Είκοσι δύο τοις εκατό
Το ποτήρι ξεχείλισε όταν έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο η υπόθεση μιας 13χρονης που της έκαναν σωματικό έλεγχο στο σχολείο της, στην Αριζόνα, ύστερα από μια καταγγελία για εμπόριο φαρμάκων. Ο δικαστής Μπρέγιερ δεν μπορούσε να καταλάβει πού ήταν το πρόβλημα. «Γιατί είναι κακό να ζητάς από μια μαθήτρια να μείνει με τα εσώρουχα, αφού αυτό ακριβώς κάνει όταν αλλάζει στο γυμναστήριο;» αναρωτήθηκε στη διάρκεια της συνεδρίασης. Μάταια η δικαστής Γκίνσμπεργκ, το μοναδικό σήμερα θηλυκό μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προσπάθησε να του εξηγήσει ότι δεν είναι το ίδιο, ότι η ηλικία των 13 ετών είναι πολύ κρίσιμη για ένα κορίτσι αφού το σώμα του αρχίζει να αλλάζει...
Το Ανώτατο Δικαστήριο είναι ένας ιδιαίτερος θεσμός των Ηνωμένων Πολιτειών. Κάτι σαν το Συμβούλιο της Επικρατείας, τον Άρειο Πάγο και το Ελεγκτικό Συνέδριο μαζί και καλείται να αποφασίζει για θέματα που εντάσσονται στους θρησκευτικούς πολέμους της σύγχρονης Αμερικής: την ποινή του θανάτου, τις αμβλώσεις, τον διαχωρισμό θρησκείας και κράτους. Όπως επισημαίνει η ανταποκρίτρια της Μοντ , το εννεαμελές Δικαστήριο έχει διαπράξει αρκετά σοβαρά λάθη. Το 1857, με την «Απόφαση Ντρεντ Σκοτ», αρνήθηκε να θεωρήσει ότι οι μαύροι ήταν πολίτες. Το 1944 ενέκρινε τον εγκλεισμό Αμερικανών ιαπωνικής καταγωγής. Έχει λάβει, όμως, και ιστορικές αποφάσεις. Το 1954 έθεσε τέρμα στον φυλετικό διαχωρισμό των σχολείων, ενώ στο θέμα του Γκουαντάναμο αντιτάχθηκε επανειλημμένα τόσο στον πρόεδρο όσο και στο Κογκρέσο.
Η δικαστής Γκίνσμπεργκ δεν αμφισβητεί τον ρόλο του Σώματος στο οποίο έχει την τιμή να μετέχει. Την ενοχλεί πολύ όμως ο μισογυνισμός του. Από τους 110 δικαστές που έχουν υπηρετήσει μέχρι σήμερα, μόνο δύο είναι γυναίκες: η Σάντρα Ντέι Ο΄Κόνορ, που αποχώρησε το 2006, και η ίδια. Τον Μάιο του 2007, όταν το Δικαστήριο έκρινε ότι η Λίλι Λενμπέτερ καλώς κέρδιζε λιγότερα από τους άνδρες συναδέλφους της αφού δεν είχε καταγγείλει εγκαίρως την εις βάρος της διάκριση, η Γκίνσμπεργκ εξοργίστηκε τόσο πολύ που κατέφυγε σε μια πρωτοφανή ενέργεια: διάβασε δημοσίως τη μειοψηφική της θέση. «Είναι φοβερό αυτό που συμβαίνει», θα έλεγε αργότερα σε μια- επίσης πρωτοφανή- συνέντευξή της στην USΑ Τoday. «Λέω κάτι, και για να ληφθεί υπόψη πρέπει να το επαναλάβει ένας άνδρας συνάδελφός μου! Επιτέλους, πρέπει να αλλάξει η σύνθεση αυτού του δικαστηρίου, αν δεν είναι 50-50, ας είναι τουλάχιστον 60% άνδρες και 40% γυναίκες...». Με τον διορισμό της ισπανόφωνης Σόνια Σοτομαγιόρ από τον πρόεδρο Ομπάμα, η αναλογία (ξανα)γίνεται 22%. Και ο πρόεδρος του Δικαστηρίου, ο Τζον Πολ Στίβενς, είναι 89 ετών, να ΄ναι καλά ο άνθρωπος, αλλά πόσο ακόμη θα δουλεύει;
Για ένα «πράσινο Νιου Ντιλ»
Για να δούμε αν θα το βρείτε: σε ποια χώρα της Ευρώπης ιδρύθηκε το πρώτο οικολογικό κόμμα; Στη Σουηδία; Στη Γερμανία; Στην Ολλανδία; Προσπαθήστε ξανά.
Όλα άρχισαν το 1974, κάπως απροσδόκητα ομολογουμένως. Ο καθηγητής Πολ Έρλιχ έγραψε ένα άρθρο στο περιοδικό Ρlayboy όπου προέβλεπε μια επικείμενη καταστροφή. Το άρθρο μπορεί να μην επαληθεύτηκε, αλλά ενέπνευσε τον δικηγόρο Τόνι Ουίτακερ, ο οποίος μάζεψε στο Λονδίνο μια ομάδα ανθρώπων μέσω μιας διαφήμισης στην Coventry Εvening Τelegraph και τους πρότεινε να ιδρύσουν ένα Πράσινο κόμμα. Η παρέα δεν τα βρήκε, οι μισοί ίδρυσαν το κόμμα και οι άλλοι μισοί αποχώρησαν, τον επόμενο χρόνο η ιδρυτική ομάδα διασπάστηκε ξανά, και το πράγμα συνεχίστηκε έτσι, με καβγάδες, διασπάσεις και διαγραφές. Μέχρι τις ευρωεκλογές του 1989 όπου, χάρις στο χάρισμα και τον πολιτικό νου μιας οικολόγου ονόματι Σάρα Πάρκιν, το κόμμα έλαβε 2.295.695 ψήφους και το απίστευτο 15%.
Πιστό στην παράδοσή του, το κόμμα απέπεμψε τρία χρόνια αργότερα την Πάρκιν και προς στιγμήν έδειξε ενδιαφέρον για έναν τύπο που λεγόταν Ντέιβιντ Ικλ, πίστευε ότι είναι ο γιος του Θεού και αρνιόταν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Με κεντρικό τους σύνθημα την καταδίκη της οικονομικής ανάπτυξης, οι Βρετανοί Πράσινοι έλαβαν 171.000 ψήφους στις εκλογές του 1992. Τα μέλη τους μειώθηκαν από 18.000 σε 5.000. Και πολλοί τάχθηκαν υπέρ της ιδέας να κλείσει το μαγαζί. Αλλά η εισαγωγή της απλής αναλογικής στις ευρωεκλογές του 1999 έδωσε στο κόμμα νέα πνοή, επιτρέποντάς του να εκλέξει τους δύο πρώτους ευρωβουλευτές του. Ανανεωμένο, πιο ώριμο και με σοβαρές πολιτικές προτάσεις, ελπίζει τώρα να επωφεληθεί από το κλίμα της εποχής και τη δυσαρέσκεια για τις δαπάνες των βουλευτών και να αυξήσει την ερχόμενη εβδομάδα τις δυνάμεις του.
«Οι πολίτες θέλουν κάτι πιο φρέσκο και πιο αυθεντικό, καθώς και λίγο πάθος στην πολιτική», λέει στην Ιντιπέντεντ η 48χρονη Κάρολαϊν Λούκας, που εξελέγη αρχηγός του κόμματος τον περασμένο Σεπτέμβριο. Το μανιφέστο του κόμματος έχει τον ενδεικτικό τίτλο «Ιt΄s the Εconomy, Stupid» και αναμειγνύει δραστικά μέτρα για το περιβάλλον, όπως ετήσια μείωση των εκπομπών άνθρακα της Βρετανίας κατά 10% και δωρεάν μόνωση 4.000.000 σπιτιών κάθε χρόνο, με παραδοσιακές θέσεις της Αριστεράς, όπως αύξηση των συντάξεων και δωρεάν, οικουμενική οδοντιατρική περίθαλψη. Ένα «πράσινο Νιου Ντιλ» παντρεμένο με κοινωνική δικαιοσύνη.
Το λεξιλόγιο του κόμματος δεν έχει αλλάξει εντελώς: οι Πράσινοι εξακολουθούν να προτιμούν την ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση των πόρων από την απλή κατανάλωσή τους. Αλλά δεν πιστεύουν πια στην αντιπαράθεση ανάμεσα στο περιβάλλον και την οικονομία. «Το κεντρικό μας μήνυμα είναι ότι μπορούμε να καταπολεμήσουμε την οικονομική ύφεση και την κλιματική κρίση ταυτοχρόνως», λέει η Λούκας. Κι είναι λίγοι πια εκείνοι που διαφωνούν μαζί της.
Αλλά η μουσική δεν σταμάτησε
«Αν έβρεχε δάκρυα/ όταν πεθαίνει μια αγάπη/ Αν έβρεχε δάκρυα/ όταν βαραίνουν οι καρδιές/ Σ΄ ολόκληρη τη γη/ για ένα σαραντάμερο/ δάκρυα πικρά/ θα πνίγανε τους πύργους».
Πριν από μισό σχεδόν αιώνα, το πρωί της 23ης Ιουνίου 1959, ο Μπορίς Βιαν έπαθε καρδιακή προσβολή στον κινηματογράφο «Le Ρetit Μarbeuf» του Παρισιού, ενώ παρακολουθούσε σε ιδιωτική προβολή την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Θα φτύσω στους τάφους σας. Ήξερε ότι θα ερχόταν αυτή η ημέρα από τότε που ήταν δώδεκα ετών, όταν ένας γιατρός διέγνωσε ότι έπασχε από καρδιακό ρευματισμό. Έγειρε στο κάθισμα με το κεφάλι πεσμένο πίσω, οι φίλοι του έσπευσαν να τον βοηθήσουν, κάποιος ζήτησε να σταματήσει η προβολή, αλλά ο ήχος συνέχισε να ακούγεται, «σταματήστε τη μουσική!», φώναξε μια φίλη του, «να σταματήσει η μουσική!» Ήταν η τελευταία φράση που θα άκουγε. Πέθανε λίγες ώρες αργότερα στο νοσοκομείο, σε ηλικία 39 ετών.
(«Αν έβρεχε δάκρυα/ όταν πεθαίνει ένα παιδί/ Αν έβρεχε δάκρυα/ όταν γελάνε οι κακοί/ Σ΄ ολόκληρη τη γη/ με γκρίζα κύματα και κρύα/ δάκρυα πικρά το παρελθόν θα τάραζαν».)
Ο πατέρας του ήταν ένας αξιαγάπητος τύπος, που αναγκάστηκε να δουλέψει για πρώτη φορά στα 36 του χρόνια ως εμπορικός αντιπρόσωπος όταν έχασε την περιουσία του στην ύφεση του 1929. Η μητέρα του είχε ένα οξύ μουσικό ένστικτο (έπαιζε άρπα και άλλα μουσικά όργανα), που το κληροδότησε στα παιδιά της. Όπως σημειώνει η Ελ Παΐς, ο Μπορίς μεγάλωσε σε χαρούμενο περιβάλλον: ο Γεχούντι Μενουχίν θα έλεγε χρόνια αργότερα ότι αυτό που ζήλευε περισσότερο από το σπίτι των Βιαν ήταν τα αναρίθμητα ποδήλατα. Έπαιζε τρομπέτα, τραγουδούσε, έγραφε βιβλία και μετέφραζε. Το Θα φτύσω στους τάφους σας (που παρουσίασε αρχικά με ψευδώνυμο) σφράγισε τον εικοστό αιώνα και το τραγούδι του Ο λιποτάκτης μετατρά πηκε σε αντιπολεμικό ύμνο πολύ πριν από τον Μάη του ΄68.
(«Αν έβρεχε δάκρυα/ όταν σκοτώνουμε τις καθαρές καρδιές/ Αν έβρεχε δάκρυα/ όταν χανόμαστε κάτω απ΄ τα τείχη/ Σ΄ ολόκληρη τη γη/ θα γίνονταν κατακλυσμός/ από τα δάκρυα τα πικρά/ των δικαστών και των ενόχων».)
Η Γαλλία τιμά φέτος την 50ή επέτειο του θανάτου του Μπορίς Βιαν με δεκάδες εκδηλώσεις, συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις και εκθέσεις. Ο οίκος Gallimard, που είχε αρνηθεί να εκδώσει τα βιβλία του όσο ζούσε, ετοιμάζεται να τα εκδώσει τώρα στη σειρά La Βibliotheque de la Ρleiade. Και στις 23 Ιουνίου, την ημέρα του θανάτου του, η Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας θα παρουσιάσει επισήμως το χειρόγραφο του Θα φτύσω στους τάφους σας. Αν ζούσε σήμερα ο Μπορίς Βιαν, όλα αυτά θα τα αντιμετώπιζε με σαρκασμό. Ή αδιαφορία.
(Οι παραπάνω στίχοι του ποιήματος «Αν έβρεχε δάκρυα» είναι από το βιβλίο «Μπορίς Βιαν, ποιήματα», Εκδ. Γνώση, μετάφραση Αντώνη Φωστιέρη και Θανάση Νιάρχου)
Για τον Μιχάλη
Όσοι σκέφτονται να πάνε εκδρομή στις 7 Ιουνίου έχουν τώρα ένα σοβαρό λόγο να αναθεωρήσουν την άποψή τους και να πάνε να ψηφίσουν: να το κάνουν στη μνήμη ενός σπουδαίου ανθρώπου.
