντίδα για το περιβάλλον, ένα οικουμενικό σύστημα υγείας, έλεγχος της οπλοκατοχής, αντίθεση στην απαγόρευση των αμβλώσεων. Τα στοιχεία αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ανάμειξης των φυλών που έχει συντελεστεί τις τελευταίες δεκαετίες και της ευκολότερης πρόσβασης που έχουν οι Αμερικανοί στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Όπως έχουν επισημάνει πολλοί αναλυτές, το μεγάλο επίτευγμα του Ομπάμα είναι ότι κινητοποίησε νεαρούς ψηφοφόρους και μέλη εθνικών μειονοτήτων που αισθάνονταν μέχρι τώρα κοινωνικά αποκλεισμένοι.

Η εικόνα αυτή, όμως, δεν είναι πλήρης. Ας δούμε τι συνέβη στην πιο φιλελεύθερη αμερικανική πολιτεία, την Καλιφόρνια. Ο Ομπάμα μπορεί να κέρδισε εκεί με διαφορά 24 μονάδων, τη μεγαλύτερη που έχει πετύχει ποτέ Αμερικανός υποψήφιος, αλλά ο θρίαμβος αυτός συνοδεύτηκε από την υπερψήφιση (με 4 μονάδες διαφορά) της πρότασης για απαγόρευση του γάμου των ομοφυλοφίλων. Οι μαύροι ψηφοφόροι, που υποστήριξαν τον Ομπάμα σε ποσοστό 95%, αντιτίθενται στον γάμο των γκέι σε ποσοστό 70%. Και η αθρόα προσέλευσή τους στις κάλπες συνέβαλε αποφασιστικά στο να βρεθούν στον αέρα οι 16.000 γάμοι που έχουν γίνει στην πολιτεία αυτή από τον περασμένο Ιούνιο.

Θα πει κανείς ότι το να είσαι υπέρ του γάμου των ομοφυλοφίλων δεν είναι κατ΄ ανάγκη μια αριστερή θέση. Σωστό. Το παράδειγμα αυτό δείχνει απλώς ότι η αλλαγή που συντελείται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από την κίνηση του γνωστού εκκρεμούς προς τα αριστερά. Η υπέρβαση των φυλετικών διακρίσεων, που επιτρέπει σ΄ έναν μαύρο να ανέλθει στο ανώτατο αξίωμα, δεν αποτελεί τόσο νίκη της Αριστεράς όσο νίκη της κοινής λογικής, του πολιτισμού, της δημοκρατίας (θα λέγαμε και του φιλελευθερισμού, αν αυτή η λέξη δεν ήταν τόσο παρεξηγημένη). Μέχρι το 2040, οι λευκοί θα αποτελούν μειοψηφία στις ΗΠΑ. Και η επιβολή της θέλησης της μειοψηφίας μπορεί να γίνει μόνο με τη βία: το είδαμε στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ, το βλέπουμε στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

Το καταλυτικό γεγονός, βέβαια, που έγειρε οριστικά τη ζυγαριά υπέρ του Ομπάμα ήταν η χρηματοπιστωτική κρίση, που οδήγησε στην αμφισβήτηση της παντοδυναμίας των αγορών και την αναγνώριση της αναγκαιότητας του κράτους- στη δικαίωση δηλαδή των θέσεων της Αριστεράς. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι ο άνθρωπος που δήλωσε ότι «η εποχή της παρεμβατικής κυβέρνησης παρήλθε» και άφησε τις τράπεζες να κάνουν ό,τι θέλουν δεν ήταν ο συντηρητικός Ρίγκαν, αλλά ο προοδευτικός Κλίντον...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 06, 2008

Η διάλυση των μύθων




Το λαμπρό αποτέλεσμα αυτών των υπέροχων εκλογών δίνει την ευκαιρία να διαλυθούν ορισμένοι από τους μύθους που είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στην Ελλάδα.

