Τρίτη, Οκτωβρίου 31, 2006

Ο Ντανιέλ Ορτέγκα διδάσκει οπορτουνισμό



Κάποτε, οι Σαντινίστας ήταν το κίνημα της επανάστασης και της κοινωνικής απελευθέρωσης. Σήμερα, έχουν γίνει το κίνημα της οπισθοδρόμησης και του πολιτικού οπορτουνισμού.

Έναν επισκέπτη από τα παλιά δέχθηκε τις προάλλες η Μανάγκουα. Ο άνθρωπος αυτός θα έπρεπε κανονικά να σαπίζει σε κάποια αμερικανική φυλακή ως συνυπεύθυνος για έναν εμφύλιο πόλεμο που στοίχισε 30.000 ζωές. Αντ' αυτού εμφανίζεται και πάλι ως αυτόκλητος σωτήρας από τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Ο κύριος αυτός είναι πρώην συνταγματάρχης και τον λένε Όλιβερ Νορθ. Πριν από είκοσι χρόνια, με εντολή του Ρόναλντ Ρήγκαν, είχε συντονίσει τη μυστική πώληση όπλων στο Ιράν και με τα έσοδα είχε ενισχύσει τα σαμποτάζ των Κόντρας στη Νικαράγουα. Αλλά δεν πέτυχε τον στόχο του: οι Σαντινίστας του Ντανιέλ Ορτέγκα νίκησαν τους Κόντρας, για να χάσουν όμως στη συνέχεια τις εκλογές. Σήμερα, που ο Ορτέγκα απειλεί να επιστρέψει στην εξουσία, ο Νορθ επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος για να υποστηρίξει τον αντίπαλό του. Βασικό του επιχείρημα, ότι η Νικαράγουα έχει υποφέρει αρκετά από την επιρροή των... ξένων!

Η Ιστορία παίζει καμιά φορά περίεργα παιχνίδια. Όπως θα έλεγε ο Μαρξ, επαναλαμβάνεται μονάχα ως φάρσα: πώς να εκληφθεί διαφορετικά η δήλωση του Νορθ ότι «η Αμερική δεν έχει δυστυχώς πια στο τιμόνι της έναν Ρήγκαν;». Η φάρσα αυτή προσλαμβάνει όμως καμιά φορά τραγικό χαρακτήρα. Την περασμένη Πέμπτη, η Βουλή της Νικαράγουας ανέτρεψε μια παράδοση 130 ετών και απαγόρευσε τις αμβλώσεις για οποιονδήποτε λόγο, ακόμη κι όταν κινδυνεύει η ζωή της εγκύου. Με βάση τον νέο νόμο, που προώθησε (φυσικά) η Εκκλησία, οι γυναίκες οι οποίες θα τερματίζουν την εγκυμοσύνη τους και οι γιατροί που θα κάνουν αμβλώσεις θα τιμωρούνται με κάθειρξη 6 έως 30 ετών. Η Νικαράγουα ακολουθεί, έτσι, τον δρόμο του Ελ Σαλβαδόρ, όπου οι γιατροί είναι υποχρεωμένοι να καταγγέλλουν κάθε υποψία άμβλωσης στην αστυνομία και οι γυναίκες που συλλαμβάνονται να παρανομούν αλυσοδένονται στα κρεβάτια τους.

Θα περίμενε κανείς η αριστερή αντιπολίτευση των Σαντινίστας να καταψηφίσει αυτό το σκοταδιστικό μέτρο. Δυστυχώς, η υιοθέτησή του ήταν ομόφωνη. Προκειμένου ο Ορτέγκα να κερδίσει την ψήφο της Εκκλησίας στις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής (το 85% των Νικαραγουανών είναι καθολικοί), ευθυγραμμίστηκε κι αυτός με την πρωτοφανή άποψη, ότι το να επιτρέπεται η άμβλωση σε εξαιρετικές περιπτώσεις αφήνει ένα παράθυρο που μπορεί ο καθένας να εκμεταλλευτεί. Οι άλλοτε σύντροφοί του τραβάνε τα μαλλιά τους. Όπως και οι γυναικολόγοι. Ο Εφραΐν Τορούνο, πρόεδρος του Συλλόγου Γυναικολόγων και Μαιευτήρων, είπε σε μια συνέντευξή του ότι οι συνάδελφοί του δεν θα ξέρουν τι να κάνουν αν φτάσει στο νοσοκομείο μια έγκυος με κολπική αιμορραγία. «Είτε την περιθάλψουμε είτε όχι», είπε, «κινδυνεύουμε να πάμε φυλακή».

Δευτέρα, Οκτωβρίου 30, 2006

Το πορτοκάλι του Μότσαρτ



Το ταξίδι από τη Βιέννα στην Πράγα δεν κρατά σήμερα πάνω από μια ώρα με το αεροπλάνο. Κάποτε, όμως, κρατούσε μερικές εβδομάδες αν το έκανες με τα πόδια, και μερικές μέρες αν το έκανες με άμαξα.

Μια τέτοια άμαξα με τρία άλογα οδηγούσε το φθινόπωρο του 1787 τον Μότσαρτ και τη σύζυγό του στην Πράγα, όπου ο συνθέτης θα διηύθυνε τον Δον Τζιοβάνι. Σ'ένα διάλειμμα του ταξιδιού, ο Μότσαρτ κατέβηκε να ξεμουδιάσει και είδε μια όμορφη πορτοκαλιά στον κήπο ενός πύργου. Παρακινημένος από μια παρόρμηση και μια ανάμνηση, έκοψε τότε ένα πορτοκάλι. Αλλά την ώρα που ετοιμαζόταν να το δοκιμάσει, τον είδε ο κηπουρός και φώναξε τον ιδιοκτήτη. Εκείνος, ένας αριστοκράτης, έβαλε τις φωνές: τα φρούτα της συγκεκριμένης πορτοκαλιάς προορίζονταν για τους αρραβώνες που θα γίνονταν εκείνη την ημέρα στο παλάτι. Ο Μότσαρτ θα την είχε άσχημα αν δεν επενέβαινε η γυναίκα του ιδιοκτήτη, που αναγνώρισε στο πρόσωπο του κλέφτη τον μουσικό που λάτρευε και έπεισε τον άνδρα της, αντί να τον καταγγείλει στις αρχές, να τον καλέσει στη γιορτή.

Όλοι ήταν χαρούμενοι, εκτός από τον ιδιοκτήτη, που εξακολουθούσε να παραπονιέται για την ανασφάλεια και την έλλειψη σεβασμού προς την ατομική ιδιοκτησία εκείνη την επαναστατική εποχή. Ο Μότσαρτ ανέλαβε τότε να εξηγήσει γιατί έκλεψε το πορτοκάλι. Η παρόρμηση είχε σχέση με το όμορφο θέαμα και τον χυμό που υποσχόταν το λαχταριστό φρούτο. Η ανάμνηση ήταν από ένα παλιό ταξίδι του στη Νάπολι: o νεαρός Βόλφγκανγκ, που είχε ήδη καταπλήξει τη μισή Ευρώπη με το ταλέντο του, έτυχε σε μια γιορτή στην παραλία. Σε μια στιγμή, μερικά κορίτσια άρχισαν τον πορτοκαλοπόλεμο. Μεγαλωμένος σ' ένα κλίμα ηθικού πουριτανισμού στο Σάλτσμπουργκ, ο Μότσαρτ σκέφτηκε τότε πως δεν είχε ξαναδεί ποτέ του ένα θέαμα τόσο ερωτικό.

Η γιορτή στο παλάτι συνεχιζόταν, τα κορίτσια ήταν γοητευμένα από τον Μότσαρτ, ακόμη κι ο ιδιοκτήτης είχε χαλαρώσει, όταν ο Μότσαρτ κάθισε να παίξει μερικά κομμάτια από το έργο που θα παρουσίαζε στην Πράγα. Όλοι ήταν υπερήφανοι που άκουγαν σε παγκόσμια πρώτη εκείνη την ουράνια μουσική. Όλοι ήταν ευτυχισμένοι, εκτός από το κορίτσι που αρραβωνιαζόταν. Η Ευγενία ήταν η μόνη που διέγνωσε την τραγική διάσταση εκείνης της όπερας, όπου ο συνθέτης αποτύπωνε το προαίσθημα του θανάτου που θα ερχόταν πρόωρα τέσσερα χρόνια αργότερα. Μα ήταν μονάχα μια στιγμή, η γιορτή συνεχίστηκε, ο αποχαιρετισμός του ζευγαριού ήταν ενθουσιώδης, όπως ενθουσιώδης θα ήταν και η υποδοχή της όπερας στην πρωτεύουσα της Βοημίας. Το επεισόδιο το διηγείται ο Έντουαρντ Μέρικε στο βιβλίο του «Ο Μότσαρτ στον δρόμο για την Πράγα» (εκδ. Καστανιώτη). Κι όπως γράφει ο Ισπανός φιλόσοφος Ραφαέλ Αργκουγιόλ στην Ελ Παΐς, στον φανατισμό που προκάλεσαν τα κομμένα κεφάλια του Ιδομενέα εκείνο το κομμένο πορτοκάλι είναι ίσως το καλύτερο αντίδοτο. Εκεί βρίσκεται όλος ο χυμός.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 27, 2006

Επειδή τον λένε Μοχάμεντ



Ο Μοχάμεντ Τατζέρ γεννήθηκε πριν από 37 χρόνια σε ένα προάστιο του Παρισιού, το Μονφερμέιγ. Ο πατέρας του ήταν μέλος του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου της Αλγερίας και εγκαταστάθηκε στη Γαλλία το 1963. Εκείνος τον έμαθε να ζει, ήταν πάντα ο καλύτερός του δάσκαλος. Ο Μοχάμεντ έχει επτά αδελφούς και δύο αδελφές. Το όνειρό του ήταν να γίνει γεωλόγος. Έγινε οδηγός λεωφορείου. «Επειδή με λένε Μοχάμεντ», όπως λέει. Το βράδυ της 2ας Νοεμβρίου 2005 έκανε δρομολόγιο με ένα από εκείνα τα αρθρωτά λεωφορεία των 22 μέτρων. Τα λάτρευε πάντα αυτά τα λεωφορεία. Σε μια στάση ανεβαίνει μια ανάπηρη ηλικιωμένη γυναίκα, η Ζοέλ. Ο Μοχάμεντ τη βοηθά να εγκατασταθεί και ξεκινά ξανά. Στα 30 μέτρα τον σταματά ένας φλεγόμενος σκουπιδοτενεκές. Κάποιος πετάει από το παράθυρο ένα στουπί βουτηγμένο στο οινόπνευμα. «Άνοιξα όλες τις πόρτες και είπα στον κόσμο να κατέβει», διηγείται στη Μοντ. «Δύο τύποι μπήκαν τότε από μπροστά και περιέλουσαν την ανάπηρη με βενζίνη. Ένας τρίτος τής έβαλε φωτιά. "Θα πεθάνω", φώναζε. Την τράβηξα έξω, έβγαλα τη ζακέτα της, έσβησα με τα χέρια μου τις φλόγες. Ύστερα ξαναμπήκα στο φλεγόμενο λεωφορείο για να πάρω την τσάντα της».

Όταν ο Μοχάμεντ γύρισε στο σπίτι του και άνοιξε την τηλεόραση, είδε τις σκηνές από τις εκτεταμένες ταραχές. Στα κανάλια αρνήθηκε να μιλήσει γι' αυτό που έκανε. Ούτε χρήματα δέχθηκε. Για να ηρεμήσει, πήγε στην Αλγερία. Εκεί έμαθε την πρόθεση του προέδρου Σιράκ να τον παρασημοφορήσει. Όταν επέστρεψε στη Γαλλία, μίλησε με όλους τους μεγάλους, τον «Σαρκό», τον Σιράκ, τον Βιλπέν. Του άρεσε πολύ αυτό, αλλά η επιστροφή του στο Μονφερμέιγ ήταν πιο πολύπλοκη. Ένα πρωί, η φίλη του βρήκε στο αυτοκίνητό της ένα σημείωμα που έγραφε: «Πες στον αγαπημένο σου να το βουλώσει». Κι όμως εκείνος δεν είχε κάνει τίποτα, δεν είχε αναγνωρίσει κανέναν στις φωτογραφίες που του είχαν δείξει. Μια άλλη μέρα τον πέτυχαν κάτι νεαροί στον σταθμό και τον απείλησαν. Φοβήθηκε και αποφάσισε να μετακομίσει, αλλά η φίλη του δεν τον ακολούθησε. Άρχισε να παίρνει φάρμακα. «Ντρέπομαι για τον κόσμο στον οποίο ζω, θα ήθελα μια αξιοπρεπή δουλειά, γυναίκα, παιδιά». Το μόνο που του έμεινε είναι τα μετάλλια, ήθελε να τα πετάξει, αλλά ένας συνάδελφός του δεν τον άφησε. «Μην ξεχνάς ότι είσαι Άραβας, αδελφέ μου», του είπε, «και αυτά τα μετάλλια παίρνουν εκδίκηση για τους γονείς μας».

Αν ξαναβρισκόταν σήμερα στην ίδια θέση, δεν το συζητά, θα έβγαζε φυσικά και πάλι τη Ζοέλ από το λεωφορείο. «Ύστερα, όμως, θα έπεφτα εγώ στις φλόγες. Για να πεθάνω μέσα στο λεωφορείο μου».

Πέμπτη, Οκτωβρίου 26, 2006

Καταφύγιο λαθρομεταναστών



Τον λένε Νικ Ινσούνσα. Είναι δήμαρχος της Νάσιοναλ Σίτυ, μιας πόλης της Καλιφόρνιας που απέχει 15 χιλιόμετρα από τα σύνορα με το Μεξικό. Και πρόσφατα ανακήρυξε την πόλη του καταφύγιο λαθρομεταναστών.

Οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν να ενισχύσουν τα σύνορα και να ανακτήσουν με κάθε τρόπο τον πλήρη έλεγχό τους. Οι Δημοκρατικοί κρατούν πιο μετριοπαθή στάση, αλλά επειδή φοβούνται μη χάσουν τις ψήφους των Αγγλοσαξόνων διακηρύσσουν κι αυτοί πως κάτι πρέπει να γίνει με τα 12 εκατομμύρια λαθρομεταναστών που ζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Βουλή των Αντιπροσώπων θέλει τη συλλογική απέλασή τους, η Γερουσία υποστηρίζει πως πρέπει να νομιμοποιηθούν εκείνοι που ζουν και εργάζονται εδώ και πολλά χρόνια στο αμερικανικό έδαφος. Για να γεφυρωθούν όλες αυτές οι διαφωνίες, αποφασίστηκε τελικά να κατασκευαστεί ένα τείχος άνω των χιλίων χιλιομέτρων κατά μήκος των συνόρων.

Ενώ όμως οι βουλευτές και οι γερουσιαστές συζητούν, διάφορες πόλεις της Καλιφόρνιας περνούν στις πράξεις. Στην πόλη Εσκοντίδο για παράδειγμα, που βρίσκεται κι αυτή κοντά στα σύνορα, ψηφίστηκε ένας νόμος που απαγορεύει την ενοικίαση διαμερισμάτων σε λαθρομετανάστες. Η Νάσιοναλ Σίτυ έκανε το αντίθετο. Σ' αυτήν την πόλη των 55.000 κατοίκων, το 60% των οποίων είναι Λατίνοι, κάθε λαθρομετανάστης είναι ευπρόσδεκτος. Για τις τοπικές Αρχές, το πιστοποιητικό που εκδίδει το μεξικανικό προξενείο είναι αρκετό. «Η απόφασή μας είναι συνταγματική», απαντά ο δήμαρχος σε όσους τον κατηγορούν ότι παραβιάζει την εθνική νομοθεσία. «Πιστεύω πως έχουμε ηθική υποχρέωση να υπερασπιζόμαστε τους συμπολίτες μας».

Περπατώντας στην πόλη, γράφει ο απεσταλμένος της «Ελ Παΐς», βλέπεις τα παραδοσιακά καταστήματα, μπακάλικα, εστιατόρια με τάκος και κουρεία που υπάρχουν σε κάθε ισπανόφωνη συνοικία της Καλιφόρνιας. Μόνο που εδώ βρίσκονται παντού. «Η Νάσιοναλ Σίτυ είναι το καταφύγιο των paisas (σ.σ.: παΐσας, οι Μεξικανοί που ζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες)», λέει ο Ροντρίγο Ρουέλας, που δουλεύει σε ένα κουρείο στην κεντρική λεωφόρο. Δύο μεγάλες φωτογραφίες κοσμούν τους τοίχους: η μία είναι του Εμιλιάνο Ζαπάτα και η άλλη της Τζένιφερ Λόπες. «Η διαφορά αυτής της πόλης από τις άλλες είναι ότι εδώ δεν ελέγχουν τα χαρτιά κανενός».

Στους Minutemen, την οργάνωση που ιδρύθηκε για να πολεμήσει τους λαθρομετανάστες, επικρατεί αναβρασμός. Αλλά το παράδειγμα της Νάσιοναλ Σίτυ ετοιμάζονται τώρα να το ακολουθήσουν κι άλλες πόλεις. Μία από τις γνωστές φυσιογνωμίες του κινήματος για τα δικαιώματα των μεταναστών, ο Ενρίκε Μορόνες από τους «Αγγέλους των Συνόρων», οργώνει συνεχώς την περιοχή· τη μια μέρα είναι στην Τιχουάνα για να συναντήσει τον κομαντάντε Μάρκος και την άλλη μιλά στο δημοτικό συμβούλιο κάποιας πόλης της Καλιφόρνιας. «Αντί να διαμαρτυρόμαστε συνεχώς γι' αυτά που κάνουν οι κυνηγοί λαθρομεταναστών, πρέπει να αναλάβουμε πρωτοβουλίες», τονίζει. Εδώ δεν χωρούν πολιτικές σκοπιμότητες: πρόκειται για μια μάχη του ανθρωπισμού κατά της βαρβαρότητας.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 25, 2006

Πούτιν υπεράνω όλων



Τελικά, ο πρόεδρος Πούτιν είχε δίκιο. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δόθηκε αυτή την εβδομάδα στη δημοσιότητα, το 53% των Ρώσων άκουσε για πρώτη φορά το όνομα Άννα Πολιτκόφσκαγια όταν έγινε γνωστή η δολοφονία της.

Έχουν περάσει 18 ημέρες από τότε που η μαχητική δημοσιογράφος δολοφονήθηκε στη Μόσχα, και όχι μόνο δεν έχει συλληφθεί κανένας ύποπτος, αλλά δεν ασχολείται κανείς στο Κρεμλίνο με το θέμα. Αυτό δεν είναι βέβαια περίεργο, αφού το ίδιο έχει συμβεί με όλους όσους έχουν πέσει θύματα πολιτικών δολοφονιών από τότε που ο Πούτιν ανέλαβε την εξουσία. Αφού κράτησε μια εκκωφαντική σιωπή για τρεις ημέρες, ο Ρώσος πρόεδρος απέδωσε το έγκλημα σε «εχθρούς της Ρωσίας», φροντίζοντας ταυτόχρονα να χαρακτηρίσει ασήμαντη την πολιτική επιρροή της δημοσιογράφου στη χώρα του. Στη συνέχεια έπαψε να ασχολείται με αυτή τη λεπτομέρεια και αφοσιώθηκε στο πεφωτισμένο έργο του. Στο εσωτερικό, απαγόρευσε τη λειτουργία μιας σειράς Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, όπως η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Και στο εξωτερικό, κατήγγειλε τους ηγέτες των χωρών που τόλμησαν να αμφισβητήσουν τις καλές του προθέσεις.

«Η Μαφία είναι μια λέξη ιταλικής προέλευσης», είπε την περασμένη Παρασκευή ο Πούτιν στο Λάχτι της Φινλανδίας, απαντώντας στις επικρίσεις για την ανεξέλεγκτη δράση των μαφιόζων στη Ρωσία. Ο Ρώσος πρόεδρος επιτέθηκε και στην Ισπανία, λέγοντας ότι δεν δέχεται να πάρει μαθήματα από μια χώρα που οι δήμαρχοί της είναι αναμειγμένοι σε σκάνδαλα διαφθοράς. Ούτε ο Πρόντι ούτε ο Θαπατέρο, που ήταν παρόντες, έκριναν σκόπιμο να του απαντήσουν. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις ημέρες για να αντιδράσει ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Μάσιμο Ντ' Αλέμα, που είπε ότι οι δηλώσεις του Πούτιν δεν αρμόζουν σε έναν πολιτικό ηγέτη. Ακόμη και ο μετακομμουνιστής Μπερτινότι ενοχλήθηκε: «Δεν μπορούμε να σωπαίνουμε όταν δολοφονούνται δημοσιογράφοι». Όσο για τον Μπερλουσκόνι και την αντιπολίτευση, άνοιξαν σαμπάνιες. Η Ευρώπη έχει ανταλλάξει τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Ρωσία με το φυσικό αέριο και τους υδρογονάνθρακες, λέει στην Κοριέρε η Ιρίνα Χακάμαντα, ηγετικό στέλεχος της ρωσικής αντιπολίτευσης. Όσο η Ρωσία εγγυάται ένα επίπεδο ασφάλειας και δεν μετατρέπεται σε στρατιωτική απειλή για την Ευρώπη, η τελευταία δεν θα λέει κουβέντα για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αλλά αυτή η στάση είναι επικίνδυνη. Η Ρωσία αποτελεί σήμερα ένα αυταρχικό καθεστώς με οικονομία της αγοράς, όπου η δημοκρατία έχει διακοσμητικό χαρακτήρα. Κάποιες ομάδες που έχουν δημιουργηθεί και μιμούνται την κοινωνία των πολιτών (κινήματα νεολαίας, ιδρύματα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης) δεν αποτελούν παρά στάχτη στα μάτια. Όσο πλησιάζει όμως το 2008, και η ολοκλήρωση της δεύτερης θητείας του Πούτιν, η αποσταθεροποίηση δεν μπορεί να αποκλειστεί. Η Ρωσία μπορεί να γίνει τότε ένα αυταρχικό κράτος σαν τη Λευκορωσία του Λουκασένκο. Και τότε θα είναι πολύ αργά για δάκρυα.

Τρίτη, Οκτωβρίου 24, 2006

Ο μύθος του κομμουνισμού



Μέχρι το τέλος της ζωής του, η εκτέλεση του Ίμρε Νάγκι και των συνεργατών του θα στοίχειωνε τις νύχτες του Γιάνος Καντάρ. «Δεν το ήθελα, δεν το ήθελα», έλεγε. Ήξερε όμως ότι εκείνος τον είχε παραδώσει στους εκτελεστές του.

Όταν ξέσπασε η εξέγερση ο Φρανσουά Φετό βρισκόταν στο Παρίσι, όπου δούλευε για το Γαλλικό Πρακτορείο. Ζήτησε αμέσως να τον στείλουν στη Βουδαπέστη, την οποία είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει δεκαοκτώ χρόνια νωρίτερα λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και της εβραϊκής του καταγωγής. Αλλά δεν γινόταν, έπρεπε να βρίσκεται κάποιος στο Παρίσι για να επεξεργάζεται τις πληροφορίες και τις αντιδράσεις που έρχονταν από παντού, ιδιαίτερα από τη Μόσχα και το Πεκίνο. Η σοβιετική προπαγάνδα ήταν τότε πολύ ισχυρή, αλλά και ο Φετό ήταν έμπειρος, δούλευε χωρίς διακοπή και τα ρεπορτάζ του έπεισαν πολλούς διανοούμενους που ανήκαν στο κόμμα να παραδώσουν την ταυτότητά τους. Με τον Σαρτρ και την ντε Μπωβουάρ ήταν πιο δύσκολο· μια μέρα τους κάλεσε στο σπίτι του και κουβέντιαζε μαζί τους μέχρι το χάραμα, στο τέλος τους έπεισε κι αυτούς.

Όπως λέει στο περιοδικό «Λ'Εξπρές» ο Γάλλος ιστορικός, που γεννήθηκε στη Ναγκικανίτσα της νότιας Ουγγαρίας, η ουγγρική εξέγερση άρχισε ουσιαστικά στις 5 Μαρτίου του 1953, με τον θάνατο του Στάλιν. Τρεις μήνες αργότερα η σοβιετική ηγεσία θα αιφνιδίαζε την Ουγγαρία αναγκάζοντας τον Ματίας Ρακόζι, έμπιστο του Στάλιν, να μοιραστεί την εξουσία με τον Ίμρε Νάγκι, που ήταν γνωστός και αγαπητός σε όλους αφού ως υπουργός Γεωργίας είχε πραγματοποιήσει μια γενναία αγροτική μεταρρύθμιση. Στη συνέχεια, και ενώ ο Χρουστσώφ ενορχήστρωνε την πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης με τη Δύση και ταξίδευε στη Γιουγκοσλαβία για να συμφιλιωθεί με τον Τίτο, ο Ρακόζι κατάφερε να ξαναπάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Κι όταν οι αντιδράσεις εναντίον του κορυφώθηκαν και άρχισαν να ζητούν την απομάκρυνσή του ακόμη και στελέχη του κόμματος, η Μόσχα διέπραξε ένα μοιραίο λάθος: τοποθέτησε στη θέση του έναν ακόμη χειρότερο κομμουνιστή, τον Έρνο Γκερό. Αυτός πυροδότησε την εξέγερση, αποκαλώντας «φασίστες» και «αντεπαναστάτες» τους διαδηλωτές που ζητούσαν πρόσβαση στο ραδιόφωνο. Αυτός ζήτησε στη συνέχεια την παρέμβαση του Κόκκινου Στρατού. Η εξέγερση, που είχε ώς τότε στόχο το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Κόμμα, έλαβε αμέσως αντισοβιετικό χαρακτήρα.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Νάγκι δεν έπαιξε το παιχνίδι των Σοβιετικών και η ευθυγράμμισή του με τους διαδηλωτές υπέρ της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας θεωρήθηκε από τη Μόσχα υπέρβαση της «κόκκινης γραμμής». Υπέρ της ένοπλης επέμβασης τάχθηκαν όλοι οι ηγέτες των «αδελφών κομμάτων», ακόμη και ο Τίτο, που δεν μπορούσε βέβαια να δεχθεί τον πολυκομματισμό και τις ελεύθερες εκλογές. Ο Καντάρ, που διαδέχθηκε τον Γκερό, ανέλαβε να κάνει τη βρώμικη δουλειά. Ο μύθος του κομμουνισμού είχε καταρρεύσει.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 23, 2006

Σερφάροντας στην Κούβα



Στον κατάλογο των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα για τους δεκαπέντε εχθρούς του Διαδικτύου, η Κούβα κατέχει περίοπτη θέση. Αλλά ο έλεγχος εδώ είναι διαφορετικός απ' ό,τι στην Κίνα, πιο εξωτικός.

Στη διάρκεια της πρόσφατης Συνόδου των Αδεσμεύτων που διεξήχθη στην Αβάνα, ένας αξιωματούχος δήλωσε ότι η πλοήγηση στο Internet, στην Κούβα, προσφέρει την ίδια ευχαρίστηση με ένα μοχίτο σε μια παραλία με λευκή άμμο. Η Κλαιρ Βε, από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, δεν τον πίστεψε, και θέλησε να δοκιμάσει η ίδια την εμπειρία του σερφαρίσματος σε αυτόν τον σοσιαλιστικό Παράδεισο. Όχι βέβαια από τα πολυτελή ξενοδοχεία, αλλά από τα μέρη όπου μπορούν οι Κουβανοί να μπουν στο Internet, τα Correos de Cuba.

