Ο Θεός (να) τους ευλογεί
Στο σπίτι του, ο αυτόματος τηλεφωνητής σε υποδέχεται με τη φράση «Ο Θεός να σας ευλογεί». Κι όταν τον ρωτάς ποιο είναι το είδωλό του, απαντά χωρίς δισταγμό: «Ο Ιησούς».
Μιλάμε για τον Κακά, έναν από τους πιο δημοφιλείς και ταλαντούχους παίκτες της Εθνικής Βραζιλίας, χάρις στο γκολ του οποίου η ομάδα του πέρασε το εμπόδιο της Κροατίας σε αυτό το Μουντιάλ. Όπως είπε ο ίδιος, αυτό το γκολ το οφείλει στον Κύριο, ενώ η Εκκλησία Renascer Em Cristo στην οποία ανήκει έσπευσε να εξάρει για άλλη μια φορά τα «αποστολικά» του πόδια. «Μιμηθείτε τον Κακά, που μεταφέρει το όνομα του Ιησού Χριστού σ' ολόκληρο τον κόσμο. Ενταχθείτε στη Renascer, την Εκκλησία των θαυμάτων, κάνοντας κλικ εδώ», αναφέρει η Νεοπεντηκοστιανή αυτή Εκκλησία στην ιστοσελίδα της, παραπέμποντας τους πιστούς σε μια διεύθυνση «εικονικής λατρείας».
Ο Κακά είναι ένας από τους 4.000 Αθλητές του Χριστού της Βραζιλίας, όπου συμμετέχουν διάφορα ευαγγελικά δόγματα. Στην ίδια οργάνωση ανήκει ο Ζε Ρομπέρτο που, όταν σταματήσει το ποδόσφαιρο, θα γίνει πάστορας, ο Λουσίο, ο Ζιλμπέρτο, ο Μινέιρο, αλλά και παλιές δόξες της Εθνικής όπως ο Σίλας, ο Μίλερ και ο Ταφαρέλ. Επίσημος γκουρού των Αθλητών του Χριστού είναι ένας πρώην οδηγός της Φόρμουλα 1, ο Άλεξ Ριμπέιρο, που από το 1990 συνοδεύει τη Σελεσάο σε κάθε Μουντιάλ για να εμψυχώνει τους παίκτες. Μαζί προσεύχονται πριν από κάθε αγώνα, μαζί ευχαριστούν τον Κύριο μετά τις νίκες. Στις προσευχές συμμετέχει και ο προπονητής, παρ' όλο που εκείνος λατρεύει τον Άγιο Αντώνιο, έχει φέρει μάλιστα κι ένα εικόνισμά του στη Γερμανία. Ο προκάτοχός του, που προτιμούσε την Παναγία του Καραβάτζιο, είχε ταξιδέψει με τα πόδια το 2002 στο Ρίο Γκράντε ντο Σουλ για να την ευχαριστήσει που επέτρεψε στη Βραζιλία να κατακτήσει τον πέμπτο παγκόσμιο τίτλο της...
H διείσδυση των Ευαγγελικών στα γήπεδα αποτελεί καινούργιο φαινόμενο στη Βραζιλία. Όπως λέει στη Λιμπερασιόν η κοινωνιολόγος των θρησκειών Σεσίλια Μαρίς, οι Εκκλησίες αυτές αντιμετώπιζαν παλιότερα το ποδόσφαιρο όπως και τα τυχερά παιχνίδια, κατηγορώντας το ότι απομακρύνει τους πιστούς από τη θρησκεία. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όταν ο Ζοάο Λέιτε, τότε τερματοφύλακας της Ατλέτικο Μινέιρο, ίδρυσε το 1984 τους Αθλητές του Χριστού. Οι ευαγγελικές Εκκλησίες είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν ότι το ποδόσφαιρο θα τους έφερνε κόσμο. Και είχαν δίκιο: στη μεγαλύτερη καθολική χώρα του κόσμου, οι Ευαγγελικοί αποτελούν σήμερα το 15,4% του πληθυσμού. Με αφορμή αυτό το Μουντιάλ, η οργάνωση ετοίμασε κι ένα DVD, όπου οι παίκτες περιγράφουν τα οφέλη που έχουν αποκομίσει από τη συνάντησή τους με τον Θεό και καλούν τους οπαδούς να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. «Όταν ο Ιησούς αναλαμβάνει τα ηνία», λέει ο Λουσίο, «ξέρουμε ότι κανείς δεν μπορεί να μας σταματήσει».
Ίσως ο Ζιντάν να έχει αύριο διαφορετική γνώμη.
Eπιστροφή στη Λίθινη Eποχή
«Ακόμη κι αν σφάξουν 100.000 Παλαιστινίους, η ευκαιρία αυτή δεν πρέπει να χαθεί. Είναι ο μόνος τρόπος να απελευθερωθούν οι κρατούμενοι». Μπάσεμ αλ Χούντρι, 35 ετών, ιδιοκτήτης εστιατορίου στην Πόλη της Γάζας.
Το Ισραήλ είχε πάντα ένα πρόβλημα: η δράση που αναλάμβανε ήταν δυσανάλογη προς τα αίτια που την υπαγόρευαν. Ο πρωθυπουργός Εχούντ Ολμέρτ έδωσε πριν από μερικές ημέρες την εξήγηση. «Λυπάμαι για τον θάνατο Παλαιστινίων αμάχων από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Γάζα» είπε, «αλλά οι ζωές των Ισραηλινών είναι πιο πολύτιμες». Πόσο πιο πολύτιμες; Δέκα, εκατό φορές; Τόσο ώστε να δικαιολογείται η προσφυγή ακόμη και σε «ακραία» μέτρα για να επιτευχθεί η απελευθέρωση ενός εκπροσώπου αυτού του περιούσιου λαού, του νεαρού στρατιώτη που έχει απαχθεί από τους εξτρεμιστές. Τι μπορεί να είναι άραγε αυτά τα μέτρα; Σαρωτικοί βομβαρδισμοί; Συνοπτικές εκτελέσεις; Μαζικές απελάσεις; Σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται στη χθεσινή Στάμπα, ένας Ισραηλινός πιλότος με τρία παιδιά βεβαιώνει πως κάνει ό,τι μπορεί για να μη σκοτώνει και αμάχους μαζί με τον στόχο του - αλλά «μερικές φορές δεν γίνεται αλλιώς». Πόσοι άμαχοι, πόσα παιδάκια θα σκοτωθούν άραγε στην επιχείρηση «Καλοκαιρινή βροχή» μέχρι να επιτευχθεί ο στόχος;
Οι Παλαιστίνιοι είχαν πάντα ένα πρόβλημα: τη χαμηλή αξιοπιστία τους. Ο Γιάσερ Αραφάτ ήταν ο ορισμός της διγλωσσίας, άλλα έλεγε στη διεθνή κοινότητα κι άλλα στον λαό του (όχι πως αυτό είναι πρωτότυπο για έναν πολιτικό). Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που όταν χρησιμοποιούσε την ίδια λέξη και στα δύο μέτωπα, όπως το περίφημο «caduque» (ξεπερασμένο) για ορισμένες διατάξεις του καταστατικού χάρτη της ΟΑΠ, η κατάσταση άλλαζε ουσιαστικά. H σημερινή κυβέρνηση της Χαμάς έχει αναγορεύσει τη διγλωσσία σε πολεμική τέχνη. Όλοι οι αναλυτές του κόσμου προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις αόριστες ή αμφιλεγόμενες δηλώσεις των στελεχών της. Επιδιώκει ακόμη να ρίξει τους Εβραίους στη θάλασσα; Υποστηρίζει τις επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον Ισραηλινών αμάχων; H συμφωνία που συνυπέγραψε αυτή την εβδομάδα με τη Φατάχ συνιστά ή όχι έμμεση αναγνώριση του Ισραήλ; Πόσο εμπλέκεται η οργάνωση στην απαγωγή του Ισραηλινού δεκανέα και τι σχέση έχουν τα δύο αυτά τελευταία γεγονότα μεταξύ τους;
«Επιτέλους, οι Παλαιστίνιοι πέτυχαν την ενότητα», λέει σε συνέντευξή του στην Ελ Μούντο ο κρατούμενος σε ισραηλινές φυλακές Μαρουάν Μπαργούτι, αρχιτέκτονας της δεύτερης ιντιφάντα, αλλά και του «εγγράφου εθνικής συμφιλίωσης» που προβλέπει την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967. Κέρδισαν την ενότητα, αλλά κινδυνεύουν να χάσουν για άλλη μια φορά το μέλλον. Είναι αλήθεια πως η ιστορία της Μέσης Ανατολής είναι φτιαγμένη από μικρά και διστακτικά βήματα που αποδείχθηκαν στη συνέχεια αποφασιστικής σημασίας. Οι ισραηλινές επιχειρήσεις, όμως, απειλούν να γυρίσουν την περιοχή πολλά χρόνια πίσω. H Γάζα επιστρέφει στη Λίθινη Εποχή, σημειώνει χαρακτηριστικά η Ιντιπέντεντ. Οι φωνές της λογικής έχουν λιγοστέψει απελπιστικά.
Οι άνθρωποι τού προκαλούσαν σύγχυση
«H βολή ερρίφθη και η αρκούδα είναι νεκρή»: με αυτόν τον ψυχρό και λακωνικό τρόπο ανακοινώθηκε η θανάτωση της «ασυγκράτητης καφέ αρκούδας JJ1», ευρύτερα γνωστής στο κοινό με το όνομα Μπρούνο.
Όταν μια τοπική κυβέρνηση μιας πολιτισμένης χώρας αίρει την απαγόρευση να πυροβοληθεί ένα ζώο με ζωντανά πυρά, και λίγες ώρες αργότερα το ζώο αυτό, που επί ένα μήνα ειδικοί απ' όλο τον κόσμο προσπαθούσαν με τα πιο σύγχρονα μέσα να το πιάσουν ζωντανό, πυροβολείται και σκοτώνεται από έναν κυνηγό, κάτι δεν πάει καλά με αυτούς που αποφασίζουν.
Όταν η κυβέρνηση αυτή προσλαμβάνει έναν ειδικό για να βρει τον καλύτερο δυνατό τρόπο να εξουδετερωθεί ένα ζώο που έψαχνε απεγνωσμένα για ταίρι, και ο ειδικός αυτός δηλώνει ότι η μόνη λύση ήταν η θανάτωσή του, κάτι δεν πάει καλά με τον ειδικό και μ' αυτούς που τον εμπιστεύτηκαν. Όταν σε διάφορες χώρες οι αρκούδες και οι άνθρωποι συνυπάρχουν ειρηνικά, όταν στην Αυστρία όπου εισήχθησαν οι αρκούδες πριν από μερικά χρόνια σήμερα περνούν δίπλα από τα τραπέζια όπου κάνει ο κόσμος πικ-νικ και κανείς δεν τις φοβάται, κάποια λύση πρέπει να υπάρχει για τις περιπτώσεις που κάτι πηγαίνει στραβά.
Όταν συμβαίνουν όλα αυτά, και η κυβέρνηση της Βαυαρίας, αντί να εκφράσει απλώς τη λύπη της, ανακοινώνει ότι θα δώσει το κουφάρι του άτυχου ζώου για ταρίχευση ώστε στη συνέχεια να εκτεθεί στο μουσείο, κάτι δεν πάει καλά με τον πολιτισμό μας.
Οι ενώσεις που εκπροσωπούν τους κυνηγούς της Βαυαρίας και της Αυστρίας κατήγγειλαν ότι έχουν κατακλυστεί με e-mails εξαγριωμένων ανθρώπων που απειλούν να σκοτώσουν τους κυνηγούς σε αντίποινα για τον θάνατο της δίχρονης αρκούδας. Διόλου περίεργη αντίδραση σε μια εποχή που έχει ανάγκη από ήρωες, κι όταν τον ρόλο αυτό δεν μπορούν να τον παίξουν οι άνθρωποι, αναλαμβάνουν να τον παίξουν τα ζώα. Για να μη θρηνήσουμε λοιπόν τώρα τα ανθρώπινα θύματα που δεν πρόλαβε να προκαλέσει ο κακομοίρης ο Μπρούνο, καλό θα είναι οι ταυτότητες των συγκεκριμένων κυνηγών να κρατηθούν μυστικές και οι ίδιοι να ξεχάσουν ό,τι έκαναν.
Του έστησαν παγίδες με κρέας. Τον σημάδεψαν με υπνωτικά βέλη. Έριξαν πίσω του ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά. Σκέφτηκαν να τον δελεάσουν με μια θηλυκιά, αλλά φοβήθηκαν μήπως την πάρει κι εκείνη με το μέρος του. Όλοι κυνηγούσαν τον Μπρούνο, κι εκείνος πάντα δραπέτευε. Μια μέρα τον είδαν να κάνει μπάνιο στις λίμνες των Άλπεων. Μια άλλη μέρα συγκρούστηκε με ένα αυτοκίνητο. Όπως γράφουν οι Λος Άντζελες Τάιμς, το ανθρώπινο είδος μάλλον του προκαλούσε σύγχυση παρά τον φόβιζε. Το είδος αυτό έμελλε τελικά να τον σκοτώσει. Στην Αλάσκα έχουν ένα ρητό, έγραψε κάποιος σε ένα blog συλλυπητηρίων για τον Μπρούνο: οι χειρότερες αρκούδες είναι οι ανθρώπινες.
Ένας πύραυλος από δάκρυα
H ηλικιωμένη όμορφη που περπατά στον δρόμο ήταν κάποτε μια όμορφη νέα. Το βλέπεις στο πρόσωπό της, στο φωτεινό της χαμόγελο, στα μάτια της. Δίπλα της βαδίζει ο άνδρας της, καλοντυμένος, με ένα λουλούδι στο πέτο. Τι θα κάνουν άραγε όταν φτάσουν στο σπίτι;
Τι όμορφες είναι οι γυναίκες που ήταν κάποτε όμορφες, και στις οποίες επιστρέφει ξαφνικά η ομορφιά σε μια χειρονομία, μια ματιά, μια κίνηση του στόματος, κάτι δύσκολο να προσδιοριστεί, που όμως με έλκει και με συγκινεί, και όπου ο θάνατος έχει μετατραπεί στη «ζωντανή» ανάφλεξη ενός πυραύλου από δάκρυα. Μένει δύο σπίτια πιο κάτω, ανεβαίνει τον δρόμο με δυσκολία κατακτώντας κάθε μέτρο, κάθε τόσο ακουμπά σ' έναν τοίχο, γεμίζει τα πνευμόνια της και συνεχίζει. Το κραγιόν τρέχει από το στόμα της, η βαφή των ματιών της ξεθωριάζει, αλλά εκείνη κρατά την υπερηφάνεια ενός ιστιοφόρου και το άρωμά της εξακολουθεί να αιωρείται για αρκετή ώρα αφού έχει απομακρυνθεί. «Μου επιτρέπετε να σας πω ότι είστε ωραία;», τη ρωτάω, κι εκείνη απαντά με ένα χαμόγελο που θυμίζει το φιτίλι που τρέμει μέσα στο καντήλι όταν ανοίγει η πόρτα της εκκλησίας, και συνεχίζει να τρέμει, το δύστυχο, μέχρι να σβήσει. Ο άνδρας της την ακολουθεί κρατώντας τη σακούλα με τα ψώνια, και με συγκινεί η τέλεια γραβάτα του, το προσεκτικό χτένισμα που κρύβει τη φαλάκρα του, οι διστακτικές ματιές που ρίχνει στα κορίτσια γύρω του. Τι θα κάνουν όταν φτάσουν στο σπίτι; Θα κάτσουν αντικρυστά στο στρογγυλό τραπέζι με δύο ποτήρια χαμομήλι; Θα διαβάσουν περιοδικά με διαζύγια ηθοποιών; Θα ποτίσουν τα λουλούδια; Θα κουβεντιάσουν; Εκείνη ραντίζει τα λουλούδια με ένα ειδικό πιστόλι, ύστερα επιστρέφει στο τραπέζι με το πιστόλι στο χέρι, «θα σκοτώσει τον άνδρα της», σκέφτομαι, αλλά εκείνη το ακουμπά στο τραπέζι, δίπλα στο χαμομήλι, ενώ εκείνος βγάζει από την τσέπη του ένα καθρεφτάκι και ισιώνει με υπομονή τις ατίθασες τρίχες. Καθώς το νοίκι του διαμερίσματος είναι χαμηλό, ο ιδιοκτήτης δεν επισκευάζει τις διαρροές της υγρασίας στους τοίχους, κι έτσι εκείνοι καλύπτουν τους λεκέδες με πίνακες, άλογα που καλπάζουν, ένα σκυλί που περιμένει να το βγάλουν βόλτα. Είχαν κι εκείνοι κάποτε ένα σκυλί, που το παρέσυρε ένα αυτοκίνητο, και στο κομοδίνο υπάρχει μια φωτογραφία τους με το σκυλί, που την έβγαλαν σε μια εκδρομή. Κάθε τόσο ανοίγει ένα συρτάρι και βγάζει το λουρί, ενώ θυμάται τον ιδιοκτήτη του καταστήματος με ρούχα όπου δούλεψε για 18 χρόνια, έναν άνδρα που της έλεγε να τον φιλά στο μέτωπο, «εδώ», της έδειχνε με το δάκτυλο, κι όταν έφυγε για τη Βενεζουέλα τής υποσχέθηκε ότι θα της στείλει το εισιτήριο για να πάει να τον βρει, αλλά για κάποιο λόγο δεν το έκανε ποτέ.