"Oι Αμερικανοί είναι ρατσιστές, ποτέ δεν θα εκλέξουν πρόεδρο έναν μαύρο". Τον εξέλεξαν, και μάλιστα πανηγυρικά. Είναι αλήθεια ότι τα ποσοστά του Ομπάμα είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ των λευκών (43%) και των μαύρων (95%). Αυτό δεν προδίδει όμως κατ΄ ανάγκην ρατσισμό. Σύμφωνα με κάποια έξιτ πολ που μετέδωσε το CΝΝ, το χρώμα του δέρματος δεν επηρέασε πάνω από το 20-25% των ψηφοφόρων. Και αυτοί που επηρεάστηκαν ψήφισαν τον Ομπάμα με ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό που απέσπασε σε εθνική κλίμακα! Με άλλα λόγια, το χρώμα του έδρασε υπέρ του. Όπως σημειώνει ο Τόμας Φρίντμαν, πολλοί λευκοί συντηρητικοί που έλεγαν ότι θα ψηφίσουν ΜακΚέιν ψήφισαν μυστικά Ομπάμα, για να μοιραστούν με τα παιδιά τους την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

"Σιγά μην αφήσουν τα «συμφέροντα» να βγει πρόεδρος ένας μαύρος. Άμα δουν τα σκούρα, θα στείλουν κάποιον να τον φάει." Αυτός ο μύθος συγκρούεται με τον άλλο που λέει ότι ο Ομπάμα είναι στην πραγματικότητα άνθρωπος των «συμφερόντων», και αυτά θα υπηρετήσει. Το τι ακριβώς θα υπηρετήσει μένει να το δούμε. Προς το παρόν, πάντως, οι μόνοι που υποτίθεται ότι σχεδίαζαν να τον σκοτώσουν ήταν κάτι τρελαμένοι που ονειρεύονται την αναβίωση της Κου Κλουξ Κλαν.

"Οι Αμερικανοί είναι αδιάφοροι για τα κοινά, σ΄ αυτή τη χώρα ο πρόεδρος εκλέγεται από μια μικρή μειοψηφία." Αυτό ήταν έτσι κι αλλιώς μύθος. Στις προηγούμενες εκλογές, η πραγματική συμμετοχή (αν δηλαδή αφαιρεθούν οι λαθρομετανάστες και ο υπολογισμός γίνει επί των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων) ήταν πάνω από 70%. Σ΄ αυτές ήταν ακόμα μεγαλύτερη, πλησιάζοντας ή και ξεπερνώντας τη συμμετοχή-ρεκόρ του 1908. Αλλά και στις προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη των υποψηφίων των δύο κομμάτων έλαβαν μέρος πάνω από 70 εκατομμύρια άνθρωποι. Ο ενθουσιασμός με τον οποίο οι νέοι γράφονταν στους εκλογικούς καταλόγους, το ενδιαφέρον με το οποίο οι πολίτες παρακολούθησαν την προεκλογική εκστρατεία (το 40% των ενηλίκων έμπαιναν στο Ιnternet για τον σκοπό αυτό), το πάθος με το οποίο δέχθηκαν τα αποτελέσματα παραπέμπουν σ΄ έναν λαό δυναμικό, ενημερωμένο και κάθε άλλο παρά απαθή.

"Χωρίς την υποστήριξη της χριστιανικής Δεξιάς είναι αδύνατο να γίνει κάποιος πρόεδρος της Αμερικής." Συνέβη το αντίθετο. Ο άνθρωπος της χριστιανικής Δεξιάς, δηλαδή η θεούσα Σάρα Πέιλιν, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες για τους οποίους ο Τζον ΜακΚέιν έχασε τις εκλογές. Οι αναφορές στον Θεό από τους δύο υποψήφιους για την προεδρία ήταν ελάχιστες. Και αυτό είναι ήδη μια τεράστια διαφορά σε σχέση με την τελευταία οκταετία όπου τις τύχες του κόσμου καθόριζε σε μεγάλο βαθμό ένας άνθρωπος που (ισχυριζόταν ότι) επικοινωνούσε απευθείας με τον Μεγαλοδύναμο.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 05, 2008

Ένα μικρό μπουκέτο με αγριολούλουδα




Το παρακάτω τραγούδι, με τίτλο Η Δημοκρατία, ο Λέοναρντ Κοέν το έγραψε το 1992. Όταν το είπε το καλοκαίρι στη Μαλακάσα, επικράτησε κάποια αμηχανία. Τώρα καταλαβαίνουμε τι εννοούσε.

