Άλλη μια σεμνή πρόταση
Εβδομήντα οκτώ εκατομμύρια: τόσοι είναι οι Αμερικανοί που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1946 και το 1964, τα χρόνια του λεγόμενου baby boom. Τι θα γίνει όταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι βγουν στη σύνταξη;
Αυτό που θα συμβεί, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, είναι ότι οι φόροι θα αυξηθούν τις επόμενες δεκαετίες κατά 30%- 50% προκειμένου να καταστεί δυνατό να συντηρηθεί αυτό το τεράστιο κύμα συνταξιούχων. Και αυτό που πολλοί φοβούνται- όχι μόνο στην Αμερική, αλλά και στην Ευρώπη- είναι η αντίδραση των νεώτερων γενιών απέναντι στην επιδείνωση της δικής τους καθημερινότητας. Εμπρησμούς χωριών που είναι σχεδιασμένα για ηλικιωμένους και επιθέσεις εναντίον συνταξιούχων την ώρα που παίζουν γκολφ, περιγράφει ο Κρίστοφερ Μπάκλεϋ, πρώην σύμβουλος και λογογράφος του πατέρα Μπους, στο τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο «Βoomsday». Κι ενώ η κατάσταση τείνει να ξεφύγει από τον έλεγχο της κυβέρνησης- συνεχίζει ο συγγραφέας-, πέφτει σαν κεραυνός η πρόταση μιας 29χρονης μπλόγκερ, της Κασάντρα Ντιβάιν: να οργανωθεί μια «εθελοντική μετάβαση» των ηλικιωμένων. Με άλλα λόγια, να δοθούν κίνητρα στους άνω των 70 ετών για να αποχωρήσουν ησύχως από τον μάταιο τούτο κόσμο. Όποιος μπει στο πρόγραμμα θα απολαύσει, προτού αυτοκτονήσει, μια υπέροχη κρουαζιέρα με έξοδα του κράτους (που θα ονομάζεται «αποχαιρετιστήριος μήνας του μέλιτος»), ενώ τα παιδιά και τα εγγόνια του θα απαλλαγούν από τον φόρο κληρονομιάς.
Ο συγγραφέας εμπνεύστηκε εμφανώς την ιδέα του από το περίφημο βιβλίο του Τζόναθαν Σουίφτ με τίτλο «Μια σεμνή πρόταση», που κυκλοφόρησε το 1729 και πρότεινε ως λύση για τον υπερπληθυσμό και την πείνα στην Ιρλανδία να πουλάνε οι φτωχοί τα μικρότερα παιδιά τους στους γαιοκτήμονες για να τα τρώνε. Παρ΄ όλο που το βιβλίο εξαντλείται ουσιαστικά σε αυτό το εύρημα και, σύμφωνα με τους κριτικούς, δεν είναι ιδιαίτερα καλογραμμένο, σκαρφάλωσε μέσα σε ένα μήνα από την έκδοσή του στην κορυφή των μπεστ σέλερ και έγινε αντικείμενο συζήτησης μεταξύ πολιτικών αναλυτών και οικονομικών σχολιαστών. Όπως γράφει ο Ρόμπερτ Σάμιουελσον στο Νιούζουικ, μπορεί να μη δούμε τα επόμενα χρόνια επιθέσεις εναντίον συνταξιούχων που λιάζονται στην παραλία, αλλά ένας πόλεμος γενεών με αφορμή το συνταξιοδοτικό πρόβλημα είναι αναπόφευκτος.
«Διαπράττουμε τεράστιο πολιτικό και οικονομικό έγκλημα», σημειώνει, «απέναντι στα παιδιά μας, ίσως κι απέναντι σε μας τους ίδιους».
Γιατί, λοιπόν, αυτή η σιωπή και απραξία; Μα για τους ίδιους λόγους που υπαγορεύουν την απραξία και στην Ευρώπη: τον φόβο των πολιτικών ότι οποιοδήποτε μέτρο θα έχει εκλογικό κόστος. Η Αarp, το σούπερ λόμπι των συνταξιούχων, έχει 38 εκατομμύρια μέλη και το βάρος της στις προεδρικές εκλογές είναι μεγάλο. Άλλωστε, είναι δυνατόν οι baby boomers (στους οποίους ανήκουν ο Μπιλ Κλίντον, ο Τζορτζ Μπους, ο Μπιλ Γκέιτς) να τα βάλουν με τον εαυτό τους;
Σε αναζήτηση της «άλλης Ευρώπης»
Oι αδελφοί Κατσίνσκι; «Από λογοτεχνική άποψη, είναι άμεμπτοι. Οι προσωπικότητές τους αντανακλούν εξίσου το γκροτέσκο και το ηρωικό. Ο πολωνικός λαός δεν μπορούσε να διαλέξει καλύτερους εκπροσώπους. Οι δίδυμοι είναι γελοίοι και μεγάλοι, παράλογοι και τραγικοί. Ενσαρκώνουν όλα τα πολωνικά σύνδρομα, όλα τα εθνικά τραύματα. Η πραγματική τους κατάρα, όμως, είναι η πεποίθησή τους ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Αυτή η πεποίθηση τούς οδήγησε να συμμαχήσουν πολιτικά με τους υπερεθνικιστές και τους υπερλαϊκιστές, καθώς και με μια περίεργη εκδοχή της Εκκλησίας που δεν έχει σχέση ούτε με τον καθολικισμό ούτε με τον χριστιανισμό... Προκειμένου να πετύχουν τους στόχους τους, οι δίδυμοι συνεργάζονται δυστυχώς με ανθρώπους που καλλιεργούν τον φόβο και το μίσος. Και αυτό τους καθιστά ακατάλληλους ως πολιτικούς».
