Πέμπτη, Ιουνίου 30, 2011

Πώς βλέπει η Κίνα τον κόσμο




Το πενθήμερο ταξίδι του κινέζου πρωθυπουργού Ουέν Τζιαμπάο στην Ευρώπη και η υπόγεια κόντρα του με τους ευρωπαίους ηγέτες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, φέρνει εκ νέου δυναμικά στο προσκήνιο την κινεζική εξωτερική πολιτική. Ποιος την αποφασίζει; Ποιος την επηρεάζει; Πόσο και σε ποια κατεύθυνση έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια; Τι επιπτώσεις έχουν όλα αυτά στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό;

Ο Ντέιβιντ Σάμποου, ένας ειδικός για την Κίνα στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον, γράφει στο τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης The Washington Quarterly ότι η κινεζική εξωτερική πολιτική διαμορφώνεται από τουλάχιστον επτά σχολές σκέψης. «Σε καμιά χώρα δεν γίνεται μια τόσο έντονη και πλούσια συζήτηση όσο στην Κίνα κατά την τελευταία δεκαετία», τονίζει. Τη δεκαετία του '90, οι σχολές που κυριαρχούσαν υπερασπίζονταν την ήπια ισχύ και τη συμμετοχή του Πεκίνου σε διεθνείς οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Εθνη. Σήμερα, το πάνω χέρι το έχουν οι «σκληροί», εκείνοι δηλαδή που χαρακτηρίζουν τη συναίνεση ολέθρια και ζητούν τη σκλήρυνση της πολιτικής της χώρας τους. Η ομάδα αυτή χωρίζεται σε δύο υποκατηγορίες: τους τοπικιστές, που θεωρούν ότι το διεθνές σύστημα συνωμοτεί για να υπονομεύσει την Κίνα, και τους ρεαλιστές, που υποστηρίζουν ότι η Κίνα πρέπει να αντιταχθεί κυρίως στη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο άλλο, το φιλελεύθερο άκρο της κλίμακας βρίσκονται οι οπαδοί της «επιλεκτικής πολυμέρειας» και οι «γκλομπαλιστές», που πιστεύουν ότι η Κίνα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες που αντιστοιχούν στην αυξανόμενη δύναμή της, ακόμη κι αν αυτό αντίκειται στα συμφέροντά της στο Θιβέτ, την Ταϊβάν ή τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Η επιρροή των σχολών αυτών, πάντως, είναι σήμερα εμφανώς μειωμένη.

Ο πλουραλισμός αυτός δεν σημαίνει βέβαια ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται όπως σε μια δυτική δημοκρατία. Ούτε ότι η διαδικασία που ακολουθείται είναι διαφανής. Ενας πολιτικός επιστήμονας του ΜΙΤ, ο Τέιλορ Φρέιβελ, εξηγεί ότι η προσέγγιση του Πεκίνου στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας επηρεάζεται από απροσδόκητους παράγοντες: αξιωματούχους της αλιείας, που συλλαμβάνουν συχνά ξένους ψαράδες, την κρατική εταιρεία πετρελαίου, που είναι υπεύθυνη για την εξερεύνηση και την άντληση του πετρελαίου στη θάλασσα, την Κρατική Ωκεανογραφική Διοίκηση, που περιπολεί στα διαφιλονικούμενα ύδατα, και το Ναυτικό, που πραγματοποιεί ασκήσεις στα ύδατα αυτά. «Ολες αυτές οι πλευρές επηρεάζουν τις σχέσεις της Κίνας με άλλα κράτη, και κατά συνέπεια την εξωτερική της πολιτική», τονίζει ο αμερικανός αναλυτής.

Τα διδάγματα που μπορεί να αποκομίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σύνθετα, και συχνά αντιφατικά. Οπως επισημαίνει ο Σάμποου, η υιοθέτηση μιας επιθετικής πολιτικής θα μπορούσε να ενισχύσει τον φόβο, ακόμη και την παράνοια, των σοβινιστών εθνικιστών της Κίνας. Μια πιο συμφιλιωτική πολιτική, πάλι, ενέχει τον κίνδυνο να ευνοήσει μια άλλη σκληροπυρηνική ομάδα, τους οπαδούς του συνθήματος «πρώτα η Κίνα!». Ο Ομπάμα βαδίζει σήμερα σε ένα τεντωμένο σχοινί.