«Έρχεται μέσα από μια τρύπα στον αέρα,/ από εκείνες τις νύχτες στην Πλατεία Τιανανμέν./ Έρχεται από την αίσθηση/ ότι αυτό δεν είναι ακριβώς πραγματικό,/ ή είναι πραγματικό, αλλά δεν είναι ακριβώς εδώ./ Από τους πολέμους κατά της αταξίας,/ από τις σειρήνες που ακούγονται νύχτα μέρα,/ από τις φωτιές των αστέγων,/ από τις στάχτες των ομοφυλοφίλων:/ η Δημοκρατία έρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Έρχεται μέσα από μια ρωγμή στον τοίχο/ σε μια οπτασιακή πλημμύρα από αλκοόλ/ από τη συνταρακτική αφήγηση/ της Επί του Όρους Ομιλίας/ που δεν ισχυρίζομαι ότι την καταλαβαίνω./ Έρχεται από τη σιωπή/ στην αποβάθρα του κόλπου/ από τη γενναία, την τολμηρή, τη χτυπημένη/ καρδιά της Σεβρολέτ:/ η Δημοκρατία έρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Έρχεται από τη θλίψη στο δρόμο, / τους ιερούς τόπους όπου συναντιούνται οι φυλές/ από τον ανθρωποκτόνο σκυλοκαβγά/ που ξεσπά σε κάθε κουζίνα/ για το ποιος θα σερβίρει και ποιος θα φάει./ Από τα πηγάδια της απογοήτευσης/ όπου οι γυναίκες γονατίζουν και προσεύχονται/ για την ευλογία του Θεού στην έρημο αυτή/ και στην έρημο πέρα μακριά:/ η Δημοκρατία έρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αρμένιζε, αρμένιζε/ Ω μέγα εσύ Πλοίο της Πολιτείας!/ Πήγαινε στης Ανάγκης τις Ακτές/ πέρα από της Απληστίας τους Υφάλους/ Μέσα από του Μίσους τα Μπουρίνια/ Αρμένιζε, αρμένιζε.

Έρχεται πρώτα στην Αμερική,/ το λίκνο του καλύτερου και του χειρότερου/ Εδώ βρίσκεις το ταλέντο/ και τα εργαλεία της αλλαγής/ εδώ και τη δίψα για το θείο./ Εδώ διαλύεται η οικογένεια/ κι εδώ λένε οι μοναχικοί/ ότι η καρδιά πρέπει να ανοίξει/ μ΄ έναν τρόπο θεμελιακό:/ η Δημοκρατία έρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Έρχεται από τις γυναίκες και τους άνδρες./ Μωρό μου, θα κάνουμε έρωτα ξανά./ Θα κατεβούμε σε τέτοιο βάθος/ που το ποτάμι θα δακρύσει, / και το βουνό θα βροντοφωνάξει Αμήν!/ Έρχεται σαν την παλίρροια/ κάτω από το λίκνισμα του φεγγαριού,/ αυτοκρατορική, μυστηριώδης,/ με εξάρτυση ερωτική: / η Δημοκρατία έρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αρμένιζε, αρμένιζε...

Είμαι αισθηματίας, αν καταλαβαίνεις τι εννοώ/ Αγαπώ τη χώρα, αλλά δεν αντέχω το σκηνικό./ Δεν είμαι ούτε αριστερός ούτε δεξιός/ κι απόψε θα μείνω σπίτι/ και θα χαθώ σ΄ αυτή την απελπιστική μικρή οθόνη./ Αλλά είμαι πεισματάρης σαν αυτές τις σακούλες σκουπιδιών/ που ο Χρόνος δεν μπορεί να τις αποσυνθέσει,/ Είμαι ασήμαντος αλλά κρατώ πάντα ψηλά/ αυτό το μικρό μπουκέτο με αγριολούλουδα:/ η Δημοκρατία έρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες».

(Από το βιβλίο «Η μουσική του ξένου» , Εκδόσεις Ιανός, μεταγραφή Λίνα Νικολακοπούλου με μικρές επεμβάσεις από τη στήλη).

Τρίτη, Νοεμβρίου 04, 2008

Απρόβλεπτοι, ως άνθρωποι




Ένα από τα μπεστ σέλερ της προεκλογικής περιόδου που μόλις ολοκληρώθηκε στην Αμερική έχει τον δυσοίωνο τίτλο «Πόσο βλάκες είμαστε;». Η απάντηση δεν είναι και πολύ αισιόδοξη.

