Σάββατο, Μαΐου 31, 2008

Σύγκρουση για τον Αριστοτέλη



Περιέργως, το θέμα δεν το έχουν πάρει ακόμη χαμπάρι οι Έλληνες ιστορικοί, ώστε να αρχίσει κι εδώ, στο λίκνο του πολιτισμού, μια παθιασμένη συζήτηση. Στη Γαλλία, πάντως, γίνεται κόλαση: υπομνήματα, κόντρα υπομνήματα, επιθέσεις, προσβολές, απειλές. Ένας από τους μεγαλύτερους Γάλλους ιστορικούς, ο Ζακ Λε Γκοφ, έφτασε να εκφράσει δημοσίως τη λύπη του για όλον αυτόν τον παροξυσμό και την υποστήριξή του προς τον στόχο των επιθέσεων, παρόλο που βρίσκει τη θέση του «ενδιαφέρουσα, αλλά συζητήσιμη».

Ο στόχος λέγεται Σιλβέν Γκουγκενέμ. Και η θέση του, την οποία αναλύει στο βιβλίο του «Ο Αριστοτέλης στο Μont Saint-Μichel», είναι ότι η γνώση της αρχαίας Ελλάδας μεταδόθηκε στη Δύση με άμεσο, «εσωτερικό» τρόπο, και όχι με τη μεσολάβηση των Αράβων. Σε όλη τη σκοτεινή περίοδο του Μεσαίωνα υπήρχε ένα αδιάκοπο ρεύμα μεταφράσεων των ελληνικών κειμένων από ανθρώπους που ζούσαν στα μοναστήρια. Επιπλέον, η αρχαία Ελλάδα αντιπροσώπευε έναν κόσμο ξένο προς το Ισλάμ και από τη γνώση των αρχαίων Ελλήνων περνούσε στα αραβικά μόνο ό,τι δεν απειλούσε τη θρησκεία.

Όταν οι Διαστάσεις αναφέρθηκαν στο βιβλίο αυτό, πριν από μερικές εβδομάδες, δεν είχε ξεκινήσει ακόμη ο θόρυβος. Όσο περνούσαν οι μέρες, όμως, τόσο οξυνόταν η αντιπαράθεση ανάμεσα στους υπέρμαχους της ευρωπαϊκής «ταυτότητας» και τους υπερασπιστές των πολυ-πολιτισμικών αξιών. Όπως επισημαίνει το περιοδικό Μarianne, δεν θα είχε ασφαλώς δημιουργηθεί σκάνδαλο αν η συγκεκριμένη θέση είχε εκφραστεί από έναν αδαή και είχε κυκλοφορήσει από έναν περιθωριακό εκδοτικό οίκο. Όμως ο Γκουγκενέμ είναι ένας έγκυρος μεσαιωνολόγος, που διδάσκει στην Εcole Νormale Superieure της Λυών. Και το βιβλίο του κυκλοφόρησε από τις γνωστές Εκδόσεις Seuil, στο πλαίσιο της σημαντικής σειράς «Το ιστορικό σύμπαν».

Πολλά από τα επιχειρήματά του, βέβαια, είναι «ενδιαφέροντα, αλλά συζητήσιμα». Ο Ιάκωβος της Βενετίας ίσως και να μην πάτησε ποτέ το πόδι του στο αββαείο του Μont SaintΜichel, όπου φέρεται να μετέφρασε στα λατινικά τα σημαντικότερα έργα του Αριστοτέλη πολλές δεκαετίες πριν τα έργα αυτά επιστρέψουν στη Δύση μέσα από τα σχόλια του Αβερρόη. Η άποψη ότι οι Άραβες δεν μπορεί να μετέδωσαν στη Δύση την αρχαία ελληνική γνώση γιατί δεν την είχαν ούτε οι ίδιοι αφομοιώσει- και δεν την είχαν αφομοιώσει επειδή ερχόταν σε αντίθεση με την απόλυτη αλήθεια του Κορανίου- διαπνέεται από μια ευδιάκριτη ισλαμοφοβία. Άλλωστε, η ανάπτυξη των μαθηματικών δείχνει ότι οι Άραβες μπορούσαν θαυμάσια να πάρουν τις αποστάσεις τους από την πίστη. Όλα αυτά όμως δεν δικαιολογούν τις υστερικές επιθέσεις από «ιστορικά ευπρεπείς» συγγραφείς που απορρίπτουν εξ ορισμού οποιαδήποτε αμφισβήτηση των δογμάτων που ισχύουν. Η ελευθερία του λόγου- το επισημαίνουμε συχνά στον αραβικό κόσμο- αποτελεί κατάκτηση της Δύσης και είναι αδιαπραγμάτευτη.

Παρασκευή, Μαΐου 30, 2008

Η αντίσταση της Κοινότητας



«Το μόνο που μπορεί να κάνει η Ιταλία είναι να αποτελεί ένα μεγάλο γήινο παράδεισο για όλους τους προλετάριους του κόσμου».

Όσο περισσότερο σκέφτεται ο Τόνι Νέγκρι εκείνη τη ρήση του Λένιν, τόσο τείνει να συμφωνήσει μαζί του. Η Ιταλία δεν ξέρει τι θέλει ή τι μπορεί να γίνει. Γι΄ αυτό και τα αντανακλαστικά της είναι αμυντικά. Επαναφέρει στην εξουσία τον Μπερλουσκόνι, για να την προστατεύσει από τους κακούς. Αναγορεύει σε μέγιστο εχθρό της τους Τσιγγάνους, εναντίον των οποίων αφήνει να εκδηλωθούν τα χειρότερά της ένστικτα. Ο μόνος θεσμός στον οποίο πίστευε και εξακολουθεί να πιστεύει είναι η Εκκλησία. Ο θεσμός αυτός, λέει ο Νέγκρι σε συνέντευξή του στο περιοδικό Λ΄ Εσπρέσσο, καθιστά την Ιταλία διαφορετική από όλες τις υπόλοιπες χώρες και συνιστά ένα αμετακίνητο εμπόδιο σε οποιαδήποτε πρόοδο. Η παγκόσμια κατάσταση βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, και οι Ιταλοί παραμένουν προσκολλημένοι σε παλιούς μύθους γύρω από την ταυτότητά τους.

Ο 75χρονος φιλόσοφος, αντίθετα, προσπαθεί να παρακολουθεί την εποχή και να προσαρμόζει ανάλογα τη σκέψη του. Μετά την Αυτοκρατορία, ένα βιβλίο για την παγκοσμιοποίηση που έγινε παγκόσμιο μπεστ σέλερ, μετά το Πλήθος, που πραγματευόταν τους ανταγωνισμούς μεταξύ των κοινωνικών υποκειμένων, ολοκληρώνει τώρα (μαζί με τον Αμερικανό ακαδημαϊκό Μάικλ Χαρτ) την Κοινότητα, με την οποία και θα κλείσει αυτή η τριλογία. Η κεντρική ιδέα αυτού του βιβλίου, που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο, είναι ότι η αλλαγή της εργασίας επαναφέρει στο προσκήνιο μια έννοια που ήταν της μόδας πριν από τριάντα χρόνια: τον «πολιτικό μισθό». Ο καθένας από μας, είτε απασχολείται κάπου με σταθερό ωράριο είτε είναι νοικοκυρά που κάθεται στο σπίτι για να προσέχει τα παιδιά, φοιτητής που θέλει περισσότερη επιμόρφωση ή εργαζόμενος της πληροφορικής που έχει ανάγκη από ένα δωρεάν λογισμικό, πρέπει να θεωρείται παραγωγικός και μόνο από το γεγονός ότι ζει σε μια παραγωγική κοινωνία. Και να αμείβεται αναλόγως.

Μετά τον Σπινόζα, από τον οποίο δανείστηκε την έννοια του Πλήθους, ο Νέγκρι μετακινείται τώρα στον Φουκώ και τη βιοπολιτική του, δηλαδή την περιγραφή ενός καπιταλισμού που επενεργεί όχι μόνο στη σφαίρα του πολιτικού, αλλά σε ολόκληρη τη ζωή του πληθυσμού, την υγεία, την ηθική, τη σεξουαλικότητα, τα πάντα. Απέναντι σε αυτή την κυριαρχία του κράτους, το οποίο χάνει πλέον τον ενοποιητικό του χαρακτήρα, αναπτύσσονται νέες μορφές κοινωνικής αντίστασης, που απορρέουν από την Κοινότητα. Ελπίζουμε να έχει δίκιο ο φιλόσοφος. Και να τις δούμε αυτές τις μορφές αντίστασης στη χώρα του, που με τη νέα της κυβέρνηση φαίνεται να υποκύπτει σ΄ ένα κύμα ρατσισμού και ξενοφοβίας.

Πέμπτη, Μαΐου 29, 2008

Ρομπέρ Χωρίς Σύνορα



Είναι κακό να σε χρηματοδοτούν κάποιοι αμφιλεγόμενοι επιχειρηματίες, ένα ύποπτο αμερικανικό ίδρυμα και οι εχθροί του Κάστρο; Ο γενικός γραμματέας των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα είναι καταδικασμένος, όπου κι αν βρίσκεται, να απαντά σε αυτήν την ερώτηση.

Όταν ήταν μικρός, ο Ρομπέρ Μενάρ ήθελε να γίνει παπάς. «Ήμουν ιδεαλιστής. Δεν ξέρω αν εκείνη η επιθυμία μου είναι πολύ διαφορετική από αυτό που κάνω σήμερα», λέει σε συνέντευξη που έδωσε την περασμένη εβδομάδα στην ιστοσελίδα Rue89 μεαφορμή τη βράβευσή του με τη Λεγεώνα της Τιμής. Ευτυχώς γι΄ αυτόν, η μητέρα του τον έστειλε στον διάβολο και ο Ρομπέρ αναζήτησε άλλες διεξόδους στον ιδεαλισμό του. Αφού έκανε διάφορες δουλειές, κατέληξε στη δημοσιογραφία και το 1983 ίδρυσε μαζί με τον Ρονί Μπρομάν τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα. Μαχητικός, αεικίνητος, συγκρούεται μετωπικά με τους «κακούς», περιφρονώντας την τάση των συμπατριωτών του να βλέπουν τα πάντα από φιλοσοφική σκοπιά. Κάπως έτσι βρέθηκε και στην Ολυμπία, και στη διάρκεια της τελετής για την αφή της φλόγας ύψωσε με δύο συνεργάτες του μια σημαία που στη θέση των Ολυμπιακών κύκλων είχε χειροπέδες. Λίγες ημέρες αργότερα, όταν η φλόγα περνούσε από το Παρίσι, ύψωσε ανάλογο πανό στην Παναγία των Παρισίων.

Δεν είναι λίγο βαρύ να παίρνει μια οργάνωση πάνω της όλη την κριτική προς το καθεστώς του Πεκίνου; «Είναι, αλλά κανείς άλλος δεν το κάνει», απαντά ο Μενάρ, δείχνοντας μια αφίσα με την οποία οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα ζητούσαν ήδη από το 2001 το μποϊκοτάρισμα των Αγώνων του Πεκίνου. Θα μπορούσαν οι Ρεπόρτερ να αναλάβουν αυτό το φορτίο αν δεν χρηματοδοτούνταν από διάφορους ισχυρούς; «Μα δεν σας ενδιαφέρει λοιπόν τίποτα άλλο;». Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα της οργάνωσης, το 60% των εσόδων της προέρχεται από την πώληση των λευκωμάτων της και άλλων προϊόντων, ενώ μεγάλο μέρος του υπολοίπου προέρχεται από δημόσια χρηματοδότηση. Με 400.000 ευρώ τον χρόνο, το εργαστήριο SanofiΑventis συνεισφέρει το 10% του προϋπολογισμού. Όσο για τους «ύποπτους» χρηματοδότες, είναι δύο και αντιστοιχούν μόλις στο 2,5%: το αμερικανικό Νational Εndowment for Democracy (35.000 ευρώ) και το Center for a Free Cuba (64.000 ευρώ).

«Θα ήταν εύκολο να τους ξαποστείλω», λέει ο Μενάρ. Αλλά είναι πραγματιστής και χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να κάνει τη δουλειά του, δηλαδή να υπερασπίζεται την ελευθερία του Τύπου όπου και αν απειλείται. Αυτό θα επισημάνει ασφαλώς και απόψε, στη συνέντευξη Τύπου που θα δώσει στην Αθήνα με αφορμή τη δίκη του για «έργω εξύβριση των μελών της Ολυμπιακής Επιτροπής». Ίσως κάποιος να τον ρωτήσει τι εννοούσε όταν έλεγε πέρυσι ότι τα βασανιστήρια μπορεί και να είναι θεμιτά καμιά φορά, όταν πρόκειται για παράδειγμα για τη ζωή ενός ομήρου, αλλά ο Μενάρ δεν θα απαντήσει, αυτά είναι ιδεολογικά ζητήματα, εκείνος θέλει μόνο να κάνει τη δουλειά του.

Τετάρτη, Μαΐου 28, 2008

Οι «καλοί άγριοι» του Καντέ



Αυτή η φωτογραφία εκπέμπει κύματα αισιοδοξίας. Αυτά τα παιδιά δεν πετούν πέτρες ούτε καίνε αυτοκίνητα στο προάστιο όπου μένουν, αλλά στηρίζουν τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον σε μια μαγική λέξη: την εκπαίδευση.

