Τρίτη, Νοεμβρίου 30, 2010

Δεν πίστεψε ποτέ στο ευρώ




Προσοχή: το παρακάτω κείµενο είναι επικίνδυνο για την ψυχική υγεία. Οποιος λοιπόν το διαβάσει, αναλαµβάνει τις ευθύνες του. Να επισηµάνουµε σε κάθε περίπτωση ότι πρόκειται για αποκύηµα της φαντασίας του Σον Ο' Γκρέιντι, ενός δηµοσιογράφου της «Ιντιπέντεντ».

Βρισκόµαστε στο Βερολίνο, στις 29 Σεπτεµβρίου του2013. Η Ανγκελα Μέρκελ έχει µόλις επανεκλεγεί καγκελάριος µε θριαµβευτικό ποσοστό και απευθύνεται στους παραληρούντες συµπατριώτες της από την Πύλη του Βρανδεµβούργου. Ξαφνικά βγάζει από την τσέπη της ένα χαρτονόµισµα των 100 Νέων Μάρκων και το ανεµίζει στο πλήθος. Ολοι καταλαβαίνουν το µήνυµα και την αποθεώνουν. Ο εφιάλτης του ευρώ τελείωσε. Για την ακρίβεια, είχε τελειώσει δύο χρόνια νωρίτερα, στις 16 Σεπτεµβρίου 2011, όταν το Συνταγµατικό ∆ικαστήριο της Καρλσρούης έκρινε αντισυνταγµατική την ενίσχυση των ευρωπαϊκών χωρών που αντιµετωπίζουν οικονοµικά προβλήµατα.

Η ετυµηγορία του δικαστηρίου είχε ανακοινωθεί στις 11.11 το πρωί. Μέχρι το µεσηµέρι, όλες οι τράπεζες της ευρωζώνης είχαν κλείσει τις πόρτες τους. Ή είχαν προσπαθήσει να το κάνουν. Τα χρηµατιστήρια στο Παρίσι, τη Φρανκφούρτη, το Λονδίνο, και στη συνέχεια σε όλο τον κόσµο, σηµείωσαν τη µεγαλύτερη πτώση τους από τη δεκαετία του ‘30. Ολοι συνειδητοποιούσαν πλέον ότι το παλιό ευρώ ήταν άχρηστο, αφού η αξία του ήταν απροσδιόριστη. Το πρώτο κτίριο που λεηλατήθηκε ήταν το υπουργείο Οικονοµικών της Ισπανίας. Οι δυνάµεις ασφαλείας δίστασαν για λίγο, αλλά όταν οι διαδηλωτές έχωσαν λουλούδια στα όπλα τους συντάχθηκαν µε το πλήθος.Ο πρωθυπουργός Θαπατέρο υποσχέθηκε ότι θα κάνει αυτό που πρέπει, αλλά ήταν πια αργά: οι Καταλανοί ανακοίνωσαν την ανεξαρτησία τους, προκαλώντας αµηχανία στον ιρλανδό υπουργό Εξωτερικών Τζέρι Ανταµς που πραγµατοποιούσε επίσκεψη «αλληλεγγύης» στη Βαρκελώνη.

Τότε πήρε την κατάσταση στα χέρια της η Μέρκελ. Υστερα από µερικά τηλεφωνήµατα, ανακοίνωσε την καθιέρωση του Νέου Ευρώ, που αντιστοιχούσε στο 80% της αξίας του παλιού. ∆εν ήταν όµως παρά ένα ηµίµετρο. Την Πρωτοχρονιά του 2012 κυκλοφορούσαν ήδη Νέες ∆ραχµές, Νέα Εσκούδο, Νέα Βελγικά Φράγκα και Νέες Πεσέτες. Και οι κάτοχοί τους διαπίστωναν ότι είχαν χάσει γύρω στο 50% της αγοραστικής τους δύναµης. Ακόµη και οι Γάλλοι έβλεπαν ότι το «Ισχυρό Φράγκο 2» δεν µπορούσε να παρακολουθήσει την κούρσα του Νέου Μάρκου. Στην τελευταία του συνέντευξη Τύπου, τον Μάιο του 2012, ένας εξαντληµένος Νικολά Σαρκοζί καταδίκαζε τους κερδοσκόπους και τους δηµοσιογράφους, χαρακτηρίζοντάς τους «ανόητους παιδεραστές». Είχε µόλις χάσει τις προεδρικές εκλογές από τον Ντοµινίκ Στρος-Καν, τον πρώην διευθυντή του ∆ΝΤ που είχε επιστρέψει στη χώρα του. Το κεντρικό προεκλογικό του σύνθηµα ήταν: «∆εν πίστεψα ποτέ στο ευρώ!».

Η Ευρωπαϊκή Ενωση ζήτησε από τον Γκόρντον Μπράουν να γίνει πρόεδρος της Ευρώπης, αναγνωρίζοντας ότι είχε δίκιο όταν επέµενε να κρατήσει η χώρα του τη στερλίνα. Αλλά η θέση αυτή ήταν πλέον διακοσµητική.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 29, 2010

H εκδίκηση των διανοούµενων




Να ένας ενδιαφέρων ορισµός, µέρες που είναι. Καλή εφηµερίδα,λέει ο Ρεζίς Ντεµπρέ, «είναι εκείνη που έχει αρκετές πληροφορίες,στα µονόστηλα και τις πίσω σελίδες, οι οποίες αντικρούουν το κύριο άρθρο της».

«Πού είναι οι διανοούµενοι;»: αυτό είναι ένα από τα αγαπηµένα ερωτήµατα των δηµοσιογράφων εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Οι διανοούµενοι σωπαίνουν, οιδιανοούµενοι φοβούνται, οι διανοούµενοι είναι όργανα της εξουσίας, οι διανοούµενοι πέθαναν. Ηρθε η ώρα λοιπόνοι διανοούµενοι να απαντήσουν –και να λύσουν ανοιχτούς λογαριασµούς. Υστερα από πρόσκληση του περιοδικού «Medias», που ιδρύθηκε το 2004 από τον Ροµπέρ Μενάρ, έντεκα γάλλοι λογοτέχνες, ιστορικοί καιφιλόσοφοι είπαν ελεύθερα τη γνώµη τους για τον Τύπο. Οι απόψεις τους εκδόθηκαν σε βιβλίο, που µόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Mordicus µε τίτλο «∆ιανοούµενοι κρίνουν τα µέσα ενηµέρωσης». Και εκτίθενται περιληπτικά στο τελευταίο τεύχος του «Νουβέλ Οµπζερβατέρ».

Υπάρχουν δηµοσιογράφοι που θα θέλατε να τους σπάσετε τα µούτρα; «Φυσικά», απαντά ο Μισέλ Ονφρέ. Για τον πρώην καθηγητή στη Σορβόννη Αντρέ Κοµτ-Σπονβίλ, πάλι,«δεν γίνεσαι δηµοσιογράφος κατά τύχη. Για πολλούς, η δηµοσιογραφία είναι µια κατάσταση αναδίπλωσης, αποτυχίας, ψυχολογικής αντιστάθµισης, αν όχι µνησικακίας καιεκδίκησης. Αν θέλετε, µπορούµε να αποκαλέσουµε αυτούς τους ανθρώπους αποτυχηµένους». Ο Ντεµπρέ διαβάζει µονάχα δύο εφηµερίδες, τη «La Croix» και τη «Monde Diplomatique», κι αυτές ποτέ πριν από το γεύµα. Κι ο ιστορικός Πιερ Νορά παραδέχεται ότι δεν βλέπει ποτέ τις ειδήσεις στην τηλεόραση χωρίς ένα αίσθηµα ντροπής. Μία εκποµπή µόνο διασώζεται: η «Επισκόπηση του Κόσµου», δύο δεκάλεπτα µε τα µεγάλα διεθνή γεγονότα που παρουσιάζει κάθε απόγευµα και βράδυ στο TF1 ο (χαµηλών τόνων) Βενσάν Ερβουέ.

Ο Μαρσέλ Γκωσέ, διευθυντής του περιοδικού «Le Debat», διαπιστώνει µια µυστική συµπαιγνία ανάµεσα στα µέσα ενηµέρωσης και την ιδεολογία των ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Και ταδύο, τονίζει, χρησιµοποιούν για καύσιµο τη συγκίνηση, προκαλώντας την αποπολιτικοποίηση της κοινής γνώµης. «Κάποια στιγµή, όµως, ο κόσµος θα βαρεθεί τους καταλόγους ακατανόητων κατακλυσµών και θα αντιδράσει». Κάπως αισιόδοξος εµφανίζεται και ο φιλόσοφος Ντανιέλ Μπουνιού, που δεν θεωρεί ότι ταµέσα χειραγωγούν συνειδήσεις. Η προσφορά τίτλων στα περίπτερα –σηµειώνει – δεν αποτελεί παράτον καθρέφτη αυτών που αγοράζουµε, αφορά δηλαδή το πεδίο της αγοράς, όχι της προπαγάνδας.

Για τον συγγραφέα Φιλίπ Σολέρς, οι πιέσεις που ασκούνται στους δηµοσιογράφους από τα ιδιωτικά συµφέροντα οδηγούν µαθηµατικά σ’ έναν παραδοµένο και ισοπεδωµένο Τύπο. «Η ενηµέρωση έχει γίνει το ίδιο το θέατρο του πολέµου», συµπληρώνει ο Πωλ Βιριλιό. ∆ιόλου περίεργο λοιπόν ότι ρίχνουν σ’ αυτήν τόσο κολοσσιαία ποσά στρατιωτικο-βιοµηχανικοί όµιλοι όπως η Ντασώ ή η Λαγκαρντέρ.

Πόλεµος, αυτή είναι η σωστή λέξη, µερικές φορές µονάχα τα στρατόπεδα µπερδεύονται και κινδυνεύουµε να πάµε από φίλια πυρά.

Σάββατο, Νοεμβρίου 27, 2010

Ουρά για τις σαµπάνιες




Η σκηνή εκτυλίχθηκε προχθές το µεσηµέρι, και τη µεταφέρει ο ανταποκριτής της «Κοριέρε ντέλα Σέρα»: στο πολυτελές κατάστηµα του Βερολίνου KaDeWe, οι πελάτες έκαναν ουρά µπροστά στο τµήµα µε τις σαµπάνιες, αγόραζαν λικέρ και εκλεκτά κρασιά, δοκίµαζαν ακριβά ρούχα. «Αφού περάσαµε αλώβητοι µια κρίση σαν κι αυτήν, µπορούµε να έχουµε µεγαλύτερη εµπιστοσύνη στο µέλλον», είπε η 33χρονη Γκίζα Σµιτς ενώ δοκίµαζε ένα καπέλο. Ανάλογος καταναλωτικός πυρετός παρατηρείται αυτές τις ηµέρες και σε άλλες πλούσιες πόλεις της Γερµανίας, όπως το Αµβούργο, η Φρανκφούρτη και η Στουτγάρδη. Ακόµη και στη ∆ρέσδη και τη Λειψία όµως, τα εστιατόρια δεν ήταν ποτέ πιο γεµάτα.

Μετά την ύφεση του 2009, που προκάλεσε πτώση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος κατά 5%, η Γερµανία επανήλθε στον δρόµο της ανάπτυξης: οι οικονοµολόγοι προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ κατά 4% φέτος και τουλάχιστον κατά 2% του χρόνου. Το σηµαντικότερο όµως είναι ότι οι Γερµανοί άρχισαν πάλι να ξοδεύουν. Σύµφωνα µε τον υπουργό Οικονοµίας Ράινερ Μπρίντερλε, η εγχώρια ζήτηση συµβάλλει αυτή τη στιγµή κατά 50% στον ρυθµό ανάπτυξης, ενώ το ποσοστό αυτό αναµένεται το 2011 να φτάσει το 90%! Κανείς δεν µπορεί να κατηγορήσει πια τους Γερµανούς ότι ενισχύουν την παγκόσµια οικονοµική και εµπορική ανισορροπία κρατώντας χαµηλά την κατανάλωση και ρίχνοντας όλο το βάρος στις εξαγωγές…

Από «ασθενής της Ευρώπης» πριν από δέκα χρόνια, η Γερµανία έχει γίνει η πιο αισιόδοξη χώρα της ηπείρου. Από τον Ιανουάριο του 2008 ώς τον Αύγουστο του 2010, η ανεργία µειώθηκε από 7,8% σε 6,8%. Την ίδια περίοδο, η ανεργία στην ευρωζώνη αυξήθηκε από 7,3% σε 10%. Την ώρα που οι Γερµανοί συνωστίζονται στο KaDeWe και στολίζουν τα σπίτια τους για τα Χριστούγεννα, οι Ελληνες βλέπουν τον οικογενειακό τους προϋπολογισµό να τινάζεται στον αέρα από πρωτοφανή µέτρα λιτότητας και οι Ιρλανδοί εγκαταλείπουν µαζικά µια χώρα που δεν µπορεί πια να τους συντηρήσει. Η κάθε χώρα έχει ασφαλώς τις ιδιαιτερότητές της και τις ευθύνες της. Αλλά το σύνολο αυτών των χωρών «ενωµένη Ευρώπη» δεν το λες.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 26, 2010

Το µανιφέστο του µέλλοντος




«Το µέλλον είναι αυτό που χτίζουµε µ' εκείνα που θυµόµαστε από το παρελθόν. Το παρόν είναι η εποχή της στιγµιαίας αποκάλυψης». (Λόρενς Βάινερ)

Ποιο είναι το πρόσωπο του µέλλοντος; Αυτό αναρωτιόντουσαν τα µανιφέστα των πρωτοποριών που σηµάδεψαν τις αρχές του 20ού αιώνα (φουτουρισµός, ντανταϊσµός, σουρεαλισµός). Εναν αιώνα µετά, το ίδιο ερώτηµα απασχολεί έναν από τους κριτικούς τέχνης µε τη µεγαλύτερη επιρροή στην εποχή µας, τον νεαρό Ελβετό Χανς Ούλριχ Οµπριστ, επιµελητή εκθέσεων που οργανώνονται σε όλο τον κόσµο και συνδιευθυντή της Serpentine Gallery του Λονδίνου. «∆εν µ’ αρέσει να διατυπώνω υποθέσεις για το µέλλον της τέχνης», λέει, «γιατί η δύναµη της τέχνης βρίσκεται ακριβώς στη δυνατότητά της να εκπλήσσει». Αυτό ακριβώς κάνει όµως µε το EverFuture, ένα έργο όπου συγκεντρώνει µια σειρά αφορισµών για την ιδέα του µέλλοντος.