Αυτά λέει στον « Νουβέλ Ομπζερβατέρ » για τη δακτυλοδεικτούμενη σήμερα σε όλη την Ευρώπη πολωνική ηγεσία ένα τρομερό παιδί της πολωνικής λογοτεχνίας, ο Αντρέι Στάζιουκ, που στο τελευταίο του βιβλίο εξερευνά την «άλλη Ευρώπη». Οι χώρες αυτές τον ενδιαφέρουν περισσότερο από τη Δύση, γιατί δεν έχουν σταματήσει να ψάχνονται, γιατί είναι πιο συμφιλιωμένες με αυτά που γίνονται γύρω τους, γιατί βαδίζουν με μεγαλύτερο θάρρος προς τη συνάντησή τους με τον θάνατο, με το πεπρωμένο. Ας πάρουμε τα Τίρανα. Δεν είναι μια μεγάλη μητρόπολη, αλλά είναι μια πόλη γεμάτη με μια βάρβαρη ενέργεια. Αυτή η πόλη ζει, αναπτύσσεται, υψώνεται, με βάση κανόνες που μόνο η ίδια γνωρίζει. Ο Μεσαίωνας ανακατεύεται με τον μεταμοντερνισμό, η άποψη του επισκέπτη για το πώς πρέπει να είναι μια ευρωπαϊκή πόλη ανατρέπεται. Ο Στάζιουκ ζει από το 1987 σε ένα μικρό χωριό μακριά από τις πόλεις· δεν θα μπορούσε να μείνει στην πόλη, εκτός αν είναι τα Τίρανα. Κι αν γείτονές του είναι Τσιγγάνοι, οι μόνοι κάτοικοι αυτού του μέρους της Ευρώπης που έχουν διατηρήσει μια απίστευτη ζωτικότητα, μαζί με μια ικανότητα να αμφισβητούν την ταυτότητα της Ευρώπης.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 ο Στάζιουκ αρνήθηκε να κάνει τη στρατιωτική του θητεία, και την απόφαση εκείνη την πλήρωσε με δύο χρόνια πίσω από τα κάγκελα. (Την εμπειρία του εκείνη την περιγράφει αναλυτικά στο πρώτο του βιβλίο, τα «Τείχη της Χεβρώνας».) Μεγάλο σχολείο η φυλακή, λέει στον «Νουβέλ Ομπζερβατέρ». Τόπος διαβολικός και ταυτόχρονα γοητευτικός. Το βασικό της χαρακτηριστικό είναι η διαρκής αφήγηση ιστοριών, που είναι ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις από την καταπίεση του χρόνου. Αυτή η προφορική λογοτεχνία έχει μιαν απίστευτη δύναμη, μπορεί προσωρινά να ακυρώσει την πραγματικότητα. Και διεγείρει σε μεγάλο βαθμό τη φαντασία, ιδίως αν είσαι νέος. Βγαίνεις από τη φυλακή και είσαι δύο, τρεις φορές πιο ελεύθερος από πριν.
Δεν τον ξαναείδε ποτέ
Τo Σάββατο, αφιερωμένο στους δύο γιους του από τον πρώτο γάμο, εκτυλίσσεται «μετά τις επαναστάσεις». Αυτό εδώ το βιβλίο, που ο συγγραφέας αφιερώνει στη δεύτερη σύζυγό του, μας γυρίζει «πριν από την επανάσταση»- τη σεξουαλική φυσικά.
«Το μόνο πράγμα που μου ερχόταν στο μυαλό ήταν ο λαιμός της γαλοπούλας και τα εντόσθια της γαλοπούλας και αισθάνθηκα βαθιά μελαγχολία», αναφωνεί η αφηγήτρια στον Γυάλινο Κώδωνα (Τhe Βell Jar) της Σύλβια Πλαθ, όταν βλέπει για πρώτη φορά στη ζωή της το πέος ενός ενηλίκου. «Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω πώς δουλεύει αυτό το πράγμα», αναγγέλλει η Φερμίνα Δάσα στον Έρωτα στα Χρόνια της Χολέρας, του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, προτού αρχίσει να συνειδητοποιεί τις μαγικές λειτουργίες που μπορεί να επιτελέσει υπό ορισμένες προϋποθέσεις αυτό το εργαλείο: «Άρπαξε χωρίς δισταγμό το υπό μελέτη ζώο, το γύρισε από ΄δώ κι από ΄κεί, το κοίταξε με ένα ενδιαφέρον που άρχισε να μην είναι μόνο επιστημονικό, και όταν τελείωσε δήλωσε: ΄΄Τι άσχημο που είναι, πιο άσχημο κι από το πράγμα της γυναίκας!΄΄».
Το πέος κατέχει κεντρική θέση και στο νέο μυθιστόρημα του Ίαν ΜακΓιούαν με τίτλο Οn Chesil Βeach (εκδ. Cape). Βρισκόμαστε στο 1962, πρωθυπουργός της Αγγλίας είναι ο Χάρολντ Μακμίλλαν, οι Μπητλς δεν έχουν βγάλει ακόμη το πρώτο τους άλμπουμ και η σεξουαλική επανάσταση είναι ακόμη μακριά. Ο Έντουαρντ προέρχεται από μια κοινωνική τάξη που του προκαλεί αμηχανία, ο πατέρας του είναι δάσκαλος, η μητέρα του έχει πάθει σοβαρή εγκεφαλική βλάβη ύστερα από ένα ατύχημα. Η Φλόρενς είναι κόρη ενός επιτυχημένου επιχειρηματία, παίζει υπέροχο βιολί και βρίσκει την ιδέα του σεξ βαθύτατα ενοχλητική. Για την ακρίβεια, το να την αγγίξει κάποιος «εκεί κάτω» την απωθεί όσο και μια χειρουργική επέμβαση στο μάτι της. Ακόμη και το φίλημα της προκαλεί ναυτία. Το κακό είναι πως είναι ερωτευμένη με τον Έντουαρντ, της αρέσει το μυαλό του, η δύναμη των χεριών του, η ευγένειά του, τα μάτια του. Είναι 22 ετών και δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι θέλει να ζήσει την υπόλοιπη ζωή της μαζί του. Όμως η πρώτη νύχτα του γάμου είναι καταστροφική. Εκείνος έχει απόσχει από τον αυνανισμό για μια εβδομάδα ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις, καταφέρνει να αποφύγει την πρόωρη εκσπερμάτιση σκεπτόμενος εντατικά τον Μακμίλλαν, αλλά όταν εκείνη αρχίζει διστακτικά να τον χαϊδεύει δεν μπορεί άλλο να αντισταθεί και αδειάζει το πάθος του πάνω της, «πλημμυρίζοντας τον αφαλό της, την κοιλιά της, τους μηρούς της, ακόμη και το πιγούνι της, με χλιαρό, παχύρρευστο υγρό». Πανικόβλητη, η Φλόρενς τρέχει να πλυθεί στη θάλασσα. Δεν θα τον ξαναδεί ποτέ.
«Σας διηγούμαι τον πόλεμο των φύλων στην πλαστή ειρήνη της δεκαετίας του ΄60», είπε ο ΜακΓιούαν σε όσους έσπευσαν να τον ακούσουν στο Sheldonian Τheatre της Οξφόρδης. Ο ανταποκριτής της Ρεπούμπλικα μαγεύτηκε. Δεν μας εκπλήσσει καθόλου.
