Παρασκευή, Νοεμβρίου 30, 2007

Ο νέος Τρίτος Δρόμος



Ο Τρίτος Δρόμος ολοκλήρωσε τον κύκλο του με επιτυχία. Ο κόσμος αλλάζει, η παγκοσμιοποίηση θέτει νέες προκλήσεις, χρειάζεται ένας νέος Τρίτος Δρόμος, όπως λέμε μια Νέα Αλλαγή.

Επτά είναι, σύμφωνα με τον Άντονι Γκίντενς, οι βασικές αρχές στις οποίες πρέπει να στηριχθεί ο εκσυγχρονισμός του Τρίτου Δρόμου. Υπεράσπιση του ανοιχτού χαρακτήρα της οικονομίας και κατάργηση όλων των στοιχείων που δυσχεραίνουν τον ανταγωνισμό. Κατάληψη του «κέντρου» και μετακίνησή του προς τα αριστερά: αυτό δεν σημαίνει κάποιους εκλογικούς υπολογισμούς, αλλά την επεξεργασία ενός «συμβιβασμού» που θα υπερβαίνει τις παλιές διαχωριστικές γραμμές και θα καταλήγει σε ένα συμβόλαιο ανάμεσα στο Κράτος και τον πολίτη. Προτεραιότητα στην εκπαίδευση. Εντατικοποίηση της μάχης κατά της φτώχειας, είτε οφείλεται σε ανεπαρκή εισοδήματα είτε σε έλλειψη επιμόρφωσης. Καταπολέμηση της εγκληματικότητας και των αντικοινωνικών συμπεριφορών, που συχνά είναι αποτέλεσμα της ακραίας φτώχειας. Άνοιγμα της χώρας στους μετανάστες, με έλεγχο των εισροών. Μάχη κατά της τρομοκρατίας.

Το έθνος έχει ανάγκη από ένα ισχυρό Κράτος που να ελέγχει την παιδεία και την υγεία, λέει ο πρώην διευθυντής του London School of Εconomics στον Νουβέλ Ομπζερβατέρ. Το Κράτος αυτό πρέπει να μπορεί να εντοπίζει τις ανάγκες των πολιτών-καταναλωτών και να τις ικανοποιεί με έναν ανεπτυγμένο δημόσιο τομέα. Σε ένα Κράτος που προσφέρει στα άτομα τους πόρους και τις δυνατότητες που χρειάζονται για να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους (enabling State) πρέπει λοιπόν να προστεθεί ένα Κράτος που τους παρέχει εγγυήσεις στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας (ensuring State). Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Το σημερινό ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, που κατά τον Γιούργκεν Χάμπερμας και τον Ζακ Ντεριντά μπορεί να προσδιοριστεί με βάση την «εκπολιτιστική εξουσία του Κράτους» και τις εγγυήσεις κοινωνικής ασφάλειας που παρέχει στους πολίτες, διέρχεται κρίση, αφού αφήνει 20 εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς δουλειά. Οι Γάλλοι απέρριψαν το σχέδιο Συντάγματος επειδή η Ευρώπη δεν τους προστατεύει πλέον. Χρειάζονται λοιπόν καινούργιες παρεμβάσεις που να απαντούν, για παράδειγμα, στη φυγή των επιχειρήσεων προς χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος. Εκτός από την προστασία απέναντι στην ανεργία και την ασθένεια, το κοινωνικό κράτος πρέπει να ενσωματώσει το δικαίωμα στην επιμόρφωση και την πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες. Πρέπει επίσης να λάβει υπ΄ όψη τα προβλήματα του περιβάλλοντος και των κλιματικών αλλαγών.

Για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, είναι άραγε αναγκαίο να υπάρξει μια θατσερική περίοδος, όπως υπαινίσσεται ο Σαρκοζί (ή, τηρώντας τις αποστάσεις, ο Καραμανλής); Καθόλου, απαντά ο Γκίντενς. Ο θατσερισμός αποτέλεσε μια μορφή μετάβασης που δεν θα ευχόταν ούτε στον χειρότερο εχθρό του. Αν η Βρετανία πέτυχε αρκετά πράγματα στην αγορά εργασίας, στάθηκε ανίκανη να απαντήσει στην αύξηση των ανισοτήτων και να οργανώσει μια πραγματική αποκέντρωση. Μοντέλο δεν υπάρχει, κάθε χώρα μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματά της.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 29, 2007

Η απεικόνιση των βαρβάρων



«Αυτό που μας έμαθε η νεώτερη ιστορία είναι ότι ο πολιτισμός όχι μόνο δεν εμποδίζει τη βαρβαρότητα, αλλά μπορεί και να τη διασπείρει. Τα χειρότερα παραδείγματα είναι οι ολοκληρωτισμοί του 20ού αιώνα». Ροζέ-Πωλ Ντρουά

Αρχικά, η λέξη «βάρβαρος» δεν σήμαινε κατ΄ ανάγκη κάτι κακό ή υποτιμητικό. Βάρβαρος ήταν απλώς ο ξένος, πας μη Έλλην. Οι βάρβαροι- ξένοι μπορούσε να είναι άνθρωποι κακοί και μοχθηροί («ατάσθαλοι», κατά τον Ηρόδοτο), αλλά και άνθρωποι με υψηλό πνευματικό ή επιστημονικό επίπεδο, όπως για παράδειγμα οι Αιγύπτιοι στον Πλάτωνα. Στην ελληνική σκέψη, η βαρβαρότητα δεν ήταν πάντα συνδεδεμένη με απάνθρωπες πράξεις ή με την αναισθησία απέναντι στον πόνο του άλλου. Όταν ο Όμηρος αναφέρει για πρώτη φορά τη λέξη «βαρβαρόφωνοι» στην Ιλιάδα (Β 867), το κάνει για να περιγράψει την ακατανόητη γλώσσα που μιλούν οι Κάρες, σύμμαχοι των Τρώων. Η σημερινή εικόνα της βαρβαρότητας πρωτοεμφανίστηκε στη Ρώμη, στην αρχή της Αυτοκρατορίας, όταν ο Κικέρων και άλλοι διανοητές μίλησαν για την humanitas (τη φυσική αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων) σε αντίθεση με τη feritas (μια καταστροφική κτηνωδία που μπορεί να ξεπηδήσει τόσο από το εσωτερικό μιας κοινωνίας όσο και από κάθε μεμονωμένο άτομο).

Φιλόσοφος, ερευνητής και δημοσιογράφος, ο Ροζέ-Πωλ Ντρουά αφιέρωσε δέκα χρόνια στη μελέτη της απεικόνισης των βαρβάρων στη Δύση. Προϊόν αυτής της μελέτης είναι το βιβλίο «Γενεαλογία των βαρβάρων» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Οdile Jacob. Οι βάρβαροι της αρχαιότητας- λέει σε συνέντευξή του στο περιοδικό Λε Πουάν - προσδιορίζονταν από τον τόπο της γέννησής τους. Οι σύγχρονοι βάρβαροι προσδιορίζονται από τις πράξεις τους. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη μετάβαση έπαιξε η εμφάνιση του χριστιανισμού, όταν η σεμνότητα και η ταπεινότητα κυριάρχησαν επί της σκληρότητας και της βίας. Η αδυναμία έγινε μια νέα μορφή υπεροχής, ενώ η βία εξοστρακίστηκε και ταυτίστηκε με αυτό που αρνούμαστε. Δεδομένου ότι την ίδια εποχή οι Γότθοι, οι Βάνδαλοι και στη συνέχεια οι Ούννοι δεν συμπεριφέρονταν ακριβώς σαν άγγελοι, ο απάνθρωπος ταυτίστηκε εύκολα με τον βάρβαρο.

Η ανακάλυψη της Αμερικής συνέπεσε με την εμφάνιση της έννοιας του «καλού άγριου», του ανθρώπου που τοποθετείται έξω από τον οργανωμένο πολιτισμό αλλά δεν τον απειλεί. Πριν ακόμη από τον Ρουσώ, ο Μονταίν επέκρινε την έννοια της βαρβαρότητας, λέγοντας πως «ο καθένας χαρακτηρίζει βάρβαρο αυτό που δεν καταλαβαίνει». Αλλά η επέκταση αυτής της ερμηνείας ενέχει έναν σημαντικό κίνδυνο, επισημαίνει ο Ντρουά: να επικρατήσει ένας σχετικισμός όπου θα έχει διαλυθεί η ίδια η έννοια της βαρβαρότητας. Η παλιά εικόνα του βαρβάρου είχε το μειονέκτημα ότι αποτελούσε μια αποτυχημένη απεικόνιση του Άλλου, αλλά τουλάχιστον ο Άλλος υπήρχε! Αν αφαιρεθεί ο Άλλος, βρισκόμαστε εκτεθειμένοι στον κίνδυνο της απώλειας ταυτότητας, στην εμφάνιση μιας διάχυτης βίας, άρα μιας καινούργιας μορφής βαρβαρότητας. Με άλλα λόγια: ισότητα ναι, τελειότητα όχι!

Τρίτη, Νοεμβρίου 27, 2007

Η ασθένεια των επιδομάτων



Θεωρείται ένας από τους «γκουρού» του σουηδικού κοινωνικού κράτους. Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Είναι 77 ετών. Και θεωρεί πως η σύνταξη στα 65 αποτελεί καθαρή τρέλα.

Εδώ και δεκαετίες, το σουηδικό μοντέλο είναι ένας θρύλος. Ένα παράδειγμα προς μίμηση. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: ο μέσος όρος απουσίας από τη δουλειά «λόγω ασθενείας» είναι στη χώρα αυτή 22 ημέρες τον χρόνο. Σε ορισμένες περιοχές, μάλιστα, φτάνει τις 54 ημέρες, χωρίς να παρατηρείται εκεί κάποια διαφορά στην υγεία του πληθυσμού. Κάτι ανάλογο συμβαίνει σε άλλες δύο χώρες που καυχιούνται ότι προσφέρουν υψηλή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους πολίτες τους: την Ολλανδία και τη Νορβηγία. Ο εργαζόμενος είναι υγιής, αλλά ζητάει άδεια λόγω ασθενείας. Στο 60% των περιπτώσεων, η δικαιολογία είναι πόνος στην πλάτη ή κατάθλιψη. Και δεν είναι μόνο αυτό. Στη Σουηδία, οι γονείς μπορούν να λείψουν από τη δουλειά και όταν αρρωστήσουν τα παιδιά. Πολλοί όμως εξακολουθούν να μένουν στο σπίτι ακόμη κι όταν το παιδί αναρρώσει πλήρως.

Όλα αυτά καταστρέφουν το κοινωνικό κράτος, λέει στην Ελ Παΐς ο Ασάρ Λίντμπεκ, συγγραφέας δεκάδων βιβλίων και μέλος επί 25 χρόνια της επιτροπής Νόμπελ. Σε μια πρόσφατη έρευνα, οι πολίτες ρωτήθηκαν αν θεωρούν σωστό να λείπει κάποιος από τη δουλειά του επικαλούμενος ψευδώς ασθένεια. Το 60% απάντησε θετικά. Αλλά το σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι. Όταν δημιουργήθηκε στη Σουηδία το κράτος πρόνοιας, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο κόσμος ήταν συνηθισμένος να δουλεύει για να ζήσει. Ζητούσε βοήθεια μόνο σε περίπτωση ανάγκης, γιατί έτσι όριζαν οι κοινωνικοί νόμοι. Με τα χρόνια, όμως, αυτοί οι νόμοι χαλάρωσαν. Όλο και περισσότεροι άρχισαν να ζουν με τα επιδόματα. Μια εξήγηση είναι ότι τα επιδόματα αυτά είναι πολύ υψηλά: σε μερικές περιπτώσεις, η διαφορά ανάμεσα στον μισθό και το επίδομα ανεργίας είναι μόλις 10% ή ακόμη μικρότερη. Πρέπει λοιπόν να βρεθεί μια λύση: ή να μειωθούν τα επιδόματα ή να αυξηθούν οι έλεγχοι. Οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί έχουν δοκιμάσει να επιδοτούν αυτούς που δουλεύουν, να δώσουν δηλαδή κίνητρα στην εργασία.

Το μεγάλο επίτευγμα του σουηδικού μοντέλου- συνεχίζει ο Λίντμπεκ- είναι η απελευθέρωση της γυναίκας. Η άδεια μητρότητας (14 μήνες με πλήρη μισθό), η σημαντική βοήθεια σε οικογένειες με μικρά παιδιά και η προστασία των ηλικιωμένων (που παραδοσιακά ήταν έργο των γυναικών) επέτρεψαν η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας να φτάσει το 80%. Για να διατηρηθούν όμως όλα αυτά τα πλεονεκτήματα, δεν μπορεί η ηλικία συνταξιοδότησης να είναι τα 55 χρόνια. Το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί σημαντικά, οι νέοι πιάνουν δουλειά μετά τα 27. Η παραγωγική ζωή είναι υπερβολικά σύντομη και αυτό έχει υψηλό κόστος. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι πρέπει να φτάσεις στα 75 για να αρχίσεις να καταλαβαίνεις μερικά πράγματα: το λέει ένας μαχητικός νέος 77 ετών!

Δευτέρα, Νοεμβρίου 26, 2007

Η επανίδρυση των Αράβων



«Κύριος Παλαιστίνη: ο μόνος άνθρωπος που θα μπορούσε να το κάνει πραγματικότητα»: μόνο ο Εκόνομιστ θα μπορούσε να κάνει τον πρόεδρο Μπους εξώφυλλο με μια τέτοια λεζάντα.