«Το µέλλον είναι µια ενσυνείδητη ανταλλαγή βλεµµάτων» (Σάρα Μόρρις)

Το EverFuture είναι η τελευταία πνευµατική πρόκληση αυτού του αεικίνητου µαθητή του Γκαίτε που µιλά οκτώ γλώσσες, γράφει η «Κοριέρε ντέλα Σέρα». Για τους σκοπούς του δίτοµου αυτού βιβλίου, ο Οµπριστ έχει συναντήσει τα τελευταία είκοσι χρόνια δεκάδες καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, φιλοσόφους, συγγραφείς, επιστήµονες και µουσικούς. Μερικά ονόµατα: Μίλος, Χόµπσµποµ, Λέσινγκ, Χέρτσογκ, Ουελµπέκ. Το αποτέλεσµα είναι ένα πολυφωνικό µυθιστόρηµα, γεµάτο πρόσωπα και ιδέες.

«Στο µέλλον ίσως να µην υπάρχει παρελθόν» (Ντάνιελ Μπέρνµπαουµ)

Εχει πάντα ενδιαφέρον να κάθεσαι δίπλα στους ζωγράφους και τους γλύπτες. «Υπάρχουν φυσικά και τα e-mail: το αποτέλεσµα όµως είναι προβλέψιµο», λέει ο Οµπριστ. Στην πραγµατικότητα, ο ελβετός curator παρουσιάζει έναν διαφορετικό τρόπο να κάνει κριτική. Αυτό που µετρά γι’ αυτόν είναι το άτοµο, καθισµένο στο γραφείο του. ∆εν τον ενδιαφέρει τόσο το τελικό αποτέλεσµα όσο η διαδικασία. Γιατί η συνέντευξη είναι ένας τρόπος να βλέπεις καλύτερα.

«Εντάξει, εντάξει, θα σας µιλήσω για το µέλλον. Οµως τώρα έχω πολλά πράγµατα να κάνω.∆ώστε µου ακόµα δυο µέρες για να τελειώσω αυτό που κάνω, και θα ξαναµιλήσουµε» (Τζίµι Ντέρχαµ)

Πρότυπο του Οµπριστ είναι ο Σεργκέι Νταγκίλεφ, ιδρυτής των Ρωσικών Μπαλέτων του Παρισιού, που ήταν ικανός να εργαστεί µε τον Στραβίνσκι και τον Ματίς, τον Σατί και τη Σανέλ, τον Πικάσο και τον Κοκτώ, τονντε Κίρικο καιτον Σαβίνιο. «Οπως ο Νταγκίλεφ, θέλω να ξεχωρίζω σχέσεις και καταστάσεις, να τροφοδοτώ διαρκείς διαλόγους ανάµεσα σε µακρινές γενιές».

«Το µέλλον είναι χωρίς εσένα» (Ντάµιεν Χερστ)

Πάνω απ’ όλα, όµως, αυτό που θέλει ο Οµπριστ είναι να αποκωδικοποιήσει το παρόν. Και τη µνήµη: γιατί αυτό το αρχείο των αφορισµών είναι ένας τρόπος να µην παραδοθούµε στη λήθη. Οσο για τον δικό του ορισµό για το µέλλον, δανείζεται έναν στίχο του Ρίλκε:«Μπαίνει µέσα µας, για να µετασχηµατιστεί µέσα µας, πολύ πριν υπάρξει».

Πέμπτη, Νοεμβρίου 25, 2010

Ολοι παρακολουθούνται




∆εν τον ξέρετε, καιρός να τον γνωρίσετε. Είναι Γάλλος, λέγεται Κλωντ Ανζελί, είναι 79 ετών και εδώ και περίπου σαράντα χρόνια είναι αρχισυντάκτης του σατιρικού περιοδικού «Κανάρ Ανσενέ». Ολα αυτά τα χρόνια κάποιος παρακολουθεί το τηλέφωνό του.

Το 1973, πρόεδρος της Γαλλίας είναι ο Ζορζ Ποµπιντού και το «Κανάρ Ανσενέ» τον ενοχλεί. Βάζει λοιπόν πράκτορες των µυστικών υπηρεσιών να επισκεφθούν τα γραφεία του περιοδικού παριστάνοντας τους υδραυλικούς και να εγκαταστήσουν µικρόφωνα. Στις 13 Ιουνίου, το περιοδικό δηµοσιεύει χειρόγραφη αποµαγνητοφώνηση µιας συνοµιλίας που είχε ο Ανζελί µε τον οικονοµικό συντάκτη Γκαστόν Γκοσλέν. ∆ηµοσιεύει επίσης τα ονόµατα µερικών από τους πράκτορες που ενεπλάκησαν στην υπόθεση. Προκαλείται σάλος, αλλά σύντοµα το θέµα θα ξεχαστεί.

Τα χρόνια πέρασαν, αλλά η εξουσία δεν έχασε τις κακές της συνήθειες. Στις 2 Νοεµβρίου, ο Ανζελί αποκαλύπτει ότι η Κεντρική ∆ιεύθυνση Εσωτερικής Αντικατασκοπείας (DSRI) κατασκόπευε µε εντολή του Προέδρου της ∆ηµοκρατίας τους δηµοσιογράφους, εξετάζοντας εξονυχιστικά τους τηλεφωνικούς τους λογαριασµούς. «Για τις έρευνές µας στηριζόµαστε σε ένα δίκτυο πληροφοριοδοτών από τη δικαστική εξουσία, τη βιοµηχανία, τα υπουργεία, τον στρατό, τις δηµόσιες υπηρεσίες», λέει σε συνέντευξή του στο διαδικτυακό περιοδικό Rue89. «Στη συγκεκριµένη περίπτωση λάβαµε τις πληροφορίες από το εσωτερικό της DSRI. Γνωρίζω τους ανθρώπους που δουλεύουν εκεί, δεν είναι υποχείρια της εξουσίας, και µου λένε ότι ούτε ο διοικητής της υπηρεσίας είναι ικανοποιηµένος µε αυτήν την κατάσταση. Γνωρίζω επίσης ότι έχει διαταχθεί εσωτερική έρευνα για να διαπιστωθεί ποιος µου έδωσε τις πληροφορίες».

Στη Γαλλία παρακολουθείται όλος ο κόσµος, λέει οΑνζελί. Η «Μοντ», η «Λιµπερασιόν», η (διαδικτυακή) «Μεντιαπάρ», ίσως κι άλλες εφηµερίδες. Πρόκειται για παράνοια, αφού η εξουσία δεν µπορεί να απαγορεύσει στους δηµοσιογράφους να γράφουν ό,τι θέλουν, η ελευθερία της έκφρασης δεν µπορεί να καταπατηθεί. Παρακολουθούνται λοιπόν οι δηµοσιογράφοι για «λόγους αρχής». Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι η κοινή γνώµη το θεωρεί φυσιολογικό. Σ’ όλες τις χώρες γίνεται διάλογος. Στη Βρετανία, στη Γερµανία, στην Ολλανδία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, οι άνθρωποι συζητούν. Στις Ηνωµένες Πολιτείες, οι στρατιωτικοί εκφράζονται µέσα από τις σελίδες του Τύπου, µερικές φορές βέβαια το πληρώνουν µε τη θέση τους (όπως στην περίπτωση του στρατηγού ΜακΚρίσταλ),αλλά πάντως γίνεται διάλογος.Μόνο στη Γαλλία δεν συζητά κανείς µε κανέναν. Από τον ντε Γκωλ ώς τον Σαρκοζί, έξι πρόεδροι έχουν στείλει στρατό στο Τσαντ χωρίς να γίνει καµιά συζήτηση. Το ίδιο έγινε και µε τον πόλεµο στο Αφγανιστάν.

Μα καλά,στο «ΚανάρΑνσενέ» δεν αυτολογοκρίνονταικαθόλου;

«Υπάρχουν πράγµαταπου δεν δηµοσιεύουµε, ιδίως ανέχουν να κάνουν µε την τροµοκρατίαή την κατασκοπεία. ∆εν ζητάµε εύσηµα, είναι προφανές. Στην πολιτική, όµως, λογοκρισία δεν νοείται, εκτός αν πρόκειται για την ιδιωτική ζωή».

Τετάρτη, Νοεμβρίου 24, 2010

Το µπαλάκι στη Γερµανία




Ο Βόλφγκανγκ Σόιµπλε δεν µπορούσε χτες να είναι πιο σαφής. Το ευρώ κινδυνεύει, είπε ο γερµανός υπουργός Οικονοµικών. «Η Γερµανία πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της, αλλιώς θα υποστεί ανυπολόγιστες οικονοµικές και κοινωνικές συνέπειες».

Πρώτα απ’ όλα, ας αποκλείσουµε µια χαζοµάρα που ακούµε πότε πότε από κατ’ επίφαση σοβαρούς ανθρώπους: να αποχωρήσουν εθελοντικά από την ευρωζώνη ορισµένες χώρες της περιφέρειας. Κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συµβεί για πάρα πολλούς λόγους, που συµπυκνώνονται στον εξής έναν: δεν τις συµφέρει. Την όποια πρωτοβουλία θα την πάρει η ισχυρότερη οικονοµία της ευρωζώνης, η Γερµανία. Τούτου λεχθέντος, τα σενάρια που κυκλοφορούν αυτόν τον καιρό στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι δύο.

Σύµφωνα µε το πρώτο, η καγκελάριος Μέρκελ θα κερδίσει το στοίχηµά της για µια πιο «γερµανική Ευρώπη». Θα πείσει το κόµµα της, το κοινοβούλιο και το Συνταγµατικό ∆ικαστήριο ότι χρειάζονται θυσίες για να σωθεί το ευρώ. Θα πείσει τους ευρωπαίους εταίρους της ότι οι τραπεζίτες πρέπει να λάβουν ενεργό µέρος στο νέο σύστηµα διάσωσης. Θα κατορθώσει, σε συνεργασία µε τον Χέρµαν βαν Ρόµπαϊ, να αποµονώσει τον πρόεδρο της Κοµισιόν. Θα εγκαταστήσει στη Φρανκφούρτη έναν σκληροπυρηνικό µονεταριστή στη θέση του Ζαν-Κλοντ Τρισέ. Και το φθινόπωρο του 2013 θα κερδίσει πανηγυρικά µια τρίτη θητεία στην καγκελαρία. «Το θαύµα της Μέρκελ!», αυτόν τον τίτλο θα έχει η Μπιλντ την εποµένη των εκλογών.

Οπως είναι φανερό, αυτό είναι το «καλό» σενάριο. Σε αυτό προσβλέπει και ο Σόιµπλε µε τις χθεσινές του δηλώσεις. Υπάρχει όµως και το κακό σενάριο που το παρουσιάζει ο Γκίντεον Ράχµαν στο χθεσινό φύλλο των Φαϊνάνσιαλ Τάιµς. Σύµφωνα µε αυτό, το οποίο ο δηµοσιογράφος θεωρεί πολύ πιθανό (µην ξεχνάµε όµως ότι είναι Βρετανός!), οι Γερµανοί κάποια στιγµή θα αποφασίσουν να αποχωρήσουν από την ευρωζώνη, οδηγώντας ουσιαστικά στη διάλυσή της. ∆ύο µπορεί να είναι οι αφορµές για µια τέτοια εξέλιξη. Η µία είναι να προσφύγουν τόσο πολλές χώρες στον µηχανισµό στήριξης, ώστε να καταρρεύσει η εµπιστοσύνη των γερµανών φορολογουµένων προς τη δυνατότητα αποπληρωµής του τεράστιου χρέους που θα δηµιουργηθεί. Η άλλη είναι να απορρίψουν κάποιες από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης τις αλλαγές στη Συνθήκη της Λισαβώνας που προωθεί η γερµανική κυβέρνηση. Τότε οι Γερµανοί θα σηκώσουν τα χέρια ψηλά και θα πουν «εµείς κάναµε ό,τι µπορούσαµε, αλλά οι άλλοι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να σωθούν». Κατόπιν αυτού, θεωρούν ότι απαλλάσσονται από την ιστορική δέσµευσή τους να κτίσουν την Ευρώπη και στρέφονται προς τους καινούργιους τους φίλους, τους Ρώσους και τους Κινέζους.

Ενδεχοµένως να υπάρχει κι ένα τρίτο σενάριο: στην καγκελαρία να στρογγυλοκαθήσει τον ερχόµενο Μάρτιο ο κύριος Καρλ-Τέοντορ τσου Γκούτενµπεργκ και να αποφασίσει εκείνος για το µέλλον του ευρώ. Στην περίπτωση αυτή σηκώνουµε εµείς τα χέρια ψηλά.

Τρίτη, Νοεμβρίου 23, 2010

Αστυνοµικό κράτος




Τον περασµένο Αύγουστο, ένοπλοι της Χαµάς επιτέθηκαν εναντίον εβραίων εποίκων στη ∆υτική Οχθη. Η αντίδραση της Παλαιστινιακής Αρχής ήταν ενδιαφέρουσα και εξόχως διδακτική.

Θέλοντας να δείξουν ότι µπορούν να αντιµετωπίσουν την ισλαµική απειλή, δύο µονάδες της Παλαιστινιακής Αρχής που έχουν στενές σχέσεις µε τη Φάταχ του προέδρου Μαχµούντ Αµπάς– η Γενική Αντικατασκοπία καιη Προληπτική Ασφάλεια – συνέλαβαν και έκλεισαν στη φυλακή περί τους 700 υπόπτους. Οι συλλήψεις έγιναν χωρίς ένταλµα και χωρίς τη συναίνεση εισαγγελέα. Σε πολλούς από τους συλληφθέντες απαγορεύτηκε να συναντήσουν δικηγόρους ή µέλη των οικογενειών τους. Και σε δεκάδες περιπτώσεις, όταν το Παλαιστινιακό Ανώτατο ∆ικαστήριο διέταξε την άµεση αποφυλάκιση των συλληφθέντων, οι δυνάµεις ασφαλείας έκαναν πως δεν κατάλαβαν.

