Πέμπτη, Ιουνίου 23, 2011

Διαφάνεια στην ενημέρωση




Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, και φυσικά πάνω απ' όλα στην Ελλάδα, οι «Αγανακτισμένοι» αποτελούν πλέον μέρος του πολιτικού σκηνικού. Και οι κυβερνήσεις συνηθίζουν να βλέπουν μόνο τη σκοτεινή τους πλευρά: την τυφλή οργή τους, την ισοπεδωτική τους κριτική, τις ακραίες εκδηλώσεις αποδοκιμασίας των πολιτικών και των δημοσιογράφων. Αυτές οι τυφλές, και ασφαλώς καταδικαστέες, εκδηλώσεις δεν μπορούν όμως να εξηγήσουν επαρκώς μια εξέγερση που δεν στρέφεται μόνο εναντίον του περιεχομένου, αλλά και της μορφής της κυβερνητικής πολιτικής. Μιας πολιτικής που συναρτάται πάντα με την επόμενη δημοσκόπηση ή την επόμενη ψηφοφορία. Που κρύβει την αλήθεια για τα ελλείμματα ή τη μετανάστευση. Που ανακαλύπτει παντού εχθρούς.

Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες των ισπανών «Αγανακτισμένων» αφορά την ενημέρωση. Ξεκίνησε από μια πρόταση του Αντόν Λοσάδα, που διδάσκει πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Χώρας των Βάσκων: να μην καλύπτονται οι συνεντεύξεις Τύπου όπου απαγορεύεται στους δημοσιογράφους να διατυπώνουν ερωτήσεις. Η πρόταση ονομάστηκε sinpreguntasnocobertura (όχι κάλυψη χωρίς ερωτήσεις) και την έχουν υπογράψει χιλιάδες δημοσιογράφοι. Οι εποχές όπου αναπαράγεται η κυβερνητική προπαγάνδα τελείωσαν. Η διαχείριση της κρίσης δεν μπορεί να γίνεται μόνο με την επιβολή μέτρων λιτότητας. Πρέπει να υπάρχει και διαφάνεια στην ενημέρωση: γιατί δεν μπορούν να μειωθούν οι φόροι, γιατί μόνο η μετανάστευση μπορεί να βάλει φρένο στον δημογραφικό μαρασμό, γιατί η ανάπτυξη δεν μπορεί να αγνοεί τη δικαιοσύνη, την αξία, τη νομιμότητα.

Τα κράτη δεν μπορούν να αποφασίζουν πλέον μόνα τους, επισημαίνει η Μπάρμπαρα Σπινέλλι στη «Ρεπούμπλικα». Υπάρχει πλέον μια δημόσια σφαίρα (res publica) που υπερβαίνει τα όριά μας, που έχει τους δικούς της κανόνες, και που οι ηγέτες της δεν απορρέουν από τις κυβερνήσεις. Ενα παράδειγμα είναι ο διορισμός του Μάριο Ντράγκι στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο άνθρωπος είναι άξιος και ικανός. Για να αποδεχθεί όμως ο Νικολά Σαρκοζί αυτή την επιλογή, ζήτησε σε αντάλλαγμα να «απελευθερωθεί» για το Παρίσι μια θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ. Ο Μπερλουσκόνι του πρόσφερε το κεφάλι του Λορέντσο Μπίνι Σμάγκι, λες και ο τελευταίος ανήκε στην ιταλική κυβέρνηση, και όχι στην Ευρώπη. Οι αντιδράσεις ήταν σφοδρές. Ο πρώην επίτροπος Μάριο Μόντι χαρακτήρισε τη στάση της ιταλικής κυβέρνησης «ερασιτεχνική και παράδοξη». Ο ίδιος ο Μπίνι Σμάγκι μίλησε για ένα δημόσιο συμφέρον που υπερβαίνει εκείνο των μεμονωμένων κρατών. Το αποτέλεσμα ήταν ο εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης να αναγκαστεί να δηλώσει χθες ότι η χώρα του υποστηρίζει τον Ντράγκι άνευ όρων.

Μεγάλη ευθύνη για την κατάσταση αυτή φέρουν ασφαλώς και τα ίδια τα ευρωπαϊκά όργανα, που παραδίδονται εύκολα στις εθνικές κυβερνήσεις. Είναι αλήθεια ότι ο Βάλτερ Χαλστάιν, ο πρώτος πρόεδρος της Κομισιόν που τόλμησε να αντιταχθεί στον Ντε Γκωλ υπερασπιζόμενος μια ομοσπονδιακή Ευρώπη, εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί. Από τότε έχει περάσει όμως σχεδόν μισός αιώνας.