Όπως γράφει στην έκθεσή της, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Πέμπτη, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισε δεν ήταν ο έλεγχος των στοιχείων της ή η λογοκρισία, αλλά η μακρά αναμονή. Ένας άνδρας της ασφάλειας τής πρότεινε βέβαια να τη «διευκολύνει» για να μην περιμένει στην ουρά, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Ύστερα από αναμονή τριών τετάρτων, η Βε (δεν πρόκειται για το πραγματικό της όνομα) κάθησε στον έναν από τους επτά ή οκτώ υπολογιστές του Internet cafe. Δεν της ζήτησαν διαβατήριο, μονάχα όνομα και χώρα προέλευσης. Και την ενημέρωσαν ότι το κόστος είναι 4,50 δολάρια για μία ώρα - δηλαδή το μισό του μέσου μισθού ενός Κουβανού. Οι ντόπιοι προτιμούν την «εθνική» εκδοχή του 1,50 δολαρίου, αλλά αυτό επιτρέπει μόνο την αποστολή e-mails, και όχι την πλοήγηση.

Η σύνδεση είναι παντού πολύ αργή, το γράφει και στην είσοδο: la conexion es super lenta. Σε μια ώρα, προλαβαίνεις να διαβάσεις τρία e-mails, να απαντήσεις και να διαβάσεις τρία άρθρα στο Google news. Αλλά η πρόσβαση είναι ελεύθερη, ακόμη και στις ιστοσελίδες των διαφωνούντων. Μόνο ένα κείμενο δεν μπόρεσε να διαβάσει η δημοσιογράφος, που είχε τίτλο «Τι θα συμβεί όταν ο Φιντέλ δεν θα είναι πια εδώ;». Προβλήματα αντιμετώπισε, αντίθετα, όταν προσπάθησε να διαβάσει τις διευθύνσεις και τα τηλέφωνα των διαφωνούντων που της είχαν στείλει από το Παρίσι. Παρ' όλο που οι πληροφορίες ήταν διανθισμένες με διάφορα παραπλανητικά σύμβολα, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα εμφανίστηκε το μήνυμα: «Το πρόγραμμα αυτό θα κλείσει για λόγους εθνικής ασφαλείας». Το ίδιο μήνυμα εμφανίστηκε και όταν η Βε επιχείρησε να στείλει ένα άρθρο της στη βελγική εφημερίδα Le Soir.

Σε μια χώρα όπου υπάρχουν μόλις 3,3 ηλεκτρονικοί υπολογιστές ανά 100 κατοίκους και μόνο το 2% του πληθυσμού χρησιμοποιεί το Internet, οι αρχές δεν ανησυχούν και τόσο για τις ανατρεπτικές του επιπτώσεις. Παρά ταύτα, 24 ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι εκτίουν ποινές κάθειρξης έως και 27 ετών για δραστηριότητές τους στο Διαδίκτυο και συνεργασία με ιστοσελίδες που εδρεύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρόκειται, φυσικά, για αντεπαναστάτες και πράκτορες του ιμπεριαλισμού

Σάββατο, Οκτωβρίου 21, 2006

Στη γέφυρα του Όβερτον



Το Νταμπάρτον είναι μια πόλη της Σκωτίας, κοντά στη Γλασκώβη. Λίγο έξω από την πόλη, πάνω σε ένα λόφο που «βλέπει» στον ποταμό Κλάιντ, υπάρχει ένα βικτωριανό αρχοντικό που λέγεται Overtoun House. Το έχτισε ο Λόρδος Όβερτον, ιδιοκτήτης ενός μεγάλου χημικού εργοστασίου και οπαδός της Ελεύθερης Εκκλησίας, και γρήγορα άρχισαν να κυκλοφορούν παράξενες ιστορίες γι' αυτό. Λένε, ας πούμε, ότι εκεί έκαναν παρέα οι άγγελοι με τα τέρατα. Η φήμη του εξαπλώθηκε ακόμη περισσότερο όταν το BBC διάλεξε να γυρίσει εκεί μια σειρά που λεγόταν «Ιστορίες από το τρελάδικο». Αλλά το πιο εντυπωσιακό γνώρισμα του αρχοντικού και της γύρω περιοχής είναι οι αυτοκτονίες των σκυλιών.

Τουλάχιστον 50 σκυλιά έχουν χάσει από το 1950 τη ζωή τους, όταν για κάποιον ανεξήγητο λόγο πήδηξαν από το στηθαίο της γέφυρας στο ποτάμι, πέφτοντας από ύψος γύρω στα 12 μέτρα. Όσα στάθηκαν τυχερά και γλίτωσαν από την πτώση, σύντομα επέστρεψαν στη γέφυρα και ξαναπήδηξαν. Τα περισσότερα πηδούν από μια συγκεκριμένη πλευρά και προτιμούν τις ημέρες με καθαρή ατμόσφαιρα. Όπως διαβάζουμε μάλιστα στην ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia, εντονότερη τάση προς αυτοκτονία εμφανίζουν τα σκυλιά με μακριές μύτες. Λένε πως στον θάνατο τα παρασύρει το φάντασμα μιας γυναίκας που έμενε στην περιοχή. Καλού κακού, οι ιδιοκτήτες σκυλιών αποφεύγουν την καταραμένη γέφυρα.

Ανάλογο φαινόμενο είχε παρατηρηθεί πριν από δέκα χρόνια στην Αργεντινή, όταν 50 σκυλιά πήδηξαν στο κενό από ένα ύψωμα στο Ροσάριο, κοντά στο Μπουένος Άιρες. Αυτοκτονούν όμως τα σκυλιά; Δεν έχει αποδείξει ο Δαρβίνος εδώ και παραπάνω από έναν αιώνα (για την ακρίβεια, το 1888) ότι κανένα ζώο δεν αφαιρεί μόνο του τη ζωή του; Ο Ντέηβιντ Σαντς, επιστήμονας που έχει μελετήσει τη συμπεριφορά των ζώων, αποφάσισε να ερευνήσει ο ίδιος το θέμα. Πήγε και βρήκε έναν κάτοικο του Νταμπάρτον, τον Κένυ Μάικλ, που ο σκύλος του είχε πηδήξει από τη γέφυρα το 2002, αλλά επέζησε. Τον έπεισε να οδηγήσει το ζώο στο ίδιο μέρος. Εκείνο κατευθύνθηκε στο σημείο από όπου είχε πηδήξει και ετοιμάστηκε να το ξανακάνει. Τότε ο δρ Σαντς τα κατάλαβε όλα. Τα σκυλιά, που ως γνωστόν έχουν αχρωματοψία, μπερδεύουν το πράσινο του ποταμού με το γκρίζο χρώμα των τούβλων της γέφυρας. Κάποια μυρωδιά όμως πρέπει να τα παρασύρει στο κενό. Στην αρχή εντοπίστηκαν στο φαράγγι μόνο ποντίκια και σκίουροι, αλλά ένα μεγαλύτερο και πιο μυστηριώδες ίχνος επέτρεψε τη λύση του αινίγματος: στο φαράγγι ενδημούν τα μινκ, που άρχισαν να πολλαπλασιάζονται τη δεκαετία του '50, ακριβώς την ίδια περίοδο που άρχισαν οι «αυτοκτονίες»...

Παρασκευή, Οκτωβρίου 20, 2006

Οι αυτοκτονίες θα συνεχιστούν



Η οικονομία της Ινδίας βρίσκεται σε πλήρη άνθηση: το ποσοστό ανάπτυξης την περίοδο 2006-2007 εκτιμάται ότι θα φτάσει το 8% με 8,5%. Και τότε γιατί οι αγρότες προβαίνουν σε μαζικές αυτοκτονίες;

Το πιο πλούσιο κρατίδιο της Ινδίας είναι το Μαχαράστρα, μια από τις πιο εκβιομηχανισμένες περιοχές της χώρας, με πολλά διυλιστήρια, αρκετά πανεπιστήμια, αλλά και μακρά καλλιτεχνική παράδοση. Σε αυτό το κρατίδιο, που παίρνει το όνομά του από τους κατασκευαστές και οδηγούς αρμάτων οι οποίοι αποτελούσαν τους «μαχαράτι» (μάχιμη δύναμη), πέντε αγρότες αφαιρούν κάθε μέρα τη ζωή τους, καταπίνοντας συνήθως φυτοφάρμακα. Χίλιοι αυτόχειρες έχουν μετρηθεί φέτος εδώ, εννιά χιλιάδες τα πέντε τελευταία χρόνια σε τέσσερα κρατίδια της Ινδίας (Μαχαράστρα, Άντρα Πραντές, Καρνατάκα, Κεράλα). Σύμφωνα με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ο πραγματικός αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος.

Το σενάριο είναι πάντα το ίδιο: ύστερα από μια κακή σοδειά ή μια πτώση των τιμών, ο αγρότης δεν μπορεί να ξεπληρώσει το δάνειο που έχει πάρει, αναγκάζεται έτσι να πάρει δεύτερο, ύστερα τρίτο, οι τοκογλύφοι τού παίρνουν σιγά-σιγά ό,τι έχει και δεν έχει, ώσπου μια μέρα κατεβάζει το μπουκάλι με το εντομοκτόνο και καθαρίζει. Το 45% των 90 εκατομμυρίων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, κάπου 650 εκατομμύρια άνθρωποι, είναι ήδη χρεωμένοι. Σ' αυτή τη χώρα, η λέξη «φιλελευθεροποίηση» είναι συνώνυμη με το έγκλημα. Πριν από δύο χρόνια, η κυβέρνηση έδωσε τέλος σε ένα περιφερειακό πρόγραμμα με βάση το οποίο το Κράτος δεσμευόταν να αγοράζει το σύνολο της παραγωγής βαμβακιού σε σταθερή τιμή. Δεν έλαβε όμως παράλληλα κανένα μέτρο για να αντιμετωπίσει την εισβολή επιδοτούμενου αμερικάνικου βαμβακιού, που πωλείται στην Ινδία 40% φτηνότερα από το ντόπιο.

Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στο βαμβάκι. Όπως εξηγεί στη Λιμπερασιόν ο καθηγητής Οικονομικών Τζαγιάτι Γκος, η γεωργία της Ινδίας δεν είναι πλέον ανταγωνιστική, αφού το κόστος παραγωγής αυξάνεται διαρκώς. Κι αυτό, εξαιτίας της εισαγωγής νέων σπόρων, των λεγόμενων cash crops, που απαιτούν περισσότερο νερό, εντομοκτόνα και λιπάσματα από τους σπόρους που καλλιεργούνται στη χώρα. Στο Μαχαράστρα, η καλλιέργεια ενός στρέμματος βαμβακιού κοστίζει σήμερα 1.100 ρουπίες (20 ευρώ), έναντι 500 ρουπιών που κόστιζε πριν από δέκα χρόνια. Και η κυβέρνηση όχι μόνο δεν βοηθά τους αγρότες, αλλά αρνείται να τους διευκολύνει να πάρουν δάνειο από τις τράπεζες. Εκείνοι στρέφονται έτσι αναγκαστικά στους τοκογλύφους (μηνιαίο επιτόκιο 20%!), οι οποίοι κατά σατανική σύμπτωση συνεργάζονται στενά με τους πωλητές εισαγόμενων σπόρων και εντομοκτόνων...

Το σχέδιο βοήθειας που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση, και προβλέπει διαγραφή των τόκων, δεν θα φέρει κανένα αποτέλεσμα αφού δεν επιτρέπει στους αγρότες να πάρουν νέα δάνεια με ευνοϊκούς όρους. Χρειάζονται βαθύτερες μεταρρυθμίσεις, χρειάζεται ενίσχυση των συστημάτων άρδευσης, χρειάζεται να δοθεί έμφαση στον παραγωγό έναντι της παραγωγής. Όλα δείχνουν ότι οι αυτοκτονίες θα συνεχιστούν.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 19, 2006

Οι ήρωες της Βουδαπέστης



Τρίτη, 30 Οκτωβρίου 1956. Η επανάσταση έχει θριαμβεύσει, το άγαλμα του Στάλιν έχει γκρεμιστεί, ο νέος πρωθυπουργός έχει εξαγγείλει την επιστροφή στον πολυκομματισμό. Ένα νεαρό ζευγάρι που απαθανατίζεται μπροστά στο Εθνικό Μουσείο της Βουδαπέστης συμβολίζει τον λαϊκό θρίαμβο.

Τέλη Νοεμβρίου 1956. Ο Χρουστσώφ έχει αλλάξει γνώμη κι έχει στείλει τα στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας να πνίξουν στο αίμα την εξέγερση. Το σιδηρούν παραπέτασμα ορθώνεται ξανά στην Ουγγαρία και θα χρειαστούν τριάντα χρόνια για να πέσει οριστικά. Αλλά η φωτογραφία των δύο νεαρών, του Γιούρι και της Ζούτκα, έχει ήδη δημοσιευτεί στο γαλλικό περιοδικό Paris Match. Είναι οι «ήρωες της Βουδαπέστης», όπως ήρωας είναι και ο Γάλλος φωτογράφος, ο Ζαν-Πιερ Πεντραζινί, που τραυματίστηκε σοβαρά λίγο μετά τη φωτογράφηση και υπέκυψε κατά τον επαναπατρισμό του στο Παρίσι. Αν όμως εκείνος έπεσε θύμα του καθήκοντος, τι να απέγινε άραγε εκείνο το ρομαντικό ζευγάρι που πίστεψε για μια στιγμή στη λαϊκή εξουσία;

Ο Φιλ Καζοάρ και η Εστέρ Μπαλάς αφιέρωσαν επτά χρόνια από τη ζωή τους σε αναζήτηση της απάντησης, πραγματοποιώντας έρευνες στην Ουγγαρία, την Αυστραλία, την Ελβετία, τον Καναδά, την Ιταλία. Τα ευρήματά τους περιλαμβάνονται σε ένα βιβλίο που κυκλοφορεί σήμερα στη Γαλλία με τον τίτλο «Οι ήρωες της Βουδαπέστης» (εκδ. Les Arenes). Και είναι γεμάτα εκπλήξεις. Πρώτα απ' όλα, τη φωτογραφία δεν την τράβηξε ο Πεντραζινί, αλλά ένας ανεξάρτητος Αμερικανός φωτογράφος ονόματι Ρας Μέλτσερ. Ο διευθυντής του Paris Match το ήξερε, αλλά ήξερε επίσης ότι μια φωτογραφία που έχει τραβήξει ένας ήρωας «πουλάει» περισσότερο. Όσο για τον Μέλτσερ, του ήταν αρκετό ότι οι συνεργάτες του γνώριζαν την αλήθεια.