Ήταν ιδιόρρυθμος τύπος ο Μιχάλης. Δεν τον άγγιζε, για παράδειγμα, η κρίση του Τύπου. Μέχρι την τελευταία ώρα διάβαζε εφημερίδες. Όχι μία, πολλές εφημερίδες, άρθρα, ρεπορτάζ, αναλύσεις, τίποτα δεν του ξέφευγε. Όσο μεγάλωνε, αντί να γίνεται πιο συντηρητικός, γινόταν πιο εξτρεμιστής, όπως το είπε σ΄ εκείνη τη συνέντευξη στον Σταύρο Θεοδωράκη. Και εξακολουθούσε να παθιάζεται με πράγματα που για άλλους είναι βαρετά ή ξεπερασμένα, όπως η Αριστερά, η οικολογία, η Ευρώπη. Σε μια άλλη συνέντευξη που έδωσε πριν από δέκα μέρες στην Κυριακάτικη Αυγή, τάχθηκε υπέρ της επιτάχυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ολόκληρος Χόμπσμπωμ δηλώνει πως ποτέ δεν είχε σε μεγάλη εκτίμηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κι εκείνος επέμενε να υπερασπίζεται την Ευρώπη και τους μηχανισμούς της. «Το αγαπημένο μου ταξίδι είναι ένας αργόσυρτος γύρος στην Ευρώπη», είπε τον περασμένο Ιούλιο στα «ΝΕΑ», απαντώντας στο ερωτηματολόγιο του Προυστ. Και στην ερώτηση τι θα ήθελε να του πει ο Θεός αν συνέβαινε να τον συναντήσει, απάντησε: «Χαίρω πολύ για τη γνωριμία». Τώρα ξέρει ο Μιχάλης αν του έγινε το χατίρι.
Σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε χθες στις Βρυξέλλες, η Ευρωπαία επίτροπος Επικοινωνίας Μάργκοτ Βάλστρομ ανακοίνωσε την έναρξη της λειτουργίας μιας ιστοσελίδας (www. presseurop.eu) όπου θα δημοσιεύονται καθημερινά, σε δέκα γλώσσες, τα καλύτερα άρθρα των μεγάλων εφημερίδων του πλανήτη για ευρωπαϊκά θέματα. «Ελπίζουμε να γεννηθεί με τον τρόπο αυτό μια ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα», τόνισε η επίτροπος, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι μέχρι το τέλος του 2010 τα άρθρα αυτά θα τα διαβάζουν 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι. Θα του άρεσαν όλα αυτά του Μιχάλη. Όπως του άρεσε κι εκείνο που είπε ο Πολ Κρούγκμαν κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, πως τα προβλήματα της Ευρώπης οφείλονται στο ότι δεν έχει προχωρήσει η πολιτική ενοποίηση. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ήταν το πρώτο που είχε προειδοποιήσει από το 2004 για τους κινδύνους που έχει η έλλειψη ελέγχων για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και είχε ζητήσει από την Κομισιόν να λάβει μέτρα για τη ρύθμιση των κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Ύστερα από πολλές πιέσεις, η Κομισιόν παρουσίασε τελικά μια διάταξη που, όπως είπε ο πρώην πρωθυπουργός της Δανίας Πάουλ Νίρουπ Ράσμουσεν, «είχε περισσότερες τρύπες από ένα κεφάλι ελβετικής γραβιέρας».
Ανέλαβε κι άλλες σημαντικές πρωτοβουλίες την τελευταία τετραετία το Ευρωκοινοβούλιο, για τις μυστικές πτήσεις της CΙΑ, για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, για την εβδομάδα των 48 ωρών. Στην Ευρώπη γίνονται πράγματα, πρέπει να γίνουν κι άλλα, χρειάζεται περισσότερη σοβαρότητα και λιγότερη υποκρισία, χρειάζεται πάθος, όπως χρειάζονται και παθιασμένοι άνθρωποι. Σήμερα αποχαιρετούμε έναν απ΄ αυτούς.
Η σύγκρουση δύο θρύλων
Η ισπανική ομάδα αξίζει, σύμφωνα με το περιοδικό «Forbes», 800 εκατ. ευρώ. Η αξία της αγγλικής ξεπερνά τα 1,5 δισ. ευρώ. Αλλά όποιος νομίζει ότι αύριο θα παρακολουθήσει απλώς τη σύγκρουση δύο πολυεθνικών, απατάται.
Όταν η Βραζιλία νίκησε το 1998 την Ολλανδία στον ημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου, πολλοί μίλησαν για ένα «σπουδαίο παιχνίδι». Αλλά ο Κρίστοφ Μπίρμαν, ένας από τους γνωστότερους αθλητικούς συντάκτες της Γερμανίας, διαφώνησε. «Ήταν το καλύτερο παιχνίδι όλων των εποχών», έγραψε. Εξηγώντας την άποψή του, επεσήμανε ότι το ποδόσφαιρο συνεχώς βελτιώνεται, οι παίκτες γίνονται όλο και πιο γρήγοροι και, κατά συνέπεια, όταν δύο μεγάλες ομάδες παίζουν αντίπαλες και δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό, ο αγώνας είναι εξ ορισμού ο καλύτερος όλων των εποχών.
Οι περισσότεροι από τους «καλύτερους αγώνες όλων των εποχών», γράφει ο Σάιμον Κούπερ στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, δίνονται στο πλαίσιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Μερικά παραδείγματα είναι οι αγώνες Βραζιλία- Ιταλία και Γαλλία- Γερμανία (1982), ΑργεντινήΑγγλία και Γαλλία- Βραζιλία (1986) και Αγγλία- Γερμανία (1990). Όλες αυτές οι αναμετρήσεις πληρούν ένα κοινό κριτήριο «σπουδαιότητας»: τα παιδιά που τους είχε επιτραπεί να μείνουν ξύπνια για να τις παρακολουθήσουν τις θυμούνται ακόμη. Οι τελικοί του Τσάμπιονς Λιγκ, πάλι, έχουν συχνά διαψεύσει τις προσδοκίες: ο αγώνας της Μίλαν με την Μπαρτσελόνα το 1994 θα μπορούσε να είναι «ο καλύτερος όλων των εποχών», αλλά η «Μπάρτσα» διασύρθηκε τρώγοντας τέσσερα γκολ. Όλα δείχνουν, όμως, ότι ο αυριανός αγώνας που θα διεξαχθεί στη Ρώμη θα τιμήσει τον ορισμό του Γερμανού αθλητικογράφου.
Η ποιότητα είναι εξασφαλισμένη. Και οι δύο ομάδες θα παίξουν επιθετικά, έστω και μόνο επειδή θα τις παρακολουθούν δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι: η Μπαρτσελόνα είναι η δημοφιλέστερη ομάδα της Ευρώπης με 50 εκατομμύρια οπαδούς, ενώ οι οπαδοί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πλησιάζουν τα 43 εκατομμύρια. Το μεγάλο όπλο της Γιουνάιτεντ είναι ο προπονητής της: ο 68χρονος Άλεξ Φέργκιουσον, που κλείνει 23 χρόνια στην ομάδα, έχει φτιάξει το τέλειο μείγμα του παλιού με το καινούργιο. Πρόκειται για μια πολυσήμαντη προσωπικότητα. Ο Άλαστερ Κάμπελ, πρώην σύμβουλος του Τόνι Μπλερ, γράφει στη Ρεπούμπλικα ότι έχει ακούσει από τον άνθρωπο αυτόν τον καλύτερο ορισμό (όλων των εποχών;) για τη φιλία: «Πραγματικός φίλος είναι εκείνος που μπαίνει στο σπίτι σου την ώρα που όλοι οι άλλοι φορούν το πανωφόρι τους για να φύγουν».
Το όπλο της Μπαρτσελόνα, πάλι, είναι το μοντέλο της οργάνωσής της, όπου ο καθένας προσφέρει ανάλογα με το ταλέντο του. Όπως γράφει στην ίδια εφημερίδα ο Γκαμπριέλε Ρομανιόλι, πρόκειται για μια δημοκρατική ουτοπία όπου ζητείται η ενεργή ή καλύτερα η παθιασμένη συμμετοχή. Και σε αντάλλαγμα προσφέρεται κάτι που, με εξαίρεση κάποιες αρχικές και κούφιες υποσχέσεις, καμιά κυβέρνηση, θρησκεία ή επιχείρηση δεν μπορεί να προσφέρει: ευτυχία.
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα
Οι αποκαλύψεις είναι τόσο συνταρακτικές, και οι πολιτικές επιπτώσεις τόσο σοβαρές, ώστε έμεινε στην άκρη κάτι ουσιώδες: τα μέσα που χρησιμοποιεί μια εφημερίδα για να αποσπάσει πληροφορίες.
Στο βιβλίο του «Ψηλαφώντας την ηθική στη δημοσιογραφία», ο καθηγητής Ρον Σμιθ από το Πανεπιστήμιο της Κεντρικής Φλόριντας αναφέρει τέσσερις λόγους για τους οποίους αντιτίθεται στη λεγόμενη «δημοσιογραφία του καρνέ επιταγών». Πρώτον, επειδή αυτός που πληρώνεται για να δώσει μια πληροφορία έχει την τάση να υπερβάλλει ή να λέει ψέματα. Δεύτερον, επειδή η επικράτηση μιας τέτοιας πρακτικής οδηγεί όποιον κατέχει μια πληροφορία να την κρύβει έως ότου του προσφερθεί μια καλή αμοιβή. Τρίτον, επειδή οδηγεί στην πτώση του επιπέδου της δημοσιογραφίας: όταν ένα έντυπο πληρώνει για να πάρει μια συνέντευξη, ο δημοσιογράφος δεν είναι ελεύθερος να κάνει τις ερωτήσεις που θέλει. Τέταρτον, επειδή η πώληση πληροφοριών οδηγεί σε έναν επικίνδυνο ανταγωνισμό μεταξύ των μέσων ενημέρωσης για το ποιος θα πληρώσει τα περισσότερα.
Στην περίπτωση του σκανδάλου με τις δαπάνες των Βρετανών βουλευτών, που μεταξύ άλλων οδήγησε στην παραίτηση του προέδρου της Βουλής, ο κάτοχος του σκληρού δίσκου με τα δύο εκατομμύρια αποδείξεις ήλθε πρώτα σε επαφή με τους Τάιμς. Όταν η εφημερίδα αρνήθηκε να δώσει τα 340.000 ευρώ που της ζητήθηκαν, ο μεσάζων απευθύνθηκε στη Σαν. Ακόμη και η βασίλισσα του σκανδαλοθηρικού ρεπορτάζ, όμως, δεν δέχθηκε να δώσει πάνω από 23.000 ευρώ για ένα μέρος των στοιχείων. Η εφημερίδα που δέχθηκε τελικά να παίξει το παιχνίδι, άγνωστο με ποιο τίμημα, ήταν η Ντέιλι Τέλεγκραφ, που είχε σοβαρό κυκλοφοριακό πρόβλημα. Το κέρδος της ήταν κάπου 55.000 φύλλα. Και η Σκότλαντ Γιαρντ, στο όνομα του «δημοσίου συμφέροντος», δέχθηκε να μην ερευνήσει τον τρόπο που ήλθε στα χέρια της εφημερίδας ο σκληρός δίσκος.
Σε ανάλογες πρακτικές καταφεύγουν συχνά και τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Όπως αναφέρει ο Σμιθ, τόσο το CΝΝ όσο και το CΒS αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ότι πλήρωσαν (22.000 ευρώ το πρώτο, «ένα μικρό ποσό» το δεύτερο) για να αποκτήσουν ένα βίντεο που δείχνει τρομοκράτες της Αλ Κάιντα να δηλητηριάζουν ένα σκυλί. Το ΑΒC πλήρωσε 220.000 δολάρια για το ημερολόγιο του μπάτλερ της Νταϊάνας - διευκρινίζοντας πάντως ότι η συνέντευξη μαζί του ήταν δωρεάν! Ο σκοπός αγιάζει λοιπόν τα μέσα; Στο ερώτημα αυτό αδυνατεί να απαντήσει η Διεθνής Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (FΙΡ). Σύμφωνα με το καταστατικό της, ένα μέσο ενημέρωσης μπορεί να πληρώσει μόνο για να προστατεύσει μια πηγή του. Όλες οι άλλες περιπτώσεις συνιστούν πράξεις διαφθοράς. «Ο κανόνας αυτός δεν μπορεί όμως να χρησιμοποιείται για να εμποδίζεται η δημοσίευση πληροφοριών υψίστου δημοσίου ενδιαφέροντος», λέει στην Ελ Παΐς ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας της FΙΡ Πάκο Αουντίχε. Κι αυτό το δημόσιο ενδιαφέρον είναι προφανώς εύπλαστο, μπορεί κανείς να το τραβήξει μέχρι να ξεχειλώσει, το έχουμε διαπιστώσει επανειλημμένα και στην Ελλάδα...
Η δεύτερη απαγωγή
Στο ένα του κινητό, το γερμανικό, το ring tone είναι το «Je ne regrette rien», της Εντίθ Πιαφ. Στο άλλο, το γαλλικό, είναι το «Satisfaction», των Ρόλινγκ Στόουνς. Τα δύο κινητά κτυπούν διαρκώς, ο Ντάνυ είναι δημοφιλής, και κυρίως είναι αποτελεσματικός. Αυτός οδήγησε το 1999 τους Γάλλους οικολόγους στο 10%, προτού η αρχηγός του κόμματος Ντομινίκ Βουανέ του ζητήσει να επιστρέψει στις Βρυξέλλες. Τώρα, επικεφαλής της λίστας ΕυρώπηΟικολογία στην οποία συμμετέχουν Πράσινοι, αντίπαλοι της παγκοσμιοποίησης, πρώην μέλη της Γκρίνπις και λοιποί «εναλλακτικοί» (μεταξύ των οποίων και ο Ζοζέ Μποβέ), θέλει να ξεπεράσει αυτό το ποσοστό. Και μετά; «Μετά, ο καθένας θα γυρίσει σπίτι», σαρκάζει ο πρώην επικεφαλής των Πρασίνων Γιαν Βερλένγκ, που τώρα είναι μέλος του κεντρώου ΜoDem.