(Απόσπασμα από κείμενο του Πορτογάλου συγγραφέα Αντόνιο Λόμπο Αντούνες που δημοσιεύτηκε στην Ελ Παΐς)
144.573 δολάρια την ημέρα
Ο αριθμός προέρχεται από πρόσφατη μελέτη της Fed, και άρα δεν επιδέχεται αμφισβήτηση: οι απολαβές των προέδρων των αμερικανικών επιχειρήσεων ήταν πέρυσι 170 φορές μεγαλύτερες από τον μέσο μισθό.
Στα τέλη του 2005, δύο μήνες πριν από τη συνταξιοδότησή του, ο Άλαν Γκρίνσπαν εξέφραζε την ανησυχία του για την αύξηση των ανισοτήτων στη χώρα του και για την εξαφάνιση της μεσαίας τάξης. Μιλώντας στη διακομματική οικονομική Επιτροπή του Κογκρέσου, ο απερχόμενος διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας τόνιζε ότι δεν είναι δυνατόν το 80% των εργαζομένων να μην έχει πάρει τα τελευταία χρόνια ούτε την παραμικρή αύξηση στον μισθό του. Κι αυτό, τη στιγμή που η παραγωγικότητα της εργασίας έχει αυξηθεί την τελευταία πενταετία κατά 14%.
Όπως λέει στη Μοντ ο Ρικ Βολφ, καθηγητής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, «η πρώτη λύση στην οποία προσφεύγουν οι οικογένειες για να αντιμετωπίσουν τη στασιμότητα ή και την πτώση των μισθών είναι να δουλεύουν περισσότερο. H δεύτερη είναι ο δανεισμός: πάνω από το 15% των καθαρών εισοδημάτων χρησιμοποιούνται για την αποπληρωμή χρεών». Την ίδια στιγμή, πολλαπλασιάζονται οι αποκαλύψεις για σκανδαλώδεις απολαβές των προέδρων των μεγάλων επιχειρήσεων. Στις 25 Μαΐου, ο πρόεδρος της Home Depot Ρόμπερτ Ναρντέλλι αναγκάστηκε να διακόψει ξαφνικά τη Γενική Συνέλευση των μετόχων όταν δέχθηκε καταιγισμό ερωτήσεων για το γεγονός ότι την τελευταία πενταετία η μεν μετοχή της εταιρείας έπεσε κατά 12%, αλλά ο ίδιος εισέπραξε 245 εκατομμύρια δολάρια. Σάλο προκάλεσε και η είδηση ότι ο πρόεδρος της Exxon Mobil Λι Ρέιμοντ αποχωρεί από την εταιρεία με μισθό 69,4 εκατομμυρίων δολαρίων και με συνταξιοδοτικό «μπόνους» 98,4 εκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Νιου Γιορκ Τάιμς, ο Ρέιμοντ εισέπραξε την περίοδο 1993-2005 περισσότερα από 686 εκατομμύρια δολάρια ή 144.573 δολάρια για κάθε ημέρα που ήταν επικεφαλής του πετρελαϊκού γίγαντα.
«Οι απολαβές των διευθυντών αποτελούν το τελευταίο μεγάλο σκάνδαλο της αμερικανικής οικονομίας. Ενώ οι συντάξεις των εργαζομένων μειώνονται συνεχώς, εκείνοι κλείνουν εξοργιστικές συμφωνίες για τον εαυτό τους», λέει ο Μπράντον Ριζ, υποδιευθυντής του συνδικάτου AFL-CIO. Ο Τζακ Ουέλς, ιστορικός διευθυντής της General Electric, συμφώνησε με την εταιρεία να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τα αεροπλάνα της μετά τη συνταξιοδότησή του, να μένει σε ένα διαμέρισμα της Νέας Υόρκης με μηνιαίο νοίκι 50.000 δολάρια (που το πληρώνει η GE) και να απολαμβάνει πλήθος άλλων προνομίων που αντιστοιχούν σε 2,5 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο...
Ανάλογα σκάνδαλα αρχίζουν τελευταία να βγαίνουν στην επιφάνεια και σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως στη Γαλλία με τον πρώην πρόεδρο της Vinci Αντουάν Ζακαριάς. Ο καπιταλισμός αισθάνεται τόσο σίγουρος για τον εαυτό του, ώστε κρίνει πλέον περιττές τις «διορθώσεις» πορείας στις οποίες προέβαινε περιοδικά ώς και πριν από μία ή δύο δεκαετίες. Σύντομα θα καταλάβει το λάθος του.
Aπρόβλεπτη, όπως τα κύματα
«H ευτυχία; Μην την ψάχνετε! Φτάνει ξαφνικά, σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκεστε, με όποιον κι αν είστε. Με κανέναν τρόπο δεν μπορείτε να την προβλέψετε. Είναι αδύνατο να δημιουργήσετε εσείς την ευτυχία, με βάση τις επιθυμίες σας. Μπορεί να φτάσει μια στιγμή μετά, ή να μη φτάσει ποτέ. Είναι απρόβλεπτη, όπως απρόβλεπτα είναι τα κύματα και ο χρόνος».
Τα λόγια αυτά ανήκουν στην πρωταγωνίστρια του τελευταίου βιβλίου της Μπανάνα Γιοσιμότο, που έχει τίτλο «Αναμνήσεις από ένα αδιέξοδο». Είναι αλήθεια πως οι ήρωες της Γιαπωνέζας συγγραφέα, που το πραγματικό της όνομα είναι Γιοσιμότο Μαχόκο αλλά πήρε το παρατσούκλι της επειδή της αρέσουν πολύ οι μπανάνες, δεν είναι ευτυχισμένοι άνθρωποι. Μάλλον με σύγχρονους Ιώβ της Ανατολής θα μπορούσε κανείς να τους παρομοιάσει. Δέχονται την τραγική τους μοίρα (μια απόπειρα ανθρωποκτονίας, μια χαμένη φιλία, ένας βιασμός) χωρίς να κάνουν καμιά προσπάθεια να εξεγερθούν και να την αλλάξουν. «H μορφή, το αρχέτυπο του πόνου υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους, άσχετα με την προέλευσή τους», λέει η 42χρονη συγγραφέας του Kitchen στην Κοριέρε ντέλα Σέρα. «Και στο τέλος όλοι μαθαίνουν να βρίσκουν τη λύτρωσή τους στην επικοινωνία με τους άλλους, είτε μέσα είτε έξω από την οικογένεια και τους δεσμούς του αίματος».
Ακριβώς επειδή η μοναδική σταθερά, το μοναδικό κοινό σημείο όλων των πολιτισμών είναι ο πόνος, ενώ η ευτυχία είναι κάτι τυχαίο και συμπτωματικό, η Μπανάνα Γιοσιμότο θεωρεί φυσιολογικό να είναι κανείς δυστυχισμένος. Κι όταν απέκτησε το πρώτο της παιδί, έσπευσε να τελειώσει το βιβλίο που έγραφε γιατί φοβήθηκε ότι η μητρότητα δεν θα την άφηνε να περιγράψει λυπητερές ιστορίες. «Είμαι μια παραδοσιακή Γιαπωνέζα μητέρα», βεβαιώνει. Αλλά λέει ψέματα: μια παραδοσιακή Γιαπωνέζα μητέρα θα παρατούσε τη δουλειά της την ημέρα του γάμου για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο σπίτι της, στην οικογένειά της και στα μελλοντικά παιδιά της. Εκείνη, αντίθετα, ασχολείται την ημέρα με την οικογένειά της και τη νύχτα με το γράψιμο. Βρίσκεται ταυτόχρονα μέσα κι έξω από την παράδοση, κάτι φυσιολογικό σε μια χώρα όπου συνυπάρχουν δύο αντίθετες θρησκείες, όπως ο βουδισμός και ο σιντοϊσμός, όπου ο δυτικός πολιτισμός είναι ενσωματωμένος στην αυτόχθονη παράδοση, όπου τα υπερταχέα τρένα Shinkansen ταξιδεύουν δίπλα σε κτίρια από ξύλο και χαρτί και γκέισες με κιμονό προσφέρουν τσάι ακριβώς όπως έκαναν πριν από χίλια χρόνια.
Και η δική της σχέση με τη Δύση; «Για τους ανθρώπους της γενιάς μου, η συμβολή του δυτικού πολιτισμού είναι πλέον δεδομένη. Δεν δίνουμε καν σημασία πλέον. Μας έκανε καλό ή κακό; H Ιαπωνία έχασε τον πόλεμο, ας πούμε λοιπόν πως αναγκαστήκαμε να αγαπήσουμε τον πολιτισμό του νικητή. Αν υπήρξε σύγκρουση, ήταν μονάχα στην αρχή».
Ο φόβος του επιστήμονα
Ευτυχώς, αυτή τη φορά δεν αρκέστηκε σε δυσοίωνες προβλέψεις. Μίλησε για φαγητό, μίλησε και για γυναίκες. Όπως είπαν οι τυχεροί που τον παρακολούθησαν, ήταν «άμεσος και αφοπλιστικός».
Είναι δύσκολο να μιλήσεις για πρόοδο στην εποχή μας, όλο και κάτι θα βρουν για να σε κατηγορήσουν. Μια ασφαλής λύση είναι έτσι να παρουσιάζεις τις ριζοσπαστικές σου προτάσεις ως μόνη λύση για να αποφευχθεί η καταστροφή. Αυτό το τέχνασμα φαίνεται να ακολούθησε και ο Στήβεν Χώκινγκ στην πρόσφατη ομιλία του στο Χονγκ Κονγκ. Αντί να υποστηρίξει ότι ο άνθρωπος πρέπει να κατακτήσει το Διάστημα επειδή η εξερεύνηση είναι στη φύση του και επειδή μόνο έτσι θα επεκτείνει τους ορίζοντές του, είπε πως πρέπει να δημιουργήσουμε βάσεις στη Σελήνη και στον Άρη για να γλιτώσουμε από την επικείμενη καταστροφή. Απ' όλους τους κινδύνους που μας απειλούν, σημαντικότερους θεωρεί ο Βρετανός αστροφυσικός την υπερθέρμανση της Γης, τον πυρηνικό πόλεμο, τους γενετικά τροποποιημένους ιούς. Και πολλούς ακόμη που «ίσως σήμερα δεν γνωρίζουμε».
Από πότε η επιστήμη περιλαμβάνει στη συζήτηση πράγματα που δεν γνωρίζει; Από πότε στα όπλα των επιστημόνων, εκτός από την ανάλυση, προστέθηκε και ο φόβος; Στη συζήτηση που είχε προχθές με φοιτητές και καθηγητές στην Κίνα, ο Χώκινγκ εξέφρασε τον φόβο ότι η θερμοκρασία στη Γη θα φτάσει τους 250 βαθμούς, όπως στην Αφροδίτη. Τέτοιες εκτιμήσεις δεν είναι βέβαια δυνατόν να επαληθευθούν, είναι γεγονός όμως πως ευαισθητοποιούν και κινητοποιούν. H κινδυνολογία «πουλάει». H κριτική που δέχθηκε ο διάσημος επιστήμονας αυτές τις ημέρες δεν αφορά το ότι είναι απαισιόδοξος, αλλά ότι δεν είναι αρκετά απαισιόδοξος. Ένας κοσμολόγος ονόματι Άλαν Γκουθ τον επέπληξε επειδή δεν προτείνει επίγειες διεξόδους από την καταστροφή, όπως για παράδειγμα ένα γιγαντιαίο υπόγειο καταφύγιο στην Ανταρκτική. «Στο σενάριο του Χώκινγκ, οι άνθρωποι είναι οι αρουραίοι του Σύμπαντος» έγραψε η γνωστή μπλόγκερ GrrlScientist. «Όπως οι αρουραίοι μετακινούνταν από το ένα νησί του ωκεανού στο άλλο καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά τους, έτσι κι εμείς, βρώμικοι, βίαιοι, άπληστοι, θα ταξιδεύουμε από πλανήτη σε πλανήτη σχεδιάζοντας πάντα την επόμενη κατάκτησή μας. Αυτή είναι άραγε η κληρονομιά που θέλουμε να αφήσουμε;».
Όλοι λοιπόν φαίνεται να συμφωνούν ότι στη Γη τα έχουμε κάνει θάλασσα, και το μοναδικό ερώτημα είναι αν πρέπει να κάτσουμε εδώ και να διορθώσουμε ό,τι μπορούμε ή να φύγουμε όσο είναι καιρός. Στην πραγματικότητα, σημειώνει ο Τζο Καπλίνσκι στο Spiked, ένα ταξίδι στον Άρη δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από ένα θετικό όραμα. Ο στόχος μιας τέτοιας αποστολής δεν μπορεί να είναι η δραπέτευση, αλλά η εξερεύνηση. Έχει ο Άρης ζωή ή όχι; Και η ζωή αυτή σχετίζεται με τη ζωή στη Γη ή είναι ανεξάρτητη από αυτή; Σε τέτοια ερωτήματα, μόνο παθιασμένοι άνθρωποι μπορούν να δώσουν απαντήσεις.
Δύο προκλήσεις για την Eυρώπη
«Αν οι Ευρωπαίοι δεν αυτοκτονήσουν πολιτικά, αν διατηρήσουν δηλαδή την πολιτική τους ενότητα, ο 21ος αιώνας μπορεί να αποτελέσει τον αιώνα της Ευρώπης, μιας ανθηρής και σταθερής ηπείρου με ένα μοναδικό μοντέλο που θα συνδυάζει τις δυτικές ελευθερίες με την κοινωνική συνοχή». Τόνυ Τζουντ
Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία πρέπει να ντρέπεται η Ευρώπη, λέει ο Βρετανός ιστορικός σε συνέντευξή του στην Ελ Παΐς. H Γιουγκοσλαβία, πρώτα απ' όλα. Παραποιώντας την ιστορία, ο Τίτο είχε πείσει δεξιούς και αριστερούς ότι είχε δημιουργήσει ένα πολυεθνικό και πολυπολιτιστικό κράτος. Όταν λοιπόν ξεκίνησε η φασιστικού τύπου εθνοκάθαρση, δεν βρέθηκε ούτε μια ευρωπαϊκή φωνή να απαιτήσει από τους Σέρβους να συμμαχήσουν με τις άλλες εθνότητες. Μια βρετανική μεραρχία θα ήταν αρκετή για να νικήσει τον γιουγκοσλαβικό στρατό και τους Σέρβους παραστρατιωτικούς: αντί γι' αυτήν, επενέβησαν οι Αμερικανοί. Αλλά οι ευθύνες της Ευρώπης ξεκινούν από πολύ νωρίτερα. Αρνήθηκε να λύσει τους λογαριασμούς της με το παρελθόν: στη Γαλλία τιμωρήθηκαν λιγότεροι από το 0,1% των συνεργατών του Βισύ! Οι Δυτικοευρωπαίοι δεν παραδέχθηκαν ποτέ ότι η μεταπολεμική ανοικοδόμηση των χωρών τους στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στην απουσία της Ανατολικής Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι φέρουν ιδιαίτερη ευθύνη, αφού δεν αντελήφθησαν τι ήταν ο κομμουνισμός, όπως τη δεκαετία του '30 δεν είχαν αντιληφθεί τι ήταν ο φασισμός.