Παρατηρώντας κανείς τη σημερινή Γαλλία, κουρασμένη, φοβισμένη και αγχωμένη, δύσκολα πιστεύει ότι το σημαντικότερο υπουργείο της ήταν και είναι το υπουργείο Παιδείας. Με 1,3 εκατομμύρια δημοσίους υπαλλήλους και έναν προϋπολογισμό που φτάνει τα 116 δισεκατομμύρια ευρώ, η Παιδεία βρίσκεται πραγματικά στην καρδιά της χώρας. Όπως παρατηρεί η δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Ανιές Πουαριέ, η αίθουσα διδασκαλίας είναι ο τόπος όπου γεννιούνται οι Γάλλοι πολίτες και όπου διαμορφώνεται το έθνος από το 1789 μέχρι σήμερα. Και το μεγάλο ερώτημα ήταν πάντα πώς να συμφιλιωθούν μεταξύ τους οι εγγενείς αντιφάσεις του γαλλικού συστήματος. Πώς να δείχνεις αποφασιστικότητα χωρίς να αποκλείεις; Πώς να διδάσκεις έναν ενιαίο πολιτισμό, αναγνωρίζοντας ταυτοχρόνως τις διαφορετικότητες;

Ο Λοράν Καντέ δεν συγκαλύπτει, δεν εξωραΐζει και- το κυριότερο- δεν κρίνει. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας του «Ανάμεσα στους τοίχους», που ενθουσίασε το κοινό στις Κάννες και κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα, είναι απείθαρχοι, έξυπνοι, εφευρετικοί, εργατικοί, βλάσφημοι, ακόμη και βίαιοι. Έχετε δει τα Μαθήματα Ιστορίας, του Άλαν Μπένετ; Καμία σχέση! Οι μαθητές του Καντέ δεν ετοιμάζονται για τα Πανεπιστήμια του Κέιμπριτζ ή της Οξφόρδης. Μοιάζουν περισσότερο με τους «καλούς αγρίους» του Ρουσσώ. Το να προσπαθείς να τους μάθεις την υποτακτική μετατρέπεται γρήγορα σε μια μάχη ανάμεσα στην παλιά και την καινούργια Γαλλία. Κάθε φορά που τους ζητάς να εκφραστούν ελεύθερα βγαίνει στην επιφάνεια το ζήτημα της ταυτότητας. Ο Σουλεϊμάν δεν το συζητά καν να υποστηρίξει την Εθνική Γαλλίας στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Ο Νασίμ αποκαλεί τον δάσκαλό του «jambonbeurre», από το όνομα του κλασικού σάντουιτς που τρώνε οι εργαζόμενοι το μεσημέρι στο μπιστρό. Και μια συμμαθήτριά τους λέει πως ντρέπεται που είναι Γαλλίδα.

Αυτός ο Χρυσός Φοίνικας- λέει στη Λιμπερασιόν ο παιδαγωγός Φιλίπ Μεριέ- αποτελεί μια εξαιρετική είδηση, γιατί επανατοποθετεί την εκπαίδευση στο κέντρο των διακυβευμάτων της κοινωνίας, δείχνει την πραγματικότητα των σχολείων και προσφέρει μια διέξοδο από τις παραδοσιακές ιδεολογικές διαμάχες. Ο 30χρονος δάσκαλος, ο Φρανσουά, έχει μια ιδιαιτερότητα: αγαπάει τη δουλειά του, αγαπάει τα παιδιά και θέλει να επικοινωνήσει μαζί τους. Το ίδιο έκανε και στην πραγματική του ζωή, αφού η ταινία βασίζεται στην προσωπική του εμπειρία. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που τον αγαπούν και τα παιδιά. Αυτό που είναι περίεργο, και κυρίως προκλητικό, είναι ότι όλοι οι Γάλλοι πολιτικοί, με πρώτο τον πρωθυπουργό, έσπευσαν να επαινέσουν την ταινία, χαρακτηρίζοντάς τη φόρο τιμής στους δασκάλους που δουλεύουν σε δύσκολες συνθήκες. Την ίδια ώρα, οι δάσκαλοι διαδήλωναν στους δρόμους και τα «αποβράσματα» των προαστίων προσπαθούσαν να σκοτώσουν τον άδειο χρόνο τους...

Τρίτη, Μαΐου 27, 2008

Για όλα φταίνε οι τράπεζες



Ο Ουόρεν Μπάφετ είναι ο πιο πλούσιος άνθρωπος του κόσμου. Και δεν έχει κανένα πρόβλημα να δηλώσει ότι για την κρίση που προκάλεσαν τα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου (subprimes) φταίνε οι τράπεζες, και μόνο αυτές.

Λένε πως ο Μπάφετ μπήκε μια μέρα στο γραφείο του, στην εταιρεία Βerkshire Ηathaway από την οποία ελέγχει τα μερίδιά του στην ΚόκαΚόλα, την Αμέρικαν Εξπρές και άλλες 74 επιχειρήσεις, και ρώτησε τους 19 υπαλλήλους του πόσο φόρο πληρώνουν. Κανείς δεν πλήρωνε λιγότερο φόρο από τον ίδιο, αναλογικά βέβαια με τα εισοδήματά του. «Είναι αλήθεια», λέει σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Ελ Παΐς με αφορμή το πρώτο του μεγάλο επαγγελματικό ταξίδι στην Ευρώπη. «Οι υπάλληλοί μου πληρώνουν σε φόρους το 33% του εισοδήματός τους, ενώ εγώ, χωρίς συμβούλους ούτε φορολογικούς παραδείσους, κάνοντας αποκλειστικά αυτά που μου υπαγορεύει το Κονγκρέσο, πληρώνω μόνο 17%».

Η περιουσία του 78χρονου μεγαλοεπενδυτή υπολογίζεται σε 62 δισεκατομμύρια δολάρια, κάτι παραπάνω από το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν του Μαρόκου. Και ο λόγος που επισκέφθηκε την Ευρώπη είναι η αναζήτηση αγοραστικών ευκαιριών στις μεγάλες οικογενειακές επιχειρήσεις της ηπείρου. Γιατί δεν προτίμησε αναδυόμενες οικονομίες όπως της Κίνας ή της Ινδίας, που αυξάνονται με ταχύτατους ρυθμούς; «Θέλουμε να αγοράσουμε εταιρείες με ακαθάριστο κέρδος άνω των 50 εκατομμυρίων ευρώ, και υπάρχουν περισσότερες τέτοιες εταιρείες στην Ευρώπη απ΄ ό,τι σε άλλα μέρη του κόσμου. Ο καλύτερος τρόπος να ψαρεύεις είναι από μια λίμνη με πολλά ψάρια. Και η λίμνη που διαλέξαμε είναι η Ευρώπη».

Ο Μπάφετ απαντά σε όλες τις ερωτήσεις με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο. Ναι, η διακυβέρνηση της Αμερικής από τον Μπους σημαδεύτηκε από μείωση των φόρων που πληρώνουν οι πλούσιοι και αύξηση των φόρων που πληρώνει η μεσαία τάξη. Ναι, η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση έδειξε την ανάγκη να υπάρχει μεγαλύτερος έλεγχος των βασικών υπευθύνων, δηλαδή των τραπεζών. Όχι, ο Μακέιν δεν είναι ο κατάλληλος άνθρωπος να διοικήσει την Αμερική, παρόλο που του είναι προσωπικά συμπαθής. Ο ίδιος βρίσκεται όμως πολύ πλησιέστερα στις θέσεις και των δύο υποψηφίων του Δημοκρατικού Κόμματος στο ζήτημα της φορολογίας, του συστήματος υγείας, των αμβλώσεων. Γι΄ αυτό και θα υποστηρίξει με όλες του τις δυνάμεις τον υποψήφιο των Δημοκρατικών, όποιος κι αν είναι αυτός.

Ο Ουόρεν Μπάφετ μπορεί να είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο - φέτος πέρασε τον Γκέιτς- αλλά αποφεύγει να προκαλεί. Ζει στο ίδιο σπίτι που αγόρασε πριν από 40 χρόνια, οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του και έχει ετήσιο μισθό 100.000 δολαρίων, πολύ μικρότερο από τις μυθικές απολαβές πολλών στελεχών της Ουόλ Στριτ. Όσο για τα κέρδη του από τις μετοχές στην Βerkshire Ηathaway, δεσμεύεται ότι θα διατεθούν όλα για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Όλα.

Δευτέρα, Μαΐου 26, 2008

Νερό, σπέρμα και λέξεις



Τι προτιμάτε να διαβάσετε αυτό το καλοκαίρι: μια αφήγηση 1.000 σελίδων για τις διεστραμμένες φαντασιώσεις των SS γραμμένη από κάποιον Τζόναθαν Λίτελ ή ένα βιβλίο 200 σελίδων για τις σεξουαλικές φαντασιώσεις μιας 18χρονης με την υπογραφή της διάσημης Σαρλότ Ρος;

Ή στραβός είν΄ ο γυαλός ή στραβά αρμενίζουμε. Τα μυθιστορήματα της Γαλλίδας Κριστίν Ανγκό όχι μόνο δεν είναι ανατρεπτικά, όπως υποστηρίζουν οι θιασώτες της νέας «ενιαίας σκέψης», αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι καν μυθιστορήματα. Η συγγραφέας απλώς εκτίθεται δημοσίως. Αυτά που περιγράφει- σημειώνει ο Γκι Κονοπνικί στο περιοδικό Μαριάν - δεν είναι οι εκπλήξεις και οι απογοητεύσεις της ερωτικής της ζωής, αφού ο ερωτισμός απαιτεί μια κάποια ποίηση. Για σεξ μιλά η γυναίκα, και το κάνει με δήθεν προκλητικό αλλά στην πραγματικότητα ξεπερασμένο και βαρετό τρόπο, περιγράφοντας ας πούμε ένα χρησιμοποιημένο βουρτσάκι τουαλέτας. Στον παλιό υπερρεαλισμό, τον οποίο μάλλον αγνοεί, αντιπαραθέτει έναν ρεαλισμό της υπερβολής. Αλλά πουλάει.

«Χρησιμοποιώ το σμήγμα μου όπως άλλοι χρησιμοποιούν το άρωμά τους», γράφει η 30χρονη Γερμανίδα Σαρλότ Ρος στo βιβλίο της Feuchtgebiete (Υγρές Περιοχές). Με αυτό το «εγχειρίδιο του αυνανισμού», όπως το αποκάλεσε ο γερμανικός Τύπος, η πρώην τηλεοπτική παρουσιάστρια εκτοξεύτηκε στην κορυφή των μπεστ-σέλερ του Αmazon. Και όταν ο ανταποκριτής μας στη Γερμανία της ζήτησε συνέντευξη, ο ατζέντης της του είπε να τηλεφωνήσει ξανά σε έναν μήνα για να κανονίσουν κάτι το φθινόπωρο.

Αν η γυναικεία ερωτική λογοτεχνία στην απελευθερωμένη Δύση είναι απογοητευτική, μήπως να στρέψουμε την προσοχή μας στην καταπιεσμένη Ανατολή, όπου κάτι μοιάζει να κινείται; Όπως θα το περίμενε κανείς, όλα ξεκίνησαν από τον Λίβανο, αλλά τη σκυτάλη έχουν πάρει οι γυναίκες και σε άλλες μουσουλμανικές χώρες- που διψούν για σεξ και το λένε. «Μας ανάγκασαν να κλειδώσουμε τα μπούτια μας, να φυλαγόμαστε από τους άνδρες», έγραφε πριν από δύο χρόνια η Μαροκινή Χαλίμα Χαμντάν σ΄ ένα βιβλίο-κραυ γή με τίτλο Αφήστε με να μιλήσω! Στις χώρες αυτές, η γυναίκα παραδέχεται ότι δεν γνωρίζει το σώμα της ή το γνωρίζει χωρίς να το παραδέχεται. «Όταν ο Μούσταφα άρχιζε να το εξερευνά με τα χείλη του, ανακάλυψα ξαφνικά τις πτυχώσεις και τις καμπύλες του», γράφει η Λιβανέζα Αλαουίγια Σομπ στο αριστούργημά της Μαριάμ ή το αλλοιωμένο παρελθόν . Αλλά τα πράγματα αλλάζουν, τα ταμπού ξεπερνιούνται: γιατί να διστάζεις, άλλωστε, αφού ανά πάσα στιγμή ο ουρανός μπορεί να πέσει στο κεφάλι σου; «Έχω ανάγκη από νερό, σπέρμα και λέξεις», τονίζει η ποιήτρια από τη Συρία Σάλουα αλ-Νεϊμι στο Ίχνη μελιού. Μια σεξουαλική βουλιμία, αυτό συναντά κανείς σήμερα από τη Συρία μέχρι τη Σαουδική Αραβία, αλλά η λογοτεχνία αυτή βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, η πεολειχία απουσιάζει, ο σοδομισμός είναι αδιανόητος, ο λεσβιακός έρωτας παραμένει εφεύρεση της ακάθαρτης Δύσης. Όπως γράφει στο Le Ρoint o Μαλέκ Σεμπέλ, συγγραφέας του «αραβικού Κάμα-σούτρα», η σημερινή αραβική λογοτεχνία περιμένει ακόμη τον Μίλερ και τον Ναμπόκοφ της.

Σάββατο, Μαΐου 24, 2008

O Αρκάν και οι μαθητές του



Ακόμα το συζητούν στα καφενεία του Βελιγραδίου: τον περασμένο Φεβρουάριο, η σερβική αστυνομία συνέλαβε δύο θρυλικούς παλιούς παίκτες του Ερυθρού Αστέρα, τον Ντράγκαν Τζάζιτς και τον Βλαντίμιρ Τσβέτκοβιτς, φορώντας τους χειροπέδες μπροστά στις κάμερες. Ο πρώτος, 62 ετών σήμερα, ήταν στα νιάτα του μεγάλος ποδοσφαιριστής και στη συνέχεια έγινε αντιπρόεδρος της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. Ο δεύτερος, 67 ετών, είναι παλιός μπασκετμπολίστας και πρώην πρόεδρος του Ερυθρού Αστέρα. Μαζί με τον γραμματέα του συλλόγου, τον 72χρονο Μίλος Μαρίνκοβιτς, κατηγορούνται ότι άνοιξαν έναν τραπεζικό λογαριασμό στο όνομα του επιθετικού Γκόραν Ντρούλιτς, που έφυγε το 2001 για τη Σαραγόσα, και πλαστογραφώντας την υπογραφή του εισέπραξαν ένα μέρος των χρημάτων της μεταγραφής, περίπου 6 εκατομμύρια ευρώ.

