Παρασκευή, Οκτωβρίου 31, 2008

Το φάσμα του ρατσισμού




«Εθνικό δημοψήφισμα για τον ρατσισμό», έτσι χαρακτήρισε ένας Αμερικανός αρθρογράφος τις εκλογές της ερχόμενης Τρίτης.

Και είναι αλήθεια ότι μόνο εξαιτίας του χρώματος του δέρματός του θα μπορούσε πλέον να χάσει ο Ομπάμα την προεδρία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τις τελευταίες ημέρες ο Τζον ΜακΚέιν και η Σάρα Πέιλιν έχουν ρίξει όλο το βάρος τους στην Πενσυλβάνια, μια πολιτεία που στις τέσσερις τελευταίες αναμετρήσεις ανέδειξε νικητές τους Δημοκρατικούς. Παίζοντας με το χρώμα του αντιπάλου τους, οι υποψήφιοι του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ελπίζουν να γοητεύσουν τη λευκή εργατική τάξη της πολιτείας και να αρπάξουν την τελευταία στιγμή τους 21 εκλέκτορές της, δίνοντας νέο ενδιαφέρον στη μάχη.

Η δουλεία καταργήθηκε επισήμως στις Ηνωμένες Πολιτείες πριν από 143 χρόνια. Μόλις πριν από μισό αιώνα, όμως, οι μαύροι εξακολουθούσαν να θεωρούνται πολίτες δεύτερης κατηγορίας: έπρεπε να παραχωρούν τη θέση τους στα μέσα μεταφοράς, απαγορευόταν η είσοδός τους στα εστιατόρια, δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τους αγώνες των Detroit Τigers από τις κερκίδες. Το Εθνικό Κέντρο Δημοσκοπήσεων έθεσε το 1944 το ερώτημα κατά πόσον οι μαύροι πρέπει να έχουν ίσες ευκαιρίες με τους λευκούς στην αναζήτηση εργασίας. Το 55% των ερωτηθέντων απάντησε ότι προηγούνται οι λευκοί και μόνο αν δεν τους ενδιαφέρει μια δουλειά μπορούν να την πάρουν οι μαύροι.

Από τότε έχουν αλλάξει πολλά. Είναι αρκετό να σκεφθεί κανείς ότι οι δύο τελευταίοι υπουργοί Εξωτερικών (σε μια ρεπουμπλικανική μάλιστα κυβέρνηση) ήταν μαύροι. Ωστόσο οι φυλετικές προκαταλήψεις παραμένουν, ακόμη και στο θεωρητικά πιο προοδευτικό κομμάτι της Αμερικής. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του Δημοκρατικού Κόμματος έχει αρνητικά συναισθήματα για τους μαύρους, καθώς θεωρεί ότι έχουν τάση προς την τεμπελιά, τη βία και την ανευθυνότητα. Δημοσκόπηση του Ασοσιέιτεντ Πρες έδειξε ότι 17% των λευκών που διάκεινται συμπαθώς προς το Δημοκρατικό Κόμμα θα ψηφίσει ΜακΚέιν και ότι το ποσοστό του Ομπάμα θα ανέβαινε αυτομάτως κατά 7 μονάδες αν ήταν λευκός.

Το φυλετικό ζήτημα είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει την ψήφο μεγάλου αριθμού Αμερικανών. Όπως έγραφε όμως την περασμένη εβδομάδα ο Ματ Μπέι στο «Νew Υork Τimes Μagazine», το κρίσιμο ερώτημα είναι αν θα την επηρεάσει καθοριστικά. Με την προσέλευση των μαύρων ψηφοφόρων να αναμένεται τουλάχιστον κατά 5% μεγαλύτερη σε σχέση με το 2004 (ήταν 60%, έναντι 67% των λευκών) και με το 90% από αυτούς να ψηφίζουν Ομπάμα, ενδέχεται οι ψήφοι που θα κερδίσει ο τελευταίος χάρη στο χρώμα του να είναι περισσότερες από εκείνες που θα χάσει. Υπό έναν όρο: να πάει εξίσου καλά με τον Τζων Κέρυ μεταξύ των λευκών ψηφοφόρων σε μερικές από τις «κόκκινες» πολιτείες που θέλει να κατακτήσει- κυρίως στη Βιρτζίνια και τη Βόρεια Καρολίνα.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 29, 2008

Σαν τις γυναίκες που δεν φλερτάραμε ποτέ




«Ένα βιβλίο που δεν γράφτηκε ποτέ είναι κάτι παραπάνω από ένα κενό. Είναι μια από τις ζωές που δεν μπορέσαμε να ζήσουμε. Ένα από τα ταξίδια που δεν μπορέσαμε να κάνουμε. Είναι το βιβλίο που ίσως να μας είχε επιτρέψει να αποτύχουμε καλύτερα».

Η αίθουσα στο Μιλάνο όπου παρουσιάστηκε την περασμένη Παρασκευή το τελευταίο βιβλίο του Τζωρτζ Στάινερ με τίτλο «Τα βιβλία που δεν έγραψα», ήταν κατάμεστη. Ο συγγραφέας, κοντά στα ογδόντα πια, μιλούσε με πάθος για όλα εκείνα τα θέματα που δεν έχει προλάβει (ακόμη) να πιάσει, τον ρόλο του φθόνου στη λογοτεχνία, τις γλώσσες του έρωτα, την εμμονή της ιδιωτικότητας, την εβραϊκή ταυτότητα, την αγάπη για τα ζώα όταν ξεπερνά την αγάπη για τους ανθρώπους. «Το βιβλίο που δεν γράφτηκε συνοδεύει εκείνα που, αν και το θέλαμε, δεν έχουν ολοκληρωθεί σαν μια δραστήρια σκιά, είρων και ταυτόχρονα θλιμμένη. Η φιλοσοφία διδάσκει ότι η άρνηση παίζει αποφασιστικό ρόλο, οι συνέπειές της είναι απρόβλεπτες...».

Ο Κλάουντιο Μάγκρις, που ήταν κι αυτός εκεί για να τιμήσει τον κοσμοπολίτη συνάδελφό του, παρομοίασε τα βιβλία που δεν γράψαμε με τις γυναίκες που θελήσαμε, που θα μπορούσαμε να έχουμε φλερτάρει, αλλά που για μια σειρά από λόγους δεν το κάναμε. «Δεν πρόκειται φυσικά για έναν κατάλογο των γυναικών με τις οποίες δεν ερωτοτροπήσαμε ποτέ. Αλλά για εκείνες που κατέχουν μια θέση στη μνήμη μας. Που μετανιώσαμε για το ότι δεν τολμήσαμε, ίσως επειδή μπορεί και να τα είχαμε καταφέρει». Είναι σαν εκείνο το ταξίδι στον Βόρειο Πόλο που μας δόθηκε κάποτε η ευκαιρία να κάνουμε, αλλά την τελευταία στιγμή κάτι χάλασε. Τα μέρη που δεν έχουμε πάει είναι χιλιάδες, ο Βόρειος Πόλος δεν είναι το πιο προφανές, κι όμως αυτή η χαμένη εμπειρία έχει μείνει στη μνήμη μας.

«Στα 18 μου», πήρε τη σκυτάλη ο τρίτος εκ των ομιλητών, ο Ουμπέρτο Εκο, «ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για τον Αβελάρδο. Είχα διαβάσει πολύ, είχα γράψει αρκετές σελίδες, αλλά δεν ολοκλήρωσα ποτέ το βιβλίο. Ίσως επειδή έπρεπε να ταυτιστώ με τον φιλόσοφο- κι εκείνος ήταν ευνουχισμένος». Ένα άλλο βιβλίο που ονειρευόταν πάντα να γράψει είναι οι «Αναμνήσεις ενός πιανίστα του πιάνο-μπαρ». Ή «Η τελευταία ημέρα του Ιούδα». Ή η αφήγηση εκείνης της νύχτας που έριξαν μια γυμνή πόρνη στο δωμάτιο του Θωμά του Ακινάτη για να τον δοκιμάσουν. Κι εκείνος, αντί να της πει με ήρεμο τρόπο να φύγει, την κυνήγησε με βίαιο τρόπο, γιατί όσο ήταν ακόμη νέος πλημμύριζε από πάθη... Αστειευόμενος, ο Έκο κατηγόρησε τον Στάινερ ότι τον αντιγράφει- προηγούμενος όμως κατά δέκα χρόνια. Αυτός που προηγείται όλων, βέβαια, είναι ο Μπόρχες. «Η δόξα μου», είχε πει ο μέγας Αργεντίνος, «δεν είναι τα βιβλία που έχω γράψει, αλλά εκείνα που έχω διαβάσει».

Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2008

Το αόρατο χέρι δεν υπάρχει




Δύσκολη, και πολύ κρίσιμη, είναι η εβδομάδα που αρχίζει για τις μεγάλες διεθνείς χρηματαγορές, οι οποίες έχουν χάσει τη μισή κεφαλαιοποίησή τους από τις αρχές του χρόνου. Συνολικά, έχουν «εξαφανιστεί» 25 τρισεκατομμύρια δολάρια, δύο φορές το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

Σύμφωνα με το αισιόδοξο σενάριο, η σημερινή κρίση μπορεί να περιγραφεί με το γράμμα V: πτώση, και αμέσως μετά άνοδος. Ο Νουριέλ Ρουμπινί όμως, ο καθηγητής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης που προέβλεψε την κρίση, θεωρεί ότι δύο άλλα γράμματα του λατινικού αλφαβήτου ίσως να αποδειχθούν ακριβέστερα: το U (πτώση, παραμονή για λίγο σε χαμηλό επίπεδο και στη συνέχεια άνοδος) ή, ακόμη χειρότερα, το L (πτώση και λήθαργος για μεγάλο χρονικό διάστημα). Όποια και αν είναι η μαθηματική απεικόνιση της κρίσης, πάντως, το μόνο σίγουρο είναι ότι τα θύματά της πολλαπλασιάζονται: τράπεζες χρεοκοπούν ή εθνικοποιούνται, εργοστάσια κλείνουν, χιλιάδες άνθρωποι χάνουν τη δουλειά τους. Η εμπιστοσύνη στο σύστημα καταρρέει, δίνοντας τη θέση της στον φόβο.

Ένα άλλο θύμα της κρίσης, παρατηρεί ο Ισπανός δημοσιογράφος Χοακίν Εστεφανία στην Ελ Παΐς, είναι ο τρόπος προσέγγισης του κόσμου. Ώς και πριν από ενάμιση χρόνο, η κρατούσα άποψη ήταν ότι ο πλανήτης είχε εγκατασταθεί για τα καλά στον λεγόμενο κύκλο Κοντράτιεφ, μια μακρά περίοδο ευημερίας που οφειλόταν στη σύγκλιση των νέων τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας με την επιχειρηματική ελαστικότητα και τη χρηματοπιστωτική καινοτομία. Οι λέξεις της μόδας ήταν «απορρύθμιση» και «αυτορρύθμιση». Το κράτος δεν ήταν η λύση, αλλά το πρόβλημα. Και ξαφνικά, τον Δεκέμβριο του 2006, «πέφτει» η Οwnit Μortgate, μια μικρή τράπεζα της Καλιφόρνιας που ειδικευόταν σε προϊόντα υψηλού ρίσκου. Από εκείνη τη στιγμή, και κυρίως μετά τον Ιούλιο του 2007, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τη συντηρητική επανάσταση. Αλλά η κατά Σουμπέτερ «δημιουργική καταστροφή» επήλθε όταν οι αμερικανικές αρχές άφησαν τη Lehman Βrothers να καταρρεύσει. Ο πραγματικός πανικός τότε άρχισε.

Το 1936, ο Τζον Μέιναρντ Κέινς έγραφε στο κλασικό έργο του Η Γενική θεωρία της Απασχόλησης,του Τόκου και του Χρήματος (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Παπαζήση): «Οι ορθές ή λανθασμένες ιδέες των φιλοσόφων της οικονομίας και της πολιτικής έχουν μεγαλύτερη σημασία απ΄ ό,τι πολλοί νομίζουν. Για την ακρίβεια, οι ιδέες αυτές κυβερνούν σχεδόν κατ΄ αποκλειστικότητα τον κόσμο». Το τελευταίο τέταρτο του αιώνα, οι ιδέες που κυβερνούσαν ήταν εκείνες του Ρίγκαν και της Θάτσερ. Σήμερα επανέρχονται στο προσκήνιο οι θεωρίες του Κέινς και του Καρλ Πολάνυ, εκείνου του Ούγγρου στοχαστή που απέδειξε το 1943 ότι δεν υπάρχει ένα αόρατο χέρι το οποίο καθοδηγεί τις αγορές. «Αν επιτραπεί στον μηχανισμό της αγοράς ο ρόλος του μοναδικού ρυθμιστή της μοίρας των ανθρώπων και της φυσικής τους εξέλιξης, το αποτέλεσμα θα είναι η κοινωνική κατάρρευση», έγραφε στο βιβλίο του Ο μεγάλος μετασχηματισμός. Ιδού λοιπόν.