Δεν είναι λίγα όμως κι εκείνα για τα οποία η Ευρώπη μπορεί να υπερηφανεύεται, τονίζει ο συγγραφέας του «Μετα-πολέμου». Μετά το 1945 θα μπορούσε να έχει επιστρέψει ο φασισμός σε πολλές χώρες, ως απάντηση στις εμπειρίες και τις στερήσεις του πολέμου. Θα μπορούσε επίσης να έχει επιβληθεί ο κομμουνισμός στην Ιταλία, ενδεχομένως στη Γαλλία ή το Βέλγιο. Όχι μόνο δεν συνέβη τίποτα απ' αυτά, όχι μόνο η Ευρώπη κατάφερε να ξεπεράσει την οικονομική και ηθική καταστροφή του πολέμου, αλλά μπόρεσε να διατηρήσει τις εθνικές αυτονομίες χορηγώντας ταυτόχρονα σε υπερεθνικούς οργανισμούς τις εξουσίες που χρειάζονταν για να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες.
H Γηραιά Ήπειρος βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με δύο μεγάλες προκλήσεις, στις οποίες οι πολιτικοί της ηγέτες δεν μπορούν δυστυχώς να ανταποκριθούν. H μία είναι να αναπροσαρμόσει το κοινωνικό της κράτος ενσωματώνοντας σε αυτό τους μετανάστες, χωρίς να υποκύψει στην ξενοφοβία και τον λαϊκισμό που ελκύουν το εκλογικό σώμα τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς. H άλλη είναι να καθορίσει τα σύνορά της. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Οι πρώτες είναι ένα όνειρο, ένας τρόπος ζωής, αλλά πρέπει να πας εκεί, το όνειρο είναι ατομικό, μπαίνεις σε ένα πλοίο, ένα αεροπλάνο, και πας στην Αμερική, όπου βρίσκεις δουλειά και είσαι ελεύθερος. H Ευρώπη, αντίθετα, είναι εκεί που βρίσκεσαι. Είσαι στη Σερβία, στην Τουρκία, στην Ουκρανία, και η Ευρώπη έρχεται σε σένα, είναι υπέροχο. Αλλά πρέπει να υπάρξει ένα όριο.
Aγκαλιάζοντας τα δέντρα
«Βιβλία, φίλοι των δασών»: έτσι λέγεται η τελευταία εκστρατεία της Γκρηνπής, με στόχο την προώθηση και χρησιμοποίηση ανακυκλώσιμου χαρτιού ώστε να σωθούν τα δάση.
Ήταν κάποτε ένας ηλικιωμένος άνδρας, που όταν έμαθε ότι θα τον μετέφεραν στο νοσοκομείο για να αφήσει εκεί την τελευταία του πνοή, βγήκε στον κήπο και άρχισε να αποχαιρετά όλα τα δέντρα που είχε φυτέψει και περιποιηθεί στη διάρκεια της ζωής του. Τα αγκάλιαζε και έκλαιγε, λες και ήταν αγαπημένα του πρόσωπα. Ο άνδρας αυτός δεν ήταν διανοούμενος ούτε καλλιτέχνης, δεν ήταν κάποιος δηλαδή που είχε αποφασίσει να εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο με μια μεγαλειώδη κίνηση ανάλογη της μεγαλειώδους ύπαρξής του. Ένας βοσκός ήταν, ένας αγράμματος άνθρωπος, που δεν είχε διαβάσει ποτέ βιβλία οικολογίας και δεν είχε αναφερθεί ποτέ στη ζωή του στα δέντρα παρά μόνο για πρακτικούς σκοπούς. Το βεβαιώνει ο εγγονός του, που αντίθετα μ' εκείνον είναι άνθρωπος των γραμμάτων κι έχει γράψει πολλά βιβλία. Τον λένε Ζοζέ Σαραμάγκου.
Κανείς δεν ξέρει τι απασχολούσε το μυαλό εκείνου του ανθρώπου στο τέλος της ζωής του, τι σκεφτόταν και τι αισθανόταν, τι τον οδήγησε να αγκαλιάσει με αυτόν τον δραματικό τρόπο τα δέντρα του κήπου του καθώς ετοιμαζόταν να κατευθυνθεί στην τελευταία του κατοικία. Ίσως να ήξερε ότι τα δέντρα δεν μπορούν να κουνήσουν - γράφει ο Πορτογάλος Νομπελίστας στη Ρεπούμπλικα - ότι είναι δεμένα με τη γη από τις ρίζες τους και ότι δεν μπορούν να αποχωριστούν από αυτήν παρά μονάχα για να πεθάνουν. Ίσως στο βάθος της καρδιάς του να γνώριζε, κατά έναν μυστηριώδη τρόπο, ότι η ζωή της γης και η ζωή των δέντρων είναι μία και μόνη ζωή. Ίσως να πίστευε ότι οι μόνοι άξιοι κάτοικοι του πλανήτη είναι τα δέντρα, επειδή τρέφονται απευθείας από τη γη, επειδή την αρπάζουν με τις ρίζες τους και τα αρπάζει κι εκείνη.
Κατά περίεργο τρόπο, την ίδια κίνηση που έκανε πεθαίνοντας εκείνος ο αγράμματος βοσκός την έκαναν πρόσφατα κάποιοι διαδηλωτές στο Πουέρτο Ρίκο: αγκάλιασαν τα δέντρα ενός δάσους που κινδύνευε από τους υλοτόμους και το έσωσαν. Αλλά αυτές οι πρωτοβουλίες δεν φτάνουν, χρειάζονται πιο ριζοσπαστικά μέτρα. Κι ένα από αυτά τα μέτρα αφορά τα βιβλία, που καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες χαρτιού και καταβροχθίζουν δάση με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ακολουθώντας τις οδηγίες της Γκρηνπής, ο Σαραμάγκου απευθύνει έκκληση να αρχίσουν να τυπώνονται βιβλία σε χαρτί που η παραγωγή του σέβεται το περιβάλλον. H αρχή έγινε με το τελευταίο του βιβλίο, τις «Διαλείψεις του Θανάτου», ενώ στην εκστρατεία συμμετέχουν ήδη και μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι όπως ο Harper Collins και ο Random House.
Εκείνος ο φοβερός παππούς θα ήταν σίγουρα υπερήφανος.
Ένα πηγαίο γέλιο
Λέγονται Μπενζαμέν Φρεμώ και Κλεμαντίν Μαρκοβισί, είναι 25 ετών και αποφοίτησαν από την περίφημη Σχολή Μεταλλειολόγων του γαλλικού Πολυτεχνείου. Το σημαντικότερο απ' όλα, όμως, είναι ότι τα παιδιά αυτά έχουν χιούμορ.
Το θέμα της πτυχιακής τους εργασίας ήταν φιλόδοξο: «H γέννηση μιας μόδας στη στρατηγική». Αλλά η προσπάθειά τους να το επεξεργαστούν με την κλασική μέθοδο δεν τους ικανοποιούσε. Όλοι οι πρόεδροι επιχειρήσεων, διευθυντές στρατηγικής και σύμβουλοι τους οποίους ρώτησαν με ποιον τρόπο έχουν επηρεαστεί από τα «μεγάλα ρεύματα της στρατηγικής σκέψης» απαντούσαν με κλισέ και ξύλινη γλώσσα. Οι δύο απόφοιτοι σκέφτηκαν τότε να αλλάξουν τρόπο προσέγγισης. Συνέταξαν ένα κείμενο 13 σελίδων για μια νέα, ριζοσπαστική θεωρία του μάνατζμεντ και το έστειλαν σε εκατό ανθρώπους, στους οποίους περιλαμβάνονταν σύμβουλοι, ερευνητές και δημοσιογράφοι. H θεωρία αυτή, τους έγραψαν, λέγεται «Strategic Alignment» (Στρατηγική Ευθυγράμμιση) και την επινόησαν δύο εξέχοντες Αμερικανοί ερευνητές του Harvard Business School, ο Τζόρνταν Άιζενμαν και ο Τόμας Σίγκελ. H κεντρική της ιδέα είναι η ερμηνεία της επιχείρησης με βάση τρεις πόλους: την Ύπαρξη, τον Λόγο και την Πράξη. Πριν από τη λήψη κάθε απόφασης, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι οι πόλοι αυτοί βρίσκονται σε αρμονία. Και, φυσικά, η target zone να είναι πολύ προσεκτικά καθορισμένη.
H ανταπόκριση ήταν ενθουσιώδης: το 57% των ανθρώπων που έλαβαν το σημείωμα απάντησαν με εκτεταμένα σχόλια, σκέψεις και προτάσεις, μαζί με λεπτομερείς βιβλιογραφικές αναφορές. Όλοι πρόσεξαν άλλωστε ότι η θεωρία αυτή έχει ήδη δοκιμαστεί με επιτυχία σε μια μεγάλη αμερικανική εταιρεία, την John L. Botsan Company, που εδρεύει στη Νότια Ντακότα. Πολλοί διευθυντές επιχειρήσεων έκριναν σκόπιμο να αναφερθούν σε παραδείγματα από τη δική τους εμπειρία. Το υλικό που είχαν στα χέρια τους ο Μπενζαμέν και η Κλεμαντίν ήταν πλούσιο, η εργασία τους θα ήταν πλήρης. Οι καθηγητές, οι σύμβουλοι και οι διευθυντές μεγάλων βιομηχανικών ομίλων που συγκεντρώθηκαν την περασμένη Τετάρτη στο Πολυτεχνείο για να παρακολουθήσουν την «υποστήριξη» της εργασίας ήταν βέβαιο ότι θα έμεναν ικανοποιημένοι.
Αλλά οι δύο απόφοιτοι τούς επιφύλασσαν μια έκπληξη: η περίφημη θεωρία τους δεν έχει υπάρξει παρά μονάχα στα κεφάλια τους. Εκείνοι την κατασκεύασαν για να προσδώσουν ενδιαφέρον στην εργασία τους και την «έντυσαν» με πολλούς αγγλικούς όρους για να κάνουν μεγαλύτερη φιγούρα. Το κοινό δεν έδειξε πάντως να ενοχλείται από την αποκάλυψη της φάρσας. Κάποιος είπε ότι έλαβε το κείμενο την ώρα που ετοίμαζε μια στρατηγική μελέτη για μια μεγάλη τράπεζα και ότι η κεντρική ιδέα της θεωρίας τού φάνηκε ιδιαίτερα χρήσιμη. «Τίποτα δεν χάνεται, τίποτα δεν δημιουργείται», σχολίασε κάποιος άλλος, εμπνεόμενος προφανώς από τον Λαβουαζιέ. «Όλα μετατρέπονται σε κάτι άλλο - στην περίπτωση αυτή, σε ένα πηγαίο γέλιο».
Ο οργασμός του γκολτζή
«Το μόνο πράγμα που με εντυπωσιάζει βαθύτατα στο ποδόσφαιρο είναι η ικανότητα αυτών των νεαρών παικτών να πέφτουν και να ξανασηκώνονται». Πέτερ Σλότερνταϊκ
Εδώ και μερικές χιλιάδες χρόνια, οι άνδρες αναζητούν απάντηση στο ακόλουθο ερώτημα: τι πρέπει να γίνουν οι κυνηγοί όταν κανείς δεν τους έχει πια ανάγκη; Σύμφωνα με το ανθρωπολογικό μας σχέδιο, ο άνδρας είναι φτιαγμένος για να λαμβάνει μέρος σε κυνηγετικούς αγώνες. Εδώ και επτά χιλιάδες χρόνια όμως, από τότε που εμφανίστηκε δηλαδή η γεωργία, έχει επιβληθεί στους κυνηγούς πλήρης απομόνωση. Όσο δυνάμωνε η θρησκεία, τόσο δυνάμωνε η πίεση στον άνδρα να πείσει τον «εσωτερικό κυνηγό» του ότι η ιδιότητα αυτή δεν θα τον σώσει. Και η πίεση αυτή θα σκότωνε τελικά τον κυνηγό αν δεν εμφανιζόταν ένα παιχνίδι που αποτελεί τη μετεξέλιξη του αρχαϊκού κυνηγιού και επιτρέπει στον άνδρα να ξαναβρεί τις παλιές απολαύσεις.
Το παιχνίδι αυτό, λέει ο Γερμανός φιλόσοφος Πέτερ Σλότερνταϊκ σε συνέντευξή του στο περιοδικό Le Point, είναι φυσικά το ποδόσφαιρο. Ο μόνος τρόπος να κατανοήσουμε αυτόν τον περίεργο οργασμό του ανθρώπου που βάζει γκολ, μπροστά στον οποίο μια ηθοποιός του πορνό θα έπρεπε να ντρέπεται, είναι να εγκαταλείψουμε την ιδέα πως ο εσωτερικός μας κυνηγός πρέπει να πεθάνει. Ο άνθρωπος των σπηλαίων, που βρίσκεται σε ύπνωση μέσα σε κάθε αρσενικό, αποδεικνύεται επιτέλους χρήσιμος. Και αυτό αποτελεί την πιο αρχαία μορφή ανθρώπινης ικανοποίησης. Οι γυναίκες, αντίθετα, δεν έχουν τέτοια προβλήματα. Συλλέκτριες από τη φύση τους, και άρα καταναλώτριες, ταιριάζουν πολύ περισσότερο με τον καπιταλισμό απ' ό,τι οι άνδρες. Ένας άνδρας χωρίς ακόντιο, δηλαδή χωρίς μπάλα, δεν προκαλεί και τόσο μεγάλη εντύπωση. Μια γυναίκα χωρίς τσάντα, όμως, δεν είναι κάτι φυσιολογικό.
Αν το Τσάμπιονς Λιγκ είναι ένας ανταγωνισμός εσωτερικών κυνηγών, το Μουντιάλ είναι μια επιχείρηση αναγέννησης. Έξω από μια τέτοια διοργάνωση, οι εθνικές ομάδες δεν παρουσιάζουν κανένα ενδιαφέρον, δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Και ξαφνικά, έρχονται να πουν στους θεατές ότι μπορούν να ταυτιστούν με μια χώρα. Είναι κάπως περίεργο. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου δεν αισθανόμαστε πια την υποχρέωση να ανήκουμε κάπου. Ανήκουμε βασικά στον εαυτό μας, ίσως και στο μέλλον. Προσπαθούμε να αποτινάξουμε το βάρος της κοινότητας. Ο πολιτισμός οδηγεί στη διάλυση των κοινοτήτων. Να γιατί ο Σλότερνταϊκ δεν μπορεί να νιώσει οπαδός ούτε αυτές τις λίγες ώρες που διαρκούν οι αγώνες. Το μόνο που τον εντυπωσιάζει είναι πόσο εύκολα ξανασηκώνεται ένας παίκτης που του κάνουν φάουλ και πέφτει κάτω. Το να πέφτεις είναι στο παιχνίδι, το να σηκώνεσαι όμως τόσο γρήγορα είναι μεγαλειώδες. Να γιατί είναι λανθασμένος ο νέος κανονισμός για υποχρεωτικές πρώτες βοήθειες στο χορτάρι. Άλλοτε, ο παίκτης κατευθυνόταν κουτσαίνοντας ηρωικά προς τη γραμμή, τώρα τον κουβαλάνε με το ζόρι. Άλλος ένας συμβολικός φόνος του κυνηγού.