«Δεν ήταν ανάγκη να τους εξευτελίσουν έτσι», λέει ο Στέβαν Στογιάνοβιτς, άλλοτε τερματοφύλακας και σήμερα αθλητικός διευθυντής του συλλόγου. «Ό,τι κι αν τους καταλογίζουν, θα μπορούσαν να τους καλέσουν σε απολογία». Αλλά η σερβική δικαιοσύνη εξαντλεί την αυστηρότητά της στα μικρά ψάρια, προσπαθώντας να καλύψει την ανικανότητά της να πιάσει τα μεγάλα. Καμία πρόοδος δεν έχει γίνει στην υπόθεση του πρώην προέδρου της Ομοσπονδίας Μπράνκο Μπουλάτοβιτς, ο οποίος δολοφονήθηκε τον Μάρτιο του 2004 ενώ προσπαθούσε να δώσει τέλος στην πρακτική των στημένων αγώνων. Ούτε οδήγησαν πουθενά οι ανακρίσεις της τραγουδίστριας Τσέκα, χήρας του περιβόητου γκάνγκστερ Αρκάν, που σήμερα καλοπερνάει στην Κύπρο. Πρόεδρος των οπαδών του Ερυθρού Αστέρα, τους οποίους εκπαίδευε στο γήπεδο της ομάδας προτού τους στείλει στο μέτωπο εναντίον των εχθρών της Σερβίας, ο Αρκάν κατάλαβε γρήγορα ότι μπορούσε να βγάλει πολλά λεφτά από το ποδόσφαιρο: αγόρασε μια ομάδα της τρίτης κατηγορίας, τη βάφτισε Όμπιλιτς, και την ανέβασε γρήγορα στην πρώτη κατηγορία εφοδιάζοντάς την με τους καλύτερους παίκτες της χώρας, τους οποίους στη συνέχεια πουλούσε στο εξωτερικό. Εκβιασμοί, απαγωγές, σφαγές, τρομοκρατία, παντού διακρίθηκε ο Αρκάν και κανείς δεν μπορούσε να του αντισταθεί: σε ένα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε πρόσφατα, ο ιδιοκτήτης μιας μικρής ομάδας διηγείται πώς αναγκάστηκε να του την πουλήσει όταν του έβαλαν το πιστόλι στον κρόταφο.

Το 1998 η Όμπιλιτς πήρε το πρωτάθλημα και δύο χρόνια αργότερα ο Αρκάν δολοφονήθηκε. Στο μεταξύ, οι μέθοδοί του είχαν βρει άξιους μιμητές στη Σερβία. Όπως γράφει η Ελέν Ντέσπιτς-Πόποβιτς στη Λιμπερασιόν, ο Ερυθρός Αστέρας και η Παρτιζάν Βελιγραδίου κέρδισαν στα χρόνια του πολέμου περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ από την πώληση των αστεριών τους. Ο Μπουλάτοβιτς «έσπρωχνε» κυρίως παίκτες από τον τόπο της καταγωγής του, το Μαυροβούνιο. Ο διάδοχός του Ζβέζνταν Τέρζιτς, που έχει διαφύγει στο εξωτερικό, είχε αδυναμία στους παίκτες της ΟFΚ Βελιγραδίου. «Το πρόβλημα δεν είναι οι μεταγραφές, αλλά η θέσπιση κανόνων που θα προσδιορίζουν πόσα παίρνει ο παίκτης, πόσα ο μάνατζερ και πόσα η ομάδα», λέει ο Στογιάνοβιτς. «Τα πράγματα φτιάχνουν, αλλά με αργούς ρυθμούς. Όπως και η σχέση μας με την Ευρώπη»...

Πέμπτη, Μαΐου 22, 2008

Έγιναν και μερικά λάθη



Η ιστορία του προκαλεί αποτροπιασμό. Η αντιμετώπισή του από τους διώκτες του, τώρα που αθωώθηκε πανηγυρικά, προκαλεί απέχθεια.

Λέγεται Μουράτ Κουρνάζ. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία από Τούρκους γονείς. Τον Οκτώβριο του 2001, έναν μήνα μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους, πήγε στο Πακιστάν για να μάθει περισσότερα για το Ισλάμ. Συνελήφθη για άγνωστο λόγο, παραδόθηκε στις αμερικανικές αρχές για γνωστό λόγο (έναντι λύτρων 3.000 δολαρίων), πέρασε μερικές εφιαλτικές εβδομάδες στην αμερικανική βάση του Κανταχάρ και μεταφέρθηκε στο Γκουαντάναμο. Το 2002 οι αμερικανικές αρχές συμπέραναν ότι δεν είχε καμιά σχέση με την τρομοκρατία, αποφάσισαν όμως να συνεχίσουν να τον κρατούν σε απομόνωση επειδή ένας φίλος του υποτίθεται πως είχε πραγματοποιήσει μια επίθεση αυτοκτονίας. Ο φίλος είναι σώος και αβλαβής (και φυσικά δεν είχε ποτέ παρτίδες με την τρομοκρατία), αλλά ο Κουρνάζ αφέθηκε ελεύθερος μόλις το 2006, ύστερα από πιέσεις της κυβέρνησης Μέρκελ.

Προχθές το απόγευμα κλήθηκε να καταθέσει μέσω δορυφόρου ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων για την κατάσταση εκείνων των κρατουμένων στο Γκουαντάναμο που έχουν κριθεί αθώοι αλλά δεν έχουν πού να πάνε. Λόγω της διαφοράς ώρας, ήταν ήδη αργά στη Γερμανία όταν ο πρόεδρος της Επιτροπής τού έδωσε τον λόγο. Λόγω κάποιου τεχνικού προβλήματος με συμβολική σημασία, ο ήχος δεν έφτανε στην Ουάσινγκτον όταν άρχισε να μιλά. Χρειάστηκε κανένα ημίωρο για να αποκατασταθεί η βλάβη. Κι όταν τελικά ο Κουρνάζ άρχισε να περιγράφει τα βασανιστήρια που υπέστη (και περιλαμβάνονται στο βιβλίο του «Στην κόλαση του Γκουαντάναμο»), ένα μέρος του κοινού και των δημοσιογράφων είχε αποχωρήσει. «Δεν έκανα τίποτα κακό και με μεταχειρίστηκαν σαν τέρας» είπε. «Μου στέρησαν τον ύπνο, με υπέβαλαν σε θρησκευτικούς και σεξουαλικούς εξευτελισμούς, με κτυπούσαν διαρκώς, με ανέκριναν χωρίς σταματημό και στη συνέχεια με άφηναν στο έλεος των δεσμοφυλάκων. Το ίδιο συνέβαινε και με τους άλλους κρατουμένους. Στο Γκουαντάναμο δεν υπάρχει νόμος».

Από τους πέντε βουλευτές που είχαν κάνει τον κόπο να έρθουν να τον ακούσουν, κανείς δεν θυμόταν το όνομά του. Ένας από αυτούς τον αποκάλεσε Καρζάι. Και ο πρώτος που μίλησε μετά το τέλος της αφήγησης, ο Ρεπουμπλικανός αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ντάνα Ρορμπάτσερ, εξέφρασε έντονες επιφυλάξεις γι΄ αυτά που είχε ακούσει. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονταν σε πόλεμο- τόνισε- και έπρεπε να προστατεύσουν με κάθε τρόπο τον εαυτό τους, μπορεί λοιπόν να έκαναν και μερικά λάθη. Ήταν δέκα το βράδυ στη Βρέμη όταν ο Δημοκρατικός Τζέρολντ Νάντλερ πήρε τον λόγο: «Οι άνθρωποι που σας βασάνισαν διέπραξαν εγκλήματα και ελπίζω τα επόμενα χρόνια να λογοδοτήσουν. Στο όνομα των Ηνωμένων Πολιτειών, θα ήθελα να εκφράσω τη λύπη μου και να ζητήσω συγγνώμη». Το κοινό χειροκρότησε χλιαρά, ο χρόνος του Κουρνάζ είχε τελειώσει. Κάπου δύο ώρες κουβέντα για πέντε χαμένα χρόνια.

Τετάρτη, Μαΐου 21, 2008

Μαύρος ρατσισμός



Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Μετανάστευσης του Αφρικανικού Νότου, η Νότια Αφρική, η Μποτσουάνα και η Ναμίμπια είναι οι πιο ξενοφοβικές χώρες στον κόσμο. Και ο λαός με τα σκληρότερα αισθήματα απέναντι στους μετανάστες είναι οι Νοτιοαφρικανοί.

Την αποκαλούν «μέθοδο του περιδέραιου». Και συνίσταται στο να περνάς από τον λαιμό του θύματος ένα λάστιχο γεμάτο με πετρέλαιο και να του βάζεις φωτιά. Την εποχή του απαρτχάιντ, μαύροι εξτρεμιστές χρησιμοποιούσαν αυτή την τεχνική για να τιμωρήσουν τους συνεργάτες τού καθεστώτος. Τώρα, τη χρησιμοποιούν για να εκδικηθούν τους πρόσφυγες από τη Ζιμπάμπουε που κλέβουν τις δουλειές από τους ντόπιους. «Λυπάμαι που σκοτώθηκαν άνθρωποι» λέει ένας νεαρός που μένει στο Κλίβελαντ, ένα νότιο προάστιο του Γιοχάνεσμπουργκ. «Αλλά έπρεπε να φύγουν. Δεν έχουν κανένα δικαίωμα να παίρνουν τις δουλειές μας. Ας πάνε πίσω στη Ζιμπάμπουε να λύσουν εκεί τα προβλήματά τους, αντί να τα μεταφέρουν εδώ. Αρκετούς μπελάδες έχουμε».

Η άμεση αιτία των ταραχών της τελευταίας εβδομάδας, από την οποία έχουν βρει τον θάνατο 24 άνθρωποι, είναι η απελπισία πολλών φτωχών Νοτιοαφρικανών που ζουν σε απάνθρωπες συνθήκες. Οι ανισότητες στη χώρα αυτή είναι οι μεγαλύτερες στον κόσμο. Από αυτή την άποψη, οι μαύροι που επιτίθενται σε μαύρους στο Γιοχάνεσμπουργκ δεν είναι πολύ διαφορετικοί από τους λευκούς που επιτίθενται σε σκούρους στα περίχωρα της Νάπολι. Αλλά αυτό είναι ένα μέρος μόνο της εικόνας. Ο «μαύρος ρατσισμός» υπήρχε ήδη από την εποχή της αποικιοκρατίας και με το απαρτχάιντ οξύνθηκε ακόμη περισσότερο. Όπως γράφει στην Γκάρντιαν ο Σον Τζέικομπς, συγγραφέας του βιβλίου «Ο κόσμος του Τάμπο Μπέκι», οι προοδευτικοί νόμοι που έχουν ψηφιστεί για τη σεξουαλικότητα, τη θανατική ποινή ή τη μετανάστευση ήταν πρωτοβουλία μιας μικρής μειοψηφίας της πολιτικής τάξης. Ο λαός της Νότιας Αφρικής είναι συντηρητικός και, από κοινωνική άποψη, δεξιός, το αποδεικνύουν όλες οι έρευνες. Τα ξενοφοβικά αισθήματα είναι υψηλά παρά τη σχετικά μικρή επαφή με ανθρώπους από άλλες χώρες.

Η κυβέρνηση δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το πώς μπορεί να απαντήσει σε αυτές τις ακρότητες, λέει στη Ρεπούμπλικα ο γνωστός συγγραφέας Αντρέ Μπρινκ («Κοιτάζοντας στο σκοτάδι», «Η άλλη πλευρά της σιωπής», Εκδ. Χατζηνικολή). Υπάρχει ένα είδος συλλογικής υστερίας, που μεταδίδεται σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού. Η αστυνομία δεν μπορεί να κάνει τίποτα, οι δυνάμεις της τάξης είναι διεφθαρμένες, οι λίγοι εγκληματίες που συλλαμβάνονται αφήνονται αμέσως ελεύθεροι. Η κατάσταση δεν μπορεί παρά να επιδεινωθεί. Αλλά ο Μπρινκ είναι αισιόδοξος. Ο γιος του έζησε επτά χρόνια στην Καραϊβική και τώρα θέλει να γυρίσει πίσω επειδή η εγκληματικότητα εκεί είναι πολύ μεγάλη. Στους δρόμους της Νότιας Αφρικής συναντά κανείς καθημερινά εξαιρετικούς ανθρώπους, αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι αυτοί θα αναλάβουν την εξουσία, άλλη λύση δεν υπάρχει. Ή μάλλον υπάρχει, και λέγεται Κόλαση.

Τρίτη, Μαΐου 20, 2008

Λούλα - Τσάβες 1-0



Όταν η Standard & Ρoor΄s σε προβιβάζει και η Ουόλ Στριτ Τζέρναλ σε επαινεί, δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: ή ξεπούλησες τις αρχές σου στο διεθνές κεφάλαιο ή άρχισες πραγματικά να μετράς στη διεθνή σκηνή. Ή και τα δύο.

O Λούλα δεν έχει καιρό για τέτοια διλήμματα. Σχολιάζοντας την ανακοίνωση του διεθνούς οίκου ότι το κλίμα στη Βραζιλία είναι πολύ ευνοϊκό για τους ξένους επενδυτές, μίλησε για μια «μαγική στιγμή» για τη χώρα του. Και είναι αλήθεια ότι όλα πηγαίνουν καλά για τον πρώην συνδικαλιστή που ανέλαβε τα ηνία της Βραζιλίας το 2002. Το νόμισμα της χώρας του είναι το ισχυρότερο στον κόσμο, σε σχέση με το δολάριο ανεβαίνει πιο γρήγορα κι από το ευρώ. Ο πληθωρισμός, που πριν από δύο δεκαετίες ξεπερνούσε το 1.000%, έπεσε πέρυσι στο 4,5%. Το περίφημο εξωτερικό χρέος, που κάποτε οι επίσκοποι έλεγαν ότι δεν πρέπει να πληρωθεί στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης, αποπληρώθηκε: τώρα η Βραζιλία δεν χρωστάει, της χρωστάνε. Η φτώχεια, βέβαια, παραμένει, όπως και η διαφθορά. Οι ανισότητες μειώνονται με πολύ αργούς ρυθμούς. Αλλά οι επιπτώσεις της ανάπτυξης στον πληθυσμό είναι εμφανείς, εκατομμύρια Βραζιλιάνοι είναι πλέον σε θέση να πάρουν δάνειο για να αγοράσουν αυτοκίνητο, τηλεόραση, σπίτι. Και η δημοτικότητα του προέδρου έχει εκτοξευτεί στα ύψη.