Σάββατο, Οκτωβρίου 25, 2008

Αυτήν τη φορά, οι ράπερ θα ψηφίσουν




«Η γενιά μας κι εκείνος βρισκόμαστε στο ίδιο μήκος κύματος. Ο άνθρωπος αυτός δεν έχει τον συγκαταβατικό τόνο που έχουν συχνά οι πολιτικοί»: Έτσι εξηγεί την υποστήριξη των ράπερ προς τον Ομπάμα ο Τζεφ Τσανγκ, δημοσιογράφος του περιοδικού Vibe και συγγραφέας ενός βιβλίου για τη γενιά χιπ χοπ με τον τίτλο «Can΄t Stop, Won΄t Stop». Η υποστήριξη αυτή είναι πράγματι καθολική. Μουσικοί όπως ο Κέινι Ουέστ, ο Ουίλ.Άι.Εμ, ο Νας, ο Γουίκλεφ Τζιν και ο Σνουπ Ντογκ υποστηρίζουν τον μαύρο υποψήφιο με κάθε τρόπο, δηλώσεις, τραγούδια, βιντεοκλίπ. Επειδή το όνομά του κάνει ιδανική ρίμα με τους στίχους τους, όπως λέει ο Ταλίμπ Κουέλι. Κυρίως, όμως, επειδή ταυτίζονται με το πρόσωπο και τον πολιτικό λόγο.

Όχι πως ο Ομπάμα έχει διστάσει να επικρίνει τους ράπερ όταν κρίνει ότι ξεπερνούν τα όρια. Τον περασμένο Αύγουστο, παρασυρμένος από τον ενθουσιασμό του, ο Λούντακρις έγραψε ένα τραγούδι (Ρolitics, Οbama is Ηere) όπου χαρακτήριζε τη Χίλαρι «σκύλα», αποκαλούσε τον Μπους «πνευματικά καθυστερημένο» και προέβλεπε ότι η μόνη έδρα που θα κερδίσει ο ΜακΚέιν είναι μια αναπηρική πολυθρόνα. Το επιτελείο του Ομπάμα επανέφερε αμέσως τον ράπερ στην τάξη, επισημαίνοντας ότι μεταξύ των υποστηρικτών της εκστρατείας περιλαμβάνονται και μουσικοί όπως ο Μπρους Σπρίνγκστιν, ο Μπομπ Ντύλαν και η Τζόαν Μπαέζ.

Αντίθετα, μόνο καλά λόγια έχει ο Ομπάμα για το βίντεο που έχει γυρίσει ο Ουίλ.Άι. Εμ με βάση τον λόγο του υποψήφιου στο Νιου Χαμσάιρ, τον Ιανουάριο του 2008. Το τραγούδι, που έγραψε ο αρχηγός των Βlack Εyed Ρeas και ερμηνεύει ο Τζον Λέτζεντ, αποτελεί ένα κάλεσμα προς όλους τους ηθοποιούς και καλλιτέχνες του Χόλυγουντ και έχει δεχθεί στο Διαδίκτυο πάνω από δέκα εκατομμύρια επισκέψεις. «Ο λόγος εκείνος με συγκίνησε πολύ», λέει ο Ουίλ.Άι.Εμ, ένας Αφροαμερικανός που μεγάλωσε σε μια ισπανόφωνη συνοικία του Λος Άντζελες. «Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αλλάξει την Αμερική από μόνη της, ο Ομπάμα έχει την ικανότητα να ενώνει τον αμερικανικό λαό».

Ο Νεοϋορκέζος ράπερ Νας, γιος του μπλουζίστα Όλου Ντάρα, είναι κάπως πιο επιφυλακτικός. Μπορεί να συγκέντρωσε 600.000 υπογραφές διαμαρτυρίας για τον τρόπο με τον οποίο το κανάλι Fox αντιμετωπίζει το ζεύγος Ομπάμα. Μπορεί στο τελευταίο του άλμπουμ να αφιέρωσε στον γερουσιαστή του Ιλινόι το τραγούδι «Βlack Ρresident». Όπως γράφει όμως η Λιμπερασιόν , συνόδευσε αυτό το τραγούδι με μια έκκληση προς τον Ομπάμα, μια φράση, τρεις μονάχα λέξεις: «Μη μας προδώσεις!». Κι ύστερα, για πρώτη φορά όπως και οι περισσότεροι ράπερ, κάλεσε τους συμπατριώτες του να κάνουν μια συγκεκριμένη επιλογή. Για να γίνει το όνειρο πραγματικότητα.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 24, 2008

Η εξίσωση της μετριότητας




Το να κυβερνούν οι μέτριοι δεν είναι σπάνιο, αλλά μάλλον ο κανόνας. Το να εκπατρίζονται οι ταλαντούχοι είναι κι αυτό συνηθισμένο. Αλλά το να πλουτίζουν οι πρώτοι εις βάρος των δεύτερων, και μάλιστα να επιδεικνύουν τα πλούτη τους, ε, αυτό καταντά προκλητικό.

Ας παραστήσουμε με Τ το ταλέντο ενός ατόμου και με Ε την επιτυχία του στον επαγγελματικό και κοινωνικό τομέα. Όσο μεγαλύτερη είναι η απόλυτη διαφορά ανάμεσα σε αυτούς τους δύο δείκτες τόσο λιγότερο αποτελεσματική είναι η αξιοποίηση του ταλέντου ενός ατόμου από την κοινωνία. Ας βάλουμε τώρα στην εξίσωση και τις πιθανότητες. Σε μια ιδανική κοινωνία, η πιθανότητα το Τ να ισούται με την Ε είναι 100%, δηλαδή 1. Επειδή όμως τέτοια κοινωνία δεν υπάρχει, η πιθανότητα (Π) είναι πάντα μικρότερη από 1. Πόσο μικρότερη; Αυτό εξαρτάται από τον αριθμό ή μάλλον από το ποσοστό των μετρίων (Μ) σε μια κοινωνία. Όσο περισσότεροι είναι οι μέτριοι τόσο μειώνεται η πιθανότητα της τελειότητας, τόσο πιο αναποτελεσματική δηλαδή γίνεται η κοινωνία. Και μάλιστα, τα δύο αυτά μεγέθη δεν είναι ευθέως ανάλογα, υπάρχει ένας δείκτης a που δρα πολλαπλασιαστικά. Με άλλα λόγια, σε κάθε αύξηση του αριθμού των μετρίων αντιστοιχεί μια πολύ μεγαλύτερη μείωση της επιτυχίας μιας κοινωνίας.

Δύο νεαροί οικονομολόγοι που ζουν και εργάζονται στη Βαρκελώνη, ο Αντρέα Πετρέλα και ο Αντρέα Τεζέι, συγκέντρωσαν όλες τις παραπάνω σκέψεις σε μια εξίσωση: Π(Τ-Ε)=(1-Μ)a (υπάρχει και ένας ακόμη «χρονικός» δείκτης, τον οποίο παραλείπουμε για να απλοποιήσουμε τα πράγματα). Είναι η εξίσωση της μετριότητας, που εξηγεί γιατί μια χώρα μπορεί να είναι γεμάτη με νεαρά ή λιγότερο νεαρά ταλέντα και παρά ταύτα να παραμένει καθηλωμένη, ακίνητη, αδύναμη να εκσυγχρονιστεί και να αλλάξει. Γιατί οι μέτριοι κυβερνούν και οι ταλαντούχοι φεύγουν. Δεν φεύγουν- δραπετεύουν.

Με όπλο την παραπάνω εξίσωση και βοηθούς επτά αριστούχους φοιτητές, ο Ιταλός δημοσιογράφος Αντονέλλο Καποράλε γύρισε ολόκληρη τη χώρα. Είδε τρένα χωρίς τουαλέτες, σκουριασμένα φέρι-μπόουτ και σιδηροδρομικά βαγόνια με ψύλλους, είδε και πολυτελή αυτοκίνητα και γιοτ. Είδε μια Ιταλία που αγωνίζεται, είδε και μια Ιταλία όπου όλα είναι θέαμα. Είδε τους μέτριους να διοικούν και να νομοθετούν, είδε και τους ταλαντούχους να παραγκωνίζονται, να χάνουν και να φεύγουν. Μετριότητα και ταλέντο. Αυτοί που γλεντούν κι αυτοί που πάσχουν. Όποιος είναι ακίνητος πλουτίζει. Όποιος τρέχει πεθαίνει από την πείνα. Δύο Ιταλίες, μια ιστορία. Ο Καποράλε την αποτυπώνει σ΄ ένα βιβλίο του που μόλις κυκλοφόρησε («Μέτριοι- Οι ισχυροί της ακίνητης Ιταλίας», εκδ. Βaldini Castoldi Dalai). Ένα βιβλίο για τη σημερινή Ιταλία, όπου λατρεύουν τον Μπερλουσκόνι σαν σωτήρα.

«Η χώρα μου έχει κατακλυστεί από μετρίους», γράφει ο Καποράλε στη Ρεπούμπλικα. Αλλά γιατί όλα αυτά μάς είναι τόσο έντονα, τόσο εφιαλτικά, τόσο αφόρητα οικεία;

Πέμπτη, Οκτωβρίου 23, 2008

«Ακολούθησε τα πάθη σου»




Το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης είναι ένα από τα καλύτερα στον κόσμο. Είναι ιδιωτικό. Έχει στόχο να μετατραπεί σε ένα «παγκόσμιο δίκτυο». Και έχει την τύχη να διοικείται από έναν οραματιστή.

Πριν από λίγο καιρό, η κόρη του Τζων Σέξτον έστειλε στον πατέρα της ένα e-mail με το οποίο του ζητούσε μια συμβουλή. Στο επάγγελμα των ονείρων της- έγραφε- τα λεφτά είναι λίγα κι έτσι δεν ξέρει τι να κάνει, μήπως θα μπορούσε να τη βοηθήσει εκείνος, μια παράκληση μόνο, δεν θέλει συμβουλές του τύπου «ακολούθησε τα πάθη σου», κάτι πρακτικό θέλει από τον πρακτικό πατέρα της. Και εκείνος της απάντησε: «Η συμβουλή από τον πρακτικό πατέρα σου είναι η εξής: Ακολούθησε τα πάθη σου. Γιατί αν τα ακολουθήσεις, μπορεί να μην ξέρεις πού θα σε οδηγήσουν, σίγουρα όμως θα είσαι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος, είτε πλούσια είσαι είτε φτωχή».

Σε μια εποχή όπου η συζήτηση για τα πανεπιστήμια γίνεται όλο και συχνότερα με οικονομικούς όρους, ο πρόεδρος του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης προτιμά να μιλά για πάθη. Όταν πολλοί συνάδελφοί του λένε ότι το πανεπιστήμιο πρέπει να προσκομίζει ποσοτικά οφέλη στην κοινωνία, εκείνος απαντά ότι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν πρέπει να διαμορφώνουν μόνο καλούς επιστήμονες, αλλά και χαρούμενους ανθρώπους. «Ένα μεγάλο πανεπιστήμιο δεν μπορεί να λειτουργεί όπως μια επιχείρηση», λέει ο Σέξτον στην Ελ Παΐς, εκφράζοντας την οργή του για την απόφαση της κυβέρνησής του να αυξήσει σημαντικά τα δίδακτρα, ακόμη και στα δημόσια πανεπιστήμια. «Ο 21ος αιώνας ανήκει στη γνώση. Και μια κοινωνία της γνώσης δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στην επιστήμη και την τεχνολογία, αλλά και στις κλασικές σπουδές, τις κοινωνικές επιστήμες, τους συγγραφείς, τους ποιητές, τους καλλιτέχνες, τους μουσικούς...».

Για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής, το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης σκοπεύει να επεκταθεί σε όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες. Εκτός από τα παραρτήματα που έχει ήδη στην Αργεντινή, την Κίνα, τη Γαλλία, την Γκάνα, τη Βρετανία, την Ιταλία και την Τσεχική Δημοκρατία, θέλει να αποκτήσει παρουσία και στο Μεξικό, τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ. «Ο κόσμος των ιδεών και το ταλέντο δεν μπορούν να συνδέονται με ορισμένους τόπους», λέει ο Σέξτον. Η παγκοσμιοποίηση απαιτεί ένα πανεπιστήμιο και στις πέντε ηπείρους. Ένα πανεπιστήμιο, όμως, που θα αντιμετωπίζεται ως δημόσιο, όχι ιδιωτικό αγαθό. «Δείτε τι γίνεται στον Κόλπο. Οι ηγέτες των χωρών της περιοχής επενδύουν στο πανεπιστήμιο αποσκοπώντας σε κέρδη. Το μοντέλο αυτό, όμως, είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Το δικό μας πανεπιστήμιο είναι το μεγαλύτερο ιδιωτικό πανεπιστήμιο της Αμερικής, κι όμως από επιχειρηματική άποψη είμαστε αποτυχημένοι, κάθε χρόνο χάνουμε λεφτά».