«Θα 'θελα να 'χα φίλο τον μικρό Nικόλα...»
Πες μου τώρα, αγόρι μου, τι είναι αυτό που σου αρέσει περισσότερο στις ιστορίες του Mικρού Nικόλα; «Tο στυλ αυτού που το φτιάχνει. Έχει πολύ ωραία αστεία, είναι σαν να μη μιλάει ο συγγραφέας αλλά το παιδί το κανονικό, γιατί ο συγγραφέας είναι μεγάλος και ο Mικρός Nικόλας είναι μικρός, και ο συγγραφέας γράφει πράγματα που τα σκέφτονται τα παιδιά»
Το παιδί που είναι απέναντί μου, ή μάλλον το παιδί που είναι ξαπλωμένο πάνω στο τραπέζι απέναντί μου, θα έλεγε κανείς ότι είναι ένας χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της γενιάς του: βλέπει πολλή τηλεόραση, του αρέσει ο Χάρι Πότερ και ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών, από το σχολείο τού αρέσουν περισσότερο τα διαλείμματα και το αθλητικό απόγευμα, παίζει ποδόσφαιρο και τρελαίνεται για Πλέι Στέισον. T' όνομά του δεν έχει σημασία. Αν του ζήτησα συνέντευξη με αφορμή την κυκλοφορία των νέων ιστοριών του Μικρού Νικόλα, και την αναθεωρημένη έκδοση των πέντε παλαιότερων τόμων είναι επειδή ένα παιδί με τόσο έντονους ρυθμούς είναι ταυτόχρονα και φανατικός οπαδός ενός ήρωα που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του '50 από τον πατέρα και του Αστερίξ, Ρενέ Γκοσινί. Εδώ και χρόνια - τέσσερα, λέει εκείνο, αλλά τα δύο είναι πιο κοντά στην αλήθεια - ζητάει κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί να του διαβάσουν μια ιστορία. Δεν του το επέβαλε κανείς, δεν είναι θέμα ανατροφής ούτε «πολιτικής ευπρέπειας», απλώς του αρέσει. Τον χαλαρώνουν δηλαδή αυτές οι ιστορίες; Γλυκαίνουν τον ύπνο του;
«Όταν πηγαίνω, ας πούμε, στο σκέιτ παρκ, δεν μπορώ μετά να διαβάσω ένα τόσο αστείο βιβλίο, γιατί είμαι σε ένταση, και θέλω να διαβάσω ένα βιβλίο με πολλή δράση. Ενώ άμα ετοιμάζομαι να κοιμηθώ και θέλω να ηρεμήσω, προτιμώ τον Μικρό Νικόλα».
Για εκείνη την ώρα δεν κάνει ο Χάρι Πότερ, έτσι;
"Μπορεί να δω εφιάλτες. Ενώ με τον μικρό Νικόλα αισθάνομαι να θέλω να γελάσω, και θέλω να διαβάζω όλη τη νύχτα, μου φέρνει ηρεμία".
Ποιος ήρωας σου αρέσει περισσότερο; Εχεις έναν αγαπημένο;
"Όχι. Κάθε ήρωας μ' αρέσει διαφορετικά από τους άλλους".
Ακόμη κι ο σπασίκλας ο Ανιάν έχει κάτι που σου αρέσει;
"Ναι. Είναι το χαϊδεμένο, κι επειδή φοράει γυαλιά δεν μπορούν να τον κτυπήσουν. Κι όταν του λένε κάτι κακό, αρχίζει να κτυπιέται στο πάτωμα και να κλαίει. Αλλά έχει πλάκα, δεν είναι στεναχωρητικό".
Και ποιος άλλος σ' αρέσει;
"Ο Ζοφρουά. Είναι αυτός που έχει μπαμπά πλούσιο. Κι ο Μεξάν, που έχει μπαμπά αστυνομικό".
Εννοείς τον Ρούφους. Θα ήθελες δηλαδή να έχεις κι εσύ μπαμπά αστυνομικό;
"Όχι, όχι, όχι".
Και στον Νικόλα τι σ' αρέσει;
"Το στυλ της οικογενείας του. Ότι ο μπαμπάς, μόλις γυρίζει από τη δουλειά, βάζει παντόφλες, πάει στην πολυθρόνα και διαβάζει εφημερίδα. Ότι η μαμά, όταν κλαίει ο Νικόλας επειδή ο μπαμπάς δεν τον αφήνει να παίξει με τη σβούρα, βγαίνει ΠΑΝΤΑ από την κουζίνα, ΠΑΝΤΑ, και τον παρηγορεί. Αλλά είναι ΠΑΝΤΑ στην κουζίνα".
Για τον ίδιο τον Νικόλα δεν μου είπες.
"Ο Νικόλας έχει πλάκα γιατί κάθε φορά που του στέλνει δώρο η γιαγιά του, το παίρνει στο σχολείο και το γυρίζει πίσω σπασμένο".
Πόσων χρόνων είναι ο Νικόλας;
"Με βάση αυτά που λέει, γύρω στα έξι. Όταν όμως μιλάει για γεωγραφία, φαίνεται μεγαλύτερος".
Εσύ είσαι εννιά. Βλέπεις ομοιότητες ανάμεσα στον Νικόλα και σ' εσένα;
"Όχι, όχι. Καμία σχέση".
Θα μπορούσε ο Νικόλας να είναι κορίτσι;
"Όχι. Αφού λέει πάντα ότι δεν αντέχει τα κορίτσια γιατί είναι χαζά, δεν τα γουστάρει, δεν τα πάει".
Έχω ακούσει πως κι εσύ το λες αυτό μερικές φορές.
"Ναι, για κάποια κορίτσια".
Άρα, βρήκαμε ένα κοινό σας σημείο. Ούτε θα μπορούσε αυτή η παρέα να έχει κορίτσια;
"Μόνο αγοροκόριτσα, που τα πάει ο Νικόλας".
Ο Σανπέ, ο άνθρωπος που κάνει τα σκίτσα, έχει πει ότι ένα αγόρι, για να είναι φυσιολογικό, πρέπει κάτι να κλωτσάει - μια μπάλα, μια κονσέρβα. Συμφωνείς;
"Μάλλον ναι. Κι εγώ, στον δρόμο, όταν δω μια πέτρα την κλωτσάω".
Έχεις προσέξει βέβαια ότι ο Νικόλας δεν έχει τηλεόραση. Θα μπορούσες να ζήσεις εσύ χωρίς τηλεόραση;
"Όχι. Θα έκανα αυτοκτονία".
Όταν μεγαλώσει ο Νικόλας, τι θα γίνει; Έμπορος, καθηγητής, δημοσιογράφος;
"Νομίζω πως θα δουλέψει σε ένα μαγαζί με παιχνίδια. Γιατί θυμάμαι, σε μια ιστορία, το είχε σκάσει από την οικογένειά του και είχε πάει σε ένα μαγαζί με παιχνίδια και τα πούλαγε".
Εσύ θα το 'σκαγες από την οικογένειά σου;
"Όχι. Ποτέ. Βασικά, σ' εκείνα τα χρόνια θα το 'κανα. Αλλά τώρα που έχει αυτοκίνητα γρήγορα, και δεν σ' αφήνουν να περάσεις, δεν θα μ' άρεσε".
Θα παντρευτεί ο Μικρός Νικόλας;
"Ναι, το λέει. Μια μέρα που είχε έρθει η Άννα Μαρία, κι έπαιζαν ποδόσφαιρο, κι έριξε ένα σουτ η Άννα Μαρία κι έσπασε το τζάμι, του άρεσε πολύ του Νικόλα".
Γιατί δεν έχει αδέλφια;
"Δεν ξέρω".
Δεν θέλει ο ίδιος ή οι γονείς του;
"Τώρα θυμήθηκα, σε μια ιστορία, έφερε η φίλη της μαμάς του ένα μωρό σ' ένα καροτσάκι, κι όταν έφυγαν, είπε ο Νικόλας στη μαμά του ότι θέλει κι εκείνος ένα μωρό για να χρησιμοποιήσει το καροτσάκι σαν μεταφορικό μέσο στην αλάνα".
Πώς θα τον χαρακτήριζες, με μια λέξη, τον Νικόλα; Άτακτο, πολυμήχανο;
"Φυσικό".
Εννοείς φυσιολογικό;
"Ναι, φυσιολογικό".
Θα ήθελες να τον έχεις φίλο σου;
"Βέβαια!"
ΣΑΝ NA MHN ΠΕΡΑΣΕ MIA MEPA...
Ο μικρός Νικόλας και οι φίλοι του είναι ξανά εδώ. Πριν από λίγο καιρό, κυκλοφόρησαν οι ανέκδοτες ιστορίες που «ψάρεψε» η Άννα Γκοσινί από τα αρχεία του πατέρα της Ρενέ, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 1977. Τώρα, τα κλασικά πέντε βιβλία (Ο Μικρός Νικόλας, Ο Μικρός Νικόλας και η παρέα του, Οι διακοπές του Μικρού Νικόλα, Ο Μικρός Νικόλας διασκεδάζει, Ο Μικρός Νικόλας έχει προβλήματα) ξανακυκλοφορούν σε μια όμορφη, αναθεωρημένη έκδοση από τους «Σύγχρονους Ορίζοντες».
Με τα ίδια πονηρά σχέδια του ξεχωριστού γελοιογράφου Ζαν Ζακ Σανπέ. Για να μαθαίνουν οι μικροί και να θυμούνται οι μεγαλύτεροι πώς ήταν να παίζεις ποδόσφαιρο στην αλάνα της γειτονιάς, ακόμη και χωρίς μπάλα, πώς ήταν να πέφτει ξύλο με τη σέσουλα στο διάλειμμα χωρίς κανείς να κρατά κακία στον άλλο, πώς ήταν να παίζεις τον καουμπόη αντί να αποχαυνώνεσαι στην τηλεόραση...
Ο Kλιμτ και οι γυναίκες του
«Είμαι πεισμένος ότι δεν είμαι ιδιαίτερα ενδιαφέρων άνθρωπος. Δεν έχω τίποτα το ιδιαίτερο. Είμαι ζωγράφος, κάποιος που ζωγραφίζει κάθε μέρα, από το πρωί μέχρι το βράδυ». Αυτό γράφει ο Γκούσταφ Κλιμτ σε ένα από τα λιγοστά αυτοβιογραφικά του κείμενα. Αλλά οι γείτονές του στη Βιέννη είναι σίγουρο ότι δεν συμφωνούσαν μαζί του. Στο εργαστήριό του, μια μονοκατοικία μ' έναν υπέροχο κήπο, κυκλοφορούσαν όλες τις ώρες της ημέρας γυμνές γυναίκες. Νέες, ηλικιωμένες, όμορφες, άσχημες, μόνες ή με συνοδεία, μεγαλοαστές ή πόρνες, όλες πόζαραν για τον μεγάλο καλλιτέχνη. Κι εκείνος τις ζωγράφιζε, να στέκονται ή να κάθονται, να είναι ξαπλωμένες με κλειστά τα μάτια ή να αυνανίζονται. Εκατό από αυτά τα έργα, τα περισσότερα ζωγραφισμένα με μολύβι, εκτίθενται από χθες και μέχρι τον Σεπτέμβριο στην έδρα του Ιδρύματος Mapfre, στη Μαδρίτη.
Λένε πως όταν ο Ροντέν επισκέφθηκε το στούντιο του Κλιμτ, γονάτισε μπροστά του και του είπε: «Δεν έχω αισθανθεί ποτέ στη ζωή μου έτσι. Το διάζωμα του Μπετόβεν, τόσο τραγικό και τόσο χαρούμενο ταυτόχρονα· η μεγαλειώδης έκθεσή σας, που μου έχει μείνει αξέχαστη· και τώρα, αυτός ο κήπος, αυτές οι γυναίκες, αυτή η μουσική... Και γύρω σας, και μέσα σας, αυτή η ευτυχισμένη και αθώα χαρά. Τι μπορεί να είναι;» Ο καλλιτέχνης γύρισε τότε και του απάντησε με μια λέξη: «H Αυστρία». Εκείνα τα χρόνια, σημειώνει η Ελ Παΐς, η Βιέννη ήταν γεμάτη ερωτισμό και είχε μια παθολογική περιέργεια για τις μυστικές ιστορίες, για τις διαστροφές. «Ήταν μια ερωτική σαγήνη για τη γυναίκα, που θα οδηγούσε αναπόφευκτα στη μελαγχολία και την απελπισία του τέλους του αιώνα», λέει ο Πάμπλο Χιμένεθ Μπουρίγιο, υπεύθυνος της έκθεσης «Γυναίκες. Κλιμτ».
Ο Κλιμτ ζωγράφιζε το στερεότυπο της καινούργιας γυναίκας, μοιραίας και απορροφημένης στις σκέψεις της. Σπανίως ο άνδρας είχε πιο ενεργό ρόλο από εκείνη. Μόνο στο «Φιλί» αγκαλιάζει η γυναίκα έναν άνδρα: πρόκειται για τον ίδιο τον Κλιμτ και μια ερωμένη του, την Εμιλί. Οι λεσβίες, «ηρωίδες της νέας εποχής», βρίσκονται παντού. Αλλά τα έργα του δεν δέχθηκαν αποκλειστικά θετικά κριτικές. Σε άρθρο που έγραψε το 1908 με τίτλο «Στολίδι και έγκλημα», ο Τσέχος αρχιτέκτονας Άντολφ Λόος χαρακτήριζε τον καλλιτέχνη έκφυλο: «Κάθε τέχνη είναι ερωτική. Το πρώτο στολίδι είχε ερωτική προέλευση. Το πρώτο έργο τέχνης, η πρώτη καλλιτεχνική πράξη που ο πρώτος καλλιτέχνης απεικόνισε πάνω σε έναν τοίχο ήταν ερωτική. Μια οριζόντια γραμμή: η ξαπλωμένη γυναίκα. Μια κάθετη γραμμή: ο άνδρας που διεισδύει. Ένας άνδρας της εποχής μας όμως, που κινούμενος από μια εσωτερική παρόρμηση λερώνει τους τοίχους με ερωτικά σύμβολα ή εγκληματίας είναι ή έκφυλος».
Tο σύγχρονο Φαρ Ουέστ
Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό: μια χώρα που έχει το 30% των παγκοσμίων αποθεμάτων κοβαλτίου, το 10% των αποθεμάτων χαλκού, απεριόριστο ψευδάργυρο, και ένα διεφθαρμένο κράτος που σε συνεργασία με ξένες εταιρείες λεηλατεί αυτόν τον φυσικό πλούτο.
H ξένη εταιρεία Somika, αγνώστων λοιπών στοιχείων και μετόχων, έχει εγκαταστήσει τη μονάδα επεξεργασίας μεταλλευμάτων, όπου χρησιμοποιούνται μεγάλες ποσότητες οξέων, πάνω στο υδροφόρο στρώμα που τροφοδοτεί το Λουμπούμπασι, δεύτερη πόλη της Λ.Δ. του Κονγκό. «Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η ποιότητα του νερού σε δύο ή τρία χρόνια», λέει ο διευθυντής ενός ιατρικού κέντρου της πόλης.
H αυστραλιανή εταιρεία Anvil Mining, που είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο, έθεσε τον Οκτώβριο του 2004 τα φορτηγά και τα αεροπλάνα της στη διάθεση του στρατού για να ανακαταλάβει μια μικρή πόλη που είχε περιέλθει στον έλεγχο μιας ένοπλης οργάνωσης. Όπως αποκάλυψε ρεπορτάζ της αυστραλιανής τηλεόρασης, στη διάρκεια της επιχείρησης σκοτώθηκαν εν ψυχρώ τουλάχιστον 100 άμαχοι. Ήδη κινούνται δικαστικές διαδικασίες εναντίον της εταιρείας για «συνενοχή».