Η Βραζιλία υπήρξε, βέβαια, και τυχερή. Η κρατική εταιρεία Ρetrobras ανακάλυψε πρόσφατα κάτω από τον ωκεανό κοιτάσματα πετρελαίου που ενδέχεται να είναι γιγαντιαία. Κάτι τέτοιο δεν θα είχε συμβεί όμως αν δεν είχαν γίνει σημαντικές επενδύσεις στην τεχνολογία. Την ίδια ώρα, ο Λούλα γυρίζει τον κόσμο προσπαθώντας να πείσει ότι το ιδανικό καύσιμο για τον 21ο αιώνα είναι η αιθανόλη που παράγεται από ζαχαροκάλαμο. Το όνειρό του είναι να κάνει τη χώρα του έναν ενεργειακό κολοσσό, μια καινούργια Σαουδική Αραβία. Και στο όνειρο αυτό δεν έχουν θέση ιδεαλιστές όπως η πρώην υπουργός Περιβάλλοντος Μαρίνα Σίλβα, που παραιτήθηκε νικημένη από τα λόμπι των κτηματιών και των υλοτόμων. Ανάμεσα στην ανάπτυξη και το περιβάλλον, η επιλογή της κυβέρνησης είναι σαφής.

Την ώρα που ο Λούλα ευχαριστούσε την Standard & Ρoor΄s, ο Ούγκο Τσάβες κατήγγελλε την Ιντερπόλ επειδή χαρακτήριζε αξιόπιστα τα στοιχεία που τον συνδέουν με τους αντάρτες των Κολομβιανών FΑRC. Την ώρα που ο πρόεδρος της Βραζιλίας καλλιεργεί τις σχέσεις του με τους επιχειρηματίες στις συνεδριάσεις του Νταβός, ο Βενεζουελανός ομόλογός του συσφίγγει τις σχέσεις του με τη Λευκορωσία, το Ιράν και την Κούβα. Αν ο «ηγέτης των φτωχών» ξοδεύει τα χρήματά του στην πολιτική και στρατιωτική παγκοσμιοποίηση της Λατινικής Αμερικής, ο πρώην συνδικαλιστής αναδεικνύεται πρωταθλητής της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Ποιος έχει δίκιο; Ποιος είναι πιο «ηθικός»; Στα ερωτήματα αυτά, αν υποθέσουμε ότι έχουν νόημα, θα απαντήσει ασφαλώς η Ιστορία. Ο πρώτος γύρος της μάχης ανάμεσα στις δύο αριστερές, πάντως, ανήκει χωρίς αμφιβολία στον Λούλα.

Δευτέρα, Μαΐου 19, 2008

Εκατό χρόνια μοναξιάς



Δεν είναι μόνο ο μεγαλύτερος εν ζωή εθνολόγος στον κόσμο. Είναι ένας φιλόσοφος, ένας ερευνητής που επηρεάστηκε από τη μουσική του Βάγκνερ, ένας ανθρωπολόγος που ονειρευόταν κάποτε να γίνει διευθυντής ορχήστρας. Ένας άνθρωπος-πρότυπο, που τον ερχόμενο Νοέμβριο γίνεται εκατό ετών.

Ύστερα από μια συνέντευξη που πήρε κάποτε από τον Κλωντ Λεβί-Στρως, όπου η πολιτική δεν ήταν κυρίαρχη χωρίς να απουσιάζει κιόλας, ο Ζαν Ντανιέλ τον ρώτησε γιατί αποφεύγει να εκφράζει τις απόψεις του. Ο ιδρυτής του στρουκτουραλισμού σκέφτηκε λίγο και απάντησε: «Όταν ήμουν νέος, την εποχή του Λαϊκού Μετώπου, ήμουν δραστήριο μέλος των επαναστατικών σοσιαλιστικών Νεολαιών. Πίστευα πως είχα ένα όραμα για τον κόσμο, ήμουν οπλισμένος με βεβαιότητες. Αργότερα, όταν συνειδητοποίησα ότι είχα κάνει λάθος, και μάλιστα τόσο ολοκληρωτικά, τόσο βαθιά, τόσο τραγικά, είπα στον εαυτό μου πως έπρεπε να βρω τη δύναμη να αποφασίσω ότι δεν είχα καμιά κλίση προς την πολιτική σκέψη και να παραιτηθώ οριστικά από αυτήν. Και αυτό έκανα».

Ο ιδρυτής του Νουβέλ Ομπζερβατέρ θυμάται και μια άλλη σπουδαία παρατήρηση του Λεβί-Στρως. Ο Φρανσουά Μιτεράν, τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας, είχε εκφράσει τη λύπη του επειδή είχε αναφερθεί στην ύπαρξη ενός «ορίου ανοχής» σε θέματα μετανάστευσης. «Ο άνθρωπος αυτός κάνει λάθος», είχε σχολιάσει ο εθνολόγος. «Μπορώ να τον διαβεβαιώσω, εγώ που πέρασα όλη μου τη ζωή προστατεύοντας τις διαφορές, ότι το όριο ανοχής ασφαλώς και υπάρχει. Πρέπει να το εξημερώνουμε και να το υπερβαίνουμε, αλλά όχι και να το αγνοούμε. Ολόκληρη η εποχή μας συμπυκνώνεται σ΄ αυτό: χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα ότι υπερασπιζόμαστε αξίες, αγνοούμε τα γεγονότα».

Ο Κλωντ Λεβί-Στρως προσπαθούσε να μην αγνοεί τα γεγονότα. Γι΄ αυτό και εγκατέλειψε πολύ νωρίς την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. «Δεν κτίζεις ποτέ μια κοινωνία στηριζόμενος σε ένα σύστημα», έλεγε. «Μια οποιαδήποτε κοινωνία αποτελείται από το παρελθόν της, τα ήθη της και τη χρήση αυτών των ηθών: ένα σύνολο παραγόντων που δεν συμφωνούν πάντα με τη λογική, στους οποίους προσκρούουν οι θεωρητικές ιδέες». Γρήγορα κατάλαβε ότι δεν μπορούσε ούτε καν να διαφυλάξει την ποικιλότητα του κόσμου τον οποίο παρατηρούσε. «Δεν αγωνίζομαι για να διαιωνίσω αυτή την ποικιλότητα, αλλά για να σώσω τη μνήμη», δήλωνε ήδη από το 1967, όταν εκδόθηκε ο δεύτερος τόμος των Μυθολογικών. Απέναντι στη λευκή ειρήνη που έβλεπε ήδη να επιβάλλεται σε όλο τον κόσμο, ήθελε να διασώσει την εικόνα ενός χορού των Ινδιάνων Ναμπικουάρα ή τον ήχο ενός τραγουδιού του ανατολικού Πακιστάν. Η επανέκδοση επτά βιβλίων του από τη συλλογή Ρleiade, σπάνιο γεγονός για έναν συγγραφέα εν ζωή, αποτελεί ασφαλώς την αναγνώριση της συμβολής του στην εθνολογία. Όπως σημειώνει όμως ο Βενσάν Ντεμπέν, που έγραψε την εισαγωγή, η έκδοση αυτή δείχνει ακόμα πόσο μεταμορφώθηκε η λογοτεχνία από την εθνολογία, από αυτά που την περιβάλλουν και αυτά που γίνονται αλλού, σε άλλους πολιτισμούς, τόσο συχνά περιφρονημένους.

Σάββατο, Μαΐου 17, 2008

Η γνώση του πλήθους



Το φαινόμενο λέγεται «crowdsourcing». Το μοντέλο στο οποίο στηρίχθηκε είναι η ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia. Και η κεντρική ιδέα είναι η εξής: μια ομάδα χρηστών, που επιλέγονται είτε τυχαία είτε μέσα από συγκεκριμένες ιστοσελίδες, φόρουμ και μπλογκ, απαντά σε έναν διαγωνισμό ή μια πρόταση που διατυπώνει ο crowdsourcer πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Εκείνος συγκεντρώνει τις καλύτερες ιδέες, προσφέρει μια ανταμοιβή στους κατόχους τους και τις μεταπωλεί (πολύ ακριβότερα, φυσικά) σε ιδιώτες, επιχειρήσεις ή επενδυτές που έχουν δείξει ενδιαφέρον. Απλό, γρήγορο και κερδοφόρο.

Η ΙdeaCrossing είναι μια μικρή εταιρεία που απασχολεί δέκα άτομα και εδρεύει στο Κλίβελαντ. Ειδικότητά της είναι οι έξυπνες ιδέες, που αλιεύει από το Ιnternet αξιοποιώντας ένα δίκτυο 2.000 φοιτητών και 88 πτυχιούχων της οικονομίας. «Αποστολή μας είναι να βοηθούμε τις επιχειρήσεις να εντοπίζουν τις καλύτερες ιδέες που κυκλοφορούν», λέει ο ιδιοκτήτης της εταιρείας Έινιλ Ράτι, που υπερηφανεύεται ότι ανάμεσα στους πελάτες του συγκαταλέγονται κολοσσοί όπως η Αmerican Εxpress, η Ηarley Davidson και η Daimler Βenz. Η ανταμοιβή για μια καλή ιδέα μπορεί να είναι μια δουλειά ή ένα χρηματικό ποσό. Ο 57χρονος Εντ Μέλκαρεκ, για παράδειγμα, κέρδισε 25.000 δολάρια βοηθώντας μέσα από ένα τέτοιο σχήμα την Colgate να σχεδιάσει μια νέα οδοντόκρεμα.

«Βλέπουμε να γεννιέται ένα νέο είδος ανταγωνισμού: η ΄΄ειδικευμένη΄΄ γνώση του πλήθους εναντίον της γνώσης του ειδικού και του επαγγελματία», λέει στη Λιμπερασιόν ο Καρίμ Λακάνι, καθηγητής στο Χάρβαρντ, που έχει μελετήσει το φαινόμενο. Δεδομένου ότι το Διαδίκτυο χρησιμοποιείται σήμερα από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους, αντιλαμβάνεται κανείς ότι το φαινόμενο αυτό εξελίσσεται σε μια πραγματική αγορά, που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί την παραδοσιακή οικονομία. Αυτοδίδακτοι, φοιτητές που δυσκολεύονται να βρουν δουλειά ή συνταξιούχοι με οικονομική ανάγκη έχουν τη δυνατότητα να παίξουν σε ένα παγκόσμιο παιχνίδι γνώσεων. «Η ελεύθερη ανταλλαγή των ιδεών θα είναι η μεγάλη ιδέα του αιώνα», τονίζει ο Ντένις Ετιγκχόφερ, συγγραφέας του βιβλίου Νetbrain.

Η λέξη «ελεύθερη», βέβαια, σηκώνει πολλή συζήτηση. Το crowdsourcing θα μπορούσε ακριβέστερα να χαρακτηριστεί ένα παζάρι ιδεών, όπου οι σχέσεις εκμετάλλευσης δεν λείπουν: η πώληση μιας ιδέας συνοδεύεται από την έγγραφη και ρητή παραίτηση από οποιοδήποτε δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Ένας επιπλέον κίνδυνος είναι η προσωπική δημιουργικότητα να πνιγεί στον ωκεανό των «τάσεων» και των συλλογικών γούστων. Πολλοί έχουν βαφτίσει έτσι το φαινόμενο madsourcing ή stupidsourcing και καταγγέλλουν μια νέα μορφή δουλείας, χειρότερη από την προηγούμενη, αφού εδώ οι δούλοι κάνουν εθελοντικά μικροδουλειές βοηθώντας κάποιους επιτήδειους να πλουτίσουν. Αλλά η «κουλτούρα της συνεισφοράς» εξαπλώνεται ταχύτατα. Κι όπως λέει ένας Γάλλος φιλόσοφος, το χειρότερο απ΄ όλα είναι να παρατηρείς αυτά τα φαινόμενα όπως οι αγελάδες βλέπουν τα τρένα να περνούν.

Παρασκευή, Μαΐου 16, 2008

Εχθρός υπ΄ αριθμόν 1: οι Τσιγγάνοι



«Μοιάζει παράλογο, αλλά είναι αλήθεια. Στη χώρα της Μαφίας, της Καμόρα και της Ντρανγκέτα, ο υπ΄ αριθμόν 1 εχθρός της ασφάλειας δεν είναι το οργανωμένο έγκλημα, αλλά οι άνθρωποι που προσπαθούν να γλιτώσουν από τη φτώχεια». Πάολο Τσάνι, ειδικός για τις μειονότητες.

O Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεν έχασε καθόλου καιρό. Πριν καλά καλά εδραιωθεί στην εξουσία, έδωσε εντολή να παταχθεί ο μεγαλύτερος εχθρός της Ιταλίας, που είναι υπεύθυνος για την εγκληματικότητα, το εμπόριο ναρκωτικών, την πορνεία και όλα τα δεινά. Μία εβδομάδα κράτησε το κυνηγητό και χθες ανακοινώθηκε ότι συνελήφθησαν 383 άτομα, μεταξύ των οποίων 268 ξένοι, κυρίως Ρουμάνοι και Αφρικανοί. Από αυτούς, οι 53 οδηγήθηκαν στα σύνορα για άμεση απέλαση. Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Κοινοβούλιο, ο αρχηγός της Λέγκας του Βορρά Ουμπέρτο Μπόσι τα είπε όλα σε δύο φράσεις: «Η επιχείρηση εναντίον των λαθρομεταναστών είναι καλή γιατί αυτό θέλει ο κόσμος. Μας ζητούν ασφάλεια και πρέπει να τους τη δώσουμε».