Τρίτη, Οκτωβρίου 21, 2008

Τι θα έλεγε ο «Μανόλο»;




Είπε κάποιος ότι αν μια μέρα μαζεύονταν όλοι όσοι έχουν ζητήσει από τον Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν μια συνέντευξη, ένα άρθρο, ένα βιβλίο ή ακόμη και χρήματα, δεν θα τους χωρούσε ούτε το Μπερναμπέου.

O «Μανόλο» θα προτιμούσε ίσως η σχετική εκδήλωση να γίνει στο Καμπ Νου. Ή μπορεί και να μην προτιμούσε τίποτα, οι αναγνωρίσεις, οι έπαινοι και τα βραβεία δεν τον ενδιέφεραν ποτέ. Αυτό δεν εμποδίζει όμως τους πολυάριθμους φίλους του να θυμούνται, να σκέφτονται και να τιμούν αυτόν τον συγγραφέα, δημοσιογράφο, ποιητή, γαστρονόμο και ταξιδιώτη με τον εκρηκτικό χαρακτήρα, που άφησε ξαφνικά την τελευταία του πνοή πριν από πέντε χρόνια στο αεροδρόμιο της Μπανγκόκ από καρδιακή προσβολή. Πολλοί εκδοτικοί οίκοι εξακολουθούν να επανεκδίδουν τα έργα του. Και ένας Ιταλός συγγραφέας, ο Αντρέα Καμιγιέρι, έδωσε το όνομά του σε έναν ήρωα των βιβλίων του: ο ντετέκτιβ Μονταλμπάνο.
«Τι θα έλεγε ο Βάθκεθ Μονταλμπάν;»: αυτή η ατάκα συνοδεύει τα τελευταία χρόνια στην Ισπανία διάφορες συζητήσεις για τα σύγχρονα πολιτικά, κοινωνικά ή οικονομικά προβλήματα. Τι θα έλεγε, ας πούμε, για την τελευταία χρηματοπιστωτική κρίση; «Θα έλεγε ότι αυτοί που έχουν καταληστέψει τον μισό πλανήτη έρχονται τώρα να ζητήσουν βοήθεια από το κράτος-μπαμπά», απαντά ο άνθρωπος που τον γνώρισε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, η γυναίκα που υπήρξε σύντροφός του για 40 ολόκληρα χρόνια, η καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας Άννα Σαγές. «Ήταν ένας άνθρωπος τριπολικός, τετραπολικός», είπε την περασμένη Παρασκευή για τον σύζυγό της σε μια εκδήλωση που έγινε στην Casa de Αmerica, στη Μαδρίτη. «Μια πολυεδρική προσωπικότητα, που συνδύαζε την ιδεολογική στράτευση με το ηδονιστικό πνεύμα».
Στην εκδήλωση ήταν παρούσα και η Αλμουδένα Γκράντες, η δημοσιογράφος που κλήθηκε από την Ελ Παΐς να καλύψει το δυσαναπλήρωτο κενό. «Όταν γράφω τη στήλη της Δευτέρας, αισθάνομαι ότι με παρατηρεί πάνω από τους ώμους μου», είπε στο πολυπληθές ακροατήριο, αποκαλύπτοντας ότι στην αρχή δεχόταν βροχή τηλεφωνημάτων και e-mails από αναγνώστες που εξέφραζαν την έκπληξη και την οργή τους που στη θέση του «Μανόλο» έβρισκαν εκείνη. Ο άνθρωπος αυτός, τόνισε, ήταν η ηθική συνείδηση μιας ολόκληρης γενιάς. Γιος μιας αναρχικής μοδίστρας κι ενός στελέχους του Ενωμένου Εργατικού Μαρξιστικού Κόμματος (ΡΟUΜ) που γνώρισε τον γιο του σε ηλικία πέντε ετών, αφού ήταν στη φυλακή, ο Μονταλμπάν παρέμεινε μέχρι το τέλος κομμουνιστής. Όταν του έλεγαν ότι αυτό το μοντέλο είχε πια καταρρεύσει, απαντούσε: «Θέλω να είμαι ο τελευταίος που θα κλείσει το φως».
Η μεγάλη του ανησυχία ήταν πάντα μήπως χάσει τη δουλειά του. Ακόμα και στις στιγμές της δόξας του- γράφει ο Χουάν Κρουθ στην Ελ Παΐς - δεν αισθανόταν σίγουρος για τίποτα. Μονάχα για την ποίηση. Αυτή τον έμαθε να ζει, να αγαπά και να μεταδίδει την αγάπη της ζωής και στους άλλους.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 20, 2008

Μια διαδοχή εικοσαετών κύκλων



Ίσως τελικά οι αριθμοί να έχουν μια συμβολική σημασία. Ίσως κάθε είκοσι χρόνια μια νέα γενιά να αναλαμβάνει να αλλάξει τον κόσμο. Με άλλα λόγια, ίσως η σύγχρονη ιστορία να αποτελείται από εικοσαετείς κύκλους.

Το 1948, έχοντας βγει από έναν παγκόσμιο πόλεμο και ένα Ολοκαύτωμα, οι ηγέτες του κόσμου αποφάσισαν να ιδρύσουν διεθνείς θεσμούς που θα εξασφάλιζαν την ειρήνη και τη σταθερότητα. Δημιούργησαν έτσι τα Ηνωμένα Έθνη, τη Διεθνή Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη, και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο Ζαν Μονέ και ο Ρομπέρ Σουμάν έθεσαν τα θεμέλια της ενωμένης Ευρώπης. Την ίδια χρονιά ψηφίστηκε και η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Είκοσι χρόνια μετά, η νεολαία της εποχής ξεσηκώθηκε εναντίον της «παλαιάς τάξης» που είχε προκαλέσει τους πολέμους του Βιετνάμ και της Αλγερίας, αμφισβήτησε τον καπιταλισμό και τη μονοπώληση της εξουσίας από το κράτος και ζήτησε περισσότερη δημοκρατία, περισσότερη αυτονομία και περισσότερη φαντασία. Πολιτικά, η γενιά του ΄68 ηττήθηκε. Ένα μικρό μέρος της παρασύρθηκε στους ολισθηρούς δρόμους της τρομοκρατίας. Από τη γενιά αυτή, όμως, προέκυψαν οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που θα αποδεικνύονταν ιδιαίτερα χρήσιμες στη συνέχεια, σε τομείς όπως η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η καταπολέμηση της φτώχειας και η προστασία του περιβάλλοντος.
Το 1988 θα κτυπούσε το τελευταίο καμπανάκι για τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Έναν χρόνο νωρίτερα ο Ρόναλντ Ρίγκαν καλούσε από την Πύλη του Βρανδεμβούργου τον Γκορμπατσώφ να γκρεμίσει το τείχος. Έναν χρόνο αργότερα ξεσπούσαν εξεγέρσεις στην Ανατολική Ευρώπη, που θα οδηγούσαν στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου- αλλά όχι και στην κυριαρχία της παγκόσμιας ειρήνης. Η εθνοκάθαρση στη Γιουγκοσλαβία, η γενοκτονία στη Ρουάντα και το Νταρφούρ, οι εμφύλιοι πόλεμοι στη Σιέρα Λεόνε και τη Λιβερία, οι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, η ισλαμική εξέγερση στην Τσετσενία, καθώς και το συνεχιζόμενο αδιέξοδο στη Μέση Ανατολή, καθιστούν αδύνατο να φανταστεί κανείς τον κόσμο απαλλαγμένο από τη βία. Όπως γράφει ο βετεράνος Αμερικανός διπλωμάτης Τ. Ντ. Μπίντεναγκελ στον Γκλόμπαλιστ, παρακολουθούμε σήμερα την έναρξη ενός νέου κύκλου έχοντας χάσει την πολυτέλεια του παρελθόντος, όταν τα «μεγάλα» θέματα έρχονταν στην επιφάνεια μόνο κάθε είκοσι χρόνια, ενώ τα άλλα έμοιαζε να παραμένουν σταθερά.
Αλλά ο κύκλος πράγματι αρχίζει, κι αν η διάρκειά του είναι άγνωστη, το περίγραμμά του είναι φανερό. Η χρηματοπιστωτική κρίση, η κατάρρευση δηλαδή των μύθων που κυκλοφορούσαν την τελευταία εικοσαετία για τον αυτοέλεγχο των αγορών, μοιάζει να δίνει στον Μπαράκ Ομπάμα την τελική ώθηση που χρειαζόταν για να μπει στον Λευκό Οίκο. Κι έτσι έπρεπε να γίνει, για να αποκτήσει επιτέλους το σύνθημα της αλλαγής μια σημασία ουσιαστική και χειροπιαστή. Αλλά τα δύσκολα θα αρχίσουν μετά, όταν οι προσδοκίες θα είναι στα ύψη.

Σάββατο, Οκτωβρίου 18, 2008

Η ψευδαίσθηση της σιωπής




Κάπου στη Βόρεια Φινλανδία, λίγο πριν αρχίσει ο Αρκτικός Κύκλος και μερικά χιλιόμετρα από την απαγορευμένη ζώνη που αποτελεί τα σύνορα με τη Ρωσία, υπάρχει ένα δάσος όπου αυτόν τον καιρό επικρατεί μια σουρεαλιστική σιωπή. Τα περισσότερα πουλιά έχουν μεταναστεύσει. Κι όταν δεν έχει αέρα, δεν ακούγεται απολύτως τίποτα.

Ο αμερικανός συγγραφέας Βέρλιν Κλίνκενμποργκ βρέθηκε στην περιοχή στα τέλη του περασμένου μήνα. Το πρώτο βράδυ στάθηκε στη μέση μιας γέφυρας, πάνω από ένα ποτάμι που χύνεται στη Ρωσία. Ήταν σούρουπο, ο ουρανός ήταν καθαρός και δεν υπήρχε ούτε η παραμικρή πνοή αέρα. Έμεινε στη γέφυρα για μισή ώρα και στο τέλος πίστεψε ότι κάτι είχαν τα αυτιά του. Δεν ήταν δυνατόν, δεν ήταν λογικό όλο αυτό το διάστημα να μην ακούει τίποτα. Μήπως είχε κουφαθεί; Τέντωσε τα αυτιά του, έξυσε το έδαφος με το πόδι του, πέταξε μια πέτρα στο νερό και χτύπησε με τη γροθιά του το κιγκλίδωμα της γέφυρας. Η ακοή του ήταν μια χαρά.

Το ανθρώπινο αυτί δεν είναι προορισμένο να αγωνίζεται για να ακούσει. Κι όμως, αυτό ακριβώς έκανε ο συγγραφέας, προσπαθούσε να ακούσει τα πράγματα που ακούει στην καθημερινή του ζωή, κι επειδή δεν τα κατάφερνε πίστεψε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τις αισθήσεις του. Τις επόμενες ημέρες, λοιπόν, άλλαξε τακτική. Έμπαινε κι έβγαινε από το δάσος προσπαθώντας να ακούσει όχι πια με τα αυτιά του, αλλά με τα μάτια του. Συνειδητοποίησε ότι τα πήγαινε καλύτερα. Κάθε τόσο συναντούσε κάποιον Φινλανδό και τον ρωτούσε πώς είχε περάσει το καλοκαίρι του. Οι περισσότεροι γκρίνιαζαν ότι έκανε κρύο κι έβρεχε, τα έλατα και τα πεύκα είχαν μουσκέψει. Αλλά το φθινόπωρο ήταν ξηρό, και τη νύχτα έπιανε παγετός. Τα φύλλα έπεφταν πολύ γρήγορα. Τα πρωινά, το ποτάμι καλυπτόταν από ομίχλη, γεγονός που επέτεινε την ψευδαίσθηση της σιωπής.