O Ολμέρτ πηγαίνει σήμερα στην Αννάπολη επειδή ένας Ισραηλινός πρωθυπουργός δεν μπορεί να αγνοήσει μια πρόσκληση του Λευκού Οίκου. Ο Αμπάς πηγαίνει γιατί πρέπει να δείξει στις μεγάλες δυνάμεις ότι εξακολουθεί να είναι πρόεδρος της Παλαιστίνης, παρ΄ όλο που έχει χάσει τον έλεγχο της Γάζας. Οι περισσότεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι θέλουν απλώς να δείξουν στους Άραβες συμμάχους τους ότι ενδιαφέρονται για το Παλαιστινιακό, ώστε να τους χρησιμοποιήσουν στη συνέχεια στην εκστρατεία κατά του Ιράν. Κι έτσι μένει μόνο ένας άνθρωπος που θα μπορούσε να δώσει το φιλί της ζωής στην ειρηνευτική διαδικασία: ο απερχόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Αφού τα έκανε μπάχαλο στο Ιράκ, αφού εγκατέλειψε τα όνειρα περί εξαγωγής της δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή, αφού αγνόησε επί επτά χρόνια την Παλαιστίνη, θα μπορούσε τώρα να κάνει μια κίνηση που θα ενισχύσει τους μετριοπαθείς και θα απομονώσει τους εξτρεμιστές. Και η κίνηση αυτή, σημειώνει ο Εκόνομιστ , είναι μια ομιλία στην Αννάπολη με την οποία θα καθιστά σαφές ότι η Αμερική επιθυμεί μια λύση δύο κρατών στα σύνορα του 1967 (ενδεχομένως με μια περιορισμένη ανταλλαγή εδαφών), με κοινή πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ και με δικαίωμα των Παλαιστινίων προσφύγων να επιστρέψουν μόνο στη νέα Παλαιστίνη.

Ο ρόλος της Δύσης στην επίλυση του Μεσανατολικού είναι καταλυτικός. Αλλά τίποτα δεν θα έχει αξιοπιστία και διάρκεια αν δεν συνοδευτεί από μια πραγματική πολιτιστική επανάσταση των Αράβων. Το πρόβλημα του αραβικού κόσμου- λέει στην Κοριέρε ντέλα Σέρα ο Αλί Άχμαντ Σαΐντ Ασμπάρ, γνωστότερος ως Άδωνις- είναι ότι η κοινωνία πρέπει να επανιδρυθεί σε μια τελείως διαφορετική βάση από αυτήν που κληρονόμησε. Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να διαχωριστεί η θρησκεία από το Κράτος. Αδύνατο; Τίποτα δεν είναι αδύνατο. Στην Ευρώπη του Μεσαίωνα, η χριστιανική εκκλησία ήταν ισχυρότερη απ΄ ό,τι είναι σήμερα οι εξτρεμιστές στον αραβικό κόσμο. Κι όμως υποτάχθηκε στο Κράτος. Πολλοί άνθρωποι στον αραβικό κόσμο υποστηρίζουν σήμερα αυτό το σχέδιο, κυρίως γυναίκες. Η Δύση πρέπει να τους στηρίξει, ήλθε η ώρα να πάψει να συνεργάζεται με τα καθεστώτα και τους θεσμούς που συνδέονται μαζί τους και να ανοιχτεί προς τα κινήματα των ελεύθερων διανοουμένων.

Ο 77χρονος ποιητής, που γεννήθηκε στη Συρία και ζει στο Παρίσι, ανησυχεί αυτές τις μέρες ιδιαίτερα για τον Λίβανο, μια χώρα τελείως διαφορετική από τις άλλες. Αν οι άλλες αραβικές χώρες, αλλά και το Ισραήλ, κοιτάζουν προς το παρελθόν, ο Λίβανος κοιτάζει προς το μέλλον. Αν οι άλλοι ονειρεύονται κοινωνίες που στηρίζονται στην πίστη, ο Λίβανος θέλει μια κοινωνία όπου θα συνυπάρχουν όλες οι εθνότητες, οι θρησκείες και οι πολιτισμοί. Αλλά υπάρχουν μεγάλες αντιστάσεις, το φιλόδοξο αυτό σχέδιο κινδυνεύει να χαθεί.

Σάββατο, Νοεμβρίου 24, 2007

Κάτω οι βεβαιότητες!



Πωλ Ώστερ: «Το ερώτημα αν πιστεύω στον Θεό μού δημιουργούσε πάντα σύγχυση. Ιδιαίτερα όταν υπονοεί ότι ανήκω σε κάποια θρησκεία. Απ΄ ό,τι ξέρω, πρόκειται για δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Κι ύστερα, τι είναι ο Θεός; Πώς μπορούμε να ορίσουμε τον Θεό; Ένα πράγμα είναι σίγουρο: δεν δημιουργήσαμε εμείς τον κόσμο. Κι έτσι βρισκόμαστε μπροστά σ΄ ένα μεγάλο μυστήριο: πώς γεννήθηκαν τα πράγματα; Ίσως αυτό να είναι το βασικό ερώτημα που πρέπει να θέσουμε. Ορισμένοι απαντούν με μια λέξη: ο Θεός. Αλλά εγώ δεν μπόρεσα ποτέ να πιστέψω σε αυτήν την ιδέα. Από θεολογικής πλευράς, οι άνθρωποι που ανέκαθεν με συγκινούσαν ήταν εκείνοι που αμφέβαλλαν, όπως ο Πασκάλ και ο Κίρκεγκωρ. Αντίθετα, δεν σέβομαι εκείνους που θεωρούν ότι είναι ιδιοκτήτες της αλήθειας. Τεράστιες καταστροφές στην ιστορία της ανθρωπότητας έγιναν στο όνομα της αλήθειας».

Νέηθαν ΄Ηνγκλαντερ: «Αναρωτιέμαι κατά πόσον η θρησκεία διαθέτει έναν μηχανισμό αυτοδιόρθωσης χάρις στον οποίο καταφέρνει πάντα να τα βγάλει πέρα. Το αγαπημένο μου παράδειγμα, που μου προκαλεί ανησυχία και με φέρνει σε σύγκρουση με πολύ κόσμο, είναι η ιστορία του Γιγκάλ Αμίρ, του δολοφόνου του Ράμπιν. Λένε πως έδρασε έξω από το πλαίσιο της θρησκείας. Η αλήθεια όμως είναι πως ένας ραβίνος- ξέρω πώς μεγάλωσε, θα μπορούσα κι εγώ να είμαι στη θέση του- του είπε πως η δολοφονία του Ράμπιν ήταν μια θρησκευτική πράξη, πως έπρεπε να το κάνει για χάρη του Θεού. Η πράξη αυτή ήταν μέρος της εκπαίδευσής του, ο Αμίρ ήταν προγραμματισμένος να δολοφονήσει τον Ράμπιν».

Πωλ Ώστερ: «Θέλω να επιμείνω σε μια λέξη-κλειδί: ηθική. Πιστεύω πως μπορείς να έχεις έναν ηθικό κώδικα χωρίς να πιστεύεις στον Θεό. Θυμάμαι πάντα τη φράση του Ντοστογιέφσκι στους “Αδελφούς Καραμαζώφ”: “Αν ο Θεός δεν υπάρχει, τότε όλα επιτρέπονται”. Αυτός είναι ο μεγάλος φόβος, ένας φόβος θεμιτός, κατανοητός, αλλά ένας φόβος που δεν με αφορά, γιατί εγώ πιστεύω πως το ανθρώπινο είδος μπορεί να δημιουργήσει μια δική του ηθική χωρίς κάποιον υπερβατικό νόμο: εμείς την εφηύραμε, εμείς θα υπακούσουμε σ΄ αυτή. Ο μεγάλος Ιταλός ποιητής Τζουζέπε Ουνγκαρέτι γράφει κάπου: θέλουμε βεβαιότητες. Για πολλούς από εμάς, όμως, αυτό δεν είναι απαραίτητο. Εγώ αναζητώ την αλήθεια και δεν φοβάμαι την αλήθεια. Δεν έχω ανάγκη από ένα δόγμα που θα μου πει πώς να σκέφτομαι, πώς να συμπεριφέρομαι».

Νέηθαν ΄Ηνγκλαντερ: «Υπάρχουν πάντως και πράγματα που μ΄ αρέσουν στη θρησκεία: η ιδέα του ιερού χρόνου, του ιερού χώρου. Και το γράψιμο κάπως έτσι λειτουργεί...».

(Από πρόσφατη συζήτηση των δύο συγγραφέων στη Νέα Υόρκη, με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του Αντόνιο Μόντα «Πιστεύετε; Συζητήσεις για τον Θεό και τη Θρησκεία»)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 23, 2007

Ο μετασχηματισμός της απεργίας



Η απεργία των σιδηροδρομικών στη Γαλλία παίρνει τέλος- ή μάλλον «αλλάζει μορφή», όπως είπε ένας συνδικαλιστής από τη Μασσαλία. Οι στατιστικές δείχνουν ότι ο αριθμός των απεργιών έχει μειωθεί δραστικά τα τριάντα τελευταία χρόνια. Μήπως αυτή η μορφή δράσης φτάνει στο τέλος της;

Το 1976, ο αριθμός των ημερών εργασίας που χάθηκαν στη Γαλλία λόγω απεργιών ήταν 4 εκατομμύρια. Το 2005, είχε μειωθεί στα 1,2 εκατομμύρια: ένα εκατομμύριο στον δημόσιο τομέα και 224.000 στον ιδιωτικό. Με εξαίρεση ορισμένα χρόνια όπου έγιναν εκτεταμένες κινητοποιήσεις, όπως το 1995 και το 2003 για τις συντάξεις και το 2006 για το συμβόλαιο πρώτης εργασίας, η μείωση των απεργιών είναι φαινόμενο συνεχές. Παράλληλα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αυτή η μορφή κινητοποίησης είναι όλο και λιγότερο δημοφιλής στην κοινή γνώμη: η απεργία των σιδηροδρομικών βρίσκει αντίθετους περισσότερους από 6 στους 10 Γάλλους. Να σημαίνουν άραγε αυτοί οι αριθμοί το τέλος των κοινωνικών συγκρούσεων;

Όχι, απαντά ο Ζαν-Μισέλ Ντενί, ερευνητής στο Κέντρο Μελετών της Απασχόλησης και συγγραφέας του βιβλίου «Αναζωπύρωση και μετασχηματισμός των συγκρούσεων για την εργασία» (Dares, 2007). Η αμφισβήτηση και η αντίσταση δεν μειώνονται, απλώς αλλάζουν μορφή. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αριθμός των γαλλικών επιχειρήσεων με περισσότερους από 20 εργαζομένους στις οποίες έχει σημειωθεί τουλάχιστον μία σύγκρουση αυξάνεται, από 21% την περίοδο 1996-98 έφτασε σε 30% την περίοδο 2002-2004. Αυτή η σύγκρουση, όμως, δεν έχει κατ΄ ανάγκην απεργιακό χαρακτήρα. Πολύ συχνότερα παρατηρούνται μορφές πάλης όπως η λευκή απεργία (δηλαδή η αυστηρή τήρηση των κανονισμών, που οδηγεί μια επιχείρηση σε παράλυση) ή η άρνηση των υπερωριών (μέτρο ιδιαίτερα αποτελεσματικό σε μια εποχή που ζητείται από τους μισθωτούς να δουλεύουν περισσότερο για να κερδίζουν περισσότερα). Η απεργία κοστίζει ακριβά, ιδιαίτερα στους εργαζομένους με επισφαλείς συμβάσεις. Μια κινητοποίηση διαφορετικού τύπου, πιο «έξυπνη», καλά οργανωμένη και σωστά στοχευμένη, μπορεί να αποδειχθεί εξίσου αποτελεσματική.

Μεγάλη σημασία έχει, ασφαλώς, το είδος και το μέγεθος της επιχείρησης. Σε τομείς με ισχυρή παράδοση σε αγώνες, όπως είναι η βιομηχανία και οι μεταφορές, το εργαλείο της απεργίας εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, συχνά μάλιστα ενισχύεται. Επιπλέον, όσο μεγαλύτερη είναι μια επιχείρηση τόσο εντονότερη παρουσία έχουν τα συνδικάτα και τόσο περισσότερες είναι οι συγκρούσεις. Στις μικρότερες επιχειρήσεις, οι εργατικές διαφορές λύνονται συνήθως με απευθείας διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους εργαζομένους και τον εργοδότη. Σε γενικές γραμμές πάντως, οι απεργίες εντάσσονται στο «φορντιανό» μοντέλο που είναι ξεπερασμένο. Χωρίς να σημαίνει πως το σύγχρονο μοντέλο δεν περιλαμβάνει συγκρούσεις: όποιος νομίζει ότι τα προβλήματα μπορεί να λύνονται αποκλειστικά μέσω διαπραγματεύσεων κάνει λάθος. Η σύγκρουση αποτελεί συστατικό στοιχείο της κοινωνικής οργάνωσης, είναι βλακώδες να προσπαθεί κανείς να την ξεριζώσει.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 22, 2007

Τα αφεντικά των χρωμάτων



Ένα σύνθημα δονεί δεκάδες blogs σε όλη την Ευρώπη: λευτεριά στο magenta! Καλλιτέχνες, διανοούμενοι, γραφίστες ενώνουν τις φωνές τους για να μην αποτελέσουν και τα χρώματα ένα εμπόρευμα που αγοράζεται και πωλείται.

Την είδηση τη διαβάσαμε την περασμένη εβδομάδα: η «Κρεμαστή Καρδιά» του Τζεφ Κουνς πουλήθηκε σε δημοπρασία του οίκου Σόθμπις έναντι 23,5 εκατομμυρίων ευρώ, ποσό που αποτελεί ρεκόρ για πίνακα καλλιτέχνη που βρίσκεται εν ζωή. Αυτό που δεν διαβάσαμε είναι ότι το χρώμα της Καρδιάς, εκείνο το βαθυπόρφυρο που λέγεται magenta, δεν είναι πια ελεύθερο. Δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει κατά βούληση όποιος ζωγράφος το επιθυμεί. Πρέπει πρώτα να ρωτήσει τον ιδιοκτήτη του, που είναι η Deutsche Τelekom. Η γερμανική εταιρεία τηλεπικοινωνιών αγόρασε τον κωδικό αυτού του χρώματος (Ctm 002534774), όπως η αμερικανική Red Βull είχε αγοράσει νωρίτερα τον κωδικό μιας απόχρωσης του γαλάζιου (blue silver). Μα αν εκείνη η αγορά πέρασε στο «ντούκου», ετούτη εδώ έχει προκαλέσει έναν πραγματικό πόλεμο. Το magenta, άλλωστε, έχει τον πόλεμο στο DΝΑ του: στην ομώνυμη πόλη της Ιταλίας, Γάλλοι ζουάβοι που φορούσαν παντελόνια σ΄ εκείνο το χρώμα έλαβαν μέρος το 1859 σε μια μάχη που ανάγκασε τον αυστριακό στρατό να υποχωρήσει.