Το επόμενο βήμα θα γίνει σε επίπεδο δημάρχων. Με πρωτοβουλία του δημάρχου της Ρώμης Τζάνι Αλεμάνο, θα οριστούν σε μία σειρά μεγάλων πόλεων ειδικοί επίτροποι για την αντιμετώπιση της «εισβολής των Ρομά». Στη Βερόνα, που διοικείται από τη Λέγκα, ο δήμαρχος είπε ότι ζουν κάπου 7.000 Τσιγγάνοι, που μπορεί μεν να δουλεύουν στην οικοδομή ή σε σπίτια, αλλά η παρουσία τους ενοχλεί. Στη Νάπολι, ο κόσμος πήρε τον νόμο στα χέρια του: πέντε καταυλισμοί Τσιγγάνων πυρπολήθηκαν τις τελευταίες ημέρες από αγανακτισμένους πολίτες που υποστηρίζονται από τη... Μαφία. Οι διεθνείς οργανισμοί παρακολουθούν έκπληκτοι την κατάσταση, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης διαμαρτυρήθηκε επίσημα αυτή την εβδομάδα για το κλίμα ξενοφοβίας που επικρατεί στην Ιταλία.

Το κλίμα αυτό καλλιεργείται εδώ και καιρό από τα μέσα ενημέρωσης, που ανήκουν στην αυτοκρατορία του Μπερλουσκόνι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «υπόθεση Αχμέτεβιτς». Πριν από λίγους μήνες γράφτηκε ότι ένας Τσιγγάνος από τη Ρουμανία με αυτό το όνομα σκότωσε εν ψυχρώ τέσσερις νεαρούς Ιταλούς. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι ο Αχμέτεβιτς είναι μεν Τσιγγάνος, αλλά κατάγεται από την Ιταλία, γεννήθηκε στην Καζέρτα. Ένα δικαστήριο υποχρέωσε τα μέσα ενημέρωσης να διορθώσουν την είδηση και πράγματι το έπραξαν, αλλά λίγες ημέρες μετά άρχισαν πάλι να μιλούν για τον «Ρουμάνο δολοφόνο».

«Οι συγγενείς μου θάφτηκαν ζωντανοί στο Γκοράζντε της Γιουγκοσλαβίας, το 1940 και το 1941», λέει στην Ελ Παΐς ο Χακία Χούσοβιτς, Τσιγγάνος από τη Βοσνία, που έφτασε στην Ιταλία το 1969 και ζει σε καταυλισμό έξω από τη Ρώμη. «Στο Άουσβιτς μας έστειλαν στους θαλάμους αερίων. Και τώρα φοβόμαστε ξανά. Ζούμε στην Ιταλία εδώ και 40 χρόνια, αλλά το κράτος δεν έκανε ποτέ τίποτα για εμάς. Τώρα λένε πως θα μας διώξουν από εδώ. Τι θα μας κάνουν; Θα σας πω εγώ: θα μας βάλουν σε σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης».

Πέμπτη, Μαΐου 15, 2008

Η δικτατορία των συνταξιούχων



Μέχρι τώρα η Γερμανία ανησυχούσε επειδή έχει λίγα παιδιά: τα λιγότερα ανά κάτοικο στον κόσμο. Τώρα ανησυχεί επειδή δεν έχει αρκετές ενήλικες γυναίκες σε ηλικία τεκνοποίησης.

Την περασμένη Δευτέρα, όπως κάθε Δευτέρα τις τελευταίες εβδομάδες, μερικές εκατοντάδες συνταξιούχοι συγκεντρώθηκαν στην κεντρική πλατεία της πόλης Μπράουνσβαϊγκ, στην Κάτω Σαξονία. Αίτημά τους είναι να αυξηθούν οι συντάξεις πέρα από το ποσό των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ που ενέκρινε τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση Μέρκελ. «Η αύξηση αυτή είναι σταγόνα στον ωκεανό», λέει ο επικεφαλής της κίνησης Βάλτερ Μπρομπέργκερ, προειδοποιώντας τους πολιτικούς να μην υποτιμήσουν τη διαμαρτυρία τους. «Υπάρχει κι άλλο κίνημα που ξεκίνησε με μικρές διαμαρτυρίες στις πλατείες. Ήταν στη Λειψία πριν από 20 χρόνια. Κι έφτασε στο τέλος να γκρεμίσει το Τείχος του Βερολίνου και ολόκληρο τον σοβιετικό συνασπισμό».

Οι πολιτικοί πράγματι δεν υποτιμούν τους συνταξιούχους, αλλά για άλλους λόγους. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη, που εδρεύει στο Βερολίνο, το ποσοστό των Γερμανών άνω των 60 ετών θα αυξηθεί την επόμενη εικοσαετία κατά το ένα τρίτο. Την ίδια περίοδο ο πληθυσμός θα συνεχίσει να μειώνεται, φτάνοντας τα 70 εκατομμύρια (έναντι 80 εκατ. που είναι σήμερα). Από το 2010 και μετά, οπότε θα βγουν στη σύνταξη τα παιδιά που γεννήθηκαν τα πρώτα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκτιμάται ότι θα αρχίσουν να μειώνονται δραματικά όλοι οι δείκτες του οικονομικού δυναμισμού, από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μέχρι την παραγωγικότητα και τον χρόνο εργασίας. Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα δεχθεί ισχυρές πιέσεις, αφού τα επιδόματα και οι συντάξεις χρηματοδοτούνται από τη φορολογία. Σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, το ερώτημα που τίθεται είναι τι θα καταρρεύσει πρώτο: η κοινωνική ασφάλιση ή η οικονομία; Και πόσο έτοιμη είναι η χώρα να αντιμετωπίσει αυτή την προοπτική;

Στις επόμενες εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2009, ο αριθμός των ψηφοφόρων άνω των πενήντα ετών θα φτάσει για πρώτη φορά το 50% του εκλογικού σώματος. Οι άνθρωποι αυτοί είναι πιο ενεργοί πολιτικά από τους νεωτέρους τους: συμμετέχουν σε μεγαλύτερα ποσοστά σε κόμματα ή συνδικάτα και προσέρχονται πιο πρόθυμα στις κάλπες. Επιπλέον, έχουν υψηλότερη μόρφωση και περισσότερο χρόνο. Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να τους αγνοήσει χωρίς κόστος. Όταν ένας 27χρονος βουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος επέκρινε την απόφαση της Μέρκελ να αυξήσει τις συντάξεις, βομβαρδίστηκε με e-mail από οργισμένους συνταξιούχους, ενώ η Senioren Union (οργάνωση ηλικιωμένων μελών του κόμματος) ζήτησε την αποπομπή του. Κάποιοι, φυσικά ανωνύμως, μιλούν ήδη για «δικτατορία των ηλικιωμένων»...

Έχει χρώμα άραγε αυτή η δικτατορία; Δύσκολο να το πει κανείς. Όσο μεγαλώνει κανείς, υποτίθεται ότι γίνεται πιο αρνητικός απέναντι σε αλλαγές, πειράματα και ρίσκα. Όμως από τους άνω των πενήντα δεν έλαβε ο Σαρκοζί την εντολή να εφαρμόσει την περίφημη rupture του;

Τετάρτη, Μαΐου 14, 2008

Τραγικές συμπτώσεις



Η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου έχει οριστεί για τις 8 το βράδυ της 8ης Αυγούστου 2008 (8-8-08). Και ο σεισμός έγινε 88 ημέρες πριν από την ημερομηνία αυτή. Είναι να μη γίνουν οι Κινέζοι προληπτικοί;

Στις 28 Ιουλίου 1976, στις 3.52 το πρωί, σεισμός 8,2 Ρίχτερ που σημειώθηκε στην Ανατολική Κίνα προκάλεσε μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές του εικοστού αιώνα. Επισήμως, οι νεκροί ήταν 242.719. Σύμφωνα όμως με ορισμένες εκτιμήσεις, έφτασαν τις 700.000. Λίγους μήνες νωρίτερα, στις 8 Ιανουαρίου, είχε πεθάνει ο πρωθυπουργός Τσου Ενλάι, που ήταν πολύ αγαπητός στον πληθυσμό καθώς τον θεωρούσαν προστάτη τους από τις ακρότητες του Μάο. Λίγους μήνες αργότερα, στις 9 Σεπτεμβρίου, πέθανε και ο ίδιος ο Μάο.

Οι Κινέζοι θυμήθηκαν ξανά αυτές τις συμπτώσεις, καθώς προσπαθούν να συνέλθουν από τη νέα καταστροφή. Και οι φήμες οργιάζουν. Στην πόλη Μιαντσού, 100 χιλιόμετρα από το επίκεντρο του σεισμού, κάποιοι μπλόγκερ ισχυρίζονται ότι πριν από μερικές εβδομάδες σημειώθηκε μαζική μετανάστευση ενός εκατομμυρίου πεταλούδων. Κάποιοι άλλοι θυμήθηκαν ότι εκατοντάδες βάτραχοι εμφανίστηκαν ξαφνικά στους δρόμους της γειτονικής πόλης Μιανγιάνγκ. Και η λίμνη στο Ενσί, στην επαρχία Χουμπέι, πώς εξηγείται ότι ξεράθηκε ξαφνικά; Δεν θα έπρεπε οι αρχές να έχουν συγκεντρώσει όλα αυτά τα στοιχεία και να έχουν καταλάβει ότι κάτι κακό επρόκειτο να συμβεί, ώστε να εκκενώσουν τις πόλεις από τον πληθυσμό; Μήπως ο σεισμός είναι ένα μήνυμα του Ουρανού εν όψει των Ολυμπιακών;

Η ανάγνωση συγκεκριμένων γεγονότων ως καλών ή κακών οιωνών αποτελεί συστατικό στοιχείο της κινεζικής κουλτούρας, λέει στην Κοριέρε ντέλα Σέρα ο ιστορικός Στέφανο Καμέλι, συγγραφέας του βιβλίου «Κινέζικες σκιές. Έρευνα για έναν πολιτισμό που ήθελε να γίνει έθνος» (Εκδ. Εinaudi). Αυτό όμως δεν έχει καμιά σχέση με τη θρησκεία. Ή, μάλλον, σχετίζεται με μια θρησκεία «πολιτικού» χαρακτήρα. Για τους Κινέζους υπάρχει ο Ουρανός (Τιαν) και όλα όσα βρίσκονται κάτω από τον Ουρανό (Τιανσιά), δηλαδή ο κόσμος. Η τέχνη της κατανόησης του κόσμου, και της Ιστορίας, είναι η τέχνη της επικοινωνίας με τον Ουρανό. Όσο η σχέση του ανθρώπου με τον Ουρανό είναι αρμονική, όλα πάνε καλά. Ουαί κι αλίμονο, όμως, αν αυτή η αρμονία διαρραγεί. Τα αποτελέσματα είναι αμέσως φανερά: λιμοί, πλημμύρες, επιδημίες, πόλεμοι, σεισμοί.

Στην ιστορία της Κίνας, πριν από την πτώση των δυναστειών γινόταν πάντα ένας καταστροφικός σεισμός. Συνέβη με το τέλος των Χαν το 156, και των Μινγκ το 1622. Συνέβη με τον Μάο. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, βέβαια, υπήρχε μια ατμόσφαιρα τέλους εποχής. Σήμερα, αντίθετα, η Κίνα διαθέτει ένα καθεστώς που την έχει κάνει μια από τις μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου. Και οι περισσότεροι Κινέζοι πιστεύουν ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι ευλογία, κανένας σεισμός δεν θα τους κάνει να αλλάξουν γνώμη.

Τρίτη, Μαΐου 13, 2008

Επικίνδυνες σχέσεις



Στην έδρα των FΑRC υπάρχει, λέει, μια λίστα αναμονής. Δεκάδες οργανώσεις της Λατινικής Αμερικής κτυπούν τις πόρτες των ανταρτών για να λάβουν στρατιωτική εκπαίδευση. Τον Μάρτιο του 2007, μάλιστα, τα στρατόπεδα είχαν γεμίσει ασφυκτικά, δεν δέχονταν άλλους.

Στις 8 του περασμένου Νοεμβρίου, ο Ούγκο Τσάβες δέχθηκε στο Καράκας τον Λουσιάνο Μαρίν, γνωστότερο ως Ιβάν Μάρκες, ηγέτη των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων της Κολομβίας (FΑRC). Επισήμως, η επίσκεψη έγινε στο πλαίσιο των προσπαθειών για την απελευθέρωση 44 ομήρων που κρατούν οι αντάρτες της Κολομβίας. Υπήρξε όμως και μια μυστική συνάντηση, στη διάρκεια της οποίας ο πρόεδρος της Βενεζουέλας φέρεται να ενέκρινε τη χορήγηση 300 εκατομμυρίων δολαρίων στους αντάρτες και τη μεταφορά στην περιοχή Ορινόκο εξοπλισμού που έστειλαν στις FΑRC δύο Αυστραλοί έμποροι. Την ημέρα εκείνη σφραγίστηκε στο πιο υψηλό επίπεδο η συνεργασία ανάμεσα στο αντάρτικο της Κολομβίας και τον στρατό της Βενεζουέλας που είχε αρχίσει από το 2000.

Οι παραπάνω πληροφορίες περιλαμβάνονται σε υπόμνημα με ημερομηνία 12 Νοεμβρίου 2007 που έστειλε ο ίδιος ο Ιβάν στους συντρόφους του και βρέθηκε σε έναν από τους υπολογιστές του Ραούλ Ρέγιες, δεύτερου στην ιεραρχία της οργάνωσης, ο οποίος σκοτώθηκε την 1η Μαρτίου από επιδρομή των κολομβιανών δυνάμεων στον Ισημερινό. Εντός των προσεχών ημερών, η Ιντερπόλ θα ανακοινώσει κατά πόσον οι υπολογιστές αυτοί ανήκαν πράγματι στον Ρέγιες. Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση του Καράκας αρνείται οποιαδήποτε σχέση με τις FΑRC και αποδίδει τις καταγγελίες σε επιχείρηση παραπληροφόρησης που έχουν ενορχηστρώσει η Κολομβία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. «Η όλη υπόθεση μοιάζει με ταινία», δήλωσε ο Μπερνάρντο Άλβαρες, πρεσβευτής της Κολομβίας στην Ουάσιγκτον.