Ψευδαίσθηση; Γιατί ψευδαίσθηση; Όπως γράφει ο Κλίνκενμποργκ στους Νιου Γιορκ Τάιμς, το τελευταίο βράδυ επέστρεψε στη γέφυρα. Ο ουρανός ήταν και πάλι καθαρός και το φως του δειλινού αρνιόταν πεισματικά να δώσει τη θέση του στο πραγματικό σκοτάδι. Καθώς στεκόταν πάνω από το ποτάμι, άκουσε τον αδύναμο, αλλά καθαρό ήχο από έναν καταρράκτη, κάπου πεντακόσια μέτρα μακριά. Ο καταρράκτης ήταν φυσικά εκεί και το πρώτο βράδυ που ο συγγραφέας βρέθηκε στη γέφυρα. Και τότε γιατί δεν τον άκουσε; Προφανώς επειδή ήταν πολύ απασχολημένος με το να μην ακούει τα πράγματα που ήταν συνηθισμένος να ακούει, και κυρίως το μουγκρητό της πόλης ακόμη και στις πιο ήσυχες στιγμές της. Χρειάστηκε μια εβδομάδα για να αδειάσει τα αυτιά του, για να μάθει να μην ακούει τίποτα, και για να διαπιστώσει ότι σ΄ εκείνο το τίποτα υπήρχε παρά ταύτα κάτι για να ακούσει.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 17, 2008

Αέρας αποποινικοποίησης




Εκατό χιλιάδες δολοφονίες τον χρόνο, πέντε φορές περισσότερες απ΄ ό,τι στον υπόλοιπο πλανήτη: το θλιβερό αυτό ρεκόρ το κατέχει η Λατινική Αμερική. Και, φυσικά, ένα μεγάλο μέρος αυτών των δολοφονιών συνδέεται με τα ναρκωτικά.

Τον χορό τον άνοιξε ο πρόεδρος του Μεξικού, μιας από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής που με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν εμπλακεί σε έναν αιματηρό πόλεμο εναντίον των καρτέλ της κοκαΐνης. Ο Φελίπε Καλντερόν πρότεινε την 1η Οκτωβρίου να αποποινικοποιηθεί η χρήση όλων των ναρκωτικών ουσιών, μεταξύ των οποίων η μαριχουάνα, η κοκαΐνη, η ηρωίνη και η μεταμφεταμίνη. Όποιος συλλαμβάνεται να κατέχει μικρές ποσότητες ναρκωτικών (0,5 γραμμάριο κοκαΐνης ή 2 γραμμάρια μαριχουάνας) και δέχεται να ενταχθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης, δεν θα υφίσταται καμιά κύρωση. Σε περίπτωση άρνησης, θα επιβάλλεται απλώς πρόστιμο.

Σύμφωνα με πρόσφατη κυβερνητική έρευνα, ο αριθμός των τοξικομανών στο Μεξικό έχει διπλασιαστεί τα τελευταία έξι χρόνια και υπερβαίνει πλέον τους 300.000, ενώ ο αριθμός όσων έχουν δοκιμάσει ναρκωτικά αυξήθηκε από 3,5 σε 4,5 εκατομμύρια. Μπροστά σε μια τόσο γρήγορη αύξηση των χρηστών, οι αρχές προτιμούν να πάψουν να ασχολούνται μαζί τους και να αφοσιωθούν στον πόλεμο κατά των μεγάλων καρτέλ. Ανάλογη πρόταση είχε κατατεθεί στο Κογκρέσο του Μεξικού και πριν από δύο χρόνια, αλλά εγκαταλείφθηκε λόγω των πιέσεων που άσκησε η Ουάσιγκτον. Στο ίδιο εμπόδιο σκόνταψε και η απόφαση που έλαβε η Κολομβία στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 να αποποινικοποιήσει την κατοχή μικρών ποσοτήτων ναρκωτικών. Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα δείχνουν πιο σοβαρά.

Λίγες ημέρες μετά τη δήλωση του Καλντερόν- διαβάζουμε στο ηλεκτρονικό περιοδικό rue89 - o Χιλιανός γενικός γραμματέας της Ένωσης Αμερικανικών Κρατών Χοσέ Μιγκέλ Ινσούλσα δήλωσε σε ένα συνέδριο για την ασφάλεια πως «όταν μια πολιτική σαν την καταστολή των ναρκωτικών δεν φέρνει αποτελέσματα σε 25 ή 30 χρόνια, πρέπει να την αλλάζεις». Ο πρόεδρος της Ονδούρας προχώρησε ακόμη περισσότερο. Μιλώντας στους υπευθύνους της Δίωξης Ναρκωτικών από 32 χώρες που συνεδρίασαν την περασμένη εβδομάδα στην Τεγκουσιγκάλπα, ο Μανουέλ Σελάγια τόνισε ότι οι χρήστες ναρκωτικών πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ασθενείς και ότι οι πόροι που διατίθενται για την καταδίωξή τους καλύτερα θα ήταν να χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της παιδείας και της υγείας.

Κανείς από τους παραπάνω ηγέτες δεν πρότεινε βέβαια να έχουν τη δυνατότητα οι χρήστες ναρκωτικών να αγοράζουν τη δόση τους από το φαρμακείο. Απέναντι στον «ολοκληρωτικό πόλεμο» εναντίον των ναρκωτικών που έχει κηρύξει όμως η Ουάσιγκτον στη Λατινική Αμερική, τέτοιες θέσεις είναι τουλάχιστον πρωτοποριακές και δείχνουν ότι αρχίζει να φυσά στην ήπειρο ένας άλλος αέρας. Ένας αέρας που μπορεί να γίνει δυνατότερος μετά την εκλογή στον Λευκό Οίκο ενός ανθρώπου που έχει δηλώσει ανοιχτά ότι στα νιάτα του δοκίμασε κοκαΐνη...

Πέμπτη, Οκτωβρίου 16, 2008

Το δεξί πόδι ήταν πιο κοντό




«Ο κόσμος»: αυτός είναι ο τίτλος του αυτοβιογραφικού έργου για το οποίο ο 62χρονος Ισπανός λογοτέχνης Χουάν Χοσέ Μιγιάς κέρδισε αυτή την εβδομάδα το Εθνικό Βραβείο Αφήγησης. Αλλά το παρακάτω διήγημα είναι από ένα άλλο βιβλίο του που θα κυκλοφορήσει προσεχώς.

"O πατέρας μου στεκόταν στην άκρη του δρόμου, δίπλα στο αυτοκίνητό του. Κρατούσε ένα πλαστικό μπιτόνι και περίμενε κάποιος να σταματήσει. Εγώ ήμουν με τη μηχανή, και το κράνος που φορούσα μού έκρυβε το πρόσωπο. Στάθηκα δίπλα του χωρίς να αποκαλυφθώ.

«Έμεινες από βενζίνη;» ρώτησα. «Ναι», μου απάντησε. «Ανέβα».

Ο πατέρας μου ανέβηκε στη μηχανή χωρίς να με αναγνωρίσει. Είχαμε να μιλήσουμε πέντε χρόνια. Η τελευταία φορά που είχαμε βρεθεί ήταν στην κηδεία της μητέρας μου. Στη συνέχεια, χωρίς να συμβεί κάτι μεταξύ μας, αραιώσαμε τα τηλεφωνήματά μας ώσπου η επικοινωνία κόπηκε εντελώς.

Πρόσεξα ότι έσκυβε το κεφάλι για να προστατευθεί από τον αέρα. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι είχε προσέξει τη σόλα του δεξιού μου παπουτσιού, αφού το πόδι αυτό είναι λίγο πιο κοντό από το αριστερό. Ο πατέρας μου μού είχε μιλήσει πολλές φορές για την ανησυχία που τους προκάλεσε ο γιατρός όταν τους έδωσε αυτή την πληροφορία, λίγο μετά τη γέννησή μου. Εγώ ποτέ δεν θεωρούσα ότι είναι κάτι σοβαρό, αλλά ήξερα ότι αισθάνονταν ένοχοι για εκείνα τα λιγότερα ή περισσότερα εκατοστά, ανάλογα πώς το κοιτάς: ποτέ δεν κατάλαβα ποιο από τα δύο πόδια θεωρούσαν ελαττωματικό.

Οδηγούσα με μεγάλη επιδεξιότητα, περνώντας ανάμεσα από τα αυτοκίνητα με κάποιες κινήσεις που θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει απερίσκεπτες. Πρόσεξα ότι ο πατέρας μου, πέρα από τη συστολή που του προκαλούσε η επαφή με έναν άλλον άντρα, άγγιζε τον ώμο μου με το αριστερό χέρι, ενώ προσπαθούσε να στηρίξει στον μηρό του το μπιτόνι που κρατούσε με το δεξί. Ήξερα ότι δεν είχε σταματήσει να κοιτάζει τη σόλα του παπουτσιού μου. Θα αναρωτιόταν σίγουρα αν ήμουν ο γιος του. Ίσως να θυμόταν όλους εκείνους τους γιατρούς που είχα επισκεφθεί, τη σειρά των ακτινογραφιών που είχα κάνει, τις λύσεις που μου είχαν προτείνει, για να φτάσω στο τέλος σε αυτή την απλή, μηχανική θεραπεία, να τοποθετήσω δηλαδή ένα μικρό συμπλήρωμα στο παπούτσι που φοράω στο πιο κοντό πόδι.

Σε μια στιγμή με πίεσε ελαφρά στον ώμο, μια κίνηση που θα μπορούσε να θεωρηθεί ένδειξη στοργής και στην οποία δεν ανταποκρίθηκα. Όταν φτάσαμε στο βενζινάδικο, του είπα ότι δεν μπορούσα να τον περιμένω για να τον πάω πίσω, κι εκείνος μου είπε να μην ανησυχώ, κάποιον θα έβρισκε. Πρόσεξα ότι προσπαθούσε να δει το πρόσωπό μου πίσω από το κατεβασμένο γείσο του κράνους.

Εκείνο το βράδυ κτύπησε δύο φορές το τηλέφωνο στο σπίτι μου, αλλά όταν το σήκωσα το έκλεισαν."

Τετάρτη, Οκτωβρίου 15, 2008

Ένα ενημερωτικό υβρίδιο




«Εκλογές Πρίους»: έτσι αποκαλούν τις φετινές αμερικανικές εκλογές. Ένα υβρίδιο παλιών και νέων μέσων ενημέρωσης, όπου οι νέες τεχνολογίες στέλνουν ταχύτατα τις παλιές στο ράφι.

Πρώτα τα παλιά media, τα αξιόπιστα, τα ασφαλή: η Νιου Γιορκ Τάιμς έχει τη μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα στην ιστορία της χάρις στην ισχυρή παρουσία της στο Διαδίκτυο. Τον περασμένο Ιούνιο επισκέφθηκαν την ιστοσελίδα της περισσότεροι από 17 εκατομμύρια μοναδικοί αναγνώστες. Η εφημερίδα μπορεί να μην έχει το πιο πλήρες και πιο γρήγορο σάιτ, αλλά εξακολουθεί να δίνει τον τόνο της ενημέρωσης σε ολόκληρη τη χώρα. Το κλίμα που επικρατεί στα γραφεία της μπορεί να μη θυμίζει το κλίμα στην Ουάσιγκτον Ποστ την εποχή του Ουοτεργκέιτ, αλλά το βέβαιο είναι ότι γίνεται καλή δουλειά και γράφονται ενδιαφέροντα κείμενα. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι το φετινό Νόμπελ Οικονομίας απονεμήθηκε σε έναν δημοσιογράφο της.

Ύστερα τα νέα media, τα «ζωντανά» και κάπως αντιφατικά: 4,2 εκατομμύρια επισκέψεις δέχθηκε τον περασμένο μήνα μια ομάδα πολιτικών ιστολογίων που καλύπτουν τις αμερικανικές εκλογές. Ανάμεσά τους είναι βέβαια και τα blogs δημοσιογράφων που εξακολουθούν να εργάζονται σε εφημερίδες, όπως είναι ο Άντριου Σάλιβαν των Σάντεϊ Τάιμς και ο Κλάιβ Κρουκ των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς. «Θεωρώ την απήχηση που έχουν τα blogs βαρόμετρο για την υγεία των μέσων ενημέρωσης και ελπιδοφόρο μήνυμα για τη δημοκρατία», λέει ο Τζέιμς Μπένετ, διευθυντής ενός από τα παλιότερα περιοδικά της Αμερικής, του Ατλάντικ Μάνθλι (ιδρύθηκε το 1857). Δεν είναι τυχαίο ότι οι οργανωτές του συνεδρίου του Δημοκρατικού Κόμματος, τον περασμένο Αύγουστο στο Ντένβερ, διέθεσαν στους μπλόγκερ ένα διώροφο χώρο 800 τετραγωνικών μέτρων για να μπορούν να κάνουν απρόσκοπτα τη δουλειά τους. Οι «συμβατικοί» δημοσιογράφοι έπρεπε να υπογράφουν ως επισκέπτες για να τους επιτρέπεται η είσοδος...