Ίσως αυτό με κάποιους να συμβεί. Αλλά ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ δεν θα γυρίσει σπίτι, αυτό είναι σίγουρο. Αεικίνητος στα 64 χρόνια του, μαχητικός, αισιόδοξος, δεν διστάζει να επαινέσει την ενεργητικότητα του Σαρκοζί, όπως και να ειρωνευτεί την υποψηφιότητα της πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Ρασίντα Ντατί για την Ευρωβουλή. Σε μια ομιλία του πριν από λίγες ημέρες στη Νίκαια, αφού μίλησε για το «όνειρο του Ρήνου» (την επανένωση της Γερμανίας) και το «όνειρο του Βοσπόρου» (την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση), αναφέρθηκε στο τρίτο του όνειρο: «Να δοθεί η ευκαιρία στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη να μπουν στην Ευρώπη. Εν τάξει, είναι τρελό, είναι εξωφρενικό, αλλά είναι όμορφο!».
Ο πρώην ηγέτης του Μάη του ΄68 μπορεί να γραφτεί στο Ληξιαρχείο της Γαλλίας, γιατί αυτή είναι η επιθυμία του γιου του, αλλά πολιτικές φιλοδοξίες στη χώρα αυτή δεν έχει. Αντίθετα, δεν θα τον πείραζε να τον κάνουν απεσταλμένο στη Μέση Ανατολή- και είναι βέβαιο ότι θα έκανε πολύ περισσότερα από τον Τόνι Μπλερ. Αλλά για να γίνει κάτι τέτοιο, πρέπει πρώτα να γίνει ουσιαστική συζήτηση για την Ευ ρώπη και τον ρόλο της. Και όπως σημειώνει ο ίδιος σε άρθρο του στη Λιμπερασιόν, τέτοια συζήτηση δεν γίνεται. Κανείς, εκτός από τους οικολόγους, δεν συζητά για τις θέσεις που πρέπει να υποστηρίξει η Ευρώπη στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης για τις κλιματικές αλλαγές. Κανείς δεν βάζει στο τραπέζι τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Κανείς δεν μιλά για πράσινη ανάπτυξη, που στην Αμερική βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής. Κανείς δεν προωθεί συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των εργαζομένων από την αναπόφευκτη μετάλλαξη του παραγωγικού μηχανισμού. Κανείς δεν διατυπώνει ιδέες για την αντιμετώπιση του φαινομένου της μετανάστευσης.
Πρόκειται για τη δεύτερη απαγωγή της Ευρώπης. Μόνο που οι σημερινοί απαγωγείς, ακόμη και μεταμφιεσμένοι, δεν μοιάζουν καθόλου με τον Δία.
Ένας επικίνδυνος κλόουν
«Αποφάσισα να ιδρύσω ένα κόμμα. Αν δεν το κάνω, θα με πνίξουν τα χρέη και θα καταλήξω στη φυλακή».
Αυτό είπε το καλοκαίρι του 1993 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι στον Ίντρο Μοντανέλλι, ιδρυτή και διευθυντή της εφημερίδας «Ιλ Τζορνάλε», ζητώντας του να μετατρέψει την εφημερίδα σε όργανο του υπό ίδρυση κόμματος, που θα ονομαζόταν Φόρτσα Ιτάλια. Ο Μοντανέλλι, μια από τις θρυλικές μορφές της ιταλικής δημοσιογραφίας, αρνήθηκε. Και λίγους μήνες αργότερα, κάτω από έντονες πιέσεις, αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Από τότε, και μέχρι τον θάνατό του το 2001, δεν σταμάτησε να καταγγέλλει τον μπερλουσκονισμό, ένα φαινόμενο που θεωρούσε πιο επικίνδυνο κι από τον ίδιο τον Μπερλουσκόνι, αφού οδηγεί τους Ιταλούς να συσπειρώνονται κάτω από το «μπαλκόνι» του Μεσσία. Ο Μοντανέλλι συνέκρινε συχνά τον Μπερλουσκόνι με τον Μουσολίνι, και του άρεσε να επικαλείται μια φράση του τελευταίου: «Πώς να μη γίνεις αφέντης σε μια χώρα υπηρετών;».
Ο μπερλουσκονισμός είναι λοιπόν ένας σύγχρονος φασισμός; Όχι, απαντά ο Μάρκο Μπελόκιο, που εμφανίζεται φέτος για έκτη φορά στις Κάννες με την ταινία Vincere. Ο φασισμός εξουδετέρωνε τους αντιπάλους του με τη βία και απαγόρευε την ελεύθερη έκφραση, λέει ο 69χρονος σκηνοθέτης στη Λιμπερασιόν. Σήμερα οι εκλογές είναι ελεύθερες, αλλά η ελευθερία αυτή υπόκειται σε όρους. Ο Μπερλουσκόνι εμφανίζεται ως ένας καλός πατερούλης. Διοικεί μια αυταρχική δημοκρατία και προσφέρει στους νέους μια και μοναδική κουλτούρα: την εμπορική τηλεόραση, μοντέλο Μπερλουσκόνι. Η μετριότητα κυριαρχεί παντού. Και η νεολαία δεν μπορεί να κάνει διάκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και σ΄ αυτό που βλέπει στην τηλεόραση. Μπορεί θεωρητικά να συμφωνεί με τις αξίες της ελευθερίας και της ανοχής, αλλά στην πράξη μιμείται αυτά που βλέπει στην τηλεόραση.
Αυτό που λείπει στην Ιταλία- έλεγε ο Τάκιτος- δεν είναι η ελευθερία, αλλά οι ελεύθεροι άνθρωποι. Λίγοι τολμούν σήμερα να τα βάλουν με τον Μπερλουσκόνι. Και συνήθως είναι άνθρωποι εγνωσμένου κύρους και προχωρημένης ηλικίας, που δεν φοβούνται τα αντίποινα. Όπως ο Μοντανέλλι. Ή άνθρωποι που δεν ζουν στην Ιταλία, άρα δεν μπορούν να έχουν άμεση ανάμειξη στα πολιτικά πράγματα. Για τον Λοράν Ζοφρέν, τον διευθυντή της Λιμπερασιόν , ο Μπερλουσκόνι θυμίζει όλο και περισσότερο τον Πούτιν. Ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης, θέλει να τα ελέγχει όλα, πνίγει κάθε κριτική, κάθε αντίθετη άποψη. Δεν είναι δικτάτορας, μοιάζει περισσότερο με έναν κωμικό τύραννο, που χρησιμοποιεί τα ευφυολογήματα και το γέλιο για να κάνει τον πληθυσμό να ξεχνά τη συγκέντρωση εξουσιών και την έλλειψη εντιμότητας. Είναι ένας επικίνδυνος κλόουν, κάτι σαν τον μυθικό βασιλιά Υμπύ, τη φιγούρα που δημιούργησε ο Αλφρέντ Ζαρύ στα τέλη του 19ου αιώνα.
Όπως είναι γνωστό, ο Ζαρύ πέθανε από υπερκατανάλωση κρασιού, αψεντιού και αιθέρα. Αλλά το δημιούργημά του φαίνεται ότι κέρδισε την αθανασία.
Σαν λαβωμένο αγρίμι
Αν τον δείτε κάπου να κυκλοφορεί, πείτε του ότι τον ψάχνουν για να του δώσουν κάτι.Αν και μάλλον δεν θα τον ενδιαφέρει.
Γρανάδα, Νότια Ισπανία, 8 Ιουνίου 2008. Απόγευμα Κυριακής. Ο Τζαμπιέρο Φιλαντζέρι κοιμάται σε ένα παγκάκι. Κατάγεται από το Ρέτζο ντι Καλάμπρια, είναι 28 ετών κι έχει ένα διάσημο επίθετο: ο Γκαετάνο Φιλαντζέρι ήταν ένας Ιταλός φιλόσοφος και νομικός που έζησε τον 18ο αιώνα στην αυλή του Φερδινάνδου Δ΄ των Βουρβόνων. Αλλά η ζωή τα έφερε αλλιώς γι΄ αυτόν. Είναι μόνος, άστεγος και απένταρος. Χωρίς όλα αυτά να τον εμποδίζουν να ταξιδεύει. Την ημέρα περπατάει και τη νύχτα κοιμάται κάτω από τα άστρα. Δεν ενοχλεί κανέναν. Αποτελεί όμως τον ιδανικό στόχο για κάποιους που έχουν παρέα, λεφτά, σπίτι και διεστραμμένα ένστικτα. Όπως τους οκτώ Ισπανούς εφήβους που του επιτέθηκαν εκείνο το απόγευμα. Χωρίς λόγο. Τον χλεύασαν, τον προσέβαλαν, τον κακοποίησαν και τον άφησαν αιμόφυρτο, με σπασμένα κόκαλα. Ένα κορίτσι από την ομάδα τραβούσε τη σκηνή με το κινητό της. Για να τη βλέπει τις επόμενες ημέρες με τις φίλες της και να γελάνε.
Όταν ο Τζαμπιέρο κατάφερε να σταθεί στα πόδια του- γράφει ο ανταποκριτής της Κοριέρε ντέλα Σέρα - έψαξε μια βρύση για να πλύνει τις πληγές του. Εκεί τον βρήκαν κάποιοι αστυνομικοί και τον πήγαν στο νοσοκομείο. Οι γιατροί καθάρισαν το πρόσωπό του, έβαλαν νάρθηκα στο σπασμένο του δάκτυλο και του είπαν πως θα χρειαστεί 90 ημέρες για να αναρρώσει. Αλλά μια μέρα τον έχασαν. Μόλις αισθάνθηκε ότι μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί, ο Τζαμπιέρο εξαφανίστηκε. Σαν λαβωμένο αγρίμι. Μπορεί να φοβόταν. Μπορεί να βαριόταν. Στο μεταξύ, οι νεαροί που του επιτέθηκαν συνελήφθησαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε πρόστιμο 3.000 ευρώ. Δεν είναι κανένα μεγάλο ποσό για τις οικογένειές τους: 375 ευρώ η καθεμιά, θα πληρώσουν και οι γονείς της κοπέλας με το κινητό, οι δικαστές δεν πίστεψαν ότι τραβούσε τη σκηνή για να τη δείξει στη συνέχεια στην αστυνομία. Για τον Τζαμπιέρο, όμως, είναι κάτι. Θα μπορούσε μ΄ αυτά τα χρήματα να περάσει μερικούς μήνες άνετα ή ακόμη και να αλλάξει ριζικά τη ζωή του. Μόνο που δεν μπορεί να τον βρει κανείς για να του τα δώσει.
Στη Γρανάδα δεν τον ξαναείδαν. Στον ξενώνα Luz Casanova, όπου ένας αναγνώστης μιας τοπικής εφημερίδας έγραψε ότι τον είχε δει, δεν κράτησαν τα στοιχεία του. Κάποιος τον περιέγραψε ως ψηλό, κοντοκουρεμένο, με εμφανείς ουλές, ένα τεράστιο σακίδιο και πέδιλα. Κάποιοι άλλοι τον αναγνώρισαν στο πρόσωπο ενός διανοητικά καθυστερημένου. Η αστυνομία τον ψάχνει, η δικαιοσύνη πρέπει να απονεμηθεί, αλλά εκείνος είναι άφαντος, προφανώς δεν διαβάζει εφημερίδες, ή μπορεί και να διαβάζει αλλά όλα αυτά να τον αφήνουν αδιάφορο, δεν θέλει φιλανθρωπίες, δεν θέλει φωτογραφίες, θέλει να συνεχίσει να σηκώνει μονάχος τον σταυρό του.
Ενέδρα στα προάστια
Για να μη νομίζουμε ότι αυτά συμβαίνουν μόνο στην Ελλαδίτσα. Ένα χωριό είναι ο πλανήτης, ο ένας αντιγράφει τις μεθόδους του άλλου.
Ήταν 2.30 το πρωί της περασμένης Κυριακής. Τέσσερις αστυνομικοί μετέφεραν με ένα ημιφορτηγό δύο κρατούμενους στο νοσοκομείο της Κουρνέβ, έξω από το Παρίσι, όταν δύο αυτοκίνητα τους έκλεισαν τον δρόμο. Από το ένα αυτοκίνητο βγήκε ένας μασκοφόρος και άνοιξε πυρ με το Καλάσνικοφ που κρατούσε. Οι αστυνομικοί απάντησαν και ο ένας από τους δύο κρατούμενους άρχισε να τρέχει με τα χέρια δεμένα στην πλάτη του. Δεν τραυματίστηκε κανείς. Οι δύο ένοπλοι κατάφεραν να διαφύγουν. Και ο δραπέτης συνελήφθη μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο μακρυά. Ποιος ήταν ο στόχος της επίθεσης; Να απελευθερωθούν οι κρατούμενοι; Και τότε γιατί οι ένοπλοι δεν προσπάθησαν να τους επιβιβάσουν στο αυτοκίνητο; Ο επίδοξος δραπέτης λέγεται Τζαμέλ Χ., είναι 23 ετών και είναι αρχηγός μιας σπείρας λαθρεμπόρων ναρκωτικών που δρα στην περιοχή. Μήπως λοιπόν επρόκειτο για ξεκαθάρισμα λογαριασμών; Η αστυνομία δεν αποκλείει τίποτα. Βεβαιώνει όμως πως πρώτη φορά σημειώνεται μια τέτοια επίθεση. «Απόπειρες δραπέτευσης έχουν γίνει πολλές, αλλά σαν κι αυτήν ποτέ», λέει ένας αστυνομικός στη Μοντ. «Στην Κουρνέβ αποφεύχθηκε σήμερα μια καταστροφή, τι θα συμβεί όμως την επόμενη φορά;» αναρωτιέται ένας συνδικαλιστής.
