Παρασκευή, Φεβρουαρίου 17, 2012

Χαμόγελα στις ΗΠΑ, πόνος στην Ευρώπη






Στην Αμερική, τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Υστερα από μια φάση πολύ αργής ανάκαμψης μετά την ύφεση του 2007-2009, η οικονομία αναπτύσσεται με ταχύτερους ρυθμούς και η ανεργία μειώνεται. Ο πρόεδρος Ομπάμα, που προσπαθεί να καθυστερήσει με κάθε τρόπο τις περικοπές των δημοσίων δαπανών, βλέπει τα αποτελέσματα στη δημοτικότητά του: το 45% των Αμερικανών εγκρίνουν σήμερα την πολιτική του, έναντι 38% τον περασμένο Αύγουστο.

Στην Ευρώπη, τα πράγματα δεν θα μπορούσε να πηγαίνουν χειρότερα. Η πολιτική της αυστηρής λιτότητας έχει ως αποτέλεσμα να κλείνουν συνεχώς επιχειρήσεις και να χάνουν άνθρωποι τη δουλειά τους. Η ανεργία των νέων στην Ισπανία ή την Ελλάδα φτάνει το 50%. Την ίδια ώρα, η ανεργία στη Γερμανία είναι η μικρότερη της τελευταίας εικοσαετίας. «Η ευρωζώνη χρειάζεται μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης, αλλά η Γερμανία δεν μπορεί να συμφωνήσει μ’αυτά γιατί εκείνη δεν γνωρίζει κρίση», λέει στην Γκάρντιαν ο Γκίντραμ Βολφ, υποδιευθυντής του ιδρύματος Brugel στις Βρυξέλλες. «Οι άνθρωποι που λαμβάνουν τις αποφάσεις στη Γερμανία είναι υπόλογοι στους γερμανούς ψηφοφόρους».

Η σύγκριση των οικονομικών επιδόσεων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης εντείνει πάντως την αμφισβήτηση της λιτότητας. Πολιτικοί όπως ο Φρανσουά Ολάντ και ο Μάριο Μόντι ζητούν να εξισορροπηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία με την ανάπτυξη. Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί, τέτοιες φωνές ακούγονται και στους κόλπους των οίκων αξιολόγησης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Οι γρήγορες και δραστικές περικοπές, λένε, είναι επικίνδυνες. Πρέπει να υπάρχει περισσότερος χρόνος για μεταρρυθμίσεις.

Κάποιοι οικονομολόγοι επισημαίνουν πάντως ότι η λιτότητα δεν σκοτώνει μοιραία την ανάπτυξη. Όταν εφαρμόζεται με μετριοπάθεια, όταν υπάρχει καλή αναλογία ανάμεσα στη μείωση των δημοσίων δαπανών και την αύξηση των φόρων, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι θετικά. Ένα παράδειγμα είναι η Σουηδία. Μετά τη βίαιη κρίση των αρχών της δεκαετίας του ’90, η χώρα αυτή εφάρμοσε μια πολιτική δραστικής υγειονομικής εξυγίανσης. Ανάμεσα στο 1994 και το 1999, οι δημόσιες δαπάνες μειώθηκαν από 67% σε 53% του ΑΕΠ. Η προσπάθεια που καταβλήθηκε είχε όμως ως αποτέλεσμα το έλλειμμα να μετατραπεί το 2000 σε πλεόνασμα 5% επί του ΑΕΠ. Και η ετήσια αύξηση του κατά κεφαλή εισοδήματος να φτάσει το 2,8%.

Πολλά εξαρτώνται φυσικά από τη δομή της οικονομίας και τη συμπεριφορά του πληθυσμού. «Η ευρωπαϊκή οικονομική σκέψη», επισημαίνει ο Σάιμον Τίλφορντ από το Κέντρο Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης, «κυριαρχείται από την άποψη ότι οι εξαγωγές αντισταθμίζουν τις επιπτώσεις της λιτότητας. Όμως δεν μπορεί να στηριχθούν όλες οι οικονομίες στις εξαγωγές». Οσο για τη στάση του πληθυσμού, είναι αρκετό να κάνει κανείς μια σύγκριση ανάμεσα στην Ιταλία και την Ελλάδα. Πάρτε, ας πούμε, τη συζήτηση για την αναγκαιότητα των εκλογών. Εκεί το θέμα τους απασχόλησε ελάχιστα, εδώ μιλάμε για κατάλυση της δημοκρατίας…