H ινδική εταιρεία Chemaf έλαβε άδεια για εξορύξεις στην περιφέρεια του Λουμπούμπασι υπό τον όρο να κάνει επενδύσεις για τη βιομηχανική αξιοποίηση της περιοχής. Στην πραγματικότητα, η εταιρεία χρησιμοποιεί ανηλίκους για τη λεηλασία της γης με πρωτόγονα μέσα, και στέλνει τους σάκους με το κοβάλτιο και τον χαλκό στην Ασία, μέσω της Νότιας Αφρικής ή της Τανζανίας.
Αυτές είναι μερικές μόνο από τις καταγγελίες που περιέχονται σε έρευνα που πραγματοποίησε το Κοινοβούλιο της Λ.Δ. του Κονγκό στα τέλη του 2005. «Εδώ είναι το Φαρ Ουέστ», λέει ένας βιομήχανος στη Μοντ. «Έρχονται Ασιάτες, Ευρωπαίοι, Αμερικανοί ή Κονγκολέζοι επιχειρηματίες και λεηλατούν τη χώρα σε συνεργασία με τις αρχές». Την ίδια ώρα, η κρατική εταιρεία Gecamines, σύμβολο τη δεκαετία του '70 μιας Αφρικής που αποτίνασσε τον αποικιοκρατικό ζυγό, αφήνεται σιγά-σιγά να σβήσει. Οι εγκαταστάσεις της στα περίχωρα του Λουμπούμπασι θυμίζουν βιομηχανική έρημο. Μόλις χαράζει, πρώην εργαζόμενοι ή συγγενείς τους έρχονται με σφυριά και προσπαθούν να ξύσουν υπολείμματα χαλκού που είναι κολλημένα στους παλιούς φούρνους. Κάθε τόσο έρχονται οι φύλακες και τους απομακρύνουν, αλλά εκείνοι επιστρέφουν, δεν έχουν άλλωστε τίποτα να χάσουν.
Ο καινούργιος «νονός» του Λουμπούμπασι λέγεται Τζωρτζ Φόρεστ. Βελγικής υπηκοότητας, αλλά γεννημένος στο Κονγκό, ο εξηντάχρονος αυτός επιχειρηματίας είναι πρόεδρος της πρώτης ιδιωτικής εταιρείας της χώρας. Στην πόλη όπου δολοφονήθηκε ο Πατρίς Λουμούμπα, όλα τα σχολεία λέγονται πλέον Τζωρτζ Φόρεστ. Τα κέντρα υγείας, το ίδιο. H τοπική ποδοσφαιρική ομάδα φέρει τα χρώματα των επιχειρήσεών του. Ο επιχειρηματίας επιχορηγεί το τοπικό μουσείο και έχει ιδρύσει ένα πολιτιστικό κέντρο. H Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό μετατρέπεται σιγά-σιγά στην πρώτη ιδιωτικοποιημένη χώρα του κόσμου. Εκτός κι αν εμφανιστεί ένας Αφρικανός Τσάβες και χαλάσει τη δουλειά.
Διευθυντής για μια μέρα
Όποιος κι αν είναι ο διάδοχος του Σερζ Ζιλί στη διεύθυνση της Λιμπερασιόν δεν θα έχει να αντιμετωπίσει μόνο μεγάλα οικονομικά προβλήματα κι έναν απαιτητικό μεγαλομέτοχο. Θα κληθεί εκ των πραγμάτων να κάνει την εφημερίδα πιο μοντέρνα, πιο ζωντανή, πιο ριζοσπαστική.
Πώς θα θέλατε να είναι η εφημερίδα που διαβάζετε; Αν σας ανέθεταν για μια μέρα την ευθύνη της έκδοσης, τι αλλαγές θα κάνατε στη μορφή της, τι θα προσθέτατε και τι θα αφαιρούσατε από τη συνηθισμένη της ύλη; Την ιδέα αυτή την έχουν δοκιμάσει έως τώρα αρκετά έντυπα. H Γκάρντιαν κάλεσε πριν από λίγο καιρό κάποια γνωστά ονόματα (όπως τα μέλη του ροκ συγκροτήματος Franz Ferdinand, ο ηθοποιός Κέβιν Σπέισι, η καλλιτέχνις Σαμ Τέιλορ-Γουντ) να διευθύνουν τις σελίδες του ένθετου G2. Το περιοδικό Vanity Fair ανέθεσε στον γνωστό σχεδιαστή Τομ Φορντ την ευθύνη του φετινού αφιερώματός του στα αστέρια του Χόλιγουντ. Και η Ιντιπέντεντ ζήτησε από τον Μπόνο να γίνει διευθυντής της για μια μέρα: το φύλλο που κυκλοφόρησε στις 16 Μαΐου περιελάμβανε ένα αφιέρωμα στην Αφρική, ένα αιρετικό προφίλ του Ούγκο Τσάβες, ένα ρεπορτάζ για τους Κούρδους του Ιράκ και πολλές σελίδες για τον αθλητισμό. H πρώτη σελίδα έγραφε με μεγάλα γράμματα πως «σήμερα δεν υπάρχουν ειδήσεις» και με μικρότερα πως «6.500 Αφρικανοί πέθαναν σήμερα από μια ασθένεια που μπορεί να θεραπευθεί και να αποτραπεί, το AIDS».
Πιο συντηρητική, η ισπανική Ελ Παΐς δεν αποτόλμησε στην πράξη αυτό το πείραμα, αλλά αρκέστηκε να θέσει το ερώτημα σε μία σειρά καλλιτέχνών και διανοουμένων. Όπως και ο Μπόνο, ο τραγουδιστής Κίκο Βενένο θα έδινε έμφαση στις μεγάλες τραγωδίες του πλανήτη (Αφρική, Λατινική Αμερική, Ασία, εκμετάλλευση, φτώχεια), χωρίς να υποβαθμίζει και τα «καλά νέα», τη ζωή και τους αγώνες ηρωικών ανθρώπων. Θα καταργούσε τα κύρια άρθρα («οι ειδήσεις πρέπει να μιλούν από μόνες τους») και θα αφιέρωνε κάθε μέρα δύο σελίδες στις επιστολές των αναγνωστών, μία για τις θετικές και μία για τις αρνητικές. Όσο για τις αθλητικές σελίδες, δεν θα τις μείωνε αλλά θα τις «αποποδοσφαιροποιούσε».
Ο φιλόσοφος Χοσέ Αντόνιο Μαρίνα θα ξεκινούσε από τη μείωση των σελίδων, αφού ο διαθέσιμος χρόνος για ανάγνωση μειώνεται διαρκώς. Δεν θα «έβγαζε» ποτέ τίτλο από δηλώσεις πολιτικών. Και θα χώριζε την εφημερίδα σε τρία μέρη. Το πρώτο θα ήταν αφιερωμένο στη «μεγάλη εφευρετική ενέργεια που κινητοποιεί τον κόσμο, με συνεντεύξεις από τους δημιουργούς». Το δεύτερο θα είχε πιο παιδαγωγικό χαρακτήρα και θα σχολίαζε τις νομικές, πολιτικές και ηθικές συνέπειες των γεγονότων. Και το τρίτο θα διαπνεόταν από μια ποιητική ματιά και θα αναζητούσε τις όμορφες πλευρές της πεζής πραγματικότητας.
Είναι αλήθεια πως άμα είσαι διευθυντής για μια μέρα, δεν έχεις δηλαδή το άγχος της κυκλοφορίας και του ανταγωνισμού, μπορείς να κάνεις πολύ όμορφα πράγματα.
Ο Mοχάμεντ και η Xούντα
«Το κορίτσι αυτό μιλά μια διεθνή γλώσσα. Οι εικόνες δεν χρειάζονται εξήγηση. Ο πόνος της γίνεται εξίσου κατανοητός στην Ισπανία, στην Παλαιστίνη ή στην Ινδία». Σάντι Αλ Κασίφ, αρχισυντάκτης του παλαιστινιακού πρακτορείου Ramatan.
Πριν από πεντέμισι χρόνια, ένα 12χρονο αγόρι που το έλεγαν Μοχάμεντ αλ Ντούρα έγινε σύμβολο της τραγωδίας ενός ολόκληρου λαού. Ο νεαρός εκείνος Παλαιστίνιος βρέθηκε εν μέσω διασταυρούμενων πυρών στη θέση Νετζαρίμ της Λωρίδας της Γάζας και έχασε τη ζωή του παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες του πατέρα του να τον προστατεύσει. Το τρομοκρατημένο βλέμμα του παιδιού, η αγωνία του πατέρα, η παράνοια της βίας που μόλις ξεκινούσε έναν καινούργιο κύκλο αποτυπώθηκαν στον φακό και προβλήθηκαν το ίδιο βράδυ στις τηλεοράσεις όλου του κόσμου. Οι Ισραηλινοί προσπάθησαν στη συνέχεια να αποδείξουν ότι το παιδί πέθανε από παλαιστινιακά, και όχι από δικά τους πυρά, αλλά η αστυνομική πλευρά της ιστορίας δεν είχε καμιά σημασία, το μόνο που μετρούσε ήταν η εικόνα, μια εικόνα που έγινε στη συνέχεια όπλο και προπαγανδιστικό εργαλείο.
Από εκείνο τον Σεπτέμβριο του 2000, που ξέσπασε η δεύτερη ιντιφάντα, έχουν σκοτωθεί από ισραηλινά πυρά περισσότεροι από 700 ανήλικοι Παλαιστίνιοι. Τέσσερις απ' αυτούς άφησαν την τελευταία τους πνοή την περασμένη Παρασκευή σε μια παραλία της Γάζας. Δεν έχει τόση σημασία αν τους σκότωσε ισραηλινός πύραυλος ή παλαιστινιακή νάρκη - σε κάθε περίπτωση, τα οκτώ συνολικά μέλη αυτής της οικογένειας έπεσαν θύματα της ισραηλινής κατοχής. Αυτό που κάνει αυτή την τραγωδία να ξεχωρίζει από τις άλλες είναι η εικόνα ενός εννιάχρονου κοριτσιού που έπαιζε με τα αδελφάκια του στην άμμο και ξαφνικά έμεινε ορφανό και άρχισε να φωνάζει απελπισμένο. Αντίθετα με τον Μοχάμεντ, η Χούντα έζησε, γεγονός που κάνει την εικόνα κάπως λιγότερο δραματική. Ο συμβολισμός της όμως είναι εξίσου ισχυρός. H παράνοια είναι ίδια.
Θα αποδειχθεί άραγε αυτή η εικόνα πιο αποτελεσματική από την προηγούμενη; Θα ενισχύσει, με άλλα λόγια, όσους προσπαθούν να βρουν μια δίκαιη λύση στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση; Τίποτα δεν είναι λιγότερο σίγουρο. Πρώτον, διότι αυτοί που πράγματι αναζητούν μια λύση είναι όλο και λιγότεροι, όλο και πιο αδύναμοι, όλο και πιο απομονωμένοι. Δεύτερον, διότι η εικόνα ίσως να μην είναι εν τέλει ένα τόσο ισχυρό όπλο όσο μας αρέσει να πιστεύουμε. H εικόνα του Σαντάμ Χουσεΐν με ανοιχτό το στόμα να τον εξετάζει ένας γιατρός, που έκανε τον γύρο του κόσμου μετά τη σύλληψη του δικτάτορα το 2003, δεν απέτρεψε τη συνέχιση της αιματοχυσίας στο Ιράκ. H σκηνή με τον Αμερικανό αξιωματικό που δίνει συνέντευξη Τύπου στη Βαγδάτη ανάμεσα σε δύο φωτογραφίες του Ζαρκάουι, στη μία να είναι πιο αποφασισμένος από ποτέ και στην άλλη πιο πεθαμένος από ποτέ, μάλλον γέλια προκαλεί παρά τρόμο και δέος.
Πάντως, έπεσε και κάπου έξω
Στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, οι ανισότητες μεγαλώνουν. Στη Δύση, ο πλούτος συγκεντρώνεται στα χέρια όλο και πιο λίγων, όλο και πιο ισχυρών. Μήπως όλα αυτά κάποιος τα είχε προβλέψει;
Πρόσφατη δημοσκόπηση του BBC αναγόρευσε τον Καρλ Μαρξ σε μεγαλύτερο φιλόσοφο όλων των εποχών, ενώ μια απλή αναζήτηση στο Google αποφέρει δεκάδες εκατομμύρια απαντήσεις. Πώς εξηγείται αυτή η ξαφνική «ανάσταση» του ανθρώπου που κατηγορήθηκε επανειλημμένα τον περασμένο αιώνα ότι έπεσε έξω σε όλες του τις προβλέψεις; Μιλώντας την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο στο πλαίσιο της Εβδομάδας Εβραϊκού Βιβλίου, ο Έρικ Χόμπσμπομ έδωσε δύο εξηγήσεις. Πρώτον, το τέλος του επίσημου μαρξισμού της Σοβιετικής Ένωσης απάλλαξε τον Μαρξ από την ταύτισή του με τις λενινιστικές θεωρίες και τα καθεστώτα που τις πρέσβευαν. Ξαφνικά, ένα σωρό κόσμος είπε «για δες, ο Μαρξ έχει πει ενδιαφέροντα πράγματα». H δεύτερη εξήγηση, και σημαντικότερη, είναι ότι ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλιστικός πλανήτης που ανέκυψε τη δεκαετία του '90 μοιάζει από πολλές πλευρές με τον κόσμο που περιέγραφε το 1848 ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. H παγκοσμιοποιημένη οικονομία έχει τα χαρακτηριστικά που είχε προβλέψει. Αυτό δεν σημαίνει ότι έπεσε μέσα σε όλα. Για παράδειγμα, η πρόβλεψη ότι ένα όλο και πιο μαζικό προλεταριάτο θα ανέτρεπε τον καπιταλισμό στις βιομηχανικές χώρες δεν επαληθεύτηκε. Γιατί; Επειδή ο καπιταλισμός μπορεί θαυμάσια να στερηθεί την εργατική τάξη, όπως στερήθηκε στο παρελθόν τους αγρότες.
Δύο φορές ο Μαρξ πίστεψε ότι ο καπιταλισμός είχε φτάσει στο τέλος του, και δύο φορές κατάλαβε ότι το σύστημα της αγοράς είχε μπροστά του μέλλον. Όπως είπε στην ίδια εκδήλωση ένας άνθρωπος που δεν είναι ούτε υπήρξε ποτέ μαρξιστής, ο Γάλλος συγγραφέας Ζακ Ατταλί, έχουν γίνει ώς τώρα τρεις αποτυχημένες προσπάθειες παγκοσμιοποίησης. H πρώτη έγινε στα τέλη του 18ου αιώνα και πνίγηκε με τους Ναπολεόντειους πολέμους. H δεύτερη σημειώθηκε εκατό χρόνια αργότερα και έλαβε τέλος με τον πόλεμο του 1914-18. H τρίτη ξεκίνησε το 1920, αλλά διακόπηκε κι αυτή όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. H τέταρτη προσπάθεια θα έχει μάλλον κι αυτή την ίδια τύχη, αν και το τέλος της δεν θα σφραγιστεί από έναν πόλεμο, αλλά από τα στοιχεία που δεν ήθελε με τίποτα ο Μαρξ: τον προστατευτισμό και τον απομονωτισμό.
Πώς θα γλιτώσουμε από τη βαρβαρότητα; Για τον Ατταλί, η μόνη λύση είναι ο συμβιβασμός ανάμεσα στην οικονομία της αγοράς και τη δημοκρατία, που προς το παρόν ακολουθούν συγκρουσιακές πορείες: η πρώτη εισβάλλει παντού, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στις μεταφορές, η δεύτερη έχει ανάγκη από σύνορα. Ο Χόμπσμπομ, πάλι, ελπίζει ότι τα τρία ή τέσσερα κράτη που αντιπροσωπεύουν σήμερα τη μισή ανθρωπότητα θα ενώσουν τις δυνάμεις τους και θα πάρουν αποφάσεις που θα αλλάξουν τον κόσμο. Θα επιτευχθεί αυτός ο συνασπισμός πριν από τη μεγάλη καταστροφή; Κανείς δεν ξέρει. Χρειάζεται τόλμη, χρειάζεται και τύχη.
