Ενοχή και εξιλέωση
Τo πείραμα είναι δυσάρεστο. Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς απάνθρωπο. Αλλά δεν κρατά πάνω από 60 δευτερόλεπτα. Και επιτρέπει την εξαγωγή σημαντικών συμπερασμάτων.
Έχουμε απέναντί μας ένα παιδί δύο ετών, άντε και λίγο μεγαλύτερο. Του δίνουμε ένα παιχνίδι- μια κούκλα, ένα καραβάκι- και του λέμε να είναι πολύ προσεκτικό επειδή το έχουμε από μικροί και το αγαπάμε πολύ. Καθώς έχουμε όμως διεστραμμένο μυαλό, έχουμε φροντίσει να ραγίσουμε το παιχνίδι, έτσι ώστε μόλις το παιδί το πιάσει στα χέρια του, να σπάσει με θεαματικό τρόπο. Μόλις γίνει η ζημιά, εκφράζουμε τη λύπη μας με ήπιο τρόπο, με ένα «τι κρίμα!» ας πούμε, και παρακολουθούμε την αντίδραση του παιδιού. Δεν το βασανίζουμε για πολλή ώρα, το πολύ για ένα λεπτό, κι ύστερα λέμε πως δεν έγινε και τίποτα, τελικά το παιχνίδι επισκευάζεται πολύ εύκολα, και για να αποδείξουμε του λόγου το αληθές, φεύγουμε από το δωμάτιο και επιστρέφουμε με ένα πανομοιότυπο, καινούργιο παιχνίδι. Στο μεταξύ, όμως, έχουμε καταγράψει τον τρόπο με τον οποίο το παιδί συνοφρυώνεται, μαζεύεται, αποφεύγει τη ματιά μας και καλύπτει το πρόσωπό του με τα χέρια του.
Όπως μας πληροφορούν οι Νιου Γιορκ Τάιμς, το πείραμα αυτό εντάσσεται σε μια πολυετή μελέτη του Πανεπιστημίου της Αϊόβα με αντικείμενο δύο μηχανισμούς που βοηθούν τα παιδιά να γίνουν ευσυνείδητοι και υπεύθυνοι ενήλικοι. Ο ένας μηχανισμός, που μελετάται κυρίως σε άλλα πειράματα, είναι ο αυτοέλεγχος, η ικανότητα του παιδιού να αντιστέκεται στους πειρασμούς. Ο άλλος, που μελετάται στο διεστραμμένο πείραμα με το παιχνίδι, είναι ιδιαίτερα πολύτιμος στα παιδιά με μικρό αυτοέλεγχο. Είναι ένα συναίσθημα που δεν υπακούει πάντα στη λογική και βασανίζει πολύ κόσμο μέχρι να πεθάνει: η ενοχή.
Σύμφωνα με την Γκραζίνα Κοσάνσκα, που παρακολουθεί την ανάπτυξη των παιδιών εδώ και δύο δεκαετίες, τα παιδιά αρχίζουν να αισθάνονται ενοχή - άλλα λιγότερη, άλλα περισσότερη, συχνά έχει σχέση με τους γονείς- από τα δύο τους χρόνια. Τα πιτσιρίκια που αισθάνονταν μεγαλύτερη ενοχή στο πείραμα με το παιχνίδι είχαν μικρότερα προβλήματα συμπεριφοράς την επόμενη πενταετία. (Και μετά; Παραμένει αυτή η ενοχή και σε μεγαλύτερη ηλικία; Και είναι ένα γνώρισμα θετικό ή αρνητικό για την ανάπτυξη της προσωπικότητας; Με άλλα λόγια, προστατεύει ή ευνουχίζει; Το άρθρο δεν μας διαφωτίζει.) Η μικρή ενοχή, πάλι, εξισορροπείται με τον μεγαλύτερο αυτοέλεγχο. Το πρόβλημα είναι τι γίνεται όταν λείπουν και τα δύο. Εδώ η ευθύνη περνάει στον γονιό, ο οποίος πρέπει να κάνει δύο πράγματα. Πρώτον, να φροντίσει να επικρίνει την πράξη και όχι τον δράστη. Δεύτερον, να βρει έναν τρόπο επανόρθωσης. Το ιδανικό θα ήταν η ζημιά να εξαφανιστεί, όπως με το παιχνίδι. Αλλά η ζωή δεν είναι δυστυχώς τόσο απλή.
2 Comments:
Η ενοχή δεν είναι επίκτητη συμπεριφορά. Την είχαν όλοι οι πολιτισμοί, παλιοί και καινούργιοι. Αυτό δείχνει ότι είναι πρόγραμμα ελεγχόμενο γονιδιακά στο είδος μας και ίσως και σε άλλα πρωτεύοντα.
Σε τι βοήθησε το είδος μας το πρόγραμμα της ενοχής κατά την εξελικτική διαδικασία και γι αυτό επικράτησε, είναι μια μακριά κουβέντα. Έχουν πάντως γραφτεί κάποιες ιδέες προς δοκιμή για το θέμα. Πάντως το θίγεις κι εσύ όταν γράφεις πως "Τα πιτσιρίκια που αισθάνονταν μεγαλύτερη ενοχή στο πείραμα με το παιχνίδι είχαν μικρότερα προβλήματα συμπεριφοράς την επόμενη πενταετία."
Βέβαια ο βαθμός,ο τρόπος και οι πράξεις που κάνουν την ενοχή να εκδηλώνεται, διαμορφώνεται εν πολλοίς από το περιβάλλον του ατόμου. Αλλά δεν γεννιέται από το περιβάλλον.
Η "μελέτη" παραπέμπει στα εξηρτημένα αντανακλαστικά του Παβλόφ, η οποία αφορά μάλλον τις συμπεριφορές μεγάλων πληθυσμών της πανίδος και την αξιολόγηση των.
Αλήθεια τι γίνεται αν αντί την κούκλα-παιχνίδι δώσουνε το δάσος-παιχνίδι;
Δημοσίευση σχολίου
<< Home