Το πλήρες όνομα της κοπέλας είναι Ζούτκα Σπόνγκα. Δεν είναι ακριβώς το πρότυπο του εξεγερμένου: κόρη προλεταρίων, παιδί του δρόμου, στράφηκε εναντίον του Ρώσου κατακτητή όταν ο μικρός της αδελφός πέθανε από «κόκκινες» σφαίρες. Μετά την ήττα της εξέγερσης, κατέφυγε στην Ελβετία όπου δούλεψε σε ένα εργοστάσιο, στη συνέχεια μετανάστευσε στην Αυστραλία, παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, πέθανε από καρκίνο στις 27 Μαΐου 1990. Αυτή η απομυθοποίηση καθιστά άραγε τη Ζούτκα λιγότερο ελκυστική; Καθόλου, απαντά ο Ζεράρ Λεφόρ στη Λιμπερασιόν. Το βιβλίο είναι συναρπαστικό, το οδοιπορικό των συγγραφέων στη γενέτειρα της κοπέλας δείχνει ότι εκείνος ο σοσιαλιστικός παράδεισος ήταν στην πραγματικότητα μια κόλαση αλληλοκαρφωμάτων, όπου επιβίωνε παρά ταύτα ένα πνεύμα αντίστασης σε κάθε δικτατορία.

Κι εκείνος ο νεαρός που έμοιαζε με τον Ντι Κάπριο; Όλα είναι πιθανά, πολλοί ισχυρίζονται ότι τον συνάντησαν, μα οι μαρτυρίες τους δεν είναι αξιόπιστες, ο Γιούρι μπορεί να πέθανε ή και να ζει ακόμα, μπορεί να βρίσκεται στη Βουδαπέστη ή στις Ηνωμένες Πολιτείες, άφαντος, ανώνυμος, διάσημος χάρις σε μια φωτογραφία, μα ταυτόχρονα ανυπότακτος.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 18, 2006

Επίγειοι Παράδεισοι



Καλύτερη πόλη του Ηνωμένου Βασιλείου: Εδιμβούργο. Καλύτερη πόλη στον κόσμο: Χονγκ Κονγκ. Καλύτερη ταξιδιωτική ιστοσελίδα: blacktomato.co.uk. Καλύτερη ευρωπαϊκή χώρα: Σουηδία. Καλύτερη χώρα στον κόσμο: Νέα Ζηλανδία.

Με τίτλο «Ταξίδια», η βρετανική Γκάρντιαν δημοσιεύει το πορτρέτο μιας πόλης ή μιας χώρας με βάση τις προτάσεις των αναγνωστών (guardian.co. uk/travel/beenthere). Εκεί μπορεί να βρει κανείς ένα περίεργο μπαρ, ένα διαφορετικό εστιατόριο, ένα ατμοσφαιρικό ξενοδοχείο. Το περασμένο Σάββατο, η εφημερίδα δημοσίευσε το πορτρέτο της χώρας που οι αναγνώστες ψήφισαν ως την καλύτερη στην Ευρώπη. Μαθαίνουμε έτσι ότι αν θέλουμε να κάνουμε σκι τα μεσάνυχτα, θα πρέπει να επισκεφθούμε το Ρικσγκρένσεν, στο βορειότερο άκρο της Σουηδίας, μέχρι τη μέση του καλοκαιριού. Ο καλύτερος τρόπος να γνωρίσει κανείς τη Στοκχόλμη είναι με κανό. Κι όποιος είναι νέος, πολύ νέος, και θέλει να βουτάει κατευθείαν από το δωμάτιό του στην καλύτερη παραλία της Ευρώπης, θα μείνει στο Kantarellen youth hostel, στο Φριτιντσβέγκεν - έχει γράψει γι' αυτό και ο τρομερός Χένινγκ Μανκέλ στο βιβλίο του «Ένα Βήμα Πίσω».

Μαζί με το δισέλιδο αυτό, η καλή εφημερίδα δημοσίευσε και τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις ενός συντάκτη της από τη χώρα που οι αναγνώστες ψήφισαν ως την καλύτερη στον κόσμο. Ένα παγωμένο αλλά ηλιόλουστο πρωινό του περασμένου Μαρτίου, ο Σάιμον Μιλς είχε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει μια από τις πιο ειδυλλιακές διαδρομές στον πλανήτη. Έμενε στο νησί Γουαϊχέκε, 20 χιλιόμετρα ανατολικά του Ώκλαντ, την πρώτη κοινότητα της χώρας που ψήφισε να καταστεί απαλλαγμένη από πυρηνικά και γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (www.waihekenz.com). Την πρώτη φορά που πήρε το φέρι για την πόλη, κοιτάζοντας την άσπρη άμμο και το πλούσιο πράσινο του νησιού να χάνονται πίσω από το απέραντο γαλάζιο, σκέφτηκε πως θα μπορούσε πραγματικά να ξεκινήσει στον τόπο εκείνο μια καινούργια ζωή, επιλέγοντας μαζί με την οικογένειά του μια απομόνωση α λα καρτ. Θα δραπέτευαν και θα επανασυνδέονταν με τον κόσμο όποτε ήθελαν. Τη μισή μέρα θα είχαν τα πόδια τους κάτω από γραφεία και την άλλη μισή θα τα έθαβαν στην άμμο. Αυτό το νησί των 8.000 κατοίκων ήταν ο επίγειος Παράδεισος.

Και το Εδιμβούργο; Ποιο είναι το μυστικό της πρωτεύουσας της Σκωτίας που της εξασφαλίζει για έβδομη συνεχόμενη χρονιά τον τίτλο της γοητευτικότερης πόλης του Ηνωμένου Βασιλείου; Ίσως να είναι το βουνό που έχει μες στη μέση, όπως γράφει ο συγγραφέας Πήτερ Ιρβάιν. Ίσως να είναι ο καταπληκτικός βοτανικός της κήπος, τα μουσεία της ή τα μπαρ της: το καλύτερο, που έχει διαφημίσει επανειλημμένα στα βιβλία του ο Ίαν Ράνκιν, είναι το Oxford Bar. Ίσως πάλι να είναι αυτή η αλλόκοτη επαφή με το παρελθόν, με την ιστορία - κάποιος θα έλεγε με τα φαντάσματα.

Τρίτη, Οκτωβρίου 17, 2006

Η ορχήστρα των μεταναστών



Ο παππούς του ήταν τενόρος. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής ορχήστρας. Κι εκείνος συγκινήθηκε για πρώτη φορά από τη μουσική σε ηλικία 4 ετών όταν άκουσε σε ένα γραμμόφωνο τον «Πέτρο και Λύκο».

Η Πιάτσα Βιτόριο είναι μια μεγαλοπρεπής τετράγωνη πλατεία στον Εσκυλίνο, έναν από τους επτά λόφους της Ρώμης. Γύρω γύρω αψίδες και κτίρια του 19ου αιώνα, στη μέση ένας κήπος που σου γλυκαίνει τη ματιά. Αυτή η πλατεία, όπου οι Ιταλοί αποτελούν μειοψηφία, είναι ο πρώτος τόπος που ανακαλύπτουν οι μετανάστες όταν φτάνουν στη Ρώμη. Εδώ επέλεξε να εγκατασταθεί το 2000 ο Μάριο Τρόνκο, αφού οι τιμές των σπιτιών ήταν πολύ χαμηλότερες από την υπόλοιπη Ρώμη. Και το όνομα αυτής της πλατείας αποφάσισε να δώσει στην ιδιόρρυθμη ορχήστρα του.

Όλα ξεκίνησαν το 2002, όταν οι κάτοικοι της περιοχής κινητοποιήθηκαν για να σώσουν το κινηματοθέατρο Apollo, που κινδύνευε να γίνει αίθουσα τυχερών παιχνιδιών. Ο Τρόνκο, που μέχρι τότε έγραφε μελωδίες για διάφορους ερμηνευτές του ιταλικού βαριετέ και έπαιζε πιάνο στο δημοφιλές συγκρότημα Avion Travel, συνειδητοποίησε ότι οι μετανάστες δεν έχουν ανάγκη μόνο από δουλειά και στέγη, αλλά και από ένα χώρο για να συναντιούνται και να διασκεδάζουν. Συνέλαβε τότε την ιδέα να δημιουργήσει μια ορχήστρα με μουσικούς απ' όλο τον κόσμο. Αλλά οι πρώτες του επαφές, μέσα από την επιτροπή υπεράσπισης του Apollo, ήταν απογοητευτικές. Οι μετανάστες φοβόντουσαν, πολλοί πίστευαν ότι ο Τρόνκο και οι συνεργάτες του ήταν αστυνομικοί με πολιτικά.

Όπως γράφει η Μοντ, το σχέδιο υλοποιήθηκε τελικά χάρις σε μια μικρή απάτη. Η Μονίκ Βοτ, διευθύντρια του Φεστιβάλ RomaEuropa, ενθουσιάστηκε με την ιδέα και ενέταξε μια συναυλία της ορχήστρας στο πρόγραμμα του φθινοπώρου του 2002. Μόνο που η Ορχήστρα Πιάτσα Βιτόριο βρισκόταν ακόμη στο μυαλό του Τρόνκο! Ο τελευταίος κατάλαβε ότι δεν είχε καιρό. Γρήγορα μάζεψε τον τρομπετίστα Ομάρ από την Κούβα, τον τραγουδιστή Μπιλάλ από την Ινδία, τον κιθαρίστα Κάρλος από τον Ισημερινό, τους ντράμερ Παπ και Κάου από τη Σενεγάλη. Οι προσομοιώσεις των οργάνων γίνονταν στον ηλεκτρονικό του υπολογιστή. Ήταν μια εξίσωση με καμιά τριανταριά αγνώστους που έπρεπε να επιλυθεί επειγόντως. «Ο προϋπολογισμός μας», θυμάται, «δεν μας επέτρεπε πάνω από μια εβδομάδα πρόβες».

Η ορχήστρα αποτελείται σήμερα από 16 μουσικούς που προέρχονται από 11 χώρες, μιλούν 8 γλώσσες, πληρώνονται κανονικά και παίζουν μια μουσική που είναι δύσκολο να κατατάξει κανείς σε κάποιο είδος. Το βέβαιο είναι ότι αρέσει. Η ορχήστρα έχει δώσει πάνω από 200 συναυλίες στην Ιταλία, στη Γερμανία, στην Αυστρία και στην Ολλανδία και έχει γράψει ήδη δύο CD (περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα www. orchestradipiazzavittorio. it/). Το μόνο παράπονο του Τρόνκο είναι ότι δεν έχει κανένα μουσικό από την Κίνα - κι ας είναι οι Κινέζοι η πιο πολυπληθής κοινότητα της περιοχής.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 16, 2006

Η αντίθετη δημοκρατία



Η δυσπιστία και η δυσαρέσκεια των πολιτών απέναντι στους ηγέτες τους γενικεύονται και εκδηλώνονται με διάφορες μορφές. Αλλά ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος τιμωρίας δεν είναι, πια, η κάλπη.

Σύμφωνα με τον Γάλλο ιστορικό Πιερ Ροζανβαγιόν, που διδάσκει στο College de France και προΐσταται της Δημοκρατίας των Ιδεών, υπάρχουν δύο σφαίρες και δύο στιγμές στη ζωή των δημοκρατιών. Η πρώτη είναι η εκλογική διαδικασία, με στόχο τη σύναψη ενός συμβολαίου μεταξύ των ψηφοφόρων και των ηγετών τους. Η δεύτερη είναι ο έλεγχος αυτών των ηγετών, η διόρθωση των λαθών τους, η υπενθύμιση των υποσχέσεών τους, η επαναφορά τους στην τάξη. Η δεύτερη αυτή δραστηριότητα, που θα μπορούσε να ονομαστεί «αντι-δημοκρατία», εκδηλώνεται μέσα από τις δημοσκοπήσεις, τις διαδηλώσεις, τα μέσα ενημέρωσης, τις παρεμβάσεις των δικαστηρίων. Η «αντι-δημοκρατία» δεν είναι το αντίθετο της δημοκρατίας, αλλά μάλλον η αντίθετη δημοκρατία, η δημοκρατία των έμμεσων εξουσιών που είναι διεσπαρμένες στο κοινωνικό σώμα, η αρνητική δημοκρατία στη σκιά της θετικής δημοκρατίας. Δίπλα στον λαό - ψηφοφόρο υπάρχει ο λαός εν εγρηγόρσει, ο λαός - βέτο, ο λαός - δικαστής.