Τα προάστια του Παρισιού, η περίφημη banlieue, αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια μια εξαιρετικά εύφλεκτη ζώνη. Και παρά τα όσα έχει εξαγγείλει, ο πρόεδρος Σαρκοζί δεν έχει καταφέρει να επιβάλει την τάξη. Τα «σκουπίδια», όπως είχε αποκαλέσει το 2005 τους ταραξίες, εξακολουθούν να προκαλούν. Στις 14 Μαρτίου, μια ομάδα αστυνομικών είχε πέσει σε μια άλλη ενέδρα στο Λε Μιρό του προαστίου Ιβελίν. Είχαν πάει να βοηθήσουν τους πυροσβέστες να σβήσουν μια φωτιά, που όπως αποδείχθηκε ήταν παγίδα. Ξαφνικά, αστυνομικοί και πυροσβέστες βρέθηκαν περικυκλωμένοι από 40 νεαρούς που άρχισαν να τους πετούν πέτρες και κοκτέιλ μολότοφ. Δέκα αστυνομικοί τραυματίστηκαν, και χρειάστηκε να έλθει μια δύναμη 300 ανδρών υποστηριζόμενη από ένα ελικόπτερο για να επιβάλει την τάξη.
«Η βία στα προάστια έχει περάσει σε άλλο επίπεδο», παραπονιόταν τη Δευτέρα στην τηλεόραση ο αστυνομικός διοικητής του προαστίου SeineSaint-Denis. «Πώς περιμένουν να υπερασπιστούμε τους πολίτες σε αυτές τις συνθήκες;» συμπλήρωνε μια συνάδελφός του. Κάπου τα έχουμε ξανακούσει αυτά τελευταία. Γιατί μας εκπλήσσει όμως η παγκοσμιοποίηση της βίας; Ο γνωστός μας Ρομπέρτο Σαβιάνο, συγγραφέας του Γόμορρα, εξηγεί εδώ και χρόνια πώς οι Μαφίες έχουν απλώσει τα πλοκάμια τους παντού. Μια ολόκληρη πόλη της Ιταλίας, το Καστέλ Βολτούρνο, ελέγχεται από τη Μαφία της Νιγηρίας. Οι Τούρκοι μαφιόζοι δίνουν στους Ιταλούς και τους Ισπανούς όπλα με αντάλλαγμα κοκαΐνη. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις του 2004 στην Ισπανία χρηματοδοτήθηκαν εξ ολοκλήρου από το εμπόριο χασίς που πωλείται στην Ιταλία και τη Γαλλία. Δεν θα έχουν λοιπόν διεισδύσει οι Μαφίες και στα γαλλικά προάστια;
Ο σύγχρονος Αμαλήκ
Με την πολιτική ο Ομπάμα τα πηγαίνει καλά. Το πρόβλημα αρχίζει όταν σε μια κρίση παρεισφρέει ο παράγων της θρησκείας. Εκεί, το παιχνίδι είναι πλέον άνισο.
«Αμαλήκ» στα εβραϊκά σημαίνει «απειλή κατά της ύπαρξης». Σύμφωνα με την παράδοση, οι Αμαληκίτες ήταν μια νομαδική φυλή που ζούσε στην έρημο, νοτίως της Χαναάν, και επιτέθηκε στους Ισραηλίτες κατά την έξοδό τους από την Αίγυπτο. Όλοι οι μετέπειτα εχθροί των Εβραίων- ο Ναβουχοδονόσωρ, οι Σταυροφόροι, ο ιεροεξεταστής Τορκεμάδα, ο Χίτλερ, ο Στάλιναποτελούν, σύμφωνα με τους ραββίνους, ενσάρκωση του μοχθηρού πνεύματος του Αμαλήκ.
Όταν ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τζέφρυ Γκόλντμπεργκ ρώτησε πρόσφατα έναν από τους συμβούλους του Νετανυάχου για το πόσο σοβαρή θεωρεί ο Ισραηλινός πρωθυπουργός την απειλή του Ιράν, εκείνος έδωσε μια μονολεκτική απάντηση: «Αμαλήκ». Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος που κυβερνά σήμερα την ισχυρότερη χώρα της Μέσης Ανατολής πιστεύει ότι έχει απέναντί του ένα σύγχρονο σύμβολο του Κακού. Και ότι αποτελεί ιστορικό του χρέος να το εξαλείψει, ανεξαρτήτως του τι πιστεύουν οι σύμμαχοί του. Όσα επιχειρήματα κι αν του είπε χθες ο Ομπάμα για την ανάγκη μιας πολιτικής λύσης του ιρανικού προβλήματος, ο Νετανυάχου είχε στο μυαλό του τον Αμαλήκ. Σύμφωνα πάντα με τους συμβούλους του - που μπορεί βέβαια και να μπλοφάρουν - αν δεν σημειωθεί σημαντική πρόοδος στο θέμα αυτό μέχρι το τέλος του χρόνου, ο Νετανυάχου θα εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο επίθεσης εναντίον του Ιράν. Με τον τρόπο αυτό πιστεύει ότι θα στείλει το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα δύο με πέντε χρόνια πίσω.
Η θρησκευτική αυτή προσέγγιση του Νετανυάχου, γράφει ο Γκόλντμπεργκ στους Νιου Γιορκ Τάιμς, έχει άμεση σχέση με τις πεποιθήσεις του πατέρα του και με τον θάνατο ενός από τους αδελφούς του. Ενενήντα εννιά ετών σήμερα, ο Μπένζιον Νετανυάχου υποστηρίζει στο βιβλίο του «Η προέλευση της Ιεράς Εξέτασης στην Ισπανία του 15ου αιώνα» ότι το μίσος κατά των Εβραίων είναι διαχρονικό, έχει φυλετικό χαρακτήρα και δεν υπακούει στη λογική. Η μόνη δυνατή απάντηση σ΄ ένα τέτοιο συναίσθημα είναι η μαχητική αυτοάμυνα των Εβραίων. Αυτό έκανε και ο μεγαλύτερος από τους γιους του, ο Γιονατάν Νετανυάχου, όταν το 1976 ηγήθηκε της επίθεσης Ισραηλινών κομάντο στο αεροδρόμιο του Έντεμπε, στην Ουγκάντα, με στόχο την απελευθέρωση Ισραηλινών ομήρων. Η επιχείρηση στέφθηκε από επιτυχία, αλλά ο Γιονατάν σκοτώθηκε. Και τα μαθήματα που διδάχθηκε ο αδελφός του είναι δύο. Πρώτον, πρέπει να κτυπάς τους εχθρούς σου πριν σε κτυπήσουν αυτοί. Δεύτερον, ο Θεός διάλεξε τους Νετανυάχου για να πολεμήσουν τον αντισημιτισμό προτού οδηγήσει σε μια καινούργια γενοκτονία. Περιούσιος λαός, επίλεκτη οικογένεια, το ζήτημα ξεφεύγει από το πολιτικό του πλαίσιο. Εκτός του πλαισίου αυτού, όμως, κάθε δυνατή επιλογή είναι καταστροφική.
Το κόστος της αποτυχίας
Η Τουρκία απομακρύνεται διαρκώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και ο χρόνος για την επίλυση του Κυπριακού τελειώνει. Δύο αλληλένδετες εξελίξεις που μπορεί να έχουν πολύ αρνητικές επιπτώσεις.
O πρώτος οιωνός ήταν το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών στη Βόρεια Κύπρο. Κανονικά, οι εκλογές σε ένα ψευδοκράτος που δεν το αναγνωρίζει παρά η Άγκυρα δεν θα έπρεπε να ενδιαφέρουν κανέναν, να όμως που η νίκη ενός εθνικιστικού κόμματος το οποίο αντιτίθεται στην επανένωση του νησιού περιπλέκει τις διαπραγματεύσεις και ενισχύει τα άκρα. Η επικράτηση του κόμματος του Ντερβίς Έρογλου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κακή οικονομική κατάσταση της περιοχής, που είναι με τη σειρά της αποτέλεσμα της άρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιτρέψει την πρόσβαση των τουρκοκυπριακών προϊόντων στις αγορές της.
Ο δεύτερος οιωνός ήταν η απόφαση που έλαβε τον περασμένο μήνα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία τα δικαστήρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να επιβάλλουν τον σεβασμό των αποφάσεων που έχουν ληφθεί για τις περιουσίες των Ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα εδάφη. Με άλλα λόγια, οι Άγγλοι που αγόραζαν μέχρι τώρα φτηνά οικόπεδα στην κατεχόμενη Κύπρο για να κτίσουν τα εξοχικά τους μπορεί να χαρακτηριστούν από τη μια μέρα στην άλλη παράνομοι. «Είναι απίστευτο, πρόκειται για μεγάλο πλήγμα στις διαπραγματεύσεις», λέει στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, που δεν μπορεί να χωνέψει ότι τα δικαστήρια δεν εντάσσονται πάντα στους σχεδιασμούς των πολιτικών.
Ο Έρογλου δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα συνεχίσει να μοιράζει τίτλους που ανήκουν σε εκδιωχθέντες Ελληνοκυπρίους. Και απείλησε ότι αν υπάρξει βρετανικό δικαστήριο που θα ακολουθήσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, «ο λαός μας θα μας σπρώξει να αποχωρήσουμε από τις διαπραγματεύσεις». Η τουρκοκυπριακή ηγεσία παίζει με τη φωτιά. Και σε ορισμένες κινήσεις της δείχνει να εμπνέεται από το παράδειγμα του Ισραήλ. Υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις: οι Τουρκοκύπριοι δεν είναι αυτάρκεις, δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από εξωτερικούς παράγοντες. Είναι αλήθεια όμως ότι υπάρχουν και ομοιότητες. Η πιο προφανής είναι η περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου. Η πιο επικίνδυνη, και ταυτόχρονα η πιο αυτοκαταστροφική, είναι η αλαζονεία.
Το βέβαιο είναι ότι οι ελπίδες που είχαν δημιουργηθεί όταν άρχισαν οι συνομιλίες Χριστόφια- Ταλάτ εξανεμίζονται. Το χθεσινό πρωτοσέλιδο θέμα της εφημερίδας Πολίτης μιλούσε για «τα σενάρια της αποτυχίας». Στα Ηνωμένα Έθνη συζητούν ήδη για τις προοπτικές αποχώρησης των κυανοκράνων από το νησί, καθώς και για την έναρξη μιας διαδικασίας που θα διευκολύνει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας ανεξάρτητα από την έκβαση των απευθείας συνομιλιών. Όσο για την παρέμβαση του «ελληνικού παράγοντα», είναι για άλλη μια φορά καταλυτική: το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο ανακήρυξε μετά θάνατον επίτιμο διδάκτορα τον Τάσσο Παπαδόπουλο, αρχιτέκτονα του «Όχι» στο σχέδιο Αννάν...
Η «ορθή» ανάγνωση
«O σοσιαλισμός της Βενεζουέλας και το κόμμα που θα τον προωθήσει», γραμμένο από τον υπουργό Οικονομίας Αλί Ροντρίγκες και τον αντιπρόεδρο του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Αλμπέρτο Μίλερ Ρόχας. «Γιατί είμαι τσαβικός», με την υπογραφή του πρώην υπουργού Λαϊκής Εξουσίας για τον Πολιτισμό Φαρούκο Σέστο. «Χριστιανικές ιδέες και άλλες συμβολές στη σοσιαλιστική συζήτηση», μια ανθολογία με αποσπάσματα από ομιλίες του προέδρου Τσάβες για τη χριστιανική φύση του Ιησού. Αυτά είναι μερικά από τα βιβλία με τα οποία η κυβέρνηση της Βενεζουέλας έχει εφοδιάσει την τελευταία πενταετία το «ιδεολογικό τμήμα» των δημοσίων βιβλιοθηκών της χώρας. Και τώρα όλα είναι έτοιμα για να ξεκινήσει το Επαναστατικό Πρόγραμμα Ανάγνωσης, με τη βοήθεια του οποίου «θα ενισχυθούν οι αξίες που οδηγούν στην εδραίωση του νέου άνδρα και της νέας γυναίκας ως βάση για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής πατρίδας».
Η σκηνή παραπέμπει σε άλλες εποχές, σε άλλα καθεστώτα. Στο νέο κτίριο της Πινακοθήκης Εθνικής Τέχνης στο Καράκας είναι συγκεντρωμένη μια μεγάλη ομάδα παιδιών. Φορούν κόκκινες ποδιές, όπου είναι γραμμένη με μεγάλα άσπρα γράμματα η εξής φράση: «Ο πολιτισμός στην καρδιά μας/ σοσιαλιστική αποστολή». Ο πρόεδρος - καθοδηγητής μπαίνει στην αίθουσα. Σοβαρός, μεγαλοπρεπής, έχοντας επίγνωση της κρισιμότητας της στιγμής, απευθύνεται στα παιδιά και τους λέει: «Διάβασμα, διάβασμα, διάβασμα - ένα καθημερινό σύνθημα. Πρέπει να εμβολιάζουμε καθημερινά την αντεπανάσταση με μια δόση απελευθέρωσης μέσα από το διάβασμα. Το Επαναστατικό Πρόγραμμα Ανάγνωσης αποτελεί μια συλλογική πράξη για τη θεμελίωση του σοσιαλισμού».
