Είδη υπό εξαφάνιση
Λιγότερες ειδήσεις, λιγότερη σκέψη, λιγότερη στράτευση, λιγότερος χρόνος για επαλήθευση των πληροφοριών: αυτή είναι η ετυμηγορία ενός Βρετανού δημοσιογράφου για την κατάσταση του Τύπου στη χώρα του. Μόνο στη χώρα του;
O Νικ Ντέηβις ξεκίνησε την έρευνά του από τον περίφημο «ιό της χιλιετίας». Τεράστια ποσά δαπανήθηκαν στο γύρισμα του αιώνα για την αντιμετώπιση αυτής της φανταστικής απειλής, με τις εφημερίδες να συναγωνίζονται για μήνες σε τρομολάγνους τίτλους. «Οι τράπεζες μπορεί να καταρρεύσουν», έγραφε η Γκάρντιαν, «Ασθενείς σε κρατικά νοσοκομεία μπορεί να πεθάνουν», πλειοδοτούσε η Τέλεγκραφ. Τελικά δεν συνέβη φυσικά τίποτα. Και οι χώρες που αδιαφόρησαν για το θέμα, όπως η Ρωσία, δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Γιατί προκλήθηκε όμως αυτός ο πανικός; Πώς εξηγείται αυτή η τερατώδης άγνοια;
Όπως γράφει ο Ντέηβις στο βιβλίο του «Flat Εarth Νews» (εκδ. Chatto and Windus), το σχήμα είναι πάντα το ίδιο. Μια ιστορία μοιάζει αληθινή. Στη συνέχεια γίνεται ευρέως αποδεκτή ως αληθινή, παρ΄ όλο που μπορεί να ξεχειλίζει από ψεύδη και προπαγάνδα. Οι εφημερίδες τη δημοσιεύουν και την αναδημοσιεύουν, χαρακτηρίζοντας ταυτόχρονα «αιρετικό» όποιον εκφράζει επιφυλάξεις. Η επαλήθευση θεωρείται πολυτέλεια. Άλλωστε οι πηγές των περισσοτέρων δημοσιευμάτων είναι είτε τα δελτία Τύπου (60%) είτε το Ρress Αssociation, το κυριότερο ειδησεογραφικό πρακτορείο της Βρετανίας (20%). Πρωταθλητές εδώ είναι οι Τάιμς, για τους οποίους διαπιστώθηκε ότι το 69% των δημοσιευμάτων τους στηρίζονται σε τηλεγραφήματα πρακτορείων...
Συμπέρασμα: η καρδιά της σύγχρονης δημοσιογραφίας είναι το γρήγορο αναμάσημα μη ελεγμένου υλικού από δεύτερο χέρι, που σε μεγάλο βαθμό αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των πολιτικών ή εμπορικών συμφερόντων εκείνων που το χορηγούν. Ποιος φταίει γι΄ αυτήν την κατάσταση; Οι κακοί διευθυντές; Οι αδίστακτοι πολιτικοί; Όχι, απαντά ο Ντέηβις. Ο κυριότερος ένοχος είναι οι εμπορικές πιέσεις που ασκούνται για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση του κόστους. Τα άρθρα πρέπει να είναι φτηνά, δηλαδή να γράφονται γρήγορα. Να είναι «ασφαλή», δηλαδή να μην ενέχουν τον κίνδυνο μιας αγωγής ή μιας διαμαρτυρίας από το ισραηλινό λόμπι. Να μην αμφισβητούν κοινά αποδεκτές ιδέες. Να μην έχουν πολύπλοκη δομή. Να λένε στον αναγνώστη αυτά που θέλει να διαβάσει. Και, πάνω απ΄ όλα, να παρουσιάζουν και τις δύο πλευρές κάθε θέματος: με τον τρόπο αυτόν δεν υποχρεώνεσαι ποτέ να απολογηθείς, αφού ποτέ δεν έχεις πάρει θέση.
Ο Τζον Λάντσεστερ παραθέτει στο London Review of Βooks δύο ακόμη στοιχεία που συμπληρώνουν τη ζοφερή εικόνα. Το 1970, to CΒS είχε μόνο στη Ρώμη τρεις ανταποκριτές πλήρους απασχόλησης. Το 2006, όλα τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά, είχαν όλους κι όλους 141 ξένους ανταποκριτές σε όλο τον κόσμο. Στη σημερινή Βρετανία, 47.800 άνθρωποι απασχολούνται στις δημόσιες σχέσεις έναντι 45.000 που εργάζονται στα μέσα ενημέρωσης. Σε τέτοιες συνθήκες, όροι όπως ακρίβεια, ανεξαρτησία ή επαλήθευση αποτελούν είδη υπό εξαφάνιση.
3 Comments:
Οι ρώσοι είναι παλιοημερολογίτες, γι αυτό δεν έπαθαν τίποτε :-)
(επίσης τα legacy συστήματα που είχαν το 1999, ήταν ελάχιστα - όπως άλλωστε και στην πλειονόνητα των χωρών του 3ου κόσμου)
Ωστόσω, συμφωνω με την συλλογιστική
Η 4η παράραγραφος που αρχίζει με το Συμπέρασμα, λέει αλήθειες συμπυκνωμένες. Βγάζει από μόνη της άλλα 2-3 ποστς.
Πιστεύω πάντως ότι ένα κύμα φήμης, κατά τη δεκαετία του 80 και 90, μπορούσε να εξαπλωθεί στις εφημερίδες με πολύ μεγαλύτερη ευκολία απ' ότι σήμερα. Σήμερα, το φιλτράρισμά της είδησης από πολλά κομβικά σημεία που πρέπει να περάσει μέσω του δικτύου, την αλλοιώνουν ή της προσθέτουν απόψεις και σχολιασμούς που δεν υπήρχαν στην αρχική εκδοχή.
Ελπίζω να είμαστε όλοι οκ με την ώρα που σχολιάζω αλλά τί να γίνει, τώρα τελείωσα. Αυτό εξηγεί κιόλας γιατί 47.800 άνθρωποι απασχολούνται στις δημόσιες σχέσεις έναντι 45.000. Έχουμε καταντήσει κάθε δημοσιογράφος να χρειάζεται στο κατόπι του ένα PRιτζή, να του βρίσκει θέματα για να γράψει.
Ωραίο άρθρο αλλά έχω μόνο μια διαφωνία. Δεν με πείθει το επιχείρημα "αυτά θέλει ο κόσμος να διαβάζει". Με αυτή τη λογική, δεν θα έπρεπε να υπάρχει η στήλη σου στα ΝΕΑ γιατί μόνο απλοϊκή δεν είναι. Την ίδια διαφωνία έχω τελευταίως μ'εναν γνωστό εκδότη για κάποιες ρεστοκριτικές που γράφω στο έντυπό του. Με κυνηγάει στις λέξεις γιατί αυτά δεν τα θέλει ο κόσμος. Μα, πού το ξερει και πώς γίνεται να κοπιάζεις για να καρπωθούν το τελικό αποτέλεσμα κάποιοι που τους έχεις στο φτύσιμο;
Και κάτι τελευταίο. Τώρα με το διαδίκτυο η ελευθερία πολλαπλασιάζεται. Ας ανοίξουν οι "καταπιεσμενοι" μπλογκ να γράφουν ελεύθερα τις απόψεις τους.
Έχεις σκεφτεί ποτέ να γράφεις αναλύσεις σε μπλογκ, έστω και ψευδώνυμα; Λες ότι αυτό δεν θα το ήθελε ο κόσμος; Πολύ αμφιβάλλω.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home