Μια από τις περιπτώσεις αυτές αφορά τον42χρονο ΜπαντΑµπού Αγιάς, έναν αγρότη και πολιτικό στη ∆υτική Οχθη που συνελήφθη στις 14 Σεπτεµβρίου και κλείστηκε στις φυλακές της Ιεριχούς. Πριν από λίγες ηµέρες, η γυναίκα του κατάφερε επιτέλους να πάρει άδεια για να τον επισκεφθεί. Ο άνθρωπος που αντίκρυσε δεν είχε καµιά σχέση µε αυτόν που ήξερε. «Με το ζόρι περπατούσε», λέει στον ανταποκριτή των «Φαϊνάνσιαλ Τάιµς». «∆υσκολευόταν να αναπνεύσει και ήταν πολύ αδύνατος. Οταν έσφιξε το χέρι µου, πρόσεξα ότι δεν είχε καθόλου δύναµη». Η Ναγεµά Αµπού Αγιάς, µητέρα τεσσάρων παιδιών, δεν είχε καµιά αµφιβολία ότι ο άντρας της είχε υποβληθεί σε άγρια βασανιστήρια. «Τι του κάνετε;» φώναξε στον παριστάµενο αξιωµατικό. Αλλά φυσικά δεν πήρε απάντηση. Και ο άντρας της επέστρεψε στο κελί του.

Καταγγελίες για βασανιστήρια στα οποία πρωτοστατούν µέλη τωνπαλαιστινιακών δυνάµεων ασφαλείας έχουν γίνει και στο παρελθόν. Τους τελευταίους µήνες, όµως, οι καταγγελίες αυτές έχουν πολλαπλασιαστεί. Οργανώσεις όπως η αλ-Χακ, που παλιότερα κατέγραφαν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωµάτων από τις ισραηλινές αρχές,αφιερώνουν τώρα όλο και περισσότερο χρόνο σε περιπτώσεις βασανισµού Παλαιστινίων από Παλαιστίνιους. «Φοβάµαι ότι στη ∆υτική Οχθη εγκαθιδρύεται ένα αστυνοµικό κράτος», λέει ο διευθυντής της οργάνωσης Σαουάν Ζαµπαρίν. Και το γεγονός αυτό προκαλεί µεγάλη ανησυχίαστην Ευρώπη και τις Ηνωµένες Πολιτείες. Πολλές δυτικές κυβερνήσειςπου χρηµατοδοτούν γενναία την Παλαιστινιακή Αρχή και θεωρούν τον πρωθυπουργό Σαλάµ Φαγιάντ πολύτιµο σύµµαχό τους φοβούνται ότι τα βασανιστήρια θα προκαλέσουν λαϊκή εξέγερση και θα ενισχύσουν ουσιαστικά τη Χαµάς.

∆ιπλωµάτες και παλαιστίνιοι ακτιβιστές σηµειώνουν ότι ο Φαγιάντ και η κυβέρνησή του θα ήθελαν να δώσουν τέλος στα βασανιστήρια, αλλά δεν µπορούν να τα βάλουν µε τις πανίσχυρες δυνάµεις ασφαλείας. Μόνο η πίεση των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα έφερνε αποτελέσµατα, λένε. Αλλά αν ήθελε η ∆ύση να ασκήσει πίεση, θα άρχιζε από τον Νετανιάχου και τους φανατικούς στην κυβέρνησή του, που εµποδίζουν κάθε σοβαρή συζήτηση, µπλοκάρουν κάθε παραχώρηση και υποθάλπουν τον φανατισµό και το µίσος.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2010

Μια πεινασµένη γάτα




O γιατρός τηλεφωνεί στον ασθενή του και του λέει ότι έχει δύο νέα, ένα καλό κι ένα κακό. «Πρώτα το καλό», λέει εκείνος. «Σου µένουν 24 ώρες ζωής». «Χριστέ µου, γιατρέ, και το κακό;» «Επρεπε να σου έχω τηλεφωνήσει 24 ώρεςνωρίτερα».

Το µαύρο χιούµορ ανθεί τις περιόδους της κρίσης, και οι Ιρλανδοί διακρίνονται για την ικανότητα αυτοσαρκασµού τους. Θέλουν όµως και να µάθουν τι συνέβη. Πώς η χώρα τους, από εκεί που είχε ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 6,5% και αποτελούσε µαγνήτη για τις πολυεθνικές, έφτασε να διαπραγµατεύεται µε την Ευρώπη και το ∆ΝΤ τους όρους της σωτηρίας της. Πώς η «κελτική τίγρη» έγινε µια πεινασµένη γάτα. «Καµιά εκατοστή άνθρωποι µας έριξαν στην τρύπα», γράφει στην «Γκάρντιαν» ο συγγραφέας Κολµ Τόιµπιν. «Υπεύθυνοι είναι πέντε-έξι τράπεζες, καµιά δεκαριά αναπτυξιακές εταιρείες και µια χούφτα πολιτικοί. Η Ιρλανδία είναι ένα µικρό νησί. Ο πρωθυπουργός, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης και ο υπουργός Οικονοµικών αναµείχθηκαν µε την πολιτική όταν κληρονόµησαν τις έδρες που τους άφησαν πεθαίνοντας οι πατεράδες τους: ένας οικογενειακός καπιταλισµός».

Ο Φίλιπ Λεγκρέιν, από το London School of Economics, προειδοποιεί ότι η Ιρλανδία δεν µπορεί, και δεν πρέπει, να πληρώσει τον λογαριασµό των τραπεζών της. «Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος µιας κοινωνικής κρίσης (λόγω των περικοπών και του γεγονότος ότι πολλές υποθήκες υπερβαίνουν ήδη την αξία των διαµερισµάτων) και µιας πολιτικής κρίσης, λόγω του τρόπου που οι πολιτικοί διαχειρίστηκαν την κατάσταση». Οι πρώτοι που απειλούν να βγουν στους δρόµους είναι οι συνταξιούχοι, ο λεγόµενος «γκρίζος στρατός». Το έχουν κάνει µε επιτυχία και στο παρελθόν: 15.000 συνταξιούχοι, πολλοί από τους οποίους σε αναπηρικά καροτσάκια, ανάγκασαν το 2008 µε τις µαχητικές τους διαδηλώσεις την κυβέρνηση να µαταιώσει τα σχέδιά της να συνδέσει τα ιατρικά τους επιδόµατα µε τα εισοδήµατά τους. Τώρα βέβαια η οικονοµική κατάσταση της χώρας είναι πολύ χειρότερη. Οπως έλεγε ένας συνταξιούχος τις προάλλες σε µια συγκέντρωση της φιλανθρωπικής οργάνωσης Age Action Ireland, «έχω ζήσει τέσσερις υφέσεις, και αυτή θα είναι η µητέρα κι ο πατέρας όλων».

Πολλοί Ιρλανδοί φοβούνται ότι η προσφυγή στον µηχανισµό στήριξης θα έχει ως αποτέλεσµα την απώλεια της εθνικής τους κυριαρχίας. Αλλά ο Τόιµπιν δεν ανήκει σ’ αυτούς. «Στη χώρα µου υπάρχουν δύο συστήµατα υγείας», γράφει. «Το ένα είναι για τη µεσαία τάξη που πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές και το άλλο για εκείνους που δεν µπορούν να πληρώσουν. Στο πρώτο σύστηµα οι λίστες αναµονής είναι µικρές και στο δεύτερο µεγάλες. Συχνά, και οι δύο κατηγορίες βλέπουν τους ίδιους γιατρούς, που στέλνουν τους πρώτους σε ιδιωτικά νοσοκοµεία ή ιδιωτικά δωµάτια δηµόσιων νοσοκοµείων, και τους δεύτερους σε δηµόσια νοσοκοµεία. Ολοι ξέρουν ότι η διαφορά µπορεί να είναι ζήτηµα ζωής ή θανάτου. Κι όλοι ξέρουν ότι µερικοί γιατροί πλουτίζουν. Αλλά οι πολιτικοί αδιαφορούν. Να ένα παράδειγµα του τι µας έκανε η εθνική κυριαρχία».

Σάββατο, Νοεμβρίου 20, 2010

Η ευρωζώνη δεν θα εκραγεί




Oταν γεννήθηκε το ευρώ, όλοι πίστευαν ότι η Ευρώπη θα άλλαζε. ∆έκα χρόνια µετά, η Ευρώπη έχει πράγµατι αλλάξει, αλλά προς το χειρότερο. Αντί να είναι πιο ενωµένη, έχει χωριστεί σε στρατόπεδα, τους Βορείους και τους Νοτίους, τους πλούσιους και τους φτωχούς, τους φιλογερµανούς και τους αντιγερµανούς. Αντί να είναι πιο ισχυρή, αντιµετωπίζει σήµερα µια κρίση επιβίωσης, όπως είπε ο πρόεδρός της, ο Χέρµαν βαν Ρόµπαϊ. Αντί να έρθει η ανάπτυξη, ήρθε η ανεργία. Και τώρα, µε το περιβόητο «ντόµινο» να παίρνει σάρκα και οστά (πρώτα η Ελλάδα, τώρα η Ιρλανδία, θα ακολουθήσει η Πορτογαλία, και µετά το χάος...), πολλοί φοβούνται ότι η ευρωζώνη σύντοµα θα εκραγεί.

Ο φόβος αυτός είναι αβάσιµος, λέει στη «Μοντ» ο αµερικανός οικονοµολόγος Πίτερ Κένεν, συγγραφέας πολλών βιβλίων (το τελευταίο του λέγεται «Περιφερειακή Νοµισµατική Ενοποίηση», εκδ. Cambridge UniversityPress) και πρώην σύµβουλος του Τζων Κέννεντυ, του ∆ΝΤ, της Fed και της Τράπεζας της Αγγλίας. Οσο τα προβλήµατα περιορίζονται στην περιφέρεια, δεν µπορούµε να µιλάµε για σοβαρό κίνδυνο επέκτασης σε όλη την ευρωζώνη. Ο µόνος κίνδυνος σχετίζεται µε τα αντίθετα ρεύµατα που προκαλούν αναταραχή σ’ αυτήν τη ζώνη.Γιατί η Ευρώπη ζήτησε τη βοήθεια του ∆ιεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου όταν ξέσπασε η κρίση µε την Ελλάδα; Επειδή δεν διέθετε τους αναγκαίους πόρους; Οχι. Το έκανε επειδή χρειαζόταν τον πολιτικό ρόλο του ∆ΝΤ για να επιβάλει τους όρους της. Οσο λοιπόν δεν δηµιουργείται στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης ένα όργανο ικανό να επιβάλλεται σε µια χώρα, ο κίνδυνος επανάληψης της «ελληνικής περίπτωσης» θα παραµένει.

Το κεντρικό πρόβληµα, λέει ο Κένεν, είναι η αξιοπιστία ενός νοµίσµατος. Η ιδέα όµως ότι αυτή η αξιοπιστία θα προσδιορίζεται είτε από µια πολιτική εξουσία είτε από τις αγορές, είναι λανθασµένη. Η αποκατάσταση της εµπιστοσύνης των αγορών και η υπεράσπιση της ακεραιότητας της ευρωζώνης αποτελούν συµπληρωµατικούς, όχι ανταγωνιστικούς στόχους. Οσο για τα σενάρια περί αποχώρησης µιας χώρας από την ευρωζώνη, είναι πολιτικά πολύ επικίνδυνα. Η ευηµερία της Ευρώπης περνά από την ενίσχυση της ευρωζώνης.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 19, 2010

Γλώσσες που ολισθαίνουν




Ισως να είναι ακόµα νωρίς για απολογισµούς, γεγονότα της χρονιάς και πρόσωπα που ξεχώρισαν. Παρά ταύτα, µερικοί συγγραφείς στη Γαλλία σπεύδουν ήδη να προτείνουν τη λέξη που θεωρούν ότι σηµάδεψε το 2010.

ΚΡΙΣΗ. Βρίσκεται σε όλα τα χείλη και όλα τα µυαλά. Η κρίση πλήττει όλους µας, πλήττει την Ευρώπη, πλήττει την Αµερική, πλήττει όλο τον κόσµο. Περιµένουµε το τέλος της κρίσης, αλλά δεν θα έρθει ποτέ – ή θα είναι µια ψευδαίσθηση. Γιατί τη σηµερινή κρίση θα την ακολουθήσει µια άλλη. Η ιστορία είναι µια µακρά κρίση. Ο κόσµος δεν είναι παρά µια κρίση στους κόλπους της αιωνιότητας. Και στους κόλπους αυτής της κρίσης υπάρχουν καλές στιγµές. (Ζαν ντ’Ορµεσόν)

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. Θα ξεχώριζα αυτή τη λέξη, που έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις και που µου φαίνεται ευχάριστη. Είναι πράγµατι διασκεδαστικό να σκεφτεί κανείς τη συνάντηση του ούγγρου προπάππου του Σαρκοζί µε τη µελλοντική γυναίκα του, µια ∆ανέζα, σ’ ένα πλοίο στον Βόσπορο. Να θυµίσει ότι τα δύο τρίτα των Γάλλων έχουν ξένη καταγωγή και ότι το πατρικό επώνυµο της κόµισσας ντε Σεγκύρ ήταν Ροστόψιν. Να επισηµάνει ότι οι τρεις σωµατοφύλακες έχουν ελληνίζοντα ονόµατα και ότι ο τέταρτος, ο Ντ’Αρτανιάν, είχε προφανώς αρµένη πρόγονο. Τα ερωτήµατα για την ταυτότητα είναι ευπρόσδεκτα στον βαθµό που δεν αναζητούµε απάντηση. Οι ίδιες οι λέξεις γνωρίζουν ότι είναι αδύνατο: η γαλλική γλώσσα οφείλει τον πλούτο της σε εκατό ξένα ιδιώµατα. (Βασίλης Αλεξάκης)

ΑΟΡΑΤΟΣ. Μπορούµε να βρούµε διάφορα συνώνυµα αυτής της λέξης ή να τη συνδέσουµε µε λέξεις από την επικαιρότητα: κρυµµένοι Ροµά, εξαφανισµένοι διαδηλωτές, γυναίκες µε καλυµµένο το πρόσωπο, υπεξαιρεµένο χρήµα, υπόγεια εξουσία. Θυµίζει επίσης το Invisible man, ένα µυθιστόρηµα του Ραλφ Ελισον που εκδόθηκε το 1952 και αφορούσε τον ρατσισµό και την κατάσταση των µαύρων. Φαίνεται πως είναι ένα από τα αγαπηµένα βιβλία του Οµπάµα. Ο πρόεδρός µας άραγε τι διαβάζει; (Τιερύ Μπενστενζέλ)

ΠΕΟΛΕΙΧΙΑ. Πρόκειται µάλλον για την αντι-λέξη της χρονιάς, µε το φορτίο χυδαιότητας και µισογυνισµού που τη συνοδεύει στο ∆ιαδίκτυο από τότε που τη ξεστόµισε η πρώην υπουργός µας επί της ∆ικαιοσύνης µιλώντας για τον πληθωρισµό (fellation αντί για inflation). Με τρία εκατοµµύρια σχεδόν επισκέψεις στο Dailymotion, η πολύβουη γενιά δείχνει για άλλη µια φορά τη ζωντάνια της. Πρέπει να παραδεχθούµε ότι το γλωσσικό παραστράτηµα είναι απολαυστικό, καθώς µας επιτρέπει αυτές τις φθινοπωρινές ηµέρες να ονειρευόµαστε καλπάζουσες πεολειχίες και γλώσσες που ολισθαίνουν στο κοίλωµα ενός ζεστού κρεβατιού. Κι όλα αυτά στη θέση της λιτότητας, της αυστηρότητας και της αποταµίευσης – τι ωραία που εκδικούνται οι λέξεις!(Μαρί Νιµιέ)

(Τα κείµενα δηµοσιεύτηκαν στον Νουβέλ Οµπζερβατέρ )

Πέμπτη, Νοεμβρίου 18, 2010

Κάτω οι βαθµοί!