Ο Έντγκαρ Πάες, εκπρόσωπος της Εθνικής Υπηρεσίας του Προγράμματος, το παραδέχεται: «Πρόκειται για ένα ιδεολογικό πρόγραμμα. Δεν είναι δυνατόν τα σχολικά βιβλία να συνεχίζουν να αποκαλούν “ανακάλυψη” την εισβολή της ισπανικής αυτοκρατορίας». Γι΄ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, την εφαρμογή του προγράμματος την έχουν αναλάβει οι Επαναστατικές Ομάδες Ανάγνωσης. Ο πραγματικός στόχος, βέβαια, δεν είναι η προώθηση της ανάγνωσης, αλλά της «ορθής» ανάγνωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, δεν θα επιβάλλονταν τόσοι ασφυκτικοί περιορισμοί στην εισαγωγή βιβλίων από τους ιδιωτικούς εκδοτικούς οίκους. Όπως εξηγεί στην Ελ Παΐς ο Βίκτορ Γκαρσία, εμπορικός διευθυντής της Random Ηouse Μondadori, για να αποσπάσουν οι εκδότες μια προνομιακή συναλλαγματική ισοτιμία (2,5 μπολίβαρ ανά δολάριο) που τους επιτρέπει να πληρώνουν τις εισαγωγές, πρέπει να υποβάλουν τον κατάλογο των τίτλων στο υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας. Το τελευταίο εγκρίνει την αίτηση μόνο στην περίπτωση που ντόπιοι συγγραφείς δεν εργάζονται πάνω σε αντίστοιχα θέματα. Αν οι εκδότες επιχειρήσουν να παρακάμψουν αυτούς τους κανόνες στρεφόμενοι στην παράλληλη αγορά, όπου η ισοτιμία είναι τρεις φορές μεγαλύτερη, κινδυνεύουν με πρόστιμα και φυλάκιση τριών έως επτά ετών.
Κάπως έτσι, η επανάσταση έγινε μονοπώλιο.
Απροσδόκητο ενδιαφέρον
Τι είναι καλύτερο για μια χώρα: να ανησυχούν όλοι για την οικονομία της και να λαμβάνουν μέτρα για την εξυγίανσή της ή να μη μιλά κανείς γι΄ αυτήν και να δηλητηριάζεται το κλίμα σιγά σιγά, μέχρι την τελική έκρηξη;
Τον περασμένο μήνα, στους διαδρόμους της συνόδου G20 που έγινε στο Λονδίνο, ακουγόταν με επίμονη ανησυχία μια λέξη: Ουγγαρία. Ο φόβος ήταν ότι η οικονομική και κοινωνική κρίση που περνούσε η χώρα θα οδηγούσε σε μια τραπεζική κατάρρευση που θα παρέσυρε μοιραία την υπόλοιπη Ευρώπη, και στη συνέχεια όλο τον κόσμο. Οι αυστριακές τράπεζες έχουν επενδύσει στην Κεντρική Ευρώπη ένα ποσό που ισοδυναμεί με το 70% του ΑΕΠ της χώρας. Και κάποιος είπε ότι η Μεγάλη Ύφεση του 1929 είχε σχέση με την κατάρρευση μιας αυστριακής τράπεζας.
Οι φόβοι αυτοί στη συνέχεια υποχώρησαν. Η έκβαση της ουγγρικής κρίσης- γράφει ο Γκίντεον Ράχμαν στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς - μοιάζει τώρα με μια μικρογραφία της παγκόσμιας κρίσης. Η ανεργία αυξάνεται και η κυβέρνηση απαντά περικόπτοντας τις δημόσιες δαπάνες και αυξάνοντας τους φόρους. Την περασμένη εβδομάδα, οι συντάξεις μειώθηκαν κατά 8%. Ο κόσμος είναι τόσο κουρασμένος που δεν βγαίνει στους δρόμους να διαμαρτυρηθεί, όπως έκανε το 2006 όταν ο τότε πρωθυπουργός παραδέχθηκε ότι έλεγε ψέματα πρωί, μεσημέρι, βράδυ για να κερδίσει τις εκλογές. Τη δυσαρέσκειά του την εκφράζει μ΄ έναν άλλο, σιωπηλό και πιο επικίνδυνο τρόπο: ενισχύοντας το ακροδεξιό κόμμα Jobbik, που αναμένεται να κερδίσει τουλάχιστον μία έδρα στις ευρωεκλογές και να παίξει στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις.
Το Jobbik στηρίζει την εκστρατεία του στα αισθήματα εναντίον των Τσιγγάνων, που αποτελούν το 5% με 10% του πληθυσμού. Έχει συγκροτήσει μια παραστρατιωτική πτέρυγα, την Ουγγρική Φρουρά, που τα μέλη της πραγματοποιούν συγκεντρώσεις σε διάφορες πόλεις φορώντας στολές με τα διακριτικά των προπολεμικών φασιστικών κομμάτων της χώρας. Πολλοί ανεξιχνίαστοι φόνοι Τσιγγάνων αποδίδονται σ΄ αυτή την οργάνωση. Αλλά η επικεφαλής της λίστας του κόμματος στις ευρωεκλογές έχει ένα τελείως διαφορετικό προφίλ. Η Κριστίνα Μορβάι είναι δικηγόρος, έχει γράψει βιβλία για τη βία εναντίον των γυναικών και έχει τιμηθεί από τον Ερυθρό Σταυρό για την εκστρατεία της με στόχο την ευαισθητοποίηση για το ΑΙDS.
Ενώ τα κόμματα της παραδοσιακής Δεξιάς και Αριστεράς ανταλλάσσουν χαρακτηρισμούς για «φασίστες» και «κομμουνιστές», οι πραγματικοί εξτρεμιστές του Jobbik κερδίζουν συνεχώς έδαφος. Δεν είναι βέβαια οι μόνοι ακροδεξιοί που αναμένεται να αποκομίσουν κέρδη στις ευρωεκλογές. Τουλάχιστον μία έδρα φιλοδοξεί να κερδίσει και το Βρετανικό Εθνικό Κόμμα, που διατηρεί στενούς δεσμούς με το Jobbik. Εκπλήξεις υπόσχεται επίσης ο Ολλανδός Γκέερτ Βίλντερς, που κατεβαίνει με σύνθημα «Κατά της Ευρωαραβίας, υπέρ της Ολλανδίας». Όπως σημειώνει ο αρθρογράφος των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, ίσως τελικά αυτές οι εκλογές να έχουν ένα απροσδόκητο ενδιαφέρον...
Ανασφάλεια
Μια ατάκα ξεχώρισε η στήλη από το Συμπόσιο για το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας. Οι ηγέτες της Ευρώπης, είπε ο πρώην ηγέτης των Ισπανών σοσιαλιστών Φελίπε Γκονθάλεθ, είναι σαν τους εξηντάρηδες: πιστεύουν ότι μπορούν να αναπληρώσουν το χαμένο σεξ-απίλ τους με το τσεκ-απίλ τους.
Κατά τα άλλα, δεν διακρίναμε κάποιες σοβαρές προτάσεις για να βγει η ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά από την κρίση της. Ευρωπαϊκό σύμφωνο κοινωνικής προόδου, πράσινη ανάπτυξη, κοινωνία της αλληλεγγύης, ενίσχυση της συμμετοχής και της πολυμορφίας, λόγια, λόγια, λόγια... Την ίδια ώρα, η Κεντροδεξιά δείχνει να διατηρεί τις δυνάμεις της, παρά την κρίση, παρά την αύξηση της ανεργίας, παρά την κατάρρευση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Οι πιο δημοφιλείς ηγέτες σήμερα στην Ευρώπη είναι η Μέρκελ και ο ...Μπερλουσκόνι. Οι δύο πιο προβεβλημένοι ηγέτες της Κεντροαριστεράς, ο Γκόρντον Μπράουν και ο Χοσέ Λουίς Θαπατέρο, αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες. Και η Σκανδιναβία έχει πάψει προ πολλού να είναι οχυρό της σοσιαλδημοκρατίας.
Εκτός από αδύναμοι, οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες είναι και διχασμένοι. «Μα είναι δυνατόν οι σοσιαλιστές της Ισπανίας και της Πορτογαλίας να υποστηρίζουν τον Μπαρόζο παρά την αντίθετη απόφαση των υπολοίπων ομοϊδεατών τους;» αναρωτήθηκε ο ιδρυτής της Ελ Παΐς Χουάν Λουίς Θεμπριάν, που συντόνισε μέρος της συζήτησης στο Μέγαρο. «Αμφιβάλλω για το κατά πόσον υπάρχει ένα ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα διαφορετικό από το ευρωπαϊκό συντηρητικό πρόγραμμα». Ορθώς αμφιβάλλει. Η ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά αναζητεί ουσιαστικά τρόπους να επανεφεύρει τον εαυτό της. Και λοξοκοιτάζει όλο και συχνότερα προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. «Οι οικογένειες της ευρωπαϊκής, βορειοαμερικανικής και νοτιοαμερικανικής Αριστεράς ενώνουν τις δυνάμεις τους για να εξασφαλίσουν ότι μια παγκόσμια ρύθμιση της οικονομίας δεν θα γίνεται πλέον εκ των υστέρων, για να διορθωθούν οι ζημιές, αλλά στη ρίζα», δηλώνει στη Μοντ ο Ολιβιέ Φεράν, πρόεδρος του Ιδρύματος Τerra Νova που πρόσκειται στο γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ιδιαίτερα δραστήριοι στη διεθνή σκηνή, οι Αμερικανοί Δημοκρατικοί δεν κρύβουν τον στόχο τους να αναλάβουν ηγετικό ρόλο μεταξύ των προοδευτικών. Ο Μπιλ Κλίντον διηύθυνε το πρόσφατο φόρουμ του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος στις Βρυξέλλες, ο πρώην πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος Χάουαρντ Ντιν επισκέφθηκε τους Γάλλους και Γερμανούς σοσιαλιστές.
Ας συμπυκνώσουμε σε μια λέξη- αφού δυσκολεύονται να το κάνουν οι σοσιαλιστές- το κυρίαρχο πρόβλημα των ημερών μας: ανασφάλεια. Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά της εποχής μας από τον Μάη του ΄68, με τον οποίο πολλοί αρέσκονται να τη συγκρίνουν. «Τότε, το πρόβλημα ήταν πώς να μοιράσουμε τον πλούτο με ένα διαφορετικό τρόπο. Τώρα η κατάσταση έχει αλλάξει», λέει ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ σε χθεσινές δηλώσεις του στο Ρόιτερ. «Τότε, δεν φοβόμασταν τίποτα. Λέγαμε: “Το μέλλον μάς ανήκει και θα το πάρουμε”. Σήμερα, ο κόσμος λέει: “Φοβόμαστε πως δεν έχουμε μέλλον”».
Σαν έρωτας που κράτησε καιρό
Πολλοί συγγραφείς διηγούνται σε βιβλία τους πώς μπήκε ο Θεός στη ζωή τους. Άλλοι εξηγούν γιατί είναι άθεοι. Είναι μάλλον σπάνιο, όμως, να περιγράφει ένας συγγραφέας πώς βρήκε και στη συνέχεια έχασε την πίστη του.
Στα 27 του χρόνια, ο Ουίλιαμ Λόμπντελ τα είχε ήδη κάνει θάλασσα με τη ζωή του. Είχε φύγει από την πρώτη του γυναίκα, χωρίς να τολμήσει να της ζητήσει διαζύγιο, είχε αφήσει κατά λάθος έγκυο μια δεύτερη και προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί κάθε λεπτό της ελευθερίας που του απέμενε μεθώντας κάθε βράδυ σε διαφορετικό μπαρ. Η δουλειά του σε ένα αμερικανικό περιοδικό, όπου έπρεπε να γράφει για το λάιφ-στάιλ διαφόρων επιχειρηματιών, τον άφηνε παντελώς αδιάφορο. Το πεπτικό του σύστημα τον ταλαιπωρούσε αφάνταστα. Έβγαλε και ακμή, που την είχε γλιτώσει όταν ήταν έφηβος. Κοιταζόταν κάθε πρωί στον καθρέφτη και έφριττε.
Ύστερα γεννήθηκε ο γιος του. Τον παρακολουθούσε να κοιμάται, του κρατούσε το χέρι κι αναρωτιόταν πότε επιτέλους θα ωριμάσει. Ένα βράδυ έτρωγε με έναν καλό του φίλο. Πρώην ιερέας, πανκ ροκ σταρ, επίδοξος αντάρτης και αντιπυρηνικός ακτιβιστής, ο Ουίλ Σουάιμ είχε ρίξει άγκυρα (κι αυτός!) στη δημοσιογραφία. «Πώς πάει, Μπίλυ;» «Χάλια». «Σου΄ ρχεται να αυτοκτονήσεις;» «Όχι, αν και θα ήταν μια λύση για πολλούς». «Ξέρω τι σου χρειάζεται: ο Θεός». «Ποιος Θεός; Έχω να πάω στην εκκλησία από τα 17». «Όλοι έχουμε μια τρύπα θεϊκού σχήματος στην ψυχή μας. Προσπαθούμε να τη γεμίσουμε με διάφορα πράγματα, ναρκωτικά, αλκοόλ, δουλειά, σεξ, μέχρι να πέσουμε πάνω στον Θεό. Κι εγώ σαν και σένα ήμουν, μέχρι που παρέδωσα τη ζωή μου στον Ύψιστο».