«Στρατηγέ, δεν καταλαβαίνετε κάτι»
«Το να είσαι επαγγελματίας σημαίνει να κάνεις τα πράγματα που σου αρέσουν, τις μέρες που δεν έχεις καμιά όρεξη να τα κάνεις». Ντέηβιντ Χάλμπερσταμ
Όταν οι Νιου Γιορκ Τάιμς τον έστειλαν να καλύψει τον πόλεμο στο Βιετνάμ, το 1962, ο Χάλμπερσταμ ήταν 28 ετών και υποστήριζε τις αμερικανικές επιχειρήσεις, όπως άλλωστε η συντριπτική πλειονότητα των συμπατριωτών του. Μερικές επισκέψεις στο Νότιο Βιετνάμ ήταν αρκετές για να τον κάνουν να αλλάξει γνώμη, αφού συνειδητοποίησε ότι η ρόδινη εικόνα που παρουσίαζαν ο στρατός και η κυβέρνηση της Ουάσιγκτον δεν είχε καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Οι ανταποκρίσεις του άρχισαν έτσι να γίνονται όλο και πιο πύρινες. Τον Οκτώβριο του 1963, ο πρόεδρος Κέννεντυ ζήτησε να δει τον εκδότη των Νιου Γιορκ Τάιμς, τον Άρθουρ Σουλτσμπέργκερ, και αξίωσε την ανάκληση του δημοσιογράφου. Ο Σουλτσμπέργκερ όχι μόνο αρνήθηκε, αλλά έδωσε εντολή στον Χάλμπερσταμ να αναβάλει μια άδεια που επρόκειτο να πάρει.
Μια μέρα που ο Χάλμπερσταμ ήθελε να επισκεφθεί τον τόπο μιας μάχης όπου ο αμερικανικός στρατός είχε ηττηθεί, τηλεφώνησε σ΄ έναν στρατηγό στο σπίτι του, για να ζητήσει άδεια. Στο μπρίφινγκ της επομένης, ένας ταξίαρχος στηλίτευσε τους «θλιβερούς, χαμηλού επιπέδου νεαρούς δημοσιογράφους, που έχουν το θράσος να τηλεφωνούν σε έναν στρατηγό στο σπίτι του». Πήρε τότε τον λόγο ο Χάλμπερσταμ: «Στρατηγέ, υπάρχει κάτι που δεν καταλαβαίνετε. Δεν είμαστε δεκανείς. Δεν δουλεύουμε για σας. Θα τηλεφωνούμε οποιαδήποτε ώρα στο σπίτι οποιουδήποτε στρατηγού, προκειμένου να κάνουμε τη δουλειά μας». Ο ταξίαρχος έμεινε άναυδος. Και ο δημοσιογράφος συνέχισε τη δουλειά του, έχοντας πάντα την πεποίθηση ότι η κοινή γνώμη έχει το δικαίωμα να γνωρίζει την αλήθεια. «Όταν, για οποιονδήποτε λόγο, η κυβέρνηση αρχίζει να λέει ψέματα», είπε σε μια συνέντευξη που έδωσε τον περασμένο μήνα στο Ασοσιέιτεντ Πρες, «καταλαβαίνει κανείς την αξία της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας». Η παραπομπή στη σημερινή εποχή και τον πόλεμο στο Ιράκ, για τον οποίο ήταν ιδιαίτερα επικριτικός, ήταν σαφής.
Το 1967, ο Χάλμπερσταμ παραιτήθηκε από τους Νιου Γιορκ Τάιμς, για να αφοσιωθεί στο γράψιμο. Έγραψε 21 βιβλία, από τα οποία το γνωστότερο είναι το «Οι καλύτεροι και εξυπνότεροι» (1972), ένας ειρωνικός χαρακτηρισμός για τους ταλαντούχους συμβούλους του Κέννεντυ και του Τζόνσον που οδήγησαν την Αμερική σε μια εξευτελιστική στρατιωτική ήττα. Ανάμεσα στα αγαπημένα του θέματα ήταν και το μπέιζμπολ, ενώ το βιβλίο που ετοίμαζε τον τελευταίο καιρό ήταν για τον θρυλικό αγώνα ποδοσφαίρου του 1958 ανάμεσα στους Μπάλτιμορ Κολτς και τους Νιου Γιορκ Τζάιαντς. Δεν πρόλαβε. Την περασμένη Δευτέρα έχασε τη ζωή του σε ένα τροχαίο δυστύχημα στο Σαν Φρανσίσκο. Η γυναίκα του είπε πως θα τον θυμάται πάνω απ΄ όλα για τη διαρκή και ανεξάντλητη γενναιοδωρία του απέναντι στους νέους δημοσιογράφους.
Ιστορικός συμβιβασμός για χάρη των δασών
Οι συνωμοσιολόγοι ασφαλώς θα καγχάσουν. Το βέβαιο όμως είναι ότι αυτός ο «ιστορικός συμβιβασμός» ανάμεσα σε δύο παραδοσιακούς αντιπάλους αποδεικνύεται πιο αποτελεσματικός για το περιβάλλον από όλα τα κυβερνητικά μέτρα που έχουν κατά καιρούς εξαγγελθεί.
Η οκταμελής παρέα σ΄ εκείνο το σκάφος που ανέβαινε τον Αμαζόνιο τον περασμένο Ιανουάριο ήταν ομολογουμένως περίεργη. Οι μισοί ήταν οικολόγοι της Γκρηνπής, Βραζιλιάνοι και Ευρωπαίοι. Οι άλλοι μισοί ήταν στελέχη της ΜακΝτόναλντ΄ς, από την έδρα της εταιρείας στο Σικάγο και από την Ευρώπη. Ο λόγος που βρέθηκαν μαζί, γράφει η Ουάσινγκτον Ποστ, ήταν για να σταματήσουν τους αγρότες που καταστρέφουν τα δάση προκειμένου να καλλιεργήσουν σόγια- με προορισμό, μεταξύ άλλων, τη... ΜακΝτόναλντ΄ς. Και απ΄ ό,τι φαίνεται, τα κατάφεραν. Έπεισαν τους μεγαλύτερους εμπόρους σόγιας της Βραζιλίας να σταματήσουν για τα επόμενα δύο χρόνια να αγοράζουν σόγια από εκτάσεις που έχουν πρόσφατα αποψιλωθεί. «Η ΜακΝτόναλντ΄ς και η Γκρηνπής ήταν οι καταλύτες», λέει η Λώρι Τζόνσον, εκπρόσωπος της πολυεθνικής εταιρείας Cargill που εφοδιάζει τη ΜακΝτόναλντ΄ς με σόγια για να ταΐσει τα κοτόπουλα που θα γίνουν στη συνέχεια ΜcΝuggets. «Κινητοποίησαν κόσμο και προκάλεσαν θόρυβο».