Γκρινιάζουµε – και δικαιολογηµένα – για την κατάσταση στα ελληνικά σχολεία, το χαµηλό επίπεδο σπουδών, την αδιαφορία και τον χαβαλέ. Για να ρίξουµε όµως µια µατιά και στη Γαλλία.

Η ένωση φοιτητών AFEV πραγµατοποιεί τα τελευταία χρόνια µια ετήσια δηµοσκόπηση για την ψυχολογική κατάσταση των µαθητών στη Γαλλία. Σύµφωνα λοιπόν µε την τελευταία δηµοσκόπηση, το 43% των µαθητών του δηµοτικού αισθάνονται πόνο στο στοµάχι πριν πάνε στο σχολείο. Το 24% αισθάνονται ότι ο δάσκαλος τους υποτιµά και τους τιµωρεί χωρίς λόγο. Το 31% πιστεύουν ότι ο δάσκαλος δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτούς. Ενα παιδί στα δύο ανησυχεί πως δεν θα καταφέρει να κάνει αυτό που ζητάει ο δάσκαλος και φοβάται να δείξει τους βαθµούς του στους γονείς του. Η εικόνα αυτή επιβεβαιώνεται από τις εκθέσεις του ΟΟΣΑ για την ευτυχία στο σχολείο, που φέρνουν τη Γαλλία στην 22η θέση σε σύνολο 25.

Ολα αυτά τα παιδιά φοβούνται ότι ένας κακός βαθµός θατα στιγµατίσει. Για τον λόγο αυτό, η AFEV αποφάσισε να ξεκινήσει εκστρατεία για την κατάργηση των βαθµών, τουλάχιστον στο δηµοτικό. Πρότυπό της είναι η Φινλανδία, πρώτη σε όλες τις διεθνείς αξιολογήσεις για την εκπαίδευση, όπου οι µαθητές αξιολογούνται για πρώτη φορά (χωρίς βαθµό)στα εννιά τους χρόνια και αρχίζουν να βαθµολογούνται µόνο µετά τα έντεκα. «Το δηµοτικό πρέπει να γίνει το σχολείο της συνεργασίας και όχι του ανταγωνισµού», αναφέρεται στο κείµενο, που δηµοσιεύεται στο σηµερινό τεύχος του Νουβέλ Οµπζερβατέρ. «Η εµµονή µε τους βαθµούς δηµιουργεί πολύ µεγάλη πίεση στο σχολείο και παγιδεύει σταδιακά τα παιδιά σε ένα φαύλο κύκλο αποτυχίας. Οι κακοί βαθµοί εισπράττονται ως τιµωρία και δεν αποτελούν µε κανέναν τρόπο τα κλειδιά για πιθανή πρόοδο».

Ηδη το κείµενο έχει υπογραφεί από προσωπικότητες όπως ο πρώην πρωθυπουργός Μισέλ Ροκάρ, ο νευροψυχίατρος Μπορίς Σιριλνίκ, οκοινωνιολόγος Φρανσουά Ντιµπέ, ο γενετιστής Αξέλ Καν, ο οικονοµολόγος Ερίκ Μορέν, ο συγγραφέας Ντανιέλ Πενάκ και ο Ερίκ Ντεµπαρµπιέ από το διεθνές Παρατηρητήριο για τη βία στο σχολείο. «Ο λόγος που υπογράφω», σηµειώνει ο τελευταίος, «είναι ότι έχω δουλέψει πολύ µε παιδιά που τα τσάκισε το σύστηµα τηςβαθµολογίας. Σκεφτείτε: από 25 “λάθη” σε κάθε σειρά στην αρχή του χρόνου, έφταναν στο τέλος στα 15! Απίστευτη πρόοδος δηλαδή… Και πάντα ο τρόµος του µηδενικού. Υπογράφω επίσης επειδή οι χώρες που πετυχαίνουν τόσο στον τοµέα των πνευµατικών επιτευγµάτων όσο και σε εκείνον της ευτυχίας στο σχολείο (και είναι οι ίδιες!) µας διδάσκουν ότι η σχολική δικαιοσύνη πρέπει να ενθαρρύνει και όχι να συντρίβει, να εξευτελίζει, να απορρίπτει, να ξεδιαλέγει».

Τετάρτη, Νοεμβρίου 17, 2010

H «χηµεία» της Χίλαρι




Είκοσι µαχητικά αεροσκάφη δώρο στο Ισραήλ για να παγώσει για ακόµη τρεις µήνες τον εποικισµό της ∆υτικής Οχθης; Μα τα έχουν πουλήσει όλα ο Οµπάµα και η κυβέρνησή του;

Αυτή είναι πράγµατι µία ανάγνωση των τελευταίων, και απ’ ό,τι φαίνεται σηµαντικών, εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Η ισραηλινή οργάνωση «Ειρήνη τώρα» δηµοσιεύει στοιχεία που δείχνουν ότι τις έξι τελευταίες εβδοµάδες οι εβραίοι έποικοι έβαλαν τα θεµέλια για 1.649 οικισµούς, όσους περίπου είχαν «παγώσει» στο δεκάµηνο µορατόριουµ που είχε προηγηθεί. Ανήσυχες για τις επιπτώσεις αυτής της οικιστικής φρενίτιδας στην ειρηνευτική διαδικασία, οι Ηνωµένες Πολιτείες αποφασίζουν να «δωροδοκήσουν» τον Νετανιάχου, προσφέροντάς του στρατιωτικό εξοπλισµό αξίας τρίων δισεκατοµµυρίων δολαρίων, συµπεριλαµβανοµένων 20 Στελθ, για να ανανεώσει για τρεις ακόµα µήνες το πάγωµα του εποικισµού στη ∆υτική Οχθη (αλλά όχι και στην Ανατολική Ιερουσαλήµ). Κι εκείνος απαντά ότι θέλει... γραπτές εγγυήσεις προκειµένου να θέσει σε ψηφοφορία αυτήν την πρόταση. Με άλλα λόγια, η πιο δεξιά κυβέρνηση που έχει υπάρξει τις τελευταίες δεκαετίες στο Ισραήλ, εξευτελίζει και εκβιάζει για άλλη µια φορά την υπερδύναµη.

Υπάρχει όµως και µια άλλη ανάγνωση. Σύµφωνα µε τον Ρότζερ Κόεν των «Νιου Γιορκ Τάιµς», το δύσκολο έργο της µεσολάβησης µεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων που προσπαθούσε µέχρι τώρα να φέρει σε πέρας ο Τζορτζ Μίτσελ βρίσκεται πλέον στα χέρια της Χίλαρι Κλίντον. Οπως λένε αξιωµατούχοι στην Ουάσιγκτον, την Ιερουσαλήµ και τη Ραµάλα, η αµερικανίδα υπουργός Εξωτερικών ανέλαβε – κατά παλιότερη δήλωση του συζύγου της – να «τελειώσει τη δουλειά του Ράµπιν». Η Χίλαρι έχει καλή «χηµεία» τόσο µε τον Νετανιάχου όσο και µε τον παλαιστίνιο πρωθυπουργό Σαλαάµ Φαγιάντ. Και δεν έχει καµιά σχέση µε τη Χίλαρι του 1999. Τότε, χαρακτήριζε την Ιερουσαλήµ «αιώνια και αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ». Σήµερα εκφράζει τη βαθειά της απογοήτευση για τα αντιπαραγωγικά οικιστικά σχέδια του Ισραήλ στην Ανατολική Ιερουσαλήµ. Αυτό που λέγεται ότι της άλλαξε τα µυαλά είναι ένα ταξίδι της στη Ραµάλα, τον Μάρτιο του 2009. «Στη διαδροµή βλέπαµε τους οικισµούς ναορθώνονται µπροστά µας µε µια γυµνή βιαιότητα», θυµάται ένας σύµβουλός της. «Επικρατούσε παγερή σιωπή. Κι όταν πλησιάσαµε στη Ραµάλα, είδαµε ξαφνικά εκείνους τους στρατιώτες µε τους µπερέδες. Είχαν τόσο επαγγελµατική συµπεριφορά, ώστε στην αρχή νοµίζαµε ότι ήταν Ισραηλινοί. Οµως όχι, ήταν Παλαιστίνιοι. Καταλάβαµε τότε ότι κάτι καινούργιο είχε γεννηθεί».

Και αυτό το καινούργιο ήταν ότι οι Παλαιστίνιοι σταµάτησαν να αυτοοικτίρονται και πήραν τις τύχες τους στα χέρια τους. Ακολούθησε η συνάντηση της Χίλαρι µε τον Φαγιάντ, τον περασµένο Σεπτέµβριο, που διήρκεσε πολύ περισσότερο του αναµενοµένου. Η αρχηγός του Στέιτ Ντιπάρτµεντ είχε πια πειστεί ότι οι Παλαιστίνιοι είναι σοβαροί. Το µπαλάκι είναι τώρα στην πλευρά του Ισραήλ. Εστω κι αν χρειάστηκε να το σπρώξουν µερικά αεροπλάνα.

Τρίτη, Νοεμβρίου 16, 2010

Ενας δηµοσιογράφος µε πολλούς εχθρούς




Αν στην Ελλάδα η «κοινωνία των πολιτών» εκδηλώνεται ψηφίζοντας αιρετικούς δηµάρχους, στη Ρωσία αφυπνίζεται από την κακοποίηση ενός δηµοσιογράφου.

Ο Ολεγκ Κασίν κατάγεται από το Καλίνινγκραντ κι έφτασε στη Μόσχα σε ηλικία 23 ετών. Η πρώτη του δουλειά ήταν σε έντυπα που διάκεινται φιλικά προς το Κρεµλίνο, απ’ όπου εξαπέλυε επιθέσεις σε πρόσωπα όπως η Αννα Πολιτκόφσκαγια, η δηµοσιογράφος που δολοφονήθηκε το 2006. «Λυπάµαι που θα απογοητεύσω τον ροµαντικό αναγνώστη», έγραψε, «αλλά δεν υπάρχει µια τόσο τροµακτική αλήθεια για χάρη της οποίας να µπορεί να σκοτωθεί ένας δηµοσιογράφος». Πριν από δύο χρόνια όµως, ο Κασίν άλλαξε στάση. Σταµάτησε να γράφει σε φιλοκυβερνητικά έντυπα, προσελήφθη στην εφηµερίδα Κοµερσάντ και στράφηκε εναντίον των ισχυρών. Οταν χρησιµοποίησε στο µπλογκ του έναν µειωτικό χαρακτηρισµό για τον 34χρονο Αντρέι Τουρτσάκ, κυβερνήτη του Πσκοφ και πρώην αρχηγό ενός κινήµατος νεολαίας του Κρεµλίνου, εκείνος του έδωσε προθεσµία 24 ωρών για να ζητήσει συγγνώµη. «Θεωρώ την προειδοποίησή σας προσβολή προς τον φεντεραλισµό, την κοινή λογική και άλλα πράγµατα ανάλογου χαρακτήρα» απάντησε ο δηµοσιογράφος. «Περιµένετε να απολογηθώ; Και τι θα γίνει δηλαδή αν δεν το κάνω;».

∆εν το έκανε. Και συνέχισε να δηµιουργεί εχθρούς. Εγραψε πύρινα άρθρα εναντίον των σκίνχεντ. Εξόργισε την αστυνοµία µε τα κείµενά του για τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στο Χίµκι, ένα προάστιο της Μόσχας, όπου πρόκειται να καταστραφεί ένα δάσος για να κατασκευαστεί ένας αυτοκινητόδροµος. Ωσπου, στις 6 Νοεµβρίου, ξυλοκοπήθηκε άγρια έξω από το σπίτι του από δύο τύπους και µεταφέρθηκε στο νοσοκοµείο σε κωµατώδη κατάσταση.

Πολλοί δηµοσιογράφοι, ακτιβιστές και άλλοι διαφωνούντες έχουν πληρώσει ως τώρα την τόλµη τους µε τη σωµατική τους ακεραιότητα, ακόµη και µε τη ζωή τους. Οπως επισηµαίνουν όµως οι Νιου Γιορκ Τάιµς, ο 30χρονος Κασίν ανήκει σε µια διαφορετική γενιά, που έχει άλλη σχέση απέναντι στην πολιτική, την τεχνολογία και τη ζωή. Οι άνθρωποι αυτοί είναι αλλεργικοί µε τα πολιτικά κόµµατα και τις διαδηλώσεις. Εχουν όµως σε περίοπτη θέση την ελευθερία του λόγου. Οταν έγινε λοιπόν γνωστή η περιπέτεια του Κασίν, η µπλογκόσφαιρα πήρε φωτιά. «∆ιαβάζω τα σχόλια ανθρώπων που ήταν µέχρι τώρα εντελώς απολίτικοι και µένω άναυδος» λέει ένας γνωστός µπλόγκερ, ο 34χρονος Αλεξέι Ναβάλνι. Προχθές έγινε και η πρώτη διαδήλωση στην Πλατεία Πούσκιν της Μόσχας. Ο κόσµος δεν ήταν πολύς, καµιά πεντακοσαριά άτοµα. Ηταν όµως µια παρακαταθήκη. Και µια υπόσχεση.

