Ένα αεικίνητο κοφτερό μάτι
«Όποιος πιστεύει ότι γεννήθηκε για να γίνει συγγραφέας πρέπει να μάθει να είναι ένα αεικίνητο κοφτερό μάτι, πρέπει να μάθει να έχει μονίμως εγκατεστημένη μια μαγνητοταινία στον εγκέφαλο, πρέπει να μάθει να δουλεύει με το ραβδί από ιτιά των ραβδοσκόπων». Μπόχουμιλ Χράμπαλ
Ο τρόπος με τον οποίο ο Χράμπαλ ήρθε στον κόσμο, και ο τρόπος με τον οποίο τον αποχαιρέτησε, είναι αυτό που θα λέγαμε «μυθιστορηματικός». Έξι μήνες πριν γεννηθεί, το 1914, η μητέρα του είπε στους γονείς της ότι περίμενε παιδί, αλλά ότι ο σύντροφός της δεν ήθελε ούτε να το ξέρει. Ο πατέρας της αγρίεψε κι έπιασε το τουφέκι, αλλά ευτυχώς την ώρα εκείνη μπήκε στο δωμάτιο η γιαγιά και τους επέπληξε, δεν είναι ώρα για τσακωμούς, τους είπε, η φασολάδα έχει ήδη σερβιριστεί και θα κρυώσει.
Ένα πρωί του Φεβρουαρίου του 1997, πριν από δέκα ακριβώς χρόνια, ο συγγραφέας ανέρρωνε στο ορθοπεδικό τμήμα ενός νοσοκομείου της Πράγας ύστερα από ένα ατύχημα, όταν ξαφνικά άνοιξε το παράθυρο του δωματίου του και έπεσε στο κενό από τον πέμπτο όροφο. Ήταν γνωστό ότι έπασχε από ψυχολογικά προβλήματα. Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, έχασε την ισορροπία του όταν προσπάθησε να ταΐσει τα περιστέρια. Η λέξη «αυτοκτονία» δεν αρέσει σε καμιά εξουσία, σοσιαλιστική ή καπιταλιστική. Τις αποσυντονίζει.
Ανάμεσα στο 1914 και στο 1997, ο Μπόχουμιλ Χράμπαλ έκανε διάφορες δουλειές: αποθηκάριος, μικροπωλητής, εργάτης χαλυβουργείου, εμπορικός αντιπρόσωπος, συσκευαστής χαρτιού, μηχανοδηγός, κομπάρσος σε θέατρο. Την ίδια ώρα, παρατηρούσε την Ιστορία από μια μπυραρία. Και έγραφε. Δεν έκανε όλες αυτές τις δουλειές με σκοπό να συγκεντρώνει υλικό για τα βιβλία του, όπως συνέβη με ορισμένους Αμερικανούς συγγραφείς. Έγραφε επειδή του το επέβαλλαν οι εμπειρίες που συσσώρευε από τις δουλειές που έκανε. Έγραφε, και το καθεστώς τον λογόκρινε, αφού είχε κάνει το λάθος να επιδοκιμάσει, το 1968, το «Μανιφέστο των δύο χιλιάδων λέξεων».
Αν ο Κάφκα είναι ο κορυφαίος γερμανόφωνος συγγραφέας της Πράγας, γράφει ο Κλάουντιο Μάγκρις στην Κοριέρε ντέλα Σέρα, ο Χράμπαλ είναι μια από τις μεγαλύτερες ποιητικές φωνές της Τσεχοσλοβακίας, ίσως η μεγαλύτερη μαζί με τον Χάσεκ, τον δημιουργό του Καλού Στρατιώτη Σβέικ. Στις αφηγήσεις του ζωντανεύουν τρυφερά κορίτσια που γοητεύουν τα αγόρια σε επαρχιακούς χορούς, αξιοσέβαστοι συμβολαιογράφοι που αντιμετωπίζουν με ευπρέπεια το πέταγμα του χρόνου, υπνοβάτες που αναζητούν περιπέτειες, ασφαλιστές που πλασάρουν αλλόκοτα συμβόλαια, τεμπέλικες παρέες, κεφάτες κηδείες, σουρεαλιστικές βραδιές και αναμνήσεις από τα ναζιστικά στρατόπεδα. Στα βιβλία του, τα «Τρένα υπό στενή επιτήρηση», τη «Μικρή Αγγελία για ένα σπίτι στο οποίο δεν θέλω πια να ζω»», το «Εγώ που υπηρέτησα τον βασιλιά της Αγγλίας», συνυπάρχουν το γκροτέσκο χιούμορ και το χιούμορ των κοιμητηρίων, η εκτίναξη της φαντασίας και η τσιγγάνικη αίσθηση του χωρατού. Όλα εκείνα τα στοιχεία, δηλαδή, που συνόδευσαν αυτόν το λαό στα μαύρα χρόνια που ακολούθησαν την Άνοιξη της Πράγας.
6 Comments:
Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τραίνα να περνούν !!!
Να είσαι πάντα καλά γιατί και το δικό σου κοφτερό μάτι πάντα μας άνοιγε ένα παράθυρο στον κόσμο και για τα χρόνια που σε παρακολουθούσα στα ΝΕΑ και τώρα από το blog σου.
Σ'ευχαριστώ Κωνσταντίνα μου, αλλά τι είναι αυτό που σ'έκανε να κόψεις τα ΝΕΑ για να το αλλάξουμε;
Πανέμορφο κείμενο. Το διάβασα το πρωί και μου έφτιαξε τη μέρα.
"..τα «Τρένα υπό στενή επιτήρηση»,.."
εκείνη η σκηνή στο "Amen" του Γαβρά με τα τρένα σε μακρινό πλάνο -αν θυμάμαι καλά- που φεύγαν γεμάτα από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως.. κ γύριζαν άδεια..από τα κρεματόρια
Τώρα είδα το ερώτημά σου. Δεν έχω κόψει τα ΝΕΑ, αλλά δεν τα διαβάζω με την καθημερινή συχνότητα που τα διάβαζα κάποτε, όπως δεν διαβάζω και καμία εφημερίδα σε καθημερινή βάση. Πες η κούραση της ηλικίας, πες μπούχτισμα, πες ότι πια δεν με εκφράζουν όσα γράφουν οι εφημερίδες (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων σαν τη δική σου), πες ότι μου είναι πιο εύκολο στους σημερινούς ρυθμούς να ενημερώνομαι από το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και το διαδίκτυο. Ολα αυτά μαζί.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home