Ίσως γι΄ αυτό να ευαισθητοποιήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ενημέρωσε τις δύο εταιρείες ότι, με βάση το άρθρο 4, μπορούν να κατοχυρώνουν μόνο σύμβολα τα οποία είναι δυνατόν να αναπαρασταθούν γραφικά. Για τα χρώματα αυτό δεν ισχύει, άρα η αγορά τους είναι παράνομη. Αλλά οι εταιρείες διαφωνούν. Το άρθρο αυτό, λένε, χρονολογείται από το 1993, δηλαδή πριν εμφανιστεί το Ιnternet. Έκτοτε, οι τεχνολογικές πρόοδοι έχουν αλλάξει τα δεδομένα. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε το 2004 μια απόφαση στην οποία προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κατοχυρώνονται τα χρώματα ή οι συνδυασμοί χρωμάτων. Άρα η διαδικασία είναι απολύτως νόμιμη και όσοι την αμφισβητούν καλά θα κάνουν να το βουλώσουν. Άλλωστε υπάρχουν τόσα χρώματα ελεύθερα, κανείς δεν εμποδίζει όποιον θέλει να τα αγοράσει.

«Είμαι άφωνος μπροστά σ΄ αυτόν τον παραλογισμό», λέει στη Ρεπούμπλικα ο 52χρονος ζωγράφος Τζάνι Ντεσί, που αυτή την εποχή ετοιμάζει τα πολύχρωμα σκηνικά για το Κάστρο του Κυανοπώγωνα, του Μπέλα Μπάρτοκ, το οποίο θα ανεβεί τον ερχόμενο Μάιο στη Σκάλα του Μιλάνου. Εντάξει, και στην ορειβασία υπάρχει η συνήθεια όποιος κατακτά μια κορυφή να τη βαφτίζει κιόλας- αλλά όχι και να γίνεται ο ιδιοκτήτης της! Ο Υβ Κλάιν έδωσε το όνομά του στο Βlu Κlein, αλλά αυτό δεν εμποδίζει όποιον θέλει να το χρησιμοποιήσει. Το ίδιο ισχύει για το Rosso Τiziano ή για το Verde Veronese. Ο Τιτσιάνο δεν διανοήθηκε ποτέ να επιβάλει κοπιράιτ στο χρώμα «του»! Στην τέχνη, όλα ανήκουν σε όλους, η πρόκληση για τον καλλιτέχνη είναι να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα μέσα για να δημιουργήσει μια δική του γλώσσα.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 21, 2007

Ο λύκος και η μάγισσα



Εκείνος το αρνείται. Εκείνη ζει εξόριστη στη Χιλή και αποφεύγει τις δηλώσεις. Η ιστορία δεν ακούγεται πολύ πειστική. Μα δεν θα ήταν όμορφο να είναι αληθινή, δεν θα οδηγούσε σε μια ταινία εξίσου συγκινητική με τις «Ζωές των Άλλων»;

Ήταν Νοέμβριος του 1976 όταν η πανίσχυρη σύζυγος του Έριχ Χόνεκερ, η ωραία και ώριμη Μάργκοτ, κτύπησε ένα βράδυ την πόρτα του Βολφ Μπίρμαν. Ο ανατολικογερμανός τραγουδοποιός, που είχε ήδη προβλήματα με το καθεστώς εξαιτίας των απόψεών του, επρόκειτο να φύγει σε λίγες μέρες για μια συναυλία στη Δύση, στην Κολωνία. Η «μάγισσα», όπως αποκαλούσαν τη σύζυγο του δικτάτορα, τον προειδοποίησε να μην το κάνει. «Αν φύγεις», του είπε, «θα σου αφαιρέσουν την υπηκοότητα και δεν θα μπορέσεις να γυρίσεις πίσω. Μείνε, και θα γίνεις ο μεγαλύτερος ποιητής της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας». Η κουβέντα κράτησε ώρα, το ένα ποτό έφερε το άλλο, αλλά ο Μπίρμαν δεν μεταπείστηκε, παρ΄ όλο που γνώριζε ότι η κυρία με την οποία μιλούσε ήταν ο εγκέφαλος της απαγωγής των παιδιών όσων τολμούσαν να μεταναστεύσουν. Την παραμονή της αναχώρησής του συναντήθηκε με μερικούς στενούς του φίλους. Και τους αποκάλυψε ότι εκείνο το βράδυ η Μάργκοτ δεν έφυγε από το σπίτι του. Έμεινε όλη τη νύχτα, μια καυτή, ερωτική νύχτα.

Η ιστορία είναι εξωφρενική, η «Μπιλντ», που τη δημοσίευσε την περασμένη Κυριακή, δεν είναι σοβαρή εφημερίδα, αλλά η πηγή της πληροφορίας δεν είναι τυχαία: πρόκειται για τον Φλόριαν Χάβεμαν, αδελφό της Ζιμπίλε με την οποία ο Μπίρμαν είχε στο παρελθόν δεσμό, και γιο του διαφωνούντα επιστήμονα Ρόμπερτ Χάβεμαν, που θεωρείται ο Ζαχάρωφ της ανατολικής Γερμανίας. Την πληροφορία την επιβεβαιώνει και ο Ντίτερ Ντεμ, πρώην μάνατζερ του Μπίρμαν και σήμερα βουλευτής της Αριστεράς, του κόμματος στο οποίο συγχωνεύτηκαν οι πρώην κομμουνιστές και ο Όσκαρ Λαφονταίν. Είναι πολύ πιθανό να λένε και οι δύο ψέματα: σύμφωνα με τον Μπίρμαν, μάλιστα, ο Ντεμ ήταν πράκτορας της Στάζι. Μπορεί όμως και να είναι αλήθεια εκείνο το one-night-stand, και να το παραδεχθεί μια μέρα ο τραγουδοποιός όπως παραδέχθηκε ο Γκίντερ Γκρας τη σχέση που είχε στα νεανικά του χρόνια με τους SS. Δεν είναι κακό. Αυτό που μετράει άλλωστε είναι το αποτέλεσμα.

Και το αποτέλεσμα είναι ότι ο «λύκος»- όπως αποκαλούσε τον Μπίρμαν η πρώτη σύζυγός του, η διάσημη ηθοποιός Έβα-Μαρίε Χάγκεν- πήγε στην Κολωνία, μίλησε στους νέους της άλλης πλευράς για την ανάγκη να αποκτήσει η χώρα του ένα κομμουνιστικό κόμμα σαν εκείνο που ανθούσε εκείνα τα χρόνια στην Ιταλία, κι έμεινε εκεί, εξόριστος, μέχρι την πτώση του τείχους. Όσο για τη «μάγισσα», έφυγε με τον σύζυγό της το 1991 για τη Χιλή, εκείνος πέθανε το 1994, αλλά εκείνη ζει ακόμη στη βίλα που της παραχώρησε το Κομμουνιστικό Κόμμα, με τη σύνταξη χήρας αρχηγού κράτους που της χορηγεί το γερμανικό κράτος.

Τρίτη, Νοεμβρίου 20, 2007

Σαρκοζί εναντίον μουσουλμάνων



Ένας δημοσιογράφος αποκαλύπτει στο blog του το περιεχόμενο των συνομιλιών του προέδρου της χώρας του με δύο υψηλούς επισκέπτες. Και αντί συγχαρητηρίων, δέχεται ύβρεις, απειλές και προσβολές.

Στις 21 Σεπτεμβρίου, ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί δέχθηκε τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Μπέρτι Άχερν. Στις 3 Οκτωβρίου δέχθηκε τον Σουηδό πρωθυπουργό Φρέντρικ Ράινφελντ. Στις δύο αυτές συναντήσεις του, εξαπέλυσε μια βίαιη επίθεση εναντίον των μουσουλμάνων. Χρησιμοποιώντας μια γλώσσα σκληρή και ωμή, μίλησε επί 20 λεπτά για τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό των μουσουλμάνων που ζουν στην Ευρώπη, σχολίασε τις δυσκολίες ένταξής τους και περιέγραψε με μελανά χρώματα τη «σύγκρουση των πολιτισμών» ανάμεσα στους μουσουλμάνους και τη Δύση. Κι όλα αυτά, για να δικαιολογήσει την κατηγορηματική του αντίθεση στην ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη. Οι δύο πρωθυπουργοί τον άκουσαν έκπληκτοι. Και η εντύπωση που αποκόμισαν είναι ότι ο Σαρκοζί όχι μόνο έχει ένα σοβαρό πρόβλημα με τους μουσουλμάνους, αλλά ότι δυσκολεύεται να συγκρατήσει και τα νεύρα του.

Τις πληροφορίες αυτές τις έγραψε την περασμένη Τετάρτη στο blog του (http: //bruxelles. blogs. liberation. fr/) ο Ζαν Κατρμέρ, ανταποκριτής της Λιμπερασιόν στις Βρυξέλλες. Επικαλέστηκε δύο ανεξάρτητες μεταξύ τους πηγές και υπενθύμισε ότι ο Σαρκοζί όχι μόνο έχει υιοθετήσει την άποψη του Χάντινγκτον περί σύγκρουσης των πολιτισμών, αλλά μίλησε τον περασμένο Ιούλιο στο Ντακάρ και για τον «άνθρωπο της Αφρικής που αρνείται την ιδέα της προόδου». Οι εξηγήσεις αυτές δεν τον γλίτωσαν από την οργή των αναγνωστών. Μέχρι χθες το βράδυ είχε λάβει στο συγκεκριμένο post 408 μηνύματα, τα περισσότερα υβριστικά. Πολλοί τον κατηγορούν ότι λέει ψέματα, άλλοι ότι στηρίζεται σε ανώνυμες πηγές, ενώ αρκετοί εκφράζουν την έκπληξή τους για το γεγονός ότι το περιεχόμενο εκείνων των συνομιλιών δεν αποκαλύφθηκε από τη Λιμπερασιόν, αλλά από το blog ενός δημοσιογράφου της Λιμπερασιόν.

Ο Κατρμέρ αναγκάστηκε έτσι να γράψει δύο ημέρες αργότερα και δεύτερο post, με τίτλο «Πώς κτίζεται μια πληροφορία» (όπου είχε δεχθεί μέχρι χθες το βράδυ άλλα 103 μηνύματα). Οι συναντήσεις μεταξύ των ηγετών- γράφει- γίνονται κεκλεισμένων των θυρών. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να στηρίζονται έτσι σε πηγές, που είτε είναι παρούσες σε μια συνάντηση είτε πληροφορούνται από άλλους αυτά που διαμείφθηκαν. Οι πηγές αυτές, που άλλοτε συμφωνούν μεταξύ τους και άλλοτε αλληλοδιαψεύδονται, μιλούν πάντοτε off the record. Άλλες προέρχονται από χώρες όπου κυριαρχεί η μυστικοπάθεια (όπως η Γαλλία) κι άλλες από χώρες που καλλιεργούν τη διαφάνεια (όπως οι σκανδιναβικές, και γενικά οι μικρές χώρες). Ο έμπειρος δημοσιογράφος γνωρίζει σε ποιες πηγές μπορεί να έχει εμπιστοσύνη. Γνωρίζει επίσης ότι μπορεί να αποκομίσει πολύτιμες πληροφορίες από ξένους συναδέλφους του, ανταλλάσσοντάς τες συχνά με άλλες πληροφορίες...

Ας μη ζητά λοιπόν «αποδείξεις» το κοινό από τους σοβαρούς δημοσιογράφους, καταλήγει ο Γάλλος ανταποκριτής. Το «off» και οι ανώνυμες πηγές είναι η ουσία της δημοσιογραφίας, το μόνο σημείο στο οποίο υπερέχει ο γραπτός από τον οπτικοακουστικό λόγο.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 19, 2007

Ο θάνατος του e-mail



Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση που έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες, η χρήση του email από τους ανθρώπους όλων των ηλικιών αυξήθηκε πέρυσι κατά 6%. Μεταξύ των εφήβων, αντίθετα, παρατηρήθηκε μια μείωση κατά 8%.

Για τους ανθρώπους άνω των 25 ετών, το e-mail είναι εδώ και αρκετά χρόνια τρόπος ζωής. Δεν είναι μόνο τα προφανή πλεονεκτήματα της άμεσης επικοινωνίας: ένα καλά οργανωμένο αρχείο εισερχομένων και εξερχομένων μηνυμάτων αποτελεί κι ένα είδος ημερολογίου, γεμάτου με πληροφορίες, συναισθήματα, εμμονές, εξομολογήσεις, λάθη. Πολλοί νεαροί οικογενειάρχες κρατούν τα πρώτα ηλεκτρονικά τους φλερτ για να θυμούνται τα ρομαντικά τους χρόνια ή τα πρώτα e-mail που τους έστειλαν οι γονείς τους για να τα δείξουν μια μέρα στα παιδιά τους. Ανάμεσα σ΄ αυτή την πρώτη γενιά χρηστών του Ιnternet, όμως, και στη δεύτερη γενιά των σημερινών εφήβων αρχίζει να διακρίνεται ένα πραγματικό χάσμα. Στην Αμερική, τα πανεπιστήμια διαπιστώνουν ότι οι φοιτητές δεν διαβάζουν πλέον τις ανακοινώσεις που τους στέλνουν με e-mail. Κι επειδή δεν μπορούν να τους υποχρεώσουν να το κάνουν, αναγκάζονται να πάνε με τα νερά τους: για να διατηρήσουν την επαφή μαζί τους, δημιουργούν σελίδες στο Facebook και το ΜySpace.