Τα τελευταία νέα είναι ευχάριστα. Ο Κασίν συνέρχεται, ζήτησε µάλιστα να του αφαιρέσουν την τεχνητή υποστήριξη. Οι επίδοξοι δολοφόνοι του δεν τα κατάφεραν. Θα υπάρξουν βέβαια κι άλλοι, όπως έγραψε µια φιλοκυβερνητική νεολαία στην ιστοσελίδα της «Οι δηµοσιογράφοι - προδότες θα τιµωρηθούν».

Δευτέρα, Νοεμβρίου 15, 2010

Οι φοιτητές έχουν δίκιο




Μια κυβέρνηση που περιλαµβάνει 18 εκατοµµυριούχους αποφασίζει να τριπλασιάσει τα πανεπιστηµιακά δίδακτρα, παρ' όλο που πολλά µέλη της είχαν δεσµευτεί προεκλογικά για το ακριβώς αντίθετο. Κι ύστερα ξαφνιάζεται που βγαίνει ο κόσµος στους δρόµους.

Ο Καρλ είναι 23 ετών, σπουδάζει στο London School of Economics (LSE)και εξηγεί στον απεσταλµένο της Ρεπούμπλικα γιατί πρωταγωνίστησε στις κινητοποιήσεις της περασµένης Τετάρτης. Ο τριπλασιασµός των διδάκτρων, λέει, εισάγει στην ανώτατη εκπαίδευση τη λογική του µάρκετινγκ, αφού στρέφει τους φοιτητές να διαλέγουν µαθήµατα προσανατολισµένα σε υψηλά αµειβόµενα επαγγέλµατα. Είναι ο µόνος τρόπος να µπορέσουν µια µέρα να αποπληρώσουν το δάνειο που έχουν πάρει για να σπουδάσουν. Για όσους θέλουν όµως να κάνουν κάτι στη ζωή τους που τους δίνει ευχαρίστηση, και όχι που τους κάνει πλούσιους, είναι η καταστροφή. Κάποτε έλεγαν ότι η Οξφόρδη είναι για όσους θέλουν να πλουτίσουν και το LSE για όσους ενδιαφέρονται για κοινωνικά θέµατα. Πέρυσι, όµως, χίλιοι φοιτητές του LSE έκαναν αίτηση να δουλέψουν στην Goldman Sachs.
Και φέτος, οι µισοί από τους καινούργιους φοιτητές δηλώνουν ότι θέλουν να γίνουν τραπεζίτες...

Ο Καρλ πηγαίνει στο Πανεπιστήµιο στις δέκα το πρωί και φεύγει τα µεσάνυχτα, µε ένα σύντοµο διάλειµµα το µεσηµέρι για να φάει κάπου κοντά. Στην παρατήρηση του δηµοσιογράφου ότι µάλλον διαφέρει από τους αµφισβητίες του ‘68, απαντά ότι το να παρακολουθεί µαθήµατα ή να µελετά στη βιβλιοθήκη είναι γι’ αυτόν, όπως και για τους περισσότερους συναδέλφους του, µια απόλαυση. Τώρα όµως διαπιστώνει ότι ο Κάµερον θέλει να ιδιωτικοποιήσει το Πανεπιστήµιο, όπως στην Αµερική. Γι’ αυτό βγήκε την περασµένη εβδοµάδα στους δρόµους. ∆εν έσπασε τζάµια, δεν άναψε φωτιές, είναι εναντίον της βίας. Αλλά δεν µπορεί να µην παρατηρήσει ότι µόνο άµα τα σπας ασχολούνται τα µίντια µαζί σου.

Οι φοιτητές έχουν δίκιο, λέει στην ιταλική εφηµερίδα ο κοινωνιολόγος Αντονι Γκίντενς, ιδεολόγος του «Τρίτου ∆ρόµου». Είναι αλήθεια ότι τα πανεπιστήµια χρειάζονται χρήµατα, κι ότι µέρος αυτών των χρηµάτων πρέπει να το πληρώνουν οι φοιτητές, αφού σε αντάλλαγµα λαµβάνουν µια εκπαίδευση υψηλού επιπέδου. Πρέπει να υπάρχει όµως µια ισορροπία ανάµεσα στους δηµόσιους και τους ιδιωτικούς πόρους. Ο Κάµερον, αντίθετα, θέλει να µηδενίσει τους πρώτους και να φορτώσει όλα τα έξοδα στην πλάτη των ιδιωτών. Ηθικά δεν είναι ορθό, αλλά και οικονοµικά είναι αντιπαραγωγικό: µια ευρεία πρόσβαση στο πανεπιστήµιο δηµιουργεί οφέλη από τα οποία βγαίνει κερδισµένη ολόκληρη η κοινωνία. Για τον Γκίντενς, αυτές οι διαδηλώσεις είναι η αρχή ενός καυτού φθινοπώρου. ∆εν µπορεί οι φοιτητές να πληρώνουν για τη σωτηρία εκείνων που προκάλεσαν το σηµερινό έλλειµµα, δηλαδή των τραπεζών. Που, παρεµπιπτόντως, συνεχίζουν να προκαλούν: η Μπάρκλεϊς ανακοίνωσε ότι τα φετινά της µπόνους θα φτάσουν τα 1,6 δισεκατοµµύρια λίρες, το ένα τρίτο δηλαδή των χρηµάτων που δαπανά κάθε χρόνο η κυβέρνηση για την πανεπιστηµιακή εκπαίδευση…

Σάββατο, Νοεμβρίου 13, 2010

«Αγανακτήστε!»




Ο τίτλος του ανθρώπου της εβδοµάδας στη Γαλλία θα µπορούσε άνετα να απονεµηθεί στον Νικολά Σαρκοζί, που αφού νίκησε όσους αντιστέκονταν στη συνταξιοδοτική µεταρρύθµιση πήγε όλος χαρά στη Σεούλ για να αναλάβει την προεδρία της G20. Ή στον Μισέλ Ουελµπέκ, που αφού κέρδισε το φετινό βραβείο Γκονκούρ έρχεται µεθαύριο στην Αθήνα µαζί µε τον Μπερνάρ-Ανρί Λεβί για να µιλήσουν στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Για τον διευθυντή του «Νουβέλ Οµπζερβατέρ», όµως, άνθρωπος της εβδοµάδας είναι χωρίς αµφιβολία ένας 93χρονος Γερµανοεβραίος που έλαβε µέρος στην Αντίσταση κατά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, επέζησε του Ολοκαυτώµατος και συνεργάστηκε στη σύνταξη της Οικουµενικής ∆ιακήρυξης των Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων. Τον λένε Στεφάν Χέσελ. Και πριν από λίγες ηµέρες κυκλοφόρησε ένα µικρό βιβλίο του µε τίτλο «Αγανακτήστε!».

Ενας από τους λόγους που ο Χέσελ έχει αγανακτήσει και καλεί κι εµάς να κάνουµε το ίδιο είναι ότι επέστρεψε από άλλο ένα ταξίδι του στη Γάζα. Εκεί είδε έναν λαό να υποφέρει για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η ασφυκτικήπολιορκία που έχει επιβάλει το Ισραήλ. Και ο δεύτερος, ο εθνικο-θρησκευτικός δεσποτισµός της Χαµάς, που εφαρµόζει στην περιοχή τον ισλαµικό νόµο. Οι γυναίκες, οι χριστιανοί και οι νέοι – η σειρά δεν είναι τυχαία – κάνουν ό,τι µπορούν για να φύγουν. ∆εν προσπαθούν να πάνε στην Ευρώπη ή στην Αµερική, αλλά στη Ραµάλα, που γνωρίζει κάποια ευηµερία χάρις στην ευρωπαϊκή βοήθεια. Στα σχολεία αυτής της παλαιστινιακής πόλης γίνονται µαθήµατα. Στα νοσοκοµεία της γίνονται εγχειρήσεις. Οι κάτοικοι δεν έχουνχάσει (ακόµα) όλες τους τις ελπίδες.

Η δουλειά των δηµοσιογράφων είναι να γράφουν γι’ αυτά που βλέπουν, που ακούνε και που διαβάζουν. Η δουλειά των πολιτικών είναι να βρίσκουν λύσεις στα προβλήµατα χωρίς να χώνουν το κεφάλι τους στην άµµο. Ενας ισραηλινός πρώην υπουργός, ο Σλόµο Μπεν-Αµί, είναι σαφής: ας µιλήσουµε µε τη Χαµάς! Αυτοί κατέχουν την εξουσία στη Γάζα, αυτοί χαίρουν µιας υψηλής δηµοτικότητας µεταξύ των Παλαιστινίων, δεν µπορούµε λοιπόν να τους αγνοούµε επειδή δεν µας αρέσουν οι απόψεις τους. Τον ακούει κανείς;

Παρασκευή, Νοεμβρίου 12, 2010

Μόνο οι ανόητοι δεν αλλάζουν




«Οι άνθρωποι δηµιουργούν τη δική τους ιστορία, αλλά όχι σε συνθήκες που επιλέγουν οι ίδιοι (…) Η παράδοση των νεκρών γενεών βαραίνει σαν εφιάλτης στα µυαλά των ζωντανών».

Ετσι αρχίζει η 18η Μπρυµαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη. Και το αριστούργηµα αυτό του Καρλ Μαρξ θυµήθηκε ο βρετανός δηµοσιογράφος Ντέιβιντ Ααρόνοβιτς, παρατηρώντας την πορεία δύο πολιτικών: του υιού Τζορτζ Μπους και του Τζιανφράνκο Φίνι. Ακόµη περισσότερο από την Ιστορία – γράφει στους Τάιµς – βαραίνει στα µυαλά µας η πραγµατικότητα. Οι πολιτικοί αναλαµβάνουν την εξουσία ισχυριζόµενοι ότι είναι ικανοί να αλλάξουν τον κόσµο. Κι ύστερα τούς αλλάζει αυτός. Μόνο οι πραγµατικά ανόητοι δεν αλλάζουν καθόλου.

Αντίθετα µε την κυρίαρχη άποψη, ο Τζορτζ Μπους ο νεώτερος δεν είναι ανόητος. Ούτε υπηρέτησε πιστά στις δύο θητείες του ένα συγκεκριµένο σχέδιο των νεοσυντηρητικών. Πριν εκλεγείγια πρώτη φορά το 2000,υποστήριζε πως τααµερικανικά στρατεύµατα έπρεπε να αποσυρθούν από τη Βοσνία και δεν έπρεπε να έχουν µεταβεί ποτέ στην Αϊτή. «∆εν νοµίζω πως ο ρόλος των Ηνωµένων Πολιτειών είναι να γυρίζουν τον πλανήτη και να λένε “έτσι πρέπει να είναι τα πράγµατα”» τόνισε στη δεύτερη τηλεοπτική του συζήτηση µε τον Αλ Γκορ. Εξι χρόνια αργότερα, και ύστερα από την τραυµατική εµπειρία της 11ης Σεπτεµβρίου, ήταν ένας διαφορετικός άνθρωπος. Σε µια συζήτηση που είχε το 2006 µε τον Τόνι Μπλερ έλεγε ότι οι ιδεολογικοί εχθροί της Αµερικής δεν είναι ο σοσιαλισµός ή το κράτος, αλλά ο αποµονωτισµός, ο προστατευτισµός και ο τοπικισµός. Το ίδιο επανέλαβε την περασµένη εβδοµάδαστους Τάιµς µε αφορµή την έκδοση της βιογραφίας του. Πόση σχέση έχει ο σηµερινός Μπους µε το Tea Party; Καµία.

Ο Τζανφράνκο Φίνι, πάλι, ξεκίνησε ως νεοφασίστας. Κάποιοι από τους συγγενείς του είχαν υπηρετήσει τον Ντούτσε και είχαν εκτελεστεί από τους παρτιζάνους. Το 1994είχε ακόµη στο γραφείο του µια προτοµή του Μουσολίνι και το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνηµα του οποίου ηγείτο ανήκε στην ίδια ευρωπαϊκή οµάδα µε το Εθνικό Μέτωπο του Λεπέν. Στη συνέχεια εντάχθηκε στον συνασπισµό του Μπερλουσκόνι ως η (ακρο)δεξιά τουπτέρυγα. Σιγά σιγά άρχισε να απορρίπτει τον Μουσολίνι, πέταξε την προτοµή και κινήθηκε προς το πολιτικό κέντρο του συνασπισµού. Κι όταν είδε ότιο Μπερλουσκόνι πέρασε τα όρια, δεν δίστασε να τον καταγγείλει και ναζητήσει την παραίτησή του. Σήµερα, ο «σύντροφος Φίνι» (όπως τον αποκαλεί ο φιλοκυβερνητικός Τύπος)είναι ο µεγαλύτερος εχθρός του Καβαλιέρε.

Θα µπορούσε βέβαιανα ισχυριστεί κανείς ότιο Μπους και ο Φίνι είναι απλώς οπορτουνιστές. Ισως. Αλλά την Ιστορία την γράφουν οι ιστορικοί, όχι οι ψυχαναλυτές.Και οι ιστορικοί ενδιαφέρονται για facts, hard facts.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 11, 2010

Το µοντέλο του iPhone




Το γεγονός ότι η Σύνοδος του G20 αρχίζει σήµερα στη Σεούλ έχει και ουσιαστικό, εκτός από συµβολικό, χαρακτήρα. Γιατί ούτε λίγο ούτε πολύ θα αποφασιστεί το αναπτυξιακό µοντέλο για τον 21ο αιώνα.

