Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 07, 2009

Δεν μετανιώνει για τίποτα





Το κυριότερο μάθημα που έχει διδαχθεί δεν το έμαθε στο Πανεπιστήμιο, αλλά στον δρόμο: όσο πιο έμπειρος είναι ένας μπάτσος, τόσο λιγότερο επικίνδυνος είναι. Όσο για τους τύπους των ΒΑC, είναι τρελαμένοι, καουμπόηδες που διασκεδάζουν.

Στο βιογραφικό του ξεχωρίζουν τέσσερις σταθμοί. 25/1/1984: γεννιέται σ΄ ένα προάστιο της Τουλούζης. Χειμώνας 2008: γίνεται διάρρηξη στο σπίτι του από πέντε ένοπλους κουκουλοφόρους, που τον σημαδεύουν με το πιστόλι στον κρόταφο. 19/3/2009: χάνει το μάτι του από βολή flash-ball ενός αστυνομικού. Απρίλιος 2009: χωρίζει με τη φίλη του, με την οποία ήταν μαζί έναν χρόνο. Προφανώς εκείνη δεν άντεχε να κοιμάται μ΄ έναν μονόφθαλμο. Αλλά ο Ζοάν Σελσίς δεν μετανιώνει για τίποτα, «non, je ne regrette rien» όπως έλεγε κάτι δεκαετίες πριν μια συμπατριώτισσά του. Από κάθε εμπειρία βγαίνει σοφότερος, άρχισε πάλι να οδηγεί, και υπάρχουν μέρες που φεύγει εντελώς από το μυαλό του εκείνο το μοιραίο επεισόδιο στην Τουλούζη. Αλλά τη δημοσιότητα τη θέλει, μπορεί να τον βοηθήσει για να βρει ποιος τον πυροβόλησε. Και μετά;

Σε διαδηλώσεις πήγαινε πέντε χρόνια, και προφανώς θα συνεχίσει να πηγαίνει. Δεν ήταν κανένας άπειρος δηλαδή, ίσα ίσα. Επιπλέον γνώριζε ότι οι Ταξιαρχίες κατά του Εγκλήματος, οι περίφημες ΒΑC, είναι πλέον εξοπλισμένες με flash-ball, το «ακίνδυνο όπλο» του Σαρκοζί, και ότι στα τέλη του 2007 ένας μαθητής είχε χάσει σε μια διαδήλωση το μάτι του. Αλλά η φοιτητική διαδήλωση εκείνης της ημέρας ήταν ειρηνική. Και βρισκόταν πια στο τέλος της. «Είχαμε σχηματίσει μια ανθρώπινη αλυσίδα στον δρόμο», λέει στη Λιμπερασιόν. «Οπισθοχωρούσαμε σταδιακά, έχοντας απέναντί μας τις ΒΑC και τα CRS. Ήμασταν στη διαδικασία της αποχώρησης, κι έλεγα στους άλλους, ψυχραιμία, ο κίνδυνος πέρασε. Τότε ακριβώς άρχισαν οι βολές». Μια λαστιχένια σφαίρα των 44 χιλιοστών τον βρήκε πάνω από το μάγουλο. Παρ΄ όλο που η αδρεναλίνη κάλυπτε τον πόνο, κατάλαβε αμέσως ότι το αποτέλεσμα θα ήταν ακρωτηριασμός. Γλίτωσε όμως τη μόνιμη παραμόρφωση.

Ο Σελσίς δεν ήταν άνθρωπος των συγκρούσεων. Στα επτά του χρόνια άρχισε να παίζει βιολοντσέλο, κι ακόμη και σήμερα η αγαπημένη του μουσική είναι ο Μπρελ, ο Φερρέ, οι Doors. Του άρεσε πάντα να διαβάζει, νύχτες ολόκληρες περνούσε μελετώντας φιλοσοφία, κοινωνιολογία, ανθρωπολογία. Αλλά τις εφημερίδες δεν τις χωνεύει, προτιμά να ενημερώνεται από το Διαδίκτυο και τον εναλλακτικό Τύπο, η «Λιμπέ» είναι υπερβολικά σοσιαλδημοκρατική για τα γούστα του, θα την έλεγε μάλιστα «σοσιαλ-προδότρα». Τι ψηφίζει; Το 2002 το έριξε στους τροτσκιστές, αλλά τον απογοήτευσαν κι αυτοί, η ίδρυση του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος αποτελεί στρατηγικό λάθος, «δεν παίρνεις την εξουσία για να κάνεις την επανάσταση, η εξουσία δεν είναι ελαστική, πρέπει πρώτα να την καταστρέψεις για να κτίσεις κάτι άλλο».

Μπορεί να είναι έτσι, μπορεί και όχι, κάθε άποψη είναι σεβαστή, το μάτι του ο άνθρωπος γιατί έπρεπε να το χάσει;