Όλες οι ελπίδες στον Zιζού
Την περασμένη Κυριακή έγινε έξω από το Παρίσι ένας ποδοσφαιρικός αγώνας με μεγαλύτερη σημασία για το μέλλον της Γαλλίας από το Παγκόσμιο Κύπελλο. Σε ένα τραχύ και ανώμαλο γήπεδο του Κλισύ-σου-Μπουα, του προαστίου όπου το περασμένο φθινόπωρο ξέσπασαν οι ταραχές, έπαιξαν δύο ομάδες μεταναστών. Ανάμεσα στους θεατές ήταν και δύο «επώνυμοι». Ο ένας ήταν ο Βρετανός ιστορικός Τίμοθυ Γκάρτον Ας. Ο άλλος ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του Μπουνά Τραορέ, του ενός από τους δύο νεαρούς που με τον θάνατό τους από ηλεκτροπληξία ενώ καταδιώκονταν από αστυνομικούς είχαν δώσει την αφορμή για το ξέσπασμα της βίας. Φορούσε ένα μπλουζάκι που έγραφε «Ο Μπουνά και ο Ζιέντ πέθαναν χωρίς λόγο». Και διηγήθηκε στον συνομιλητή του μια ιστορία που ο Ας θα την άκουγε ξανά και ξανά τις επόμενες ημέρες, ίδια κι απαράλλαχτη, σε όποιο προάστιο κι αν πήγαινε.
Τίποτα δεν έχει αλλάξει στα banlieues, του είπε. Την περασμένη εβδομάδα, όταν άναψαν πάλι τα αίματα στο Μονφερμέιγ, τα ελικόπτερα της αστυνομίας έκαναν ξανά την εμφάνισή τους πάνω από τις υποβαθμισμένες γειτονιές. Όλο το υπόλοιπο διάστημα, η ζωή συνεχίζεται στους ίδιους ρυθμούς: οι μισοί από τους κατοίκους είναι άνεργοι και δεν έχουν να κάνουν τίποτα όλη την ημέρα, εκτός από το να κλωτσάνε μια μπάλα και να βλέπουν τηλεόραση. Κι όταν ένας υπουργός ασχολείται μαζί τους, είναι για να τους απευθύνει κάποιο προσβλητικό χαρακτηρισμό. Ακόμη κι εκείνοι που καταφέρνουν να τελειώσουν το σχολείο μ'έναν καλό βαθμό διαπιστώνουν σύντομα ότι οι αιτήσεις τους για δουλειά απορρίπτονται λόγω της διεύθυνσης της κατοικίας τους ή του ξενικού ονόματός τους. Κι αν καταφέρουν να κλείσουν ένα ραντεβού για συνέντευξη, τους καίει το χρώμα του δέρματός τους.
Όταν η πολυεθνική Γαλλία του Ζινεντίν Ζιντάν κέρδισε το 1998 το Παγκόσμιο Κύπελλο, επικράτησε ένα κύμα ενθουσιασμού για τα νέα εθνικά χρώματα της χώρας: το τρίπτυχο bleu-blanc-rouge (γαλάζιο, λευκό, κόκκινο) έδωσε τη θέση του στο black-blanc-beur (μαύρο, λευκό, μελαψό). Ο διορισμός του πρώτου μαύρου τηλεπαρουσιαστή γέννησε κι άλλες ελπίδες. Μα οι ελπίδες αυτές γρήγορα διαψεύστηκαν. «Είναι πολύ αργά», είπαν στον Τίμοθυ Γκάρτον Ας όλοι εκείνοι που γνωρίζουν. Χάθηκε ήδη μια γενιά. H απελπισία έχει δώσει τη θέση της στην οργή. H παραμικρή σπίθα θα οδηγήσει σε μια νέα έκρηξη. H μόνη ελπίδα - γράφει ο ιστορικός στην Γκάρντιαν - μοιάζει να βρίσκεται και πάλι σε έναν άνθρωπο που αντιπροσωπεύει ταυτόχρονα τους πιο πλούσιους, τους πιο λευκούς, τους πιο φτωχούς και τους πιο μελαψούς. Τον φωνάζουν τρυφερά Ζιζού, και θα τον δούμε πάλι να χορεύει αυτές τις μέρες στα γήπεδα της Γερμανίας.
Xωρίς ενοχές
«Είμαι χαρούμενος που είμαι Γερμανός. Θα ήμουν ευχαρίστως Γάλλος ή Ιταλός, αλλά είναι καλύτερα που είμαι Γερμανός». Έτσι αρχίζει το βιβλίο «Εμείς οι Γερμανοί», που υπογράφει ένας αρθρογράφος του περιοδικού Σπίγκελ, ο Ματίας Μάτουσεκ.
Ένα άλλο βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό στη Γερμανία, με την υπογραφή του Φλοριάν Λάνγκενστσαϊτ, έχει τίτλο «Τα καλύτερα της Γερμανίας, 250 λόγοι για να αγαπάμε τη χώρα μας». Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο τρίτος Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, ο Γκούσταβ Χάινεμαν, έλεγε πως «υπάρχουν δύσκολες πατρίδες, και μια απ' αυτές είναι η Γερμανία». Το Μουντιάλ που ξεκινά σήμερα αποτελεί την ιδανική ευκαιρία για να κλείσει μια περίοδος που κράτησε εξήντα χρόνια. Είναι η πρώτη φορά από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που οι Γερμανοί τολμούν να κρεμάσουν τη σημαία της χώρας τους στα μπαλκόνια. Είναι η πρώτη φορά που τολμούν να τραγουδήσουν τον εθνικό τους ύμνο. Χωρίς ντροπές, χωρίς ενοχές. Χωρίς να πρέπει να ζητήσουν συγγνώμη για το παρελθόν.
«H Εθνική Ομάδα της Γερμανίας αρέσει σε μας τους διεθνιστές πατριώτες όλο και περισσότερο», γράφει ο Μάρκους Χέσελ στην εφημερίδα Tagesspiegel. «Από τότε που προπονητής της ομάδας έγινε ένας Καλιφορνέζος από επιλογή, ο Γιούργκεν Κλίνσμαν, εμείς οι ποδοσφαιρόφιλοι αισθανόμαστε μέρος ενός προγράμματος ανανέωσης που αγνοεί όλα τα γερμανικά κλισέ». Και όχι μόνο οι ποδοσφαιρόφιλοι: όλοι οι Γερμανοί αισθάνονται ξανά περήφανοι για την πατρίδα τους. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές ακριβώς τις ημέρες εγκαινιάστηκε στο Βερολίνο μια έκθεση με τίτλο «Δύο χιλιάδες χρόνια γερμανικής ιστορίας σε εικόνες και μαρτυρίες». H ιδέα αυτή πρωτοσυζητήθηκε τη δεκαετία του '70, υιοθετήθηκε την επόμενη δεκαετία από τον καγκελάριο Κολ, και υλοποιείται μόλις σήμερα, για να συμπέσει με την παγκόσμια γιορτή του ποδοσφαίρου.
Αυτό που αναγεννάται σήμερα στη Γερμανία είναι η αίσθηση της ταυτότητας, λέει στη Στάμπα ο Γκύντερ Γκεμπάουερ, καθηγητής φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας του αθλητισμού. Μέχρι τώρα, οι Γερμανοί έπρεπε να αποδείξουν ότι η χώρα τους έπαψε να είναι φασιστική και έγινε φιλελεύθερη. Την προηγούμενη φορά που είχαν φιλοξενήσει το Μουντιάλ, το 1974, πρόσεχαν να παραμείνουν στο πλαίσιο του αθλητισμού και του πολιτισμού. Τώρα αισθάνονται λυτρωμένοι από τέτοιους περιορισμούς. Τώρα θέλουν να κερδίσουν προβάλλοντας τις ιδιαίτερες γερμανικές αρετές: πειθαρχία, ευσυνειδησία, ομαδικότητα, αυτοθυσία. H επιτυχία της ομάδας τους θα επιβεβαίωνε ότι η εθνική μυθολογία είναι ζωντανή και αντανακλά τη θέση της χώρας. Αυτός είναι ο σημερινός δεσμός ανάμεσα στο ποδόσφαιρο και την πολιτική.
Πατριωτισμός ή εθνικισμός; H διάκριση είναι πλέον δύσκολη, τα όρια θολά. H μεγάλη πρόκληση του πανηγυριού που αρχίζει σήμερα δεν είναι η νομιμοποίηση των εθνικισμών, αλλά η ειρηνική συνύπαρξή τους.
Φιλελεύθερος, δηλαδή αριστερός
Ποιο είναι το κοινό σημείο ανάμεσα στην αγγλική, την αμερικανική και τη γαλλική επανάσταση; Ότι ήταν και οι τρεις φιλελεύθερες. Να το θυμόμαστε, γιατί η λέξη αυτή έχει σήμερα τελείως διαστρεβλωθεί.
Ο υπογράφων βρέθηκε πρόσφατα στο Ισραήλ, μαζί με αρκετούς ακόμη δημοσιογράφους και δύο βουλευτές, έναν της N.Δ. και μία του ΠΑΣΟΚ. Σε μια από τις συναντήσεις με τοπικούς παράγοντες, ο βουλευτής έκανε τις απαραίτητες συστάσεις: «H συνάδελφος είναι από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και εγώ από το Φιλελεύθερο». Ακολούθησαν μερικά δευτερόλεπτα αμηχανίας. Και καθώς η βουλευτής δεν αντέδρασε, το βάρος έπεσε στον δημοσιογράφο: «Τι είναι αυτά που λες στον άνθρωπο, βρε Σίμο, είμαστε κι εμείς μπροστά!». «Τι να κάνω, ρε παιδιά», δικαιολογήθηκε εκείνος, «φιλελεύθερος αισθάνομαι, όχι συντηρητικός»...
Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της ευρωπαϊκής Αριστεράς, λέει ο Ισραηλινός ιστορικός Ζέεβ Στέρνχελ σε συνέντευξή του στη Λιμπερασιόν, είναι ότι χάρισε στη Δεξιά τον όρο «φιλελευθερισμός», ταυτίζοντάς τον με τον άγριο και άδικο καπιταλισμό. Μα ο φιλελευθερισμός είναι ένας ευγενής όρος. Ιστορικά, ο σοσιαλισμός είναι κληρονόμος αυτού του ρεύματος - πώς θα μπορούσε λοιπόν να γίνει ο νεκροθάφτης του; Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, που έχει αντικαταστήσει πλέον σήμερα την ξεπερασμένη σοσιαλδημοκρατία, συνδέει την ιδέα της ισότητας (που πρεσβεύει ο σοσιαλισμός) με την ιδέα της ελευθερίας (που πρεσβεύει ο φιλελευθερισμός). Όποιος δηλώνει σήμερα σοσιαλιστής αρνείται ότι η ισότητα επιφέρει περιορισμό της ελευθερίας ή ότι η ελευθερία είναι ασυμβίβαστη με την ισότητα. Το πραγματικό μήνυμα της σημερινής Αριστεράς είναι ότι η ισότητα και η ελευθερία είναι απολύτως συμβατές. Όπως πριν από πενήντα χρόνια. Όπως πριν από εκατό χρόνια.
Ο Γάλλος πολιτικός Γκυ Μολέ έλεγε ότι «οι κομμουνιστές δεν βρίσκονται στην Αριστερά, αλλά στην Ανατολή». Παραφράζοντάς τον, ο Στέρνχελ παρατηρεί πως πρέπει να πούμε στη Δεξιά: «Δεν είστε φιλελεύθεροι, είστε συντηρητικοί». H Αριστερά πρέπει να διακηρύξει ότι δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς την εξασφάλιση της ισότητας. Το να είσαι ελεύθερος να κοιμάσαι κάτω από τις γέφυρες δεν σημαίνει πως είσαι ελεύθερος. H ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει λοιπόν να επαναδιεκδικήσει τον φιλελευθερισμό - τής ανήκει. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, άλλωστε, οι δεξιοί θεωρούν τον «φιλελευθερισμό» βρισιά. Όταν ισχυρίζεσαι εκεί πως είναι ντροπή να μην έχουν ιατρική περίθαλψη 50 με 60 εκατομμύρια Αμερικανοί, και πως πρέπει να αλλάξει η κατάσταση αυτή στο όνομα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, σε χαρακτηρίζουν αμέσως επικίνδυνο επαναστάτη.
Το μεγάλο ερώτημα που έθεσε ο Διαφωτισμός παραμένει επίκαιρο: «Μπορεί να αλλάξει ο κόσμος;». Είναι φυσιολογικό να επιθυμούμε έναν καλύτερο κόσμο; H Δεξιά υποστηρίζει ότι είμαστε μια χαρά, δεν μπορεί να γίνει τίποτα καλύτερο, και κάθε ουτοπία είναι καταδικασμένη να καταλήξει σε ένα Άουσβιτς ή ένα Γκουλάγκ. H Αριστερά έχει χρέος να αποδείξει ότι αυτό είναι λάθος. Και στον αγώνα αυτόν, ο φιλελευθερισμός είναι ένα όπλο όχι απλώς πολύτιμο, αλλά απαραίτητο.
Οι οικονομολόγοι ψηφίζουν Iταλία
«Υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στο ποδόσφαιρο και την οικονομία ή αναζητούμε απλώς δικαιολογίες για να περάσουμε καλά;».
Το ρητορικό αυτό ερώτημα απευθύνει ο Τζιμ Ο' Νηλ, επικεφαλής οικονομικής έρευνας στην Goldman Sachs, στην εισαγωγή που συνέταξε για την 60σέλιδη έκθεση του επενδυτικού οίκου με αντικείμενο το Μουντιάλ της Γερμανίας. Μέρες που είναι, οι οικονομολόγοι προσπαθούν να βγάλουν τη μάσκα που φορούν όλο τον χρόνο και διεκδικούν τον δικό τους ρόλο στη συζήτηση που θα κυριαρχήσει στον πλανήτη τον επόμενο μήνα. Κι όταν οι άλλοι βάζουν στοιχήματα για το ποια ομάδα θα κερδίσει, εκείνοι εξηγούν ποια ομάδα πρέπει να κερδίσει. Για το καλό, φυσικά, της παγκόσμιας οικονομίας.
H πιο ολοκληρωμένη μελέτη για το θέμα έχει γίνει από την ολλανδική τράπεζα ABN Amro. Αν ληφθεί υπόψη η ανάγκη για μια ισορροπημένη παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη - τονίζεται σε έκθεσή της με τίτλο «Soccernomics» -, τότε το Παγκόσμιο Κύπελλο πρέπει να το πάρει μια ευρωπαϊκή χώρα. Τυχόν νίκη των Ηνωμένων Πολιτειών (λέμε τώρα) θα διευρύνει ακόμη περισσότερο το χάσμα. Αν το Κύπελλο πάει στην Ασία, οι ανθηρές οικονομίες της περιοχής θα υπερθερμανθούν ακόμη περισσότερο. Αν πάλι την κούπα την κερδίσει μια λατινοαμερικάνικη χώρα, δεν θα είναι κακό για την παγκόσμια οικονομία ούτε όμως και ιδιαίτερα καλό. Το ιδανικό θα ήταν, λοιπόν, ένας τελικός ανάμεσα στις δύο ευρωπαϊκές χώρες με τους πιο αδύνατους οικονομικούς δείκτες: τη Γερμανία και την Ιταλία. Και για το Κύπελλο, η Amro «ψηφίζει» την πιο αδύνατη από τις δύο, δηλαδή την Ιταλία.