Οι Νοτιοκορεάτες έχουν µια ωραία ιδέα. Θέλουν να καταργηθεί η οµοιόµορφη προσέγγιση της ανάπτυξης που εφαρµόστηκε στις περισσότερες χώρες τις τελευταίες δεκαετίες και να υιοθετηθεί στη θέση της το «δυναµικό µοντέλο του iPhone», δηλαδή µια σειρά αναπτυξιακών εφαρµογών που θα στηρίζονται στις επιτυχηµένες εµπειρίες διαφόρων χωρών και θα επιλέγονται κατά περίπτωση. Το επιχείρηµά τους το παρουσίασε χθες στην «Γκάρντιαν» ο Χα-Τζουν Τσανγκ, που έχει γράψει το βιβλίο «23 Πράγµατα που δεν σας λένε για τον καπιταλισµό» και διδάσκει Οικονοµικά στο Πανεπιστήµιο του Κέµπριτζ. Μέσα σε µισό αιώνα, γράφει, το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδηµα στη χώρα του αυξήθηκε από 60 ευρώ (δηλαδή το µισό του εισοδήµατος της Γκάνας εκείνη την εποχή) σε 14.000 ευρώ (δηλαδή ίσο µ’ εκείνο της Πορτογαλίας και της Σλοβενίας). Πώς έφτασε σ’ αυτό το επίτευγµα η Νότια Κορέα; Ακολουθώντας µήπως τη λεγόµενη «συναίνεση της Ουάσιγκτον», δηλαδή την τριάδα άνοιγµα της οικονοµίας - απελευθέρωση - ιδιωτικοποιήσεις;

Οχι βέβαια. Η Νότια Κορέα έκανε ασφαλώς στο διάστηµα αυτό πράγµατα που οι περισσότεροι οικονοµολόγοι θεωρούν ότι είναι σηµαντικά για την οικονοµική ανάπτυξη. Προχώρησε δηλαδή σε επενδύσεις στις υποδοµές, την υγεία και την παιδεία. Εκτός από αυτά, όµως, έλαβε και ορισµένα µέτρα που η σηµερινή «µονόδροµη σκέψη» θεωρεί βλαβερά. Συνδύασε τον προστατευτισµό µε την επιδότηση των εξαγωγών. Επέβαλε αυστηρούς κανόνες στις άµεσες ξένες επενδύσεις. Ενίσχυσε τις κρατικές επιχειρήσεις. Ασκησε έλεγχο τόσο στις εγχώριες όσο και στις διεθνείς χρηµατοπιστωτικές της συναλλαγές. Προχώρησε σε µεταρρύθµιση της γης και άλλα µέτρα ανακατανοµής του πλούτου.

Οταν οι υποστηρικτές της «συναίνεσης της Ουάσιγκτον» ερωτώνται για τη νοτιοκορεατική περίπτωση, ισχυρίζονται ότι αποτελεί εξαίρεση. Οπως σηµειώνειόµωςο ΧαΤζουν Τσανγκ, οι περίοδοι της έντονης οικονοµικής ανάπτυξης των περισσότερων χωρών που ανήκουν στον G7 (και ιδιαίτερα της Βρετανίας, της Γερµανίας, της Γαλλίας, τηςΙαπωνίας καιτων Ηνωµένων Πολιτειών)βρίσκονται πολύ πιο κοντά στο κορεατικό µοντέλο απ’ ό,τι θα πίστευε κανείς. Μήπως λοιπόν η αναπτυξιακή προσέγγιση της Νότιας Κορέας δεν είναι και τόσο «ανορθόδοξη»;

Οι συζητήσεις που θα γίνουν αυτό το διήµερο στη Σεούλ έχουν κατά συνέπεια µεγάλο ενδιαφέρον. Και συνδέονται άµεσα µε την αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει στην Ευρώπη, αλλά και στις Ηνωµένες Πολιτείες, για το ποια είναι η καλύτερη πολιτική για το ξεπέρασµα της κρίσης. Λιτότητα και περικοπές, όπως θέλει η κυρίαρχη άποψη της τελευταίας 30ετίας, ή έµφαση στην ανάπτυξη, όπως υποστηρίζει µια σειρά «αιρετικών» οικονοµολόγων; Οι αποφάσεις που θα ληφθούν σήµερα θα επηρεάσουν άµεσα τις επόµενες γενιές.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 10, 2010

Η δηµοσιογραφία είναι αιώνια




Ποιο κοινό σηµείο έχουν οι µεταρρυθµίσεις του Οµπάµα και ο εορτασµός του έτους Σοπέν στην Πολωνία; Ή το φεστιβάλ των Καννών και η δίωξη της Αούνγκ Σαν Σούου Κίι;

Οτι κέντρισαν την περιέργεια του Φιλίπ Λαµπρό και ενέπνευσαν άρθρα του, που δηµοσιεύθηκαν τα τελευταία χρόνια στη Φιγκαρό και άλλες δεξιές εφηµερίδες της Γαλλίας. Και ότι περιλαµβάνονται στο βιβλίο του µε τον τίτλο «7.500 σηµάδια» που µόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Gallimard. Στα 74 χρόνια του, ο γάλλοςδηµοσιογράφοςσυγγραφέας αποφάσισε να κάνει έναν απολογισµό. Και να τον συνοδεύσει µε µια βαρύγδουπη δήλωση, κόντρα στο πνεύµα των καιρών και τις προβλέψεις των ειδικών: «∆εν πιστεύω στο τέλος της δηµοσιογραφίας».

Σε κάθε εποχή, λέει ο Λαµπρό σε συνέντευξήτου στη Μοντ, προβλέπουν ότι κάτι θα τελειώσει. Ο Μοντέν, για παράδειγµα, ανησυχούσε για το µέλλον της γλώσσας. Οπως όµως επανειληµµένως έχει προαναγγελθεί, και διαψευστεί, το τέλος του µυθιστορήµατος, έτσι θα διαψευστεί και το τέλος της δηµοσιογραφίας. Το γραπτό, το στυλ, ο τόνος,η γωνία προσέγγισης,έχουν κάτι τοαιώνιο. Είναιαλήθεια βέβαιαότι γύρω µας γίνεταιµια επανάσταση,οι ταµπλέτες τύπου iPad γίνονται όλο και πιο δηµοφιλείς, οιεφηµερίδες είναι υποχρεωµένες να το λάβουν υπόψη. Οι δηµοσιογράφοι όµως θα συνεχίσουν να γράφουν, να ενηµερώνουν, να κτίζουν.

Ο Λαµπρόδεν έχει σελίδα στο facebook, πιστεύει πολύ σε αυτό που λέγεται «µυστικός κήπος» και δεν είναι διατεθειµένος να τον µοιραστεί µε µερικές εκατοντάδες άτοµα. Αυτό δεν σηµαίνει όµως ότι δεν παρακολουθεί τις τάσεις της εποχής. Ούτε ότι απορρίπτει εκδοτικά σχήµατα που είναι δηµοφιλή στους νέους. Είναι, για παράδειγµα, σύµβουλος του οµίλου Bolloré, που εκδίδει µια εφηµερίδα η οποία διανέµεται δωρεάν. «Είναι αλήθεια ότι τα free press, που αποτελούν καινούργιο προϊόν, δεν αφήνουν πολύ χώρο στο γράψιµο το οποίο πρεσβεύω», τονίζει. «Και λοιπόν; Είναι αυτός λόγος για να µη συνυπάρχουν διάφορες µορφές δηµοσιογραφίας;».

Η ενεργή ενασχόλησή του µε τη δηµοσιογραφία δεν εµπόδισε τον Λαµπρό να γράψει αρκετά βιβλία (τέσσερα από αυτά κυκλοφορούν και στα ελληνικά). Αυτές οι δύο ασχολίες δεν αντιφάσκουν µεταξύ τους, τουλάχιστον όσον αφορά τη σχέση µε τον χρόνο; «Υπάρχει πράγµατι µια αντίφαση. Μην ξεχνάτε όµως ότι υπάρχει µια σχολή δηµοσιογράφων-συγγραφέων, που ξεκινά µε τους µεγάλους, τον Μπαλζάκ και τον Ζολά, και συνεχίζεται µε τον Χέµινγουεϊ, τον Σιµενόν, τον Κέσελ, τον Μέιλερ, τον Στάινµπεκ και τον Τοµ Γουλφ. Ολοι τους ασχολήθηκαν µε τα µεγάλα και τα µικρά γεγονότα, τους άνδρες και τις γυναίκες, το αίµα, το σεξ και τη βία. Ο Χέµινγουεϊ έλεγε ότι έπρεπε να σταµατήσει κάποια στιγµή τη δηµοσιογραφία γιατί υπήρχε κίνδυνος να χάσει τον “χυµό” του. Εγώ πάντως συνεχίζω και τα δύο…».

Τρίτη, Νοεμβρίου 09, 2010

Επεσε πηχτό σκοτάδι




Το 39% έφτασε η αποχή στον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών. Επιτέλους, γίναµε ∆ύση. Στο κάτω κάτω, το ποσοστό αυτό σηµαίνει ότι 61% των ελλήνων πολιτών έκαναν τον κόπο να προσέλθουν στις κάλπες.

Στις ενδιάµεσες εκλογές που έγιναν λίγες ηµέρες νωρίτερα στις Ηνωµένες Πολιτείες,ψήφισε µόνο το 41,5%. Στηνοµοσπονδιακή πρωτεύουσα µάλιστα, την Ουάσιγκτον, το ποσοστό συµµετοχής δενέφτασε ούτε το 30%. Και κανείς δεν αµφισβήτησε τη νοµιµότητα του νέου Κογκρέσου. Χρειάζεται µάλιστα µεγάλος κόπος για να εντοπίσει κανείς τη σχετική είδηση στον αµερικανικό Τύπο. Είναι αλήθεια ότι οι Αµερικανοί δεν τρελαίνονταν ποτέ µε τις ενδιάµεσες εκλογές. Στις προηγούµενες, η συµµετοχή ήταν ακόµη µικρότερη (40,4% το 2006 και 39,5% το 2002). Αισθητά καλύτερη είναι η εικόνα στις κανονικές εκλογές. Στην αναµέτρηση που ανέδειξε πρόεδρο τον Οµπάµα, το 2008, ψήφισε το 61,6% (έναντι 60,1% το 2004 και 54,2% το 2000). Κάποτε κοροϊδεύαµε αυτά τα ποσοστά, θεωρούσαµε ότι οι Αµερικανοί είναι απολίτικοι και ότι ο πρόεδρός τους δεν είναι και πολύ «νόµιµος». Πώς είναι δυνατόν, λέγαµε, να αποφασίζει για τις τύχες του κόσµου ένας άνθρωπος που δεν τον ψηφίζει ούτε ένας στους τρεις συµπατριώτες του; Ωσπου αρχίσαµε να βλέπουµε ανάλογα ποσοστά συµµετοχής και στην Ευρώπη. Χώρια που καταλάβαµε ότι ο αµερικανός πρόεδρος δεν αποφασίζει ακριβώς για τις τύχες του κόσµου...

Στις ευρωεκλογές του 2009, η συµµετοχή δεν ξεπέρασε το 43%. Το κεντρικό Κράτος αποδοκιµάζεται και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, επισηµαίνει ο ανταποκριτής της Λιµπερασιόν στις Βρυξέλλες. Στην Ευρώπη, η αποδοκιµασία αυτή λαµβάνει τη µορφή του ευρωσκεπτικισµού και του τοπικισµού (Φλάνδρα, Βόρεια Ιταλία, Χώρα των Βάσκων, Καταλωνία) ενώ στην Αµερική συνιστά αντίδραση στον οµοσπονδιακό χαρακτήρα του κράτους, όπως δείχνει η επιτυχία του Tea Party. Απέναντι στην κρίση, αλλά και γενικότερα στην παγκοσµιοποίηση, πολλοί οχυρώνονται πίσω από την εντοπιότητά τους, αρνούµενοι οποιαδήποτε έννοια αλληλεγγύης προς τους φτωχούς.

Αυτή η περιχαράκωση – σηµειώνει ο Ζαν Κατρµέρ – συνοδεύεται τόσο στην Αµερική όσοκαι στην Ευρώπη από την κατάρρευση της Αριστεράς, που αποδεικνύεται ανίκανη να προχωρήσει στην ιδεολογικήτης ανανέωση καινα επωφεληθεί από µια κρίση που δικαιώνει τις θέσεις της, και την άνοδο των λαϊκισµών. Το Tea Party είναιεξίσου ανησυχητικό µε το ουγγρικό συντηρητικό κόµµα του Βίκτορ Ορµπαν, έστω κι αν έχουν διαφορετικές ρίζες. Η προέλαση του λαϊκισµού έχει άµεσες επιπτώσεις στα κόµµατα πουκυβερνούν, είτε ανήκουν στη ∆εξιά είτε στηνΑριστερά, όπως δείχνουν τα κρούσµατα ξενοφοβίας σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ∆ύση εισέρχεται σε µια σκοτεινή περίοδο.Και η αποχήτων πολιτών από τα κοινά κάνει το σκοτάδι ακόµη πιο πηχτό.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 08, 2010

Εξυµνώντας τα σύνορα




Τα τελευταία αρκετά χρόνια, ο Ρεζίς Ντεµπρέ καταφέρνει µε κάθε του βιβλίο να προκαλεί αντιδράσεις, συζητήσεις, αντιπαραθέσεις. Το ίδιο θα συµβεί χωρίς αµφιβολία και µε το τελευταίο του.

«Ως καλός Ευρωπαίος, επιλέγω να εξυµνήσω αυτό που άλλοι καταδικάζουν: τα σύνορα ως εµβόλιο κατά της επιδηµίας των τειχών, φάρµακο στην αδιαφορία και σωτηρία της ζωντάνιας». Για άλλη µια φορά, ο πρώην σύντροφος του Τσε Γκεβάρα και σήµερα επιτυχηµένος «µεντιολόγος» (κακόηχη λέξη, αλλά τι να κάνουµε) πηγαίνει κόντρα στο ρεύµα, υπερασπιζόµενος µια έννοια που πολλοί πίστεψαν ότι θα χανόταν µαζί µε την παγκοσµιοποίηση. Και δεν το κάνει από τα δεξιά, από τη µεριά των ισχυρών, αλλά από τ'«αριστερά», από τη µεριά των φτωχών, των ευάλωτων και των αδυνάτων. «Αυτοί που έχουν ανάγκη από µια σαφή και καθαρή οροθέτηση είναι οι µη έχοντες», γράφει στο βιβλίο του Εγκώµιο των συνόρων που κυκλοφορεί αύριο από τις εκδόσεις Gallimard (αποσπάσµατα δηµοσιεύει στο τελευταίο του τεύχος το περιοδικό Μαριάν). «Μοναδικό τους κεφάλαιο είναι το έδαφός τους. Τα σύνορα είναι η κύρια πηγή εσόδων τους, αφού όσο πιο φτωχή είναι µια χώρα τόσο περισσότερο εξαρτάται από τους τελωνειακούς της δασµούς. Τα σύνορα εξισώνουν (έστω και κατ'ελάχιστο) άνισες δυνάµεις. Οι πλούσιοι πηγαίνουν όπου θέλουν, κουνώντας τα φτερά τους. Οι φτωχοί όπου µπορούν, κωπηλατώντας. Το αρπακτικό µισεί το οχύρωµα. Η λεία το αγαπά».