Όπως γράφει ο Τσαντ Λόρενς, συνεργάτης του ηλεκτρονικού περιοδικού Slate, ένας δεκαεξάρης δεν πρόκειται ποτέ να στείλει e-mail σε 200 φίλους του για να τους πει ότι το βράδυ θα κάνει πάρτι. Είναι πολύ πιο εύκολο και cool να στείλει το μήνυμα μέσα από το Facebook. Αν θέλει να πει κάτι συγκεκριμένο σε ένα φίλο του, που να το μάθει αμέσως όλος ο κόσμος, στέλνει ένα μήνυμα στη δική του σελίδα στο ΜySpace. Αν πάλι θέλει να επικοινωνήσει αμέσως μαζί του σε ιδιωτική βάση, θα προτιμήσει το ΙΜ (instant-messaging) από το email. Έτσι κι αλλιώς, η σημερινή νεολαία είναι συνεχώς online (εντάξει, με εξαίρεση τις ώρες του σχολείου). Όπως λένε, αν δεν είσαι διαρκώς «καλωδιωμένος», αισθάνεσαι απομονωμένος. Και βέβαια υπάρχει πάντα το κινητό. Ένας έφηβος που σέβεται τον εαυτό του στέλνει και δέχεται τουλάχιστον 50 sms την ημέρα.

Είναι αλήθεια ότι τα στιγμιαία μηνύματα στερούνται της ποιότητας των e-mails, είναι σαν τα κίτρινα αυτοκόλλητα που σου χρησιμεύουν για να θυμάσαι τις υποχρεώσεις σου, μόλις τελειώσεις τη δουλειά σου τα πετάς. Υπάρχει κι ένα πρόβλημα ηθικού χαρακτήρα: οι άνθρωποι κάπως μεγαλύτερης ηλικίας μόλις πρόσφατα έμαθαν το e-mail, δεν είναι άδικο να τους λες τώρα ότι κι αυτός ο τρόπος είναι πια ξεπερασμένος; Μα δεν ωφελεί να κλείνουμε τα μάτια στην πραγματικότητα, αυτή είναι η ροή των πραγμάτων, οι εταιρείες το γνωρίζουν, με τα περισσότερα καινούργια κινητά τηλέφωνα είναι πλέον δυνατό να στέλνεις και να δέχεσαι όλων των ειδών τα μηνύματα, sms, ΙΜ, e-mail και Facebook. Η διαχείριση και η αρχειοθέτησή τους είναι ακόμα λίγο δύσκολη, αλλά κι αυτό είναι ζήτημα χρόνου να λυθεί.

Σάββατο, Νοεμβρίου 17, 2007

Διακρίσεις στα καφέ



Η Αμερικανίδα οικονομολόγος Κέτλιν Νόουλς Μάιερς έκανε ένα πείραμα. Μαζί με μερικούς φοιτητές της, επισκέφθηκε οκτώ καφέ στην περιοχή της Βοστώνης και μέτρησε πόση ώρα χρειαζόταν για να σερβιριστούν οι άνδρες και οι γυναίκες. Το συμπέρασμά της, όπως παρουσιάζεται σε μια μελέτη 21 σελίδων, είναι ότι οι άνδρες σερβίρονται κατά μέσον όρο 20 δευτερόλεπτα νωρίτερα από τις γυναίκες. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι οι λευκοί πελάτες εξυπηρετούνται πιο γρήγορα από τους μαύρους, οι ηλικιωμένοι πιο γρήγορα από τους νέους και οι όμορφοι πιο γρήγορα από τους άσχημους. Αλλά οι ενδείξεις αυτές δεν αναλύθηκαν περαιτέρω, είτε γιατί δεν ενδιέφεραν τους ερευνητές είτε γιατί οι λόγοι αυτών των διακρίσεων είναι προφανείς.

Πού οφείλεται όμως η διαφορά των είκοσι δευτερολέπτων; Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι οι γυναίκες παραγγέλνουν συνήθως πιο πολύπλοκα ποτά, ενώ οι άνδρες προτιμούν τα «σκληρά». Ακόμη όμως κι όταν συγκριθούν άνδρες και γυναίκες με πολύπλοκα γούστα, πάλι οι πρώτοι εξυπηρετούνται γρηγορότερα. Μήπως τα αρσενικά μέλη του προσωπικού καθυστερούν τις γυναίκες για να τις φλερτάρουν; Μα κι αυτή η εκδοχή καταρρίπτεται αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η καθυστέρηση εις βάρος των γυναικών μεγαλώνει όταν το καφέ είναι γεμάτο: δύσκολα θα πιστέψει κανείς ότι τα γκαρσόνια φλερτάρουν περισσότερο όταν οι ουρές είναι μεγαλύτερες. Υποχρεωτικά λοιπόν καταλήγει κανείς ότι η καθυστέρηση οφείλεται στην περιφρόνηση: άλλωστε, όταν τα μέλη του προσωπικού είναι αποκλειστικά γυναίκες, η χρονική διάκριση εξαφανίζεται.

Το φαινόμενο αυτό είναι περίεργο, σχολιάζει ο Τιμ Χάρφορντ στο ηλεκτρονικό περιοδικό Slate. Τα καφέ αποτελούν ιδιαίτερα ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, και οι οικονομολόγοι ξέρουν ότι ο ανταγωνισμός εξαλείφει τις διακρίσεις. Πριν από 50 ολόκληρα χρόνια, ο οικονομολόγος και Νομπελίστας Γκάρι Μπέκερ σημείωνε ότι οι επιχειρήσεις με πολλούς ανταγωνιστές που κρατούν μια ρατσιστική ή σεξιστική στάση είναι καταδικασμένες αργά ή γρήγορα να κλείσουν. Άλλοι οικονομολόγοι ανακάλυψαν στη συνέχεια ότι η αύξηση του διεθνούς εμπορίου, που ενέτεινε τις ανταγωνιστικές πιέσεις σε πολλές αγορές, είχε ως αποτέλεσμα να περιοριστούν οι διακρίσεις κατά των γυναικών. Και τότε πώς εξηγείται η «αντίσταση» που παρουσιάζουν τα καφέ;

Ίσως να είναι θέμα απόστασης: για να υπάρχει πραγματικός ανταγωνισμός, θα πρέπει τα δύο καφέ να είναι τόσο κοντά ώστε μια γυναίκα να χρειάζεται λιγότερο από 20 δευτερόλεπτα για να πάει από το ένα στο άλλο. Ίσως πάλι η αγορά να βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας του προβλήματος. Από τα κλαμπ και τα μπαρ αποκλειστικά για άνδρες περάσαμε στα καφέ, που χωρίς αμφιβολία είναι πιο φιλικά προς τις γυναίκες. Ίσως λοιπόν να είναι θέμα χρόνου προτού ένας επιχειρηματίας αποφασίσει να ανοίξει μια αλυσίδα που στην είσοδο θα γράφει: «Απαγορεύεται η είσοδος στους άνδρες».

Παρασκευή, Νοεμβρίου 16, 2007

Πόλη-φάντασμα



Δύο εκατομμύρια κατασχέσεις σπιτιών αναμένεται, σύμφωνα με τους ειδικούς, να γίνουν το 2008 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο Κλήβελαντ αδειάζουν ολόκληρες συνοικίες. Αιτία, φυσικά, τα περίφημα subprimes.

O Τζιμ Ροκάκης γεννήθηκε το 1955 στο Κλήβελαντ. Έναν χρόνο νωρίτερα, οι γονείς του είχαν μεταναστεύσει εδώ από την Ελλάδα. Και αυτό που βλέπει σήμερα δεν μπορούσε ποτέ να το διανοηθεί. «Για μένα», λέει στον ανταποκριτή της Λιμπερασιόν, «όποιος χορηγεί ένα δάνειο σε κάποιον γνωρίζοντας ότι μάλλον δεν θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα, είναι εγκληματίας. Δεν έχει μεγάλη διαφορά από τον γκάνγκστερ που κλέβει μια τράπεζα. Κι όμως, αυτή η απάτη γίνεται ατιμώρητα σε τεράστια κλίμακα, από μια πιστωτική βιομηχανία που χρησιμοποιεί πωλητές με κοστούμι και γραβάτα για να εξαπατούν τα θύματά τους».

Ο Ροκάκης δεν είναι κανένας περιθωριακός μαχητής κατά της παγκοσμιοποίησης. Είναι ο γενικός ταμίας της κομητείας Καγιαχόγκα στο Βορειοανατολικό Οχάιο, με πρωτεύουσα το Κλήβελαντ. Και είναι έξαλλος με τις τράπεζες και τη Γουόλ Στριτ. Άλλοτε, όποιος ήθελε ένα δάνειο απευθυνόταν στην τράπεζα, που του το έδινε εφόσον έκρινε ότι έχει τα μέσα να το αποπληρώσει. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου όμως, και τη δραστική μείωση των επιτοκίων προκειμένου να τονωθεί η αμερικανική οικονομία, εισήχθη στο σύστημα ένας μεσάζων που λέγεται «αντιπρόσωπος στεγαστικών δανείων» και που το συμφέρον του είναι να παρασύρει τον δανειστή στο λάθος. Μια μικρή καθυστέρηση στην πληρωμή της δόσης επισύρει ένα βαρύ πρόστιμο και ένα μεγάλο κέρδος για τον αντιπρόσωπο. Τεράστια κέρδη αποκομίζουν από τη βιομηχανία αυτή και τα δικηγορικά γραφεία που ειδικεύονται στις κατασχέσεις.

Ο Τιμ και η Γκλόρια Φέρις μένουν εδώ και είκοσι χρόνια σε ένα μικρό σπιτάκι στο Κλήβελαντ. Πριν από μερικά χρόνια έκαναν το λάθος να αναδιαπραγματευθούν το στεγαστικό τους δάνειο χωρίς να προσέξουν τα ψιλά γράμματα. Ύστερα τους έτυχαν κάποιες αναποδιές, τα χρήματα σώθηκαν, προσπάθησαν μάταια να πετύχουν μια αναχρηματοδότηση, κατάφεραν μάλιστα να βρουν έναν αγοραστή που θα τους δεχόταν ως ενοικιαστές, αλλά ο servicer (ο οργανισμός που διαχειρίζεται το δάνειό τους) είναι ανένδοτος. Ένα πρωί κτύπησε την πόρτα τους ένας αστυνομικός από το γραφείο του σερίφη και τους έδωσε εντολή να φύγουν, τα φορτηγά που είχε πληρώσει η τράπεζα περίμεναν απ΄ έξω για να πάρουν τα έπιπλα. Το ζεύγος των εξηντάρηδων σώθηκε επειδή γνωρίζει προσωπικά τον Ροκάκη, η έξωση αναβλήθηκε, αλλά χιλιάδες άνθρωποι δεν έχουν την ίδια τύχη. Κάθε Δευτέρα πρωί, το γραφείο του σερίφη πουλά σε δημοπρασία 200 με 300 κατασχεμένα σπίτια- που δεν βρίσκουν σχεδόν ποτέ αγοραστή. Με τη χορήγηση των δανείων να έχει δυσκολέψει και την εγκληματικότητα να έχει αυξηθεί κατακόρυφα στην περιοχή, κανείς δεν έχει τα μέσα ή τη διάθεση να αγοράσει εδώ σπίτι. Το Κλήβελαντ γίνεται σιγά-σιγά μια πόλη-φάντασμα.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 15, 2007

Ο φίλος του Μαντέλα



«Σε δέκα χρόνια από σήμερα, η ιδέα ότι κάποιος δουλεύει για το περιοδικό κι όχι για την ιστοσελίδα θα μοιάζει παράλογη. Δηλαδή δεν μπορείς να οδηγείς και να ακούς ραδιόφωνο ταυτόχρονα;».

O Ρικ Στένγκελ είναι πολύ χαρούμενος με το άγαλμα του Νέλσον Μαντέλα που αποκαλύφθηκε πρόσφατα στην Πλατεία Τραφάλγκαρ. «Ο Μαντέλα είναι ένθερμος φίλος της Αγγλίας, όταν ήταν νέος διάβαζε Ντίκενς και σήμερα παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον τους αγώνες κρίκετ και ράγκμπι», είπε ο διευθυντής του περιοδικού ΤΙΜΕ σε μια πρόσφατη επίσκεψή του στη Βρετανία. Ο Στένγκελ γνωρίζει προσωπικά τον πρώην πρόεδρο της Νότιας Αφρικής, το 1993 τον βοήθησε να γράψει την αυτοβιογραφία του («Μια Μακρά Πορεία προς την Ελευθερία») και τρία χρόνια αργότερα συνεργάστηκε στην παραγωγή του ντοκιμαντέρ «Μαντέλα». Ο ίδιος ο Μαντέλα γράφει ότι νοσταλγεί τις πρωινές βόλτες με τον Στένγκελ στο Τρανσκέι.

Τα χρόνια πέρασαν, ο Στένγκελ έγραψε διάφορα βιβλία (όπως τη «Σύντομη Ιστορία της Κολακείας»), ένα φεγγάρι πέρασε από το Πρίνστον, δούλεψε για τον Μπιλ Μπράντλεϊ, που το 2000 διεκδίκησε το χρίσμα των Δημοκρατικών, και πέρυσι επέστρεψε στα παλιά του λημέρια: ανέλαβε τη διεύθυνση του ΤΙΜΕ, όπου έγραφε στα τέλη της δεκαετίας του ΄80. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να αλλάξει την ημέρα έκδοσης του περιοδικού από Δευτέρα σε Παρασκευή. «Οι παλιοί ρυθμοί δεν ωφελούσαν τους αναγνώστες, αλλά τους δημοσιογράφους», λέει στην Ιντιπέντεντ. Ύστερα κατήργησε το σύστημα της συλλογής των ανταποκρίσεων και της σύνθεσής τους από έναν συντάκτη στη Νέα Υόρκη. «Πιστεύω πως οι αναγνώστες θέλουν μια φωνή, μια άποψη. Πάντα έβρισκα περίεργο να έχουμε έναν ανταποκριτή στο Πεντάγωνο που είναι ειδικός στα στρατιωτικά θέματα, μιλά με τους στρατηγούς και μετά γράφει ένα χλιαρό άρθρο». Πήρε βέβαια και δυσάρεστες αποφάσεις, έκλεισε τα γραφεία του περιοδικού σε πολλές πόλεις, απέλυσε δεκάδες ανθρώπους.