Αν στην εικόνα αυτή προστεθούν τα πρωτοποριακά βίντεο που φτιάχνει το επιτελείο του Ομπάμα και τα πρωτότυπα (από θετική ή αρνητική σκοπιά) άρθρα που γράφουν οι λεγόμενοι «πολίτες-δημοσιογράφοι», προκύπτει ένας αρκετά πλουραλιστικός τρόπος κάλυψης αυτών των εκλογών. Δεν είναι βέβαια όλα ρόδινα. «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι με ενθουσιάζει η δύναμη του Ιnternet και η ταχύτητα με την οποία μεταδίδονται οι πληροφορίες», λέει ο Ντέιβιντ Ρέμνικ, διευθυντής του περιοδικού Νιου Γιόρκερ. «Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως, όπως είναι η Σικάγο Τρίμπιουν και οι Λος Άντζελες Τάιμς, παρατηρούμε μια τραγική συρρίκνωση του προσωπικού και των ίδιων των εφημερίδων. Ελπίζω μια από τις απροσδόκητες συνέπειες της ανόδου του web να μην είναι ο περιορισμός των βασικών εφημερίδων, περιοδικών και ηλεκτρονικών μέσων, που μπορεί να μην είναι τέλεια, αλλά φέρουν τη μεγάλη ευθύνη της ενημέρωσης των πολιτών σε έναν όλο και πιο πολύπλοκο κόσμο».

Τρίτη, Οκτωβρίου 14, 2008

Το τέλος των ψευδαισθήσεων




Όπως έγραψε χθες και η Λιμπερασιόν, επιτέλους οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατάλαβαν ότι οι τράπεζες είναι κάτι πολύ σοβαρό για να το αφήσουν στους τραπεζίτες.

Η κρίση είχε προαναγγελθεί. Πριν από πέντε χρόνια, για την ακρίβεια. Και τα πρώτα θύματά της δεν ήταν οι τράπεζες, αλλά οι πεινασμένοι λαοί του Νότου. Το 1999, το πετρέλαιο βρισκόταν στη χαμηλότερη τιμή του: 10 δολάρια το βαρέλι. Τέσσερα χρόνια μετά, άρχισε να ανεβαίνει. Οι πλούσιες χώρες έσπευσαν τότε να χρηματοδοτήσουν την παραγωγή βιοκαυσίμων, ελπίζοντας ότι είχαν βρει ένα αξιόπιστο υποκατάστατο. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί κατά 84% η τιμή των δημητριακών μέσα σε τέσσερις μήνες και να ξεσπάσουν ταραχές σε όλη την Αφρική. «Το να μετατρέπεις τη διατροφή σε καύσιμο αποτελεί έγκλημα κατά της ανθρωπότητας», προειδοποιούσε ο Ζαν Ζιγκλέρ, ειδικός αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Εθνών για το δικαίωμα στη διατροφή. Αλλά κανείς δεν του έδινε σημασία. Ο ανεπτυγμένος κόσμος ζούσε με τις ψευδαισθήσεις του.

Όχι πια. Το «οικονομικό τσουνάμι» του τελευταίου μήνα έφερε τον κόσμο στο χείλος της οικονομικής καταστροφής και ανάγκασε τους ηγέτες του να αλλάξουν εσπευσμένα ρότα. Όπως γράφει στη χθεσινή Γκάρντιαν ο οικονομικός συντάκτης της Λάρυ Έλιοτ, η λέξη «εθνικοποίηση» έπαψε μέσα σε μια νύχτα να είναι βρώμικη και αναδείχθηκε στο σημαντικότερο εργαλείο για τη σωτηρία των ιδρυμάτων από τα οποία εξαρτάται η παγκόσμια οικονομία: των τραπεζών. Πολιτικοί που πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο ξαφνικά έλαμψαν (με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Γκόρντον Μπράουν), ενώ άλλοι που έχαιραν γενικής εκτίμησης γελοιοποιήθηκαν (όπως η Άνγκελα Μέρκελ). Ώς και το περασμένο Σάββατο, πάντως, υπήρχαν φόβοι ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν κι άλλο.

Τώρα είμαστε πιο αισιόδοξοι. Για πολλούς λόγους. Πρώτον, επειδή η Ευρώπη κατάφερε να ξεπεράσει τις διαφωνίες της και να υιοθετήσει, έστω και με καθυστέρηση ενός μηνός, μια κοινή στάση. Δεύτερον, επειδή η τιμή του πετρελαίου μειώνεται συνεχώς. Τρίτον, επειδή ένα μέρος του αναπτυσσόμενου κόσμου, και κυρίως η Ινδία και η Κίνα, αναπτύσσεται ταχύτατα. Τέταρτον, επειδή τα παθήματα του ΄29 έχουν γίνει μαθήματα. Πέμπτον, επειδή ο Πολ Κρούγκμαν δηλώνει (κάπως) λιγότερο τρομοκρατημένος- και ο Κρούγκμαν ξέρει.

Καιρός λοιπόν να γράψουμε και για τίποτα άλλο . Όπως λέει στη Λιμπερασιόν ο Γάλλος ιστορικός του Τύπου Πατρίκ Εβενό, τα μέσα ενημέρωσης έπαιζαν πάντα σημαντικό ρόλο στη διάδοση των κραχ. Το 1847, η κρίση των εταιρειών σιδηροδρόμου και των τραπεζών επιταχύνθηκε από τον τηλέγραφο. Το 1882, το κραχ της τράπεζας Union Generale, που αποτύπωσε ο Εμίλ Ζολά στο βιβλίο του ΤοΧρήμα , αναγγέλθηκε μεν τηλεφωνικά, αλλά ενισχύθηκε από τον Τύπο. Το 1929, για να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό του νεογέννητου ραδιοφώνου, οι εφημερίδες πολλαπλασίαζαν τις καθημερινές εκδόσεις τους. Σήμερα, τον ρόλο αυτό τον παίζουν οι ιστοσελίδες τους. Το πιάσαμε λοιπόν το υπονοούμενο: αύριο Ομπάμα.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2008

Δεν έχει παραιτηθεί κανείς




Κάποτε είχαν αποκαλέσει τη Σοβιετική Ένωση «Μπουρκίνα Φάσο με πυραύλους». Σήμερα χαρακτηρίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες «Μπανανία με πυρηνικά όπλα». Μα πώς να πορευτείς σ΄ έναν κόσμο που χάνει όλα τα σημεία αναφοράς;

O Ιμάνουελ Βάλερσταϊν είναι βέβαιος: ο καπιταλισμός φτάνει στο τέλος του. Έχει αποκλίνει τόσο πολύ και τόσο συχνά από τη σταθερή του κατάσταση, ώστε δεν μπορεί πια να βρει την ισορροπία του. Η κατάσταση είναι τόσο χαώδης και ανεξέλεγκτη, ώστε δεν υπάρχει πλέον μια διαμάχη ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους αντιπάλους του συστήματος, αλλά μια γενικευμένη διαμάχη για τον προσδιορισμό του διαδόχου. Ποιος θα είναι αυτός ο διάδοχος; Ποιο μοντέλο θα επικρατήσει; Κανείς δεν μπορεί να το πει αυτή τη στιγμή, λέει ο πρώην πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης κοινωνιολογίας σε συνέντευξή του στη Μοντ. Ίσως σε δέκα χρόνια να έχουμε μια πιο καθαρή εικόνα. Το βέβαιο είναι ότι σε τριάντα ή σαράντα χρόνια θα έχει αναδυθεί ένα καινούργιο σύστημα, το οποίο μπορεί να χαρακτηρίζεται είτε από μια βιαιότερη εκμετάλλευση είτε από έναν δικαιότερο τρόπο κατανομής.

Εκτός από τον καπιταλισμό, συνεχίζει ο Βάλερσταϊν, φτάνει στο τέλος της και η αμερικανική ηγεμονία, που είχε ξεκινήσει- μαζί με τη «χρηματιστηριοποίηση» του καπιταλισμούστις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Νέα κέντρα εξουσίας έχουν εμφανιστεί: η Δυτική Ευρώπη, η Κίνα, η Βραζιλία, η Ινδία. Για να υπάρξει βέβαια μια νέα, παγκόσμια, ηγεμονική εξουσία, θα χρειαστεί να περάσουν άλλα πενήντα χρόνια. Ποια θα είναι αυτή; Κανείς δεν ξέρει. Αλλά το διάστημα που θα μεσολαβήσει δεν θα είναι αναίμακτο. Οι ηγέτες του συστήματος θα αναζητήσουν αποδιοπομπαίους τράγους στους οποίους θα φορτώσουν την κατάρρευση της ηγεμονίας τους, οι εσωτερικές συγκρούσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες θα οξυνθούν, και το κακό είναι ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί έχουν στο σπίτι τους κι από ένα όπλο...

Η Αμερική μετατρέπεται σιγά σιγά στην πιο ασταθή χώρα του κόσμου, σε μια «πυρηνική Μπανανία», όπως την αποκάλεσε πρόσφατα στην ιστοσελίδα του ο Πωλ Κρούγκμαν. Ακόμη και ο Κρίστοφερ Χίτσενς, που ένα φεγγάρι έγραφε πύρινα άρθρα υπέρ του Μπους, αναγκάζεται να συμφωνήσει. Όπως γράφει στην ιστοσελίδα του Vanity Fair, τέσσερα είναι τα βασικά χαρακτηριστικά μιας Μπανανίας. Πρώτον, ότι το νόμισμά της είναι ο περίγελως του υπόλοιπου πλανήτη. Δεύτερον, ότι βασιλεύει η κλεπτοκρατία: οι άνθρωποι που κατέχουν την εξουσία προσπαθούν να εξασφαλίσουν το μέγιστο δυνατό κέρδος για τον εαυτό τους, δίνοντας τις ελάχιστες δυνατές εξηγήσεις. Τρίτον, ότι το Κοινοβούλιο παίζει διακοσμητικό ρόλο, αλλού λαμβάνονται οι αποφάσεις. Τέταρτον, ότι η θρησκεία υπερέχει της τάξης και του ορθού λόγου.

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά ταιριάζουν κουτί στην Αμερική του Μπους. Κι ακόμη ένα: ότι για όλα όσα έχουν συμβεί δεν έχει παραιτηθεί κανείς. Δεν έχει καν προσφερθεί να παραιτηθεί. Δεν έχει καν ζητήσει συγγνώμη.

Σάββατο, Οκτωβρίου 11, 2008

Υπάρχουν και καλοί καπιταλιστές





O κύριος Ντικ Φαλντ, της Λίμαν Μπράδερς, άφησε την τράπεζά του να καταρρέει ενώ αυτός κέρδιζε 350 εκατομμύρια δολάρια την οκταετία 2000-2008. Ο κύριος Λόιντ Μπλάνκφαϊν, της Γκόλντμαν Σακς, έλαβε το 2006 μπόνους 53,4 εκατομμυρίων δολαρίων (που προστέθηκε στον ύψους μόλις 600.000 δολαρίων μισθό του). Ο κύριος Στάνλεϊ Ο΄Νηλ, πρώην πρόεδρος της Μέριλ Λιντς, συνταξιοδοτήθηκε πέρυσι τσεπώνοντας 161 εκατομμύρια δολάρια (και στέλνοντας την επιχείρησή του στα πρόθυρα της χρεοκοπίας). Όταν έχεις τόσο άπληστους επιχειρηματίες, είναι δύσκολο να υποστηρίξεις ότι ο καπιταλισμός μπορεί να κάνει και καλό στην ανθρωπότητα. Αυτό ακριβώς υποστηρίζουν όμως- και με πολύ τεκμηριωμένο τρόπο- ο Μάθιου Μπίσοπ και ο Μάικλ Γκρην στο βιβλίο τους «Φιλανθρωκαπιταλισμός», που μόλις κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τις εκδόσεις Βloomsbury.

Ο ίδιος ο τίτλος δημιουργεί αυτομάτως καχυποψία. Μα δεν υπάρχει πάντα κάποια σκοπιμότητα πίσω από τη φιλανθρωπία; Και, εν πάση περιπτώσει, είναι δυνατόν να περιμένουμε από τη φιλανθρωπία να λύσει τα μεγάλα προβλήματα του πλανήτη; Τα ερωτήματα είναι εύλογα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι όταν μια κυβέρνηση θέλει να ιδρύσει ένα νοσοκομείο ή ένα μουσείο δεν πρέπει να στραφεί σε ανθρώπους με βαθιές τσέπες. «Το να δίνεις είναι σχεδόν πάντα μια εγωιστική απόλαυση», έγραψε ο Στάινμπεκ. Για τον εξελικτικό βιολόγο Τζέφρυ Μίλερ, πάλι, η γενναιοδωρία λειτουργεί ως επίδειξη δύναμης απέναντι σε φίλους και αντιπάλους. Έτσι εξηγείται η προθυμία πολλών χρηματιστών της Γουόλ Στριτ (μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον...) να χαράξουν το όνομά τους σε δημόσια κτίρια.