Ωστε έτσι λοιπόν. Να οχυρωθούµε µήπως και διασωθούµε. Να υψώσουµε τείχη για να πολεµήσουµε τις πολυεθνικές και τους φοροφυγάδες. Λιγότερο Κράτος σηµαίνει περισσότερη Μαφία, γράφει ο Ντεµπρέ. Σωστό: αλλά γιατί περισσότερο Κράτος - δηλαδή αυστηρή εφαρµογή των νόµων και κρατική παρέµβαση όταν χρειάζεται για τον σωφρονισµό των αγορών και την προστασία των αδυνάτων - σηµαίνει αναγκαστικά και περισσότερα σύνορα; Για τον συγγραφέα, ο ανθρωπιστικός «χωρίςσυνορ-ισµός» είναι ένα είδος ιµπεριαλισµού. Η νέα Ρώµη υιοθετεί το µότο της παλιάς, όπως το είχε διατυπώσει ο Οβίδιος: «Στους άλλους λαούς δόθηκαν περιορισµένα εδάφη. Αλλά η πόλη της Ρώµης και ο κόσµος έχουν την ίδια έκταση». Το ΝΑΤΟ καλύπτει πλέον τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία. Και «δικαιοσύνη χωρίς σύνορα» ήταν η αρχική ονοµασία που είχε δώσει η Ουάσιγκτον στην πρώτη πράξη του «πολέµου κατά της τροµοκρατίας», η οποία απέτυχε. Το «δικαίωµα στην επέµβαση» έχει γίνει το άρωµα µε το οποίο λούζεται η γηράσκουσα αυτοκρατορία της Δύσης. Το δίκαιό της ισχύει για όλους. Αλλά οι διεθνείς νόµοι δεν ισχύουν γι' αυτήν.

Είναι φανερό ότι ο Ντεµπρέ λύνει πολλούς λογαριασµούς µαζί. Το κοινό σηµείο ανάµεσα στον εγκληµατία, τον προφήτη και τον ψευτοδιανοούµενο - γράφει - είναι η κατάργηση των ορίων. Οι άνθρωποι αυτοί είναι επικίνδυνοι επειδή έχουν απάντηση σε όλα και αισθάνονται παντού σαν στο σπίτι τους. Σωστό κι αυτό: αλλά γιατί τα όρια ταυτίζονται µε τα σύνορα;

Σάββατο, Νοεμβρίου 06, 2010

Ο αξιότιµος κύριος Μπέινερ




Στην ταινία του Ελία Καζάν «Μια µορφή µέσα στο πλήθος» (1957), ένας φτωχός τυχοδιώκτης ονόµατι Λάρι Ρόουντς που κρατείται στις φυλακές του Αρκανσο δέχεται την επίσκεψη µιας νέας και όµορφης ραδιοφωνικής παραγωγού. Η τελευταία του ζητά να πει µια ιστορία στην εκποµπή της, όπου απλοί άνθρωποι µιλούν σε απλούς ανθρώπους. Εκείνος ξεσπά και τραγουδά, και παραληρεί, και ηθικολογεί. Το κλιπ γίνεται τεράστια επιτυχία, ο Λάρι αποκτά τη δική του εκποµπή κι αµέσως αρχίζουν να τον βοµβαρδίζουν µε προσφορές τα λόµπι. Αν διαφηµίσει τα προϊόντα τους, του λένε, θα τον λούσουν µε εκατοµµύρια. Αν πουλήσει όµορφα τις πολιτικές τους θέσεις, θα γίνει ακόµη πιο πλούσιος. Κι εκείνος υπακούει, άλλωστε ξέρει να µιλάει στους απλούς ανθρώπους, από αυτούς προέρχεται, αρχίζει λοιπόν να επιτίθεται στην κοινωνική ασφάλιση, τις συντάξεις και όλα εκείνα για τα οποία φορολογούνται οι πλούσιοι ώστε να επωφελείται το κοινωνικό σύνολο.

Αυτήν την ταινία θυµήθηκε ο Γιόχαν Χάρι της Ιντιπέντεντ ακούγοντας τις πρώτες δηλώσεις του Τζον Μπέινερ µετά τις ενδιάµεσες εκλογές της περασµένης Τρίτης. Ο επόµενος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων προέρχεται από µια φτωχή οικογένεια µε 12 παιδιά και έκανε τρεις δουλειές (µεταξύ των οποίων και θυρωρός) για να µπορέσει να σπουδάσει. Μόλις εξελέγη βουλευτής όµως, κατάλαβε ότι θα έβγαζε περισσότερα χρήµατα υπηρετώντας τα συµφέροντα των πλουσίων. Πήρε έτσι χρήµατα από τις ασφαλιστικές εταιρείες και ψήφισε εναντίον της µεταρρύθµισης του συστήµατος υγείας. Πήρε χρήµατα από τις εταιρείες όπλων και υποστήριξε όλους τους πολέµους. Το 1995, ενώ η Βουλή ετοιµαζόταν να απορρίψει την επιδότηση της καλλιέργειας καπνού, µοίρασε στους βουλευτές επιταγές από τις καπνοβιοµηχανίες και τους έπεισε να αλλάξουν γνώµη. Κι όταν κουραζόταν απ' όλα αυτά, επιβιβαζόταν στο ιδιωτικό τζετ ενός επιχειρηµατία και περνούσε µερικές ηµέρες σε κάποιο πολυτελές θέρετρο.

Τώρα λέει ότι θα σταθεί στο πλευρό των απλών Αµερικανών και θα αγωνιστεί για τη µείωση του ελλείµµατος που τους πνίγει. Και ποια θα είναι η πρώτη του δουλειά; Να αγωνιστεί ώστε να παραταθούν οι φοροαπαλλαγές της εποχής Μπους για το πλουσιότερο 2% των Αµερικανών, που από µόνες τους θα προσθέσουν δύο τρισεκατοµµύρια δολάρια στο έλλειµµα την επόµενη δεκαετία…

Παρασκευή, Νοεμβρίου 05, 2010

Πατριωτική δυσαρέσκεια




Θα θέλαµε και την άποψη ενός Φίλιπ Ροθ ή ενός Τζόναθαν Φράνζεν για την ήττα του Οµπάµα. Προς το παρόν ας αρκεστούµε σε τρεις αµερικανούς συγγραφείς που επίσης αγαπάµε πολύ.

«Το αποτέλεσµα των εκλογών µε ανησυχεί πολύ. Από τη µια πλευρά υπάρχει µια ατµόσφαιρα απογοήτευσης και δυσφορίας, κι από την άλλη αναδύονται αντιδραστικές τάσεις. Είµαι πραγµατικά ανήσυχος. Σε όλη µου τη ζωή δεν έχω δει ποτέ έναν εν ενεργεία πρόεδρο να τον µισεί τόσο πολύ η αντιπολίτευση, σε σηµείο που να εύχεται ακόµα και τον θάνατό του. Αλλά η ευθύνη δεν βαραίνει µονάχα τους Ρεπουµπλικανούς. Οι Δηµοκρατικοί είναι σήµερα αδύναµοι, δεν έχουν στόχους ούτε ιδεολογία, κι έτσι οι προοδευτικές θέσεις δεν διατυπώνονται πια από κανέναν. Αν κάποιος τις υποστήριζε, πιστεύω ότι η Αµερική θα τις δεχόταν, θα τις έκανε δικές της. Αλλά αυτός που επιβάλλει σήµερα το νόµο είναι η προπαγάνδα της Δεξιάς. Από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και µετά, η `κρατική παρέµβαση` και η `δηµόσια δαπάνη` έχουν γίνει κακές λέξεις».(Πωλ Ωστερ, στη «Ρεπούµπλικα»)

«Είναι πολύ νωρίς για να πούµε ποια Αµερική αντιπροσωπεύει ο Οµπάµα. Στις Ηνωµένες Πολιτείες, ξέρετε, πολλοί είναι αυτοί που τον εκτιµούν, αλλά υπάρχει κι ένα ισχυρό κύµα δυσαρέσκειας γι' αυτόν. Εδώ και δύο χρόνια, βλέπουµε δυσλειτουργίες, ακούµε διάφορες κριτικές, βλέπουµε τους οικονοµικούς του συµβούλους να τον εγκαταλείπουν λίγο πριν από µια σηµαντική εκλογική αναµέτρηση. Ενα είδος πατριωτικής δυσαρέσκειας. Πολλοί τον επικρίνουν: αυτοί που λένε ότι είναι µουσουλµάνος, εκείνοι που λένε ότι δεν είναι αµερικανός πολίτης. Τον επικρίνουν επειδή στην πραγµατικότητα δεν έχουν τίποτα συγκεκριµένο να του προσάψουν». (Ντον ΝτεΛίλλο, στην ιστοσελίδα Rue89)

«Τα Τea Ρarty έχουν γίνει η ορατή µάζα της ρεπουµπλικανικής γιορτής, ενσαρκώνουν τους στρατιώτες που πολεµούν καθοδηγούµενοι από µια υστερική οργή, µια οργή εναντίον των πάντων. Σ' ένα τέτοιο κλίµα υστερίας, ο Μπαράκ Οµπάµα είναι ο προφανής στόχος, γιατί γι' αυτούς είναι το σύµβολο της σοβαρής οικονοµικής κρίσης. Ο,τι και να κάνει, είναι ο διάβολος, ο κοµµουνιστής, ο µουσουλµάνος. Τα Τea Ρarty ενσαρκώνουν επίσης ένα είδος λευκής οργής εναντίον των Μαύρων και άλλων µειονοτήτων. Το χειρότερο απ' όλα, όµως, είναι ότι είναι οι µόνοι που διαπνέονται από ένα πραγµατικό πάθος. Ο Οµπάµα, από την πλευρά του, µοιάζει να στέκεται έξω από τα κυρίαρχα ρεύµατα, σχεδόν αποµονωµένος στον γυάλινο πύργο του. Αν ήταν ένας `φυσιολογικός` πρόεδρος θα είχε επιτεθεί στους Ρεπουµπλικανούς από την εποµένη της ορκωµοσίας του. Αλλά εκείνος προσπάθησε να τους εξευµενίσει. Θα ήθελα, πολλοί θα ήθελαν, να είχε κάνει περισσότερα για να σώσει τους Αµερικανούς της µεσαίας τάξης, ώστε να µη χάσουν τα σπίτια τους». (Τζέροµ Τσάριν, στη Rue89)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 04, 2010

Σηµείο καµπής




Η ιστορία µε την επικείµενη και διαρκώς αναβαλλόµενη εκτέλεση της Σακινέχ Μοχαµαντί Αστιάνι είναι βαθύτατα ενοχλητική, για να µην πούµε εµετική. Το ζήτηµα είναι πώς πρέπει να αντιδράσει ο πολιτισµένος κόσµος.

«Αν αγγίξουν έστω και µια τρίχα της Σακινέχ, κάθε διάλογος µε το Ιράν αυτοµάτως θα σταµατήσει». Αυτό δήλωσε ο Νικολά Σαρκοζί στον φιλόσοφο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, ο οποίος έχει ξεκινήσει στη Γαλλία µια εκστρατεία για τη σωτηρία της 43χρονης Ιρανής. Μάλιστα για να δείξει πόσο σοβαρά παίρνει την υπόθεση, έβαλε τον υπουργό Εξωτερικών να τηλεφωνήσει στον ιρανό οµόλογό του και να τον ρωτήσει αν πράγµατι επίκειται η εκτέλεση της Σακινέχ. Οχι, όχι, εξανέστη εκείνος. Αυτά είναι προπαγάνδα της Δύσης. Δεν έχουµε αποφασίσει πότε θα την εκτελέσουµε. Ούτε µε ποιον τρόπο. Και, εν πάση περιπτώσει, µην ανακατεύεστε. Δεν είναι δική σας δουλειά.

Αυτό που δεν έχει καταλάβει η Δύση - λέει στη Ρεπούµπλικα η Αζάρ Ναφίζι, συγγραφέας του «Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη» - είναι ότι βρισκόµαστε µπροστά σε κάτι που µοιάζει µε τον φασισµό ή τον σταλινισµό. Το θέµα δεν είναι λοιπόν (µόνο) να γίνει ένας αγώνας για τη σωτηρία ενός, δύο ή είκοσι ανθρώπων που έχουν καταδικαστεί σε θάνατο, αλλά να καταπολεµηθεί ο τρόπος µε τον οποίο επιβάλλονται οι νόµοι στο Ιράν, καθώς είναι νόµοι εναντίον των ανθρώπων. Το καθεστώς της Τεχεράνης είναι πανικόβλητο και συµπεριφέρεται µε βλακώδη τρόπο. Δεν πρέπει λοιπόν να σταµατήσουν οι αντιδράσεις. Γιατί η υπόθεση της Σακινέχ είναι ένα σηµείο καµπής. Και γιατί τα µεγαλύτερα εγκλήµατα διαπράττονται στη σιωπή.

Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να εµποδιστεί ο πρόεδρος Αχµαντινεζάντ να µιλά σε διεθνείς συνελεύσεις, λέει η Ναφίζι, που διδάσκει στο Πανεπιστήµιο Τζον Χόπκινς της Ουάσιγκτον και τον περασµένο Ιούλιο ήταν από τους πρωτεργάτες της πρωτοβουλίας FreeSakineh.org (359.000 υπογραφές µέχρι χθες το βράδυ). Οι κυρώσεις πρέπει να συνδεθούν περισσότερο µε τα ανθρώπινα δικαιώµατα παρά µε τα πυρηνικά. Αλλωστε, αν δεν λυθεί το θέµα των δικαιωµάτων, δεν θα υπάρξει λύση για τα πυρηνικά. Πολύ σηµαντικό επίσης είναι να συνεχιστεί η αλληλεγγύη προς τους Ιρανούς που διώκονται επειδή εξαναγκάστηκαν να οµολογήσουν µια µοιχεία ή επειδή διάβασαν ένα βιβλίο που δεν αρέσει στο καθεστώς. Ναι, κάποιοι άνθρωποι βρίσκονται σήµερα στη φυλακή επειδή διάβαζαν Μαξ Βέµπερ ή Καρλ Πόπερ.