Αντίθετα με τους Αμερικανούς καταναλωτές, οι Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν με δυσπιστία τις γενετικά τροποποιημένες τροφές. Ενώ λοιπόν οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλοι παραγωγοί σόγιας στρέφονται όλο και περισσότερο στις μεταλλαγμένες μορφές, οι περισσότερες από τις εταιρείες που έχουν συμφέροντα στην Ευρώπη είναι αναγκασμένες να χρησιμοποιούν συμβατική σόγια. Με τη βοήθεια λοιπόν πολυεθνικών εταιρειών σαν την Cargill, πολλοί Βραζιλιάνοι αγρότες άρχισαν να κόβουν δέντρα στην Αμαζονία για να καλλιεργούν σόγια και άλλους καρπούς. Το μέγεθος της επιχείρησης έγινε αντιληπτό από την Γκρηνπής και άλλες οικολογικές οργανώσεις το 2003, όταν είδαν δορυφορικές φωτογραφίες που έδειχναν εκτεταμένη αποψίλωση των δασών. Η πρώτη τους αντίδραση ήταν να οργανώσουν διαδηλώσεις έξω από καταστήματα της ΜακΝτόναλντ΄ς στην Ευρώπη και να αποκλείσουν το λιμάνι Σανταρέμ, στον Αμαζόνιο, που χρησιμοποιεί η Cargill. Κι ύστερα ξεκίνησαν μια εκστρατεία για να πείσουν τον γίγαντα του γρήγορου φαγητού ότι είναι προς το συμφέρον του να αποδείξει έμπρακτα ότι σέβεται το περιβάλλον και δεν κακομεταχειρίζεται τα ζώα.
Η διπλή αυτή τακτική απέφερε καρπούς. «Ακούσαμε αυτά που μας είπε η Γκρηνπής για τη σόγια που προέρχεται από τα δάση της Αμαζονίας και καταλάβαμε ότι είχε δίκιο», λέει ο αντιπρόεδρος της ΜακΝτόναλντ΄ς Μπομπ Λάνγκερτ. «Έχουμε ξεκινήσει μια ενεργή εκστρατεία για τη σωτηρία των δασών, και διαπιστώσαμε ότι εμείς και η ΜακΝτόναλντ΄ς έχουμε παρόμοιους στόχους», τονίζει ο Τζων Σόβεν, επικεφαλής της πρωτοβουλίας της οργάνωσης για τα δάση. Η συνεργασία των δύο πλευρών μπορεί να επεκταθεί τώρα και σε άλλους τομείς. Ο στόχος είναι ιερός, οι σκοπιμότητες του καθενός είναι δευτερεύουσας σημασίας, αυτό που μετρά είναι το αποτέλεσμα.
Η Γαλλία φοβάται
Υπάρχει μια μαγική λέξη σε όλες τις γαλλικές εκλογές: rassembler, δηλαδή συγκεντρώνω, συσπειρώνω. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να είναι ένας rassembleur. Μπορεί άραγε να παίξει ο Νικολά Σαρκοζί αυτόν τον ρόλο;
«Αυτή η προεκλογική εκστρατεία είχε ένα και μόνο θέμα, την αγωνία της γαλλικής Αριστεράς. Χωρίς να θέλω να χρησιμοποιήσω τραγικούς όρους, η Γαλλία είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που έχει διατηρήσει σταθερά, από το Λαϊκό Μέτωπο του Μπλουμ μέχρι τον Μιτεράν, μια επαναστατική Αριστερά σε ένα διόλου επαναστατικό, αλλά αντίθετα μετριοπαθές, πολιτικό σκηνικό. Το πραγματικό διακύβευμα λοιπόν αυτών των εκλογών είναι η ανανέωση της γαλλικής Αριστεράς, όπως το διακύβευμα προηγούμενων αναμετρήσεων ήταν η ανανέωση της γαλλικής Δεξιάς».
Αυτά έλεγε στην εφημερίδα Στάμπα λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές ο Γάλλος κοινωνιολόγος Αλαίν Τουραίν, διευκρινίζοντας ότι θα έκλεινε τη μύτη του και θα ψήφιζε τη Σεγκολέν. Ίσως να υπερέβαλλε, οι εκλογές αυτές είχαν ασφαλώς κι άλλα θέματα, το δίλημμα ανάμεσα στη συνέχεια και τη ρήξη, την πρόκληση του νεοφιλελευθερισμού, τη θέση της χώρας στην Ευρώπη, τη σχέση της Γαλλίας με την παγκοσμιοποίηση, τη σχέση των Γάλλων με την πολιτική. Πολλά από αυτά απαντήθηκαν, άλλα όχι. Οι πολίτες διέψευσαν όσους ισχυρίζονταν ότι αδιαφορούν για την πολιτική, απέδειξαν ότι αναγνωρίζουν τις διαφορές ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά, αλλά δεν εξέφρασαν την άποψή τους για την Ευρώπη γιατί η Ευρώπη γενικώς απουσίαζε. Όσο για το στοίχημα που έβαλε ο Τουραίν, η Σεγκολέν έκανε μέχρι στιγμής ό,τι μπορούσε: παρά την απειρία της, παρά τις γκάφες της, παρά τις τρικλοποδιές που της έβαζαν συνεχώς μέσα από το κόμμα της, πέτυχε ένα ποσοστό ίδιο μ΄ εκείνο του Φρανσουά Μιτεράν στον πρώτο γύρο του 1981. Τους «ελέφαντες» τους νίκησε. Την «Αριστερά της Αριστεράς» σχεδόν την εξαφάνισε. Το κατά πόσον θα μπορέσει να ηγηθεί της πολυπόθητης ανανέωσης θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου.
Επικαλούμενοι το βιβλίο του Ερίκ Ντιπέν με τίτλο «Ολοταχώς προς τα δεξιά», όπου επισημαίνεται ότι η γαλλική κοινωνία χαρακτηρίζεται τα τελευταία χρόνια από ατομισμό και κοινωνική ασφάλεια, γράφαμε πριν από δύο μήνες ότι η Σεγκολέν Ρουαγιάλ ίσως να είναι καταδικασμένη. Η Γαλλία φοβάται (την παγκοσμιοποίηση, την Ευρώπη, την Αμερική, τους μετανάστες, τη σκιά της), και μια χώρα που φοβάται δεν θέλει οράματα, αλλά διαβεβαιώσεις. Δεν θέλει μια γλυκιά μανούλα, αλλά έναν αυστηρό πατερούλη. Η μόνη ελπίδα που έχει η γλυκιά μανούλα να ανατρέψει αυτό το σκηνικό και να εμφανιστεί ως rassembleuse είναι να δώσει έμφαση στα κοινωνικά ζητήματα (φτώχεια, ανεργία, αποκλεισμός), θίγοντας ταυτόχρονα τα ζητήματα που αγνόησε μέχρι τώρα (Ευρώπη, περιβάλλον, συμμετοχική δημοκρατία). Έτσι κι αλλιώς, δεν έχει πια τίποτα να χάσει.
