Τρίτη, Ιανουαρίου 10, 2006

Mε ένα φανάρι λουξ κάτω από την ελιά



Θα συγχωρήσουν οι αναγνώστες την, για δεύτερη ημέρα, παρέκκλιση της στήλης από τη συνήθη θεματολογία της. Είναι ημέρα αποχαιρετισμού για όλους μας η σημερινή. Μα και η πιο δύσκολη ημέρα στη ζωή μιας γενναίας γυναίκας.

«... είναι τρεις ημέρες όπου μάντεψε τι εργάζομαι; Κλεισμένος μέσα εις το γραφείο μου, κάθομαι ανάμεσα από δύο περίφημες μοιρολογίστρες, τη θεια-Λάμπρω και τη θεια-Σοφιά, και γράφω όσα τραγούδια είναι συνηθισμένες να λένε εις τους πεθαμένους...

Έκραξα λοιπόν αυτές τες δυο μοιρολογίστρες και, αφού έταξα λαγούς με πετραχήλια, ω του θαύματος! Τες είδα πρώτα να αχνίσουνε (= χλωμιάσουν), ύστερα να κοκκινίσουνε. Έριξαν τες πλεξίδες τους εις την τραχηλιά τους. Ο ανασασμός τους έγινε συχνότερος και βροχή τα δάκρυα έρρεαν από τα βλέφαρά τους. Επιάστηκαν έπειτα με τα χέρια και άρχισαν το νεκρικό τραγούδι, το οποίο κάθε λίγο και το εσυντρόφευαν με βαριούς στεναγμούς και με παράπονα.

Εγώ έκανα το μέρος του πεθαμένου και έστεκα προσεχτικός και έγραφα στίχους, μα την αλήθεια, ωραιότατους και οπού ήθελε φέρουνε τιμή και δόξα εις τον μεγαλύτερο ποιητή...».

Σε αυτήν τη λησμονημένη περικοπή επιστολής του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη προς τον Λασκαράτο (Λευκάδα, 12.5.1859) αναφερόταν ο Γ. Π. Σαββίδης σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στα NEA στις 18 Οκτωβρίου 1994, με τίτλο «Ιταλιώτικα τραγούδια του έρωτα και του θανάτου». Μερικούς μήνες αργότερα, σε λόγο του με αφορμή την ανακήρυξή του σε επίτιμο δημότη της Λευκάδας, μίλησε για τους μυστικούς δεσμούς του με το νησί. Περιέγραψε τα ξένοιαστα παιδικά του χρόνια στο σπίτι ενός Λευκαδίτη στην Αθήνα, του Κυρίου Τσαρλαμπά. Απέτισε φόρο τιμής στον Νίκο Σβορώνο, διδάσκαλο και πνευματικό του πατέρα. Χάρις σ'εκείνον γνωρίστηκε με την προσωπικότητα και το έργο του Άγγελου Σικελιανού, που «δίπλα του δεν εχωρούσε άλλος».

Μέσω του Σικελιανού, ο Σαββίδης έφθασε στον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. «Και η τύχη θέλησε να συνδεθώ αδελφικά με την δισεγγονή του, την Κυρία Ελένη Βαλαωρίτη-Καραπαναγιώτη. Έτσι εγνώρισα κάπως επί τόπου την Αγία Μαύρα, εψάρεψα σαργούς στο Μεγανήσι, και χταπόδια στο Χελωνάκι, και ιδίως έζησα τη Μαδουρή, με προηλεκτρικές συνθήκες. Να διαβάζεις οικογενειακώς την "Κυρά Φροσύνη" με ένα φανάρι λουξ κάτω από την ελιά όπου έγραφε ο ποιητής, είναι μια ανεξίτηλη εμπειρία». (Όλα τα παραπάνω αποσπάσματα, από το βιβλίο του Γ. Π. Σαββίδη «Εδώδιμα Αποικιακά», Εκδ. Ερμής).

Την επομένη εκείνης της ομιλίας του στη Λευκάδα, ο Σαββίδης πέθανε. Το περασμένο Σάββατο πήγε να τον συναντήσει ο Λέων Καραπαναγιώτης. Κι έμεινε πίσω μια Κυρία, να τον θυμάται και να τον αγαπά με τα δικά της «τραγούδια του έρωτα και του θανάτου». Σ' αυτήν την ιδιαίτερη γυναίκα στέλνουμε σήμερα την πιο βαθιά μας αγάπη.

1 Comments:

At 10/1/06 5:48 μ.μ., Blogger Μαύρο πρόβατο said...

...και μια θλιβερή σύμπτωση: έφυγε από τη ζωή κι άλλος ένας φίλος των Γραμμάτων, ο καλός εκδότης Γιάννης Γκοβόστης.

 

Δημοσίευση σχολίου

<< Home