Ο δικός μας πείστηκε. Πρώτα πήγε σε μια τοπική εκκλησία της Καλιφόρνιας, ύστερα στους Πρεσβυτεριανούς και μετά στους Καθολικούς. Όλα πήγαιναν πλέον καλύτερα, νέοι φίλοι, ευτυχισμένος γάμος, έφυγε η ακμή, βρήκε και δουλειά ως θρησκευτικός συντάκτης στους Λος Άντζελες Τάιμς. Και τότε; Τότε, τι συνέβη και τον οδήγησε να γράψει αυτό το βιβλίο («Χάνοντας την πίστη μου», εκδ. Collins/ΗarperCollins) που εξυμνεί ο κριτικός των Νιου Γιορκ Τάιμς; Ο ένας λόγος ήταν ο τρόπος που αντιμετωπίστηκαν οι ιερείς που παρενοχλούσαν σεξουαλικά διάφορα παιδάκια: «Είδα πιστούς να τους προσφέρουν δουλειά ή να πληρώνουν την εγγύηση για να μην μπουν φυλακή». Ο άλλος ήταν αυτά που υφίσταντο οι λεγόμενοι «παραστρατημένοι», καθώς περνούσαν έξω από τις ενορίες: «Είδα Καθολικούς να τους βρίζουν, ακόμη και να τους φτύνουν». Οι τελετουργίες και οι παραδόσεις απλώς συγκάλυπταν τα σκάνδαλα.
Σήμερα, ο Λόμπντελ προτιμά να πιστεύει στους θεούς που λέγονται Τζέφερσον ή Αϊνστάιν. «Μου λείπει η πίστη, όπως θα μου έλειπε κάθε έρωτας που κράτησε καιρό», γράφει. «Αλλά μ΄ αρέσει η ζωή μου σ΄ αυτήν την ανεξερεύνητη όχθη. Είναι καινούργια, συναρπαστική και γεμάτη δυνατότητες».
Η τέχνη είναι σαν τη ζωή
"Στα περιοδικά μπορείς να γυρίσεις σελίδα. Στην τηλεόραση να αλλάξεις κανάλι. Στην πόλη δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής, κι αυτό δεν είναι σωστό». Τζόρνταν Σάιλερ
O Σάιλερ δεν έχει κλείσει ακόμη τα τριάντα. Φωτογράφος και ακτιβιστής, διατηρεί μια ιστοσελίδα που λέγεται Ρublic Αd Campaign (www. publicadcampaign. com) και αποσκοπεί στην εξαφάνιση των διαφημίσεων από τους δρόμους της Αμερικής. Μαζί με τον Ρosterboy, το νέο «τρομερό παιδί» της τέχνης του δρόμου, οργάνωσαν στις 25 Απριλίου ένα χάπενινγκ στη Νέα Υόρκη που είχε σπιρτάδα, φαντασία και μεγάλη αποτελεσματικότητα. Έλαβαν μέρος κάπου 80 ακτιβιστές. Δεν έλειψαν τα μεγάλα ονόματα: ο Τζι Λι είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Google Creative Lab, ο Τρίσταν Ίτον είναι ιδιοκτήτης των Τhunderborg Studios. Και δεν ήταν όλοι καλλιτέχνες: ανάμεσά τους ήταν ένας βιολόγος, ένας προγραμματιστής και μία υπάλληλος ενός καταστήματος ρούχων. Ο στόχος τους ήταν να διεκδικήσουν «έναν χώρο που είναι κορεσμένος με διαφημίσεις και στερείται άλλων μηνυμάτων, ιδεών και, γενικότερα, αισθητικών εναλλακτικών λύσεων». Κι έπρεπε να κάνουν γρήγορα, η αστυνομία δεν το είχε σε τίποτα να αρχίσει τις συλλήψεις.
Οι ακτιβιστές βγήκαν στους δρόμους μέρα μεσημέρι. Έβαψαν με λευκή μπογιά 120 διαφημιστικές πινακίδες και άρχισαν να ζωγραφίζουν πάνω τους τα έργα τους. Οι περισσότεροι τα είχαν έτοιμα, ώστε να μην καθυστερήσουν. Άλλοι ήταν πιο χαλαροί, όπως οι Καναδέζες Κάθριν Ουόκιμ και Έιμι Νόβακ που χρειάστηκαν δύο ώρες για να ολοκληρώσουν τις δικές τους παρεμβάσεις. Όπως θα έλεγαν αργότερα, πολλοί περαστικοί τις πλησίασαν για να τους πουν ότι τα έργα τους άρεσαν ή για να διατυπώσουν προτάσεις. Τελικά έγιναν μόνο τέσσερις συλλήψεις, κάτι που οφείλεται και στο ότι οι οργανωτές είχαν προβλέψει τα πάντα με την παραμικρή λεπτομέρεια. Ή στο ότι σε μια εποχή κρίσης σαν τη σημερινή, οι αρχές δεν θέλησαν να διακόψουν μια δημόσια, πρωτότυπη καλλιτεχνική δημιουργία.
Οι πινακίδες δεν επελέγησαν τυχαία. Ο Σάιλερ έχει ξεκινήσει εδώ και μήνες μια εκστρατεία εναντίον της εταιρείας ΝΡΑ Οutdoor, η οποία κατέχει εκατοντάδες διαφημιστικές πινακίδες σε όλη τη Νέα Υόρκη αλλά δεν πληρώνει στον δήμο ούτε ένα δολάριο για τις διαφημίσεις που τοποθετεί. Τη συμφέρει περισσότερο να πληρώνει τα πρόστιμα, παρά να σέβεται τα ποσοστά που της αντιστοιχούν. Και φυσικά δεν έπαθε καμιά σοβαρή ζημιά από την πρωτοβουλία των πολιτών: την επομένη, τα έργα τους ήταν καλυμμένα με διαφημίσεις του iΡod. «Ο προσωρινός χαρακτήρας της παρέμβασής μας δεν μας πειράζει» σχολιάζει ένας από τους ακτιβιστές, ο Ντικ Τσίκεν. «Το θέμα δεν είναι το ίδιο το προϊόν, αλλά η εμπειρία της στιγμής. Η τέχνη είναι σαν τη ζωή: η ουσία της είναι το εδώ και τώρα».
Πολίτες με πολλές ταυτότητες
Είναι ουσιαστικά προδιαγεγραμμένο: η αποχή στις ευρωεκλογές θα είναι μεγάλη και όλοι θα πουν ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται μακριά από τα ενδιαφέροντα των πολιτών».
Και σε έναν βαθμό θα είναι αλήθεια. Η Ένωση εξακολουθεί να είναι ένας οργανισμός αρτηριοσκληρωτικός, δύσκαμπτος, αναποτελεσματικός και κάθε άλλο παρά ελκυστικός για τον μέσο πολίτη. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Επιτροπής, ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, δεν είναι απλώς άχρωμος και ατάλαντος, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει εμποδίσει τη λήψη αποφάσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν την Ευρώπη σε έναν άλλον δρόμο- είναι απορίας άξιον ότι μεταξύ εκείνων που υποστηρίζουν την επανεκλογή του περιλαμβάνονται και σοσιαλδημοκράτες σαν τον Χοσέ Λουίς Θαπατέρο. Οι «γραφειοκράτες των Βρυξελλών» αποτελούν μια θλιβερή πραγματικότητα, όσο κι αν οι εθνικές κυβερνήσεις τους χρησιμοποιούν συχνά ως άλλοθι για να κρύψουν τις δικές τους αδυναμίες.
Στην πραγματικότητα, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να βρίσκεται μακριά από τα ενδιαφέροντά μας γιατί η καθημερινότητά μας είναι άμεσα συνδεδεμένη μ΄ αυτήν. Τα εσωτερικά σύνορα έχουν καταργηθεί, το νόμισμα είναι κοινό και περισσότερες από τις μισές αποφάσεις που αφορούν την καθημερινή μας ζωή δεν λαμβάνονται σε εθνικό, αλλά σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όπως γράφει η Μπάρμπαρα Σπινέλλι στη Στάμπα, είμαστε ήδη πολίτες με πολλές ταυτότητες, όχι από ιδεολογία, αλλά επειδή κινούμαστε σε μια διπλή ή τριπλή πραγματικότητα (εθνική και κοσμοπολίτικη-ευρωπαϊκή). Όπως λοιπόν οι χώρες χρειάζονται ισχυρές και σταθερές κυβερνήσεις που να προστατεύουν τους πολίτες τους και να λογοδοτούν σ΄ αυτούς, το ίδιο συμβαίνει και με την Ευρώπη.
Απορρίπτοντας την ιδέα μιας «πολυεθνικής Ιταλίας», ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι υπεραμύνθηκε προχθές της νέας πολιτικής της κυβέρνησής του απέναντι στους λαθρομετανάστες: ανακόπτονται στη θάλασσα και στέλνονται πίσω στη Λιβύη, χωρίς να τους δίνεται η δυνατότητα να ζητήσουν άσυλο. Η μέθοδος αυτή, που εφαρμόστηκε δύο φορές την περασμένη εβδομάδα, παραβιάζει τόσο το κοινοτικό δίκαιο όσο και τις Συνθήκες της Γενεύης. Το Βατικανό και ορισμένες ανθρωπιστικές οργανώσεις διαμαρτυρήθηκαν, αλλά δεν έχουν τη δύναμη να επιβάλουν κυρώσεις. Μόνο οι Βρυξέλλες θα μπορούσαν να το κάνουν - αν είχαν πολιτική βούληση, σοβαρότητα και αξιοπιστία. Μια τέτοια απαίτηση, γράφει η Σπινέλλι, μόνο ο Ευρωπαίος πολίτης μπορεί να την προβάλει, εφόσον αποφασίσει να δράσει με κοσμοπολίτικο τρόπο. Και αυτό σημαίνει όχι μόνο να προσέλθει στις κάλπες στις 7 Ιουνίου, αλλά και να ψηφίσει κόμματα και υποψηφίους που θέλουν περισσότερη, όχι λιγότερη Ευρώπη. Να συμβάλει έτσι με την ψήφο του σε μια δεύτερη νίκη της κοσμικότητας. Η πρώτη ήταν ο διαχωρισμός της πολιτικής από τη θρησκεία. Η δεύτερη θα είναι ο διαχωρισμός του έθνους από το κράτος. Μια νίκη εξίσου αποφασιστικής σημασίας με την πτώση του τείχους του Βερολίνου.
Της απήγγειλε ένα ποίημα
O Παλαιοκώστας της Γαλλίας λέγεται Μισέλ Βοζούρ. Είναι ένας σκληρός τύπος που δεν μιλάει πολύ. Πενήντα οκτώ ετών σήμερα, έχει περάσει τα 27 από αυτά στη φυλακή, τα περισσότερα σε απόλυτη απομόνωση. Αυτό δεν τον εμπόδισε να δραπετεύσει πέντε φορές. Την πρώτη, από μια αφύλακτη πόρτα. Τη δεύτερη, πριονίζοντας τα κάγκελα του κελιού του. Την τρίτη, με ένα κλειδί που κατασκεύασε ο ίδιος χρησιμοποιώντας για το καλούπι το κόκκινο κερί από τα τυράκια Βabybel που του έδιναν στο γεύμα. Την τέταρτη, όταν συνέλαβε ως όμηρο έναν δικαστή με τη βοήθεια ενός ψεύτικου πιστολιού που το είχε φτιάξει από σαπούνι και βερνίκι παπουτσιών. Κάθε φορά τον έπιαναν και τον έβαζαν σε πιο αυστηρή απομόνωση, όπου δεν μπορούσε να μιλήσει σε κανέναν. Αυτό που τον έσωσε από την τρέλα ήταν ένα βιβλιαράκι εκμάθησης γιόγκα. Και η ενασχόλησή του με το σκάκι. «Χάρις στην πνευματική μου πειθαρχία», λέει στον δημοσιογράφο τηςΕλ Παΐς, «ανέλυα κάθε πιθανότητα απόδρασης. Την πέρναγα στο μυαλό μου εκατομμύρια φορές, ώστε μόλις μου παρουσιαζόταν η ευκαιρία να την εκμεταλλευτώ».
Αυτό ακριβώς έκανε τον Μάιο του 1986. Η τότε σύντροφός του, η Ναντίν, αφού παρακολούθησε για μερικούς μήνες μαθήματα πιλότου, νοίκιασε ένα ελικόπτερο και προσγειώθηκε ένα κυριακάτικο πρωινό στη στέγη των φυλακών La Sante, στο κέντρο του Παρισιού. Στον Μισέλ και έναν συγκρατούμενό του, που την περίμεναν, έριξε μια τσάντα που περιείχε ένα όπλο κι ένα σκοινί δεμένο σ΄ ένα γάντζο. Μπροστά στα μάτια των φρουρών, που δεν τολμούσαν να πυροβολήσουν για να μη συντριβεί το ελικόπτερο, και των συγκρατουμένων τους, που τους αποθέωναν, ο Μισέλ και ο Πιερ κατάφεραν να φτάσουν στη στέγη παρά τις αναταράξεις. Ο Μισέλ πήδηξε στο ελικόπτερο, αλλά ο Πιερ έμεινε πίσω. Από φόβο; Επειδή το ελικόπτερο ξαφνικά ανέβηκε λίγα μέτρα; Κανείς δεν ξέρει. «Δεν φοβήθηκες;» «Ίσα-ίσα. Ήταν μια από τις ωραιότερες στιγμές της ζωής μου». «Τι ήταν το πρώτο πράγμα που έκανες;» «Έβαλα ακουστικά για να με ακούει η γυναίκα μου και της απήγγειλα ένα ποίημα». «Τι ποίημα;» «Με δουλεύεις τώρα; Πού να θυμάμαι;».