Η Ευρώπη δεν δίνει πια κατευθύνσεις
Οι περισσότεροι διανοούμενοι θεωρούν χρέος τους να είναι μελαγχολικοί. Αυτός εδώ, όμως, δεν μπορεί να κρύψει τον ενθουσιασμό του. Ίσως επειδή δεν τον παρέσυραν ποτέ οι ουτοπίες.
Το 1991, δύο χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, ο Γερμανός κοινωνιολόγος Βολφ Λέπενις άρχιζε τα μαθήματά του στην ευρωπαϊκή έδρα του College de France. Τα ερωτήματα στα οποία προσπαθούσε να απαντήσει ήταν πολλά. Στερημένοι από τις ουτοπίες μας μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, είμαστε άραγε καταδικασμένοι να βυθιστούμε στη μελαγχολία; Πώς μπορούμε να αντισταθούμε στην άλλη μεγάλη ουτοπία της εποχής μας, τον φιλελεύθερο καπιταλισμό, τώρα που απέκτησε οικουμενικές διαστάσεις; Ποια είναι η λειτουργία του διανοούμενου σε αυτό το ιστορικό στάδιο; Μπορεί να υπάρξει άραγε ένας Ευρωπαίος διανοούμενος;
Αν θέλουμε να μιλήσουμε κυριολεκτικά, δεν υπάρχουν παρά Γάλλοι, Βρετανοί ή Γερμανοί διανοούμενοι, λέει ο 66χρονος κοινωνιολόγος σε συνέντευξή του στη Λιμπερασιόν με αφορμή την κυκλοφορία εκείνων των διαλέξεών του σε βιβλίο με τίτλο «Τι είναι ο Ευρωπαίος διανοούμενος; Οι διανοούμενοι και η πολιτική του πνεύματος στην ευρωπαϊκή ιστορία» (Εκδ. Seuil). Υπάρχει όμως κάτι που συνδέει όλους αυτούς τους διανοούμενους διαχωρίζοντάς τους από τον υπόλοιπο κόσμο, κι αυτό είναι η άποψή τους για το άτομο και την ελευθερία. Ο χώρος στον οποίο ανήκουν αντιστοιχεί πρακτικά σε αυτό που λέμε Δύση. Αλλά μια επίσκεψη στην Κίνα ή την Ινδία δείχνει ότι τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν. Οι διαφορές μειώνονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζονται και οι διαφορές ανάμεσα στα έθνη, που πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι να ξεφυτρώσει σε ευρωπαϊκή κλίμακα ο εθνικισμός των οποίο προσπαθήσαμε να διώξουμε από την Ευρώπη των Εθνών. Αν χρειάζεται σήμερα μια μη ευρωκεντρική «πολιτική του πνεύματος», είναι επειδή η Ευρώπη δεν δίνει πια κατευθύνσεις στον υπόλοιπο κόσμο. Ο εξευρωπαϊσμός του κόσμου τελείωσε, ίσως επειδή ήταν τόσο επιτυχημένος και βρίσκεται σήμερα παντού. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν κι άλλα κέντρα. Η καταστροφή του Μπους είναι ότι συνεχίζει να τρέφει αυτή την ψευδαίσθηση.
Πολλοί συνδέουν τα αποτελέσματα των γαλλικών εκλογών με την επανενεργοποίηση του γαλλογερμανικού άξονα. Για τον Λέπενις, αυτό δεν έχει και τόσο ενδιαφέρον. Όταν ήταν φοιτητής, είχε επισκεφθεί το Παρίσι για να δει τις ταινίες της Νouvelle Vague. Δεν είχε χρήματα, αλλά είχε πολλούς Γάλλους φίλους. Αυτός ο ενθουσιασμός δεν μπορεί να κρατήσει για πολλές δεκαετίες. Σήμερα ενθουσιάζεται πολύ περισσότερο με την ίδρυση κέντρων σε διάφορες πόλεις (αυτά που οι Άγγλοι αποκαλούν Ιnstitutes for Αdvanced Studies), όπου μπορούν να έλθουν ερευνητές απ΄ όλο τον κόσμο και να εργαστούν χωρίς γραφειοκρατικούς περιορισμούς. «Με ρωτούν συχνά: τι πραγματεύεται το καινούργιο σας βιβλίο; Απαντώ: πηγαίνετε στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας, ανεβείτε στον λόφο της Βούδας και κοιτάξτε αυτό το υπέροχο μπαρόκ κτίριο, το Collegium Βudapest. Αυτό είναι το καινούργιο μου βιβλίο».
Μια πραγματική πρόεδρος
Η στήλη έχει προδοθεί: είναι με τη Σεγκολέν. Όχι επειδή συμφωνεί κατ΄ ανάγκην με όλες τις προτάσεις της ή με την όλη στάση της στην προεκλογική εκστρατεία της, αλλά επειδή η υποψήφια του Σοσιαλιστικού Κόμματος είναι μια δυναμική γυναίκα που ξέρει να ακούει. Επειδή έχει δεσμευτεί, εφόσον εκλεγεί, να αυξήσει τον ελάχιστο μισθό και τις συντάξεις και να μη μειώσει τους φόρους. Επειδή θεωρεί τους μετανάστες καλοδεχούμενους και όχι σκουπίδια. Επειδή η κοινωνική Ευρώπη είναι γι΄ αυτήν προϋπόθεση, όχι εμπόδιο σε μια ισχυρή Ευρώπη. Επειδή δεν είναι τουρκοφάγος. Επειδή ενδιαφέρεται για το περιβάλλον. Και, φυσικά, επειδή ο αντίπαλός της είναι κυνικός, υποκριτής, αδίστακτος και επικίνδυνος. Δεν είναι μόνο η εξαγγελία του για την ίδρυση υπουργείου Εθνικής Ταυτότητας. Δεν είναι μόνο εκείνο το «αλήτες» που είχε πει για τους εξεγερμένους των προαστίων. Είναι και η δέσμευσή του- που έμεινε σχετικά ασχολίαστη- να «αναθεωρηθεί», δηλαδή να καταργηθεί, ο νόμος του 1905 που προβλέπει τον χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος, ώστε να καταστεί δυνατή η χρηματοδότηση της θρησκείας από δημόσιους πόρους. Όπως έγινε και με τους Ρεπουμπλικανούς στην Αμερική, τα αυτονόητα θα τεθούν ξανά στο τραπέζι.
