Τετάρτη, Αυγούστου 18, 2010

Η απελπισία των «99ρηδων»





Ενενήντα εννιά εβδοµάδες: τόσο είναι το διάστηµα για το οποίο κάποιος που χάνει τη δουλειά του στην Αµερική δικαιούται επιδόµατος ανεργίας ώστε να µπορεί να επιβιώσει και να συνεχίσει να κοιµάται στο σπίτι του.

Μετά την πάροδο του διαστήµατος αυτού, το χάος. Φτώχεια, απελπισία και καταρράκωση του ηθικού. Το πρώτο κύµα των «99ρηδων», όπως αποκαλείται αυτή η κατηγορία των ανέργων που προκάλεσε η πρόσφατη οικονοµική κρίση, εµφανίστηκε τον περασµένο Μάρτιο. Τότε εισέπραξε το τελευταίο της επίδοµα η 49χρονη Αλεξάντρα Τζάριν, που ήταν διευθυντικό στέλεχος σε µια µικρή εταιρεία τεχνολογίας κοντά στη Νέα Υόρκη, κέρδιζε 56.000 δολάρια τον χρόνο, αλλά πριν από δύο χρόνια ξαφνικά απολύθηκε. Οταν την εντόπισαν οι «Νιου Γιορκ Τάιµς», ζούσε σε ένα µοτέλ στο Βερµόντ χάρις σε 260 δολάρια που είχε συγκεντρώσει από φίλους και την πώληση των επίπλων της. Αλλά τα χρήµατα τελείωναν και η πρόβλεψή της ήταν ότι σύντοµα θα κοιµόταν στο αυτοκίνητό της.

Την περασµένη εβδοµάδα, καµιά πενηνταριά «99ρηδες» διαδήλωσαν στη Γουόλ Στριτ ζητώντας να παραταθεί η χρονική διάρκεια χορήγησης των επιδοµάτων. «Ντροπή! Ντροπή!» φώναζαν στους τραπεζίτες και τους χρηµατιστές που έµπαιναν στο χρηµατιστήριο, προσπαθώντας ταυτόχρονα να εξηγήσουν στους δηµοσιογράφους ότι δεν είναι οι τεµπέληδες που τους παρουσιάζουν οι Ρεπουµπλικανοί. Η 58χρονη Αν Στράους για παράδειγµα, που εργάστηκε επί 35 χρόνια σε εταιρεία δηµοσίων σχέσεων του Λονγκ Αϊλαντ προτού χάσει τη δουλειά της τον Ιούνιο του 2008, βεβαιώνει ότι η αναζήτηση εργασίας είναι η πιο δύσκολη δουλειά που έχει κάνει ποτέ. Τώρα ζει µε τον άνδρα της πληρώνοντας µε πιστωτικές κάρτες και βλέποντας τα χρέη τους να ανεβαίνουν στα ύψη. Μεταξύ των διαδηλωτών ήταν και η 53χρονη Ντόνα Φαγιέλα που είχε µια επιτυχηµένη καριέρα επί 28 χρόνια και τώρα βρέθηκε στον δρόµο. «Θα κάνω οτιδήποτε. Θα σφουγγαρίσω πατώµατα. Νοµίζετε ότι µ' αρέσει να εισπράττω το επίδοµα ανεργίας; Είναι βαθύτατα υποτιµητικό! Αισθάνοµαι ότι έχω χάσει την αξία µου. Αισθάνοµαι χαµένη».

Οπως παρατηρεί ο Πολ Χάρις στην «Οµπζέρβερ», η Αµερική σπάει στα δύο κατά µήκος της µεσαίας τάξης, που αποτελούσε για χρόνια την πολιτιστική ραχοκοκαλιά της. Από τη µία είναι οι έχοντες κι από την άλλη οι µη έχοντες. Το επίσηµο ποσοστό της ανεργίας (9,5%), αν και είναι από µόνο του υψηλό, δεν περιλαµβάνει τους ανθρώπους που έχουν χάσει κάθε ελπίδα να βρουν δουλειά. Οι άνθρωποι αυτοί υπολογίζονται σήµερα σε 5,9 εκατοµµύρια και κάθε εβδοµάδα γίνονται περισσότεροι. Οι περικοπές γίνονται αισθητές στα σχολεία, τις βιβλιοθήκες, την αποκοµιδή των σκουπιδιών, τον φωτισµό των δρόµων, την αστυνοµία, την πυροσβεστική υπηρεσία, τις δηµόσιες µεταφορές. Στη Χαβάη είπαν πρόσφατα στους µαθητές να κάθονται στο σπίτι για 17 Παρασκευές τον χρόνο ώστε να γίνει οικονοµία. Το αµερικανικό όνειρο ψυχορραγεί.