Μέσα από συνεντεύξεις με μερικούς από τους ισχυρότερους ανθρώπους του πλανήτη- όπως είναι ο Μπιλ Γκέιτς, ο Μπιλ Κλίντον, ο Τζορτζ Σόρος, η Αντζελίνα Ζολί και ο Μπόνο- οι συγγραφείς επιχειρούν να δείξουν πώς ένα δίκτυο πλουσίων δωρητών χρησιμοποιεί επιχειρηματικές στρατηγικές για να αλλάξει τον κόσμο. Ο Γκέιτς, για παράδειγμα, έχει υποσχεθεί να δαπανήσει ολόκληρη την περιουσία του για να βρει ένα φάρμακο για τις ασθένειες που σκοτώνουν εκατομμύρια παιδιά στις πιο φτωχές χώρες του κόσμου. Σε μια εποχή που οι κυβερνήσεις εμφανίζονται απρόθυμες να διαθέσουν χρήματα για κοινωνικούς σκοπούς, τέτοιου είδους πρωτοβουλίες μπορεί να αποδειχθούν μια καταλυτική δύναμη για την κοινωνική αλλαγή. Οι πλούσιοι μπορεί πράγματι να σώσουν τον κόσμο, όπως αναφέρει ο υπότιτλος του βιβλίου. Το ερώτημα είναι βέβαια τι ανταλλάγματα, έστω και εμμέσως, απαιτούν.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, όσο μεγαλύτερο επιχειρηματικό πνεύμα επιδεικνύουν οι φιλανθρωκαπιταλιστές, τόσο πιο αποτελεσματικοί είναι. Τα κοινωνικά προβλήματα, βέβαια, είναι πιο πολύπλοκα από τα οικονομικά, και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο καπιταλισμός μπορεί να τα λύσει. Όπως γράφει όμως ο Τζων Γκάπερ στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, κάθε δισεκατομμύριο βοηθά.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 10, 2008

Ένας Μαύρος στις Ηνωμένες Πολιτείες





Μετά και το δεύτερο ντιμπέιτ, όπου νίκησε ξανά τον έμπειρο, αλλά κυρίως λευκό, αντίπαλό του, ο Μπαράκ Ομπάμα αρχίζει πλέον να πείθει τη μαύρη κοινότητα της Αμερικής ότι μπορεί να συμβεί το αδιανόητο: να γίνει πρόεδρος της χώρας ένας «δικός τους». Να ξεπεραστούν τα σύνδρομα, οι προκαταλήψεις και οι διαχωριστικές γραμμές και να εισέλθει στον Λευκό Οίκο ένας άνθρωπος που, έστω κατά το ήμισυ, έχει αφρικανικές ρίζες. Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών γνωρίζει βέβαια πως πρέπει να είναι προσεκτικός, πως αν αρχίσει να μιλά για τη ζωή των Αφροαμερικανών στις Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να τρομάξει τους λευκούς ψηφοφόρους και έτσι εμφανίζεται ως «υπερ-φυλετικός» και «υπερπολιτιστικός» υποψήφιος, ένας άνθρωπος που η ταυτότητά του είναι προϊόν της παγκοσμιοποίησης.

Ακόμη κι έτσι, η ομιλία που εκφώνησε τον περασμένο Μάρτιο για το φυλετικό ζήτημα ήταν η ωραιότερη που έχει εκφωνήσει Αμερικανός πολιτικός από τότε που ο Ρόμπερτ Κένεντυ απέτισε φόρο τιμής στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, λέει στον Νουβέλ Ομπζερβατέρ ο αιθιοπικής καταγωγής συγγραφέας Ντινάου Μενγκέστου, που το βραβευμένο μυθιστόρημά του «Όλες οι χάρες του ουρανού» μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πόλις. Ο Ομπάμα αντιμετωπίζει τους συμπατριώτες του ως ανθρώπους ικανούς να σκεφτούν κι έτσι δεν τους απευθύνεται με συνθήματα αλλά με επιχειρήματα και ιδέες, χωρίς να αποφεύγει αναφορές στις φυλές και τις τάξεις. Η εκλογή του στην προεδρία θα έχει μεγάλη συμβολική σημασία.

Ο Μενγκέστου έφυγε από την Αιθιοπία με την οικογένειά του το 1980, σε ηλικία δύο ετών, για να γλιτώσουν από τη δικτατορία του Μενγκίστου. Εγκαταστάθηκε στο Σικάγο και τα πρώτα χρόνια τον αντιμετώπιζαν όπως όλα τα άλλα παιδιά. Γύρω στα 13 του, όμως, συνειδητοποίησε ότι ήταν διαφορετικός: ένας Μαύρος στις Ηνωμένες Πολιτείες και μάλιστα όχι Αφροαμερικανός (δηλαδή απόγονος των σκλάβων) αλλά Αφρικανός σκέτος. Εκτός από τον υφέρποντα αλλά σταθερό ρατσισμό, είχε έτσι να αντιμετωπίσει και την καχυποψία των Αφροαμερικανών, που θεωρούν ότι οι μετανάστες από την Αφρική έχουν καλύτερη πρόσβαση από αυτούς στις ανώτατες σπουδές και ανεβαίνουν πιο εύκολα την κοινωνική ιεραρχία. Είτε το ήθελε λοιπόν είτε όχι, αναγκάστηκε να αναζητήσει τη χαμένη αιθιοπική του ταυτότητα. Και επειδή οι γονείς του δεν μιλούσαν για την πατρίδα τους, αφού ήθελαν να ξεχάσουν το βαρύ παρελθόν, βάλθηκε να διαβάζει ό,τι βιβλίο έβρισκε για την Αιθιοπία.

Την πατρίδα του την επισκέφθηκε και πάλι το 2005. Και όπως λέει στη συνέντευξή του, ένιωσε εκεί μια εσωτερική ειρήνη που δεν είχε νιώσει πουθενά αλλού. Ήξερε βέβαια πως είναι προνομιούχος: εκείνος είχε εκπληρώσει το όνειρο που είχαν οι περισσότεροι από αυτούς που έβλεπε στον δρόμο. Ήξερε επίσης ότι το πρώτο βιβλίο που θα έγραφε, από αυτή τη χώρα μοιραία θα ξεκινούσε.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 09, 2008

Η Αμερική πέθανε, ζήτω η Αμερική!





Η Αμερική διέρχεται έναν σοβαρό κίνδυνο. Ποιος θα τη σώσει; Η ποπ κουλτούρα και τα χάμπουργκερ.

Στο βιβλίο του «Ο Κώδικας της Ψυχής» (στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Λιβάνη), ο Τζέιμς Χίλμαν γράφει ότι ο «δαίμονας» στέλνει μηνύματα στον καθένα από μας ώστε να καταλαβαίνουμε τι δεν πρέπει να κάνουμε. Η θεωρία αυτή δεν ισχύει μόνο για τα άτομα και τις ιδιωτικές τους επιλογές, αλλά και για τις κυβερνήσεις και τα μεγάλα προβλήματα. Ας πάρουμε τη χρηματοπιστωτική κρίση αυτών των ημερών. Δυσοίωνα μηνύματα υπήρχαν εδώ και χρόνια: η φούσκα της Ιαπωνίας, οι καταστροφές που υπέστησαν οι οικονομίες της Ασίας, της Βραζιλίας. Αλλά κανείς δεν τα λάμβανε υπόψη του, ούτε καν ο Μπεν Μπερνάνκι, ο πρόεδρος της Fed, που έχει μελετήσει τις μεγάλες οικονομικές κρίσεις του 20ού αιώνα. Από τον περασμένο Μάρτιο ζητούσε ο Ομπάμα μεγαλύτερο έλεγχο της αμερικανικής οικονομίας, αλλά τον θεωρούσαν «σοσιαλιστή»...

Ένας Αμερικανός φιλόσοφος του περασμένου αιώνα, ο Τζωρτζ Σανταγιάνα, έλεγε πως μόνον όποιος δεν γνωρίζει την Ιστορία είναι καταδικασμένος να την επαναλαμβάνει. Στη σημερινή Αμερική, όμως, επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη άνθρωποι που γνωρίζουν την Ιστορία, όπως είναι ο Μπερνάνκι (σε ό,τι αφορά την οικονομία) ή ο Τζον ΜακΚέιν (σε ό,τι αφορά τον πόλεμο του Ιράκ). Το φαινόμενο αυτό οδηγεί την Αμερική της δύναμης, της αυτοκρατορίας, την Αμερική του Μπους, στην κατάρρευση. Όπως λέει όμως ο Χίλμαν σε συνέντευξή του στην Κοριέρε ντέλα Σέρα, υπάρχει μια άλλη Αμερική που αντιστέκεται στην κρίση. Είναι η Αμερική της φαντασίας, του american way of life, του πολιτισμού. Αν 300 εκατομμύρια Κινέζοι μαθαίνουν αγγλικά, αν όλος ο πλανήτης τρώει χάμπουργκερ, αν όλοι οι μετανάστες του κόσμου ονειρεύονται να ζήσουν στην Αμερική, αν η ποπ κουλτούρα είναι η κυρίαρχη κουλτούρα, όλα αυτά σημαίνουν ότι η ιδέα της «ήπιας» Αμερικής ζει και βασιλεύει.

Ο 82χρονος αμερικανός ψυχαναλυτής βρέθηκε αυτές της ημέρες στις Συρακούσες για να δώσει μια διάλεξη με θέμα την αρχιτεκτονική. Είναι η τέταρτη φορά που επισκέπτεται την πόλη, μία περισσότερη από όσες την είχε επισκεφθεί ο Πλάτων. Αν όμως ο τελευταίος ήθελε να εγκαθιδρύσει στην πόλη την ιδανική κυβέρνηση, ο Χίλμαν δεν έχει τέτοιες φιλοδοξίες. Ο Πλάτων ήθελε να αλλάξει τον κόσμο, αυτός αρκείται να τον παρατηρεί. Κι αυτά που βλέπει αυτές τις μέρες κάθε άλλο παρά τον θλίβουν. Εντάξει, πολύς κόσμος χάνει τα χρήματά του. Αλλά η κρίση του καπιταλισμού έχει πολλά κοινά στοιχεία με την κρίση στην οποία βυθίστηκε ο κομμουνισμός το 1989. Πρώτον, και οι δύο κρίσεις προήλθαν από εσωτερικούς παράγοντες, όχι από κάποιον εξωτερικό εχθρό. Δεύτερον, μας βγάζουν από τον λήθαργο και μας ανοίγουν τα μάτια. Η ελεύθερη αγορά μόνον ελεύθερη δεν είναι. Ο άκρατος καπιταλισμός δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. Υπάρχει κι άλλος τρόπος να ζούμε, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο την υγεία του πλανήτη.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 08, 2008

Το πνεύμα του Σαράγεβου





Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ΄90, το πολιορκημένο Σαράγεβο αποτελούσε το σύμβολο του κοσμοπολιτισμού που απειλείται από τον εθνικισμό. Σήμερα, πέφτει με τη σειρά του θύμα του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας.

Στην αρχή ήταν οι ακρότητες εναντίον του πρώτου Φεστιβάλ των Ομοφυλοφίλων, που επρόκειτο να ξεκινήσει στην πρωτεύουσα της Βοσνίας στις 24 Σεπτεμβρίου. Εκείνη την ημέρα, καμιά εκατοστή οπαδοί μιας ακραίας ισλαμιστικής τάσης μαζί με διάφορους χούλιγκαν συγκεντρώθηκαν μπροστά στην Ακαδημία Τέχνης του Σαράγεβου, φωνάζοντας συνθήματα εναντίον των ομοφυλοφίλων. Όταν η αστυνομία επενέβη και τους διέλυσε, εκείνοι χωρίστηκαν σε ομάδες και παρακολούθησαν τους οργανωτές που έφευγαν από το κτίριο. Ο υπεύθυνος για τις ταινίες που επρόκειτο να προβληθούν, ο Δανός Αντρές Βισκόσις, δέχθηκε επίθεση κοντά στο αυτοκίνητό του και κατέληξε στο νοσοκομείο με σπασμένα κόκαλα. Άλλα επτά άτομα κακοποιήθηκαν άγρια. Ύστερα απ΄ αυτό, οι οργανωτές του φεστιβάλ αναγκάστηκαν να ακυρώσουν τις υπόλοιπες εκδηλώσεις. Οι βιαιότητες καταδικάστηκαν από τα περισσότερα κόμματα (με θλιβερή εξαίρεση εκείνο του πρώην πρωθυπουργού Χάρις Σιλάιτζιτς, άλλοτε υπερασπιστή της πολυεθνοτικής και πολυπολιτισμικής Βοσνίας), από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ελσίνκι και από τη γαλλική πρεσβεία, ενώ η δήμαρχος της πόλης Σεμίχα Μπόροβατς μίλησε για ενέργειες «ασυμβίβαστες με το πνεύμα του Σαράγεβου».