Δεν θα είναι βέβαια η πρώτη φορά που θα συμβεί κάτι τέτοιο. Οι δύο χώρες έφτασαν στον τελικό και το 1982. Το σενάριο της Amro δεν επαληθεύτηκε τότε: η Ιταλία νίκησε, αλλά παρέμεινε βυθισμένη σε ύφεση. Τον επόμενο χρόνο, πάντως, η οικονομική της ανάπτυξη επιταχύνθηκε. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της τράπεζας, η χώρα που θα κερδίσει το φετινό Κύπελλο θα έχει αυξημένη οικονομική ανάπτυξη κατά 0,7%, ενώ θα τονωθεί και το χρηματιστήριό της. Το Κέντρο Οικονομικής και Επιχειρηματικής Έρευνας, που εδρεύει στο Λονδίνο, επεκτείνει αυτούς τους υπολογισμούς και εκτιμά ότι το Παγκόσμιο Κύπελλο θα αποφέρει στις χώρες που λαμβάνουν μέρος κέρδη ύψους 19 εκατομμυρίων ευρώ. Τη μερίδα του λέοντος (16,5 εκατ.) θα κερδίσει η Ευρώπη, λόγω της αυξημένης κατανάλωσης που θα παρατηρηθεί εκείνες τις ημέρες. Το γεγονός αυτό, αντίθετα, δεν θα ωφελήσει τις χώρες της Λατινικής Αμερικής: λόγω της διαφοράς της ώρας, οι περισσότεροι αγώνες των εθνικών τους ομάδων θα γίνονται σε ώρες εργασίας, και οι αναπόφευκτες απουσίες των εργαζομένων θα πλήξουν τις τοπικές οικονομίες.
Οι οικονομολόγοι, πάντως, κρατούν και μερικές επιφυλάξεις για όλα αυτά. H μπάλα είναι στρογγυλή, λένε, όλα μπορεί να συμβούν. Με άλλα λόγια, ας αφήσουμε τα νούμερα κι ας απολαύσουμε τους αγώνες.
«Δεν έχουμε καιρό για μίση»
Όνομα: Μαουρίσιο Ρόσενκοφ. Ψευδώνυμο: ελ Ρούσο. Σημερινό αξίωμα: γενικός διευθυντής Πολιτισμού του Μοντεβιδέο. Χθεσινή, σημερινή και αυριανή ιδιότητα: Τουπαμάρο.
«Μπήκα στη φυλακή τον Μάιο του 1972 και βγήκα τον Μάρτιο του 1985. Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι είναι η έλλειψη αέρα: στα κελιά μας, που ήταν 1.80 επί 80, βάζαμε ένα χαρτί στο πάτωμα και όταν το βλέπαμε να κινείται είχαμε την ψευδαίσθηση του αέρα. Στην πραγματικότητα, αυτό που κινούσε το χαρτί ήταν τα βήματά μας. Μας βασάνιζαν συνεχώς. Όπως έλεγε ένας συνταγματάρχης, που σήμερα είναι στρατηγός, "αφού δεν μπορούμε να τους σκοτώσουμε, θα τους τρελάνουμε". Για να ανακουφίσουμε τη δίψα μας ανακυκλώναμε τα ούρα μας, σας διαβεβαιώ ότι γίνεται, πρέπει απλώς να περιμένεις να κατακαθίσουν τα άλατα. Ήμουν όμως και τυχερός: ένας δεσμοφύλακας έμαθε ότι ήμουν καλός στο γράψιμο και με διέταξε να γράφω για λογαριασμό του γράμματα στην αρραβωνιαστικιά του. Τη γοήτευσα! Κι εκείνος μου έδινε τσιγάρα. Ύστερα άρχισα να γράφω γράμματα και για άλλους, ώς και γάμους ολόκληρους κανόνισα!
Δεν παριστάνω τον ήρωα, λύγισα πολλές φορές. Ξέραμε όμως πως έπρεπε να αντισταθούμε. Στην Αμερική κυβερνούσε ο Κάρτερ, και κάθε φορά που ζητούσε να βελτιωθούν οι συνθήκες κράτησής μας τα πράγματα χειροτέρευαν. Απομνημόνευα πολύ, κυρίως στίχους, όπως αυτόν: "Δεν υπάρχει χρόνος που να μη σπάει/ ούτε χρόνος που να μην τελειώνει". Θα τελείωνε, το ξέραμε. Όταν έπεσε η δικτατορία, μας έστειλαν σε ένα φραγκισκανικό μοναστήρι, στο Μοντεβιδέο. Ακούγαμε τον κόσμο στους δρόμους να φωνάζει: "Τούπα, αδέλφια μας, σας περιμένουμε!". Όταν βγήκα, πήγα να δω τους γονείς μου. Ζούσαν σε έναν οίκο ευγηρίας. Είχα αλλάξει τόσο πολύ που δεν με γνώρισαν. Όταν η μάνα μου συνήλθε από το σοκ, με ρώτησε αυτό που ρωτάει κάθε μάνα: "Έφαγες τίποτα; " Ο πατέρας μου, παλιός μπολσεβίκος, μου ψιθύρισε: "Τώρα που βγήκες, γιε μου, θέλω να μου εξηγήσεις τη διαφορά ανάμεσα στους κομμουνιστές και τους Τουπαμάρος". Κι εγώ του είπα, "άκου, γέρο μου, οι Τουπαμάρος είναι οι κομμουνιστές". Πολύ του άρεσε.
Με ρωτάτε πώς αισθάνομαι που βρισκόμαστε τώρα στην εξουσία. Μα κάνετε λάθος: είμαστε απλώς στην κυβέρνηση, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούμε να αλλάξουμε ορισμένα πράγματα. Αν είχαμε την εξουσία, θα είχαμε τη δύναμη να επιταχύνουμε ή να επιβάλουμε τις αλλαγές. Με ρωτάτε επίσης πώς έγινε κι έδωσα το χέρι σε έναν πρώην βασανιστή μου, που τον συνάντησα σε μια εκδήλωση κατά της φτώχειας. Μα είμαστε πολιτικοί μαχητές, όχι εκδικητές. Δεν έχουμε καιρό για μίση, αυτό που προέχει είναι να ξεριζώσουμε την πείνα. Παραμένουμε πάντα Τουπαμάρος, ναι. Αλλά υπάρχει η ώρα του αντάρτικου και η ώρα του Κοινοβουλίου».
(Από συνέντευξη του Μαουρίσιο Ρόσενκοφ στην Ελ Παΐς)
Ένα τρισεκατομμύριο κατάσκοποι
Radio Frequency Identification (RFID) σημαίνει Αναγνώριση μέσω Ραδιοσυχνοτήτων. Σε απλά ελληνικά, πρόκειται για ένα μικροσκοπικό υπολογιστή που μπορεί να παρακολουθεί όλες τις κινήσεις μας.
Πριν από τρία χρόνια, η Gillette και η αγγλική αλυσίδα Tesco έκαναν στο Καίμπριτζ ένα πείραμα: τοποθέτησαν στα ξυραφάκια Mach 3 μια ηλεκτρονική ετικέτα RFID που ενεργοποιούσε τη φωτογράφηση κάθε πελάτη την ώρα που έπαιρνε το συγκεκριμένο πακέτο από το ράφι. Στο ταμείο, η λήψη μιας δεύτερης φωτογραφίας και η σύγκριση με την πρώτη επέτρεπαν τον προσδιορισμό της ταυτότητας του καταναλωτή. H Gillette είχε παραγγείλει εκείνη την εποχή 500 εκατομμύρια ετικέτες με την ελπίδα ότι θα καταπολεμούσε έτσι την κλοπή των δημοφιλών ξυραφιών. Ξεσηκώθηκαν όμως οι ενώσεις καταναλωτών με σύνθημα «Βάζουν τον Big Brother στο καρότσι σας», και η εταιρεία αναγκάστηκε να κάνει πίσω.
H εμπειρία αυτή δεν εμπόδισε τον αμερικανικό γίγαντα διανομής Wal-Mart να ζητήσει τον Ιανουάριο του 2005 από τους προμηθευτές του να αρχίσουν να εφοδιάζουν όλα τα προϊόντα τους με τις ειδικές ετικέτες, διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα τους καταναλωτές ότι δεν θα θιγεί η ιδιωτική τους ζωή. Δύσκολο να πιστέψει κανείς κάτι τέτοιο. Όπως σημειώνει η Μοντ, τα περίφημα tags έχουν ισχύ ανάλογη με εκείνη που είχαν τα PC όταν πρωτοεμφανίστηκαν το 1985 και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τα παθητικά και τα ενεργητικά. Και τα δύο δέχονται και εκπέμπουν πληροφορίες, και μπορούν να τοποθετηθούν στα περισσότερα αντικείμενα της καθημερινής μας ζωής: αυτοκίνητα, ηλεκτρονικές συσκευές, ρούχα, βιβλία, έπιπλα, παιχνίδια, υλικά συσκευασίας, ακόμα και στο χαρτί αλληλογραφίας. Τα πρώτα δεν έχουν δική τους ενέργεια και έχουν βεληνεκές μερικά μέτρα. Τα δεύτερα έχουν ενσωματωμένη μπαταρία και οι δυνατότητές τους εκτείνονται σε εκατοντάδες μέτρα. Σύμφωνα με τη France Telecom, 13 δισεκατομμύρια μηχανήματα στην Ευρώπη έχουν ήδη τη δυνατότητα να επικοινωνούν μεταξύ τους. Μέσα στην προσεχή δεκαετία, υπολογίζεται ότι θα κυκλοφορούν στην αγορά κάπου 1,4 τρισεκατομμύρια ηλεκτρονικοί κατάσκοποι...
Ένας τέτοιος κατάσκοπος μπήκε πριν από δύο εβδομάδες στη ζωή των κατοίκων του Παρισιού: οι λεγόμενες Πορτοκαλί Κάρτες που χρησιμοποιούσαν για να ταξιδεύουν με το μετρό έδωσαν τη θέση τους σε ένα ηλεκτρονικό «πάσο». Ανώδυνο και πρακτικό, το σύστημα Navigo είναι εφοδιασμένο με κεραίες και βάσεις δεδομένων και επιτρέπει την παρακολούθηση, καταγραφή και διατήρηση για ένα χρονικό διάστημα όλων των κινήσεων του πολίτη. Επισήμως, στόχος του συστήματος αυτού είναι η καταπολέμηση της εγκληματικότητας. «Ευγενή» κίνητρα έχουν άλλωστε όλες οι εταιρείες που χρησιμοποιούν αυτή την τεχνολογία: η αμερικανική Pfizer, για παράδειγμα, εισάγει πλέον ένα «τσιπάκι» RFID σε κάθε χάπι Viagra για να καταπολεμήσει τη νοθεία. Εκατομμύρια κατάσκοποι μάς παρακολουθούν σε κάθε μας βήμα, η ιδιωτικότητα αποτελεί παρελθόν, αλλά μην ανησυχείτε, είναι για το καλό μας.
Tο χοντρό «κόλπο» της Iερουσαλήμ
"H παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ ταυτίζεται με το Πατριαρχείο. Είναι έτσι σαφές ότι δεν μπορεί να αλλάξει ο δημογραφικός χαρακτήρας αυτής της θεοκρατικής και θεοκρατούμενης πόλης χωρίς τη συναίνεση του Πατριαρχείου".
Μιλώντας την περασμένη εβδομάδα σε ομάδα Ελλήνων δημοσιογράφων και βουλευτών που επισκέπτονταν το Ισραήλ - μεταξύ των οποίων και ο απεσταλμένος των «ΝΕΩΝ» - ο Πατριάρχης Θεόφιλος δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει την οργή του για τον εκβιασμό που του ασκείται αυτή την περίοδο. Ποιος ασκεί αυτόν τον εκβιασμό; «Κύκλοι της ισραηλινής κυβέρνησης». Με ποιον στόχο; «Να επικυρώσουμε τα συμβόλαια για αγοραπωλησία γης που υπέγραψαν οι προκάτοχοί μας». Και ποια μέσα χρησιμοποιούν; «Παρακρατούν την αλληλογραφία μας, στο ταχυδρομείο έχουν σχηματιστεί ολόκληρα τσουβάλια. Δεν ανανεώνουν τις βίζες διαμονής των Αγιοπατεριτών αδελφών μας, δυσκολεύοντας έτσι τις μετακινήσεις τους. Έχουν επιβάλει μια στρατιωτική και αστυνομική δύναμη μέσα στο Πατριαρχείο σε 24ωρη βάση. Και, το κυριότερο, αρνούνται να αναγνωρίσουν τον νέο Πατριάρχη».
Ο ουσιαστικός λόγος που δεν αναγνωρίζει το Ισραήλ τον Θεόφιλο είναι ότι δεσμεύτηκε στις δύο άλλες πλευρές - τους Παλαιστίνιους και τους Ιορδανούς - ότι δεν θα πουλήσει γη της Ιερουσαλήμ σε Εβραίους. H ισραηλινή κυβέρνηση θεωρεί αυτή τη δέσμευση ρατσιστική, τη στιγμή μάλιστα που η Λατινική Εκκλησία - η οποία υπάγεται στο Βατικανό - έχει πουλήσει το τελευταίο διάστημα σε Εβραίους 54 στρέμματα δικών της ιδιοκτησιών. Τα θρησκευτικά κόμματα που μετέχουν στην κυβέρνηση έχουν έτσι αναλάβει την κλιμάκωση των πιέσεων. Ακόμη και στην πρόσφατη τελετή του Αγίου Φωτός υπήρξαν απειλές και εκβιασμοί, τόνισε ο Πατριάρχης. Από κοντά και άνθρωποι που απολαμβάνουν πλήρη προστασία από την Εκκλησία της Ελλάδος, οι οποίοι οργανώνουν προβοκάτσιες μαζί με τους φανατικούς. «Γιατί ένα κράτος δικαίου θέλει να μας επιβάλει έναν έκπτωτο;», αναρωτήθηκε ο Θεόφιλος. «H ενέργεια αυτή είναι εγκληματική και απαράδεκτη». Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν είναι μεγάλες και οι ευθύνες του Πατριαρχείου για τη σημερινή κατάσταση.
Γιατί όμως έχουν τόσο μεγάλη σημασία τα συμβόλαια που υπέγραψε ο Ειρηναίος; Μια απλή περιήγηση στην Ιερουσαλήμ δίνει την απάντηση. Δίπλα στην Πύλη Τζάφα, μια από τις εισόδους στην Παλιά Πόλη, βρίσκονται δύο ξενοδοχεία, τα οποία ανήκουν στο Πατριαρχείο. Είναι δύο μόνο από τα ακίνητα που προσπάθησε να πουλήσει ο πρώην οικονομικός διαχειριστής του Πατριαρχείου Νικόλας Παπαδήμας σε εταιρείες ισραηλινών συμφερόντων. Με πληρεξούσιο του Ειρηναίου, φυσικά, ο οποίος φρουρείται σήμερα σε 24ωρη βάση από άνδρες της ισραηλινής αστυνομίας και εξακολουθεί να δηλώνει ο νόμιμος πατριάρχης...
Το κόλπο είναι χοντρό. Και τ' όνομά του το αποκάλυψε πριν από λίγο καιρό η εφημερίδα Χααρέτζ: «μια ισχυρή, μεγάλη, εβραϊκή Ιερουσαλήμ». Όπως φαίνεται στον χάρτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στον Εκόνομιστ, το τείχος που κατασκευάζουν οι Ισραηλινοί περικυκλώνει ένα μεγάλο μέρος της ανατολικής (αραβικής) Ιερουσαλήμ. Στην Παλιά Πόλη και τους ιερούς της τόπους θα έχουν πρόσβαση μόνο οι 200.000 Παλαιστίνιοι που ζουν στην Ιερουσαλήμ και μερικοί τυχεροί που θα εξασφαλίζουν άδεια εισόδου. H συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους θα είναι αποκλεισμένη.
«Σ' αυτόν τον τόπο, κάθε σπιθαμή γης είναι πολύ σημαντική, και οι ιδιοκτησίες αλλάζουν πολύ δύσκολα», τόνισε ο Πατριάρχης Θεόφιλος. Τέτοιες αλλαγές, όμως, τις έχει ανάγκη το Ισραήλ για να νομιμοποιήσει την «τελευταία κατάκτηση της Ιερουσαλήμ».
Χούμους στο Αμπού Σούκρι
Το ωραιότερο χούμους της Ιερουσαλήμ σερβίρεται σε ένα απλό μαγαζί που λέγεται «Αμπού Σούκρι». Το εστιατόριο βρίσκεται στον αραβικό τομέα, κοντά στην Πύλη της Δαμασκού, αλλά μπαινοβγαίνει σ’αυτό κάθε καρυδιάς καρύδι: λογικό, αφού το φαγητό είναι υπέροχο και πάμφθηνο.