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄50, ο Πολ Λάζαρσφελντ και οι συνάδελφοί του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια διαπίστωσαν ύστερα από έρευνα ότι οι επιλογές των ψηφοφόρων επηρεάζονται περισσότερο από την πίστη και τους ευσεβείς πόθους και λιγότερο από τα επιχειρήματα και τις θέσεις των υποψηφίων.

Τη δεκαετία του ΄60, μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν ανακάλυψε ότι μεγάλη μερίδα του εκλογικού σώματος χαρακτηρίζεται από φτωχή πολιτική σκέψη. Το εκλογικό αποτέλεσμα μπορεί να αλλάζει από τη μια αναμέτρηση στην άλλη, αλλά η αλλαγή αυτή οφείλεται περισσότερο σε ψηφοφόρους που μικρή σχέση έχουν με διακυβεύματα και ιδεολογίες.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, Αμερικανοί επιστήμονες ματαίως προσπάθησαν να ανατρέψουν τα ευρήματα των δύο παραπάνω ερευνών. Κάθε φορά κατέληγαν στο ίδιο απαισιόδοξο συμπέρασμα: οι ψηφοφόροι, σε ατομικό επίπεδο, δεν είναι ούτε πολύ έξυπνοι ούτε πολύ αξιόπιστοι. Ο πολιτικός επιστήμονας Σάμιουελ Πόπκιν, για παράδειγμα, διαπίστωσε το 1976 ότι ο λόγος που οι ισπανόφωνοι ψηφοφόροι αντιπαθούσαν τον Τζέραλντ Φορντ ήταν ότι δεν ήξερε να τρώει σωστά μια μεξικάνικη πίτα. Να σήμαινε άραγε αυτό ότι ο Φορντ ενδιαφερόταν λιγότερο για τα προβλήματά τους από τον αντίπαλό του για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τον Ρόναλντ Ρίγκαν; Δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Ο Λάρι Μπάρτελς, από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, πραγματοποίησε το 1996 μια μελέτη για τις προεδρικές εκλογές από το 1972 ώς το 1992. Όπως γράφει ο ίδιος στο χθεσινό φύλλο των Λος Άντζελες Τάιμς, το ερώτημα που τον απασχολούσε ήταν πόσο κοντά βρίσκονται οι επιλογές των ψηφοφόρων στις επιλογές που θα είχαν κάνει αν ήταν πλήρως ενημερωμένοι. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ήταν ότι οι επιλογές των ψηφοφόρων μπροστά στην κάλπη βρίσκονται κάπου στη μέση ανάμεσα σ΄ αυτές που θα είχαν κάνει αν ήταν πλήρως ενημερωμένοι και σ΄ εκείνες που θα είχαν κάνει αν έπαιζαν κορώνα- γράμματα.

Μήπως τα πράγματα βελτιώνονται αν, αντί να εξετάσουμε τους ψηφοφόρους σε ατομικό επίπεδο, τους αντιμετωπίσουμε ως ενιαίο σώμα; Ο Γιρονδίνος μαθηματικός και φιλόσοφος Κοντορσέ απέδειξε πριν από διακόσια χρόνια ότι μια ομάδα που αποφασίζει με τον κανόνα της πλειοψηφίας φτάνει συνήθως στη σωστή απόφαση ακόμη κι αν κάθε άτομο χωριστά είναι ελάχιστα πιθανότερο να φτάσει στο σωστό συμπέρασμα απ΄ ό,τι αν είχε ρίξει το νόμισμα. Με άλλα λόγια, η συλλογική δράση αίρει τα ατομικά λάθη. Για να ισχύσει όμως αυτή η λογική, πρέπει κάθε ψηφοφόρος να αποφασίζει ανεξάρτητα, χωρίς να επηρεάζεται από διαφημιστικά βίντεο και άλλους παράγοντες. Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν ισχύει.

Είναι λοιπόν οι ψηφοφόροι βλάκες; Όχι: είναι απλώς άνθρωποι. Και αυτό τους καθιστά μερικές φορές απρόβλεπτους. Ο πλανήτης κρατάει την ανάσα του.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 03, 2008

«Ομπάμα, να μας σκέφτεσαι»




«Τι ζόρι τραβάς μ΄ αυτές τις κωλοεκλογές;» έλεγε τις προάλλες μια φίλη. Οι Αμερικανοί ψηφίζουν, όχι εμείς. Μικρή η διαφορά, όποιος κι αν νικήσει. Όπως έλεγε άλλωστε ο μέγας Χατζιδάκις, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ.