Όπως γράφει η Ελ Παΐς σε μια σειρά δημοσιευμάτων της, από τους υπολογιστές του Ρέγιες προκύπτει ότι οι FΑRC διαθέτουν ένα δίκτυο υποστήριξης σε 17 χώρες, στις οποίες περιλαμβάνονται η Γερμανία και η Ελβετία. Κύριος στόχος των ανταρτών είναι να ανατρέψουν την κυβέρνηση της Κολομβίας, και για τον σκοπό αυτό προσπαθούν να προμηθευτούν πυραύλους εδάφουςαέρος από τη Ρωσία ή τη Λευκορωσία. Αλλά οι φιλοδοξίες τους δεν σταματούν εκεί: προωθούν τη δημιουργία αντάρτικων τόσο σε χώρες με φιλικές κυβερνήσεις, τις οποίες θα υπερασπίζονται από την «αυτοκρατορία», όσο και σε εχθρικές χώρες, προκειμένου να τις υπονομεύουν. Απώτατος στόχος τους είναι το λεγόμενο Στρατηγικό Σχέδιο. Σύμφωνα με ένα ηγετικό τους στέλεχος, τον Πέδρο Αντόνιο Μαρίν γνωστό και ως Τιροφίχο, «πρόκειται για τη δημιουργία ενός επαναστατικού στρατού, που με τη στήριξη των μαζών θα ανατρέψει το καπιταλιστικό σύστημα και θα εγκαθιδρύσει τον σοσιαλισμό».

Όλα αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ακόμη και γραφικά, αν την ίδια ώρα η Ίνγκριντ Μπετανκούρ και δεκάδες ακόμη όμηροι που κρατούν οι FΑRC δεν κινδύνευαν να πεθάνουν από την κακομεταχείριση, τις αρρώστιες και τις κακουχίες.

Δευτέρα, Μαΐου 12, 2008

Οι γυναίκες βγήκαν στους δρόμους



Για να χωρίσει ένας άνδρας, αρκεί να το πει τρεις φορές μπροστά σε δύο μάρτυρες. Αν όμως ξεκινήσει τη διαδικασία διαζυγίου μια γυναίκα χάνει κάθε δικαίωμα στην οικογενειακή ιδιοκτησία, ενώ τα παιδιά άνω των επτά ετών περνούν αυτομάτως στη δικαιοδοσία του πατέρα. Καλώς ορίσατε στο Ιράν.

Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που έχουν τέτοιο δυναμισμό, τέτοιο πείσμα και τέτοια πίστη στη ζωή, ώστε καθιστούν γρήγορα σαφές στους αντιπάλους τους ότι ο μόνος τρόπος να τους σταματήσουν είναι με κάποιο τρόπο να τους εξαφανίσουν. Πάρτε την περίπτωση της Ιρανής Σαλά Σερκάτ. Πρώην οπαδός του επαναστατικού ισλαμισμού, πριν από 16 χρόνια πέρασε στον ισλαμικό φεμινισμό ιδρύοντας το περιοδικό Ζanan (Γυναίκες), που είχε μεγάλη απήχηση στη νεολαία. Ο τελευταίος χρόνος ήταν πολύ δύσκολος: πρώτα πεθαίνουν οι γονείς της, ο ένας μετά τον άλλο, ύστερα οι αρχές κλείνουν το περιοδικό και στη συνέχεια γεννιέται η τρίτη της κόρη, που θα τη μεγαλώσει και αυτή μόνη της όπως τις δύο μεγαλύτερες, ηλικίας σήμερα 22 και 19 ετών. Η Σαλά όμως είναι αθεράπευτα αισιόδοξη. Και για να το δείξει, αποφάσισε να ντυθεί με πολύ έντονα χρώματα για μια συνέντευξή της στην Άνχελες Εσπινόσα της Ελ Παΐς, μόνο τη μαντίλα της φτιάχνει λίγο όταν είναι να φωτογραφηθεί, για να μην ξεφύγει καμιά τούφα και έχει προβλήματα με τις αρχές.

«Δεν μπορώ να καθήσω στο σπίτι, έτσι θα έκανα το χατίρι αυτής της κυβέρνησης. Για τους συντηρητικούς οι γυναίκες πρέπει να προσέχουν τους άνδρες τους, τα παιδιά τους και το σπίτι τους», λέει η ηλικίας 51 ετών Σαλά. Αυτό τον καιρό προσπαθεί να εκδώσει ένα καινούργιο περιοδικό, αλλά στο Ιράν κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο όταν ήδη σου έχουν απαγορεύσει ένα έντυπο. Έτσι, στο τέλος μπορεί να δεχθεί την πρόταση μιας συναδέλφου της να αναλάβει τη διεύθυνση του Fekr-e Ruz (Σύγχρονες Ιδέες). Η Σαλά και οι άλλες φεμινίστριες του Ιράν αποτελούν σήμερα το υγιέστερο και μαχητικότερο κομμάτι της κοινωνίας και γι΄ αυτό τον λόγο έχουν μπει στο στόχαστρο των αρχών. Πενήντα ακτιβίστριες δικάζονται αυτό τον καιρό για τη συμμετοχή τους στις διαδηλώσεις υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, που έγιναν τον Ιούνιο του 2006 στην πλατεία Χαφτ-ε Τιρ της Τεχεράνης. Πολλές έχουν περάσει ήδη από το κολαστήριο του Έβιν, άλλες περιμένουν από μέρα σε μέρα να τις συλλάβουν.

Αιχμή του δόρατος της Εκστρατείας για την Ισότητα (www. change4equality. com) είναι ο νόμος για το διαζύγιο, στον οποίο συμπυκνώνεται όλη η παράνοια της ισλαμικής επανάστασης. Το τζίνι όμως έχει βγει από το μπουκάλι. Όπως λέει η 24χρονη Ντελαράμ Αλί, που καταδικάστηκε πρόσφατα σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση για προπαγάνδα κατά του καθεστώτος, «από τη στιγμή που βγήκαν οι γυναίκες στους δρόμους, κανείς δεν θα μπορέσει να τις κάνει να επιστρέψουν».

Σάββατο, Μαΐου 10, 2008

Ένας Μάης από την ανάποδη



«Όλα τα συστατικά είναι εδώ: αδυναμία της κυβέρνησης να επικοινωνήσει με τον πληθυσμό, εξίσου μεγάλη αδυναμία της αντιπολίτευσης, αυξανόμενη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης. Δεν χρειάζεται παρά μια “αδεξιότητα” για να δώσει τη σπίθα και να ξεκινήσει πάλι η γιορτή».
Αυτά έγραφε πριν από λίγες ημέρες στη Μοντ ο Φρανσουά Ντιμπέ, κοινωνιολόγος και καθηγητής στο Μπορντώ. Όχι πως η Γαλλία ζει προεπαναστατικό κλίμα, η ατμόσφαιρα θυμίζει μάλλον εκείνη την ταινία του Μπερτράν Ταβερνιέ με τίτλο «Ας ξεκινήσει η γιορτή!». Όλοι είναι δυσαρεστημένοι, ο καθένας για διαφορετικούς, και μερικές φορές για αλληλοσυγκρουόμενους λόγους. Οι συντεχνίες που ώς τώρα ήταν προστατευμένες αισθάνονται να απειλούνται. Οι νέοι είναι απαισιόδοξοι και τα βάζουν με τους μεγάλους που ενδιαφέρονται μονάχα για τις συντάξεις τους. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι ερευνητές και οι επαγγελματίες του πολιτισμού νιώθουν εγκαταλελειμμένοι. Ακόμη και οι αστυνομικοί βγαίνουν στους δρόμους. Την ίδια ώρα, οι πωλήσεις πολυτελών αυτοκινήτων αυξάνονται και οι ανισότητες γίνονται όλο και πιο προκλητικές.

Το κοινωνικό κλίμα, σημειώνει ο αρθρογράφος, είναι πολύ χειρότερο από εκείνο που πριν από σαράντα χρόνια έστειλε τη νεολαία στους δρόμους. Κι όμως, οι δύο περίοδοι δεν θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετικές. Αν ξεκινήσει πάλι αύριο η γιορτή, δεν θα είναι ένα ριμέικ του Μάη. Από ορισμένες πλευρές, μάλιστα, θα είναι ένας Μάης από την ανάποδη. Ας πάρουμε τον ρόλο του κράτους: τότε, οι νέοι και οι πιο «μοντέρνοι» ασφυκτιούσαν από το πολύ κράτος, σήμερα θέλουν περισσότερο, πιο αποτελεσματικό και πιο προστατευτικό. Τότε, οι εξεγερμένοι ήθελαν περισσότερες ελευθερίες, σήμερα οι νέοι θέλουν μεγαλύτερη πειθαρχία. Οι σημερινοί Γάλλοι φοβούνται τις μεταρρυθμίσεις και επιζητούν την τάξη. Ακόμη και η αριστερά της Αριστεράς αναμειγνύει τα επαναστατικά κηρύγματα με μια νοσταλγία της παλιάς ρεπουμπλικανικής τάξης, όπου τον λαό τον προστατεύει το έθνος περισσότερο από την Ευρώπη.

Σε ένα τέτοιο κλίμα άγχους και ανασφάλειας, πώς να μιλήσεις για ένα πρόβλημα τόσο καυτό, αλλά και τόσο «θεωρητικό», όπως είναι η υπερθέρμανση του πλανήτη; «Μας λέτε να σβήνουμε τα φώτα όταν βγαίνουμε από ένα δωμάτιο και να κάνουμε οικονομία στο νερό, αλλά το δικό μας το πρόβλημα είναι πώς θα βρούμε δουλειά», είπε ο ΑμπντούλΑζίζ, ένας από τους εικοσάχρονους που είχαν πρόσφατα μια συζήτηση με τον Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, ύστερα από πρωτοβουλία του Νουβέλ Ομπζερβατέρ. Εκείνος προσπάθησε να τον πείσει ότι αν η στάθμη της θάλασσας ανεβεί δύο μέτρα, θα υπάρξουν εκατομμύρια κλιματικοί πρόσφυγες που θα αναζητήσουν καταφύγιο στη Δύση, και η Δύση θα χτίσει τείχη για να τους αποκρούσει, κι αυτό δεν το θέλουμε έτσι δεν είναι, κι ο Αμπντούλ-Αζίζ συμφώνησε, αλλά το βασικό του πρόβλημα εξακολουθεί να είναι πώς θα βρει δουλειά.

Παρασκευή, Μαΐου 09, 2008

Ομπάμα, ο επόμενος πρόεδρος



Το στοιχείο είναι αποκαλυπτικό: η Χίλαρι δεν θα είχε κερδίσει την Ιντιάνα αν δεν την είχε ψηφίσει το 7% των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων που προσήλθαν στις κάλπες στο πλαίσιο της λεγόμενης «Επιχείρησης Χάος», με αποκλειστικό σκοπό να σαμποτάρουν το Δημοκρατικό Κόμμα.

Η πρώην Πρώτη Κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών έδωσε μια σκληρή μάχη. Ξεκίνησε άσχημα, στη συνέχεια βελτίωσε τη θέση της, πάλεψε, διέψευσε επανειλημμένα όσους έσπευδαν να την ξεγράψουν, έδειξε ηγετικές ικανότητες. Είχε, βέβαια, και κακές στιγμές, όπως εκείνο το βιντεάκι με το τηλέφωνο που χτυπά στις 3 το πρωί στον Λευκό Οίκο ή η δήλωσή της ότι ο Ομπάμα είναι ελιτιστής επειδή διαφωνεί με την αναστολή της φορολογίας της βενζίνης για το καλοκαίρι. Αλλά αυτά συμβαίνουν στις προεκλογικές εκστρατείες. Και δεν είναι αυτός ο λόγος που έχασε το χρίσμα. Σελίδες επί σελίδων έχουν γραφτεί και θα συνεχίσουν να γράφονται για τα λάθη της και τις αστοχίες της. Κάποιες φεμινίστριες είναι βέβαιο ότι θα υποστηρίξουν πως η Χίλαρι ήταν εξ αρχής καταδικασμένη λόγω του φύλου της. Υπάρχει όμως και μια πιο απλή εξήγηση: έχασε επειδή ο αντίπαλός της ήταν καλύτερος απ΄ αυτήν.

Αν έχασε, γιατί παραμένει στη μάχη; Η απάντηση θα δοθεί τις επόμενες ημέρες. Αν υιοθετήσει συμφιλιωτικούς τόνους, αυτό θα σημαίνει ότι προετοιμάζει μια γλυκιά έξοδο με αντάλλαγμα μια καλή θέση στη συνέχεια (επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία ή κυβερνήτης της Νέας Υόρκης). Αν συνεχίσει τις επιθέσεις εναντίον του αντιπάλου της, θα επιβεβαιώσει το σενάριο που έλεγε ότι θέλει να τον φθείρει όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε εκείνος να συντριβεί τον Νοέμβριο και εκείνη να εμφανιστεί ως ο σωτήρας του κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, το πάρτι τελείωσε. Αλλά όπως έλεγε κι ένας βουλευτής από τη Βόρεια Καρολίνα, που πέρασε από το στρατόπεδο της Χίλαρι σ΄ εκείνο του Ομπάμα, «οι σύζυγοι είναι συνήθως οι τελευταίοι που παραδέχονται ότι ο γάμος τους τελείωσε και ότι το διαζύγιο είναι αναπόφευκτο».