Εξω από το «Αμπού Σούκρι», ηλικιωμένες Παλαιστίνιες πουλούν την πραμάτεια τους. Θρήσκοι Εβραίοι, με τα χαρακτηριστικά καπέλα και τις κοτσίδες τους, πηγαινοέρχονται φουριόζοι. Το τοπίο είναι σύνθετο, τα χρώματα πολυάριθμα, οι μυρωδιές μπερδεμένες. Λίγα μέτρα πιο κάτω, δύο ευδιάκριτες εβραϊκές σημαίες σε ένα κτίριο δείχνουν ότι αυτή η αγοραπωλησία δεν είχε προβλήματα. Ο ισραηλινός κάμεραμαν που μας συνοδεύει μας εξηγεί ότι σε αυτή τη συνοικία όλο και περισσότερες ιδιοκτησίες αλλάζουν χέρια. Οι Εβραίοι αγοράζουν συνεχώς, το σχέδιο εποικισμού προχωρεί. Αλλά ο συνομιλητής μας δεν πιστεύει ότι ο διαχωρισμός της πόλης είναι δυνατός. «Ο,τι τείχος και να κατασκευάσει η κυβέρνησή μου, εκείνοι που έχουν ανάγκη θα το περνούν», μας λέει. Και για να μας το αποδείξει, μας οδηγεί σε δρομάκια που βρίσκονται έξω από την «τουριστική οδό», γωνιές δύσοσμες, βρώμικες, πάμφτωχες και εγκαταλελειμμένες. Εδώ μένουν οι παράνομοι Παλαιστίνιοι, που ήρθαν από τη Δυτική Οχθη ή τη Γάζα για να δουλέψουν.
Η μόνη λύση είναι μια ανοιχτή πόλη, τονίζει και ο δρ. Ναζμί Αμίν Αλ-Τζουμπέχ, αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Φαϊζάλ αλ-Χουσαϊνί και από τους πρωτεργάτες των Συμφωνιών της Γενεύης που είχαν δώσει πριν από τρία χρόνια ελπίδες στους ρομαντικούς αυτής της ταραγμένης περιοχής. «Μια χωρισμένη πόλη θα είναι μια νεκρή πόλη. Δεν θα γίνονται επενδύσεις, δεν θα δουλεύει το αποχετευτικό σύστημα, μια τέτοια λύση δεν είναι ρεαλιστική». Είναι κουραστικό να ζεις ανάμεσα σε τείχη και checkpoints, ο παλαιστίνιος καθηγητής είχε τον περασμένο χειμώνα μια προσωπική εμπειρία σε ένα σταθμό ελέγχου της Ιερουσαλήμ. Ο ισραηλινός φαντάρος με το Μ-16 έτρεμε από το κρύο, εκείνος ήταν μέσα σε ένα ζεστό αυτοκίνητο και άκουγε κλασική μουσική, έδωσε στο φαντάρο την ταυτότητά του, στο πρόσωπό του είδε τον γιο του, «τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησε, εκείνος έλεγξε την ταυτότητα και του την πέταξε στα μούτρα, στο πρόσωπό του ο καθηγητής είδε ένα δάκρυ, έβαλε μπρος ξανά το αυτοκίνητο, απομακρύνθηκε ένα χιλιόμετρο, σταμάτησε, κι έβαλε τα κλάματα.
Tουλάχιστον η σημαία να ήταν ιρακινή
H Καράντα ήταν μία από τις καλύτερες εμπορικές γειτονιές της Βαγδάτης πριν από τον πόλεμο. Εδώ ερχόσουν άμα ήθελες να αγοράσεις παπούτσια, έναν αποφλοιωτή, βερνίκι για τα νύχια ή άγραφα CD. Μέσα σε μια ώρα έβρισκες τα πάντα. Μετά τον πόλεμο άνοιξαν γραφεία στην περιοχή διάφορα θρησκευτικά κόμματα και μέσα σε λίγους μήνες τα πολύχρωμα ρούχα και οι αφίσες των γυναικών με μέικ-απ έδωσαν τη θέση τους σε σκοτεινές φωτογραφίες του Σιστάνι και του Μοκτάντα αλ-Σαντρ. Αλλά ο G. δεν είναι από τους ανθρώπους που πτοούνται εύκολα. Το κατάστημα των καλλυντικών που κληρονόμησε από την οικογένειά του ήθελε να το κρατήσει. Και από τον περασμένο Ιανουάριο, το μετέτρεψε σε κέντρο ποδοσφαιρικών συζητήσεων. Ο εξάδελφός του, ο οποίος ζει στον Καναδά εδώ και 15 χρόνια, του έστειλε μια τεράστια σημαία της Βραζιλίας και ο G. την κρέμασε στο παράθυρο.
Ύστερα από δύο ημέρες άρχισαν τα προβλήματα. Ένας γείτονας του G. τον ενημέρωσε ότι ένας νεαρός ιερωμένος με μαύρο τουρμπάνι που περνούσε από έξω και είδε τη σημαία, σταμάτησε και σημείωσε σε ένα χαρτί το όνομα του καταστήματος και τον δρόμο. «Ίσως να ήταν ένας οπαδός της Βραζιλίας», σχολίασε ο G. Την επομένη, είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει πόσο άδικο είχε. Ο ιερωμένος με το μαύρο τουρμπάνι που μπήκε στο μαγαζί δεν ενδιαφερόταν ούτε για καλλυντικά ούτε για κασκόλ. Είπε ότι είναι «αντιπρόσωπος» του γραφείου Τύπου του Σαντρ, το οποίο βρισκόταν λίγα μέτρα πιο κάτω, και ότι ήθελε να εκφράσει τη δυσαρέσκεια του θρησκευτικού ηγέτη για τη σημαία. Πού ήταν η αίσθηση της εθνικής του υπερηφάνειας; Πού ήταν η θρησκευτική του πίστη; Δεν θα ήταν καλύτερα, αντί για το πρόσωπο ενός ξένου παίκτη να κοσμεί το παράθυρο το πρόσωπο του πρώτου Σαντρ ή ακόμα καλύτερα του Μοκτάντα; Και, εν πάση περιπτώσει, αν ο G. ήθελε σώνει και καλά να κρεμάσει μια σημαία, δεν μπορούσε να διαλέξει την ιρακινή;
Ο G. προσπάθησε να βρει μια συμβιβαστική λύση, χάρισε στον ιερωμένο και ένα ζευγάρι φτηνές παντόφλες μαζί με μερικές φανέλες, νόμιζε ότι τη γλίτωσε. Όταν όμως βρήκε κάτω από την πόρτα του μια απειλητική επιστολή που τον χαρακτήριζε άπιστο, έσπευσε να κατεβάσει τη σημαία. Πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να πληροφορηθεί ότι ο Μοκτάντα έχει εκδώσει φάτουα κατά του ποδοσφαίρου, όπου επισημαίνει πως η Αμερική και το Ισραήλ, πανάθεμά τους, βάζουν τους Άραβες να παίζουν ποδόσφαιρο για να τους κρατούν μακριά από τους χώρους λατρείας: «Άμα θέλετε να τρέχετε, χαμπίμπι, να τρέχετε για στόχους που σας εξυψώνουν και δεν σας εξευτελίζουν»...
(Από το blog «H Βαγδάτη φλέγεται», riverbendblog. blogspot. com)
Kόντρα στο ρεύμα, σαν τον Aχμαντινεζάντ
«Πεισματάρης σαν τον Χάινε, ο Πέτερ Χάντκε αναζητεί στο έργο του μια ανοιχτή αλήθεια, κόντρα στο ρεύμα. Προωθεί την κοινωνική και πολιτική πρόοδο, υπηρετεί την προσέγγιση μεταξύ των λαών και συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των ομοιοτήτων μεταξύ των ανθρώπων».
Με αυτό το σκεπτικό δικαιολόγησε η Επιτροπή Βραβείου Χάινριχ Χάινε την επιλογή του Αυστριακού συγγραφέα για να του απονείμει το φετινό βραβείο, ύψους 50.000 ευρώ. Και αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε να προβεί ο Χάντκε σε μια από τις «αιρετικές» του κινήσεις για να ξεσπάσουν οι αντιδράσεις. Πολιτικοί απ' όλο το φάσμα, και ιδιαίτερα από τους Πράσινους, κατήγγειλαν ότι δεν είναι δυνατόν να δοθεί αυτό το βραβείο σε έναν άνθρωπο που έχει ισχυριστεί ότι οι Σέρβοι υπέστησαν περισσότερα από τους Εβραίους στο Ολοκαύτωμα και έχει κάνει παραλληλισμούς ανάμεσα στο Άουσβιτς και τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ. «Με τη λογική αυτή θα μπορούσαν να δώσουν το βραβείο και στον Αχμαντινεζάντ, είναι κι αυτός κόντρα στο ρεύμα», δήλωσε ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, ενώ ο «γκουρού» της γερμανικής λογοτεχνικής σκηνής, ο Μαρσέλ Ράιχ Ρανίτσκι, χαρακτήρισε την απόφαση προσβολή στη μνήμη του Χάινε.
Για άλλη μια φορά, γίνεται έτσι σύγχυση ανάμεσα στο λογοτεχνικό, θεατρικό και ποιητικό έργο ενός διανοούμενου και στις πολιτικές του θέσεις. Πριν από λίγο καιρό, ο διευθυντής της Κομεντί Φρανσαίζ αποφάσισε να αφαιρέσει το έργο του Χάντκε που ο ίδιος είχε περιλάβει στο πρόγραμμα επειδή ο συγγραφέας παρέστη και μίλησε στην κηδεία του Μιλόσεβιτς. Τώρα, το δημοτικό συμβούλιο του Ντίσελντορφ ετοιμάζεται να απορρίψει την πρόταση της Επιτροπής με το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να βραβευτεί ένας υπερασπιστής του πρώην δικτάτορα. Στο ίδιο πνεύμα, όμως, κινείται και ο τρόπος με τον οποίο ο Χάντκε προσπαθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Σε άρθρα του που δημοσιεύονται αυτή την εβδομάδα στον γερμανικό Τύπο, αρνείται ότι υποβάθμισε ή συμφώνησε ποτέ με οποιαδήποτε από τις σφαγές που έγιναν τη δεκαετία του '90 στη Γιουγκοσλαβία, όπως αρνείται και να κάνει διάκριση μεταξύ Σέρβων και Μουσουλμάνων εξτρεμιστών. Όσο για τη σύγκριση των Σέρβων με τους Εβραίους, την αποδίδει στα κακά γαλλικά του.
Το ερώτημα που τίθεται έτσι και πάλι είναι αν μπορεί να διαχωριστεί ο συγγραφέας από το έργο του. Αν ο Χάντκε ήταν εναντίον του Μιλόσεβιτς, θα ήταν περισσότερο άξιος για το βραβείο Χάινε; Αν δεν είχε προηγηθεί το σκάνδαλο της Comedie Francaise, μήπως η γερμανική επιτροπή θα έδινε το βραβείο σε κάποιον άλλον από τους υποψηφίους, όπως ο Ισραηλινός Αμος Οζ και η Χιλιανή Μισέλ Μπατσελέ; Ο Πέτερ Χάντκε θα «συγχωρηθεί» άραγε μόνο μετά θάνατον, όπως έγινε με τη σκηνοθέτιδα του Χίτλερ, τη Λένι Ρίφενσταλ; Ένα είναι βέβαιο: ότι οι απόψεις του Αυστριακού συγγραφέα δεν βοηθούν καθόλου, μα καθόλου, στην προσέγγιση του σερβικού και του βοσνιακού λαού.
H ιδεολογία της τουαλέτας
«Οι γερμανικές τουαλέτες είναι το αληθινό κλειδί των ωμοτήτων του Τρίτου Ράιχ. Οι άνθρωποι που είναι ικανοί να κατασκευάσουν τέτοιες τουαλέτες είναι ικανοί για όλα!» Έρικα Γιονγκ, από το Σύνδρομο του Ικάρου.
Στις γερμανικές παραδοσιακές τουαλέτες, η τρύπα βρίσκεται πολύ μπροστά. Έτσι, έχεις τη δυνατότητα να παρατηρήσεις καλά τα περιττώματα προτού τραβήξεις το καζανάκι και να εντοπίσεις τυχόν ίχνη κάποιας ασθένειας. Δοκιμάζοντας πρόσφατα αυτή την εμπειρία σε ένα ταξίδι του στη Φρανκφούρτη, ο Σλαβόι Ζίζεκ σκέφτηκε ότι οι τουαλέτες του δυτικού κόσμου αποτελούν ένα είδος «εκκριτικού» αντίβαρου στο τρίγωνο του Λεβί-Στρως για την κουζίνα. Αντίθετα με τη γερμανική παράδοση, στις κλασικές γαλλικές τουαλέτες η τρύπα βρίσκεται πολύ πίσω ώστε τα κόπρανα να εξαφανίζονται όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Το αμερικανικό μοντέλο, πάλι, αποτελεί ένα είδος σύνθεσης, μια μέση λύση ανάμεσα στους δύο αντίθετους πόλους: η λεκάνη είναι γεμάτη με νερό, έτσι ώστε τα κόπρανα να επιπλέουν. Μπορείς να τα επιθεωρήσεις, αλλά όχι και να τα σκαλίσεις.
Καμιά από τις τρεις αυτές εκδοχές δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι είναι απολύτως χρηστική, γράφει ο Σλοβένος φιλόσοφος και ψυχαναλυτής στη Λιμπερασιόν. Το κάθε μοντέλο χαρακτηρίζεται από μια συγκεκριμένη ιδεολογική αντίληψη της σχέσης ανάμεσα στο υποκείμενο και το έκκριμά του. Ο Χέγκελ ήταν από τους πρώτους που ερμήνευσαν τη γεωγραφική τριάδα Γερμανία-Γαλλία-Αγγλία ως έκφραση τριών διαφορετικών υπαρξιακών συμπεριφορών: της μελετημένης λεπτολογίας των Γερμανών, της επαναστατικής σπουδής των Γάλλων, του μετριοπαθούς πραγματισμού των Άγγλων. Αν την αναλύσουμε με πολιτικούς όρους, διαπιστώνουμε ότι η τριάδα αυτή αποτελείται από τον γερμανικό συντηρητισμό, τον γαλλικό επαναστατικό ριζοσπαστισμό και τον αγγλικό μετριοπαθή φιλελευθερισμό. Αν πάλι θέλουμε να δούμε ποια από τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής κυριαρχεί, συναντάμε στη Γερμανία την ποίηση και τη μεταφυσική, στη Γαλλία την πολιτική και στην Αγγλία την οικονομία.
H αναφορά στις τουαλέτες, συνεχίζει ο Ζίζεκ, μας επιτρέπει να διακρίνουμε την ίδια τριάδα στον ιδιωτικό χώρο της «εκκριτικής» λειτουργίας. Οι γερμανικές τουαλέτες χαρακτηρίζονται από μια αντιφατική και στοχαστική σαγήνη. Οι γαλλικές τουαλέτες αποσκοπούν στην απαλλαγή το συντομότερο δυνατό από το δύσοσμο και δυσάρεστο έκκριμα. Οι Αγγλοσάξονες, τέλος, ακολουθούν μια πραγματιστική προσέγγιση, αντιμετωπίζοντας τα κόπρανα ως ένα συνηθισμένο αντικείμενο που πρέπει να εξαφανιστεί με τον πλέον αρμόζοντα τρόπο. Ιδού λοιπόν η ήττα του διανοούμενου που διακηρύσσει σε διάφορα στρογγυλά τραπέζια ότι ζούμε σε ένα μετα-ιδεολογικό σύμπαν: μόλις καταφύγει σε μια τουαλέτα για να ανακουφίσει την ανάγκη του, ύστερα από μια φορτισμένη συζήτηση, βρίσκεται βουτηγμένος στην ιδεολογία μέχρι τον λαιμό.