Σύμφωνα με τον Στένγκελ, μια από τις απροσδόκητες συνέπειες της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν να συνειδητοποιήσουν οι Αμερικανοί ότι αποτελούν μέρος αυτού του κόσμου. Οι νέοι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τις διεθνείς εξελίξεις πολύ περισσότερο από τις προηγούμενες γενιές- κι αυτό δεν αφορά μόνο τον πόλεμο ή την τρομοκρατία, αλλά τον τρόπο ζωής σε διάφορες χώρες. Αντί λοιπόν το ΤΙΜΕ να είναι ένα περιοδικό με διαφορετικό εξώφυλλο ανάλογα με την περιοχή στην οποία κυκλοφορεί, είναι καλύτερα να αποτελεί ένα έντυπο που προσφέρει στους αναγνώστες όλου του κόσμου μια αμερικανική προοπτική. Και οι ανταγωνιστές του δεν είναι πλέον μόνο τα άλλα περιοδικά, αλλά και ένας ποδοσφαιρικός αγώνας, η τηλεόραση, μια ταινία στον κινηματογράφο. «Ζούμε τη μεγαλύτερη επανάσταση της πληροφορίας στην ιστορία», λέει ο φίλος του Μαντέλα. «Ένα παιδί που μεγαλώνει στη Ζανζιβάρη έχει πρόσβαση σε όλα τα βιβλία που γράφτηκαν πριν από το 1500 χάρη στην ιστοσελίδα του Βρετανικού Μουσείου. Κι αυτό είναι καταπληκτικό όχι μόνο για τα μέσα ενημέρωσης, αλλά και για την ανθρωπότητα».

Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2007

Μια επιδημία δυστυχίας



Κάθε θλιμμένη οικογένεια είναι θλιμμένη για διαφορετικό λόγο. Κάθε θλιμμένος εργαζόμενος είναι θλιμμένος για τους ίδιους περίπου λόγους.

Η πρώτη ρήση ανήκει στον Λέον Τολστόι. Η δεύτερη ανήκει σ΄ έναν άνθρωπο πολύ λιγότερο γνωστό από τον Ρώσο συγγραφέα, που το τελευταίο του βιβλίο όμως είναι 100 φορές δημοφιλέστερο από την Άννα Καρένινα. Πρόκειται για τον Πάτρικ Λεντσιόνι, έναν Αμερικανό σύμβουλο μάνατζμεντ, που έγραψε τις Τρεις Ενδείξεις μιας Δυστυχισμένης Δουλειάς. Κατά την άποψή του, τρεις είναι οι λόγοι για τους οποίους αισθανόμαστε δυστυχείς στη δουλειά μας. Ο πρώτος είναι η ανωνυμία: νιώθουμε ότι κανείς δεν νοιάζεται για το ότι κάνουμε τη συγκεκριμένη δουλειά. Ο δεύτερος είναι η άγνοια για το αν κάνουμε καλά ή κακά τη δουλειά μας. Και ο τρίτος είναι η αίσθηση πως είτε την κάνουμε καλά είτε κακά, δεν έχει τελικά καμία σημασία. Και οι τρεις αυτοί λόγοι βρίσκονται σε έξαρση, λέει ο Λεντσιόνι, με αποτέλεσμα τα τρία τέταρτα όλων των εργαζομένων του κόσμου να μισούν τη δουλειά τους. Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε εν μέσω μιας «επιδημίας δυστυχίας» από την οποία θα περάσουν αρκετά χρόνια για να βγούμε.

Το ότι το συγκεκριμένο βιβλίο βρίσκεται στην κορυφή των πωλήσεων της Αmazon αποτελεί από μόνο του μια επιβεβαίωση ότι η δυστυχία στον χώρο εργασίας είναι πράγματι ένα σύγχρονο φαινόμενο. Για τις εξηγήσεις όμως αυτού του φαινομένου χωρά μεγάλη συζήτηση. Σύμφωνα με τη Λούσι Κέλαγουεϊ, την «γκουρού» των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς για θέματα εργασίας και μάνατζμεντ, οι λόγοι τους οποίους επικαλείται ο Λεντσιόνι ταιριάζουν πολύ περισσότερο στη φοιτητική ζωή παρά στον χώρο εργασίας. Στο Πανεπιστήμιο αισθανόμαστε κατ΄ εξοχήν ανώνυμοι, άχρηστοι και χωρίς προοπτική: αρκεί να δει κανείς το κύμα καταλήψεων που μαστίζει αυτές τις μέρες τη Γαλλία. Όταν πιάνουμε δουλειά (στην περίπτωση βέβαια που είμαστε τυχεροί και βρίσκουμε δουλειά) παίρνουμε έναν μισθό και αυτό από μόνο του προσδίδει ένα νόημα στην απασχόλησή μας. Στην περίπτωση που αυτή η δουλειά είναι δημιουργική, το νόημα είναι κάπως μεγαλύτερο: το καθημερινό γράψιμο αυτής της στήλης απαιτεί κόπο και σκέψη, και η αίσθηση, ή έστω ψευδαίσθηση, ότι κάποιοι τη διαβάζουν προσφέρει χωρίς αμφιβολία μια στοιχειώδη ικανοποίηση. Όποιος τώρα αναζητεί ακόμη μεγαλύτερο νόημα στη δουλειά του, όποιος θέλει να επιβεβαιωθεί μέσα από τη δουλειά του, ας πρόσεχε.

Αν αισθανόμαστε λοιπόν δυστυχείς στη δουλειά μας, γράφει η Κέλαγουεϊ, φταίνε άλλα πράγματα. Φταίει η δουλειά, που μπορεί να είναι βαρετή, πολύ εύκολη ή πολύ δύσκολη. Φταίνε οι άνθρωποι γύρω μας, που μπορεί να είναι ανιαροί, επιθετικοί ή καταθλιπτικοί. Φταίει και το γενικότερο περιβάλλον, που μπορεί να είναι σκοτεινό ή ανθυγιεινό. Λύσεις υπάρχουν, και είναι διαφόρων ειδών, αλλά σ΄ αυτές δεν περιλαμβάνεται το μάνατζμεντ. Και ο λόγος είναι απλός: οι μάνατζερ είναι συνήθως πιο δυστυχείς από τους εργαζόμενους.

Τρίτη, Νοεμβρίου 13, 2007

Στο ξενοδοχείο Ρhoenicia



Το είδαμε κι αυτό: σαράντα Λιβανέζοι βουλευτές είναι κλεισμένοι εδώ και επτά εβδομάδες σε ένα ξενοδοχείο για να προλάβουν να ψηφίσουν πρόεδρο της χώρας προτού τους γαζώσουν οι συριακές μυστικές υπηρεσίες.

Η Σολάνζ Τζεμαγιέλ έχει ένα πρόβλημα: καπνίζει συνεχώς, αλλά δεν μπορεί να ανοίξει τα παράθυρα για να πάρει αέρα το δωμάτιο. «Έχουμε τις κουρτίνες κλειστές για να μας προστατεύουν από τους ελεύθερους σκοπευτές», λέει στην ανταποκρίτρια της Μοντ η χήρα του Μπασίρ Τζεμαγιέλ, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1982 λίγες ημέρες πριν αναλάβει την προεδρία της χώρας. «Τις προάλλες, μάθαμε ότι βρέχει από φίλους που μας τηλεφώνησαν. Τις είκοσι πρώτες μου μέρες εδώ, δεν βγήκα από το δωμάτιό μου. Για να ξεμουδιάζω, έκανα εκατό βήματα. Αυτό κράτησε μέχρι τη μέρα που αποφασίστηκε ότι τα γεύματά μας θα μας παρέχονταν για προληπτικούς λόγους απ΄ έξω, ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος να μας δηλητηριάσουν. Μετατρέψαμε τότε μία από τις σουίτες σε τραπεζαρία και τρώμε όλοι μαζί».

Η πρώην Πρώτη Κυρία του Λιβάνου, μαζί με σαράντα ακόμη βουλευτές, φιλοξενείται από τις 24 Σεπτεμβρίου στο πολυτελές ξενοδοχείο Ρhoenicia της Βηρυτού. Το μέτρο ελήφθη μετά τη δολοφονία του βουλευτή Αντουάν Γκανέμ, στις 19 Σεπτεμβρίου. Τρεις μήνες νωρίτερα είχε δολοφονηθεί ένας άλλος βουλευτής, ο Ουαλίντ Εϊντό. Πολλοί συνάδελφοί του σκορπίστηκαν τότε σε διάφορες χώρες για να γλιτώσουν τη ζωή τους. «Τον πρώτο καιρό σκεπτόμουν μήπως φταίγαμε κι εμείς», λέει ο Μπάσεμ Αλ-Σαμπ, που πέρασε τρεις μήνες στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Μετά τη δολοφονία του Αντουάν όμως, που ήταν το αντίθετο του πολεμοχαρούς, οι αμφιβολίες μου διαλύθηκαν». Κι έτσι γύρισε στη Βηρυτό. Είναι υποχρεωμένος όμως να παραμείνει ζωντανός, όπως και η Σολάνζ και οι άλλοι βουλευτές, γιατί ένας-δύο αν χάσουν ακόμη τη ζωή τους δεν θα υπάρχει η απαραίτητη απαρτία για την εκλογή προέδρου και η χώρα θα βυθιστεί στο χάος. Κι έτσι κλείστηκαν όλοι στο ξενοδοχείο και περιμένουν, αλλά η ψηφοφορία αναβάλλεται διαρκώς, ήταν για τις 12 Νοεμβρίου και πήγε στις 21.

Ο αλ-Σαμπ, που είναι καρδιολόγος χειρουργός, δεν μπορεί να ασκήσει αυτές τις μέρες το επάγγελμά του. Αλλά δεν απογοητεύεται: προτεραιότητά του αυτή τη στιγμή είναι ο πλουραλισμός, η δημοκρατία και η πολιτιστική ύπαρξη των χριστιανών. Κατηγορηματικά αντίθετος σε μια συμφωνία με τη φιλοσυριακή αντιπολίτευση δηλώνει και ο Ανρί Ελού, αρχιτέκτονας και βουλευτής από ένα νοτιοανατολικό προάστιο της Βηρυτού. «Ο νέος πρόεδρος», τονίζει, «πρέπει να σεβαστεί τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και να υποχρεώσει τη Χεζμπολάχ να καταθέσει τα όπλα». Όσο για την κυρία Τζεμαγιέλ, είναι αποφασισμένη να τιμήσει τη μνήμη του συζύγου της. Κι όσο περιμένει, καταβροχθίζει βιβλία: το «Η αυγή, το βράδυ ή η νύχτα» της Γιασμίνα Ρεζά, που της χάρισε πρόσφατα μια φίλη της, της αρέσει πολύ.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 12, 2007

Φάγε, πίε, ευφραίνου



Μήπως ήρθε η ώρα να κάνουμε την αυτοκριτική μας; Μήπως μπερδεύουμε, παραπλανούμε και εν τέλει τρομοκρατούμε το κοινό με τις συνεχείς και συχνά αντικρουόμενες ιατρικές πληροφορίες γύρω από θέματα της καθημερινότητας;

Στις αρχές του 2004, ο τότε διευθυντής των αμερικανικών Κέντρων για τον Έλεγχο και την Πρόληψη των Ασθενειών (CDC) δημοσίευσε μια έρευνα στην Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης (την περίφημη JΑΜΑ) όπου αποκάλυπτε ότι η παχυσαρκία είναι υπεύθυνη για 400.000 θανάτους τον χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έγινε χαμός. Ο Αμερικανός υπουργός Υγείας υιοθέτησε πλήρως την έκθεση, το ίδιο και πολλοί ομόλογοί του στην Ευρώπη, ανακοινώθηκαν μέτρα, ξεκίνησαν εκστρατείες, χιλιάδες άνθρωποι ζήτησαν από τους γιατρούς τους χάπια για να χάσουν βάρος και να ζήσουν περισσότερο. Κάποιοι γιατροί όμως αμφισβήτησαν τη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στη συγκεκριμένη μελέτη. Και τον Απρίλιο του 2005 δημοσιεύτηκε από το CDC μια νέα, «διορθωτική» έρευνα, που έλεγε ότι στην πραγματικότητα ο ετήσιος αριθμός θανάτων από παχυσαρκία στις ΗΠΑ δεν είναι 400.000, αλλά 25.814. Οι διορθώσεις όμως δεν έχουν ποτέ την ίδια προβολή που έχουν οι πρώτες έρευνες, ιδιαίτερα αν τα στοιχεία τους δεν είναι τόσο εντυπωσιακά. Ακολούθησαν άλλες έρευνες, από άλλους οργανισμούς, πάντα αποκαλυπτικές, πάντα ενοχοποιητικές για το πάχος, ώσπου την περασμένη εβδομάδα το ίδιο CDC προκάλεσε ένα παγκόσμιο σοκ ανακοινώνοντας ότι, στην πραγματικότητα, οι υπέρβαροι ζουν περισσότερο ακόμη κι από εκείνους που έχουν κανονικό βάρος.