Αλλά οι απόψεις της στήλης ελάχιστη σημασία έχουν. Πολύ πιο ενδιαφέρον, αντίθετα, είναι να διαβάσει κανείς γιατί ένα περιοδικό σαν τον Νουβέλ Ομπζερβατέρ και ένας δημοσιογράφος σαν τον Ζαν Ντανιέλ δηλώνουν ορθά-κοφτά ότι θα ψηφίσουν Σεγκολέν. Ο αποκλεισμός της Αριστεράς στον πρώτο γύρο θα ήταν εξίσου σοβαρός με μια νίκη του Σαρκοζί στον δεύτερο, σημειώνει ο βετεράνος δημοσιογράφος στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού. Η πρόταση του Μισέλ Ροκάρ για συμμαχία της Σεγκολέν με τον Μπαϊρού είναι παραπλανητική: η Γαλλία χρειάζεται καθαρές προτάσεις και το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν αντέχει άλλη μια αποτυχία. Οι επιφυλάξεις των Γάλλων για τη Σεγκολέν είναι αναμενόμενες, αν λάβει κανείς υπ΄ όψιν την ύπαρξη ενός ματσίσμο α λα γαλλικά. Η διαδρομή όμως αυτής της γυναίκας μέσα από ενέδρες και εμπόδια, η αντίστασή της στις επιθέσεις και τις παγίδες, η σημαντική πρόοδος των παρεμβάσεών της στους τομείς της Ευρώπης και της οικονομίας, η παρουσία δίπλα της ισχυρών προσωπικοτήτων όπως ο Ντομινίκ Στρος-Καν, αλλά και η πρόθεσή της να αναθέσει ειδικό ρόλο σε έναν άνθρωπο σαν τον Ζακ Ντελόρ, όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Σεγκολέν Ρουαγιάλ θα είναι μια μεγάλη κυρία και μια πραγματική πρόεδρος.
Αμφιβολίες υπήρχαν και για τον Φρανσουά Μιτεράν, ο Ζαν Ντανιέλ θυμάται ακόμα τις επιθέσεις που του είχε εξαπολύσει. Η ιστορία όμως επιφύλαξε σε εκείνον τον πολιτικό μια λαμπρή θέση. Τίποτα δεν αποκλείει να γίνει το ίδιο και με τη μαθήτριά του.
Ο Κύβος του Αμβούργου
Κάαμπα: κτίριο κυβικού σχήματος στο κέντρο του μεγάλου τεμένους της Μέκκας, που περικυκλώνεται από τους Μουσουλμάνους κατά το προσκύνημα. Λέγεται ότι κτίστηκε από τον Αδάμ και ανοικοδομήθηκε από τον Αβραάμ. Από τότε, πάντως, έχει αναστηλωθεί πολλές φορές.
Εκπρόσωπος της χώρας του στην Μπιενάλε της Βενετίας, το 2005, ο Γερμανός καλλιτέχνης Γκρέγκορ Σνάιντερ ανέλαβε να κατασκευάσει ένα μικρότερο αδελφάκι της Κάαμπα, που είχε σκοπό να το εγκαταστήσει στην Πλατεία του Αγίου Μάρκου. Αλλά το δημοτικό συμβούλιο της πόλης απέρριψε το σχέδιο, φοβούμενο ότι θα προκαλέσει ή θα προσβάλει τους Μουσουλμάνους. Ο Σνάιντερ κλήθηκε στη συνέχεια να εγκαταστήσει τον μαύρο αλουμινένιο κύβο του σε ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης του Βερολίνου, αλλά το σχέδιο χάλασε και πάλι την τελευταία στιγμή με παρέμβαση του γενικού διευθυντή των μουσείων της πόλης, παρ΄ ότι ο κατάλογος του Ηamburger Βahnhof βρισκόταν ήδη στο τυπογραφείο. Τώρα, ο ύψους 14 μέτρων κύβος βρήκε επιτέλους τη θέση του έξω από ένα μουσείο του Αμβούργου, το Ηamburger Κunsthalle, που φιλοξενεί έκθεση προς τιμήν του Ρώσου ζωγράφου Καζίμιρ Μαλέβιτς (1878-1935). «Ταξίδεψα για πρώτη φορά στη Ρωσία το 1971 και από τότε είμαι ερωτευμένος με τον Μαλέβιτς», λέει στη Νιου Γιορκ Τάιμς ο Ουμπέρτους Γκάσνερ, διευθυντής του μουσείου και επιμελητής της έκθεσης. «Το έργο του Μαύρο Τετράγωνο, που φιλοτέχνησε το 1915, είναι για μένα η πεμπτουσία της ριζοσπαστικής σύγχρονης τέχνης». Γύρω από αυτό το έργο περιστρέφεται η έκθεση και σε αυτό παραπέμπει η κατασκευή του Σνάιντερ που δεσπόζει στην είσοδο του λευκού κτιρίου. Ο τίτλος του έργου δεν είναι πια «Κύβος της Βενετίας, 2005», αλλά «Κύβος του Αμβούργου, 2007». Και κανείς Μουσουλμάνος δεν έχει προσβληθεί. Ίσα ίσα, ο Ναντεέμ Ελίας, πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου Μουσουλμάνων της Γερμανίας, εξέφρασε την πεποίθησή του ότι το αντίγραφο της Κάαμπα κατασκευάστηκε «με τιμή και αξιοπρέπεια» και ότι η απόρριψή του από τη Βενετία και το Βερολίνο πλήττει τον διάλογο μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών.
Ίσως έτσι να έπρεπε να γίνει. Ίσως ο φυσικός τόπος του Κύβου του Σνάιντερ να είναι πράγματι το Αμβούργο, όπου ζει μια μεγάλη τουρκική και ιρανική κοινότητα και όπου διευθυντής του Περσοσιιτικού Ισλαμικού Κέντρου κατά τη διάρκεια της ιρανικής επανάστασης ήταν ο Μοχάμεντ Χαταμί, μετέπειτα πρόεδρος της χώρας του. Ο Σεγέντ Αμπάς Γκαεμαγκαμί, ο μοναδικός αγιατολάχ της Γερμανίας και νυν διευθυντής του Ισλαμικού Κέντρου, είναι και ο μόνος Μουσουλμάνος της Γερμανίας που τον Ιούνιο του 2005, μετά τις βομβιστικές επιθέσεις του Λονδίνου, εξέδωσε φετφά κατά της τρομοκρατίας. Ίσως λοιπόν αυτός ο κύβος που απορροφά το φως να είναι ένα σύμβολο της συμφιλίωσης. Όπως λέει ο επιμελητής της έκθεσης, τον ίδιο ακριβώς κύβο ήθελε να τον φτιάξει και ο Μαλέβιτς. Τον προόριζε για τον τάφο του Λένιν.