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου τον έπιασαν ξανά, ύστερα από μια συμπλοκή με αστυνομικούς που παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή. Αποφάσισε να μην ξαναδραπετεύσει. Το 2003 αποφυλακίστηκε λόγω καλής διαγωγής. Έγραψε ένα βιβλίο και υποδύθηκε τον εαυτό του σε μια ταινία που άρχισε να προβάλλεται τον περασμένο μήνα. «Δεν νομίζω πως σπατάλησα τη ζωή μου. Δεν σκέπτομαι ποτέ το παρελθόν. Έχω μάθει να ζω στο παρόν». Θα συμβούλευε έναν κρατούμενο να δραπετεύσει; «Είναι ιδιωτικό ζήτημα. Κανείς δεν μπορεί να ανακατευτεί».
Το μέλλον των «δεινοσαύρων»
Η είδηση είχε γίνει γνωστή λίγες μόλις ώρες νωρίτερα: οι δημοσιογράφοι τηςΝιου Γιορκ Τάιμςδέχθηκαν μείωση του μισθού τους κατά 5%, με αντάλλαγμα 10 επιπλέον ημέρες πληρωμένης αδείας.
O διευθυντής της διαδικτυακής έκδοσης της εφημερίδας Τζιμ Ρόμπερτς, που έλαβε μέρος προχθές το βράδυ σε συζήτηση για το μέλλον του Τύπου στο πλαίσιο του προγράμματος Μegaron Ρlus, δεν σχολίασε αυτή την είδηση. Η παρέμβασή του ήταν πιο φιλόδοξη: «Μπορεί η ψηφιακή δημοσιογραφία να σώσει τη Νιου Γιορκ Τάιμς;» Η διαρκής ενημέρωση της ιστοσελίδας, οι παραπομπές σε ανταγωνιστικά σάιτ και μπλογκ, ο διάλογος με τους αναγνώστες και η ενθάρρυνσή τους να λάβουν μέρος στην παραγωγή των ειδήσεων, η αξιοποίηση των ηλεκτρονικών αναγνωστών όπως το Κindle, θα βοηθήσουν τον Τύπο να σταθεί όρθιος μέσα στην κρίση; Ή οι εφημερίδες είναι καταδικασμένες αργά ή γρήγορα να κλείσουν, οι «δεινόσαυροι» που τις βγάζουν να πάνε σπίτι τους και η ενημέρωση να λάβει άλλες μορφές, πιο σύγχρονες, πιο φτηνές, πιο ανώδυνες;
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος δεν έδωσε απάντηση. Ούτε η Βρετανή συνάδελφός του Τζορτζίνα Χένρι, που αφού εργάστηκε για 17 χρόνια στην έντυπη Γκάρντιανανέλαβε το 2006 διευθύντρια της διαδικτυακής υπηρεσίας Comment is Free. Το πείραμα έχει πετύχει, οι αναγνώστες στέλνουν εκατοντάδες σχόλια κάθε μέρα, ο διάλογος είναι ζωντανός και γόνιμος. Δεν λείπουν βέβαια τα προβλήματα: όταν στην ιστοσελίδα «ανέβηκε» ένα άρθρο του Τόνι Μπλερ για την Αφρική έγινε χαμός, εννιά στα δέκα σχόλια έπρεπε να διαγραφούν και οι υπεύθυνοι να ανοιγοκλείνουν συνεχώς την πρόσβαση στο σάιτ. Πού βρίσκονται τα όρια; Πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ο διάλογος; Πόσο έτοιμοι είναι οι δημοσιογράφοι να αναμετρηθούν με την ηλεκτρονική δημοκρατία;
«Το δίδαγμα που έχουμε αποκομίσει είναι ότι η αλληλεπίδραση με τους αναγνώστες αποτελεί μέρος της δουλειάς μας» τόνισε η κ. Χένρι. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι δημοσιογράφοι ήταν απόλυτοι άρχοντες, τώρα πρέπει να μοιραστούν την εξουσία τους με την κοινότητα στην οποία απευθύνονται. Από αυτή την κοινότητα, άλλωστε, εξαρτάται πλέον η ίδια η επιβίωσή τους- η επιβίωσή μας. Πώς θα πείσουμε τους αναγνώστες, και ιδιαίτερα τους νέους, ότι το προϊόν που παράγουμε αξίζει το αντίτιμο που τους ζητάμε να πληρώσουν; Πώς θα τους αποδείξουμε ότι το παιχνίδι δεν είναι «στημένο» και ότι θα γίνει ακόμη πιο ενδιαφέρον αν συμμετάσχουν κι εκείνοι σ΄ αυτό; Εξηγώντας την προσαρμογή τηςΕλ Παΐςστη νέα εποχή, η διευθύντρια της διαδικτυακής έκδοσης της εφημερίδας Λίδια Αγκίρε μίλησε για τη μετάβαση από την «παλιά εφημερίδα» με τους 800 εργαζομένους (όλους στο χαρτί) στη «νέα επιχείρηση ειδήσεων» με τους 500 εργαζομένους (το 15% των οποίων είναι ψηφιακοί). Δεν ήταν τόσο η διαφορά του 800 με το 500, το πιάσαμε όλοι το υπονοούμενο. Αλλά ο τρόπος που η συνάδελφος είχε διαγράψει το paper από το newspaper μάς έπεσε κάπως βαρύς, τουλάχιστον σ΄ εμάς, τους «δεινοσαύρους»...
Αίσθηση αδυναμίας
Τόσο δυνατός είναι εν τέλει αυτός ο πρώην ταχυδρομικός υπάλληλος; Όλα τα ελέγχει, επιχειρήσεις, πανεπιστήμια, ακόμη και τις φυλακές; Μήπως έχουμε μπροστά μας τον αυριανό πρωθυπουργό;
«Υπάρχει στην Continental μια μικρή, πολύ μικρή μειοψηφία που κάνει τα πράγματα πολύ δύσκολα»: αυτό δήλωνε στις 22 Απριλίου ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Φιγιόν, αναφερόμενος στις δυναμικές κινητοποιήσεις που σημειώνονται τον τελευταίο καιρό στο εργοστάσιο ελαστικών. Στο μυαλό του είχε προφανώς τον πρωτεργάτη των κινητοποιήσεων Ρολάν Σπιρκό, που έχει λάβει τις αποστάσεις του από τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και τα συνδικάτα και θυμίζει σε πολλούς τον Λεχ Βαλέσα την εποχή των μεγάλων διαδηλώσεων στο Γκντανσκ. Μεγάλη είναι η επιρροή της άκρας Αριστεράς και στις άλλες δύο εργατικές συγκρούσεις αυτών των ημερών, στην Τoyota και στην Caterpillar, καθώς και στις καταλήψεις πολλών πανεπιστημίων. Να σημαίνει όμως άραγε αυτό ότι οι εργάτες και οι φοιτητές καθοδηγούνται από τους «τροτσκιστές»;
Όσο πλησιάζουν οι ευρωεκλογές, και ταυτόχρονα οξύνεται η οικονομική κρίση, τόσο η «μη συμβατική» Αριστερά της Γαλλίας βλέπει τη δύναμή της να αυξάνεται: σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα του πρώην ταχυδρομικού υπαλλήλου Ολιβιέ Μπεζανσενό θα λάβει πάνω από 7%. Ο ίδιος ο 34χρονος Μπεζανσενό θεωρείται για το 62% των Γάλλων ο πιο ριζοσπαστικός αντίπαλος του Νικολά Σαρκοζί. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συχνά ανορθόδοξες μεθόδους που προπαγανδίζει ο ίδιος και το κόμμα του για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στις απολύσεις και τις προκλητικές κοινωνικές ανισότητες. Η απαγωγή διευθυντών επιχειρήσεων, για παράδειγμα, έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα δημοφιλής στη γαλλική κοινή γνώμη. Και κάνει άλλους να ζηλεύουν. «Όταν οι Γάλλοι εργαζόμενοι οργίζονται, απάγουν τα αφεντικά τους», δήλωσε ο ηγέτης της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke) Όσκαρ Λαφοντέν, που είδε τα ποσοστά τoυ κόμματός του να πέφτουν κάτω από το 10% για πρώτη φορά την τελευταία διετία. «Θα ήθελα να γίνει το ίδιο κι εδώ, και να συνειδητοποιήσουν όλοι ότι ο κόσμος φοβάται για το μέλλον του».
Στην πραγματικότητα, αυτός ο φόβος και η αίσθηση αδυναμίας είναι που σπρώχνουν ένα μέρος των πολιτών προς τα άκρα (άλλοτε ήταν η άκρα Δεξιά, σήμερα είναι η άκρα Αριστερά). «Η κατηγορία περί καθοδήγησης των κοινωνικών κινημάτων από μια μειοψηφία είναι ένα παλιό εργαλείο της Δεξιάς και μερικές φορές της μετριοπαθούς Αριστεράς», λέει στηΛιμπερασιόνο ιστορικός Κριστόφ Μπουρσεγιέ. «Ένας τέτοιος ισχυρισμός ακούγεται όμως γελοίος μπροστά στην έκταση αυτής της κρίσης και των ανησυχιών που προκαλεί». Σύμφωνα με μελέτη που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, ένας στους πέντε νέους ηλικίας 18-24 ετών ζούσε το 2006, δηλαδή πριν ξεσπάσει η κρίση, κάτω από το όριο της φτώχειας. Έκτοτε η κατάσταση έχει ασφαλώς επιδεινωθεί. Και οι φτωχοί νέοι έχουν ακόμη περισσότερο ριζοσπαστικοποιηθεί.
Φαύλος κύκλος
«Σε ένα κοσμικό κράτος, είναι δικαίωμα κάθε πολίτη να ασκεί κριτική στη θρησκεία». Νεντίμ Γκιουρσέλ.
Οι εχθροί της Τουρκίας, όπως κι εκείνοι που αντιτίθενται στην ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αισθάνονται ασφαλώς δικαιωμένοι. Από τη μια πλευρά, μασκοφόροι εισβάλλουν σε γαμήλιο πάρτι σε ένα χωριό της Νοτιοανατολικής Τουρκίας και σκοτώνουν 47 ανθρώπους επειδή δεν συμφωνούσαν με τον γάμο. Δεκάδες άνθρωποι πέφτουν κάθε χρόνο θύματα βεντέτας ή εγκλημάτων τιμής σε αγροτικές περιοχές της χώρας αυτής, μας πληροφορεί το πρακτορείο Ρόιτερ. Από την άλλη, ένας γνωστός συγγραφέας δικάζεται επειδή κάποιοι φανατικοί ισλαμιστές θεωρούν ότι με το τελευταίο του βιβλίο «προσβάλλει τις θρησκευτικές αξίες ενός μέρους του πληθυσμού». Μετά τον Ορχάν Παμούκ και άλλους, λιγότερο γνωστούς, διανοούμενους, ήλθε η σειρά του Νεντίμ Γκιουρσέλ να κληθεί σε απολογία επειδή οι απόψεις του δεν είναι αρεστές σε κάποιους συμπατριώτες του.
Ο 58χρονος Γκιουρσέλ δεν παρέστη χθες στο δικαστήριο, καθώς λαμβάνει μέρος σε ένα συνέδριο που οργανώνει στη Λίλλη η γραμματέας του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Μαρτίν Ομπρί. Έτσι κι αλλιώς, βέβαια, δεν ήταν διατεθειμένος να παραστεί, αφού οι δικηγόροι του φοβόντουσαν ότι μπορεί να γίνονταν έκτροπα στην έξοδο του δικαστηρίου. «Ας ελπίσουμε ότι μετά την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μια δίκη σαν τη δική μου θα είναι αδύνατη», τόνισε. Αυτό είναι βέβαιο. Μια χώρα που ανήκει στην ευρωπαϊκή οικογένεια δεν μπορεί να δικάζει έναν πολίτη για «εγκλήματα γνώμης». Μόνο που η Τουρκία, για διάφορους λόγους, δεν πρόκειται να γίνει ποτέ δεκτή στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Κι έτσι οι σκανδαλώδεις παραβιάσεις των πλέον στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα συνεχιστούν. Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίο βγαίνουν κερδισμένα τα πιο συντηρητικά και οπισθοδρομικά στοιχεία της χώρας.
Ο Γκιουρσέλ πιθανότατα θα αθωωθεί - κι ας προβλέπει το άρθρο 216 του τουρκικού ποινικού κώδικα φυλάκιση έξι μηνών έως τριών ετών για το «αδίκημά» του. Στην Τουρκία έχουν ήδη πουληθεί κάπου 30.000 αντίτυπα του βιβλίου του «Οι Κόρες του Αλλάχ», και τυχόν καταδίκη του θα έπρεπε να συνοδευτεί από τη δημόσια πυρπόληση αυτών των αντιτύπων- κάτι που ακόμη και οι πιο φανατικοί μάλλον δεν θα επιθυμούσαν. Πολλοί Ευρωπαίοι συγγραφείς πήραν το μέρος του. Ανάμεσά τους, ο Ταχάρ Μπεν Τζελούν, ο Εντγκάρ Μορέν, ο Αντόνιο Ταμπούκι, ο Τζβετάν Τοντόροφ, ο Τζον Μπέργκερ, ο Μαρκ Λεβί. «Έχω τουρκικές ρίζες», γράφει σε ανοιχτή του επιστολή προς το τουρκικό δικαστήριο ο τελευταίος, υπενθυμίζοντας ότι ο παππούς του ήταν ο αρχιτέκτονας του περίφημου ανελκυστήρα της Σμύρνης. «Και αναρωτιέμαι αν το δικαστήριό σας προτίθεται να ανοίξει τις πόρτες του σ΄ εκείνους που καταστρέφουν τις αληθινές ισλαμικές αξίες διαστρεβλώνοντας τα λόγια του προφήτη Μωάμεθ με το κάψιμο σχολείων, την παρεμπόδιση της εκπαίδευσης των γυναικών και τη σφαγή αμάχων πολιτών».