Πού οφείλεται αυτή η σύγχυση; Και πώς να μη χάσουν εντελώς την αξιοπιστία τους οι ειδικοί, μαζί με τους δημοσιογράφους που δημοσιεύουν τις εκθέσεις τους;
Δυστυχώς δεν πρόκειται για σύγχυση, αλλά για μια ανίερη συμμαχία του δημόσιου τομέα με τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες. Όπως αποκαλύπτει το βιβλίο «Diet Νation», η Διεθνής Δύναμη για την Παχυσαρκία χρηματοδοτείται κατά 75% από τους φαρμακευτικούς γίγαντες Ηoffman La Roche και Αbbott, ενώ λαμβάνει χρήματα και από την εταιρεία Servier που παρασκευάζει το φάρμακο για την απώλεια βάρους Redux. Επικεφαλής αυτού του οργανισμού είναι ο καθηγητής Φίλιπ Τζέιμς, βασικός ερευνητής στις δοκιμές ενός άλλου φαρμάκου για την απώλεια βάρους, του Sibutramine, που παρασκευάζεται από τη Roche. Ο ίδιος αυτός καθηγητής, και συγγραφέας του βιβλίου Η Παγκόσμια Επιδημία της Παχυσαρκίας, χρημάτισε ειδικός σύμβουλος επιτροπής του βρετανικού Κοινοβουλίου που έδωσε πέρυσι στη δημοσιότητα διάφορες απίθανες ιστορίες για παιδιά που παθαίνουν ασφυξία από το πάχος τους.

Η παθολογική παχυσαρκία ασφαλώς κάνει κακό, καθώς συνδέεται με διάφορες ασθένειες αλλά και με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Ακόμη και στην παχύσαρκη Αμερική όμως, σημειώνει ο Ντόμινικ Λώσον στην Ιντιπέντεντ , στην κατηγορία αυτή εμπίπτει μόλις το 3% του πληθυσμού. Ίσως τελικά να μην είχε και τόσο άδικο εκείνος ο άφρων πλούσιος, όταν έλεγε: «Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά εναποτεταμιευμένα δι΄ έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου».

Σάββατο, Νοεμβρίου 10, 2007

Μια άδεια πανοπλία



«Δεν είμαι αφελής. Το Ιράν θέλει να σβήσει το Ισραήλ από τον χάρτη και η Χαμάς το ίδιο. Αλλά δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη χωρίς αυτούς και όλοι έχουμε κουραστεί από τον πόλεμο. Πριν από 30 χρόνια, με χαρακτήρισαν προδότη επειδή είπα ότι η Παλαιστίνη χρειάζεται ένα κράτος. Σήμερα δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία όσων χαίρονται για τον διαχωρισμό ανάμεσα στην εξτρεμιστική και τη μετριοπαθή Παλαιστίνη. Για να υπάρξει ειρήνη, πρέπει πρώτα οι Παλαιστίνιοι να λύσουν τις εσωτερικές τους διαφορές».

Αυτά έλεγε ο Νταβίντ Γκροσμάν την περασμένη εβδομάδα στη διάρκεια μιας επίσκεψής του στη Μαδρίτη. Λίγες ημέρες νωρίτερα, εκείνος και άλλοι 14 Ισραηλινοί διανοούμενοι είχαν απευθύνει στον πρωθυπουργό Εχούντ Ολμέρτ ανοιχτή επιστολή με την οποία του ζητούσαν να διαπραγματευθεί μια κατάπαυση του πυρός με τη Χαμάς. Ο Ολμέρτ δεν απάντησε. Και σε μια δεξίωση που δόθηκε την περασμένη Τετάρτη το βράδυ, σε ένα θέατρο της Ιερουσαλήμ, ο συγγραφέας αρνήθηκε να σφίξει το χέρι του πολιτικού. Ενώ διάφοροι διανοούμενοι που είχαν βραβευτεί έκαναν ουρά μπροστά στον Ολμέρτ προκειμένου να τους συγχαρεί, ο Γκροσμάν τον αγνόησε επιδεικτικά. «Φαντάζομαι πως καταλαβαίνετε τον λόγο», είπε αργότερα στους δημοσιογράφους. Ο συγγραφέας του «Παιδιού ζιγκ-ζαγκ» και της «Μνήμης του δέρματος» δεν συγχώρησε ποτέ στον πρωθυπουργό ότι απέδωσε πέρυσι την κριτική του για τον πόλεμο στη θλίψη του για την απώλεια του παιδιού του, του Ούρι, στον Λίβανο. «Ναι, είμαι ένας πατέρας που πονάει», του είχε απαντήσει τότε ο Γκροσμάν από το βήμα της πλατείας Ράμπιν. «Αυτό που με θλίβει περισσότερο απ΄ όλα, όμως, είναι όσα εσείς και οι φίλοι σας κάνετε σ΄ αυτή τη χώρα».

Πριν από λίγο καιρό, ο συγγραφέας επισκέφθηκε με την οικογένειά του το Περού και τη Βολιβία, επαναλαμβάνοντας ένα ταξίδι που είχε κάνει παλιότερα με τον Ούρι. Μιλώντας στη Μαδρίτη για εκείνο το ταξίδι, δεν μπόρεσε να κρύψει τη συγκίνησή του. «Οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλινοί δεν έχουμε σταματήσει να λειτουργούμε εναντίον των συμφερόντων μας. Όταν φτάνουμε σε μια διασταύρωση, διαλέγουμε πάντα τον δρόμο της βίας. Από όλες τις εναλλακτικές λύσεις, ακολουθούμε τον πόλεμο. Είναι κάτι σαν θεϊκή καταδίκη». Όταν οι Ισραηλινοί θέλουν να αναφερθούν σε μια καταστροφή, χρησιμοποιούν τη λέξη hamatzan, που σημαίνει «κατάσταση». Μια τέτοια κατάσταση είναι η έλλειψη σταθερών συνόρων. «Αυτός είναι ο λόγος που το Ισραήλ υποκύπτει στον πειρασμό να κατακτά συνεχώς νέα εδάφη», λέει ο Γκροσμάν. «Έχουμε φτάσει στο σημείο να είμαστε μια πανοπλία χωρίς τίποτα από μέσα. Πρέπει να καθορίσουμε τον χώρο μας για να ξέρουμε ποιοι είμαστε εμείς και ποιοι είναι εκείνοι».

Παρασκευή, Νοεμβρίου 09, 2007

Υπέροχοι καταρράκτες



Ο επαναστάτης πρόεδρος της Βενεζουέλας είναι ένας από τους σφοδρότερους κατήγορους της παγκοσμιοποίησης. Αλλά η χώρα του έχει γίνει παγκόσμιο κέντρο ξεπλύματος, λαθρεμπορίου και διαφθοράς.

Η Ναόμι Κάμπελ ήταν καταγοητευμένη με «την αγάπη και την τόλμη» του οικοδεσπότη της. Φορώντας ένα «επαναστατικό και φίνο λευκό φόρεμα από τον διάσημο οίκο μόδας Fendi»- όπως έγραψε μια εφημερίδα της Βενεζουέλας- εξέφρασε τον θαυμασμό της για τους υπέροχους καταρράκτες της χώρας. Λίγες ημέρες νωρίτερα, και αφού πέρασε ένα ολόκληρο 24ωρο με τον πρόεδρο Τσάβες, ο Σων Πεν δήλωνε ότι γνώρισε μια «μεγάλη χώρα». Η χώρα είναι βέβαια μεγάλη επειδή έχει έναν μεγάλο πρόεδρο. Και για τον λόγο αυτό, ετοιμάζεται στις 2 Δεκεμβρίου να εγκρίνει μια τροποποίηση του Συντάγματος που θα επιτρέπει την ανανέωση της θητείας αυτού του προέδρου για όσες φορές το επιθυμεί, αντί για τις δύο που είναι σήμερα. Ο Τσάβες έχει χωρίσει δυο φορές, και σήμερα δεν έχει μια σύζυγο διαθέσιμη για να εναλλάσσει μαζί της την εξουσία όπως συμβαίνει στην Αργεντινή. Καλύτερα λοιπόν να προχωρήσει μόνος του. Όπως σημειώνει η Αν Άπλμπομ στην Ουάσιγκτον Ποστ αναφερόμενη στην περίφημη ρήση του Λένιν για τους ξένους που υποστήριζαν τη Ρωσία, θα υπάρχουν πάντα κάποιοι «χρήσιμοι ηλίθιοι» που θα τον χειροκροτούν.

Αλλά αυτά έχουν γραφτεί και αναλυθεί πολλές φορές. Στο κάτω- κάτω, αν οι Βενεζουελανοί θέλουν έναν αυταρχικό πατερούλη, δικαίωμά τους. Υπάρχει όμως μια άλλη, πιο σκοτεινή πλευρά αυτής της ιστορίας που αφορά όλο τον κόσμο. Το 2003 βγήκαν από τα σύνορα της Βενεζουέλας 75 τόνοι κοκαΐνης. Φέτος, τα φορτία αναμένεται να φτάσουν τους 276 τόνους. Άλλοτε, ο βασικός προορισμός ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Καραϊβική. Σήμερα, είναι σε μεγάλο βαθμό η Ευρώπη (κάπου πρέπει να παίζουν και τα Ζωνιανά). Ανώτατο στέλεχος της ολλανδικής αστυνομίας έλεγε στον Βενεζουελανό οικονομολόγο Μοϊσές Ναΐμ, που διευθύνει το περιοδικό Foreign Ρolicy, πως ο ίδιος και οι συνάδελφοί του περνούν περισσότερο χρόνο στο Καράκας παρά στην Μπογκοτά και ότι πολλοί από τους «ιεράρχες» των καρτέλ του οργανωμένου εγκλήματος έχουν σήμερα έδρα τη Βενεζουέλα. Η τελευταία περιλαμβάνεται πλέον σε όλους τους καταλόγους των Παραδείσων του ξεπλύματος χρήματος. Και στη λίστα της οργάνωσης Τransparency Ιnternational καταλαμβάνει την τιμητική 162η θέση, σε σύνολο 179 χωρών.

Η Βενεζουέλα του Ούγκο Τσάβες έχει γίνει επίσης κέντρο λαθρεμπορίου όπλων και διαμαντιών. Με πρόσφατη έκθεσή τoυς, οι οργανώσεις Global Witness και Ρartnership Αfrica ζητούν την αποπομπή της χώρας από τον μηχανισμό Κίμπερλεϋ, που έχει θεσπίσει ο ΟΗΕ για την καταπολέμηση της διακίνησης των «ματωμένων διαμαντιών». Μπορεί βέβαια όλα αυτά να συνιστούν προπαγάνδα σκοτεινών κέντρων κατά της Μπολιβαριανής Επανάστασης. Και τα χθεσινά ρεπορτάζ για πυρά εναντίον αντικυβερνητικών φοιτητών μάλλον στην ίδια συνωμοσία εντάσσονται.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 08, 2007

Ναι ή όχι στην πυρηνική ενέργεια;



«Το ουράνιο και το πετρέλαιο αποτελούν εκφράσεις ενός ξεπερασμένου τρόπου παραγωγής, συγκεντρωτικού και καθετοποιημένου. Αλλά βρισκόμαστε πια στην εποχή του Ιnternet και του Υoutube, το μοντέλο που επικρατεί είναι το ευέλικτο δίκτυο». Τζέρεμι Ρίφκιν

Πριν από είκοσι ακριβώς χρόνια, στις 8 και 9 Νοεμβρίου 1987, οι Ιταλοί κλήθηκαν να λάβουν μέρος σε ένα δημοψήφισμα για την πυρηνική ενέργεια. Προσήλθαν στις κάλπες με ενθουσιασμό. Κι από τα 30 εκατομμύρια που ψήφισαν, το 80,6% εκδήλωσε την αντίθεσή του στην κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων. Οι μνήμες του Τσερνόμπιλ ήταν βέβαια νωπές, η πυρηνική καταστροφή είχε συμβεί μόλις ενάμιση χρόνο πριν. Αλλά εκείνο το «όχι» είχε κι άλλες αιτίες. Ιδεολογικού χαρακτήρα: πώς είναι δυνατόν μια ενέργεια του πολέμου και του θανάτου να μεταμορφωθεί ομαλά σε μια ενέργεια ειρήνης και προόδου; Κυρίως, όμως, επιστημονικού χαρακτήρα: τι θα γίνει με τα πυρηνικά απόβλητα, πώς θα αποκλειστεί ένα ατύχημα, τι επιπτώσεις θα είχε ένας σεισμός;

Με το πετρέλαιο να πλησιάζει σήμερα ολοταχώς τα εκατό δολάρια και τους επιστήμονες να προειδοποιούν ότι τα αέρια του θερμοκηπίου απειλούν το μέλλον του πλανήτη, τα παραπάνω ερωτήματα έρχονται και πάλι στο προσκήνιο, ενώ προστίθενται κι άλλα. Έχουμε ακόμη την πολυτέλεια να λέμε «όχι» στην πυρηνική ενέργεια; Και αν η απάντηση είναι θετική, ποιες είναι οι αποτελεσματικές και ρεαλιστικές εναλλακτικές λύσεις για να αντιμετωπιστεί η ενεργειακή κρίση; Όλοι ξέρουμε πως πρέπει να δώσουμε έμφαση στην εξοικονόμηση ενέργειας: να σβήνουμε τα φώτα όταν δεν τα χρειαζόμαστε, να μειώνουμε τη θέρμανση και τον κλιματισμό, να χρησιμοποιούμε το πλυντήριο τις νυχτερινές ώρες, να κλείνουμε τον υπολογιστή και την τηλεόραση πριν πάμε για ύπνο. Μήπως πρέπει όμως ταυτόχρονα να αναθεωρήσουμε και μερικούς μύθους για την πυρηνική ενέργεια; Σύμφωνα με τον Κρίστοφερ Κρέιν, πρόεδρο του αμερικανικού πυρηνικού γίγαντα που λέγεται Εxelon, η πιθανότητα να συμβεί ένα σοβαρό ατύχημα στους αντιδραστήρες που λειτουργούν σήμερα είναι ένα κάθε 10.000 χρόνια, ενώ στους καινούργιους αντιδραστήρες είναι ακόμη μικρότερη. Η τεχνολογία επεξεργασίας των πυρηνικών αποβλήτων έχει προοδεύσει πολύ. Και στο οικονομικό πεδίο, η πυρηνική ενέργεια είναι πλέον απολύτως ανταγωνιστική προς τον άνθρακα.