Μερικές ημέρες αργότερα ακολούθησαν οι συγκρούσεις μεταξύ των οπαδών δύο ποδοσφαιρικών ομάδων, στη διάρκεια των οποίων τραυματίστηκαν πολλά άτομα και υπέστησαν ζημιές αρκετά καταστήματα. Τέτοιου είδους επεισόδια μπορεί να μη μας ξενίζουν τόσο όταν γίνονται σε πόλεις της Ιταλίας, της Ισπανίας ή της Ελλάδας, αλλά για το Σαράγεβο ήταν πρωτοφανή. Κερασάκι στην τούρτα αποτέλεσε η ματαίωση μιας συναυλίας του Ίγκυ Ποπ επειδή δεν πουλήθηκαν αρκετά εισιτήρια! Ο γνωστός τραγουδιστής και το συγκρότημά του Τhe Stooges επρόκειτο να εμφανιστούν στο στάδιο Ζetra την 1η Οκτωβρίου, δεύτερη ημέρα της μουσουλμανικής γιορτής του Μπαϊράμ με την οποία θα έκλεινε το Ραμαζάνι. Η ζήτηση εισιτηρίων ήταν όμως απροσδόκητα μικρή, κι έτσι οι οργανωτές αποφάσισαν να μεταφέρουν τη συναυλία σε μια μικρότερη αίθουσα. Καθώς οι ιδιοκτήτες αυτής της αίθουσας δεν έδωσαν στο συγκρότημα τις εγγυήσεις ασφαλείας που ζητούσε, η συναυλία ματαιώθηκε.

«Μια πολύ αρνητική εικόνα της πόλης μας κάνει τον γύρο του κόσμου», παραδέχθηκαν οι Αrt Ζone, οι οργανωτές της συναυλίες. Τι να φταίει άραγε γι΄ αυτή τη σειρά δυσάρεστων γεγονότων; Άλλοι κατηγορούν την κυβέρνηση, άλλοι την αστυνομία κι άλλοι την ισχυρή ισλαμική Κοινότητα. Υπενθυμίζοντας την άγρια δολοφονία ενός νεαρού αγοριού, του Ντένις Μερνγιάβατς, τον περασμένο Φεβρουάριο, μια οργάνωση με το όνομα Πολίτες του Σαράγεβο ζητά από τις αρχές τη σύλληψη και τιμωρία όσων ευθύνονται για τις πρόσφατες βιαιότητες. «Σε αντίθετη περίπτωση», τονίζει, «ο φασισμός και η ομοφοβία θα επεκταθούν και σε άλλες σφαίρες της κοινωνικής ζωής».

Τρίτη, Οκτωβρίου 07, 2008

Αχ, Ευρώπη!





«Καθορίσαμε ένα δόγμα»: το πιο σύντομο ανέκδοτο των ημερών, όπως το διατύπωσε το περασμένο Σάββατο ο Νικολά Σαρκοζί έξω από το Προεδρικό Μέγαρο.

Κωμικοτραγικό είναι το θέαμα που παρουσιάζει τις τελευταίες ημέρες η «ενωμένη Ευρώπη». Αφού πρώτα κατήγγειλαν την αμερικανική κυβέρνηση ότι δεν μπορεί να προωθήσει ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης, οι Ευρωπαίοι ηγέτες απέδειξαν στη συνέχεια ότι είναι ανίκανοι να συμφωνήσουν σε μια ενιαία στάση που θα καθησυχάσει τους πολίτες και θα αποτρέψει την ύφεση. «Κάθε χώρα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της σε εθνικό επίπεδο», δήλωσε το Σάββατο η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ μετά τη συνάντησή της με τους ηγέτες της Γαλλίας (που είπε ακριβώς το αντίθετο), της Βρετανίας και της Ιταλίας. Μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα, η ίδια αυτή γυναίκα κατηγορούσε τους Ιρλανδούς ότι διέσπασαν το ευρωπαϊκό μέτωπο ψηφίζοντας νόμο που εγγυάται για δύο χρόνια όλες τις καταθέσεις σε έξι τράπεζες. Μόλις μια ημέρα αργότερα, ανακοίνωσε ότι το ίδιο θα ισχύσει και στη Γερμανία, και μάλιστα επ΄ αόριστον. Κι όταν το Λονδίνο ζήτησε διευκρινίσεις γι΄ αυτή την απόφαση, η Μέρκελ απάντησε όπως εκείνο το «ανώτατο στέλεχος» του δικού μας υπουργείου Οικονομικών: ότι η δέσμευση της κυβέρνησής της είναι «πολιτική».

«Αχ, Άγγελα!», αναφωνεί από την ιστοσελίδα του ο «Εκόνομιστ», επισημαίνοντας ότι αν δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν οι τέσσερις, θα είναι πολύ πιο δύσκολο να συμφωνήσουν οι είκοσι επτά. Αυτά συνέβαιναν όμως πριν από τη νέα «μαύρη Δευτέρα». Γιατί η χθεσινή κατρακύλα των χρηματιστηρίων επανέφερε στο προσκήνιο την αναγκαιότητα ενός ευρωπαϊκού σχεδίου σωτηρίας. Ανώτατος Γάλλος αξιωματούχος δηλώνει στη «Μοντ» ότι η χώρα του θα ξαναφέρει το σχέδιο στο τραπέζι και κατηγορεί τους Γερμανούς ότι τορπιλίζουν τη λύση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για εκλογικούς και τοπικιστικούς λόγους. «Δεν μπορείς να κρατήσεις μια συντονισμένη στάση όταν δεν συμφωνούν η μεγαλύτερη οικονομία και η οικονομική πρωτεύουσα της Ευρώπης», τονίζει, αναφερόμενος στο Βερολίνο και το Λονδίνο.

Αν συνεχιστεί αυτό το χάος, θα απειληθούν σοβαρά οι αποταμιεύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρωπαίων, προειδοποιούν με κοινή τους έκκληση εξέχοντες οικονομολόγοι, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Ντάνιελ Γκρος, ο Αλμπέρτο Αλεσίνα και ο Στέφανο Μικόσι. «Το μεγάλο πρόβλημα είναι η έλλειψη πολιτικής βούλησης», τονίζουν. Θα περίμενε κανείς τουλάχιστον από αυτό το χάος να βγαίνει κερδισμένη η ευρωπαϊκή Αριστερά, που έχει και τη μικρότερη ευθύνη. Συμβαίνει το αντίθετο! Πρώτον, επειδή μαζί με τις τράπεζες δέχονται πιέσεις και οι παραδοσιακές θέσεις των σοσιαλδημοκρατών, όπως είναι η ανακατανομή του πλούτου και η αλληλεγγύη. Δεύτερον, επειδή οι χθεσινοί υπέρμαχοι του άκρατου φιλελευθερισμού (με πρώτους τον Σαρκοζί και τον Μπερλουσκόνι) σπεύδουν τώρα να καταγγείλουν την ασυδοσία των τραπεζιτών. Τρίτον, επειδή η Αριστερά αδυνατεί να προτείνει ένα εναλλακτικό μοντέλο- δηλαδή να εφεύρει τη σοσιαλδημοκρατία του 21ου αιώνα.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 06, 2008

Με οδηγό τον Καπισίνσκι





Μια νεαρή και φιλόδοξη αναγνώστρια της Ρεπούμπλικα, η Τζούλια Πούτσι, έστειλε την περασμένη εβδομάδα στον Συνήγορο του Αναγνώστη την παρακάτω επιστολή.

«Caro Αugias, είμαι μια κοπέλα σχεδόν 18 ετών, “έτοιμη”, τρόπος του λέγειν, να ολοκληρώσω το σχολείο, αλλά που με ευχαριστεί περισσότερο να σκέπτομαι το μέλλον. Το όνειρό μου εδώ και πολλά χρόνια είναι να γίνω δημοσιογράφος, ένα επάγγελμα που- εξιδανικεύοντάς το λίγο- το έχω συνδέσει με ταξίδια στον κόσμο, τηλεφωνήματα στη μέση της νύχτας για μια επείγουσα αποστολή και συνταρακτικές αποκαλύψεις (εκτός από τη φαντασία μου, με έχουν επηρεάσει τα βιβλία του Ρίσαρντ Καπισίνσκι). Αντιλαμβάνομαι όμως ότι όλα αυτά μπορεί να μην έχουν μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα: ο πατέρας μου σπεύδει να μου διαλύσει αυτές τις ψευδαισθήσεις (είναι ψευδαισθήσεις;), λέγοντάς μου ότι στο μέλλον η δουλειά του δημοσιογράφου δεν θα υπάρχει πια. Ότι δεν θα είναι τίποτα παραπάνω από την επεξεργασία ειδήσεων που μεταδίδουν τα πρακτορεία. Ότι το να εισέλθεις στον κόσμο της εργασίας, οποιασδήποτε εργασίας αλλά ιδιαίτερα αυτής, είναι ήδη πολύ δύσκολο. Αν είναι έτσι τα πράγματα, ίσως θα πρέπει να προσανατολιστώ σε κάτι άλλο (μου αρέσουν τα μαθηματικά), αλλά προτού εγκαταλείψω οριστικά τη φιλοδοξία μου, ή την αυταπάτη μου, θα ήθελα τη γνώμη σας».

«Όταν είχα τα χρόνια σου», γράφει στην απάντησή του ο 73χρονος Κοράντο Αουτζίας, που εκτός από δημοσιογράφος χρημάτισε τη δεκαετία του ΄90 και ευρωβουλευτής του Κόμματος Δημοκρατικής Αριστεράς, «πολλοί συνομήλικοί μου έβλεπαν τη δημοσιογραφία με πολύ διαφορετικό τρόπο από αυτόν που περιγράφεις. Ήταν μια στράτευση, μια αποστολή, ένα εργαλείο για την αφύπνιση συνειδήσεων. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν βέβαια στον νου τους τις παράνομες εφημερίδες που μοιράζονταν με τεράστιους κινδύνους στη διάρκεια της ναζιφασιστικής κατοχής. Εγώ ανακάλυψα στη συνέχεια μια άλλη δημοσιογραφία, επικεντρωμένη στην ανάλυση και την ερμηνεία της πραγματικότητας. Δεν μιλάμε για μια ταινία περιπέτειας, αν και δεν με εκπλήσσει που το βλέπεις έτσι. Ο Καπισίνσκι υπήρξε ένας μεγάλος ρεπόρτερ, αλλά κυρίως ένας λαμπρός αφηγητής. Η δημοσιογραφία είναι όμως σήμερα κάτι τελείως διαφορετικό, και πολύ λιγότερο φιλόδοξο. Ένα πράγμα μένει αναλλοίωτο, σε ορισμένες τουλάχιστον εφημερίδες: η προσπάθεια, ημέρα με την ημέρα, να κτίζεις μια αφήγηση που δεν κρύβει ούτε την άποψή σου για τον κόσμο αλλά ούτε και την πραγματικότητα».

Η Τζούλια μάλλον θα στραφεί τελικά στα μαθηματικά, η απάντηση του βετεράνου δημοσιογράφου δεν της αφήνει πολλά περιθώρια. Η δημοσιογραφία πράγματι δεν είναι ταινία περιπέτειας, ούτε ήταν ποτέ. Είναι όμως μια δουλειά σαν όλες τις άλλες; Δεν έχει μια δική της μαγεία, δεν απαιτεί θυσίες, αφοσίωση, πάθος; Υπάλληλος είναι ο δημοσιογράφος; Ας μη δώσουμε εμείς τις απαντήσεις. Δεν είναι πάντα καλό να διαλύεις ψευδαισθήσεις.

Σάββατο, Οκτωβρίου 04, 2008

Όταν μιλούν hoi polloi





«Έχω πάψει εδώ και καιρό να πιστεύω στην ικανότητα της αγοράς να αυτορρυθμίζεται. Αυτό έγινε σταδιακά. Πρώτα ο Νίξον εγκατέλειψε την εγγύηση που παρείχε ο λεγόμενος Κανόνας Χρυσού. Ύστερα ήρθαν ο Ρήγκαν και η Θάτσερ, η απελευθέρωση της αγοράς και η πώληση του κρατικού πλούτου. Η ανεργία και η φτώχεια απέκτησαν ενδημικό χαρακτήρα. Οι πλούσιοι γίνονταν όλο και πιο πλούσιοι και το μέρος του μισθού στο τελικό κόστος ενός προϊόντος είναι όλο και μικρότερο».