Καλός πολίτης - επισημαίνει ο Ροζανβαγιόν στον Νουβέλ Ομπζερβατέρ - δεν είναι μόνο ο πολίτης που ψηφίζει, αλλά κι εκείνος που παρακολουθεί τις εξουσίες, που τις κρίνει, που τις αξιολογεί. Βέβαια, το όριο ανάμεσα στην «καλή» αντι-δημοκρατία της επαγρύπνησης και τη μηδενιστική της καρικατούρα είναι λεπτό. Ο θετικός και ενεργός έλεγχος των εξουσιών δίνει εύκολα τη θέση του σε έναν ψυχαναγκαστικό και διαρκή στιγματισμό κάθε κυβερνητικής αρχής, που μετατρέπεται έτσι σε δύναμη εχθρική, ξένη προς την κοινωνία. Με τον λαϊκισμό θριαμβεύουν οι «αρνητικές μάζες» στις οποίες αναφερόταν ο Ελίας Κανέττι. Οι σύγχρονοι «αρνητές» δεν μοιάζουν με τους αντάρτες ή τους διαφωνούντες του παρελθόντος. Η στάση τους δεν έχει κάποιον ορίζοντα. Εκφράζουν απλώς με άτακτο και οργισμένο τρόπο την αδυναμία τους να δώσουν μια κατεύθυνση στα πράγματα και να βρουν τη θέση τους στον κόσμο.

Αλλά η κυρίαρχη τάση δεν είναι αυτή. Οι κινητοποιήσεις των Γάλλων εναντίον του Συμβολαίου Πρώτης Πρόσληψης ή υπέρ των παιδιών των λαθρομεταναστών δείχνουν ότι έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο που δεν χαρακτηρίζεται από πολιτική απάθεια, αλλά από μια «μετάλλαξη» της πολιτικής δράσης. Μιλάμε πλέον για watchdog committees (επιτροπές επαγρύπνησης) και whistleblowers (άτομα ή ομάδες που εντοπίζουν προβλήματα στους χώρους όπου λειτουργούν). Αντίθετα με τα παλιά κινήματα, που σύμβολό τους ήταν τα συνδικάτα, οι νέες οργανώσεις δεν θέλουν να εκπροσωπήσουν στρώματα του πληθυσμού, αλλά να διαχειριστούν καταστάσεις. Δεν θέλουν να αναλάβουν την εξουσία, αλλά να την επηρεάσουν. Βασικό τους όπλο είναι βέβαια το Internet. Ένα όπλο ριζοσπαστικά δημοκρατικό, αφού ο καθένας μπορεί να πάρει τον λόγο. Αλλά ταυτοχρόνως κι ένα εργαλείο απολίτικο, αφού κατακερματίζει και πολλαπλασιάζει τις απόψεις και δεν παράγει μια κοινή γραμμή.

Σάββατο, Οκτωβρίου 14, 2006

Η φιλόσοφος του κανόνα



Πριν από εκατό ακριβώς χρόνια, στις 14 Οκτωβρίου 1906, γεννήθηκε στο Αννόβερο η Χάνα Άρεντ. Αν και οι φιλόσοφοι δεν είναι το δημοφιλέστερο είδος στην εποχή μας, η επέτειος αυτή γιορτάζεται ήδη από καιρό με συνέδρια και διαλέξεις σε όλο τον κόσμο, από τη Γερμανία ώς τη Νότια Κορέα, κι από το Κόσοβο ώς την Αυστραλία. Την περασμένη εβδομάδα έγινε ένα συνέδριο στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, με τίτλο «Κρίσεις των Δημοκρατιών μας». Και στις 27 Οκτωβρίου θα ξεκινήσει στο Bard College (όπου είναι θαμμένοι τόσο η Άρεντ όσο και ο σύζυγός της Χάινριχ Μπλίχερ) τριήμερο συνέδριο για την κληρονομιά της φιλοσόφου, όπου θα μιλήσουν μεταξύ άλλων ο Κρίστοφερ Χίτσενς και ο Μαρκ Ντάνερ.

Σε όλες αυτές τις εκδηλώσεις δεν τιμάται απλώς η μνήμη μιας μεγάλης προσωπικότητας του περασμένου αιώνα, αλλά γίνεται και μια προσπάθεια ερμηνείας της σημερινής εποχής με βάση τις δικές της ιδέες. «Ένας Αμερικανός Άιχμαν δεν μπορεί σήμερα να αποκλειστεί», είπε ο πολιτικός επιστήμονας Μπέντζαμιν Μπάρμπερ στο Γέιλ, ενώ η φιλόσοφος Σούζαν Νάιμαν αναρωτήθηκε αν ο Τσέινι και ο Γούλφοβιτς είναι λιγότερο ένοχοι από τον Χίτλερ και τον Στάλιν. Στο στόμα όλων των ομιλητών ήταν η «κοινοτοπία του κακού», μια ιδέα που ανέπτυξε η Άρεντ στο βιβλίο της «Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ». Αν ένας μέτριος γραφειοκράτης σαν τον Άιχμαν έφτασε να στείλει εκατομμύρια ανθρώπους στο θάνατο, γιατί να μας εκπλήσσει ότι ο Μπους και ο Μπλαιρ βασίστηκαν σε ψέματα για να προκαλέσουν μια γενοκτονία στο Ιράκ;

Αυτοί οι συσχετισμοί μεταξύ των εποχών είναι ασφαλώς χρήσιμοι. Παρουσιάζουν όμως ορισμένα προβλήματα. Πρώτα απ' όλα, η έννοια της «κοινοτοπίας του κακού» δεν είναι τόσο απλή. Όπως σημειώνει η Ελίζαμπεθ Γιανγκ-Μπριλ στο βιβλίο της «Γιατί μετράει η Άρεντ» (εκδ. Yale University Press), η φιλόσοφος θεωρούσε ότι ο πραγματικός λόγος για να μην κάνει κάποιος κακό είναι ότι δεν μπορεί πια να ζήσει με τον εαυτό του, δεν μπορεί να συνεχίσει τον εσωτερικό διάλογο μαζί του. Ακριβώς επειδή ο Άιχμαν δεν απολάμβανε έναν τέτοιο διάλογο, η συνείδησή του πνίγηκε από τις φωνές του μίσους που τον περιέβαλλαν. Αλλά η πορεία αυτή δεν μπορεί να μεταφερθεί μηχανιστικά σε άλλους ανθρώπους και άλλες εποχές.

Στην εποχή της, η Χάνα Άρεντ θεωρούνταν η φιλόσοφος της εξαίρεσης. Σήμερα, αντιμετωπίζεται περισσότερο ως η φιλόσοφος του κανόνα. Οι αναλύσεις της για το σκοτεινό παρελθόν μετασχηματίζονται σε προειδοποιήσεις για το κοντινό μέλλον. «Η Αμερική βρίσκεται στο χείλος της αβύσσου», είπε ο συγγραφέας Τζόναθαν Σελ στο Γέιλ - κι ας μην πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του ολοκληρωτισμού που είχε θέσει η Άρεντ. Θα συμφωνούσε άραγε η τελευταία με τέτοιες απλουστεύσεις;

Παρασκευή, Οκτωβρίου 13, 2006

Έγραφε για τις επόμενες γενιές



«Όταν οι φίλοι μου έβλεπαν τον Μπρασένς να με περιμένει στο πεζοδρόμιο και με ρωτούσαν τι κάνω μ' αυτόν τον τύπο, τους απαντούσα: ''Είναι ένας ποιητής''. ''Μα τι γράφει; '' με ρωτούσαν. ''Δεν ξέρω. Γράφει για τις επόμενες γενιές''».

Το πραγματικό του όνομα είναι Πιερ Οντενιάντ, αλλά όλοι τον ξέρουν με το παρατσούκλι που του έβγαλε ο Ρενέ Κλαιρ. Το 1957, ο τελευταίος ζήτησε από τον Ζωρζ Μπρασένς να παίξει στην ταινία «Porte des Lilas». Αλλά ο Μπρασένς ήταν αναρχικός, δεν του άρεσε να του λένε τι θα κάνει και ο Κλαιρ επέμενε να του υπαγορεύει κάθε λεπτομέρεια. Επενέβη τότε ο Πιερ και άρχισε να ζαλίζει τον σκηνοθέτη με ό,τι μπορούσε να σκεφτεί, τις ημερομηνίες, τα συμβόλαια, τις σκηνές. Μια μέρα, ο Κλαιρ δεν άντεξε και πήρε τηλέφωνο τον Μπρασένς: «Τι είναι αυτός ο μπελάς που μου έστειλες; Είναι μια πέτρα, ένας βράχος, το ίδιο το Γιβραλτάρ!».

Οι δύο άνδρες γνωρίστηκαν το 1943 στο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας του Μπάζντορφ, στη Γερμανία. Ο Γιβραλτάρ ήταν υπεύθυνος της βιβλιοθήκης και κάθε βράδυ ερχόταν ένας τύπος που ήταν χτενισμένος σαν τον Τίνο Ρόσσι, είχε μουστάκι σαν του Κλαρκ Γκέιμπλ και έμοιαζε με γορίλλα. Δανειζόταν πέντε βιβλία και έλεγε ότι θα τα φέρει την επομένη. Ήταν ο Μπρασένς. Ξυπνούσε κάθε πρωί στις 5 και διάβαζε μέχρι τις 8, εκνευρίζοντας όσους κοιμόντουσαν στον ίδιο θάλαμο μαζί του. Όποτε τον ρωτούσαν τι έκανε στη ζωή του, απαντούσε: «Τίποτα». Ήδη όμως έγραφε τραγούδια. Όταν ο πόλεμος τελείωσε, πήγε και βρήκε τον Γιβραλτάρ στο στούντιό του, στη rue Pigalle. Από τότε δεν ξαναχώρισαν ποτέ. Ο Γιβραλτάρ έγινε ο καλύτερός του φίλος, ο ατζέντης του, ο φύλακας-άγγελός του. Πήγαιναν μαζί παντού, εκδρομές, ταξίδια, περιοδείες. Μαζί επισκέφθηκαν το 1954 τους γονείς του Μπρασένς, που είχε να τους δει δέκα χρόνια. Ο πατέρας του ήταν μαραγκός και δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τη μουσική, ήταν όμως περήφανος που ο γιος του είχε πετύχει. Η μητέρα του ήταν μια φιλόμουση καθολική, τα πρώτα τραγούδια του γιου της την είχαν ενθουσιάσει, αλλά με τον Γορίλλα και την Πουτάνα είχε πάθει σοκ, δεν πήγε ποτέ στη ζωή της σε συναυλία του Ζωρζ, δεν άντεχε να τον ακούσει να ξεστομίζει χυδαιότητες.

Ογδόντα δύο ετών σήμερα, ο Γιβραλτάρ διηγείται για πρώτη φορά αυτή τη σχέση ζωής στο βιβλίο του «Μπρασένς. Η ματιά του Γιβραλτάρ» (Εκδ. Fayard). Όπως λέει στο Λ' Εξπρές, η τελευταία φορά που μίλησε με τον τραγουδοποιό ήταν στις 29 Οκτωβρίου 1981. Ο καρκίνος ήταν προχωρημένος, ο Γιβραλτάρ είχε δανειστεί το αυτοκίνητό του, ένα Ρενώ 5, στον δρόμο τού χάλασε, πήρε τηλέφωνο τον Μπρασένς να του πει ότι θα αργούσε, εκείνος είχε κέφια, «ρε κερατά», του είπε, «θα μου το διαλύσεις το αυτοκίνητο». Λίγη ώρα αργότερα πέθανε.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 12, 2006

Αρκεί να μην ενοχληθεί το λόμπι



Δύο κρούσματα λογοκρισίας μέσα σε λίγες ημέρες από τους ίδιους δράστες, στην ίδια πόλη και για τον ίδιο λόγο, ασφαλώς δεν μπορεί να αποτελούν σύμπτωση. Ελευθερία του λόγου, ναι - αρκεί να μην ενοχλεί το ισραηλινό λόμπι.

Ο Βρετανός ιστορικός Τόνυ Τζουντ, που είναι Εβραίος και διευθύνει το Remarque Institute του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, επρόκειτο να μιλήσει την περασμένη Τετάρτη σε μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που νοικιάζει ένα χώρο του πολωνικού προξενείου. Το θέμα του θα ήταν το ισραηλινό λόμπι στις Ηνωμένες Πολιτείες και ο ιστορικός επρόκειτο να υποστηρίξει ότι το λόμπι αυτό έχει επανειλημμένα «πνίξει» τον διάλογο. Μία ώρα πριν από την έναρξη της ομιλίας, όμως, ο γενικός πρόξενος της Πολωνίας την ακύρωσε. Όπως είπε, του τηλεφώνησαν η Αντιδυσφημιστική Ένωση και η Αμερικανική Εβραϊκή Επιτροπή και τον έπεισαν ότι οι απόψεις του ομιλητή ήταν απαράδεκτες. «Δέχθηκα διακριτικές πιέσεις», δικαιολογήθηκε.

«Είναι σοβαρό και τρομακτικό», είπε στην Ουάσιγκτον Ποστ ο Τζουντ, που έχει χάσει το μεγαλύτερο μέρος της οικογένειάς του στο Ολοκαύτωμα. «Οι εβραϊκές αυτές οργανώσεις πιστεύουν ότι πρέπει να φιμωθεί οποιοσδήποτε διαφωνεί μαζί τους για τη Μέση Ανατολή». Τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορείται είναι δύο. Πρώτον, ότι υπερασπίστηκε δύο Αμερικανούς καθηγητές που έγραψαν πως το ισραηλινό λόμπι στις Ηνωμένες Πολιτείες προωθεί θέσεις που βλάπτουν τα αμερικανικά συμφέροντα και οδηγούν το Ισραήλ σε αυτοκαταστροφική δράση. Δεύτερον, ότι σε διάφορα άρθρα του τα τελευταία χρόνια υποστηρίζει πως η εξουσία στο Ισραήλ έχει περάσει σε θρησκευτικούς εξτρεμιστές και πως η μόνη λύση στη σύγκρουση με τους Παλαιστινίους είναι η δημιουργία ενός δι-εθνικού, κοσμικού κράτους. «Η άποψη αυτή ισοδυναμεί με γενοκτονία!» ισχυρίστηκε πρόσφατα ο Ντέηβιντ Φρεμ, πρώην λογογράφος του προέδρου Μπους.

