Σ' ένα μπαλκόνι του Kόσμου
«Ποιος είμαι; Ποιος υπήρξα;... Τρέμουν, τρίζουν τα κατάρτια και οι μορφές των αγίων... Ποιος άδει;... υπήρξα κάποτε, αυτό είναι η αλήθεια». Οδυσσέας Ελύτης
Σε ένα κείμενό του που δημοσιεύτηκε σ' αυτήν εδώ την εφημερίδα πριν από δεκαπέντε χρόνια, στις 8 Σεπτεμβρίου του 1990, ο Μιχάλης Ράπτης αναφερόταν στην ιστορία ενός Ανδριώτη καπετάνιου που, όταν κατάλαβε «πως από αγιάτρευτη αρρώστια θα τον κονταροχτυπούσε γρήγορα η ρομφαία του θανάτου», έβαλε τα καλά του και βγήκε στον δρόμο. Ρίχνοντας ματιές ζερβά, δεξιά, σε τοπία του νησιού του, περπάτησε μέχρι που έφθασε σ' έναν απόκρημνο βράχο. Από 'κεί κοίταξε μπροστά του για κάμποσο τη θάλασσα, «βούτηξε και πρέπει να κολύμπησε, λένε, πολύ ώς την τελευταία του αναπνοή, για να βρεθεί νεκρός πια, από το νησί του στη Σέριφο».
Ο καπετάνιος αγαπούσε τη θάλασσα και είχε την πολυτέλεια να διαλέξει το τέλος που του ταίριαζε, μια «έξοδο διά θαλάσσης». Ένας άλλος καπετάνιος, που άφησε προχθές την τελευταία του πνοή, δεν είχε την ίδια τύχη. H Μοίρα δεν τον άφησε να διαλέξει ένα «ευ θνήσκειν» ισάξιο με το «ευ ζην» που χαρακτήριζε κάθε ημέρα της ύπαρξής του. Όμως, μη γελιέστε: τη στιγμή του τέλους, εκείνος τη διάλεξε. Την Αλεξάνδρεια την αποχαιρέτησε όπως έπρεπε, «στημένος σ' ένα μπαλκόνι του Κόσμου, όπως τον είδαν οι αισθήσεις του και τον φαντάστηκε ο νους του». Τα τελευταία εκείνα λόγια του Αίαντα τα ψιθύρισε κι εκείνος, κι ας ήταν λίγοι εκείνοι που τον άκουσαν, λίγοι, αλλά οι πιο αγαπημένοι: «Ω θάνατε, θάνατε, έλα βοήθησέ με, είναι η στιγμή, αλλά με Σένα θα 'χω καιρό πολύ να συζητήσω, όταν εκεί κάτω σε συναντήσω».
Στον Λέοντα Καραπαναγιώτη δεν οφείλει απλώς αυτή η στήλη την ύπαρξή της. Δεν του οφείλει απλώς ο υπογράφων την ίδια τη δημοσιογραφική του υπόσταση. Το χρέος είναι πολύ μεγαλύτερο, κι έχει σχέση με βαθύτερα πράγματα. Με μαθήματα ανθρωπισμού, δημοκρατίας και ήθους. Με μακρές συζητήσεις για συγγραφείς, ποιητές και φιλοσόφους. Με άρθρα, με ταινίες, με ταξίδια, με συναυλίες, μα πάνω απ' όλα με βιβλία, όλων των ειδών τα βιβλία, ιστορικά, πολιτικά, φιλοσοφικά, τουλάχιστον πέντε δικοί του Αϊζάια Μπερλίν κοσμούν τη βιβλιοθήκη, δίπλα τους βιβλία για το Γκουλάγκ, για το Βερολίνο, για την Αφρική, για τη Μαφία, το Βιετνάμ, τον Στάλιν, τον Ντε Γκωλ, τον Μαρξ, τον Πρίμο Λέβι και τον Έντουαρντ Σαΐντ. «Λιγότερο καλό παρ' ότι φαίνεται», σημειώνει στο Inventing Ruritania, «πιο δασκαλίστικο παρ' ότι δείχνει, αλλά όχι αδιάφορο και, ακόμα, στο τέλος ενδιαφέρον για το πώς οι άλλοι Βαλκάνιοι δεν πρέπει να μας θεωρούν εμάς τελείως Βαλκάνιους. Πάλι καλά!».
Μα πέρα κι από τα βιβλία, είναι τα βλέμματα που μένουν, οι γενναιόδωρες χειρονομίες, τα συνωμοτικά χαμόγελα και τα τρανταχτά γέλια, οι προστατευτικές φτερούγες, κι εκείνο το άγγιγμα του χεριού, τρυφερό μέχρι το τέλος.
Ευχαριστώ Καπετάνιε.
5 Comments:
Μιχάλη θα Τον θυμάσαι. Καλή αντάμωση να Του πεις.
Συλλυπητήρια και, συγχωρέστε μου την (άκαιρη?)παρατήρηση, αλλά, είναι στα αλήθεια πολύ τρυφερό που στολίζετε το άρθρο με το "πορτραίτο του καλλιτέχνη μπροστά στο θάνατο". Με τον Πάμπλο Πικάσσο μπροστά στο θάνατο.
Θερμά συλλυπητήρια. Μεγάλη απώλεια για την εφημερίδα σας αλλά και ολόκληρο το δημοσιογραφικό κόσμο.
Γνώρισα τον Λέοντα Καραπαναγιώτη στις αρχές της δεκαετίας του 60 στο σπίτι της ποιήτριας και ζωγράφου Νανάς Ησαΐα. Είχαμε πολλές και συναρπαστικές συζητήσεις τις οποίες ακόμα θυμάμαι. Έκτοτε συναντηθήκαμε πολλές φορές και πάντα ένιωθα μία σπάνια αίσθηση ανθρώπινης ποιότητας. Γνωρίζω τι υπήρξε για σας - κάτι περισσότερο από πνευματικός πατέρας. Θέλω από εδώ να τον αποχαιρετίσω, από αυτή τη στήλη, γιατί ξέρω πως την αγαπούσε.
Εχετε δίκιο κύριε Δήμου, όσο κι αν αιφνιδιάζομαι για άλλη μια φορά με τη διαίσθησή σας.
Την έψαξα πολύ την εικονογράφηση, mirandolina. Δύσκολα πράγματα. Τώρα που το ξαναβλέπω, νομίζω ότι του έμοιαζε λίγο ο Λέων του Πικάσσο σ'αυτό το πορτραίτο.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home