Ανάµεσα στη Σακινέχ και στη Νεντά, την κοπέλα που σκοτώθηκε πέρυσι κατά τη διάρκεια αντικυβερνητικής διαδήλωσης, υπάρχουν πολλές διαφορές, καταλήγει η ιρανή συγγραφέας. Για να υπερασπιστούν όµως γυναίκες όπως η Σακινέχ, καταλήγουν στη φυλακή ή χάνουν τη ζωή τους ακτιβίστριες όπως η Νεντά. Γι' αυτό πρέπει ο αγώνας να συνεχιστεί.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 03, 2010

Η δηµοκρατία είναι πεδίο µάχης





«Δηµοκρατία είναι ένα σύστηµα όπου οι κυβερνώντες χάνουν τις εκλογές»: ένας απλός, αλλά αξιοµνηµόνευτος ορισµός, από ένα σηµαντικό πολωνό διανοούµενο.

Γεννηµένος στη Βαρσοβία το 1940, ο Ανταµ Πσέβορσκι εγκατέλειψε το 1961 τη χώρα του για τις Ηνωµένες Πολιτείες, όπου διδάσκει σήµερα πολιτικές επιστήµες στο Πανεπιστήµιο της Νέας Υόρκης. Πολυγραφότατος (το βιβλίο του «Δηµοκρατία και Αγορά» κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Ευριπίδης), έλαβε φέτος από το Πανεπιστήµιο της Ουψάλας το βραβείο Johan Skytte, που θεωρείται το Νοµπέλ της πολιτικής επιστήµης. Μια από τις βασικές του καινοτοµίες είναι η χρησιµοποίηση της θεωρίας των παιγνίων για τη διατύπωση µιας νέας γενικής θεωρίας της δηµοκρατίας. Εξηγώντας για παράδειγµα στην εφηµερίδα «Gazeta Wyborcza» το πέρασµα της Πολωνίας στη δηµοκρατία, στα τέλη της δεκαετίας του '80, µιλά για µια σύγκρουση ανάµεσα στους σκληροπυρηνικούς του Κοµµουνιστικού Κόµµατος, τους µεταρρυθµιστές και τη δηµοκρατική αντιπολίτευση. Ο καθένας ήθελε κάτι διαφορετικό. Ολοι ήξεραν όµως λίγο - πολύ αυτά που οι άλλοι ήξεραν και µπορούσαν να κάνουν, και προσπάθησαν να καταλάβουν τι θα συνέβαινε αν έκαναν το ένα ή το άλλο. Τελικά έκαναν αυτό που θεώρησαν καλύτερο γι' αυτούς, ξεκινώντας από την ιδέα ότι οι άλλοι θα ανταποκρίνονταν.

Στη θεωρία των παιγνίων, αυτό αποκαλείται equilibrium (που δεν είναι το ίδιο µε την ισορροπία, αλλά δεν µπορεί να µεταφραστεί διαφορετικά). Η σταθερότητα των πολιτικών θεσµών απορρέει από το γεγονός ότι βρίσκονται σε µια τέτοια κατάσταση: οι πολίτες τούς δέχονται γιατί γνωρίζουν ότι παραβιάζοντας τους κανόνες δεν θα βελτιώσουν την κατάστασή τους. Αυτός είναι ο λόγος που σε ένα δηµοκρατικό σύστηµα το κόµµα που χάνει τις εκλογές παραδίδει την εξουσία. Θα µπορούσε να µην το κάνει και να προκαλέσει µια πολιτική σύγκρουση. Η λύση αυτή, όµως, είναι δαπανηρή και οι επιπτώσεις της είναι αβέβαιες. Είναι καλύτερα λοιπόν να περάσει στην αντιπολίτευση και να διεκδικήσει την εξουσία στις επόµενες εκλογές. Με τον τρόπο αυτό, η δηµοκρατία γίνεται ένα σύστηµα που αυτοσυντηρείται.

Και οι αξίες που εγγυάται η δηµοκρατία; Η ισότητα απέναντι στον νόµο, η προστασία του ατόµου από τη βία της πλειοψηφίας; «Ολα αυτά είναι σωστά», λέει ο Πσέβορσκι, που µόλις ολοκλήρωσε µια συγκριτική µελέτη 135 χωρών την περίοδο 1950-1990. «Η δηµοκρατία δεν είναι όµως ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο όπου ο καθένας βρίσκει το δώρο του. Είναι ένα πεδίο µάχης. Ενα σύστηµα που διαχειρίζεται τις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις. Και βρίσκει λύσεις - µε την προϋπόθεση ότι αυτές οι λύσεις είναι προσωρινές. Το αν οι άνθρωποι είναι ίσοι ή ευτυχισµένοι δεν εξαρτάται από το σύστηµα, αλλά από τη συµπεριφορά των ανθρώπων και τους στόχους τους. Η δηµοκρατία δεν λέει "όλοι είναι ίσοι", αλλά "δεν κάνω διάκριση".

Δεν ακυρώνει τις κοινωνικοοικονοµικές ανισότητες, τις αγνοεί. Με αυτή την έννοια, οι ανισότητες αποτελούν το προπατορικό αµάρτηµα της δηµοκρατίας».

Τρίτη, Νοεμβρίου 02, 2010

Να σας συστήσουµε το Τea Ρarty





Ο θριαµβευτής των σηµερινών ενδιάµεσων εκλογών στις Ηνωµένες Πολιτείες θα είναι πιθανότατα το Τea Ρarty. Και για να καταλάβουµε τι εστί Τea Ρarty, θα πρέπει να γνωρίσουµε το ζεύγος Ράκοβιτς.

Η Μέρι Ράκοβιτς αισθάνθηκε για πρώτη φορά ότι χάνει τη χώρα της στις αρχές του 2008, όταν η µάχη µεταξύ Οµπάµα και Χίλαρι για το χρίσµα των Δηµοκρατικών ήταν στο φόρτε της. Τα κανάλια µετέδιδαν αποσπάσµατα των κηρυγµάτων του αιδεσιµότατου Τζερεµάια Ουάιτ (πρώην πάστορα του Οµπάµα), επιµένοντας στη φράση «Ανάθεµα την Αµερική!». Η 53χρονη Μέρι, που είχε πρόσφατα χάσει τη δουλειά της στην Τζένεραλ Μότορς και είχε µετακοµίσει µε τον σύζυγό της στη Φλόριντα, άρχισε για πρώτη φορά στη ζωή της να σερφάρει στο Ιnternet. Εκεί έµαθε ότι ο Οµπάµα µάλλον δεν γεννήθηκε στην Αµερική.Κι ότι µάλλον είναι κρυπτοµουσουλµάνος. Σήµερα δεν έχει πια καµιά αµφιβολία: «Ο Οµπάµα είναι ο λιγότερο αµερικανός πρόεδρος που είχαµε ποτέ».

Ο Ρον Ράκοβιτς έχασε κι αυτός τη δουλειά του στην Τζένεραλ Μότορς, σε διαφορετική µέρα από τη γυναίκα του. Οπως κι εκείνη, έλαβε κι αυτός εντολή να αδειάσει το γραφείο του µέσα σε λίγα λεπτά από την κοινοποίηση της απόλυσής του. Σήµερα ζουν σ' ένα προκατασκευασµένο σπίτι ανάµεσα στα νερά και τα δέντρα, στο Σίνταρ Κι της Φλόριντας. Μια προειδοποιητική πινακίδα που γράφει «Δεύτερη Τροπολογία» ενηµερώνει τον επισκέπτη ότι οι ένοικοι φέρουν όπλα. Η Σεβρολέτ της Μέρι είναι καλυµµένη µε αυτοκόλλητα που γράφουν: «Νοµιµοποιήστε το Σύνταγµα!», «Εµβρυο στο αυτοκίνητο!», «Η Αµερική ιδρύθηκε από δεξιούς εξτρεµιστές!». Το ζεύγος απεχθάνεται τα ΜSΜ (mainstream media) και ενηµερώνεται αποκλειστικά από την εκποµπή του Γκλεν Μπεκ στο Fox Νews, τα κηρύγµατα του ραδιοφωνικού παραγωγού Ρας Λίµπο και τις ιστοσελίδες του Τea Ρarty.

Τον Φεβρουάριο του 2009 η Μέρι πήγε στην πρώτη της διαδήλωση, σ'ένα στάδιο του Φορτ Μάιερς, όπου ο Οµπάµα ανέλυε το σχέδιο για την ανάκαµψη της οικονοµίας που είχε µόλις ψηφιστεί από το Κογκρέσο. Κρατούσε ένα πλακάτ που έγραφε «Δουλειές, όχι ρουσφέτια!». Και φώναζε συνθήµατα µαζί µε άλλα δύο άτοµα. Ολο την αποµάκρυνε η ασφάλεια κι όλο εκείνη πλησίαζε ξανά. Κάποια στιγµή βρέθηκε µπροστά στην κάµερα του Fox Νews. «Ο Οµπάµα οδηγεί την Αµερική στη χρεοκοπία!» φώναξε. Μιλώντας σήµερα στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιµς», παραδέχεται γελώντας πως εκείνη την ηµέρα έλεγε ό,τι της κατέβαινε. Μερικές ηµέρες αργότερα, στις 19 Φεβρουαρίου 2009, ο παρουσιαστής του CΝΒC Ρικ Σαντέλι έγινε ο πρώτος που έδωσε όνοµα στις ανησυχίες του ζεύγους Ράκοβιτς και εκατοµµυρίων ακόµη οµοϊδεατών τους. Αντιδρώντας στην έκκληση του Οµπάµα να σταµατήσει το κύµα των εξώσεων, κραύγασε: «Πόσοι θέλουν να πληρώσουν για το δάνειο του γείτονα, ο οποίος θέλει να έχει ένα µπάνιο παραπάνω; Να σηκώσουν το χέρι τους! Πρόεδρε ακούς; Είναι ώρα για ένα νέο Τea Ρarty!». Κάπως έτσι γράφεται η Ιστορία.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 01, 2010

Ο σύγχρονος µακαρθισµός





Ο ένας αναλυτής αποκαλεί τη χώρα «Παραλογιστάν». Ο άλλος µιλά για «παρανοϊκή τρέλα». Σ' αυτές τις συνθήκες, τι ακριβώς πρέπει - ή µπορεί - να κάνει ο Μπαράκ Οµπάµα;

Εχουµε και λέµε. Η υπερθέρµανση του πλανήτη δεν υπάρχει. Η Γουόλ Στριτ διακατέχεται από καλές προθέσεις. Ο αµυντικός προϋπολογισµός είναι κάτι ιερό. Ο σιδηρόδροµος µεγάλης ταχύτητας είναι ένα κόλπο των σοσιαλιστών. Τα µικρά αυτοκίνητα είναι άβολα και άχρηστα. Η κόκα-κόλα και το Βig Μac δεν παχαίνουν. Οι πλούσιοι πληρώνουν πολλούς φόρους. Οι επιχειρήσεις πληρώνουν πολλούς φόρους. Η µείωση της φορολογίας είναι ο κινητήρας της ανάπτυξης. Ο σηµερινός πρόεδρος δεν είναι χριστιανός, αλλά µουσουλµάνος, και θέλει να κάνει την Αµερική µαρξιστική. Ο άνθρωπος στη σηµερινή του µορφή δηµιουργήθηκε από τον Θεό πριν από 10.000 χρόνια. Η Δευτέρα Παρουσία θα έχει γίνει το αργότερο µέχρι το 2050.

Τα παραπάνω αποτελούν πεποίθηση ενός σηµαντικού ποσοστού Αµερικανών (τα περί Δευτέρας Παρουσίας, για παράδειγµα, τα πιστεύει ένα 40%, που φτάνει το 60% στις τάξεις των λευκών ευαγγελικών προτεσταντών). Και οι εννιά Σοφοί του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακολουθούν. Σύµφωνα µε τον µακροβιότερο εξ αυτών, τον Αντονιν Σκάλια, «το Σύνταγµα δεν υποχρεώνει το Ανώτατο Δικαστήριο να απαγορεύσει την εκτέλεση ενός θανατοποινίτη που κατόρθωσε να αποδείξει σε ένα δικαστήριο την αθωότητά του». Πριν από δύο χρόνια, γράφει ο ανταποκριτής του Νουβέλ Οµπζερβατέρ, όταν η χώρα τους λεγόταν ακόµη Ηνωµένες Πολιτείες, οι Παράλογοι έδωσαν ένα µάθηµα τόλµης και δηµοκρατίας στον υπόλοιπο πλανήτη, εκλέγοντας πρόεδρο έναν άγνωστο µιγάδα που ο παππούς του ήταν βοσκός στην Κένυα. Σήµερα, τον κατηγορούν ότι είναι ρατσιστής (42%), αντιαµερικανός (41%) και ενδεχοµένως ο ίδιος ο Αντίχριστος (24%). Αλλά ευτυχώς ο παραλογισµός δεν είναι ανίατη ασθένεια. Ο Οµπάµα έχει δύο χρόνια µπροστά του για να τη γιατρέψει.

Κι εκείνος, βέβαια, δεν είναι άµοιρος ευθυνών. Σύµφωνα µε τον Σάιµον Σάµα των Φαϊνάνσιαλ Τάιµς, το µεγαλύτερό του λάθος µέχρι στιγµής είναι ότι δεν προστάτευσε την εξουσία του. Πέτυχε σηµαντικά πράγµατα αυτή τη διετία (εξασφάλισε, για παράδειγµα, ιατρική περίθαλψη σε 11 εκατοµµύρια παιδιά που µέχρι τώρα τη στερούνταν), αλλά δεν µπόρεσε να τα υπερασπιστεί. Αυτό που πρέπει να κάνει µετά την προαναγγελθείσα αυριανή του ήττα είναι να πετάξει τον Πλάτωνα που έχει µέσα του και να επιστρατεύσει τον εσωτερικό του Μακιαβέλλι. Οταν η Σάρα Πέιλιν λέει ότι το νοµοσχέδιο για τη µεταρρύθµιση της υγείας κατασκευάζει «επιτροπές θανάτου», πρέπει να την αποκαλεί αυτό που είναι: ψεύτρα. Απέναντι στον σύγχρονο µακαρθισµό, πρέπει να υψώσει το ανάστηµά του και να αντεπιτεθεί. Μόνο έτσι θα ξαναδώσει ελπίδα στα εκατοµµύρια των Αµερικανών που καταστράφηκαν από τον καπιταλισµό του καζίνου. Και θα ξαναγίνει ο Οµπάµα που γνωρίζαµε και εµπιστευόµασταν.