Ο Κρέιν, βέβαια, κοιτάζει τα συμφέροντά του. Για τον Τζέρεμι Ρίφκιν, θεωρητικό της οικονομίας του υδρογόνου και σύμβουλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ενεργειακά θέματα, το μέλλον βρίσκεται στην αιολική και την ηλιακή ενέργεια, όχι στα πυρηνικά. Οι περισσότεροι πολιτικοί που υποστηρίζουν την πυρηνική ενέργεια- λέει σε συνέντευξή του στη Ρεπούμπλικα - θέλουν να μπλοκάρουν τη βιομηχανική επανάσταση στην κατεύθυνση των ανανεώσιμων πηγών. Ένα πυρηνικό εργοστάσιο κοστίζει δύο δισεκατομμύρια δολάρια. Και σύμφωνα με μελέτη της Οxfam Research Group, για να περιοριστούν οι κλιματικές αλλαγές με τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας θα έπρεπε να κατασκευαστούν χιλιάδες εργοστάσια μέχρι το 2070...

Τετάρτη, Νοεμβρίου 07, 2007

Η άνοιξη δεν ήρθε ποτέ



Οι Κούρδοι αντάρτες της Τουρκίας εγκαταλείπουν μαζικά το ιρακινό Κουρδιστάν και καταφεύγουν στο Ιράν ώστε να αποφύγουν τις συνέπειες ενδεχόμενης τουρκικής επίθεσης: το αποκαλύπτει κάποιος που ξέρει.

Την έλεγαν Καβέ, ήταν 26 ετών και οι σύντροφοί της στο αντάρτικο την αποκαλούσαν Ζιγιάν. Τον έλεγαν Οσμάν, ήταν 46 ετών, οι σύντροφοί του τον αποκαλούσαν Φερχάτ και ο αδελφός του ήταν ισόβιος αρχηγός της οργάνωσης. Ο Οσμάν ερωτεύτηκε την Καβέ, αλλά ο αδελφός του είχε απαγορεύσει ρητά κάθε ερωτική σχέση μεταξύ των μαχητών. Το ζευγάρι κινδύνευε να εκτελεστεί, παρ΄ όλο που ο αρχηγός είχε συλληφθεί πέντε χρόνια νωρίτερα και κρατούνταν σε τουρκικές φυλακές. Πολλοί αντάρτες έχουν εκτελεστεί, δεκάδες, εκατοντάδες ίσως, επειδή παραβίασαν τις εντολές της ηγεσίας ή κρίθηκαν ένοχοι για συνεργασία με τον εχθρό. Έτσι, ο Οσμάν και η Καβέ δεν είχαν άλλη επιλογή. Τη νύχτα της 3ης Ιουνίου του 2004 κατέβηκαν το βουνό μαζί με επτά συντρόφους τους και έφτασαν σε μια πεδιάδα του Ιράκ όπου τους περίμενε ένα αυτοκίνητο. Για τον Οσμάν, που είχε περάσει 18 χρόνια στα βουνά, ξεκινούσε μια νέα εποχή.

Επτά μήνες νωρίτερα, ο Οσμάν Οτζαλάν έλεγε από το κρησφύγετό του στον δημοσιογράφο της Μοντ Πατρίς Κλωντ πως «όταν δεν υπάρχουν προσωπικές ελευθερίες, δεν υπάρχει ελευθερία γενικά». Τότε ήλπιζε ακόμη να αναλάβει την ηγεσία της οργάνωσης και μια από τις πρώτες του αποφάσεις θα ήταν να καταργήσει τα σκοταδιστικά διατάγματα του μεγάλου του αδελφού. Ο τελευταίος τον είχε συλλάβει το 1993 για κάποιους μυστηριώδεις «πολιτικούς και επιχειρησιακούς» λόγους, τον είχε ανακρίνει επί 52 μέρες μέσα σε μια σπηλιά, τον είχε αναγκάσει να κάνει μια εξευτελιστική αυτοκριτική και τον είχε καταδικάσει τελικά σε θάνατο. Αν τελικά ο Οσμάν Οτζαλάν δεν εκτελέστηκε, το οφείλει στο επώνυμό του. Κι αν το 2004 ήλπιζε ακόμη να εκσυγχρονίσει και να εξανθρωπίσει το κίνημα, το οφείλει στον αθεράπευτο ρομαντισμό του.

Αλλά η άνοιξη του ΡΚΚ δεν ήρθε ποτέ. Μετά τη θεαματική διαφυγή του, προσπάθησε να ιδρύσει ένα πιο δημοκρατικό κόμμα. Έστειλε κι έναν φίλο του, τον Χικμέτ Φιντάν, στο Ντιγιάρμπακιρ για ανίχνευση προθέσεων. Ο Χικμέτ δεν επέστρεψε ποτέ. Κάποιος τον δολοφόνησε, ίσως το ΡΚΚ. Κι ο Οσμάν εγκατέλειψε τα φιλόδοξα σχέδιά του.
«Είμαι ένας πολιτικός που έσφαλε σε πολλά, ένας διπλωμάτης έτοιμος να κάνει συμβιβασμό» λέει σήμερα στον ίδιο δημοσιογράφο της Μοντ από τη μικρή πόλη Κόι Σινιάκ του ιρακινού Κουρδιστάν όπου ζει μαζί με την οικογένειά του και άλλους φυγάδες. Η Άγκυρα τον κυνηγά ακόμα, για την ακρίβεια είναι πρώτος στον κατάλογο των 100 Κούρδων τρομοκρατών που η χώρα του θέλει ζωντανούς ή νεκρούς. Αλλά εκείνος θα μείνει εκεί, δεν θα ακολουθήσει τους αντάρτες στο Ιράν, θέλει επιτέλους να ζήσει φυσιολογικά.

Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2007

Κατακραυγή για το σούπερ τζαμί



Από το Βέλγιο και τη Βρετανία μέχρι τη Γαλλία και τη Γερμανία, η ανέγερση τζαμιών προκαλεί τα τελευταία χρόνια αρκετές αντιδράσεις. Τίποτα όμως δεν μπορεί να συγκριθεί με την κατακραυγή για το σούπερ τζαμί του Λονδίνου.

Ας γυρίσουμε έντεκα χρόνια πίσω. Ο Αμπντούλ Χαλίκ Μιάν, ένας Βρετανός επιχειρηματίας που γεννήθηκε στο Πακιστάν και είναι θερμός οπαδός της ισλαμικής ιεραποστολικής οργάνωσης Ταμπλίγκι Τζαμάτ, συγκέντρωσε το 1996 πάνω από 1,5 εκατομμύριο λίρες και αγόρασε μια εγκαταλελειμμένη έκταση όπου στεγαζόταν παλιά ένα εργοστάσιο θειικού οξέος. Η έκταση βρίσκεται στο Νιούχαμ, στο ανατολικό Λονδίνο, και αξιωματούχοι του δήμου τον είχαν συμβουλέψει να προσλάβει τον καλύτερο αρχιτέκτονα που μπορούσε και να κτίσει εκεί το μεγαλύτερο τζαμί που μπορούσε. Ο Μιάν κατέφυγε στις υπηρεσίες του Αλί Μανγκάρα, ενός Μουσουλμάνου που έχει γεννηθεί στη Νότια Αφρική. Κι εκείνος σχεδίασε ένα τζαμί με ανεμογεννήτριες αντί για μιναρέδες, με πολλούς κήπους, αυλές και εστιατόρια, που θα είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη και θα μπορεί να φιλοξενήσει 70.000 πιστούς.

Στο Νιούχαμ υπάρχουν ήδη κάπου 30 τζαμιά, τα περισσότερα από τα οποία είναι μικρά, που γεμίζουν ασφυκτικά στην προσευχή της Παρασκευής. Γιατί λοιπόν να ανεγερθεί ένα τόσο μεγάλο τζαμί, το οποίο θα είναι ορατό ακόμη κι από την οικονομική καρδιά του Λονδίνου; Και δεν είναι ανησυχητικό ότι μεταξύ των βασικών χρηματοδοτών του είναι μια οργάνωση που έχει κατηγορηθεί ότι στρατολογεί τρομοκράτες; Ο πρώτος που αντέδρασε, με αυτά περίπου τα επιχειρήματα, ήταν ο Άλαν Κρεγκ, ηγέτης της Χριστιανικής Λαϊκής Συμμαχίας στο Ηστ Εντ, που άρχισε να μαζεύει υπογραφές διαμαρτυρίας. Μέχρι το περασμένο καλοκαίρι, είχαν φτάσει στην ιστοσελίδα του πρωθυπουργού Γκόρντον Μπράουν 250.000 υπογραφές. «Η Ταμπλίγκι Τζαμάτ είναι μια αυτονομιστική οργάνωση που περιφρονεί τους χριστιανούς», λέει ο Κρεγκ στους Νιου Γιορκ Τάιμς από το γραφείο του, όπου κυριαρχούν οι σταυροί και η Βίβλος. «Δεν θέλουμε αυτό το τζαμί στο Λονδίνο».

Η συζήτηση αυτή φέρνει ξανά στην επιφάνεια το περίφημο ζήτημα της «πολυπολιτισμικότητας» (multiculturalism), το κατά πόσον δηλαδή είναι σωστό οι διάφορες ομάδες μεταναστών που ζουν στις μεγάλες δυτικές πόλεις να ντύνονται όπως θέλουν εκείνες, να ακολουθούν τις δικές τους συνήθειες, να έχουν τους δικούς τους τόπους λατρείας. Το μοντέλο αυτό επέζησε για αρκετά χρόνια, αλλά αμφισβητήθηκε έντονα μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του Ιουλίου του 2005: δύο από τους καμικάζι, για παράδειγμα, είχαν παραστεί σε πολλές από τις συγκεντρώσεις της Ταμπλίγκι Τζαμάτ. Τον τελευταίο καιρό, έτσι, η πλάστιγγα γέρνει περισσότερο προς την ενσωμάτωση παρά προς τη συνύπαρξη. Σε αυτό το κλίμα, δεν είναι περίεργο που το σχέδιο για το σούπερ τζαμί προσωρινά εγκαταλείφθηκε. Τη θέση του Μανγκάρα πήρε μια γνωστή αρχιτεκτονική εταιρεία του Λονδίνου. Και το τζαμί που θα ανεγερθεί δεν θα χωρά πάνω από 12.000
ανθρώπους.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 05, 2007

Χορεύοντας στους τάφους



Τελικά, όλη αυτή η ιστορία λειτούργησε θετικά. Εμείς μάθαμε για ένα άγνωστο στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένα άγνωστο συγκρότημα τριπ χοπ. Και οι τρεις μουσικοί από το Μπρίστολ είχαν την ευκαιρία να δείξουν την ευαισθησία τους.

O Αλεξάνταρ Μόσιτς δεν μπορούσε να κρύψει την οργή του. «Εδώ έχασαν τη ζωή τους 48.000 άνθρωποι, είναι το μοναδικό στρατόπεδο συγκέντρωσης που δεν αναφέρουν τα βιβλία. Το άφησαν να ρημάξει. Το ακύρωσαν. Και τώρα θα χορέψουν πάνω του. Είναι σαν να κάνεις έναν γάμο σε νεκροταφείο». Ο Μόσιτς είναι πρώην κρατούμενος στο στρατόπεδο Σαζμίστε, που οι Γερμανοί το έλεγαν Τσέμλιν. Το στρατόπεδο αυτό το είχε σχεδιάσει προσωπικά ο Άιχμαν και δεν έμοιαζε με τα άλλα. Πρώτα απ΄ όλα βρισκόταν στο κέντρο της πόλης, όλοι μπορούσαν να δουν τι γινόταν εκεί μέσα. Ύστερα δεν υπήρχαν θάλαμοι αερίων ούτε φούρνοι. Οι ναζί φόρτωναν τους κρατουμένους σε ένα ειδικό φορτηγό με αέρια που είχε έρθει από το Βερολίνο, τους έλεγαν ότι θα τους μεταφέρουν σε ένα πιο ανθρώπινο μέρος και τους εξολόθρευαν στον δρόμο. Από το 1941 ώς το 1944 πέρασαν από εδώ 100.000 Εβραίοι, κομμουνιστές και Τσιγγάνοι. Η Χίλντα Ντατς, η Άννα Φρανκ της Σερβίας, έγραφε στις επιστολές της ότι οι ναζί έσφαζαν ακόμη και τους γιατρούς και τις νοσοκόμες που δούλευαν στο νοσοκομείο του στρατοπέδου. Εδώ άφησε κι εκείνη την τελευταία της πνοή. Υπολογίζεται ότι από τους Εβραίους της Σερβίας δεν γλίτωσε ούτε το 10%. Άλλωστε η Σερβία είχε ανακηρυχθεί από τον Χίτλερ «η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα χωρίς Εβραίους». Πριν φύγουν, οι ναζί έκαψαν όσα πτώματα πρόλαβαν κι έριξαν τις στάχτες στον Σάβα.

Το 1987, η τότε κυβέρνηση κήρυξε το Σαζμίστε «πολιτιστική κληρονομιά του Βελιγραδίου». Στα χρόνια του Μιλόσεβιτς, όμως, το παλιό στρατόπεδο πουλήθηκε σε μια ιδιωτική εταιρεία που τα είχε καλά με το καθεστώς και στη συνέχεια άλλαξε χέρια πολλές φορές. Πριν από τρία χρόνια, γράφει η Κοριέρε ντέλα Σέρα, το παλιό νοσοκομείο των Εβραίων βρήκε επιτέλους τη θέση του στη σύγχρονη εποχή. Έσβησαν τα συνθήματα από τους τοίχους, πέταξαν τα όργανα των βασανιστηρίων κι έφτιαξαν ένα κέντρο διασκέδασης που το ονόμασαν «Ρoseydon Ηall». Εκεί επρόκειτο να παίξει χθες το αγγλικό συγκρότημα Κosheen. Η πρώτη ροκ συναυλία σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Ο 29χρονος μάνατζερ δεν καταλαβαίνει τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν. «Εκδηλώσεις γίνονται εδώ τα τρία τελευταία χρόνια, τι διαφορά υπάρχει ανάμεσα σ΄ έναν αγώνα ξιφασκίας και μια ροκ συναυλία; Όσο για την ιστορική μνήμη, ρωτήστε τον δήμαρχο που μας πούλησε το μέρος». Ο δήμαρχος σηκώνει τα χέρια ψηλά: «Είναι τρομερό να γίνεται εκεί μια συναυλία, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα, ο χώρος είναι ιδιωτικός». Τελικά, τη λύση την έδωσαν οι ίδιοι οι Κosheen: «Αν γνωρίζαμε την ιστορία αυτού του τόπου, δεν θα συμφωνούσαμε ποτέ να παίξουμε εκεί. Και τώρα που τη μάθαμε, ματαιώσαμε τη συναυλία μας».

