Σάββατο, Ιουλίου 16, 2011

Σε αναζήτηση της σωστής λέξης




Ενα βράδυ πριν από αρκετά χρόνια, πρέπει να ήταν το 2001, καθόμασταν με τον Νικήτα Λιοναράκη δίπλα στην πισίνα ενός ξενοδοχείου της Σαμοθράκης, όπου λαμβάναμε μέρος στο ετήσιο δημοσιογραφικό συνέδριο (μεγάλες δόξες!). Ο Νικήτας έγραφε το βιβλίο του για τις «συνέπειες του Γατόσκυλου» και κουβέντιαζε με διάφορους δημοσιογράφους. Από μένα ήθελε να μάθει ποια είναι η ταυτότητα αυτής της στήλης. Ποιος είναι ο συνεκτικός της ιστός, τι συνδέει μεταξύ τους τα κείμενα που δημοσιεύονται κάθε μέρα, πάνω από 20 χρόνια τώρα, σ' αυτή τη φιλόξενη γωνιά. Του είπα ότι δεν ήξερα, εκείνος επέμενε, «ύστερα από τόσα χρόνια κάποιο συμπέρασμα θα έχεις βγάλει», έστυψα το μυαλό μου, αδύνατον. Πήγα για ύπνο εκείνο το βράδυ κατάκοπος από την προσπάθεια και έξαλλος με τον εαυτό μου.

Ο Νικήτας έφυγε νωρίς. Κι αυτή η στήλη εξακολουθεί να ψάχνει την ταυτότητά της. Χρόνια τώρα, έκοβα κάθε μέρα τις Διαστάσεις από την εφημερίδα, σημείωνα την ημερομηνία κι έβαζα το απόκομμα σ' ένα ντοσιέ, λες κι αυτό θα με βοηθούσε να βρω τον διαφεύγοντα συνεκτικό ιστό. Τα ντοσιέ μαζεύονταν και σκονίζονταν, τα αποκόμματα κιτρίνιζαν, ώσπου μια μέρα, πρόσφατα, πριν από κάτι μήνες, τα έβαλα όλα σε μια σακούλα και τα πέταξα στα σκουπίδια. Δεν θα έβρισκα ποτέ την απάντηση στην απλή ερώτηση του Νικήτα. Αλλωστε, δεν ήταν πια εκεί για να του την πω.

Ισως τελικά η στήλη να μην είναι τίποτα παραπάνω από μερικές στιγμές. Μερικές συγκινήσεις. Θυμάμαι δύο, που συμπτωματικά ή καθόλου συμπτωματικά έχουν να κάνουν με χειρόγραφα κείμενα. Το ένα το βρήκα έναν Αύγουστο στο γραφείο μου. Το υπέγραφε ο Κώστας Γαλανόπουλος, ένας άνθρωπος που είχα την τύχη να συνεργαστώ μαζί του και την τιμή να γράφω στην ίδια σελίδα μ' εκείνον. Ξεκινούσε ως εξής: «Ακόμη και μία λέξη, σε μια εφημερίδα, να είναι η σωστή, και στη σωστή θέση, οι Θερμοπύλες όλο και φρουρούνται».

Το άλλο το έλαβα με το ταχυδρομείο. Το υπέγραφε μια κυρία από τους Αμπελοκήπους, που δεν δημοσιεύω το όνομά της γιατί μπορεί να μη θέλει. Αναφερόταν σ' ένα κομμάτι που είχα γράψει για έναν 95χρονο Ιταλό που «πιάστηκε» στο κρεβάτι από την κόρη του αγκαλιασμένος με την 30χρονη γυναίκα που τον πρόσεχε. Η επιστολογράφος περιέγραφε πώς προσπαθούν μάταια να κοιμηθούν σ' ένα σπίτι κοντά στη θάλασσα ο 88χρονος χήρος πατέρας της, η ίδια (διαζευγμένη), η 19χρονη ανιψιά της (ταλαντούχα, αλλά μόνη) και η 3χρονη σκύλα της, που δεν έχει κάνει στείρωση. «Ελπίζω οι δικές σας νύχτες να είναι καλύτερες από τις δικές μου», κατέληγε, σε μια (αθέλητη;) παραλλαγή ενός παλιού βιβλίου της Ραφαέλ Βιγιεντού.

Και μόνο αν μια γυναίκα, κάπου, αισθάνθηκε για μια στιγμή λιγότερο μόνη, αυτή η στήλη έχει πετύχει τον σκοπό της. Είναι αλήθεια ότι τελευταία κάνει κύκλους. Περιπλανιέται, δοκιμάζει, πειραματίζεται, αναρωτιέται. Αλλά γιατί μόνο τελευταία; Αυτό δεν έκανε πάντα; Τα ερωτήματά της δεν ήταν πάντα περισσότερα, πολύ περισσότερα, από τις απαντήσεις;