Παρασκευή, Οκτωβρίου 01, 2010

Η επέλαση της Ακροδεξιάς





Δύο χώρες που φηµίζονταν κάποτε για το κλίµα ελευθερίας και ανοχής αποκτούν «ξαφνικά» µια αξιόλογη και επικίνδυνη Ακροδεξιά. Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος αντιµετώπισής της;

Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας στη Σουηδία, τα κόµµατα τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς αρνιόντουσαν να έχουν επαφές µε τους ακροδεξιούς. Ορισµένα σχολεία απαγόρευσαν την είσοδο σε εκπροσώπους των Δηµοκρατών της Σουηδίας (όπως λέγονται οι ακροδεξιοί). Ενα κανάλι δεν δέχθηκε να µεταδώσει το σποτάκι τους. Και τη νύχτα των εκλογών, ο ηγέτης του Αριστερού κόµµατος Λαρς Ολι αρνήθηκε να τον µακιγιάρουν την ίδια ώρα µε τον ακροδεξιό ηγέτη Τζίµι Οκεσον. Η συλλογική αυτή αντίσταση δεν εµπόδισε όµως το SD να κερδίσει 6% των ψήφων και να εισέλθει δυναµικά στη Βουλή µε 20 έδρες.

Ο Χένινγκ Μανκέλ είναι έξαλλος. Η στρατηγική αυτή, γράφει ο γνωστός συγγραφέας αστυνοµικών µυθιστορηµάτων στην «Γκάρντιαν», δεν ήταν απλώς λανθασµένη και αντιπαραγωγική. Ηταν ηλίθια. Ο µόνος τρόπος να αντιµετωπίσεις ανθρώπους µε ρατσιστικές, ξενόφοβες και λαϊκίστικες απόψεις είναι να κάνεις έναν επίµονο και αποφασιστικό διάλογο µαζί τους. Με το να σωπαίνεις ή να χώνεις το κεφάλι σου στην άµµο, απλώς κουκουλώνεις το πρόβληµα. Και αρνείσαι να δεις την πραγµατικότητα.

Οι Ολλανδοί ακολουθούν διαφορετική στρατηγική. Κι εκείνοι έπαθαν σοκ µε την άνοδο της Ακροδεξιάς: το κόµµα του Γκέερτ Βίλντερς (κυριολεκτικά, αφού είναι το µοναδικό του µέλος) αναγορεύτηκε στις πρόσφατες εκλογές σε τρίτη δύναµη της χώρας. Ακολούθησαν θυελλώδεις διαπραγµατεύσεις που κράτησαν τρεις µήνες. Και αυτή την εβδοµάδα, οι Φιλελεύθεροι και οι Χριστιανοδηµοκράτες ανακοίνωσαν ότι θα σχηµατίσουν κυβέρνηση µειοψηφίας µε την ανοχή του Κόµµατος της Ελευθερίας (οι ακροδεξιοί διαλέγουν παντού παραπλανητικά ονόµατα). Χθες έγινε γνωστή η πρώτη «παραχώρηση» προς τους τελευταίους: η απαγόρευση της µπούρκας.

Το πείραµα είναι ενδιαφέρον, όσο και επικίνδυνο. Αν µη τι άλλο, θα αποδείξει αν ο Μανκέλ έχει δίκιο. Οπως έγραφε πάντως η ολλανδή καθηγήτρια Καρίν Λέσνικ-Οµπερσταϊν σε ένα σηµείωµά της, επίσης στην «Γκάρντιαν», η αντιµετώπιση της Ακροδεξιάς στη χώρα της είναι τελείως διαφορετική απ' ό,τι στη Σουηδία. Εδώ, τα µέσα ενηµέρωσης ασχολούνται υπερβολικά µε κάθε δήλωση του Βίλντερς επειδή έχει αποδειχθεί ότι «πουλάει». Επιπλέον, αποτελεί ταµπού να επικρίνει κάποιος τις απόψεις του επειδή υποτίθεται ότι «δαιµονοποιεί» όσους τον ψήφισαν και κινδυνεύει να αποµονωθεί πολιτικά και κοινωνικά. Κι όχι µόνο αυτό: οι απόψεις αυτές πρέπει να γίνονται «σεβαστές» επειδή αποτελούν τον πραγµατικό δείκτη της κατάστασης της χώρας… Συµπέρασµα: κάθε χώρα έχει τις ιδιαιτερότητές της. Ενιαία στρατηγική για την αντιµετώπιση των εξτρεµιστών δεν υπάρχει, ούτε µπορεί να υπάρξει. Αυτό που µπορεί να γίνει µε ενιαίο και συγκροτηµένο τρόπο είναι να αναζητηθούν τα αίτια της επέλασης της Ακροδεξιάς. Το φαινόµενο δεν αφορά δύο χώρες, αλλά όλη την Ευρώπη.