Στις μαχητικές διαδηλώσεις των μαθητών και των δασκάλων που έγιναν τις τελευταίες ημέρες στην Ιταλία- γιατί, μεταξύ άλλων, ο Μπερλουσκόνι θέλει να τους φορέσει στολές- υπήρχαν μερικά πανό διαφορετικά από τα άλλα. Το ένα έγραφε: «Φόρτσα Ομπάμα», μια κάπως ιερόσυλη παραλλαγή του τίτλου που έφερε παλιότερα ο δεξιός κυβερνητικός συνασπισμός. Το άλλο ήταν πιο συναισθηματικό: «Ομπάμα, μας κάνεις να ονειρευόμαστε». Το τρίτο ήταν σχεδόν ερωτικό: «Ομπάμα, να μας σκέφτεσαι». Την ελπίδα του για τη νίκη του υποψηφίου των Δημοκρατικών εξέφρασε από το βήμα και ο ηγέτης της Αριστεράς Βάλτερ Βελτρόνι, ο οποίος στην προηγούμενη προεκλογική εκστρατεία είχε εξιταλίσει και το σύνθημα «Υes, we can».

Η «Ομπαμάνια» είναι ένα φαινόμενο πολύ διαδεδομένο στην Ευρώπη. Ακόμη και στην Ελλάδα, όπου δεν βλέπει κανείς παρόμοια πανό στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, κυκλοφορούν σενάρια για μετονομασία του ΠΑΣΟΚ σε Δημοκρατικό Κόμμα. Το αποτέλεσμα των αυριανών εκλογών αναμένεται με ενδιαφέρον, αν όχι με αγωνία. Πρώτον, επειδή ο απολογισμός της απερχόμενης κυβέρνησης είναι καταστροφικός: ο πόλεμος στο Ιράκ και η χρηματοπιστωτική κρίση αρκούν για να απονεμηθεί στον Μπους και την παρέα του το Όσκαρ αλαζονείας, ανικανότητας και επικινδυνότητας. Δεύτερον, επειδή η διαφαινόμενη νίκη του Ομπάμα θα φέρει στο τιμόνι της υπερδύναμης έναν άνθρωπο προοδευτικό, νέο και μιγάδα, ο οποίος θα κληθεί να χειριστεί τη μετάβαση σε μια νέα εποχή: μια εποχή πολυπολική, όπου την Αμερική ανταγωνίζονται άλλες μικρότερες ή μεγαλύτερες «υπερδυνάμεις» σαν την Κίνα, την Ινδία, τη Ρωσία, τη Βραζιλία και, φυσικά, την Ευρώπη.

Οι Αμερικανοί είναι, φυσικά, πρώτα απ΄ όλα Αμερικανοί. Και όπως υπενθυμίζει ο Κάρλο Ροσέλα σε άρθρο του στη χθεσινή Στάμπα με το οποίο ειρωνεύεται τα συνθήματα των μαθητών, ο νέος πρόεδρος δεν θα κάνει τίποτα που να μην εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Αμερικής. Σωστό. Αλλά αυτά τα συμφέροντα δεν είναι κάπου γραμμένααποτελούν κάθε φορά αντικείμενο ερμηνείας και ανάλυσης. Άλλος θεωρεί ότι εξυπηρετούνται με μονομερείς στρατιωτικές επιχειρήσεις, άλλος με διάλογο. Άλλος πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εξάγουν τη δημοκρατία τους, άλλος ότι μπορεί να συνυπάρξουν πολλά είδη δημοκρατίας. Τα πρόσωπα μετρούν: αυτοί που υποστηρίζουν ότι την «πραγματική» πολιτική δεν την ασκεί ο πρόεδρος και το επιτελείο του, αλλά κάποια σκοτεινά και υπόγεια κέντρα, είναι ή επαγγελματίες αντιαμερικανοί ή ανόητοι. Η νίκη του Ομπάμα δεν θα οδηγήσει βέβαια σε μια αυτόματη μεταμόρφωση της Αμερικής και του πλανήτη. Θα γεννήσει όμως ελπίδες, θα απελευθερώσει δυνάμεις και θα δώσει νέο ενδιαφέρον στην πολιτική.