Ο Ομπάμα θα πάρει λοιπόν το χρίσμα και το Δημοκρατικό Κόμμα θα στοιχηθεί πίσω του. Κι όχι μόνο αυτό: αν δεν κάνει το μεγάλο λάθος, ο γερουσιαστής του Ιλινόι θα κερδίσει τον Νοέμβριο τον ήρωα του Βιετνάμ. Όχι μόνο επειδή είναι πολύ νεώτερός του και ταιριάζει καλύτερα με το πνεύμα της εποχής. Ούτε μόνο επειδή η αμερικανική κοινή γνώμη έχει κουραστεί από τον πόλεμο, την ύφεση και τις άλλες καταστροφές που έχει προκαλέσει ο Μπους. Είναι κι αυτό που λέει σ΄ ένα άρθρο του ο συγγραφέας Άριελ Ντόρφμαν: ότι αντίθετα με τον μαύρο πρωταγωνιστή του «Αόρατου Ανθρώπου» του Ραλφ Έλισον, ο Ομπάμα δεν διηγείται την ιστορία του από μια μυστική σπηλιά. Και προσφέρει στους (κυρίως λευκούς) συμπατριώτες του τη μοναδική ευκαιρία να αρχίσουν να αδειάζουν τις ανεξάντλητες σπηλιές αυτής της χώρας από τις πίκρες, τους πόνους και τα μίση δεκαετιών.

Πέμπτη, Μαΐου 08, 2008

Οι ευθύνες της ολιγαρχίας



Εκτός από το να επισημαίνει τις ευθύνες των άλλων, πιστεύει πως πρέπει να συμβάλει και ο ίδιος στην εξοικονόμηση ενέργειας. Έτσι, πηγαίνει με το ποδήλατο στη δουλειά. Και στο σπίτι του δεν έχει ούτε τηλεόραση ούτε πλυντήριο πιάτων ούτε φούρνο μικροκυμάτων.

«Συγγνώμη, παιδιά έχετε;» ρωτάμε τον Ερβέ Κεμπφ σε μια συζήτηση που είχαμε αυτή την εβδομάδα μαζί του στο περιθώριο ενός διεθνούς συνεδρίου για τις κλιματικές αλλαγές. «Πέντε! Αλλά δεν τους πειράζει που δεν έχουν τηλεόραση, όλα είναι θέμα συνήθειας, ξέρετε». Δεν ξέρουμε, αλλά το θέμα της συζήτησης δεν είναι αυτό, είναι το βιβλίο που έγραψε ο δημοσιογράφος της Μοντ και κυκλοφόρησε πριν από λίγες ημέρες στα ελληνικά με τον τίτλο «Πώς οι πλούσιοι καταστρέφουν τον πλανήτη» (Εκδ. Κασταλία). Εκεί χρησιμοποιεί εκφράσεις κάπως παρωχημένες: επιμένει, ας πούμε, να χαρακτηρίζει την κυρίαρχη τάξη «ολιγαρχία». Προτείνει μέτρα κάπως ουτοπικά: να θεσπιστεί, για παράδειγμα, «Ανώτατο Αποδεκτό Εισόδημα», κι όποιος κερδίζει περισσότερα να εξαναγκάζεται να τα διαθέτει σε συλλογικούς σκοπούς! Από τη συζήτηση μαζί του, όμως, αναδεικνύεται ένας άνθρωπος σοβαρός, συγκροτημένος, με ισχυρά επιχειρήματα.

«Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι πλούσιοι είναι πλούσιοι, αλλά ότι εδώ και τριάντα χρόνια οι ανισότητες έχουν αυξηθεί πολύ σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες», μας λέει ο Γάλλος δημοσιογράφος, που αποφάσισε να ασχοληθεί με τα οικολογικά θέματα μετά την καταστροφή του Τσερνόμπιλ. «Την ίδια στιγμή, η ολιγαρχία προωθεί ένα πολιτιστικό μοντέλο υπερκατανάλωσης. Για να αρχίσουμε να επιλύουμε την κρίση, πρέπει να μειώσουμε το συλλογικό μας ίχνος στη βιόσφαιρα, τα οικοσυστήματα. Και αυτό σημαίνει να μειώσουμε την υλική μας κατανάλωση, κάτι που δεν μπορούμε να ζητήσουμε από τους φτωχούς, αλλά από τη μεσαία τάξη».

Πρώτα, λοιπόν, η ατομική ευθύνη: λιγότερο κρέας, λιγότερη βενζίνη, λιγότερα γκάτζετ. Κυρίως, όμως, μέτρα κατά των υπευθύνων για την κρίση. «Πριν από 30 χρόνια, ο πρόεδρος της Πεζώ έπαιρνε 30 φορές περισσότερα από τον μέσο υπάλληλο του εργοστασίου του. Σήμερα, η αναλογία φτάνει το 1 προς 150! Δεν λέω να παίρνουν όλοι τα ίδια, αλλά να μειωθεί αυτό το χάσμα, που προκαλεί κοινωνικές εντάσεις. Γιατί σας εκπλήσσει η πρόταση για Ανώτατο Αποδεκτό Εισόδημα; Σε δημοκρατίες ζούμε. Τον 19ο αιώνα, δεν υπήρχε φόρος εισοδήματος. Όταν αποφασίστηκε, οι αντιδράσεις ήταν τεράστιες. Αλλά ο νόμος εφαρμόστηκε. Το ίδιο έγινε με την παιδική εργασία. Η κοινωνία θα πρέπει να διαφυλάξει το κοινό συμφέρον».

Ο Ερβέ Κεμπφ τάσσεται κατά της πυρηνικής ενέργειας, που ήρθε πάλι στην επικαιρότητα στη χώρα μας. Για λόγους τεχνικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς, πάνω απ΄ όλα όμως ηθικούς: «Στη Βρετανία, που θέλει να κατασκευάσει μια νέα γενιά αντιδραστήρων, ρώτησα πρόσφατα τον υπουργό Περιβάλλοντος αν έχουν σκεφτεί λύσεις για τα πυρηνικά απόβλητα. Όχι, μου απάντησε, αλλά μέχρι να τελειώσουν οι αντιδραστήρες κάτι θα έχει βρεθεί. Ε, στο όνομα των παιδιών μας, αυτό το βρίσκω ηθικά ανέντιμο...».

Τετάρτη, Μαΐου 07, 2008

Ποιητές στο Κρεμλίνο



Τι εποχή κι αυτή: από σήμερα θα έχει πρόσβαση στο πυρηνικό «κουμπί» ένας θαυμαστής των Ρink Floyd και των Deep Ρurple. Το Κρεμλίνο θα αναδείξει και νέους ποιητές, είναι βέβαιο.

Από τη στήλη αυτή έχουμε επικρίνει επανειλημμένα τον Βλαντίμιρ Πούτιν για διάφορα πράγματα: τον κυνισμό του, τον αυταρχισμό του, την αλαζονεία του. Ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασε στη δολοφονία της δημοσιογράφου Άννα Πολιτκόφσκαγια («Η πολιτική της επιρροή στη Ρωσία ήταν ασήμαντη») έμεινε στην Ιστορία. Σήμερα, όμως, που μετακομίζει από την προεδρία στην πρωθυπουργία, πρέπει να του αναγνωρίσουμε από την καρδιά μας κάτι σημαντικό: ότι βοήθησε τους συνεργάτες του να απελευθερώσουν την καλλιτεχνική τους φλέβα και να εκφραστούν ελεύθερα, όπως εκφράζονται, άλλωστε, ελεύθερα όλοι οι Ρώσοι, είτε είναι πολιτικοί είτε επιχειρηματίες ή δημοσιογράφοι.

Πάρτε τον Βλαντισλάφ Σουρκόφ, που θεωρείται ο ιδεολογικός εγκέφαλος του Κρεμλίνου. Ο άνθρωπος αυτός, εκτός από το να στοχάζεται για τη σχέση της Ρωσίας με τη δημοκρατία, βρίσκει χρόνο να ασχοληθεί και με την ποίηση. Ποιήματά του περιλαμβάνονται στο άλμπουμ «Η Χερσόνησος», που κυκλοφόρησε το 2003 από το ρωσικό ροκ συγκρότημα Άγκαθα Κρίστι. Οι στίχοι του ενός από αυτά, όπως τους μετέφρασε η ακούραστη ανταποκρίτρια της Ελ Παΐς στη Μόσχα Πιλάρ Μπονέτ, έχουν ως εξής: «Το αφεντικό μας είναι ένα πρωινό αστέρι. Αναγνωρίζουμε το στυλ του/ Τα Χριστούγεννα, μας στέλνει σκόνη αντί για χιόνι/ Συνωστιζόμαστε στην ουρά των ατέλειωτων ορδών του/ Εγώ θα είμαι σαν εσένα/ Εσύ θα είσαι σαν αυτόν/ Εμείς θα είμαστε σαν όλους/ Πάντα πρώτος εκείνος, ντυμένος με κόκκινο μετάξι, πάνω σ΄ ένα χλωμό άτι/ Κι εμείς πίσω του, βουτηγμένοι μέχρι τα γόνατα στη λάσπη, μέχρι το λαιμό στις ενοχές».

Καλλιτεχνικές ανησυχίες έχει και η τουρκμενικής καταγωγής Ντζαχάν Πολύεβα, επικεφαλής της ομάδας που ήταν εξουσιοδοτημένη να γράφει τους λόγους του απερχόμενου προέδρου. Η Πολύεβα ερμηνεύει η ίδια τα τραγούδια που γράφει, πρόσφατα μάλιστα ηχογράφησε και ένα δίσκο περιορισμένης κυκλοφορίας, ενώ έχει τραγουδήσει και ενώπιον των ηγετών πρώην σοβιετικών κρατών. Έχει όμως ένα παράπονο: δεν της άρεσαν ποτέ κάποιες βάρβαρες εκφράσεις του προϊσταμένου της, όπως για παράδειγμα εκείνο το «γριπιασμένη μύτη» που χρησιμοποιούσε ο Πούτιν για να χαρακτηρίσει όσους ανακατεύονταν στην προσωπική του ζωή. Ίσως γι΄ αυτό να ζήτησε να μετατεθεί στο γραφείο του νέου προέδρου. Εκεί θα έχει ασφαλώς περισσότερο χρόνο και θα μπορέσει να αφοσιωθεί στο μεγάλο της όνειρο: να γράψει ένα μυθιστόρημα σαν τον Χάρυ Πότερ.

Ο Σουρκόφ, πάλι, δεν ξέρουμε τι θα απογίνει. Λένε πως θα αναλάβει το ίδρυμα που θα δημιουργήσει οσονούπω ο Πούτιν, στα πρότυπα του Ιδρύματος Γκορμπατσώφ. Θα μπορούσε πάντως να αξιοποιηθεί και από τον Μεντβέντεφ, οι στίχοι του δείχνουν έναν άνθρωπο που προσαρμόζεται εύκολα.

Τρίτη, Μαΐου 06, 2008

Ιστορική συμφιλίωση



Δεν ξέρουμε τι θα κάνει ως δήμαρχος, αλλά ο Τζάνι Αλεμάνο έχει πετύχει ήδη κάτι σημαντικό: ένωσε τους φασίστες και τους Εβραίους της «αιώνιας πόλης».

Oι νεαροί νοσταλγοί του φασισμού ξέρουμε πώς πανηγύρισαν την περασμένη Δευτέρα για τη νίκη του «δικού τους»: συγκεντρώθηκαν έξω από το δημαρχείο, χαιρετούσαν φασιστικά και φώναζαν συνθήματα εναντίον των κομμουνιστών και των ξένων. Κάποιοι υπήρξαν ακόμη σαφέστεροι, φωνάζοντας «Ντούτσε, Ντούτσε!» (ήταν βέβαια και η επέτειος του θανάτου του Μουσολίνι). Είναι όπως στα μπαρ, σχολίασε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Εντμόντο Μπερσέλι: κερδίζει όποιος φωνάζει πιο δυνατά.

Αυτό που δεν ξέραμε, και το επισημαίνουν εύστοχα στο χθεσινό τους φύλλο οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, είναι ότι δίπλα στους φασίστες πανηγύριζαν και οι Εβραίοι. Η μικρή, αλλά σημαντική, κοινότητα της Ρώμης (κάπου 9.000 άνθρωποι) ψήφισε μαζικά υπέρ του πρώην αρχηγού της φασιστικής νεολαίας επειδή το σημερινό του κόμμα έχει φιλο-ισραηλινές θέσεις. «Η ιταλική Κεντροδεξιά είναι πολύ πιο κοντά στο Ισραήλ απ΄ ό,τι οι κεντροαριστεροί προκάτοχοί της», λέει ο Μισέλ Μποχόμπζα, που η οικογένειά του έφυγε από τη Λιβύη για τη Ρώμη το 1967, μετά τον πόλεμο των Έξι Ημερών. Το σημείο καμπής για τους Εβραίους της Ιταλίας ήταν η επίσκεψη που πραγματοποίησε ο Τζανφράνκο Φίνι στο Ισραήλ, το 2003, στη διάρκεια της οποίας χαρακτήρισε τον φασισμό «το απόλυτο κακό». Συγχωρεμένος λοιπόν κι αυτός και οι υπασπιστές του για τις αμαρτίες του παρελθόντος...

Όλα αυτά έχουν συμβολική, όχι ουσιαστικά πολιτική σημασία, να εξηγούμαστε. Το κεντρικό πρόβλημα της Ιταλίας είναι η επιστροφή του Μπερλουσκόνι και του Μπόσι, όχι των νεοφασιστών (αν και προκαλεί αλγεινή εντύπωση η άρνηση της Νομικής Σχολής του Μπάρι να δεχθεί την πρόταση του κοσμήτορα να μετονομαστεί από Μπενίτο Μουσολίνι σε Άλντο Μόρο!). «Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο απ΄ όλα είναι η τεράστια διείσδυση του Μπερλουσκόνι στον ιστό της χώρας, και αυτή η κολοσσιαία σύγκρουση συμφερόντων που συγκεντρώνεται στο πρόσωπό του», λέει ο καθηγητής Τζοβάνι Σαρτόρι στην Ελ Παΐς. «Ο άνθρωπος αυτός επιστρέφει για να κλείσει παλιούς λογαριασμούς - και υπάρχουν ακόμη πολλοί. Καμιά διάθεση δεν έχει να κάνει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να περνά καλά, να χαμογελά και να λέει ανέκδοτα. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, τα μέσα ενημέρωσης θα είχαν πέσει πάνω του. Αλλά εδώ είναι υποταγμένα».