Ο Ζαν-Λυκ Γκρεό είναι μια ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία. Γεννήθηκε στην Αλγερία πριν από 65 χρόνια, όταν η χώρα ανήκε ακόμη στη Γαλλία. Το 1962 έφτασε με την οικογένειά του στο Μονπελιέ, όπου σπούδασε Οικονομικά. Γρήγορα προσελήφθη ως σύμβουλος της εργοδοσίας. «Επί 27 χρόνια ασκούσα πίεση στους Γάλλους βουλευτές. Τους έδινα συμβουλές για οικονομικά θέματα- υπερασπιζόμενος, φυσικά, τη δική μας θέση». Που ήταν μια θέση ακραία φιλελεύθερη. Σιγά σιγά, όμως, άρχισε να βλέπει το φως. Και να γράφει βιβλία. Τα δύο πρώτα πέρασαν απαρατήρητα. Αλλά το τρίτο, «Η Προδοσία των Οικονομολόγων» (εκδ. Gallimard), έφτασε την πιο κατάλληλη στιγμή. Και έγινε μπεστ σέλερ.

Σήμερα, ο Γκρεό δηλώνει «φιλελεύθερος, Κεϋνσιανός και Σουμπετεριανός», που χρωστάει πολλά στον Μαρξ, αλλά κυρίως στον Άνταμ Σμιθ. Όπως λέει σε συνέντευξή του στην Ελ Παΐς, η σημερινή κρίση είναι αποτέλεσμα της χρηματιστηριοποίησης της οικονομίας. «Σήμερα, τα Διοικητικά Συμβούλια των επιχειρήσεων επιτρέπουν στους προέδρους ή τους διευθυντές να καθορίζουν μόνοι τους τον μισθό τους. Αυτό είναι έξω από κάθε λογική. Σε αντάλλαγμα, εκείνοι φροντίζουν να πολλαπλασιάζεται η τιμή των μετοχών σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Παίζοντας με το χρέος. Το συμφέρον της επιχείρησης ταυτίζεται με το συμφέρον των μετόχων. Και κάποια στιγμή η φούσκα σκάει».

Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτός που σπεύδει να σώσει την κατάσταση είναι το κράτος. Και το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι με αυτήν την παρέμβαση διαφωνούν όχι μόνο οι ακραία φιλελεύθεροι, αλλά και πολλοί απλοί πολίτες. Η Μέιν Στριτ εναντίον της Ουόλ Στριτ. Οι πολλοί (hoi polloi, όπως έγραφαν προχθές οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ) κατά των αρίστων (hoi aristoi, ο Θεός να τους κάνει). Η εξέγερση αυτή κατά του κατεστημένου δεν ξεκινά τώρα. Ένα πρώτο δείγμα της είδαμε στις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών, όταν η εμπειρία της Χίλαρι υπέκυψε στο σύνθημα του αντιπάλου της για αλλαγή. Αυτήν ακριβώς την εξέγερση προσπάθησε να εκμεταλλευτεί ο Τζον ΜακΚέιν διαλέγοντας τη Σάρα Πέιλιν ως υποψήφια για την αντιπροεδρία. Αλλά μάλλον το παράκανε.

Οι ελίτ πρόδωσαν τους πολίτες. Και οι οικονομολόγοι ποιον πρόδωσαν, κύριε Γκρεό; «Μα την πραγματικότητα».

Παρασκευή, Οκτωβρίου 03, 2008

Οι περισσότερες θέσεις είναι κακές





Δεν είναι μόνο η χρηματοπιστωτική κρίση. Η Αμερική, ή εν πάση περιπτώσει κάποια Αμερική, ακόμη δεν μπορεί να συνέλθει από το σοκ της αυτοκτονίας του Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας, στις 12 Σεπτεμβρίου. Όμως γιατί αφαιρεί τη ζωή του ένας συγγραφέας;

«Oι αυτόχειρες είναι άτολμοι δολοφόνοι. Μαζοχισμός αντί για σαδισμό»: αυτό έγραφε λίγο πριν αφαιρέσει τη ζωή του στο Τορίνο ο Τσέζαρε Παβέζε, που τον θυμηθήκαμε τις προάλλες με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του. Η τελευταία του σημείωση στο ημερολόγιό του, στις 18 Αυγούστου, είναι συγκλονιστική: «Χωρίς λόγια. Μια χειρονομία. Δεν θα ξαναγράψω ποτέ». Αυτοκτόνησε μόνος του, στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου. Άλλοι συγγραφείς- διαβάζουμε στην Ελ Παΐς- προτίμησαν να δώσουν τέλος στη ζωή τους με παρέα. Ο Χάινριχ φον Κλάιστ άλλαξε διάφορες φιλενάδες μέχρι να βρει μία, την Χενριέτε Φόγκελ, που δέχθηκε να αυτοκτονήσει μαζί του στις όχθες του ποταμού Βάνζεε, κοντά στο Βερολίνο. Ο Στέφαν Τσβάιχ αυτοκτόνησε μαζί με τη γυναίκα του, τη Λόττε Άλτμαν, στην Πετρόπολις της Βραζιλίας, όπου είχαν καταφύγει για να γλιτώσουν από τις διώξεις κατά των Εβραίων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ανάλογη συμφωνία έκανε ο Άρθουρ Κέσλερ με την τρίτη του γυναίκα, τη Σύνθια: έπασχε βέβαια από Πάρκινσον και λευχαιμία.

Ο Αλμπέρ Καμύ, που δεν αυτοκτόνησε αλλά πέθανε σε ατύχημα, γράφει στην αρχή του Μύθου του Σισύφου: «Δεν υπάρχει παρά μόνο ένα πραγματικά σοβαρό φιλοσοφικό πρόβλημα: η αυτοκτονία. Το να κρίνεις αν αξίζει να ζήσεις τη ζωή σου ή όχι ισοδυναμεί με το να απαντήσεις στο θεμελιώδες ερώτημα της φιλοσοφίας». Πολλοί αυτόχειρες συγγραφείς, σε μια προσπάθεια να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα, άφησαν πίσω τους ολόκληρα βιβλία. «Αγαπώ υπερβολικά τη ζωή», έγραψε ο Ολλανδός μαθηματικός Χένρι Ρούρντα στο βιβλίο Η Αυτοκτονία μου, που το τελείωσε λίγο πριν αφαιρέσει τη ζωή του. «Για να απολαύσεις όμως το θέαμα πρέπει να έχεις μια καλή θέση, και σ΄ αυτόν τον κόσμο οι περισσότερες θέσεις είναι κακές». Σε ένα εξαιρετικό βιβλίο που έγραψε πριν αυτοκτονήσει ( Υψώνοντας το χέρι εναντίον του εαυτού σου ), ο Αυστριακός συγγραφέας Ζαν Αμερί σημειώνει ότι το πρώτο αξίωμα από το οποίο απαλλάσσεται ο αυτόχειρας είναι ότι «η ζωή αποτελεί το υπέρτατο αγαθό». Όταν διαπιστωθεί ότι η ζωή είναι συχνά ένα μεγάλο βάρος, το άλμα είναι πιο εύκολο.

Πολλοί αυτοκτονούν ήρεμοι, άλλοι επιδίδονται σε ένα όργιο αυτοκαταστροφής. Άλλοι φεύγουν νηφάλιοι κι άλλοι χαπακωμένοι ή μεθυσμένοι. Ο ποιητής Χουάν Μανουέλ Ρόκα, πάντως, συμβουλεύει τους υποψήφιους αυτόχειρες να μη μεθύσουν πριν από το απονενοημένο διάβημα. «Υπάρχει ο κίνδυνος να αυτοκτονήσεις και την άλλη μέρα να μη θυμάσαι τίποτα». Κάπως έτσι την πάτησε ένας Άγγλος ειδικός στις λογοτεχνικές αυτοκτονίες, ο Α. Άλβαρες, που αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, μεθυσμένος, μια χριστουγεννιάτικη νύχτα. Τρεις μέρες μετά ξύπνησε χωρίς να θυμάται τίποτα: είχε μόνο την περίεργη αίσθηση ότι θα είναι πάντα ένας αποτυχημένος.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 01, 2008

Τρεις ελέφαντες σε ένα δωμάτιο





Τα πράγματα είναι χειρότερα από το ΄29. Κι αυτό, επειδή δεν έχουμε έναν ελέφαντα που μετακινείται σε ένα μικρό δωμάτιο, αλλά τρεις. Λύση, πάντως, υπάρχει.

Η πρώτη κρίση είναι η χρηματοπιστωτική. Η Αμερική βγαίνει από 20 χρόνια υπέρμετρων δαπανών που στηρίζονταν στις πιστωτικές κάρτες. Έτσι χρηματοδότησε τη δική της οικονομία, έτσι και τις ξένες. Αν όμως το 1991 τα κέρδη ήταν κατά 9% μεγαλύτερα από τις δαπάνες, σήμερα η κατάσταση έχει αντιστραφεί: Οι Αμερικανοί ξοδεύουν περισσότερα απ΄ όσα κερδίζουν. Κι αυτό, τη στιγμή που οι μισθοί είναι ακινητοποιημένοι, πράγμα που σημαίνει ότι η πραγματική αγοραστική δύναμη μειώνεται διαρκώς.

Η δεύτερη κρίση είναι η ενεργειακή. Στις 11 του περασμένου Ιουλίου, όταν το πετρέλαιο έφτασε στα 147 δολάρια, ο πλανήτης γνώρισε το «ναδίρ της παγκοσμιοποίησης», ένα κρίσιμο σημείο μη επιστροφής. Οι τιμές όλων των πρώτων υλών πήραν την ανηφόρα, το ίδιο και ο πληθωρισμός, ενώ η αγοραστική δύναμη ακολούθησε την αντίστροφη πορεία. Και παρ΄ όλο που στη συνέχεια η τιμή του πετρελαίου μειώθηκε, η «διόρθωση» δεν ήταν αντίστοιχη.

Η τρίτη κρίση οφείλεται στην υπερθέρμανση της Γης. Οι τυφώνες πολλαπλασιάζονται, με το κόστος να ανέρχεται - εκτός από τις ανθρώπινες ζωές- σε πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία οι ασφαλιστικές εταιρείες αδυνατούν να καλύψουν. Το κλίμα έχει τρελαθεί, και οι επιπτώσεις στη γεωργία είναι ολέθριες.

Τις τελευταίες ημέρες μιλάμε κυρίως για την πρώτη κρίση. Όπως λέει όμως ο Αμερικανός οικονομολόγος Τζέρεμι Ρίφκιν σε συνέντευξή του στη Ρεπούμπλικα, η κρίση αυτή οξύνεται λόγω της αλληλεπίδρασής της με τις άλλες δύο, με αποτέλεσμα να γίνεται πιο επικίνδυνη από ανάλογες κρίσεις του παρελθόντος. Το σχέδιο διάσωσης της αμερικανικής οικονομίας, ακόμη κι αν τελικά εγκριθεί, δεν θα είναι παρά μια ομπρέλα που θα αντέξει για μερικούς μόνο μήνες. Ύστερα θα αχρηστευθεί και θα γίνουμε όλοι μούσκεμα, με τους Ευρωπαίους να είναι σε κάπως καλύτερη θέση από τους Αμερικανούς χάρις στις οικογενειακές αποταμιεύσεις, το ισχυρό ευρώ, τις καλύτερες εξαγωγές και το πιο δίκαιο κοινωνικό τους σύστημα.

Η μόνη λύση, σύμφωνα με τον Ρίφκιν, είναι μια ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος. Και η μεταρρύθμιση αυτή περνά από την «τρίτη βιομηχανική επανάσταση». Η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και τα οικολογικά σπίτια θα συμβάλει στην αναζωογόνηση της πραγματικής οικονομίας, η οποία τα τελευταία χρόνια παραμελήθηκε και έπεσε όλο το βάρος στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια των Αμερικανών φορολογουμένων που έχει ήδη δαπανηθεί για τη σωτηρία των Fannie Μae και Freddie Μac δεν θα καλύψει παρά ένα μέρος μόνο της τρύπας. Αν όμως αυτό το ποσό είχε διατεθεί για να στηρίξει μια γρήγορη μετάβαση στην τρίτη επανάσταση, θα είχαν δημιουργηθεί εκατομμύρια θέσεις εργασίας και η Αμερική θα έβγαινε από τον φαύλο κύκλο.