Ύστερα από πιέσεις μιας άλλης εβραϊκής οργάνωσης, ο Τζουντ αναγκάστηκε να ματαιώσει και άλλη ομιλία που επρόκειτο να εκφωνήσει σε λίγες ημέρες στο Manhattan College, στο Μπρονξ. Θύμα λογοκρισίας, όμως, έπεσε και η Βρετανίδα συγγραφέας Κάρμεν Κάλιλ. Μια δεξίωση που επρόκειτο να δοθεί προχθές στη γαλλική πρεσβεία με αφορμή το νέο της βιβλίο για τη Γαλλία του Βισύ («Bad Faith») ματαιώθηκε, επειδή σε μια υποσημείωση του βιβλίου η συγγραφέας συγκρίνει τον τρόμο που έζησαν οι Εβραίοι της Γαλλίας με τον τρόμο που βιώνουν σήμερα οι Παλαιστίνιοι. «Οι Εβραίοι του Ισραήλ, όπως και η υπόλοιπη ανθρωπότητα, ξεχνούν τους Παλαιστινίους», γράφει η Κάλιλ. Και αυτό ήταν αρκετό για να ακυρώσει η πρεσβεία την εκδήλωση, με τη δικαιολογία ότι διαμαρτυρήθηκε ένας καλεσμένος!

«Για πολλούς σε αυτή τη χώρα, πρέπει κάθε Εβραίος να διεκδικεί με επιθετικό τρόπο το Ολοκαύτωμα ως διακριτικό του γνώρισμα», λέει ο Τζουντ. «Γνωρίζω άριστα την ιστορία μου, αλλά δεν σκέφτηκα ποτέ ότι η κυρίαρχη ιδιότητά μου είναι πως είμαι Εβραίος».

Τετάρτη, Οκτωβρίου 11, 2006

Το μυστήριο του ανθρώπου



«Αν ήμουν 19 ετών, μπορεί να με γοήτευε η τεχνολογία, να ήθελα να παίξω με τον φωτισμό ή με τα ντεκόρ. Αλλά είμαι 81, και το μυστήριο που με ενδιαφέρει είναι ο άνθρωπος». Πήτερ Μπρουκ

Το έργο παίχτηκε σε διάφορες πόλεις (μεταξύ των οποίων, τον περασμένο Ιούνιο, και η Αθήνα) και οι αντιδράσεις του κοινού ήταν κάθε φορά διαφορετικές. Οι Ελβετοί τραπεζίτες, για παράδειγμα, βρήκαν το θέμα πολύ ενδιαφέρον, γιατί τους έφερε αντιμέτωπους με έναν άλλο κόσμο. Οι Ισραηλινοί συγκλονίστηκαν γιατί κατάλαβαν ότι συμπεριφέρονται στους Παλαιστίνιους μ' έναν τρόπο που θυμίζει πολύ τη συμπεριφορά των λευκών Νοτιοαφρικανών απέναντι στους μαύρους. Οι Παλαιστίνιοι, πάλι, διαπίστωσαν ότι για την τύχη τους ενδιαφέρονται κι άλλοι άνθρωποι, σε απροσδόκητα μακρινούς τόπους. Όλοι, κάπου, ανακάλυψαν τον εαυτό τους. Γιατί μπορεί το θέμα του «Ο Σούζι Μπάντζι πέθανε» να είναι ένας νόμος της κυβέρνησης του απαρτχάιντ, που απαγόρευε στους κατοίκους των γκέτο να κυκλοφορούν χωρίς μια ειδική άδεια την οποία πολύ δύσκολα έπαιρναν, αλλά το πρόβλημα που περιγράφεται στο έργο εξακολουθεί να βασανίζει τους μισούς κατοίκους του πλανήτη. Αν δεν έχεις χαρτιά, αν δεν στα έχουν σφραγίσει, δεν υπάρχεις, δεν διαθέτεις τα μέσα για να ζήσεις. Πολλοί άνθρωποι, λοιπόν, καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα στην ταυτότητα και την επιβίωση.

Οι Αφρικανοί βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση. Αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να γελούν. Στην Ευρώπη, λέει ο μεγάλος θεατράνθρωπος σε συνέντευξή του στην Ελ Παΐς, το πολιτικό θέατρο δεν συνοδευόταν ποτέ από την αίσθηση του χιούμορ. Στην Αφρική, αντίθετα, οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να γελούν στη μέση της απελπισίας τους. Κι αυτό το γέλιο είναι μια εκδήλωση ελευθερίας. Αν ο Μαντέλα και οι Νοτιοαφρικανοί δεν έχουν ζητήσει εκδίκηση για τα όσα υπέστησαν από τους ρατσιστές, το οφείλουν στο γέλιο, που τους έκανε ελεύθερους ανθρώπους ακόμη κι όταν ήταν κλεισμένοι στη φυλακή. Η Αφρική είναι μια υποτιμημένη ήπειρος. Νομίζουμε ότι το μόνο που προσφέρει είναι τζαζ, ταμπούρλα και χορός, και δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι κι αυτή παιδί ενός αρχαίου πολιτισμού, όπως ακριβώς η Ιαπωνία ή η Κίνα.

Το σημαντικότερο κείμενο που έχει γραφτεί ποτέ είναι φυσικά οι Αδελφοί Καραμαζώφ, λέει ο Πήτερ Μπρουκ. Και το μεγαλύτερο θεατρικό έργο όλων των εποχών είναι ο Βασιλιάς Ληρ. Εκεί υπάρχουν όλα. Στην αρχή έχουμε έναν δικτάτορα που τα χέρια του είναι βαμμένα με αίμα, μια βίαιη οικογένεια, αλλά στο τέλος δεν μένει παρά η μοναξιά ενός ανθρώπου. Αν η τηλεόραση είναι ένας μηχανισμός της λήθης, το θέατρο, και ιδίως το πολιτικό θέατρο, είναι ένας τρόπος να βοηθήσεις να ανοίγουν τα μάτια. Μια μικρή σταγόνα νερού που οδηγεί σε μια μεγαλύτερη γνώση, μια καλύτερη συνείδηση.

Τρίτη, Οκτωβρίου 10, 2006

Εξολόθρευση χωρίς ενδοιασμούς



Αυτός είναι πραγματικός ηγέτης. Στα 54α γενέθλιά του, διέταξε να του φέρουν σ' ένα δίσκο το κεφάλι της πιο ενοχλητικής αντιπάλου του. Στο εξής, κανείς δεν θα ξανατολμήσει να τα βάλει μαζί του.

«Η Ρωσία βρίσκεται σ' έναν φαύλο κύκλο. Ό,τι και να γράψω, δεν θα αλλάξει τίποτα. Στόχος του Πούτιν είναι να διοχετεύεται στη διεθνή αγορά η εντύπωση ότι όλα πάνε καλά, η Ρωσία πολεμά την τρομοκρατία, οι μυστικές υπηρεσίες δίνουν τη μάχη με επιτυχία. Ένα μέρος των Ρώσων αντιλαμβάνεται ότι έχουμε απέναντί μας την ηθική κατάπτωση της πρώιμης δημοκρατίας που υπήρχε την εποχή του Γιέλτσιν. Εκείνη την περίοδο, παρά τα όσα συνέβαιναν, ο κόσμος μπορούσε να μιλά, να συζητά. Πιστεύω πως για όσα έχουν γίνει ευθύνεται το γεγονός ότι τις θέσεις-κλειδιά της κυβέρνησης τις κατέχουν άνθρωποι που προέρχονται από την KGB. Και η γενετική μνήμη του λαού μας είναι τέτοια, ώστε σ' αυτό το γεγονός δεν μπορεί να αντιταχθεί. Με ρωτούν αν πίσω από τον Πούτιν κρύβεται το παλιό σύστημα εξουσίας που παίρνει την εκδίκησή του. Ας θυμηθούμε ότι στην αρχή τον έβαλε στη θέση αυτή ο Μπερεζόφσκι. Στη συνέχεια, όμως, ο Πούτιν θέλησε να γίνει απόλυτος άρχοντας. Δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά, έτσι έμαθε. Και η πλειοψηφία του κόσμου είναι μαζί του. Τι θα γίνει όμως με τη μειοψηφία; Εγώ γράφω βιβλία και δημοσιεύω άρθρα. Πρέπει να εξηγώ πού πηγαίνουν τα πράγματα. Και πρέπει να γράψω ότι αν το σύστημα αισθανθεί την ανάγκη να εξολοθρεύσει κάποιον, αυτός ο κάποιος θα εξολοθρευτεί χωρίς ενδοιασμούς.

Όποιος διαχειρίζεται με αυτόν τον τρόπο την εξουσία δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα. Τον απασχολεί μόνο μια ιδέα, να παραμείνει στην εξουσία και να αρπάξει όσο το δυνατόν περισσότερα όσο βρίσκεται στην εξουσία. Μιλούν πολλοί για ολιγάρχες. Μα ο πρώτος ολιγάρχης είναι ο κύκλος του προέδρου. Οι άνθρωποι που τον απαρτίζουν ελέγχουν τις επιχειρήσεις. Όλοι έχουν τον ίδιο στόχο, να διατηρήσουν τις θέσεις τους και να προστατεύσουν τη ζωή των απογόνων τους για τα επόμενα χρόνια. Σε όποιον με ρωτά τι συνέπειες θα είχε μια αλλαγή εξουσίας, απαντώ με τη φήμη που κυκλοφορεί τον τελευταίο καιρό, ότι το σύστημα θα έχει το τέλος των Τσαουσέσκου. Σε όποιον Δυτικό με χαρακτηρίζει την κυριότερη ακτιβίστρια κατά του Πούτιν, απαντώ ότι δεν είμαι ακτιβίστρια, είμαι δημοσιογράφος. Και καθήκον του δημοσιογράφου είναι να ενημερώνει.

Όσο για τον Καντίροφ, τον Στάλιν της Τσετσενίας, το όνειρό μου είναι να τον δω να δικάζεται για όλα τα εγκλήματα που έχει διαπράξει. Ύστερα από τα δημοσιεύματά μου, έχει κινηθεί δικαστική διαδικασία εναντίον των ανθρώπων του και του ίδιου προσωπικά. Σε μια από τις δίκες έχω κληθεί ως μάρτυρας».

(Από το τελευταίο ρεπορτάζ της Άννα Πολιτκόφσκαγια, που δημοσιεύτηκε χθες στην εφημερίδα της, τη Νόβαγια Γκαζέτα)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 09, 2006

Η σκέψη είναι ερωτική



«Σε λίγο καιρό θα γίνεις 82 χρόνων. Έχεις κοντύνει έξι εκατοστά, έχεις μείνει 45 κιλά και είσαι πάντα όμορφη, χαριτωμένη και ποθητή. Είμαστε 58 χρόνια μαζί και σ' αγαπώ περισσότερο από ποτέ».

Το πραγματικό του όνομα είναι Ζεράρ Χορστ. Γεννήθηκε στη Βιέννη το 1923, αλλά όταν κατέφυγε στη Γαλλία για να γλιτώσει από τους Ναζί και ζήτησε δουλειά σε ένα περιοδικό τού είπαν πως πρέπει να χρησιμοποιήσει ψευδώνυμο, γιατί «στους Γάλλους δεν αρέσουν οι Γερμαναράδες». Διάλεξε το Μποσκέ (άλσος), που είναι η γαλλική μετάφραση του Χορστ. Μα δεν του πήγαινε να υπογράψει μ' αυτό το πρώτο του βιβλίο και επέλεξε μια τρίτη ταυτότητα, Γκορζ, από την πόλη όπου είχαν κατασκευαστεί τα κιάλια που του είχε αφήσει ο πατέρας του, Γκορίτσια για τους Ιταλούς, «μια πόλη ούτε γερμανική ούτε σλοβένικη ούτε ιταλική, κάτι σαν την Τεργέστη». Ως Αντρέ Γκορζ υπογράφει από τότε όλα του τα βιβλία, με θέματα όπως η ηθική, ο καπιταλισμός, η οικολογία και το τέλος της εργασίας. Αλλά το τελευταίο του βιβλίο, το τελευταίο βιβλίο της ζωής του, είναι διαφορετικό.

Όλα αυτά τα χρόνια, ο Γκορζ άλλαξε πολλές ταυτότητες αλλά αγάπησε μία γυναίκα. Ασχολήθηκε με πολλές ιδέες, βέβαιος ότι οι ιδέες μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά από τη φιλοσοφική του παιδεία έμαθε ότι δεν υπάρχουν καλές ιδέες χωρίς έρωτα, ότι η σκέψη είναι ερωτική. «Αφήνω πίσω μου βιβλία και αρχεία», λέει στη «Λιμπερασιόν.» «Το έργο μου φέρει την ταυτότητά μου. Όταν όμως πεθάνουμε και οι δύο, τι θα ξέρει ο κόσμος για την D.; Δεν έχω γράψει ποτέ γι' αυτήν, παρά μονάχα στον "Προδότη", κι εκεί πολύ αδέξια. Αισθάνθηκα την ανάγκη να ανασυνθέσω κάτι που υπήρξε. Είναι ένα προσωπικό βιβλίο που δεν θα μπορούσα να γράψω παρά απευθυνόμενος σ' εκείνη, το έγραψα για 'κείνη και για μένα». Ο τίτλος του είναι «Γράμμα στην D. Ιστορία ενός έρωτα», και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Galilee.