Σάββατο, Νοεμβρίου 01, 2008

Φύσει αισιόδοξοι




«Όπου κι αν πηγαίνω, παρά την οικονομική κρίση και τον πόλεμο και την αβεβαιότητα για το αύριο, συναντώ παντού αισιοδοξία. Και ελπίδα. Και δύναμη». Αυτό είπε την περασμένη Τετάρτη ο Μπάρακ Ομπάμα στην τηλεοπτική του παρέμβαση σε επτά αμερικανικά κανάλια. Οι Αμερικανοί είναι πράγματι αισιόδοξοι, το λένε όλοι οι δημοσκόποι, το επιβεβαιώνουν όλες οι μετρήσεις. Αυτό δεν έχει σχέση με τη συγκυρία: οι Αμερικανοί είναι φύσει αισιόδοξοι, και τη διάθεση αυτή την οφείλουν στην αυτοπεποίθησή τους. Στο ερώτημα «Τι καθορίζει την επιτυχία στη ζωή: οι πράξεις ή το πολιτικό σύστημα;» απαντούν «Οι πράξεις» (ενώ οι Ευρωπαίοι δίνουν την ακριβώς αντίθετη απάντηση). Για τον Αμερικανό, το άτομο πρέπει να έχει απόλυτο έλεγχο της μοίρας του. Κι όταν υπάρχουν προβλήματα, όπως αυτή την εποχή, πάλι τα άτομα αργά ή γρήγορα θα τα λύσουν.

Οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι βρίσκονται στην πρωτοπορία, κι ότι εκεί θα παραμείνουν, λέει στη Λιμπερασιόν ο κοινωνιολόγος Άντριου Κόχατ, πρώην πρόεδρος του οργανισμού δημοσκοπήσεων Gallup και νυν διευθυντής του κέντρου ερευνών Ρew, που παρακολουθεί συστηματικά τόσο την αμερικανική όσο και τη διεθνή κοινή γνώμη. Αν όμως θεωρούν τη χώρα τους «ευλογημένη» και υπόδειγμα για τον υπόλοιπο κόσμο, αν πιστεύουν στην ανωτερότητα του πολιτισμού τους, δεν θέλουν ο υπόλοιπος κόσμος να μοιάσει στην Αμερική. Αντίθετα με τη γραμμή των νεοσυντηρητικών, οι Αμερικανοί δεν θεώρησαν ποτέ προτεραιότητά τους τον εκδημοκρατισμό του πλανήτη. Είναι πεισμένοι ότι οι υπόλοιπες χώρες ασπάζονται ή θα ήθελαν να ασπάζονται τις ίδιες αξίες μ΄ αυτούς, αλλά δεν τους νοιάζει κι αν δεν είναι έτσι. Το πρόβλημα των Αμερικανών δεν είναι ότι θέλουν να διοικούν τον κόσμο, αλλά ότι θέλουν να τον αγνοούν.

Και ο Ομπάμα; Πώς εξηγείται η διαφαινόμενη πρόθεση των Αμερικανών να εκλέξουν έναν μαύρο πρόεδρο; Για τον Κόχατ, που έχει γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Η Αμερική εναντίον του πλανήτη, γιατί δεν μας αγαπούν και γιατί είμαστε διαφορετικοί» (εκδ. Ηenry Ηolt & Company), η απάντηση βρίσκεται στην αλλαγή των γενεών. Οι νέοι Αμερικανοί είναι πολύ πιο ανεκτικοί. Και η αμερικανική κοινωνία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «μετα-φυλετική». Σε μια έρευνα που έγινε το 1987 για τους γάμους λευκών με μαύρους, το 60% είχε απαντήσει αρνητικά. Σήμερα, το ποσοστό αυτό είναι μικρότερο από 20%, και είναι συγκεντρωμένο κυρίως στους ηλικιωμένους. Μεταξύ των Αμερικανών κάτω των 40 ετών, ο Ομπάμα είναι εξαιρετικά δημοφιλής, κι αυτό επειδή παρουσιάστηκε ως φορέας αλλαγής. Πολλοί Δημοκρατικοί πιστεύουν επίσης ότι θα βελτιώσει την εικόνα της Αμερικής στον κόσμο. Αλλά γι΄ αυτό θα χρειαστεί καιρός, μια θητεία δεν είναι αρκετή.