Σάββατο, Νοεμβρίου 03, 2007

Η μάχη του Πολίτη



Shahrvand σημαίνει Πολίτης. Αυτό το συμβολικό όνομα αποφάσισαν να δώσουν έξι γνωστοί δημοσιογράφοι του Ιράν σε ένα εβδομαδιαίο περιοδικό που χαρακτηρίζεται από μια ιδιαιτερότητα: έκλεισε ήδη έξι μήνες ζωής και έχει την τρελή ελπίδα ότι τον ερχόμενο Απρίλιο θα γιορτάσει τα πρώτα του γενέθλια. Διευθυντής του είναι ο Μοχάμαντ Ατριανφάρ, πρώην στέλεχος της εφημερίδας «Ηam-Μihan» που άντεξε μονάχα τρεις μήνες. Η κυκλοφορία του περιοδικού φτάνει τα 20.000 αντίτυπα, αλλά έχει ανοδική τάση. Οι δεκαπέντε δημοσιογράφοι που απασχολούνται σε μόνιμη βάση, και δεκάδες άλλοι που γράφουν περιστασιακά, έχουν βέβαια να πληρωθούν δύο μήνες. Αλλά δεν παραπονιούνται. Όπως λέει ο Ακμπάρ Μονταζαμπί, «έτσι γίνεται στα μεταρρυθμιστικά έντυπα».

Ο 37χρονος Μονταζαμπί έχει αλλάξει δουλειά πάνω από 20 φορές την τελευταία δεκαετία. Αλλά δεν το βάζει κάτω. «Όποιος ασκεί το δημοσιογραφικό επάγγελμα στην Ισλαμική Δημοκρατία τίθεται αυτομάτως κάτω από τον μεγεθυντικό φακό του καθεστώτος», λέει στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς. Πάνω από 100 έντυπα έχουν κλείσει από το 1997, αλλά στη θέση τους γεννιούνται άλλα, που απασχολούν τους ίδιους δημοσιογράφους και μπαίνουν γρήγορα με τη σειρά τους στο μάτι των αρχών. Από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο Αχμαντινεζάντ, τα πράγματα έχουν χειροτερέψει. Σήμερα έχουν απομείνει τρεις μεταρρυθμιστικές εφημερίδες. Αλλά σε μια εποχή που κλιμακώνεται η αντιπαράθεση για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας τους, οι δημοσιογράφοι αυτών των εφημερίδων δεν τολμούν να αρθρώσουν έντονη κριτική φοβούμενοι ότι θα κατηγορηθούν για προδοσία.
«Έχουμε μάθει να μη γράφουμε με μεγάλη σαφήνεια, ελπίζοντας ότι οι αναγνώστες καταλαβαίνουν τι εννοούμε», τονίζει ο Μονταζαμπί. Για παράδειγμα, σε μια πρόσφατη σειρά άρθρων υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης δεν αναφέρθηκε ούτε μια φορά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος να επέμβουν οι λογοκριτές. Τις μέρες που γινόταν συζήτηση για τη γενναιότητα του προέδρου, το περιοδικό δημοσίευσε ένα σχόλιο που έλεγε ότι το θάρρος έχει μερικές φορές αρνητική χροιά. «Ο ταύρος είναι ένα δυνατό ζώο γιατί έχει κέρατα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι κατ΄ ανάγκη σοφό», σημείωνε ο αρθρογράφος. Και ο νοών νοείτω.

Πριν από λίγες μέρες, οι δημοσιογράφοι του «Shahrvand» μαζί με 170 συναδέλφους τους απηύθυναν ανοιχτή επιστολή προς τους εκδότες όλων των εφημερίδων, με την οποία τους ζητούν να προασπίσουν την επαγγελματική ηθική και να αντισταθούν στις πιέσεις του καθεστώτος. Αλλά δεν είναι πολύ αισιόδοξοι για το αποτέλεσμα. Ήδη κυκλοφορεί στην Τεχεράνη η φήμη ότι ο «Πολίτης» μετράει μέρες. «Ο αγώνας που δίνουμε κάθε εβδομάδα», λέει ο Μονταζαμπί, «είναι να χωράμε όλες τις πληροφορίες που έχουμε- γιατί την επόμενη εβδομάδα ίσως να μην υπάρχουμε».

Παρασκευή, Νοεμβρίου 02, 2007

Παιδιά των παιδιών μας



Το δεκάχρονο αγόρι δυσκολευόταν να βρει επίθετα για να περιγράψει στους γονείς του τον συμμαθητή του. Ώσπου το βρήκε: «Να, είναι ΕΜΟ». Δηλαδή; Τι σημαίνει αυτή η λέξη; «Ε, ανοίξτε το ΥouΤube για να δείτε!».

Έχουμε αναφερθεί ξανά από αυτή τη γωνίτσα στον μαγικό εκείνο στίχο του Μιχάλη Γκανά «Με τα παιδάκια μας στον ώμο/ για να μας δείχνουνε τον δρόμο», που τον ακούμε δυστυχώς πλέον στο ραδιόφωνο μόνο όταν είναι να ντύσει μουσικά μια καινούργια φωτιά. Μα ο στίχος δεν είναι απαισιόδοξος, στην πραγματικότητα είναι ανατρεπτικός, προαναγγέλλει μια τάση, ένα καινούργιο παγκόσμιο φαινόμενο, μια νέα γενιά που αντιστρέφει τη φορά της μετάδοσης του πολιτισμού: δεν είναι πια (μόνο) από τους μεγάλους προς τους μικρούς, αλλά και από τους μικρούς προς τους μεγάλους. Τα παιδιά διδάσκουν τους γονείς πώς να μιλούν, πώς να ντύνονται, πώς να ζουν- αρκεί βέβαια εκείνοι να έχουν τον χρόνο να τα ακούσουν.

«Παιδιά των παιδιών τους»: έτσι χαρακτηρίζει η Ρεπούμπλικα τους σημερινούς γονείς. Ήδη πριν από δέκα χρόνια μιλούσαν γι΄ αυτό το θέμα στο βιβλίο τους «Εις το όνομα του υιού» ο διάσημος ψυχοπαθολόγος Μάσιμο Αμανίτι και ο γιος του ο Νικολό, που είναι σήμερα ειδικός στα ηλεκτρονικά παιχνίδια (απλή συνωνυμία με τον δικό μας Νίκο Αμανίτη, που δεν έχει και μεγάλη σχέση με τα ηλεκτρονικά). Από αυτά τα παιχνίδια, ή τουλάχιστον κάποια από αυτά τα παιχνίδια, μαθαίνουν σήμερα τα παιδιά αρχαία ιστορία και γεωγραφία, τους μύθους της αρχαίας Ελλάδας και τις πολεμικές στρατηγικές των Ιαπώνων. Αν οι γονείς τους λάμβαναν τις γνώσεις με αργό και κοπιαστικό τρόπο ξεφυλλίζοντας τεράστιους τόμους στις βιβλιοθήκες, εκείνοι τις έχουν συνεχώς δίπλα τους κινώντας απλώς ένα ποντίκι. Εφήμερο, ίσως, αλλά αποτελεσματικό.

Το κοινωνικό τμήμα ενός από τα σημαντικότερα τραπεζικά ινστιτούτα της Ευρώπης, της ισπανικής La Caixa, οργανώνει σεμινάρια πληροφορικής για ηλικιωμένους: σε 421 εικονικές αίθουσες, σκορπισμένες σε 564 κέντρα όλης της Ισπανίας, σπουδάζουν αυτή τη στιγμή 300.000 μαθητές, όλοι άνω των εξήντα. Στη σχετική διαφήμιση, που μεταδίδεται διαρκώς από την τηλεόραση, ένα ζευγάρι ηλικιωμένων ταξιδεύει στη Ρώμη, στο Παρίσι, στη Βενετία. Εκείνος τη βγάζει μια φωτογραφία με το κεφάλι λίγο στο πλάι. Εκείνη τον βγάζει μια φωτογραφία με το χέρι σηκωμένο. Όταν επιστρέφουν στο σπίτι, ανοίγουν τον υπολογιστή και μοντάρουν τις φωτογραφίες με τη βοήθεια του Ρhotoshop. Στο τέλος της διαδικασίας, φαίνονται σε μια φωτογραφία να χαμογελούν αγκαλιασμένοι.

«Το να δίνεις στους ηλικιωμένους τη δυνατότητα να χειρίζονται τις νέες τεχνολογίες δεν είναι μόνο ένας τρόπος να ομορφαίνεις τα γηρατειά τους, αλλά και μια επένδυση», λέει ο 30χρονος Χαβιέρ Μολίνας, συντονιστής μιας από τις ομάδες εθελοντών που εργάζονται στο πρόγραμμα. Έχει αποδειχθεί ότι ένας ηλικιωμένος που ξέρει να χρησιμοποιεί το Ιnternet κοστίζει στις κοινωνικές υπηρεσίες 40% λιγότερο. Δεν είναι κάτι λοιπόν στο οποίο οι τράπεζες θα άξιζε να επενδύσουν;

Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2007

Μια προφητική επιστολή



«Παρακολουθείτε τη δίκη της Λειψίας; Φαντάζομαι πως ναι, όλοι το κάνουν. Όλα δείχνουν ότι προετοιμάζεται το πιο φρικτό δικαστικό έγκλημα της ιστορίας. Αυτή η δίκη συμπυκνώνει ό,τι αποκρουστικότερο χαρακτηρίζει τη σημερινή Γερμανία».

Το 1933, όταν ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία, ο Τόμας Μαν και η σύζυγός του έκαναν διακοπές στην Ελβετία. Λόγω των βίαιων επιθέσεων που είχε εξαπολύσει ο συγγραφέας κατά του ναζισμού τα προηγούμενα χρόνια, ο γιος του τού συνέστησε να μην επιστρέψει στη Γερμανία. Κι έτσι ο Μαν παρέμεινε εξόριστος στο Κίσναχτ, κοντά στη Ζυρίχη. Στις 26 Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς, και ενώ οι περισσότεροι ευρωπαίοι ηγέτες θεωρούσαν τον Χίτλερ έναν αυταρχικό αλλά ρεαλιστή δικτάτορα με τον οποίο μπορούσαν να διαπραγματευθούν, έστειλε στον δημοσιογράφο Βίλχελμ Κίφερ ένα γράμμα όπου χαρακτήριζε τον δικτάτορα ενσάρκωση του κακού. Το γράμμα ξεχάστηκε για πολλές δεκαετίες στα συρτάρια μιας κυρίας από το Μόναχο. Μαζί με άλλα 180 χειρόγραφα, παραδόθηκε πριν από λίγες μέρες από τον εκδοτικό οίκο Κίφερ στην Κρατική Βιβλιοθήκη του Βερολίνου. Και χθες δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην ιταλική Ρεπούμπλικα .

«Εγώ και η οικογένειά μου μετακομίσαμε εδώ πριν από μερικές εβδομάδες, όπου βρήκαμε καταφύγιο και ένα σπίτι στη λίμνη. Πάντα με γοήτευε η Ζυρίχη: μπορεί η Βασιλεία να έχει περισσότερο στυλ, αλλά η Ζυρίχη προσφέρει περισσότερη κοσμική ζωή. Όσο για την κατάστασή μου στη Γερμανία, είναι βυθισμένη στο σκοτάδι. Το σπίτι μου και ο τραπεζικός μου λογαριασμός έχουν κατασχεθεί από τις αρχές. Αλλά το καινούργιο μου βιβλίο έτυχε πολύ θερμής υποδοχής. Η πρώτη έκδοση εξαντλήθηκε γρήγορα και ετοιμάζεται η δεύτερη. Δεν μπορώ να πω ότι είναι ένα βιβλίο που δεν απαιτεί πνευματικές ικανότητες από αυτόν που το διαβάζει, αλλά σήμερα είναι πολλοί εκείνοι που ζητούν το καλύτερο, και δεν νομίζω πως πρέπει να τους απογοητεύσουμε και να τους αφήσουμε μόνους. Θα αναρωτιέστε, αγαπητέ κύριε Κίφερ, πόσο θα κρατήσει ακόμη αυτή η κατάσταση, αυτή η διφορούμενη και ημιεκδικητική σχέση ανάμεσα στη Γερμανία και τον υπόλοιπο κόσμο. Εγώ βλέπω να φτάνει ήδη η στιγμή όπου η κατηγορηματική απόρριψη αυτής της χώρας, η σαφής απόκρουση δηλαδή των δυνάμεων που την ελέγχουν, θα αποτελεί πλέον ζήτημα σεβασμού της αξιοπρέπειάς της και της ελευθερίας της».

Και αφού αναφέρεται στη δίκη της Λειψίας, με την οποία το καθεστώς προσπαθούσε να επιρρίψει σε έναν αποδιοπομπαίο τράγο την πυρπόληση του Ράιχσταγκ, ο συγγραφέας καταλήγει: «Ένα καταστροφικό τέλος σε αυτή την Κατάρα των ημερών μας, από το οποίο θα γεννηθεί ένας Νέος Κόσμος, είναι κάτι που δεν μπορούμε να ευχηθούμε αν λάβουμε υπόψη το πεπρωμένο κάθε ανθρώπου. Κι όμως, μυστικά αυτό ακριβώς ευχόμαστε, έστω κι αν είμαστε σίγουροι ότι στο τέλος θα πέσουμε κι εμείς στον γκρεμό».