Το πραγματικό της όνομα δεν το γνωρίζουμε. Γεννήθηκε στην Αγγλία, η οικογένειά της διαλύθηκε στον πόλεμο, μεγάλωσε με τον νονό της σε μια μικρή παραλιακή πόλη, γνώρισε τον άνδρα της ζωής της ένα χιονισμένο βράδυ του 1947, όταν της ζήτησε να χορέψουν. «Μαζί σου ήμουν αλλού», της γράφει, «σ' έναν ξένο τόπο, ξένος απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό. Μαζί σου μπορούσα να στείλω την πραγματικότητά μου διακοπές. Ήσουν το συμπλήρωμα τού απραγματοποίητου πραγματικού». Παιδιά δεν έκαναν, δεν ήταν έτοιμος εκείνος, πίστευε πως αφού δεν είχαν οικογένειες οι ίδιοι δεν είχε νόημα να φτιάξουν μια κι εκείνοι. Η D. πάσχει σήμερα από καρκίνο, το βιβλίο τελειώνει όπως αρχίζει: «Μόλις έγινες 82 χρόνων», οι δύο εραστές συμφωνούν πως αν ποτέ είχαν μια δεύτερη ζωή, θα ήθελαν να την περάσουν μαζί.

Σάββατο, Οκτωβρίου 07, 2006

Ας τη βοηθήσουμε να γιατρευτεί



Η καγκελάριος της Γερμανίας δηλώνει ρητά στην τουρκική κυβέρνηση ότι, αν δεν ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στην Κύπρο, δεν μπορεί να περιμένει να προχωρήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Λίγες ημέρες νωρίτερα, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε σε διάφορες ευρωπαϊκές εφημερίδες ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας τόνιζε ότι στο ζήτημα αυτό δεν έχει άδικο η Τουρκία, αλλά η Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού δεν έχει τηρήσει τη ρητή δέσμευσή της να προχωρήσει σε εμπορικές συναλλαγές με τη Βόρεια Κύπρο.

Με ποιον είμαστε; Με την Άγγελα Μέρκελ, θα απαντούσε ο μέσος Έλληνας και ο μέσος Ευρωπαίος - αφού λέει το αυτονόητο. Ο Γιόσκα Φίσερ συνδέει δύο άσχετα μεταξύ τους ζητήματα, όπως έχει καταστήσει επανειλημμένα σαφές η κυπριακή κυβέρνηση. Δηλαδή, η πρώτη είναι έντιμη και δίκαιη, ενώ ο δεύτερος τα παίρνει από τους Τούρκους; Όχι βέβαια. Απλώς η Μέρκελ δεν θέλει την ένταξη της Τουρκίας και ερμηνεύει την κρίση με τρόπο που να ενισχύει αυτή τη θέση, ενώ ο Φίσερ θεωρεί ότι η σύγκρουση των δύο τρένων πρέπει πάση θυσία να αποτραπεί και αναζητεί συμβιβασμό.

Ο επίτροπος για τη διεύρυνση το είπε καθαρά αυτή την εβδομάδα, στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Άγκυρα. Όσοι ηγέτες μιλούν για «προνομιακή σχέση» με την Ευρωπαϊκή Ένωση, δήλωσε ο Όλι Ρεν αναφερόμενος εμμέσως στη Μέρκελ και στον Σαρκοζί, είναι ανεύθυνοι, υπονομεύουν την πορεία των μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία και στρέφουν τους Τούρκους εναντίον της Ευρώπης. Η προνομιακή σχέση υπάρχει ήδη. Όποιος λοιπόν την υπόσχεται για το μέλλον είναι υποκριτής.

Δηλαδή θα πρέπει να ξεχάσουμε τη διγλωσσία του Ερντογάν, τις κορόνες των στρατηγών και τις καθημερινές δίκες των διανοουμένων, και να ανοίξουμε διάπλατα τις πόρτες της Ευρώπης στους Τούρκους; Όχι βέβαια. Ο Γάλλος κινηματογραφιστής Κλωντ Εντελμάν, μέλος της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Τουρκία, ήταν παρών στην πρόσφατη δίκη της Ελίφ Σαφάκ και έφριξε με την εικόνα των εθνικιστών έξω από το δικαστήριο που κυμάτιζαν σημαίες της Ε.Ε. με τον αγκυλωτό σταυρό. Η νύφη πάσχει από σχιζοφρένεια, γράφει στη Μοντ. Από τη μια πλευρά, ο Ερντογάν τηλεφωνεί στη Σαφάκ και τη συγχαίρει για την αθώωσή της και, από την άλλη, δέχεται την απαίτηση των εθνικιστών να παραμείνει σε ισχύ το άρθρο 301 που στέλνει στη φυλακή όποιον «προσβάλλει την τουρκική ταυτότητα». Την ώρα που ο Γκιουλ διαβεβαιώνει τις Βρυξέλλες ότι οι μεταρρυθμίσεις συνεχίζονται, οι καταγγελίες για βασανιστήρια, απαγωγές και συνοπτικές εκτελέσεις πολλαπλασιάζονται. Η Τουρκία υποφέρει από κρίση ταυτότητας, γράφει ο Εντελμάν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι άρρωστη. Ας μην την απορρίψουμε όμως: ας τη βοηθήσουμε να γιατρευτεί.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 06, 2006

Χορδές και βόστρυχοι



Οι φυσικοί τα θέλουν όλα τακτικά και παστρικά. Οι αβεβαιότητες τούς αποσυντονίζουν, οι πολλές θεωρίες τούς μπερδεύουν, θέλουν κάτι που να εξηγεί όλες τις λειτουργίες του Σύμπαντος, μια «θεωρία του παντός».

Η θεωρία της σχετικότητας περιγράφει τη δύναμη της βαρύτητας, που κρατά τα μεγάλα αντικείμενα μαζί. Η κβαντική φυσική περιγράφει τα μικρά, στοιχειώδη σωματίδια από τα οποία αποτελείται η ύλη και τις δυνάμεις με τις οποίες αυτά τα σωματίδια αλληλεπιδρούν. Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο αυτές θεωρίες οδήγησαν ορισμένους επιστήμονες να αναπτύξουν πριν από μερικές δεκαετίες μια νέα θεωρία που προσπαθεί να τις συμφιλιώσει. Σύμφωνα με αυτήν, ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν ένα σταθερό και αμετάβλητο «σκηνικό» με γεωμετρική δομή, στο οποίο εκτυλίσσεται το έργο της φύσης. Η ύλη υπάρχει ανεξάρτητα από τον χώρο και τον χρόνο και τα σωματίδια από τα οποία συνίσταται διαμορφώνονται από παλλόμενες συγχορδίες.

Αλλά και η «θεωρία των χορδών» δεν έχει μπορέσει να δώσει τις επιθυμητές απαντήσεις. Το 1986, γράφει ο Εκόνομιστ, ένας καθηγητής του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας ονόματι Άμπεϊ Άστεκαρ έκανε ακόμη ένα βήμα, ξαναγράφοντας τις εξισώσεις της σχετικότητας ώστε να συμφωνούν με την κβαντική μηχανική. Οι σκέψεις αυτές οδήγησαν δύο άλλους επιστήμονες, τον Λι Σμόλιν και τον Κάρλο Ροβέλλι, να επεξεργαστούν μια νέα «θεωρία των πάντων», που υποστηρίζει ότι ο χώρος και ο χρόνος δεν σχηματίζουν μια ομαλή εικόνα, αλλά αποτελούνται από μικρά, διακριτά κομμάτια. Η γεωμετρία τους, όμως, δεν επηρεάζει τους νόμους της φύσης. Ο χώρος και ο χρόνος δεν είναι το σκηνικό στο οποίο παίζεται το δράμα της ύπαρξης, αλλά αποτελούν και οι ίδιοι μέρος αυτού του δράματος. Ένα στοιχειώδες σωματίδιο δημιουργείται όταν τρεις «μπούκλες» χωροχρόνου σχηματίζουν μια κοτσίδα. Αν η μια μπούκλα συστραφεί προς μια κατεύθυνση, το σωματίδιο αποκτά ένα ηλεκτρικό φορτίο. Αν συστραφεί προς την αντίθετη, το φορτίο θα είναι το αντίθετο. Αν συστραφεί δύο φορές, το φορτίο διπλασιάζεται.

Μπερδεμένη κι αυτή η θεωρία, χωρίς αμφιβολία, όπως και το όνομά της: «βοστρυχωτή κβαντική βαρύτητα». Το χειρότερο όμως είναι ότι δεν μπορεί να δοκιμαστεί πειραματικά. Οι βόστρυχοι, όπως και οι χορδές, είναι γοητευτικά και παραστατικά εργαλεία για μια θεωρητική αναπαράσταση της λειτουργίας του Σύμπαντος, δεν μπορούν όμως να παρατηρηθούν και να μελετηθούν με ένα τηλεσκόπιο. Οι επιστήμονες θα συνεχίσουν να αναπτύσσουν θεωρίες με στόχο τη συμφιλίωση των προηγούμενων θεωριών, αλλά όλο κάτι θα τους διαφεύγει, κάποια στοιχεία θα συγκρούονται, κάποια ερωτήματα θα παραμένουν αναπάντητα. Κι αν κάποιος καταφέρει και βρει την αναμφισβήτητη και αδιάψευστη «θεωρία των πάντων», σίγουρα θα μοιάζει μ' εκείνον τον ερμητικό Ρώσο μαθηματικό που απέδειξε την εικασία του Πουανκαρέ αλλά αρνήθηκε να επιβραβευτεί γι' αυτό, προτιμώντας την ησυχία του, την ιδιωτικότητά του, το πνευματικό καταφύγιο που προσφέρει η διάνοια.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 05, 2006

Οι τέσσερις Αριστερές



Φτώχεια ιδεών. Από το περιβάλλον μέχρι τη μετανάστευση, κι από την παγκοσμιοποίηση μέχρι την Ευρώπη και το Τουρκικό, η σημερινή Αριστερά ελάχιστα πράγματα έχει να προτείνει. «What's left?». Not much.

Η λέξη της εποχής είναι «ελαστικότητα», η μεγαλύτερη ή μικρότερη δυνατότητα δηλαδή που έχει ένας εργοδότης να απολύει τους εργαζομένους στην επιχείρησή του. Όσο πιο «ελαστικές» είναι οι συνθήκες εργασίας, τόσο ταχύτερα μετατρέπεται η κοινωνία της εργασίας σε μια κοινωνία του ρίσκου, όπου είναι αδύνατο να κάνει κανείς σχέδια για το μέλλον. Απέναντι σε αυτή την εξέλιξη, η Αριστερά θα έπρεπε να αντιπροτείνει μια ενιαία στρατηγική. Αντί γι' αυτό, εμφανίζεται κατακερματισμένη, θρυμματισμένη, αδύναμη να προβάλει το δικό της όραμα, τις δικές της προτάσεις.

Τέσσερις τύπους Αριστεράς ξεχωρίζει σε άρθρο του στη χθεσινή Μοντ ο Γερμανός φιλόσοφος Ούλριχ Μπεκ, γνωστός από το βιβλίο του «Η Κοινωνία του Ρίσκου». Η πρώτη είναι η προστατευτική Αριστερά, με την οποία συγκλίνουν όλο και περισσότερο οι κομμουνιστές και οι οικολόγοι. Οι οπαδοί της Αριστεράς αυτής πιστεύουν ότι το προστατευτικό κοινωνικό κράτος έχει απάντηση για όλα και αρνούνται να καταλάβουν ότι η κρίση των κοινωνικών συστημάτων δεν είναι συγκυριακή. Σε μια εποχή όπου ο πληθυσμός γερνά και η ζήτηση των μισθωτών θέσεων εργασίας αυξάνεται αντιστρόφως ανάλογα με τον αριθμό τους, το να θεωρείς ιερό τον αριθμό και το ύψος των κοινωνικών επιδοτήσεων θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη την κοινωνία.

Η δεύτερη Αριστερά, που αυτοπροσδιορίζεται σε αντίθεση με την πρώτη, είναι η νεοφιλελεύθερη. Χαρακτηριστικός της εκπρόσωπος, οι Νέοι Εργατικοί του Τόνυ Μπλαιρ. Αν και η Αριστερά αυτή αναζητεί μια νέα σχέση ανάμεσα στο εθνικό κράτος και την παγκοσμιοποιημένη αγορά, παραμένει προσκολλημένη σε μια εθνική προσέγγιση της πολιτικής. Και είναι παγιδευμένη στο εξής δίλημμα: υψηλή ανεργία για τον περιορισμό της φτώχειας (όπως στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες) ή τεράστιες ανισότητες για να διατηρείται χαμηλά η ανεργία (όπως στις ΗΠΑ);

Ο τρίτος τύπος Αριστεράς δεν έχει μεγάλες διαφορές από την αντίστοιχη Δεξιά: πρόκειται για την Αριστερά-φρούριο, που δείχνει τα δόντια της στους μετανάστες και επιδιώκει την οικοδόμηση μιας Ευρώπης με ανάλογες αρχές. Η μόνη Αριστερά που αξίζει, γράφει ο Μπεκ, είναι η τέταρτη, η κοσμοπολίτικη. Οι βασικές της αρχές είναι ο καλύτερος διεθνής συντονισμός των πολιτικών στρατηγικών, ο αποτελεσματικότερος έλεγχος των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η μείωση του φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών και η στενότερη συνεργασία στους κόλπους των διεθνών οργανισμών. Ο κοσμοπολιτισμός δεν είναι μονάχα ένας ιδεαλισμός, αλλά και μια στρατηγική για την κατάκτηση της εξουσίας. Γιατί, όσο στενότερες αντιλήψεις διακρίνουν την πολιτική, τόσο αισθάνεται περισσότερο αιχμάλωτη της ανάγκης της να προσαρμόζεται στους λεγόμενους «νόμους της αγοράς». Και τόσο περισσότερο απομακρύνεται από την εξουσία.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 04, 2006

Ένας γνήσιος άθεος



Οι συνεντεύξεις του Γούντυ Άλλεν είναι πάντα απολαυστικές. Ιδίως όταν ο Άλλαν Στιούαρτ Κόνιγκσμπεργκ - όπως είναι το πραγματικό όνομά του - τις χρησιμοποιεί για να επιτεθεί σε όλες τις θρησκείες και να δηλώσει «γνήσιος άθεος».