Δεν είναι αλήθεια, πάντως, ότι δεν ενδιαφέρει τίποτα άλλο τον Μπερλουσκόνι. Θέλει, ας πούμε, να διώξει όλους τους λαθρομετανάστες με συνοπτικές διαδικασίες. Και έχει πείσει την Ευρωπαϊκή Ένωση πως το ίδιο πρέπει να γίνει και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Αύριο θα ληφθούν σημαντικές αποφάσεις στις Βρυξέλλες, οι οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν σημάνει συναγερμό.

Δευτέρα, Μαΐου 05, 2008

Τα χέρια δεν μιλούν πια



Σε μια σκηνή της συγκλονιστικής «Επέλασης των Βαρβάρων», ένας από τους φίλους του πρωταγωνιστή λέει: «Διαβάσαμε τον Φανόν και γίναμε αντι-αποικιοκράτες». Και δεν είναι οι μόνοι.

Γιατί τον Φανόν; Αυτό ρωτάει κάποια στιγμή τον συγγραφέα ο αδελφός του, κι αυτός απογοητεύεται και εξεγείρεται, μα είναι δυνατόν να με ρωτάει κάτι τέτοιο ύστερα απ΄ όλα όσα έχει περάσει ο ίδιος και η οικογένειά μας, ύστερα από τόσα χρόνια στη φυλακή, ύστερα από τις πολιορκημένες ζωές των ανθρώπων που αγαπάμε και μας αγαπούν, είναι δυνατόν να με ρωτάει για ποιον λόγο έγραψα ένα βιβλίο για τον Φανόν;

Ο Τζων Έντγκαρ Ουάιντμαν επικαλείται εδώ πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα: ο αδελφός του καταδικάστηκε σε ισόβια για φόνο, ο γιος του είχε λίγα χρόνια αργότερα την ίδια τύχη, στη συνοικία Χόμγουντ του Πίτσμπεργκ όπου μεγάλωσε οι μαύροι περνούσαν δύσκολα. Αυτές οι εμπειρίες απαντούν άραγε στο ερώτημα γιατί ασχολήθηκε με έναν άνθρωπο που πίστευε ότι η βία είναι ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί η αδικία; Και για να το θέσουμε γενικότερα, όπως άλλωστε κάνει και ο συγγραφέας: οι αδικίες του σημερινού κόσμου, το Ιράκ, η δυσαναλογία των μαύρων φυλακισμένων προς τους λευκούς, δικαιολογούν άραγε την προσφυγή στη βία;

Ο Φραντς Φανόν (1925-1961) ήταν μια θρυλική φυσιογνωμία. Ψυχίατρος και επαναστάτης, πολέμησε με τους Αλγερινούς εναντίον της Γαλλίας και περιποιήθηκε πολλά θύματα βασανιστηρίων (αλλά, στη συνέχεια, και πολλούς Γάλλους βασανιστές). Το κλασικό βιβλίο του «Της Γης οι κολασμένοι» αποτελεί μια πραγματεία για τη βία, για τη σχέση των αποικιοκρατών με τα θύματά τους, για τις συνέπειες των βασανιστηρίων. Αλλά ο Ουάιντμαν δεν ήθελε να γράψει (άλλη) μια βιογραφία του ανθρώπου που ενέπνευσε τον Στηβ Μπίκο και τον Τσε. Όπως σημειώνουν οι Νιου Γιορκ Τάιμς, το βιβλίο Φανόν (εκδ. Ηoughton Μifflin Company) είναι ένα μυθιστόρημα για έναν συγγραφέα (τον ίδιο τον Ουάιντμαν) που προσπαθεί να γράψει ένα μυθιστόρημα για τον Φανόν. Ένα από τα πιο δυνατά του σημεία είναι ένας φανταστικός διάλογος με τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, τον οποίο ο συγγραφέας μεταφέρει στη γενέτειρά του για να αποδείξει ότι οι ταινίες δεν μπορούν να καταγράψουν την πραγματικότητα- όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Φανόν δεν μπορούσε να καταγράψει στο χαρτί την ψυχολογική κατάπτωση των ασθενών του.

Το ίδιο παθαίνει και ο Ουάιντμαν, χωρίς αυτό να αποβαίνει τελικά εις βάρος του. Τα προβλήματα που περιγράφει δεν λύνονται με τη βία, το ξέρει, το ήξερε από την αρχή. Η βασική διαπίστωση όμως παραμένει: «Είμαστε όλοι ένα πρόσωπο, ένα σώμα. Αλλά τα χέρια δεν μιλούν πια. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μισιούνται. Προσπαθούν να στραγγαλίσουν τον λαιμό στον οποίον ανήκουν. Οι άνθρωποι είναι τόσο βυθισμένοι στον μικρόκοσμό τους, ώστε ξεχνούν ότι ζουν στο ίδιο σώμα και ότι εξαρτώνται από τα ίδια αυτά δύο χέρια».

Σάββατο, Μαΐου 03, 2008

Η ευτυχία τού να είσαι Δανός



Oι νέοι της Δανίας περιμένουν με ανυπομονησία το μέλλον. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τους νέους της Γαλλίας, της Ιταλίας ή της Ελλάδας, που αντιμετωπίζουν το μέλλον με ανησυχία, αν όχι με φόβο. Πού οφείλεται αυτή η διαφορά; Πώς εξηγείται ότι στη Δανία συναντά κανείς τους πιο ευχαριστημένους νέους της Ευρώπης;

Οι λόγοι είναι δύο, λέει στον Νουβέλ Ομπζερβατέρ η κοινωνιολόγος Σεσίλ Βαν ντε Βελντ, συγγραφέας του βιβλίου «Ενηλικίωση: συγκριτική κοινωνιολογία της νεολαίας στην Ευρώπη» (εκδ. ΡUF). Ο ένας έχει σχέση με το παιδαγωγικό σύστημα. Στη Δανία, η εργασία και η εκπαίδευση είναι στενά συνδεδεμένες. Το 55% των Δανών ηλικίας 15 ώς 24 ετών εργάζονται, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Γαλλία είναι μόλις 11%. Οι σπουδές είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να μπορούν να διακόπτονται από διαστήματα στην επιχείρηση. Μπορεί να αποφοιτήσει κάποιος από το σχολείο, να δοκιμάσει διάφορες δουλειές και στα 27 του να επιστρέψει στο Πανεπιστήμιο. Όλες οι εμπειρίες που θα έχει συγκεντρώσει βαραίνουν εξίσου με το δίπλωμα και εμπλουτίζουν το βιογραφικό του. Στη Γαλλία, αντίθετα, κλειδί για την επιτυχία στη ζωή θεωρείται το δίπλωμα, και μόνο αυτό. Για να μη μιλήσουμε για την Ελλάδα...

Αποφασιστικό ρόλο στην πορεία των νεαρών Δανών παίζει το κράτος, που χρηματοδοτεί σχεδόν εξ ολοκλήρου τις σπουδές τους. Από τα 18 του χρόνια, κάθε φοιτητής έχει στη διάθεσή του ένα μπλοκ κουπονιών αξίας χιλίων ευρώ το καθένα, τα οποία αντιστοιχούν σε έξι χρόνια μαθητείας και μπορεί να τα χρησιμοποιήσει κατά βούληση, ανάλογα με το αν σπουδάζει ή εργάζεται. Ουσιαστικά πρόκειται για μια υποτροφία, που δεν υπολογίζεται όμως με βάση το οικογενειακό εισόδημα όπως σε άλλες χώρες. Έτσι, οι Δανοί ηλικίας 20 ώς 30 ετών δεν έχουν κανέναν λόγο να αγχώνονται. Έχουν όλη την άνεση να δοκιμάσουν τον εαυτό τους σε διάφορα πεδία, ώστε να αποφασίσουν τι τους πάει καλύτερα.

Ο δεύτερος λόγος που εξηγεί την αισιοδοξία των νεαρών Δανών είναι ότι φεύγουν πολύ νωρίς από το σπίτι. Η οικονομική τους αυτονομία τούς δίνει τη δυνατότητα να ζήσουν μόνοι τους από τα 20 κιόλας χρόνια, ενώ η ηλικία απαγκίστρωσης στη Γαλλία είναι τα 23 χρόνια και στην Ισπανία τα 28. Με άλλα λόγια, οι Δανοί εγκαταλείπουν την οικογενειακή εστία στο δεύτερο έτος των σπουδών τους, ενώ οι νέοι άλλων χωρών περιμένουν συνήθως να πάρουν πτυχίο, αν όχι και τον πρώτο τους μισθό. Η αποχώρηση από το σπίτι θεωρείται κάτι φυσιολογικό στη Δανία, δεν αντιμετωπίζεται ως μια συμβολική ρήξη. Πολλές φορές είναι οι γονείς εκείνοι που δείχνουν την πόρτα στα παιδιά τους! Κι αυτό τους δίνει αυτοπεποίθηση και τόλμη.

Παρασκευή, Μαΐου 02, 2008

Στο όνομα της ζωής



«Οι μεγάλοι μάς φαίνονται μεγάλοι μόνο και μόνο επειδή είμαστε πεσμένοι στα γόνατα», έλεγε ο Λουσταλό, ένας δημοσιογράφος που ενώθηκε με τους εξεγερμένους κατά τη Γαλλική Επανάσταση. «Ας σηκωθούμε όρθιοι!»

Τα λόγια εκείνα του Λουσταλό εμπνέουν πάντα τον Ραούλ Βανεγκέμ, έναν από τους «γκουρού» κάποιων άλλων εξεγερμένων, που σηκώθηκαν όρθιοι πριν από σαράντα ακριβώς χρόνια για να αμφισβητήσουν τις αξίες των μεγάλων, δηλαδή των δασκάλων τους, των πολιτικών τους και, πάνω απ΄ όλα, των πατεράδων τους. «Η προσπάθειά μας να επιβιώσουμε μας έχει μέχρι τώρα εμποδίσει να ζήσουμε», έγραφε στο Εγχειρίδιο Καλής Συμπεριφοράς προς χρήση της Νέας Γενιάς , ένα βιβλίο-φάρο για εκείνη την εποχή. Ο Μάης του ΄68 ήταν μια θεαματική απόρριψη της επιβίωσης στο όνομα της ζωής. Τι συνέβη λοιπόν και απειλείται σήμερα ακόμη κι αυτή η επιβίωση, ως αποτέλεσμα της καταστροφής της βιόσφαιρας και της επέκτασης της φτώχειας;

Στα 74 χρόνια του, ο άλλοτε θεωρητικός των καταστασιακών είναι πάντα αισιόδοξος και πάντα μαχητικός. Τον ενοχλούν βέβαια η παθητικότητα, η μοιρολατρία, ο φετιχισμός του χρήματος, η αρπακτικότητα, η συγκεντρωτική και ανταγωνιστική εκπαίδευση, η λεηλασία της γης, η έλλειψη δημιουργικότητας από όλους εκείνους που προσπαθούν να καταπολεμήσουν τη βαρβαρότητα με τα όπλα της βαρβαρότητας και όχι με τη δύναμη της ζωής. Αλλά δεν χάνει το ριζοσπαστικό του πνεύμα. «Ποτέ δεν ήμασταν τόσο κοντά στη ζωή και τόσο μακριά από το να τολμήσουμε να την αρπάξουμε», λέει σε συνέντευξή του στον Νουβέλ Ομπζερβατέρ. «Πιστεύω ακράδαντα, όμως, ότι κάτω από τον σκοταδισμό, τη δουλοπρέπεια, τον νόμο του πιο ισχυρού και του πιο πονηρού, βρίσκεται σε κίνηση μια δύναμη ζωής. Τίποτα δεν θα εμποδίσει τη ριζοσπαστική σκέψη να προοδεύει και να υπονομεύει υπογείως το θέαμα όπου η υπαρξιακή ένδεια αναγορεύεται σε αρετή».

Ωραία λόγια, αλλά πού στηρίζονται; Σε ποια κινήματα, σε ποια πειράματα, σε ποια ρεύματα; Ίσως ο Βανεγκέμ να δίνει απαντήσεις σ΄ ένα δοκίμιό του που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Ανάμεσα στο πένθος του κόσμου και τη χαρά της ζωής. Οι καταστασιακοί και η μετάλλαξη των συμπεριφορών» (εκδ. Verticales-Gallimard). Ίσως να διακρίνει καλύτερα από εμάς αυτήν «τη συμμαχία με τη φύση, όπου η ζωή θα ξαναβρεί τα δικαιώματά της και θα ξεπεράσει την επιβίωση». Να διεκδικήσουμε για λογαριασμό μας τους φυσικούς πόρους- τονίζει- ώστε να απαλλαγούμε από την τυραννία της εργασίας. Ενδιαφέρον: αλλά πώς θα το εξηγήσουμε στη γενιά των 600 ευρώ;

Ας μείνουμε στα γενικότερα, και διαχρονικότερα. «Να στηριχθούμε στην ορμή της ζωής ώστε να την εξευγενίσουμε», αυτός είναι κατά τον Ραούλ Βανεγκέμ ο καλύτερος και πιο ευχάριστος τρόπος να κτίσουμε το πεπρωμένο μας απέναντι στα εμπόδια μιας οικονομίας που εκμεταλλεύεται τον άνθρωπο και τη γη. «Γιατί όποιος προσαρμόζει τη ζωή του στα κριτήρια της επιτυχίας και της αποτυχίας έχει ήδη σταματήσει να ζει».