Η απληστία της εξουσίας
Άλλη μια ευκαιρία έδωσε χθες ο πρόεδρος Μπους στον σουδανό ομόλογό του για να σταματήσει τη γενοκτονία στο Νταρφούρ. Υστερα από τέσσερα χρόνια σφαγών, μπορεί ο Χασάν αλ-Μπασίρ να βρει από μόνος του τον δρόμο της αρετής. Γιατί λοιπόν να τον πιέσουμε;
Oι γενοκτονίες θεωρούνται γενικά πολύπλοκα πράγματα, προϊόντα προαιώνιου μίσους ανάμεσα σε φυλές ή εθνότητες, που είναι κατά συνέπεια πολύ δύσκολο να αποτραπούν. Αυτή η εξήγηση είχε δοθεί στην περίπτωση της Ρουάντα, η ίδια στη Βοσνία, η ίδια σήμερα και στο Νταρφούρ. Αφού ορισμένες εθνότητες αλληλομισούνται, κάποια θα πάρει μια μέρα τα όπλα εναντίον της άλλης και η πιο αδύναμη θα εξοντωθεί. Είναι μοιραίο, είναι στη φύση του ανθρώπου. Μόνο που τα πράγματα συνήθως δεν είναι έτσι. Όπως γράφει ο Νίκολας Κριστόφ στους «Νιου Γιορκ Τάιμς», η Ιστορία έχει δείξει ότι οι περισσότερες γενοκτονίες είναι αποτέλεσμα της ψυχρής απόφασης ενός ηγέτη ότι ο καλύτερος τρόπος να επιλύσει ένα πρόβλημα ή να παρατείνει τη διατήρησή του στην εξουσία είναι η καταστροφή μιας συγκεκριμένης ομάδας.
Ύστερα από έρευνες που έκανε στο Σουδάν, ο Αμερικανός δημοσιογράφος διαπίστωσε ότι ο παππούς του προέδρου Μπασίρ ανήκε σε μια φυλή μαύρων Αφρικανών, τη Φαλάτα, και μεγάλωσε στη Νιγηρία. Μετακόμισε στο Σουδάν για να βρει δουλειά και, όταν σκοτώθηκε σε μια συμπλοκή, η γυναίκα του και ο γιος του εγκαταστάθηκαν στον αραβικό Βορρά. Εκεί γεννήθηκε ο Μπασίρ. Κατά μία έννοια, είναι Άραβας. Με βάση την καταγωγή του, όμως, είναι μαύρος Αφρικανός, όπως και τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα των επιθέσεων που έχουν εξαπολύσει τα τελευταία χρόνια- με την ενθάρρυνση και τη χρηματοδότησή του- οι συμμορίες των ζανζαουίντ. Ο αρχηγός των συμμοριών αυτών, ονόματι Μούσα Χιλάλ, δείχνει ιδιαίτερο ζήλο στην εξόντωση μιας άλλης φυλής μαύρων Αφρικανών, της Ζαγκάουα. Όποιος διατρέξει με το αυτοκίνητό του τις περιοχές των Ζαγκάουα, στο Νταρφούρ, θα δει μονάχα καμένα χωριά και εγκαταλελειμμένα πτώματα, πολλά από τα οποία έχουν κτιστεί σε πηγές για να τις δηλητηριάσουν. Κι όμως, σύμφωνα με συγκλίνουσες πηγές, η ίδια η μητέρα του Μούσα Χιλάλ ανήκει στη φυλή Ζαγκάουα...
Είναι έτσι σαφές ότι το κίνητρο αυτών των σφαγών δεν είναι το προαιώνιο μίσος, αλλά η απληστία της εξουσίας. Οι οργανωτές της γενοκτονίας στο Νταρφούρ δεν είναι εξτρεμιστές τύπου Ταλιμπάν, αλλά αδίστακτοι οπορτουνιστές. Για τον λόγο αυτόν, είναι πιο εύκολο για τη διεθνή κοινότητα να τους σταματήσει. Αυτό που χρειάζεται είναι να ασκηθούν πιέσεις για διεξαγωγή διαπραγματεύσεων, να επιβληθεί μια ζώνη απαγόρευσης των πτήσεων, να οργανωθεί μια διεθνής διάσκεψη, να δοθεί ο λόγος στους επιζήσαντες των σφαγών. Αλλά ο Μπους προτιμά να δώσει μια ακόμη ευκαιρία στον σφαγέα. Μέχρι να ολοκληρώσει το θεάρεστο έργο του.
Ποιον φοβάται ο νέος "τσάρος";
Η δημοτικότητά του αυξάνεται διαρκώς. Η οικονομία της χώρας του καλπάζει. Οι Ευρωπαίοι κάθονται σούζα μπροστά του. Και τότε γιατί ο Πούτιν στέλνει τα ΜΑΤ εναντίον μερικών εκατοντάδων ανθρώπων που τολμούν να βγαίνουν στους δρόμους και να διαδηλώνουν;
Ποιον φοβάται ο Βλαντίμιρ Πούτιν; Αυτό είναι το ερώτημα που τίθεται μετά τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων του περασμένου Σαββατοκύριακου στη Μόσχα και στην Πετρούπολη. Τι έχει να φοβηθεί ένας πανίσχυρος ηγέτης από μερικούς εκατοντάδες διαδηλωτές όλων των ιδεολογικών αποχρώσεων που ζητούν την παραίτησή του; Πώς είναι δυνατόν να συλλαμβάνονται, να εξευτελίζονται και να παραπέμπονται σε δίκη άνθρωποι σαν τον πρώην πρωθυπουργό Μιχαήλ Κασιάνοφ και τον πρώην παγκόσμιο πρωταθλητή του σκακιού Γκάρι Κασπάροφ; Δεν έχει μείνει λοιπόν τίποτα από τη διαδικασία εκδημοκρατισμού που ξεκίνησε στην πρώην Σοβιετική Ενωση στα τέλη της δεκαετίας του ’80;
Ο γάλλος φιλόσοφος Αντρέ Γκλυκσμάν επιτέθηκε και πάλι με σφοδρότητα αυτή την εβδομάδα εναντίον των ευρωπαίων πολιτικών που αγνοούν σήμερα τους λίγους θαρραλέους δημοκράτες της Ρωσίας, όπως αγνοούσαν στα μαύρα χρόνια του κομμουνισμού τον Σολζενίτσιν, τον Σάχαροφ και τους άλλους διαφωνούντες. Η αλήθεια όμως είναι ότι η καταστολή των δημοκρατικών ελευθεριών στη Ρωσία προκαλεί μεγαλύτερες αντιδράσεις στην Ευρώπη απ’ό,τι στην ίδια τη Ρωσία. Για τους Ρώσους, το δίλημμα είναι απλό: δημοκρατία και χάος, όπως την εποχή του Γιέλτσιν, ή τάξη και υλική πρόοδος; Οι μυστηριώδεις θάνατοι δεκάδων δημοσιογράφων τα τελευταία χρόνια δεν τους απασχολούν. Οι Τσετσένοι είναι όλοι τρομοκράτες. Αυτό που έχει σημασία είναι να μείνει η Ρωσία ενωμένη και να τη σέβονται στο εξωτερικό. Ο Πούτιν το έχει πετύχει, και γι’αυτό επιβραβεύεται: σύμφωνα με το Κέντρο Levada, που είναι γνωστό για την αντικειμενικότητά του, η δημοτικότητα του ρώσου ηγέτη έχει αυξηθεί σε 64%, έναντι 56% τον Μάρτιο του 2006.