Στην ιστοσελίδα Masada 2000 (www. masada2000. org/), που έχει φτιάξει μια ομάδα δεξιών Ισραηλινών, μπορεί να περιτρέξει κανείς μια «shit list» με Εβραίους που μισούν τον εαυτό τους και το Ισραήλ επειδή είναι αριστεροί, φιλο-παλαιστίνιοι και φιλο-γκέι (!) Ο κατάλογος περιλαμβάνει κάπου 7.000 ονόματα (!!) Και το πιο γνωστό απ' αυτά είναι του Γούντυ Άλλεν (!!!). Αλλά του σκηνοθέτη δεν ιδρώνει τ' αυτί του. «Αυτές οι επιθέσεις με αφήνουν παντελώς αδιάφορο», δήλωσε προχθές σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε στη Νέα Υόρκη με αφορμή την καινούργια του ταινία. «Το λεγόμενο "εβραϊκό ζήτημα" δεν με απασχόλησε ποτέ. Δεν είμαι θρησκευόμενο άτομο και πιστεύω ότι όλες οι θρησκείες του πλανήτη είναι βλακώδεις και διεφθαρμένες αντιδικίες, εργαλεία πολιτικής και οικονομικής εξουσίας χωρίς καμιά σχέση με τον Θεό που υποτίθεται ότι υπηρετούν. Μεταμφιέζονται με παράξενα ρούχα για να παρέχουν δικαιολογίες και να προκαλούν πολέμους».

Το κανάλι PBS χαρακτήρισε πρόσφατα τον Γούντυ Άλλεν έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της εβραϊκής κωμικής παράδοσης. «Γελοία πράγματα», ήταν κι εδώ η απάντησή του. «Δεν με ενδιέφερε ποτέ ούτε ο αμερικανικός ούτε ο παγκόσμιος εβραϊσμός. Αυτά είναι ευρήματα για να πουλάνε τηλεοπτικά προγράμματα. Οι μεγάλοι κωμικοί δεν είναι μόνον Εβραίοι. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τον Πήτερ Σέλλερς, τον Τσάρλυ Τσάπλιν, τον Μπομπ Χόουπ, τον Μπάστερ Κήτον». Ούτε τον χαρακτηρισμό του διανοούμενου τον δέχεται, δεδομένου ότι δεν ήταν ποτέ φανατικός αναγνώστης, τον έδιωξαν με τις κλωτσιές από το Πανεπιστήμιο, ταξιδεύει λίγο (με εξαίρεση την αγαπημένη του Βενετία) και τα μόνα πολιτιστικά του ενδιαφέροντα έχουν σχέση με την επιβίωσή του. «Η γνώμη μου», λέει, «βαραίνει ακριβώς το ίδιο με τη γνώμη ενός ταξιτζή και ενός μπάρμαν».

Η τελευταία του ταινία, που θα αρχίσει να προβάλλεται την ερχόμενη Παρασκευή, λέγεται «Scoop» και μιλά για την αγωνιώδη προσπάθεια μιας φοιτήτριας δημοσιογραφίας (Σκάρλετ Γιόχανσον) να βρει το μεγάλο θέμα που θα δώσει ώθηση στην καριέρα της. Τα γυρίσματα τα έκανε για άλλη μια φορά στην Ευρώπη, επειδή εκεί υπάρχει μεγαλύτερος σεβασμός για την ελευθερία του καλλιτέχνη και δεν υπάρχει το σύστημα των στούντιο με τους μεγάλους χρηματοδότες που δεν καταλαβαίνουν τίποτα από τέχνη, αλλά εννοούν να ελέγχουν κάθε πλευρά του έργου σου. Αυτή είναι η νέα καλλιτεχνική του πατρίδα, η Ευρώπη. Κι αν δεν αφήνει την Αμερική, είναι για τους γιατρούς της. «Είμαι ένας υποχόνδριος. Κάθε φορά που σκάει το δέρμα μου, τρέχω να κάνω ένα πλήρες τσεκ-απ». Το ότι ο πατέρας του πέθανε στα 101 και η μητέρα του στα 96 δεν τον παρηγορεί. Η μακροζωία δεν είναι κληρονομική, το διάβασε στην πρώτη σελίδα των Νιου Γιορκ Τάιμς.

Τρίτη, Οκτωβρίου 03, 2006

Επικίνδυνες κινήσεις



Καθώς πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα της αμερικανικής κυβέρνησης στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, περίεργες κινήσεις παρατηρούνται στην Αραβική Θάλασσα. Μια τεχνητή κρίση είναι πάντα χρήσιμη - αλλά και ιδιαίτερα επικίνδυνη.

Η επαρχία Ανμπάρ, δυτικά της Βαγδάτης, δεν ελέγχεται πια ούτε από τις αμερικανικές ούτε από τις ιρακινές δυνάμεις. Η επαρχία Ντιγιάλα, στα βορειοανατολικά, χαρακτηρίστηκε πρόσφατα από τον Πάτρικ Κόκμπερν της Ιντιπέντεντ «δημοκρατία των Ταλιμπάν». Πάνω από 100 Ιρακινοί πέφτουν κάθε μέρα θύματα της βίας, ενώ μεγάλες απώλειες έχουν και οι Αμερικανοί: μέσα σε πέντε μόλις ημέρες, από τις 15 ώς τις 19 Σεπτεμβρίου, τραυματίστηκαν 200 Αμερικανοί στρατιώτες. Την ίδια ώρα, οι Ταλιμπάν επεκτείνουν τη δράση τους στο Αφγανιστάν, όπου ελέγχουν πλέον πολλές περιοχές στα νότια και τα νοτιοανατολικά. Ο τίτλος που είχε το Νιούζουικ στη διεθνή (αλλά όχι, περιέργως, και στην αμερικανική) έκδοση της 2ας Οκτωβρίου είναι χαρακτηριστικός: «Χάνοντας το Αφγανιστάν: η άνοδος του Τζιχαντιστάν».

Είναι πλέον εμφανές ότι ο στρατηγικός στόχος τον οποίο έθεσε η κυβέρνηση Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου (εγκατάσταση φιλικών καθεστώτων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τη Σαουδική Αραβία και να γίνει ασφυκτικός ο έλεγχος του Ιράν) δεν είναι καθόλου εύκολο να εκπληρωθεί. Το όνειρο για τον «νέο αμερικανικό αιώνα» απομακρύνεται. Η προπαγάνδα περί τρομοκρατίας πείθει όλο και λιγότερους Αμερικανούς. Η κυβέρνηση πρέπει να αναζητήσει άλλους τρόπους για να αποφύγει μια ταπεινωτική ήττα στις εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου για την ανανέωση του Κογκρέσου. Ένας τέτοιος τρόπος, γράφει ο Πωλ Ρότζερς στον δικτυακό τόπο OpenDemocracy, είναι η δημιουργία τεχνητής έντασης με το Ιράν. Ήδη το αμερικανικό αεροπλανοφόρο Αϊζενχάουερ έλαβε εντολή να κατευθυνθεί προς την Αραβική Θάλασσα, όπου αναμένεται να φτάσει στις 21 Οκτωβρίου, ένα μήνα νωρίτερα απ' ό,τι είχε προγραμματιστεί. Η είδηση έγινε γνωστή από οργισμένους αξιωματικούς του πλοίου, που είπαν σε επικριτές του πολέμου (όπως ο απόστρατος πτέραρχος Σαμ Γκάρντινερ) ότι τους στέλνουν να επιτεθούν στο Ιράν χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου.

Η μάχιμη μονάδα που εδρεύει στο Αϊζενχάουερ θα συναντήσει στην Αραβική Θάλασσα τη μονάδα από το αεροπλανοφόρο Εντερπράιζ, και ενδεχομένως μια τρίτη μονάδα από ένα ακόμη αεροπλανοφόρο που θα σταλεί στην περιοχή. «Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή», είπε στο περιοδικό Nation ο Ρέι ΜακΓκόβερν, που εργάστηκε επί 27 χρόνια στη CIA και παραιτήθηκε το 2002 καταγγέλλοντας την προπαγάνδα της κυβέρνησης Μπους για την ιρακινή απειλή. Λίγοι είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι η αμερικανική αεροπορία ετοιμάζεται να επιτεθεί στο Ιράν. Πιθανότερο είναι η Ουάσινγκτον, με τη βοήθεια και μιας νέας «έκθεσης» για τις πυρηνικές επιδιώξεις της Τεχεράνης, να επιδιώκει απλώς να δημιουργήσει μια αίσθηση κρίσης, ώστε να «τσιμπήσουν» ψήφους οι Ρεπουμπλικανοί. Γνωστό κόλπο, αλλά επικίνδυνο - υπάρχουν αρκετοί στην Τεχεράνη, ιδιαίτερα μεταξύ των Επαναστατικών Φρουρών, που δεν θα έβλεπαν με κακό μάτι μια χαμηλής έντασης σύγκρουση με αμερικανικές ναυτικές μονάδες στον Κόλπο...

Δευτέρα, Οκτωβρίου 02, 2006

Η πρόταση του Σίγγερ



«Σαράντα μερόνυχτα στη θάλασσα/ Δώσε μου τα λεφτά μου/ Ο καπετάνιος έφαγε και το τελευταίο μου δολάριο/ Δώσε μου τα λεφτά μου/ Πλήρωσέ με αμέσως/ Ή πήγαινε στη φυλακή». (Pay me my money down)

Δεν είναι δύσκολο να βρεις το σπίτι του Πητ Σίγγερ στο Μπήκον, κάπου εκατό χιλιόμετρα βόρεια της Νέας Υόρκης. Αρκεί να πεις το όνομά του και όλες οι πόρτες ανοίγουν, όλοι σου χαμογελούν. Όταν χτυπάς την πόρτα του, σου ανοίγει μια ηλικιωμένη γυναίκα με ήπιο και γλυκό πρόσωπο, «Πητ, σε ζητούν», είναι η Τόσι, η 84χρονη Γιαπωνέζα σύζυγός του, εξήντα χρόνια μαζί, πενήντα σε αυτό το σπίτι. Τα μεγάλα παράθυρα βλέπουν στο ποτάμι, δίπλα υπάρχει ένα άλλο σπίτι, μικρότερο, όλο από ξύλο. «Το έχτισα μόνος μου όταν ήρθαμε σε αυτά τα μέρη», λέει ο Πητ στον επισκέπτη του, τον Τζίνο Καστάλντο της Ρεπούμπλικα. «Έμαθα να δουλεύω το ξύλο και τα Σαββατοκύριακα έρχονταν όλοι οι φίλοι και βοηθούσαν. Εκείνη την εποχή δεν είχαμε λεφτά».

«Περιπλανιέμαι στην Οκλαχόμα/ Αλλά είμαι πάντα κοντά στο σπίτι/ Δεν θα νοσταλγήσω ποτέ το σπίτι μου μέχρι να πεθάνω/ Γιατί όπου και να με βρουν/ Το σπίτι μου είναι παντού/ Το σπίτι μου στην Οκλαχόμα είναι στον ουρανό/ Το πήρε ο άνεμος». (My Oklahoma home)

Ο Πητ Σίγγερ έμαθε πολύ αργά ότι ο Σπρίνγκστιν θα έβγαζε ένα δίσκο με τα λαϊκά τραγούδια που εκείνος έκανε γνωστά τη δεκαετία του '50 σε όλο τον κόσμο, συνδέοντάς τα με το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αν το ήξερε, θα του είχε ζητήσει να μη χρησιμοποιήσει το όνομά του, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του προστατευμένος από την αριστερή του φήμη και στα 87 του χρόνια δεν έχει καμιά όρεξη να γίνει διάσημος. Τον δίσκο δεν θέλει να τον σχολιάσει, αλλά για τον Boss στάζει μέλι, «είναι ένας εξαιρετικός τραγουδιστής κι ένας τίμιος άνθρωπος - και δεν πρέπει να είναι εύκολο να είσαι τόσο διάσημος».

«Όταν ο Τζων Χένρυ ήταν μωρό/ Και καθόταν στα γόνατα του πατέρα του/ Πήρε ένα σφυρί/ κι ένα κομμάτι ατσάλι/ και φώναξε: "Αυτό το σφυρί θα με σκοτώσει, Κύριε/ Αυτό το σφυρί θα με σκοτώσει"». (John Henry)

Στο σπίτι του αναπνέεις την Ιστορία της Αμερικής. Σε έναν τοίχο το περίφημο μπάντζο του, με την επιγραφή: «Το μηχάνημα αυτό περικυκλώνει το μίσος και το αναγκάζει να παραδοθεί». Όταν τον ρωτάς αν ένα τραγούδι είναι καλό, απαντά πάντα: «Καλό για ποιον;». Έχει εξαιρετική διαύγεια. Και πιστεύει ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν οι άνθρωποι από διαφορετικά στρατόπεδα έπιναν μια μπίρα μαζί, και συμφωνούσαν ότι η μπίρα είναι καλή, και συνειδητοποιούσαν ότι μπορεί να υπάρχουν κι άλλα πράγματα στα οποία να συμφωνούν.

«Δεν φοβόμαστε, δεν φοβόμαστε/ Μια μέρα θα τα καταφέρουμε/ Βαθιά στην καρδιά μου το πιστεύω/ Μια μέρα θα τα καταφέρουμε». (We shall overcome)