Με όπλο την αριθμητική
Ας το σκεφτούμε λίγο: η ενέργεια που γλιτώνουμε όταν βγάζουμε από την πρίζα τον φορτιστή του κινητού μας είναι ακριβώς η ίδια με την ενέργεια που καταναλώνουμε όταν οδηγούμε ένα μέσο αυτοκίνητο για ένα δευτερόλεπτο.
Στο βιβλίο του "Μείναμε από Καύσιμα", ο φυσικός του Πανεπιστημίου του Καλτέκ Ντέιβιντ Γκούντσταϊν περιγράφει την ενεργειακή κρίση που θα προκαλέσει το Τέλος της Εποχής του Πετρελαίου. Η κρίση, προβλέπει, θα έρθει σύντομα, πολύ σύντομα, ίσως και το 2015. Ακόμη κι αν στραφούμε όλοι σήμερα στην πυρηνική ενέργεια, απλώς θα καθυστερήσουμε το κακό. Σε είκοσι χρόνια, καθώς τα αποθέματα ουρανίου θα εξαντλούνται, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μια πυρηνική κρίση.
Σ΄ ένα άλλο βιβλίο, που τιτλοφορείται "Ο Σκεπτικιστής Οικολόγος", ο Μπγερν Λόμποργκ υποστηρίζει την ακριβώς αντίθετη άποψη. «Όλα πάνε καλύτερα» γράφει ο Δανός καθηγητής. «Δεν αντιμετωπίζουμε μια μεγάλη ενεργειακή κρίση, υπάρχει άφθονη ενέργεια».
Πώς είναι δυνατόν δύο ευφυείς επιστήμονες να φτάνουν σε τόσο διαφορετικά συμπεράσματα; Προσπαθώντας να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα, και απογοητευμένος από το επίπεδο της συζήτησης γύρω από την ενέργεια, ο Βρετανός καθηγητής Φυσικής στο Κέμπριτζ Ντέιβιντ ΜακΚέι άρχισε πριν από τέσσερα χρόνια να καταγράφει στον ελεύθερο χρόνο του κάποιες σκέψεις. Οι σκέψεις αυτές πρωτοκυκλοφόρησαν στο Ιnternet το περασμένο καλοκαίρι με τον τίτλο Sustainable Εnergy (Βιώσιμη Ενέργεια). Στη συνέχεια, βάζοντας 15.000 ευρώ από την τσέπη του, ο συγγραφέας εξέδωσε το βιβλίο του με τη βοήθεια ενός μικρού εκδότη του Κέμπριτζ. Και τον περασμένο μήνα, χάρις σε εξυμνητικές κριτικές που δημοσίευσαν ο Εκόνομιστ και το γνωστό μπλογκ Βoing-Βoing, το βιβλίο εκτοξεύτηκε στην κορυφή των μπεστ σέλερ. Και ο ΜακΚέι δεν προλαβαίνει να δίνει συνεντεύξεις.
Όπως σημειώνει η Γκάρντιαν, το μεγάλο ατού του βιβλίου είναι ότι εκφράζει όλες τις μορφές παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας με την ίδια μονάδα: κιλοβατώρες την ημέρα (kWh/d). Για παράδειγμα, ένας λαμπτήρας των 40 βατ που μένει συνεχώς αναμμένος χρησιμοποιεί μια κιλοβατώρα την ημέρα. Η οδήγηση ενός μέσου αυτοκινήτου για 50 χιλιόμετρα κάθε μέρα καταναλώνει 40 κιλοβατώρες την ημέρα. Με άλλα λόγια, ισοδυναμεί με το να αφήνουμε διαρκώς αναμμένους 40 λαμπτήρες. Η σύγκριση αυτή μας βοηθά να καταλάβουμε ότι το σημαντικό δεν είναι να θυμόμαστε να βγάζουμε από την πρίζα τον φορτιστή του κινητού μας, αλλά να επεξεργαστούμε σοβαρά και βιώσιμα προγράμματα ανανεώσιμης ενέργειας.
Ο ΜακΚέι δεν τάσσεται υπέρ της μιας ή της άλλης μορφής ενέργειας. Το όπλο του είναι η αριθμητική. Αν θέλουμε να διατηρήσουμε τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής μας- σημειώνει- πρέπει να καλύψουμε μια περιοχή σαν την Ουαλλία (ή την Πελοπόννησο) με ανεμογεννήτριες, να κατασκευάσουμε 100 πυρηνικά εργοστάσια και να κτίσουμε τεράστια ηλιακά πάρκα στη Σαχάρα. Ας τα γνωρίζουμε αυτά τα στοιχεία προτού λαμβάνουμε αποφάσεις.
Οι εχθροί του Ισραήλ
Από την Ελλάδα, πάντως, ο Άβιγκντορ Λίμπερμαν δεν θα περάσει. Η ισραηλινή πρεσβεία πρέπει να είναι πολύ ευχαριστημένη, θα είχε μπελάδες.
«Ένας πραγματικός φιλελεύθερος πρέπει να υποστηρίζει το Ισραήλ»: αυτή είναι η βασική θέση του Αμερικανού δικηγόρου Άλαν Ντέρσοβιτς, που διδάσκει στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ, έχει γράψει πάνω από 30 βιβλία και έχει υπερασπιστεί στην πολυετή καριέρα του πλούσιους και διάσημους (όπως η Πατρίτσια Χιρστ, ο Μάικ Τάισον και ο Ο. Τζ. Σίμσον), αλλά και φτωχούς κι ανώνυμους (από τους οποίους δεν παίρνει δεκάρα). Ο 72χρονος Ντέρσοβιτς, που επισκέπτεται αυτές τις ημέρες τη Ρώμη με αφορμή την έκδοση στα ιταλικά του βιβλίου τουΗ Δίκη των εχθρών του Ισραήλ, έχει φτιάξει μια «μαύρη λίστα» στην οποία περιλαμβάνονται άνθρωποι σαν τον Τζίμι Κάρτερ, τον Χάρολντ Πίντερ, τον Ζοζέ Σαραμάγκου και τον Νόαμ Τσόμσκι. «Δεν χρειάζεται να είναι κανείς δεξιός για να αγαπά το Ισραήλ», λέει στηνΚοριέρε ντέλα Σέρα. «Ο Ομπάμα, η Χίλαρι, ο Τεντ Κέννεντυ κι εγώ είμαστε και φιλελεύθεροι και φιλοϊσραηλινοί. Το ίδιο και η υπόλοιπη μετριοπαθής αμερικανική Αριστερά».
Η τοποθέτηση του Ντέρσοβιτς είναι περίεργη. Αποτελεί ασφαλώς χρέος κάθε φιλελεύθερου να υπερασπίζεται τους εβραίους από τις αντισημιτικές επιθέσεις, όπως και να καταγγέλλει όποιον αμφισβητεί με οποιονδήποτε τρόπο το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ. Από εκεί και πέρα, όμως, η κριτική προς το Ισραήλ- δηλαδή τις επιλογές της πολιτικής και στρατιωτικής του ηγεσίας- είναι εξίσου θεμιτή με την κριτική προς οποιαδήποτε άλλη χώρα. Δεν μπορεί να χωριστεί ο κόσμος σε φιλοϊσραηλινούς και αντιισραηλινούς, όπως δεν μπορεί να χωριστεί σε φιλοαμερικανούς και αντιαμερικανούς ή σε φιλέλληνες και ανθέλληνες.
Η θέση του Αμερικανού διανοούμενου γίνεται ακόμη πιο δύσκολη από το πρόσωπο που εκπροσωπεί αυτή την εβδομάδα το Ισραήλ στη Γηραιά Ήπειρο. Ένα μήνα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, άρχισε χθες από τη Ρώμη την ευρωπαϊκή του περιοδεία ο άνθρωπος που έχει δηλώσει ότι οι Παλαιστίνιοι κρατούμενοι που αποφυλακίζονται «πρέπει να μεταφέρονται με λεωφορείο στη Νεκρά Θάλασσα, όπου και να τους πνίγουν». Ο πολιτικός που έχει ταχθεί υπέρ της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας εναντίον της Τεχεράνης και του φράγματος του Ασουάν, στην Αίγυπτο. Για την εφημερίδα «Χααρέτζ», είναι ο «διάβολος». Για τον πρώην υπουργό των Εργατικών Γιόσι Σαρίντ, ένας «φασίστας». Στην πατρίδα του, τη Μολδαβία, το επάγγελμά του ήταν να πετάει έξω τους ενοχλητικούς από τα νυχτερινά κέντρα. Σήμερα, ο Άβιγκντορ Λίμπερμαν είναι υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ και σφοδρός πολέμιος της ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους.
Οι Ευρωπαίοι ομόλογοί του που θα τον συναντήσουν διακατέχονται από κάποια αμηχανία. «Εκπροσωπεί μια φίλη χώρα, δεν μπορούμε να βγάλουμε τα μαχαίρια», λέει στηΜοντένας Γάλλος διπλωμάτης. Όχι βέβαια- ο Μπερνάρ Κουσνέρ είναι ένας «πραγματικός φιλελεύθερος».
Μια τρέλα γλυκιά και γενναιόδωρη
«Δεν μπορούμε να αμφιβάλλουμε πια ότι έχουμε φτάσει σ΄ ένα από αυτά τα νευραλγικά σημεία της Γης όπου η ζωή έστειλε τα πρώτα της σημάδια»: αυτά έγραψε το 1936 ο Αντονέν Αρτώ όταν αντίκρυσε για πρώτη φορά εκείνο το μαγικό τοπίο στην Ταραουμάρα, ανάμεσα στα φαράγγια των ποταμών Μπατοπίλας και Ουρίκε, στην Τσιουάουα του Μεξικού. Σαράντα τέσσερα χρόνια αργότερα, ήταν η σειρά του Αμερικανού πιανίστα Ρομέιν Ουίλερ να μαγευτεί. Αλλά και να γνωρίσει έναν άνθρωπο που θα του άλλαζε τη ζωή: τον ηλικιωμένο Ινδιάνο Λουσιάνο Γκουτιέρες, από τη φυλή των Ραραμούρι (Ελαφροπόδαρων), που τον οδήγησε στην κορυφή του βουνού.
Εκεί, μακρυά από τον πολιτισμό κι από τις εστίες της γρίπης των χοίρων, θα έκτιζε ο Ουίλερ το καταφύγιό του. Εκεί θα μετέφερε το 1995 μ΄ ένα φορτηγάκι και το πιάνο του, ένα παλιό Steinway που τον συντρόφευε παλιότερα στις αυστριακές Άλπεις. Χάρις στη φιλία του με τον Γκουτιέρες, απέσπασε από τους Ραραμούρι την άδεια να παίζει όλες τις εποχές. Αν έπαιζε φλάουτο ή ταμπούρλο, τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο εύκολα: οι αυστηροί κανόνες της φυλής ορίζουν ότι τα όργανα αυτά μπορούν να ακούγονται μόνο από τον Φεβρουάριο ώς τον Απρίλιο. «Αλλά η μουσική του πιάνου κυλά για τους ανθρώπους αυτούς σαν το νερό, κι έτσι μπορούν να την ακούν χωρίς περιορισμό», γράφει ο πιανίστας στο βιβλίο τουΕίκοσι χρόνια με τους Ινδιάνους Ραραμούρι.
Τα βράδια, όταν ο 66χρονος σήμερα Ουίλερ κάθεται στο πιάνο για να παίξει ένα κονσέρτο του Ραχμάνινοφ ή τη Γαλάζια Ραψωδία του Γκέρσουιν, η σιωπή είναι συνήθως απόλυτη. Αλλά το βράδυ που μεταξύ των θεατών περιλαμβανόταν η ειδική απεσταλμένη τηςΜοντκαι μερικοί ξένοι εθελοντές, ο ήχος του πιάνου συνοδευόταν από τον θόρυβο που έκαναν τα παιδιά των Ραραμούρι μασώντας τις τσίχλες που τους είχαν προσφέρει οι ξένοι επισκέπτες. Ακόμη κι εκείνα όμως σταμάτησαν όταν άρχισε να παίζει βιολί ο Χουανίτο, σαφώς πιο αμήχανος απ΄ όταν είχε παίξει στη Ρώμη, αλλά πάντα εκφραστικός, πάντα γοητευτικός.
Ο Ρομέιν Ουίλερ είναι χωρίς αμφιβολία λίγο τρελός, σημειώνει η Γαλλίδα δημοσιογράφος. Στην ηλικία του, βρίσκεται σε απόσταση πολλών ωρών με το αυτοκίνητο από την πρώτη προσβάσιμη κλινική. Αλλά η τρέλα του είναι γλυκιά και γενναιόδωρη. Τα δύο τρίτα των εσόδων από τις συναυλίες που δίνει στο Μεξικό ή τις Ηνωμένες Πολιτείες τα διαθέτει στις οικογένειες των Ραραμούρι για να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Ο πολιτισμός πάντως έρχεται σιγά σιγά κι εδώ, η τηλεόραση και οι πλαστικές σακούλες, ο Ουίλερ στενοχωριέται, αλλά είναι δυνατόν στην εποχή μας να εξακολουθούν οι γυναίκες να γεννούν μόνες τους στην ύπαιθρο, γιατί αυτό απαιτεί η παράδοση, και να ανακαλύπτεται κάθε τόσο ένα νεογέννητο δίπλα στη μητέρα του που πέθανε από αιμορραγία;