Η σιδηρά πυγμή που χρησιμοποιεί το Κρεμλίνο εναντίον των λιγοστών αντιπάλων του – επισημαίνει ο ανταποκριτής της Ελ Παϊς στη Μόσχα – μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής ρωσικής ηγεσίας προέρχεται από τις μυστικές υπηρεσίες. Ακόμη κι όταν το κοινοβούλιο εξέλιξε πρόεδρο τον πατέρα της περεστρόικα, τον Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, υποψήφιος ήταν ένας: κάποιος βουλευτής που είχε προσπαθήσει να θέσει υποψηφιότητα για να νομιμοποιήσει εκείνες τις εκλογές αποκλείστηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Η διαδικασία του εκδημοκρατισμού που οδήγησε στο τέλος της Σοβιετικής Ενωσης ήταν ουσιαστικά μια ανωμαλία στη ρωσική ιστορία. Και αυτή την ανωμαλία, ο Πούτιν ανέλαβε να τη διορθώσει.
Το Κρεμλίνο ελέγχει σήμερα πλήρως την κατάσταση. Ευνοείται βέβαια και από τον – κατά Τόμας Φρίντμαν – «πρώτο κανόνα της πετροπολιτικής»: όσο πιο υψηλές είναι οι τιμές των υδρογονανθράκων τόσο περισσότερο υποφέρει η δημοκρατία. Ο Κασπάρωφ πρέπει επειγόντως να γίνει πράσινος.
Η παγίδα της φιλανθρωπίας
«Φοβού τον πλησίον σου ως σεαυτόν»: αυτός ήταν ο τίτλος μιας διάλεξης που έδωσε πριν από λίγες μέρες ο Σλάβοϊ Ζίζεκ στη Μαδρίτη. Όπως διευκρίνισε, δεν πρόκειται για συμβουλή, αλλά για μια περιγραφή της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Δύο είναι οι λέξεις-φετίχ στην εποχή μας, σύμφωνα με τον Σλοβένο φιλόσοφο: ανεκτικότητα και επιθετικότητα. Η πρώτη απασχολεί κυρίως την Ευρώπη. Είμαστε ανεκτικοί, αλλά από απόσταση. Η ανεκτικότητά μας είναι εικονική. Συμπαραστεκόμαστε στους Αφρικανούς της Αφρικής, αλλά όχι και στους Αφρικανούς της γειτονιάς μας. Διαρρηγνύουμε τα ιμάτιά μας όταν ακούμε για σύγκρουση των πολιτισμών, αυτά είναι του Μπους και των συμβούλων του, εμείς θέλουμε διάλογο των πολιτισμών, μια «συμμαχία των πολιτισμών» όπως είπε πρόσφατα ο Θαπατέρο. Μα κι εκείνος δεν όρθωσε ένα τείχος για να σταματήσει την εισβολή προσφύγων από το Μαρόκο; Η μόνη δυνατή συμμαχία, λέει ο Σλοβένος φιλόσοφος στην Ελ Παΐς, είναι ανάμεσα στους διαφωνούντες του φιλελευθερισμού και τους διαφωνούντες του Ισλάμ. Αλλά είναι μια δύσκολη υπόθεση. Όσοι κοσμικοί έχουν απομείνει στον αραβικό κόσμο κρύβονται στα σπίτια τους. Κι εκείνοι που τολμούν να τα βάζουν δημοσίως με τον ισλαμισμό αντιμετωπίζονται από την ευρωπαϊκή Αριστερά ως πράκτορες του ιμπεριαλισμού.
Η δεύτερη λέξη κυριαρχεί στο λεξιλόγιο της Αμερικής. Εκεί, όλα συνιστούν επιθετικές κινήσεις: το να αγγίξεις κάποιον, το να τον κοιτάζεις επίμονα. Όπως θέλουμε γλυκά χωρίς ζάχαρη, θέλουμε και ντεκαφεϊνέ διπλανούς. Στην Καλιφόρνια, η τελευταία μόδα λέγεται Masturbation: μαζεύονται κάθε χρόνο 400 άτομα σε ένα δημόσιο χώρο και αυνανίζονται ομαδικά, χωρίς να έχουν όμως το δικαίωμα να αγγίζουν ο ένας τον άλλο. Η είσοδος κοστίζει 20 δολάρια και τα χρήματα που συγκεντρώνονται διατίθενται φυσικά για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Αυτή η αυνανιστική λογική διέπει και τις κοινωνικές σχέσεις. Ζούμε σε έναν συλλογικό σολιψισμό. Το ίδιο συμβαίνει και με το Internet: όλοι συνδεδεμένοι, κι όλοι απομονωμένοι.
Ο Ζίζεκ είναι ένας γεννημένος προβοκάτορας. Αντίθετα με τους μαθητές που κρύβουν στο βιβλίο φιλοσοφίας ένα πορνογραφικό περιοδικό, εκείνος κρύβει στο πορνογραφικό περιοδικό τη φιλοσοφία. Αντίθετα με τους συναδέλφους του που τη βρίσκουν με το Χόλυγουντ και λένε ότι τη βρίσκουν με τον Χέγκελ, εκείνος απολαμβάνει τον Χέγκελ και λέει ότι απολαμβάνει το Χόλυγουντ. Συνταγές δεν έχει. Έχει όμως μια πρόταση: να κάνουμε μια παύση και να σκεφτούμε γιατί φτάσαμε ώς εδώ και ποιος μας έφερε. Να μην παρασυρθούμε στην παγίδα της φιλανθρωπίας, που είναι άλλη μια από τις κυρίαρχες ιδεολογίες της εποχής μας. Η φιλανθρωπία αποτελεί σήμερα μέρος του παγκόσμιου καπιταλισμού και οι βασικοί του εκπρόσωποι είναι ο Τζορτζ Σόρος και ο Μπιλ Γκέιτς. Ας μην την «αγοράσουμε». Αξίζουμε κάτι περισσότερο από έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο.