Παρασκευή, Φεβρουαρίου 24, 2012

Κόντρα στους κανόνες





Ο Ντέιβιντ Ρέμνικ έγραφε πάντα πολύ καλά. Το πρόσφατο κείμενό του, ας πούμε, για τη ρωσική αντιπολίτευση είναι must για όποιον θέλει να καταλάβει τι γίνεται σ’αυτή τη χώρα. Αλλά «ψημένος» δημοσιογράφος δεν είναι. Πριν από δέκα χρόνια, διευθυντής ήδη του Νιου Γιόρκερ, επισκέφθηκε με μερικούς συναδέλφους την Τζενίν της Δυτικής Οχθης, που είχε μόλις δεχθεί μια φονική ισραηλινή επιδρομή. Περπατούσαν λοιπόν αμέριμνοι στους έρημους δρόμους παρατηρώντας τα κατεστραμμένα καταστήματα, όταν μια γυναίκα τους φώναξε να μπουν στο σπίτι της. «Η θα σας σκοτώσουν ή θα σας συλλάβουν», τους είπε. Τους έβαλε να φάνε, διέθεσε στον Ρέμνικ το δορυφορικό της τηλέφωνο για να στείλει την ανταπόκρισή του και τους έδωσε οδηγίες για να το πώς να παίρνουν προφυλάξεις όταν μετακινούνται στην πόλη. Ηταν γενναιόδωρη, είχε εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ και ήξερε ακριβώς τι κινδύνους διέτρεχε. Την έλεγαν Μαρί Κόλβιν.

Όταν ο Ρέμνικ επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και ανέφερε στους πιο πεπειραμένους συναδέλφους του τη συνάντηση που είχε, όλοι του είπαν ότι ήταν μια γυναίκα εξαιρετικής ευφυίας, αυθεντικής εντιμότητας και απαράμιλλης γενναιότητας.

Η σπάνια αυτή γυναίκα θα προτιμούσε σίγουρα να τη θυμόμαστε ως έναν από τους χιλιάδες νεκρούς της φρικιαστικής επίθεσης που έχει εξαπολύσει ο Ασαντ εναντίον του λαού του. «Πώς είναι δυνατόν, μετά τη Σρεμπρένιτσα, να επιτρέπουμε ξανά μια τέτοια σφαγή;» αναρωτιόταν στην τελευταία της ανταπόκριση. Την επιτρέπουμε. Και καταλαβαίνουμε την έκτασή της χάρις σε ανθρώπους σαν κι αυτή, όπως καταλάβαμε την έκταση της καταστροφής στη Λιβύη χάρις σε ανθρώπους σαν τον Τιμ Χέδερινγκτον, τον Κρις Χόνδρος και τον Αντον Χάμερλ, τους τρεις φωτορεπόρτερ που σκοτώθηκαν εκεί τον περασμένο Απρίλιο.

Στη Λιβύη είχε βρεθεί επανειλημμένα κι εκείνη. Η ίδια διηγήθηκε στον συνάδελφό της Τζον Κάσιντι μια ιστορία που της είχε συμβεί πριν από χρόνια στην Τρίπολη. Είχε μόλις εξασφαλίσει μια αποκλειστική συνέντευξη με τον Καντάφι, που ήταν τότε πολύ ανεβασμένος. Την προηγούμενη νύχτα, άνδρες της ασφαλείας του κτύπησαν την πόρτα του δωματίου του ξενοδοχείου της. Συνόδευαν μερικές νοσοκόμες και είπαν ότι ήθελαν να εξετάσουν τη δημοσιογράφο, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ανησυχούσαν μήπως έπασχε από κάποιο αφροδίσιο νόσημα. Τους πέταξε έξω. Το επόμενο βράδυ, αφού είχε πάρει τη συνέντευξη κι είχαν πάει όλα καλά, οι άνδρες της ασφάλειας και οι νοσοκόμες επέστρεψαν στο ξενοδοχείο της. Αυτή τη φορά ήθελαν να της πάρουν αίμα. Τότε κατάλαβε ότι ήταν καιρός να επιστρέψει στο Λονδίνο.

Υπήρξε μια περίοδος, κάπου δύο χρόνια, που η Κόλβιν άφησε τα πολεμικά μέτωπα και δούλεψε στο διεθνές τμήμα των Σάντεϊ Τάιμς, διορθώνοντας ανταποκρίσεις και καθοδηγώντας άλλους δημοσιογράφους. Κόντεψε να πεθάνει από την ανία. Κι έφυγε για το επόμενο μέτωπο. Η δημοσιογραφία δεν ήταν για κείνη μια δουλειά, αλλά μια αποστολή. Κάτι κόντρα στους κανόνες, όπως κόντρα στους κανόνες έζησε κι η ίδια.